2012-08-02 01:48:05
Γράφει ο Πέτρος Παπαναούμ
Από τη στιγμή που ήρθε η κρίση στην Ελλάδα, σαν ένα οικονομικό και κοινωνικό τσουνάμι που παρέσυρε τα πάντα στο διάβα του, βλέπουμε να αιωρούνται ερωτήματα, τις περισσότερες φορές... αναπάντητα, για θέματα που θα έπρεπε να έχουν λυθεί από δεκαετίες.
Σίγουρα η κατάσταση είναι δύσκολη, σίγουρα υπάρχουν έξωθεν πιέσεις, σίγουρα δεν κάνουμε εμείς το παιχνίδι, σίγουρα το ελληνικό κράτος είναι κύριος υπεύθυνος γι αυτή την κατάσταση. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία κανενός για την εμφανή αδράνεια στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που οφείλονται καταφανέστατα σε λάθος πολιτικές (και μόνο) του παρελθόντος.
Διαβάσαμε πολύ πρόσφατα ένα νέο άρθρο που αφορά στις μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα, και πιο συγκεκριμένα περί συγχωνεύσεων και καταργήσεων σχολών και τμημάτων ΑΕ και ΤΕΙ. Σ’ αυτό το θέμα θα επικεντρωθεί το παρόν άρθρο.
Καλώς ή κακώς δημιουργήθηκαν πολυάριθμα ομοειδή τμήματα σε ολόκληρη τη χώρα με προφανή μικροπολιτικά και μικροκομματικά κριτήρια. Η ελληνική περιφέρεια γέμισε από τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ χωρίς πολλά από αυτά να διαθέτουν είτε την απαραίτητη υποδομή, είτε τις απαραίτητες εγκαταστάσεις, είτε την απαιτούμενη διδακτική ποιότητα ή πληρότητα, πράγματα που υποχρεούται το κράτος να προσφέρει πριν ιδρυθούν. Προφανώς στο «καλώς η κακώς» λέμε κακώς, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος.
Όμως τώρα είναι μια κρίσιμη περίοδος που πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις σε πολλά επίπεδα του Δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και να μην χρονοτριβούμε στην λεκτική καταδίκη των παλαιότερων επιλογών. Για να αποτελέσουν όμως οι μεταρρυθμίσεις μοχλό εξυγίανσης θα πρέπει να γίνουν με έναν σχεδιασμό όπου θα προβλέπονται πλέον τα πάντα σε βάθος χρόνου. Αυτό για να επιτευχθεί πρέπει πρώτα να τεθεί το πλαίσιο με το οποίο θα κινηθούν οι μεταρρυθμίσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα, να υιοθετηθεί ένα μοντέλο ανάπτυξης της νέας τριτοβάθμιας στην χώρα μας.
Πρέπει λοιπόν να καταλάβουμε όλοι μας ότι πρέπει να γίνουν ριζικές αλλαγές σε ολόκληρη την Ελλάδα, σε ολόκληρο τον υπάρχων μηχανισμό και δη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που κουβαλάει κατάλοιπα του παρελθόντος που μόνο κακό κάνουν στον εκπαιδευτικό και επιστημονικό ρόλο των Πανεπιστημίων. Μόνο έτσι μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα ποιοτικό και αξιοπρεπές μέλλον, έστω κι αν δεν προλάβουμε να το ζήσουμε εμείς.
Πρέπει να αποφασίσει λοιπόν η πολιτική ηγεσία εάν θέλει ένα μοντέλο αποκεντρωμένης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή εάν θέλει ένα μοντέλο κεντρικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτή τη στιγμή διαθέτουμε ένα υβρίδιο μεταξύ αυτών των δυο όπου κανένα από τα δυο δεν λειτουργούν σωστά. Το κριτήριο επιλογής του ενός εκ των δυο πρέπει να είναι το ποιο απ τα δυο συστήματα είναι ικανή να διαχειριστεί σωστά η Πολιτεία.
