2012-08-13 14:30:44
Φωτογραφία για ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΥΠΟΒΡΥΧΙΩΝ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ
Αγώνας σιωπηλών θηρευτών

Α’ ΜΕΡΟΣ

«Ο πιο αθόρυβος, ο πιο εκπαιδευμένος, ο πιο πειθαρχημένος και ο πιο αποφασισμένος θα νικήσει ...»

Περί Αλός

Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος

Δημοσιογράφος-Αμυντικός Αναλυτής

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Στρατιωτική Ισορροπία

και Γεωπολιτική» τ. 25, σελ.80 Αιγίς Εκδοτική, ΜΑΡ 2012

Οι επιχειρησιακές δυνατότητες των

ελληνικών Υ/Β Type 209 επέτρεπαν

στο ΠΝ να κυριαρχεί στο Αιγαίο.

ΦΩΤΟ: http://www.hellenicnavy.gr/

Η ανάπτυξη της τουρκικής ναυτικής ισχύος έχει προβληματίσει τους επιτελείς του ΓΕΝ, οι οποίοι διαπιστώνουν ότι στην απέναντι ακτή του Αιγαίου συγκροτείται και ενδυναμώνεται σε ετήσια πλέον βάση, μια ισχυρότατη δύναμη κρούσης, η οποία μεσομακροπρόθεσμα στοχεύει στην ανάδειξη της Τουρκίας ως την μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Μεσογείου. Η ηγεσία του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) προκειμένου να είναι σε θέση να εκπονήσει ρεαλιστικά και εφαρμόσιμα σχέδια αναχαίτισης της θαλάσσιας αυτής απειλής, στηρίζεται στην ενδυνάμωση του υποβρύχιου όπλου.


Η Διοίκηση Υποβρυχίων (ΔΥ) του ΠΝ αποτελεί τον προμαχώνα αλλά και τον θεμέλιο λίθο αυτής της αποτρεπτικής στρατηγικής, καθώς ήδη από το 1974 αποδείχθηκε το πλεονέκτημα που έχουν τα υποβρύχια σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας. Ιδιαίτερα τώρα που η χώρα μας επενδύει στην εκμετάλλευση ενεργειακών κοιτασμάτων, καθίσταται σαφές ότι η προστασία τους εναπόκειται στην ύπαρξη ενός ισχυρού στόλου, που θα χρησιμοποιεί ως αιχμή του δόρατος το όπλο των υποβρυχίων. Πως όμως μπορεί ένα σύγχρονο υποβρύχιο να αποτελέσει το όπλο της νίκης σε μια σύγκρουση στο Αιγαίο; Ποιας μορφής τακτικής ακολουθούν ώστε να μην αποτελέσουν το θήραμα αλλά τον θηρευτή; Το άρθρο που ακολουθεί θα επιχειρήσει να ρίξει φως στον σκοτεινό και σιωπηλό κόσμο του βυθού, εκεί που άνθρωποι και αισθητήρες συνδέονται με έναν μεταφυσικό τρόπο, προκειμένου να επιτύχουν δύο ζωτικούς στόχους: να νικήσουν και να επιβιώσουν.   

Τα φώτα της δημοσιότητας (αρνητικής ή θετικής) έχουν στραφεί προς τα κατά καιρούς ζητήματα που αφορούν προμήθειες υποβρυχίων αρκετές φορές στο παρελθόν. Η κοινή γνώμη αρέσκεται – από την περίοδο της αρχαιότητας – να κατηγορεί ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί στην πραγματική του αξία, υποκύπτοντας στους δημαγωγούς, δικαιώνοντας έτσι διαχρονικά τον Θουκυδίδη που μετέφερε στο βιβλίο του τα λόγια του Κλέωνος προς τους Αθηναίους, όταν τους χαρακτήρισε ως: «θεατές των λόγων και ακροατές των πράξεων». Οι ναυτικοί εξοπλισμοί παρουσιάζουν ένα έντονο όσο και ειδικό ενδιαφέρον για το ελληνικό κοινό, που δεν έχει ξεχάσει τους άρρηκτους δεσμούς του με την θάλασσα, την ομηρική άλς. Σήμερα η υπόθεση προμήθειας των υποβρυχίων Type214 έχει απασχολήσει τον Τύπο (ειδικό και μη) επί μακρόν, ενώ ακούστηκε ακόμη και πρόταση να ακυρωθεί το πρόγραμμα απόκτησης των τριών υποβρυχίων («Πιπίνος», «Ματρώζος», «Κατσώνης»), περίτρανη απόδειξη της άγνοιας της επιχειρησιακής αξίας που έχει για ορισμένους το υποβρύχιο όπλο.

