2012-07-16 15:28:22
Καθώς είναι πλέον εμφανές ότι οξύνεται η κατάσταση με το Ιράν και η ένταση παρατείνεται στη Συρία, οι ΗΠΑ στέλνουν πολεμικά πλοία για να εξασφαλιστεί η ροή πετρελαίου μέσω των Στενών του Ορμούζ και οι Ρώσοι καταπλέουν μια νηοπομπή με πεζοναύτες, τεθωρακισμένα και πυροβολικό στη Συρία. Η διεθνής Κοινότητα, μέσω του ΝΑΤΟ αλλά και του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, συζητά για μια ακόμη φορά την πορεία δράσης που θα πρέπει να εφαρμοστεί όσον αφορά τη Συρία.
Την τελευταία εβδομάδα, η κρίση της Συρίας έγινε πιο έντονη, πιο βίαιη και “περιφερειοποιείται”, με αποτέλεσμα, να αναζητείται στο επίπεδο του διεθνούς ενδιαφέροντος να βρεθεί ένας τρόπος να σταματήσει η αιματοχυσία και να τερματιστεί η κρίση.
Μέχρι στιγμής, ωστόσο, οι προσπάθειες της Διεθνούς Κοινότητας και όλες οι διπλωματικές πρωτοβουλίες όχι μόνο έχουνε αποτύχει στο σύνολό τους τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου, αλλά αντίθετα, αυξήθηκαν οι επιθέσεις μετά την φαινομενική προσχώρηση του Συριακού καθεστώτος στο σχέδιο ειρήνης του Αραβικού Συνδέσμου, που είχε επιτευχθεί το Νοέμβριο. Ομοίως, από την εκκίνηση της εξέγερσης διαπράττονται συνεχώς και με αριθμητική πρόοδο οι χειρότερες φρικαλεότητες ιδιαίτερα αφού ετέθει σε ισχύ το σχέδιο των έξι σημείων του Γενικού Γραμματέως του ΟΗΕ κ. Κόφι Ανάν.
Όλες αυτές οι αποτυχημένες προσπάθειες στην αναζήτηση ενός ειρηνικού τέλους στην αιματοχυσία της Συρίας στέλνουν ένα αξιοθρήνητο μήνυμα, ότι όλες οι διαπραγματεύσεις επίλυσης της διαμάχης, τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον είναι απίθανο να επιτύχουν. Πιο συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η κάθε πλευρά θεωρεί την παραχώρηση ως ήττα, η δυνατότητα επίτευξης μιας καθαρά διπλωματικής λύσης είναι εξαιρετικά απίθανη. Αυτό φαίνεται να συμβαίνει ακόμα και αν ο Μπασάρ αλ Άσαντ θα πεισθεί να εγκαταλείψει τη χώρα του και να ζήσει εξόριστος κάπου αλλού.
Θα τολμήσω μια εκτίμηση, που απορρέει από την ανάλυση των γεγονότων. Η εξέγερση της Συρίας είναι πιθανότερο να τελειώσει με έναν από δύο τρόπους: είτε η μία πλευρά τελικά θα καταπνίξει την άλλη εντελώς, είτε οι ισχυροί θα παρέμβουν στρατιωτικά και θα επιβάλουν τον τερματισμό της σφαγής και στη συνέχεια θα τοποθετήσουν τους λεγόμενους παρατηρητές για να επιβλέψουν την πολιτική μετάβαση στην ομαλότητα. Άλλωστε έχουμε γίνει θεατές του ιδίου έργου επανειλημμένως.
Ο λόγος που η διπλωματία μέχρι τώρα απέτυχε μια ειρηνική συμβιβαστική λύση δεν είναι μόνο επειδή και οι δύο πλευρές βρίσκονται σε αδιέξοδο και αντιλαμβάνονται τη σύγκρουση με όρους μηδενικού αθροίσματος, αλλά επειδή καμία πλευρά δεν εμπιστεύεται τον αντίπαλο της για να προβεί σε ουσιαστική συμφωνία. Την ίδια στιγμή, το μέτωπο της Συρίας έχει καταστεί “το μήλον της έριδος” από τις ξένες δυνάμεις που αναζητούν ένα αυξημένο γεωπολιτικό ρόλο στην περιοχή. Το Ιράν, υποστηρίζει έντονα το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ, ενώ τα Σουνιτικά κράτη του κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ υποστηρίζουν τις θέσεις της αντιπολίτευσης.