Αυτό που μπορεί να γίνει (κατά τη γνώμη μου) ομαλότερα και ασφαλέστερα, είναι να κρατήσουμε ένα μοντέλο αποκεντρωμένου εκπαιδευτικού συστήματος με επαναπροσδιορισμό όμως των πραγματικών αναγκών της χώρας μας σε κάθε ειδικότητα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των θέσεων στα κεντρικά τμήματα και όχι αναγκαστικά αντίστοιχη αύξηση στις θέσεις της περιφέρειας και την προγραμματική συγχώνευση ή κατάργηση τμημάτων με ελλιπή αντικείμενα. Επίσης, θα πρέπει τα ΤΕΙ της χώρας να αναλάβουν τον ρόλο της εκπαίδευσης τεχνιτών και όχι επιστημόνων δεύτερης ταχύτητας όπως γίνεται μέχρι σήμερα.
Σε συνδυασμό της μείωσης των συνολικών θέσεων των ΑΕΙ και την αλλαγή ρόλου του ΤΕΙ θα μπορέσει η Ελλάδα να αποκτήσει το ανθρώπινο δυναμικό που πραγματικά χρειάζεται σε όλους τους τομείς, μπορώντας έτσι να απορροφηθούν όλοι στο αντικείμενό τους, από τους ακαδημαϊκούς έως τους εργάτες κάθε είδους, μειώνοντας έτσι δραστικά και την ανεργία.
Τα κριτήρια με τα οποία μπορεί να γίνει μια τέτοιου είδους μεταρρύθμιση θα είναι γεωστρατηγικά. Δηλαδή θα πρέπει να γίνει επαναπροσδιορισμός της ταυτότητας και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε Περιφέρειας και αυτών που προσφέρει με σκοπό την ταύτιση της εκπαίδευσης σ’ αυτή την περιοχή με μόνη έδρα την πρωτεύουσα της Περιφέρειας. Για παράδειγμα η Θεσσαλία, μια αγροτική Περιφέρεια θα πρέπει να διαθέτει τμήματα που σχετίζονται με την αγροτική ανάπτυξη με έδρα τη Λάρισα, η Δυτική Μακεδονία μια αμιγώς ενεργειακή Περιφέρεια θα πρέπει να διαθέτει τμήματα που αφορούν στην ενεργειακή και τεχνολογική ανάπτυξη με έδρα την Κοζάνη, κ.ο.κ.. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούν πλέον να υπάρχουν σαφή και καθορισμένα χαρακτηριστικά της κάθε Περιφέρειας.
Φυσικά, για να λειτουργήσει οποιοδήποτε μοντέλο ανάπτυξης ενός συγκεκριμένου τομέα, θα πρέπει να συνδυαστεί και με αντίστοιχες σοβαρές και οργανωμένες αλλαγές και άλλων τομέων.
Η πραγματική εξυγίανση επέρχεται στις πολιτισμένες χώρες μόνο μέσα από ριζικές οργανωμένες μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς που πάσχουν και όχι με «πασάλειμμα» των υφιστάμενων ασθενών καταστάσεων. Πρέπει να καταλάβουμε πλέον στην Ελλάδα ότι με το να διαμαρτύρεσαι δεν αλλάζει τίποτα, απλά δημιουργείς μια συνεχόμενη μιζέρια δείχνοντας αδυναμία να αναλάβεις πραγματικά την κατάσταση στα χέρια σου. Ο διάλογος δεν έρχεται μόνο θεσμικά από την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά διαμορφώνεται και από τους πολίτες. Εάν όλοι οι πολίτες ήταν ενεργοί θα υπήρχε διάλογος αυτονόητος για όλα τα θέματα χωρίς να χρειάζεται θεσμική παραχώρηση.
Κι αν όλα τα παραπάνω «ακούγονται» σε κάποιους ουτοπικά και ιδεατά, μένει μόνο να κοιτάξουν γύρω τους χώρες που τα εφάρμοσαν και τα εφαρμόζουν επί δεκαετίες. Ακόμη και χώρες με την ίδια αφετηρία με την Ελλάδα.