Ο γράφων οφείλει να ομολογήσει ότι παρότι έχει μεταβεί αρκετές φορές κατά το παρελθόν στην έδρα της ΔΥ, ουδέποτε ολοκλήρωσε την επίσκεψή του με το αίσθημα ότι δεν απαιτείται επανάληψή της! Ίσως γιατί ανήκει σε μια ολιγομελή ομάδα στρατιωτικών συντακτών, οι οποίοι γνωρίζουν ότι το υποβρύχιο και κατ’ επέκταση η ΔΥ και τα στελέχη της, αποτελούν το πιο σημαντικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής για την Ελλάδα, καθώς κρατούν επίζηλα τον τίτλο «της αιχμής της τρίαινας του Ποσειδώνα»! Ακριβώς επειδή ο κοσμοσείστης Θεός είναι εκφραστής της μεταφυσικής θαλάσσιας ισχύος, οι Έλληνες επιτελείς του ΓΕΝ έχουν δώσει ονόματα αρχαίων θαλάσσιων θεοτήτων και νυμφών στα υποβρύχια, συν το γεγονός ότι ένα από αυτά έχει ονομαστεί «Ποσειδών» (S116) βαπτίζοντας έτσι και την κλάση των Type 209/1200 συν το πρόγραμμα αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού (Neptune Iκαι II) του συνόλου των γερμανικής σχεδίασης υποβρυχίων του Στόλου.

Τα στελέχη της ΔΥ έχουν υιοθετήσει ένα απόφθεγμα το οποίο απεικονίζει το επιθετικό πνεύμα σε συνδυασμό με την ρεαλιστική πραγματικότητα. Όπως μας αποκάλυψε απόστρατος αξιωματικός συνοψίζεται στην φράση: «αποπλέουμε, νικάμε, επιστρέφουμε σώοι, παίρνουμε και… το κορίτσι». Ο συμβολισμός είναι ουσιαστικός καθώς η πατρίδα επιθυμεί τα ένστολα τέκνα της να νικήσουν και να επιστρέψουν ώστε να απολαύσουν τους καρπούς της επιτυχίας.

Όταν αντικρίζεις τον εσωτερικό χώρο ενός υποβρυχίου, τίποτε δεν σε πείθει για την ισχύ που κρύβεται και πως μπορεί αυτή να μεταβάλλει το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης. Το υποβρύχιο αποτελεί νεώτερη προσθήκη στον χώρο των επιχειρήσεων και η δράση του προηγείται αυτή του αεροσκάφους. Το Βασίλειον της Ελλάδας παρήγγειλε το πρώτο του υποβρύχιο τον Δεκέμβριο του 1885, το οποίο ήταν τύπουNordenfelt I 60 τόνων σε κατάδυση, με οπλισμό ένα πυροβόλο Nordenfelt QF της 1’’ ίντσας και μια τορπίλη Whitehead των 14’’ ιντσών. Ωστόσο παρότι το υποβρύχιο ουδέποτε εντάχθηκε στη δύναμη του Στόλου, καθώς αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα, γεγονός που οδήγησε το 1901 στην απόφαση διάλυσής του, το τότε Βασιλικό Ναυτικό απέδειξε πόσο σημαντικό ήταν να διαθέτει υποβρύχιο στόλο. Η ελληνική πρωτοπορία και η πεποίθηση στην επιχειρησιακή αξία του νέου πολλά υποσχόμενου όπλου, οδήγησε στην πρώτη καταγραφή των αναγκών, τις πρώτες σκέψεις σχεδίασης τακτικών επίθεσης, με συνέπεια τα επόμενα χρόνια να είναι σε θέση να προχωρήσει σε καλύτερες επιλογές. Πράγματι τον Σεπτέμβριο του 1910 αγοράσθηκαν δύο υποβρύχια τύπου Laubeufαπό τα γαλλικά Ναυπηγεία Schneider της Τουλώνος, τα οποία ονομάστηκαν «Δελφίν» (παρελήφθη το 1912) και «Ξιφίας» (παρελήφθη το 1913).

