2012-03-16 16:26:07
Αν και το 2012 θα είναι μια χρονιά προκλήσεων για την Ευρωζώνη, καθώς σημαντικά ποσά δημοσίου και ιδιωτικού χρέους θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν, σε ένα περιβάλλον πιστωτικής συρρίκνωσης, εντεινόμενης δημοσιονομικής λιτότητας και περικοπών θέσεων εργασίας, σύμφωνα με τη νέα έκθεση της Ernst & Young που δημοσιεύεται σήμερα με τίτλο Eurozone Spring Forecast (EEF), η οποία προβλέπει σταδιακή επάνοδο σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2013. Όμως, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο μειώνοντας περαιτέρω τα επιτόκια και αγοράζοντας κρατικά ομόλογα των χωρών της περιφέρειας.
Με την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τη διαγραφή μέρους του Ελληνικού δημοσίου χρέους και τη συμφωνία για το δεύτερο σχέδιο διάσωσης, και υπό την προϋπόθεση ότι θα δημιουργηθεί ένα πειστικό τείχος προστασίας γύρω από την Ιταλία και την Ισπανία, η EEF προβλέπει για το 2012 μια οριακή μείωση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0.5%, με εννέα από τις δέκα επτά οικονομίες των κρατών-μελών να συρρικνώνονται. Ωστόσο, η EEF αναμένει ότι η Ευρωζώνη θα επιτύχει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ περίπου 1% κατά το 2013 που θα φθάσει το 2% ετησίως κατά το 2015-16.
Αναφορικά με την Ελλάδα, το EEF σημειώνει, ότι μια σειρά από προκλήσεις εξακολουθούν να δυσχεραίνουν την ομαλή επίλυση της κρίσης. Η πρόοδος προς την επίτευξη συμφωνίας με τους ιδιώτες ομολογιούχους αποδείχθηκε αργή. Ακόμη και μετά τη διαγραφή χρέους της τάξεως του 53,5%, η σχέση χρέους / ΑΕΠ μπορεί να αποδειχθεί δύσκολα βιώσιμη για μια οικονομία όπως η Ελληνική, η οποία προβλέπεται να συρρικνωθεί και κατά το τρέχον έτος. Είναι πιθανό να χρειασθεί τελικά να συμμετάσχει και ο δημόσιος τομέας στην ελάφρυνση του χρέους.
Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος της «κόπωσης λόγω λιτότητας», δηλαδή του ενδεχόμενου η Ελλάδα να χάσει την πολιτική βούληση να συνεχίσει την εφαρμογή σκληρών μέτρων. Νέες εκλογές αναμένονται για τον Απρίλιο ή το Μάιο, ενώ τα νέα δημοσιονομικά μέτρα έχουν ήδη συναντήσει σοβαρές πολιτικές αντιδράσεις και πολλοί βουλευτές καταψήφισαν το πρόγραμμα.
Το μακροοικονομικό περιβάλλον εντείνει τους κινδύνους. Τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν υιοθετηθεί έως τώρα έχουν συμβάλει στην είσοδο της οικονομίας σε βαθειά ύφεση διαψεύδοντας συστηματικά τις επίσημες προβλέψεις. Εκτιμούμε ότι το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6,8% το 2011 με πρόβλεψη για περαιτέρω μείωση κατά 6% το 2012, ενώ η ανεργία αυξήθηκε σχεδόν στο 20% με βάση τον ορισμό της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ).
Η Marie Diron, senior economic adviser του Ernst & Young Eurozone Forecast για λογαριασμό της Ernst & Young σχολιάζει: «Αν και η ανάκαμψη από την ύφεση αναμένεται να είναι η πιο αργή που έχει σημειωθεί στην Ευρώπη κατά τα τελευταία 40 χρόνια, οι πολιτικές που υιοθετήθηκαν κατά τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα οι πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης από την ΕΚΤ, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να αρχίσει να φαίνεται φως στο βάθος του τούνελ, αν και η ανάκαμψη βρίσκεται ακόμη μακριά. Οι πολιτικές αυτές θα πρέπει να τηρηθούν με αυστηρότητα και ενδεχομένως να ενταθούν τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο ούτως ώστε να μην χαθεί η δυναμική.»