*Πέτρος Παπαναούμ Υποψήφιος Διδάκτωρ
Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός
Tromaktiko
Από τη στιγμή που ήρθε η κρίση στην Ελλάδα, σαν ένα οικονομικό και κοινωνικό τσουνάμι που παρέσυρε τα πάντα στο διάβα του, βλέπουμε να αιωρούνται ερωτήματα, τις περισσότερες φορές... αναπάντητα, για θέματα που θα έπρεπε να έχουν λυθεί από δεκαετίες.
Σίγουρα η κατάσταση είναι δύσκολη, σίγουρα υπάρχουν έξωθεν πιέσεις, σίγουρα δεν κάνουμε εμείς το παιχνίδι, σίγουρα το ελληνικό κράτος είναι κύριος υπεύθυνος γι αυτή την κατάσταση. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία κανενός για την εμφανή αδράνεια στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που οφείλονται καταφανέστατα σε λάθος πολιτικές (και μόνο) του παρελθόντος.
Διαβάσαμε πολύ πρόσφατα ένα νέο άρθρο που αφορά στις μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα, και πιο συγκεκριμένα περί συγχωνεύσεων και καταργήσεων σχολών και τμημάτων ΑΕ και ΤΕΙ. Σ’ αυτό το θέμα θα επικεντρωθεί το παρόν άρθρο.
Καλώς ή κακώς δημιουργήθηκαν πολυάριθμα ομοειδή τμήματα σε ολόκληρη τη χώρα με προφανή μικροπολιτικά και μικροκομματικά κριτήρια. Η ελληνική περιφέρεια γέμισε από τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ χωρίς πολλά από αυτά να διαθέτουν είτε την απαραίτητη υποδομή, είτε τις απαραίτητες εγκαταστάσεις, είτε την απαιτούμενη διδακτική ποιότητα ή πληρότητα, πράγματα που υποχρεούται το κράτος να προσφέρει πριν ιδρυθούν. Προφανώς στο «καλώς η κακώς» λέμε κακώς, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος.
Όμως τώρα είναι μια κρίσιμη περίοδος που πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις σε πολλά επίπεδα του Δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και να μην χρονοτριβούμε στην λεκτική καταδίκη των παλαιότερων επιλογών. Για να αποτελέσουν όμως οι μεταρρυθμίσεις μοχλό εξυγίανσης θα πρέπει να γίνουν με έναν σχεδιασμό όπου θα προβλέπονται πλέον τα πάντα σε βάθος χρόνου. Αυτό για να επιτευχθεί πρέπει πρώτα να τεθεί το πλαίσιο με το οποίο θα κινηθούν οι μεταρρυθμίσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα, να υιοθετηθεί ένα μοντέλο ανάπτυξης της νέας τριτοβάθμιας στην χώρα μας.
Πρέπει λοιπόν να καταλάβουμε όλοι μας ότι πρέπει να γίνουν ριζικές αλλαγές σε ολόκληρη την Ελλάδα, σε ολόκληρο τον υπάρχων μηχανισμό και δη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που κουβαλάει κατάλοιπα του παρελθόντος που μόνο κακό κάνουν στον εκπαιδευτικό και επιστημονικό ρόλο των Πανεπιστημίων. Μόνο έτσι μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα ποιοτικό και αξιοπρεπές μέλλον, έστω κι αν δεν προλάβουμε να το ζήσουμε εμείς.
Πρέπει να αποφασίσει λοιπόν η πολιτική ηγεσία εάν θέλει ένα μοντέλο αποκεντρωμένης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή εάν θέλει ένα μοντέλο κεντρικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτή τη στιγμή διαθέτουμε ένα υβρίδιο μεταξύ αυτών των δυο όπου κανένα από τα δυο δεν λειτουργούν σωστά. Το κριτήριο επιλογής του ενός εκ των δυο πρέπει να είναι το ποιο απ τα δυο συστήματα είναι ικανή να διαχειριστεί σωστά η Πολιτεία.