Το υποβρύχιο «Δελφίν» εφάρμοσε την πρώτη επιχειρησιακή τακτική διείσδυσης και επίθεσης εντός εχθρικής περιοχής, όταν μετά από διαταγή του αρχηγού Στόλου υποναύαρχου Παύλου Κουντουριώτη εξετάσθηκε η δυνατότητα πλεύσης προς τα Στενά του Ελλησπόντου με αποστολή την προσβολή του Οθωμανικού Στόλου στο αγκυροβόλιο του στο Ναγαρά. Τελικά η αποστολή δεν υλοποιήθηκε, λόγω αντικειμενικών δυσκολιών, ωστόσο στις 09.15 το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1912 πέρασε στην ιστορία ως το πρώτο υποβρύχιο στον κόσμο που έβαλλε τορπίλη μάχης – μάλιστα από απόσταση 500 μέτρων – κατά κινούμενου πολεμικού πλοίου και συγκεκριμένα του καταδρομικού «Mecidiye» (Μετζηδιέ). Παρότι η βολή δεν ήταν επιτυχής και το «Δελφίν» προσάραξε στη συνέχεια σε αβαθή στην Τένεδο, η ενέργεια του υποβρυχίου του Βασιλικού Ναυτικού καταγράφηκε ως η πρώτη πολεμική επιχείρηση του είδους σε παγκόσμια κλίμακα.

Αναφερθήκαμε στα δύο αυτά ιστορικά παραδείγματα για να τονίσουμε ότι οι Έλληνες αξιωματικοί που σχεδιάζουν τις τακτικές των Type 209 και Type 214, βαδίζουν στα ίχνη μιας μεγάλης παράδοσης που ξεκινά από τα τέλη του 19ου αιώνα και περιλαμβάνει αρκετές πρωτιές.          

Διαμορφώνοντας τακτικές υποβρυχίων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο

Το υποβρύχιο Type 209/110 «Πρωτεύς» (S113).

ΦΩΤΟ: http://hellenic-navy.blogspot.gr/2011/02/blog-post_17.html

Το υποβρύχιο σαν όπλο έχει ένα βασικό πλεονέκτημα: την αφάνεια και τον αιφνιδιασμό που αυτή συνεπάγεται. Τα υποβρύχια σε κατάδυση μπορούν να εντοπίσουν, να παρακολουθήσουν και να προσβάλλουν τους στόχους τους από μεγάλες αποστάσεις. Πρωταρχικός λοιπόν παράγοντας της τακτικής των υποβρυχίων είναι η απαίτηση να παραμείνουν ανεντόπιστα σε όλη τη διάρκεια της επιχειρησιακής τους δραστηριότητας. Στον ιδιόμορφο γεωγραφικό χώρο του Αιγαίου κατά την δράση του υποβρυχίου λαμβάνεται υπ’ όψιν πλήθος σημαντικών στοιχείων, όπως ενδεικτικά ο καιρός, τα ρεύματα, η αλατότητα και οι βαθυθερμογραφικές συνθήκες. Επίσης ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας είναι η στάθμη του θορύβου τόσο του περιβάλλοντος που δρα το υποβρύχιο όσο και ο αυτοθόρυβος του, ο οποίος πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο. Εκτός αυτών πρέπει και οφείλουμε ως στρατιωτικοί συντάκτες να προπαγανδίσουμε μια αλήθεια η οποία δεν έχει αποκτήσει την πρέπουσα δημοσιότητα. Όταν διαθέτεις περιορισμένους ανθρώπινους πόρους και χρήματα για την συγκρότηση μιας ισχυρής και αποτρεπτικής ναυτικής δύναμης, το υποβρύχιο αποτελεί εν πράγμασι μια βέλτιστη επιχειρησιακή λύση με οικονομικά πλεονεκτήματα, συγκρινόμενο με μεγάλες μονάδες επιφάνειας. Δηλαδή η Ελλάδα μπορεί να επανδρώσει και να εξοπλίσει με ελάχιστο ειδικευμένο προσωπικό στόλο υποβρυχίων, δαπανώντας πολύ λιγότερα χρήματα από ότι για παράδειγμα απαιτούν οι μονάδες επιφανείας επιπέδου φρεγάτας. Η πλάστιγγα βαραίνει ακόμη περισσότερο υπέρ του υποβρυχίου όταν προσμετρηθούν τα όπλα και η καταστροφικότητα που μπορούν να προκαλέσουν στον αντίπαλο. Για παράδειγμα για να βυθιστεί μια φρεγάτα απαιτούνται πολλά κατευθυνόμενα βλήματα, αλλά αρκεί η επιτυχής βολή μιας τορπίλης για να επέλθει το μοιραίο τέλος. Σήμερα τα σύγχρονα υποβρύχια που έχει προμηθευτεί η χώρα μας επιτρέπουν την βολή των ενθηκευμένων κατευθυνομένων βλημάτωνSubharpoon UGM-84A block 1C.