Ο Mark Otty, Area Managing Partner της Ernst & Young για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Ινδία και την Αφρική σχολιάζει: «Παρά την αναταραχή, η μεγάλη πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων παραμένουν σε σχετικά καλή οικονομική κατάσταση καθώς στη διάρκεια των τελευταίων δυο ετών προχώρησαν σε εξοικονόμηση πόρων, βελτιώνοντας τα περιθώρια κέρδους και ενισχύοντας τους ισολογισμούς τους. Αν πεισθούν ότι η σταθερότητα επιστρέφει, οι επενδύσεις και οι νέες θέσεις εργασίας θα ακολουθήσουν.»
Η δημοσιονομική εξυγίανση και η έλλειψη πιστώσεων επηρεάζουν την ανάπτυξη
Οι βασικοί περιορισμοί στην ανάπτυξη της Ευρωζώνης φέτος θα προέλθουν από τη δημοσιονομική εξυγίανση, την οποία η EEF εκτιμά σε 1%του ΑΕΠ, και τις αυστηρές πιστωτικές πολιτικές. Παρά την υιοθέτηση των μακροπρόθεσμων μεθόδων αναχρηματοδότησης οι οποίες ενίσχυσαν τις χρηματαγορές και απομάκρυναν το ενδεχόμενο μιας τραπεζικής πιστωτικής κρίσης, τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι μεγάλο μέρος της ρευστότητας που αντλήθηκε δε διοχετεύτηκε ακόμη στην ευρύτερη οικονομία.
Η Marie Diron εξηγεί: «Οι τράπεζες της Ευρωζώνης εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξασφάλιση της χρηματοδότησης, σε μια εποχή που πρέπει να επιτύχουν υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Όσο οι τράπεζες δε διοχετεύουν τη ρευστότητα που αντλούν από την ΕΚΤ στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, οι πιστωτικές συνθήκες θα παραμείνουν δύσκολες επιβραδύνοντας τόσο τις επενδύσεις όσο και την κατανάλωση. Υπάρχει ο κίνδυνος οι πιστωτικοί περιορισμοί και η δημοσιονομική λιτότητα να αποδειχθούν πιο έντονοι και παρατεταμένοι από ότι πιστεύουμε σήμερα. Σε αυτό το σενάριο, η Ευρωζώνη μπορεί να αντιμετωπίσει μια βαθύτερη ύφεση.»
Η έλλειψη καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης οδηγούν σε αύξηση της ανεργίας
Ενόψει των αυστηρότερων όρων χρηματοδότησης, της αύξησης της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας και της μείωσης της εγχώριας ζήτησης, οι επιχειρήσεις αναμένεται να περιορίσουν τις επενδύσεις. Οι Ισπανικές και Ιταλικές επιχειρήσεις προβλέπεται να μειώσουν τις κεφαλαιουχικές δαπάνες κατά τουλάχιστον 5% το 2012, ενώ στη Γαλλία και το Benelux οι επενδύσεις θα παραμείνουν σταθερές ή θα μειωθούν οριακά. Μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών, μόνο στη Γερμανία αναμένεται να αυξηθούν οι επενδύσεις σημαντικά, αλλά όχι πριν το δεύτερο εξάμηνο.
Οι καταναλωτικές δαπάνες θα είναι επίσης μειωμένες, ενδεχομένως σε μικρότερο βαθμό από ότι αναμένεται, αντανακλώντας το αβέβαιο εξωτερικό περιβάλλον και την αυξανόμενη δημοσιονομική λιτότητα, και παρά τη συγκράτηση του πληθωρισμού φέτος (υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αυξηθούν οι τιμές του πετρελαίου). Στο επίπεδο της Ευρωζώνης, η EEF προβλέπει ότι οι καταναλωτικές δαπάνες θα μειωθούν κατά -0,7%. Όμως οι Γερμανοί καταναλωτές αναμένεται να αυξήσουν την κατανάλωση κατά 1%, ενώ οι Γαλλικές καταναλωτικές δαπάνες θα παραμείνουν σταθερές.