Εν ολίγοις, η Συρία έχει γίνει ένα πεδίο μάχης αυτών των δύο περιφερειακών συνασπισμών και των συμμάχων αυτών, που έχουν εμπλακεί σε έναν αγώνα για το ποιος θα κερδίσει τη μεγαλύτερη επιρροή στη Μέση Ανατολή, ακριβώς όπως συνέβη στο Λίβανο, κατά τη διάρκεια του μακρού εμφυλίου πολέμου μεταξύ του 1975 και 1990. Λόγω της ακραίας πόλωσης της κοινωνίας της Συρίας, αυτή είναι διαιρεμένη μεταξύ εκείνων που κατέχουν τα ηνία της χώρας μέχρι σήμερα και εκείνων που αμφισβητούν την τρέχουσα κατάσταση διακυβέρνησης. Είναι απίθανο, ακόμη και με συνθηκολόγηση της πλευράς του καθεστώτος να οδηγηθούν τα δύο αντιμαχόμενα μέρη να καταθέσουν τα όπλα και να συμφωνήσουν σε μια νέα, αμοιβαία ικανοποιητική λύση άσκησης της εξουσίας.
Με τέτοια σημαντικά εγγενή εμπόδια που υπονομεύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, οι διεθνείς προσπάθειες για τον τερματισμό των εχθροπραξιών θα πρέπει να παρουσιάσουν σε αμφότερες τις πλευρές αξιόπιστη λύση για να τους πείσει να διαπραγματευθούν και να φθάσουν σε μια συμφωνία. Αυτή η λύση θα πρέπει να περιλαμβάνει εγγυήσεις ασφαλείας προς κάθε πλευρά. Ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση είναι για τη δυτική διεθνή κοινότητα να πείσει τους υποστηρικτές του Μπασάρ αλ Άσαντ, όπως η Κίνα και η Ρωσία, να αλλάξουν στάση και να βοηθήσουν στην απομάκρυνση του Προέδρου της Συρίας. Εκτιμάται ότι, αυτή η κίνηση θα καταργήσει το βασικό εμπόδιο για να καθίσουν, οι υποστηρικτές του καθεστώτος του Μπάαθ με την αντιπολίτευση να διαπραγματευτούν.
Ωστόσο, η απομάκρυνση του Μπασάρ αλ Άσαντ θα είναι απλώς η πρώτη κίνηση από μια σειρά από αναγκαία μέτρα για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου. Ακόμη και μετά από την καθαίρεση του Μπασάρ αλ Άσαντ, μια επιτυχημένη πολιτική επίλυση της κρίσης πρέπει να βασίζεται στην συμμετοχή ενός ισχυρού τρίτου μέρους για την επιβολή της ειρήνης, το οποίο να παρέχει τη σταθερή εγγύηση ότι δεν θα παραβιαστεί μελλοντικά η ανακωχή και δεν θα επιτραπούν αντίποινα. Με άλλα λόγια, για την επίτευξη της πολιτικής επίλυσης της κρίσης και την αποφυγή μιας ανθρωπιστικής καταστροφής, προτείνεται η σημαντική συμμετοχή ενός τρίτου μέρους.
Το ΝΑΤΟ μπορεί να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει την αεροπορική ισχύ μόνο για να κατακρημνίσει τον Μπασάρ αλ Άσαντ από την εξουσία, αλλά η υποστήριξη για το παρόν καθεστώς είναι πολύ μεγαλύτερη και έχει βαθύτερες ρίζες από ότι η αντίστοιχη του Καντάφι. Ως αποτέλεσμα, μόνο με τη χρήση της αεροπορικής ισχύος δεν μπορεί να τελειώσει η αιματοχυσία μακροπρόθεσμα. Όπως καταδεικνύεται από τις συμφωνίες του Ντέιτον, στη Βοσνία, ακόμη και αν οι αεροπορικές επιθέσεις είναι αποφασιστικής σημασίας για τον τερματισμό των εχθροπραξιών, φθάνοντας σε μια δεσμευτική συμφωνία θα απαιτηθεί η είσοδος ειρηνευτικών στρατευμάτων του ΝΑΤΟ ή του ΟΗΕ, για να παρέχουν τις εγγυήσεις για την αξιόπιστη συμφωνία αμοιβαίας ασφάλειας.
Με όλα αυτά τα κομμάτια του διεθνούς γεωπολιτικού πάζλ τα οποία κινούνται ταυτόχρονα, είναι μοναδική ευκαιρία για την ελληνική πολιτική ηγεσία να ερευνήσει στο ΝΑΤΟ και τον ΟΗΕ, οι οποίοι επενδύουν περισσότερο στην δική τους στρατηγική πρωτοβουλία από ότι στην οποιαδήποτε τυπική συμμαχία ή θεσμικές σχέσεις, για να υπερασπιστούν τα συμφέροντά των ηγέτιδων δυνάμεων και να προωθήσουν τους στόχους τους.