Η ένταση και η γεωπολιτική αντιπαλότητα με την Τουρκία, η οποία αναδεικνύεται σταδιακά σε περιφερειακή ναυτική δύναμη, έχουν οδηγήσει το ΠΝ να αναθέσει στο Όπλο των Υποβρυχίων την πιο σημαντική επιχειρησιακή αποστολή. Τα υποβρύχια είναι εκείνα που θα πρέπει να φθάσουν πρώτα και αθόρυβα στην περιοχή που απειλούνται τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα της χώρας (γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά), ενώ λόγω της γεωγραφίας του ελλαδικού χώρου, ο εχθρός θα επιχειρήσει να αποκλείσει και να εκτελέσει αποβατικές ενέργειες κατά ενός ή περισσοτέρων νήσων στο Αιγαίο. Κατά συνέπεια τα υποβρύχια συγκροτούν το μακρύ χέρι της εθνικής στρατιωτικής στρατηγικής, που αν ενεργοποιηθεί κατάλληλα θα αποτρέψει και θα απαγορεύσει στον εξ ανατολών εχθρό να υλοποιήσει τους σχεδιασμούς του. Ας μην λησμονούμε ότι εάν το 1974 κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής τα υποβρύχια Type 209/1100 είχαν διαταχθεί να λάβουν εγκαίρως θέσεις μάχης, τότε το αποτέλεσμα της «ειρηνευτικής επιχείρησης» κατά της Κύπρου, σήμερα θα εντοπιζόταν να αναπαύεται στον βυθό στα ανοικτά της Κυρήνειας Όταν αναφερόμαστε σε τακτικές υποβρυχίων πρέπει να γνωρίζουμε προηγουμένως ορισμένα σημαντικά στοιχεία που καθορίζουν την αποστολή και τον ρόλο τους. Το υποβρύχιο είναι για την Ελλάδα και τις Ένοπλες Δυνάμεις, η πιο ισχυρή και καταλληλότερη ναυτική μονάδα για εκτέλεση αποστολών αποτροπής και άρνησης θαλάσσιου ελέγχου σε βάρος του εχθρού. Μια ομάδα υποβρυχίων ίσως και ένα μόνον μπορεί να αποπλεύσει και να πλεύσει υποθαλάσσια, ανεντόπιστο και πρακτικώς αόρατο στην θερμή ζώνη και με την «παρουσία» του και μόνο να αποτελέσει ηχηρό μήνυμα προς τον αντίπαλο, ή δια των τορπιλών του να… υπογράψει το μήνυμα. Ως παράδειγμα να θυμίσουμε την αποστολή του βρετανικού υποβρυχίου HMS «Conqueror» (S48) στα Φώκλαντ και την βύθιση του καταδρομικού ARA «General Belgrano» τον Μάιο του 1982. Το ανωτέρω παράδειγμα υπογραμμίζει το γεγονός πως αρκεί ένα και μόνο υποβρύχιο για να προκληθεί περισσότερη ζημιά σε στρατιωτικό όπως και σε πολιτικό επίπεδο από οποιαδήποτε άλλη ναυτική μονάδα επιφανείας. Όταν κηρύχθηκε ο Β΄ΠΠ στις 3 Σεπτεμβρίου, μερικές μόνον ώρες μετά το γερμανικό υποβρύχιο U-30 τορπίλισε και βύθισε το βρετανικό επιβατηγό SS «Athenia» σηματοδοτώντας την έναρξη μιας τεράστιας καθοριστικής για την έκβαση του πολέμου αεροναυτικής σύρραξης, που πέρασε στην ιστορία ως η «Μάχη του Ατλαντικού».