Οι προοπτικές αυτές για τις επενδύσεις και τις καταναλωτικές δαπάνες συνεπάγονται μείωση του ρυθμού δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας για τις περισσότερες οικονομίες της Ευρωζώνης. Το EEF προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί στο σύνολο της Ευρωζώνης το 2012 φθάνοντας τα 18,2 εκατομμύρια στο τέλος του έτους, με την Γερμανία να αποτελεί για μια ακόμη φορά μια από τις λίγες εξαιρέσεις. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικά ισχυρούς ισολογισμούς των Ευρωπαϊκών εταιρειών, η τάση αυτή θα μπορούσε να ανατραπεί σύντομα αν επανέλθει η εμπιστοσύνη.
Η ΕΚΤ πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει το ρόλο της για να εξασφαλίσει την ασθενή ανάκαμψη
Η ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να διαδραματίζει έναν κρίσιμο ρόλο το 2012, παρέχοντας εκτεταμένη στήριξη στην οικονομία της Ευρωζώνης. Η EEF εκτιμά ότι, εάν επιδεινωθεί το οικονομικό περιβάλλον, η ΕΚΤ θα πρέπει να μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια στο 0,5% και να εντείνει τις αγορές κρατικών ομολόγων για να διευκολύνει την αναχρηματοδότηση του χρέους των χωρών της περιφέρειας σε προσιτά επιτόκια. Χωρίς τέτοιες παρεμβάσεις, υπάρχει ο κίνδυνος μιας σειράς από ανεξέλεγκτες χρεοκοπίες μεταξύ των πιο αδύναμων χωρών που θα απειλούσε το μέλλον της Ευρωζώνης.
Η Marie Diron σχολιάζει: «Αν και ο κίνδυνος διάσπασης της Ευρωζώνης έχει υποχωρήσει από τα τέλη του 2011, λόγω των συμφωνιών που αφορούν στην Ελλάδα και τη συμμετοχή της ΕΚΤ, αυτό δε σημαίνει ότι έχουμε ξεπεράσει την κρίση. Το 2012 θα είναι μια δύσκολη χρονιά για τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ακόμη και η αδύναμη ανάκαμψη η οποία προβλέπεται για το 2012 δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη ενόψει των σημαντικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ευρύτερη περιοχή κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες.»
Η πρόβλεψη όμως είναι αισιόδοξη ότι οι διαμορφωτές των πολιτικών της Ευρωζώνης θα αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις προκλήσεις αυτές και θα αποτρέψουν μόνιμες δομικές βλάβες στο νόμισμα. Όμως, δεδομένων των επιπτώσεων της κρίσης στους ισολογισμούς των τραπεζών και της αδυναμίας των δημόσιων οικονομικών σε πολλές χώρες, η ανάκαμψη θα είναι πιο αργή (βραδεία) από ότι μετά από προηγούμενες περιόδους ύφεσης.
Η έκταση της σημερινής κρίσης ενδέχεται να πυροδοτήσει μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη που σε διαφορετικές συνθήκες θα ήταν δύσκολο να υλοποιηθούν. Οι πραγματικές δομικές αλλαγές, οι οποίες θα ενθαρρύνουν την ανάπτυξη μέσο-μακροπρόθεσμα, και θα επιτρέψουν στην περιοχή να ανταγωνισθεί με τις αναπτυσσόμενες αγορές, θα έπρεπε να έχουν συντελεσθεί εδώ και αρκετό καιρό.