Οι σχέσεις της Ελλάδος με τη Συρία αλλά και με τον υπόλοιπο Αραβικό κόσμο ήταν ανέκαθεν αγαστές, επίσης είμαστε, στην περιοχή, οι μόνοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι μαζί με τους Κυπρίους αδελφούς που μπορούμε να υποστηρίξουμε τους Χριστιανούς της Συρίας, ακόμη και μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ένα ακόμη σημαντικό όπλο είναι η Ελληνική θαλάσσια ισχύς. Επειδή, θαλάσσια ισχύς δεν είναι μόνο μια νηοπομπή που μεταβαίνει σε έναν πόλεμο ή ένας στόλος εμπορικών πλοίων που προβάλλεται ως μια παγκόσμια δύναμη. Η Ελληνική θαλάσσια ισχύς σήμερα περιλαμβάνει τις συνεργασίες και τις συμμαχίες όχι μόνο για την ικανότητα της διασφάλισης των χωρικών μας υδάτων. Η θαλάσσια ισχύς είναι η ικανότητα να διατηρηθούν ανοικτοί οι θαλάσσιοι διάδρομοι του εμπορίου που είναι το αίμα στη ζωή της οικονομίας του κόσμου. Επίσης είναι η διαβεβαίωση ότι τα έθνη θα μπορούν να ασκούν τις δραστηριότητές τους στο θαλάσσιο χώρο, σύμφωνα με αποδεκτούς κανόνες και πρακτικές συμμαχιών.
Με αυτά τα όπλα στη φαρέτρα της διπλωματίας καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση αυτή σε τρία συγχρόνως επίπεδα: στο παγκόσμιο, στο ευρωατλαντικό και στο περιφερειακό. Οι τρεις δε αυτές διαστάσεις της διεθνούς ελληνικής παρουσίας είναι εκ των πραγμάτων στενά αλληλένδετες. Και ανάλογα με την ικανότητά της νέας πολιτικής ηγεσίας να τις εντάξει σε μια συνολική θεώρηση και φυσικά, με την αποτελεσματικότητα της παρέμβασής της, η αλληλεπίδρασή αυτή να ενισχύσει τη συνολική στρατηγική μας.
Αρχιπλοίαρχος (ε.α.) Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς ΠΝ
Γενικός Διευθυντής του Strategy International (www.strategyinternational.org)
www.analystsforchange.org
Eglimatikotita
Την τελευταία εβδομάδα, η κρίση της Συρίας έγινε πιο έντονη, πιο βίαιη και “περιφερειοποιείται”, με αποτέλεσμα, να αναζητείται στο επίπεδο του διεθνούς ενδιαφέροντος να βρεθεί ένας τρόπος να σταματήσει η αιματοχυσία και να τερματιστεί η κρίση.
Μέχρι στιγμής, ωστόσο, οι προσπάθειες της Διεθνούς Κοινότητας και όλες οι διπλωματικές πρωτοβουλίες όχι μόνο έχουνε αποτύχει στο σύνολό τους τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου, αλλά αντίθετα, αυξήθηκαν οι επιθέσεις μετά την φαινομενική προσχώρηση του Συριακού καθεστώτος στο σχέδιο ειρήνης του Αραβικού Συνδέσμου, που είχε επιτευχθεί το Νοέμβριο. Ομοίως, από την εκκίνηση της εξέγερσης διαπράττονται συνεχώς και με αριθμητική πρόοδο οι χειρότερες φρικαλεότητες ιδιαίτερα αφού ετέθει σε ισχύ το σχέδιο των έξι σημείων του Γενικού Γραμματέως του ΟΗΕ κ. Κόφι Ανάν.
Όλες αυτές οι αποτυχημένες προσπάθειες στην αναζήτηση ενός ειρηνικού τέλους στην αιματοχυσία της Συρίας στέλνουν ένα αξιοθρήνητο μήνυμα, ότι όλες οι διαπραγματεύσεις επίλυσης της διαμάχης, τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον είναι απίθανο να επιτύχουν. Πιο συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η κάθε πλευρά θεωρεί την παραχώρηση ως ήττα, η δυνατότητα επίτευξης μιας καθαρά διπλωματικής λύσης είναι εξαιρετικά απίθανη. Αυτό φαίνεται να συμβαίνει ακόμα και αν ο Μπασάρ αλ Άσαντ θα πεισθεί να εγκαταλείψει τη χώρα του και να ζήσει εξόριστος κάπου αλλού.