Υποβρύχιο σημαίνει πρακτικά δύο στοιχεία:

α) αφάνεια και

β) αιφνιδιασμός.

Όταν μελετούμε τις δυνατότητες εκτέλεσης επιχειρήσεων από υποβρύχια και να σχεδιάσουμε τακτικές, τότε αυτομάτως ξεπροβάλλει από τους ναυτικούς χάρτες το «ιδανικό» επιχειρησιακό περιβάλλον του «κλειστού Αιγαίου». Στα φιλόξενα βάθη του αρχιπελάγους το υποβρύχιο αναζητά και βρίσκει ιδανικές συνθήκες επιχειρησιακής δράσης, καθώς η ιδιαίτερη φύση του το καλεί να ενεργήσει εκμεταλλευόμενο την αφάνεια και τον συνεπαγόμενο αιφνιδιασμό που απορρέει από αυτή. Επίσης πρέπει να υπογραμμιστεί ότι εντός του Αιγαίου οι γνωστές ανθυποβρυχιακές δυνατότητες και τακτικές αποδεικνύονται εν πράγμασι ανεπαρκείς και βοηθούν τον κυβερνήτη του υποβρυχίου να αποκτήσει μεγαλύτερη επιχειρησιακή αυτοπεποίθηση. Σε αυτό το ειδικό περιβάλλον εμείς όπως και οι αντίπαλοί μας οι Τούρκοι καλούμαστε να αξιοποιήσουμε το υποβρύχιο όπλο, γνωρίζοντας ότι όταν εμφανείς και προφανείς πολιτικο-στρατιωτικοί λόγοι απαγορεύουν την πλεύση και εμφάνιση πλοίων επιφανείας, το υποβρύχιο συνιστά το μοναδικό μέσον – σε επίπεδο ναυτικών μονάδων – που μπορεί να αναπτυχθεί και αν χρειαστεί να εκτελέσει συγκαλυμμένες επιχειρήσεις.