Ο Mark Otty καταλήγει: «Η Ευρωζώνη πρέπει να βελτιώσει τις οικονομικές προοπτικές και μετά το 2013. Μέτρα όπως η αντιμετώπιση των αγκυλώσεων της αγοράς εργασίας, ο εκσυγχρονισμός των θεσμών σε ορισμένες χώρες, η προώθηση της ενιαίας αγοράς στις υπηρεσίες, θα συμβάλουν σημαντικά στη βελτίωση των μακροπρόθεσμων αναπτυξιακών προοπτικών. Λαμβάνοντας αυτά τα μέτρα τώρα, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, θα συμβάλουν παράλληλα στην άμβλυνση της τρέχουσα κρίσης και στην αποτροπή της επόμενης.» Press-GR
Με την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τη διαγραφή μέρους του Ελληνικού δημοσίου χρέους και τη συμφωνία για το δεύτερο σχέδιο διάσωσης, και υπό την προϋπόθεση ότι θα δημιουργηθεί ένα πειστικό τείχος προστασίας γύρω από την Ιταλία και την Ισπανία, η EEF προβλέπει για το 2012 μια οριακή μείωση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0.5%, με εννέα από τις δέκα επτά οικονομίες των κρατών-μελών να συρρικνώνονται. Ωστόσο, η EEF αναμένει ότι η Ευρωζώνη θα επιτύχει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ περίπου 1% κατά το 2013 που θα φθάσει το 2% ετησίως κατά το 2015-16.
Αναφορικά με την Ελλάδα, το EEF σημειώνει, ότι μια σειρά από προκλήσεις εξακολουθούν να δυσχεραίνουν την ομαλή επίλυση της κρίσης. Η πρόοδος προς την επίτευξη συμφωνίας με τους ιδιώτες ομολογιούχους αποδείχθηκε αργή. Ακόμη και μετά τη διαγραφή χρέους της τάξεως του 53,5%, η σχέση χρέους / ΑΕΠ μπορεί να αποδειχθεί δύσκολα βιώσιμη για μια οικονομία όπως η Ελληνική, η οποία προβλέπεται να συρρικνωθεί και κατά το τρέχον έτος. Είναι πιθανό να χρειασθεί τελικά να συμμετάσχει και ο δημόσιος τομέας στην ελάφρυνση του χρέους.
Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος της «κόπωσης λόγω λιτότητας», δηλαδή του ενδεχόμενου η Ελλάδα να χάσει την πολιτική βούληση να συνεχίσει την εφαρμογή σκληρών μέτρων. Νέες εκλογές αναμένονται για τον Απρίλιο ή το Μάιο, ενώ τα νέα δημοσιονομικά μέτρα έχουν ήδη συναντήσει σοβαρές πολιτικές αντιδράσεις και πολλοί βουλευτές καταψήφισαν το πρόγραμμα.
Το μακροοικονομικό περιβάλλον εντείνει τους κινδύνους. Τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν υιοθετηθεί έως τώρα έχουν συμβάλει στην είσοδο της οικονομίας σε βαθειά ύφεση διαψεύδοντας συστηματικά τις επίσημες προβλέψεις. Εκτιμούμε ότι το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6,8% το 2011 με πρόβλεψη για περαιτέρω μείωση κατά 6% το 2012, ενώ η ανεργία αυξήθηκε σχεδόν στο 20% με βάση τον ορισμό της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ).
Η Marie Diron, senior economic adviser του Ernst & Young Eurozone Forecast για λογαριασμό της Ernst & Young σχολιάζει: «Αν και η ανάκαμψη από την ύφεση αναμένεται να είναι η πιο αργή που έχει σημειωθεί στην Ευρώπη κατά τα τελευταία 40 χρόνια, οι πολιτικές που υιοθετήθηκαν κατά τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα οι πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης από την ΕΚΤ, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να αρχίσει να φαίνεται φως στο βάθος του τούνελ, αν και η ανάκαμψη βρίσκεται ακόμη μακριά. Οι πολιτικές αυτές θα πρέπει να τηρηθούν με αυστηρότητα και ενδεχομένως να ενταθούν τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο ούτως ώστε να μην χαθεί η δυναμική.»