Θα τολμήσω μια εκτίμηση, που απορρέει από την ανάλυση των γεγονότων. Η εξέγερση της Συρίας είναι πιθανότερο να τελειώσει με έναν από δύο τρόπους: είτε η μία πλευρά τελικά θα καταπνίξει την άλλη εντελώς, είτε οι ισχυροί θα παρέμβουν στρατιωτικά και θα επιβάλουν τον τερματισμό της σφαγής και στη συνέχεια θα τοποθετήσουν τους λεγόμενους παρατηρητές για να επιβλέψουν την πολιτική μετάβαση στην ομαλότητα. Άλλωστε έχουμε γίνει θεατές του ιδίου έργου επανειλημμένως.
Ο λόγος που η διπλωματία μέχρι τώρα απέτυχε μια ειρηνική συμβιβαστική λύση δεν είναι μόνο επειδή και οι δύο πλευρές βρίσκονται σε αδιέξοδο και αντιλαμβάνονται τη σύγκρουση με όρους μηδενικού αθροίσματος, αλλά επειδή καμία πλευρά δεν εμπιστεύεται τον αντίπαλο της για να προβεί σε ουσιαστική συμφωνία. Την ίδια στιγμή, το μέτωπο της Συρίας έχει καταστεί “το μήλον της έριδος” από τις ξένες δυνάμεις που αναζητούν ένα αυξημένο γεωπολιτικό ρόλο στην περιοχή. Το Ιράν, υποστηρίζει έντονα το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ, ενώ τα Σουνιτικά κράτη του κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ υποστηρίζουν τις θέσεις της αντιπολίτευσης.
Εν ολίγοις, η Συρία έχει γίνει ένα πεδίο μάχης αυτών των δύο περιφερειακών συνασπισμών και των συμμάχων αυτών, που έχουν εμπλακεί σε έναν αγώνα για το ποιος θα κερδίσει τη μεγαλύτερη επιρροή στη Μέση Ανατολή, ακριβώς όπως συνέβη στο Λίβανο, κατά τη διάρκεια του μακρού εμφυλίου πολέμου μεταξύ του 1975 και 1990. Λόγω της ακραίας πόλωσης της κοινωνίας της Συρίας, αυτή είναι διαιρεμένη μεταξύ εκείνων που κατέχουν τα ηνία της χώρας μέχρι σήμερα και εκείνων που αμφισβητούν την τρέχουσα κατάσταση διακυβέρνησης. Είναι απίθανο, ακόμη και με συνθηκολόγηση της πλευράς του καθεστώτος να οδηγηθούν τα δύο αντιμαχόμενα μέρη να καταθέσουν τα όπλα και να συμφωνήσουν σε μια νέα, αμοιβαία ικανοποιητική λύση άσκησης της εξουσίας.
Με τέτοια σημαντικά εγγενή εμπόδια που υπονομεύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, οι διεθνείς προσπάθειες για τον τερματισμό των εχθροπραξιών θα πρέπει να παρουσιάσουν σε αμφότερες τις πλευρές αξιόπιστη λύση για να τους πείσει να διαπραγματευθούν και να φθάσουν σε μια συμφωνία. Αυτή η λύση θα πρέπει να περιλαμβάνει εγγυήσεις ασφαλείας προς κάθε πλευρά. Ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση είναι για τη δυτική διεθνή κοινότητα να πείσει τους υποστηρικτές του Μπασάρ αλ Άσαντ, όπως η Κίνα και η Ρωσία, να αλλάξουν στάση και να βοηθήσουν στην απομάκρυνση του Προέδρου της Συρίας. Εκτιμάται ότι, αυτή η κίνηση θα καταργήσει το βασικό εμπόδιο για να καθίσουν, οι υποστηρικτές του καθεστώτος του Μπάαθ με την αντιπολίτευση να διαπραγματευτούν.
Ωστόσο, η απομάκρυνση του Μπασάρ αλ Άσαντ θα είναι απλώς η πρώτη κίνηση από μια σειρά από αναγκαία μέτρα για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου. Ακόμη και μετά από την καθαίρεση του Μπασάρ αλ Άσαντ, μια επιτυχημένη πολιτική επίλυση της κρίσης πρέπει να βασίζεται στην συμμετοχή ενός ισχυρού τρίτου μέρους για την επιβολή της ειρήνης, το οποίο να παρέχει τη σταθερή εγγύηση ότι δεν θα παραβιαστεί μελλοντικά η ανακωχή και δεν θα επιτραπούν αντίποινα. Με άλλα λόγια, για την επίτευξη της πολιτικής επίλυσης της κρίσης και την αποφυγή μιας ανθρωπιστικής καταστροφής, προτείνεται η σημαντική συμμετοχή ενός τρίτου μέρους.