Ναύσταθμος Σαλαμίνος

ΦΩΤΟ: Αο Μηχ Ανθχος (Μ) Δ. Τουμπαριδης ΠΝ

Το ΠΝ για να εφαρμόσει τις τακτικές που απαιτούνται για την προάσπιση των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο βασίζεται σε τρεις τύπους γερμανικής κατασκευής υποβρυχίων: α) Στα τρία Type 209/1100 [«Νηρεύς»(S111), «Τρίτων»(S112), «Πρωτεύς» (S113)], που παραγγέλθηκαν το 1967 και τα οποία μπορούν να αναπτύσσουν μέγιστη ταχύτητα 21,5 κόμβους σε κατάδυση με τη βοήθεια συσσωρευτών και μπορούν να καταδυθούν σε βάθος 250 μέτρων περίπου (σ.σ. το ακριβές βάθος για όλες τις κλάσεις είναι απόρρητο). Φέρουν οκτώ τορπιλοσωλήνες των 21’’ ιντσών, ενώ εντός του σκάφους αποθηκεύονται 14 τορπίλες SST-4, Mk 37-2,Mk 37-3 και Mk 14/23, β) στα τέσσερα Type209/1200 [«Ποσειδών»(S116), «Αμφιτρίτη»(S117), «Ωκεανός»(S118), «Πόντος»(S119)], τα οποία παραγγέλθηκαν το 1976 των οποίων οι επιχειρησιακές δυνατότητες είναι πολύ καλύτερες των Type209/110. Τα υποβρύχια φέρουν τον ίδιο φόρτο τορπιλών με την ίδια διαμόρφωση με την διαφορά ότι παρελήφθησαν με τις εξελιγμένες τορπίλες SUT. Οι συγκεκριμένες τορπίλες δίνουν τη δυνατότητα στο υποβρύχιο να προσβάλλει στόχους πέραν του περισκοπικού ορίζοντα (της τάξης των έξι ναυτικών μιλίων με καλή ορατότητα). Οι SUTμπορούν να κατευθυνθούν από το σκάφος σε απόσταση που φτάνει μέχρι και τα 20 ναυτικά μίλια, με την βοήθεια συρμάτινου αγωγού επικοινωνίας, ενώ διαθέτουν δικά τους προγράμματα αυτοκατεύθυνσης για έρευνα στόχων και επίθεση εναντίον τους, γ) εκ των ανωτέρω Τype 209/1200 το υποβρύχιο «Ωκεανός»(S118) έχει εκσυγχρονιστεί και αναβαθμιστεί και χαρακτηρίζεται ως Type209/1200 AIP, καθώς το εκτόπισμά του αυξήθηκε στους 1.480 τόνους λόγω της προσθήκης του συστήματος αναερόβιας πρόωσης AIP Siemens 2 FC Modules. Το υποβρύχιο διαθέτει επίσης το σύστημα μάχης STN Atlas Electronics ISUS 90-46 και το σύστημα ενεργών αντιμέτρων Circe. Η παραλαβή του δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα, δ) ένα Type 214 [«Παπανικολής»(S120)] η κορωνίδα του υποβρυχίου στόλου στην Ελλάδα και στην Μεσόγειο σε επίπεδο συμβατικών υποβρυχίων, με εκτόπισμα 1.780 τόνων, σύστημα AIP Siemens 2 FC Modules, αναπτύσσει ταχύτητα υποθαλασσίως 21 κόμβων και φέρει 16 τορπίλες/βλήματα SUT,SST-4 και UGM-84A block 1C (Subharpoon). Υπό παραλαβή τελούν άλλα τρία υποβρύχια της κλάσης.

Η σκούρα επιθετική σιλουέτα του

υποβρυχίου Type 209/1200 «Ποσειδών»

(S116) προκαλεί αντίθεση με το μπλε της

γαλήνιας θάλασσας.

ΦΩΤΟ: www.hellenicnavy.gr

Ένας ικανός κυβερνήτης μαζί με ένα αξιόπιστο όπλο (τορπίλη) συνιστούν ένα κλασικό καλό δίδυμο, η επιχειρησιακή αποτελεσματικότητά τους όμως πολλαπλασιάζεται όταν συνεργαστούν με ένα εξελιγμένο διεύθυνσης βολής και κατ’ επέκταση με ένα ολοκληρωμένο σύστημα μάχης. Τα υποβρύχια Type 209/1100 και Type209/1200 [πλην του «Ωκεανός»(S118)] φέρουν το σύστημα διεύθυνσης βολής «Κανάρης», το οποίο αποτελεί τελειοποίηση του ΓΕΤΕΝ 751 (Γραφείο Έρευνας και Τεχνολογίας Ναυτικού), που ενσωμάτωσε όλα τα πλεονεκτήματα του Signaal SINBADS, συν πολλές άλλες καινοτομίες που αποκτήθηκαν από την επιχειρησιακή εμπειρία των στελεχών της ΔΥ (συμπεριλαμβάνεται η δυνατότητα βολής Subharpoon). Το «Κανάρης» ολοκληρώθηκε παράλληλα με το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού «Neptune I» μαζί με μια σημαντική επιχειρησιακή καινοτομία για τις τακτικές, το νέο σόναρ χαμηλών συχνοτήτων με πλευρική διάταξη υδροφώνων (Flank Aray Sonar) PSU 83-90 τηςSTN Atlas Electronics.