Ο Mark Otty, Area Managing Partner της Ernst & Young για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή, την Ινδία και την Αφρική σχολιάζει: «Παρά την αναταραχή, η μεγάλη πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων παραμένουν σε σχετικά καλή οικονομική κατάσταση καθώς στη διάρκεια των τελευταίων δυο ετών προχώρησαν σε εξοικονόμηση πόρων, βελτιώνοντας τα περιθώρια κέρδους και ενισχύοντας τους ισολογισμούς τους. Αν πεισθούν ότι η σταθερότητα επιστρέφει, οι επενδύσεις και οι νέες θέσεις εργασίας θα ακολουθήσουν.»
Η δημοσιονομική εξυγίανση και η έλλειψη πιστώσεων επηρεάζουν την ανάπτυξη
Οι βασικοί περιορισμοί στην ανάπτυξη της Ευρωζώνης φέτος θα προέλθουν από τη δημοσιονομική εξυγίανση, την οποία η EEF εκτιμά σε 1%του ΑΕΠ, και τις αυστηρές πιστωτικές πολιτικές. Παρά την υιοθέτηση των μακροπρόθεσμων μεθόδων αναχρηματοδότησης οι οποίες ενίσχυσαν τις χρηματαγορές και απομάκρυναν το ενδεχόμενο μιας τραπεζικής πιστωτικής κρίσης, τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι μεγάλο μέρος της ρευστότητας που αντλήθηκε δε διοχετεύτηκε ακόμη στην ευρύτερη οικονομία.
Η Marie Diron εξηγεί: «Οι τράπεζες της Ευρωζώνης εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξασφάλιση της χρηματοδότησης, σε μια εποχή που πρέπει να επιτύχουν υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Όσο οι τράπεζες δε διοχετεύουν τη ρευστότητα που αντλούν από την ΕΚΤ στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, οι πιστωτικές συνθήκες θα παραμείνουν δύσκολες επιβραδύνοντας τόσο τις επενδύσεις όσο και την κατανάλωση. Υπάρχει ο κίνδυνος οι πιστωτικοί περιορισμοί και η δημοσιονομική λιτότητα να αποδειχθούν πιο έντονοι και παρατεταμένοι από ότι πιστεύουμε σήμερα. Σε αυτό το σενάριο, η Ευρωζώνη μπορεί να αντιμετωπίσει μια βαθύτερη ύφεση.»
Η έλλειψη καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης οδηγούν σε αύξηση της ανεργίας
Ενόψει των αυστηρότερων όρων χρηματοδότησης, της αύξησης της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας και της μείωσης της εγχώριας ζήτησης, οι επιχειρήσεις αναμένεται να περιορίσουν τις επενδύσεις. Οι Ισπανικές και Ιταλικές επιχειρήσεις προβλέπεται να μειώσουν τις κεφαλαιουχικές δαπάνες κατά τουλάχιστον 5% το 2012, ενώ στη Γαλλία και το Benelux οι επενδύσεις θα παραμείνουν σταθερές ή θα μειωθούν οριακά. Μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών, μόνο στη Γερμανία αναμένεται να αυξηθούν οι επενδύσεις σημαντικά, αλλά όχι πριν το δεύτερο εξάμηνο.
Οι καταναλωτικές δαπάνες θα είναι επίσης μειωμένες, ενδεχομένως σε μικρότερο βαθμό από ότι αναμένεται, αντανακλώντας το αβέβαιο εξωτερικό περιβάλλον και την αυξανόμενη δημοσιονομική λιτότητα, και παρά τη συγκράτηση του πληθωρισμού φέτος (υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αυξηθούν οι τιμές του πετρελαίου). Στο επίπεδο της Ευρωζώνης, η EEF προβλέπει ότι οι καταναλωτικές δαπάνες θα μειωθούν κατά -0,7%. Όμως οι Γερμανοί καταναλωτές αναμένεται να αυξήσουν την κατανάλωση κατά 1%, ενώ οι Γαλλικές καταναλωτικές δαπάνες θα παραμείνουν σταθερές.