Το ΝΑΤΟ μπορεί να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει την αεροπορική ισχύ μόνο για να κατακρημνίσει τον Μπασάρ αλ Άσαντ από την εξουσία, αλλά η υποστήριξη για το παρόν καθεστώς είναι πολύ μεγαλύτερη και έχει βαθύτερες ρίζες από ότι η αντίστοιχη του Καντάφι. Ως αποτέλεσμα, μόνο με τη χρήση της αεροπορικής ισχύος δεν μπορεί να τελειώσει η αιματοχυσία μακροπρόθεσμα. Όπως καταδεικνύεται από τις συμφωνίες του Ντέιτον, στη Βοσνία, ακόμη και αν οι αεροπορικές επιθέσεις είναι αποφασιστικής σημασίας για τον τερματισμό των εχθροπραξιών, φθάνοντας σε μια δεσμευτική συμφωνία θα απαιτηθεί η είσοδος ειρηνευτικών στρατευμάτων του ΝΑΤΟ ή του ΟΗΕ, για να παρέχουν τις εγγυήσεις για την αξιόπιστη συμφωνία αμοιβαίας ασφάλειας.
Με όλα αυτά τα κομμάτια του διεθνούς γεωπολιτικού πάζλ τα οποία κινούνται ταυτόχρονα, είναι μοναδική ευκαιρία για την ελληνική πολιτική ηγεσία να ερευνήσει στο ΝΑΤΟ και τον ΟΗΕ, οι οποίοι επενδύουν περισσότερο στην δική τους στρατηγική πρωτοβουλία από ότι στην οποιαδήποτε τυπική συμμαχία ή θεσμικές σχέσεις, για να υπερασπιστούν τα συμφέροντά των ηγέτιδων δυνάμεων και να προωθήσουν τους στόχους τους.
Οι σχέσεις της Ελλάδος με τη Συρία αλλά και με τον υπόλοιπο Αραβικό κόσμο ήταν ανέκαθεν αγαστές, επίσης είμαστε, στην περιοχή, οι μόνοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι μαζί με τους Κυπρίους αδελφούς που μπορούμε να υποστηρίξουμε τους Χριστιανούς της Συρίας, ακόμη και μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ένα ακόμη σημαντικό όπλο είναι η Ελληνική θαλάσσια ισχύς. Επειδή, θαλάσσια ισχύς δεν είναι μόνο μια νηοπομπή που μεταβαίνει σε έναν πόλεμο ή ένας στόλος εμπορικών πλοίων που προβάλλεται ως μια παγκόσμια δύναμη. Η Ελληνική θαλάσσια ισχύς σήμερα περιλαμβάνει τις συνεργασίες και τις συμμαχίες όχι μόνο για την ικανότητα της διασφάλισης των χωρικών μας υδάτων. Η θαλάσσια ισχύς είναι η ικανότητα να διατηρηθούν ανοικτοί οι θαλάσσιοι διάδρομοι του εμπορίου που είναι το αίμα στη ζωή της οικονομίας του κόσμου. Επίσης είναι η διαβεβαίωση ότι τα έθνη θα μπορούν να ασκούν τις δραστηριότητές τους στο θαλάσσιο χώρο, σύμφωνα με αποδεκτούς κανόνες και πρακτικές συμμαχιών.
Με αυτά τα όπλα στη φαρέτρα της διπλωματίας καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση αυτή σε τρία συγχρόνως επίπεδα: στο παγκόσμιο, στο ευρωατλαντικό και στο περιφερειακό. Οι τρεις δε αυτές διαστάσεις της διεθνούς ελληνικής παρουσίας είναι εκ των πραγμάτων στενά αλληλένδετες. Και ανάλογα με την ικανότητά της νέας πολιτικής ηγεσίας να τις εντάξει σε μια συνολική θεώρηση και φυσικά, με την αποτελεσματικότητα της παρέμβασής της, η αλληλεπίδρασή αυτή να ενισχύσει τη συνολική στρατηγική μας.
Αρχιπλοίαρχος (ε.α.) Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς ΠΝ
Γενικός Διευθυντής του Strategy International (www.strategyinternational.org)
www.analystsforchange.org
Eglimatikotita
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ποιος είναι μέσα στη μόδα στα αθλητικά;
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ένας απρόσκλητος επιβάτης
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