Αυτό που μπορεί να γίνει (κατά τη γνώμη μου) ομαλότερα και ασφαλέστερα, είναι να κρατήσουμε ένα μοντέλο αποκεντρωμένου εκπαιδευτικού συστήματος με επαναπροσδιορισμό όμως των πραγματικών αναγκών της χώρας μας σε κάθε ειδικότητα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των θέσεων στα κεντρικά τμήματα και όχι αναγκαστικά αντίστοιχη αύξηση στις θέσεις της περιφέρειας και την προγραμματική συγχώνευση ή κατάργηση τμημάτων με ελλιπή αντικείμενα. Επίσης, θα πρέπει τα ΤΕΙ της χώρας να αναλάβουν τον ρόλο της εκπαίδευσης τεχνιτών και όχι επιστημόνων δεύτερης ταχύτητας όπως γίνεται μέχρι σήμερα.
Σε συνδυασμό της μείωσης των συνολικών θέσεων των ΑΕΙ και την αλλαγή ρόλου του ΤΕΙ θα μπορέσει η Ελλάδα να αποκτήσει το ανθρώπινο δυναμικό που πραγματικά χρειάζεται σε όλους τους τομείς, μπορώντας έτσι να απορροφηθούν όλοι στο αντικείμενό τους, από τους ακαδημαϊκούς έως τους εργάτες κάθε είδους, μειώνοντας έτσι δραστικά και την ανεργία.
Τα κριτήρια με τα οποία μπορεί να γίνει μια τέτοιου είδους μεταρρύθμιση θα είναι γεωστρατηγικά. Δηλαδή θα πρέπει να γίνει επαναπροσδιορισμός της ταυτότητας και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε Περιφέρειας και αυτών που προσφέρει με σκοπό την ταύτιση της εκπαίδευσης σ’ αυτή την περιοχή με μόνη έδρα την πρωτεύουσα της Περιφέρειας. Για παράδειγμα η Θεσσαλία, μια αγροτική Περιφέρεια θα πρέπει να διαθέτει τμήματα που σχετίζονται με την αγροτική ανάπτυξη με έδρα τη Λάρισα, η Δυτική Μακεδονία μια αμιγώς ενεργειακή Περιφέρεια θα πρέπει να διαθέτει τμήματα που αφορούν στην ενεργειακή και τεχνολογική ανάπτυξη με έδρα την Κοζάνη, κ.ο.κ.. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούν πλέον να υπάρχουν σαφή και καθορισμένα χαρακτηριστικά της κάθε Περιφέρειας.
Φυσικά, για να λειτουργήσει οποιοδήποτε μοντέλο ανάπτυξης ενός συγκεκριμένου τομέα, θα πρέπει να συνδυαστεί και με αντίστοιχες σοβαρές και οργανωμένες αλλαγές και άλλων τομέων.
Η πραγματική εξυγίανση επέρχεται στις πολιτισμένες χώρες μόνο μέσα από ριζικές οργανωμένες μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς που πάσχουν και όχι με «πασάλειμμα» των υφιστάμενων ασθενών καταστάσεων. Πρέπει να καταλάβουμε πλέον στην Ελλάδα ότι με το να διαμαρτύρεσαι δεν αλλάζει τίποτα, απλά δημιουργείς μια συνεχόμενη μιζέρια δείχνοντας αδυναμία να αναλάβεις πραγματικά την κατάσταση στα χέρια σου. Ο διάλογος δεν έρχεται μόνο θεσμικά από την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά διαμορφώνεται και από τους πολίτες. Εάν όλοι οι πολίτες ήταν ενεργοί θα υπήρχε διάλογος αυτονόητος για όλα τα θέματα χωρίς να χρειάζεται θεσμική παραχώρηση.
Κι αν όλα τα παραπάνω «ακούγονται» σε κάποιους ουτοπικά και ιδεατά, μένει μόνο να κοιτάξουν γύρω τους χώρες που τα εφάρμοσαν και τα εφαρμόζουν επί δεκαετίες. Ακόμη και χώρες με την ίδια αφετηρία με την Ελλάδα.
*Πέτρος Παπαναούμ Υποψήφιος Διδάκτωρ
Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΔΗΜΑΡ: Η Χρυσή Αυγή δεν είναι απλά ένα ακραίο κόμμα...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