Οι προοπτικές αυτές για τις επενδύσεις και τις καταναλωτικές δαπάνες συνεπάγονται μείωση του ρυθμού δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας για τις περισσότερες οικονομίες της Ευρωζώνης. Το EEF προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί στο σύνολο της Ευρωζώνης το 2012 φθάνοντας τα 18,2 εκατομμύρια στο τέλος του έτους, με την Γερμανία να αποτελεί για μια ακόμη φορά μια από τις λίγες εξαιρέσεις. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικά ισχυρούς ισολογισμούς των Ευρωπαϊκών εταιρειών, η τάση αυτή θα μπορούσε να ανατραπεί σύντομα αν επανέλθει η εμπιστοσύνη.
Η ΕΚΤ πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει το ρόλο της για να εξασφαλίσει την ασθενή ανάκαμψη
Η ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να διαδραματίζει έναν κρίσιμο ρόλο το 2012, παρέχοντας εκτεταμένη στήριξη στην οικονομία της Ευρωζώνης. Η EEF εκτιμά ότι, εάν επιδεινωθεί το οικονομικό περιβάλλον, η ΕΚΤ θα πρέπει να μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια στο 0,5% και να εντείνει τις αγορές κρατικών ομολόγων για να διευκολύνει την αναχρηματοδότηση του χρέους των χωρών της περιφέρειας σε προσιτά επιτόκια. Χωρίς τέτοιες παρεμβάσεις, υπάρχει ο κίνδυνος μιας σειράς από ανεξέλεγκτες χρεοκοπίες μεταξύ των πιο αδύναμων χωρών που θα απειλούσε το μέλλον της Ευρωζώνης.
Η Marie Diron σχολιάζει: «Αν και ο κίνδυνος διάσπασης της Ευρωζώνης έχει υποχωρήσει από τα τέλη του 2011, λόγω των συμφωνιών που αφορούν στην Ελλάδα και τη συμμετοχή της ΕΚΤ, αυτό δε σημαίνει ότι έχουμε ξεπεράσει την κρίση. Το 2012 θα είναι μια δύσκολη χρονιά για τις κυβερνήσεις, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ακόμη και η αδύναμη ανάκαμψη η οποία προβλέπεται για το 2012 δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη ενόψει των σημαντικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ευρύτερη περιοχή κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες.»
Η πρόβλεψη όμως είναι αισιόδοξη ότι οι διαμορφωτές των πολιτικών της Ευρωζώνης θα αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις προκλήσεις αυτές και θα αποτρέψουν μόνιμες δομικές βλάβες στο νόμισμα. Όμως, δεδομένων των επιπτώσεων της κρίσης στους ισολογισμούς των τραπεζών και της αδυναμίας των δημόσιων οικονομικών σε πολλές χώρες, η ανάκαμψη θα είναι πιο αργή (βραδεία) από ότι μετά από προηγούμενες περιόδους ύφεσης.
Η έκταση της σημερινής κρίσης ενδέχεται να πυροδοτήσει μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη που σε διαφορετικές συνθήκες θα ήταν δύσκολο να υλοποιηθούν. Οι πραγματικές δομικές αλλαγές, οι οποίες θα ενθαρρύνουν την ανάπτυξη μέσο-μακροπρόθεσμα, και θα επιτρέψουν στην περιοχή να ανταγωνισθεί με τις αναπτυσσόμενες αγορές, θα έπρεπε να έχουν συντελεσθεί εδώ και αρκετό καιρό.
Ο Mark Otty καταλήγει: «Η Ευρωζώνη πρέπει να βελτιώσει τις οικονομικές προοπτικές και μετά το 2013. Μέτρα όπως η αντιμετώπιση των αγκυλώσεων της αγοράς εργασίας, ο εκσυγχρονισμός των θεσμών σε ορισμένες χώρες, η προώθηση της ενιαίας αγοράς στις υπηρεσίες, θα συμβάλουν σημαντικά στη βελτίωση των μακροπρόθεσμων αναπτυξιακών προοπτικών. Λαμβάνοντας αυτά τα μέτρα τώρα, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, θα συμβάλουν παράλληλα στην άμβλυνση της τρέχουσα κρίσης και στην αποτροπή της επόμενης.» Press-GR
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΘΑ... ΜΙΛΗΣΕΙ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ;
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΗΝ ΕΔΡΑ!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