Επρόκειτο για ένα «γερό χαρτί» στα χέρια ενός έμπειρου κυβερνήτη, καθώς επιτυγχάνετο η οπτική καταγραφή και η συνολική μορφή απεικόνισης στόχων, γεγονός που επέτρεπε την εξέλιξη των τακτικών καθώς ο χειριστής διευκολυνόταν στον έγκαιρο εντοπισμό τους και την ευκολότερη παρακολούθηση αυτών. Επίσης καθίστατο πολύ πιο ευχερής ο χαρακτηρισμός του στόχου λόγω της καταγραφής των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών ήχων χαμηλών συχνοτήτων που εκπέμπει, όπως επίσης της ανάλυσης – που ήταν πλέον διαθέσιμη – των ελίκων (σ.σ. αριθμός αυτών) του στόχου αλλά και των πτερύγων κάθε έλικας, με συνέπεια την ταχεία και ακριβή ταυτοποίησή του. Σε επιχειρησιακό επίπεδο τα υποβρύχια μπορούσαν (με εκπαιδευμένο πλήρωμα) να αυξήσουν την μέση απόσταση εντοπισμού στόχου κατά 30-60% περίπου! Αυτό πρακτικά έδωσε τη δυνατότητα προσαρμογής των υφιστάμενων τακτικών στα νέα δεδομένα, καθώς η επιτυχία εξαρτάται και από την ικανότητα ταχέως εντοπισμού και ταυτοποίησης του στόχου.

Χάρη σε αυτές τις προσθήκες και τις εν γένει αναβαθμισμένες δυνατότητες των υποβρυχίων Type 209/1100 και Type 209/1200 τα στελέχη της ΔΥ έδωσαν πλέον έμφαση σε εξαιρετικά πολύπλοκα τακτικά σενάρια βολής τορπιλών γυμνασίων, τα οποία σε αντίθεση με τα τεχνικά, δεν είναι γνωστή η θέση εκκίνησης και τα στοιχεία πλεύσης, δηλαδή πορεία και ταχύτητα, των στόχων. Το προσωπικό της ΔΥ άρχισε πλέον να δίνει βαρύτητα σε ομοίως πολύπλοκα τακτικά σενάρια επιχειρήσεων κατά υποβρυχίων, με ή χωρίς βολή τορπίλης. Όπως αναφέρει στο εξαίρετο βιβλίο των Αλέξανδρου Μαδωνή, Γεώργιου Χατζηγεωργίου «Ελληνικά Υποβρύχια 1885-2010» (Εκδόσεις Κλειδάριθμος, Αθήνα 2010): «… Οι ασκήσεις εναντίον υποβρυχίων είναι για τον διοικητή ο καθρέφτης της προσωπικότητας των κυβερνητών του και της οργάνωσης και εκπαίδευσης των πλοίων του! Αποτελούν το βασικό πεδίο «ευγενούς» ανταγωνισμού μεταξύ κυβερνητών, αλλά και μεταξύ των πληρωμάτων. Το «σκορ» το οποίο τυχαίνει συνεχούς ενημέρωσης, είναι τοιχοκολλημένο στο επιτελείο της διοίκησης και σε όλα τα υποβρύχια κατά τη διάρκεια των ασκήσεων. Τα πειράγματα από τα υποβρύχια τηλέφωνα δίνουν και παίρνουν. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ακόμα και ο μάγειρας αγωνιά και βγαίνει από την κουζίνα του ρωτώντας: « τον πιάσαμε ρε παιδιά;». Δεν γίνεται βέβαια συζήτηση για την ετήσια αντίστοιχη διασυμμαχική άσκηση «NobleManta», από την οποία είναι καλύτερα να μην επιστρέψει κάποιος αν δεν είναι τουλάχιστον δεύτερος σε απόδοση». Τα προαναφερόμενα απηχούν την βαρύτητα που δίνεται στα τακτικά σενάρια στην αντιμετώπιση εχθρικών υποβρυχίων, τα οποία σε γενικές γραμμές είναι του ίδιου τύπου με τα ελληνικά με τη διαφορά ότι ενσωματώνουν κάποια τουρκικά υποσυστήματα και είναι εξοπλισμένα με τορπίλες τύπου DM2A4 και Mk24 Mod 2Tigerfish.

Τα υποβρύχια αποτελούν το κατεξοχήν στρατηγικό όπλο της χώρας

με πεδίο εφαρμογής την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.  

ΦΩΤΟ: www.hellenicnavy.gr

Τη δεκαετία του 80 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 90 οι τακτικές των ελληνικών υποβρυχίων επικεντρωνόταν στην από βάθος διαδοχική προσβολή στόχων, εκτοξεύοντας διπλές σύγχρονες βολές τορπιλών από μεγάλες αποστάσεις, πέρα από το όριο εντοπισμού των εχθρικών ανθυποβρυχιακών μονάδων. Οι τακτικές αυτές υιοθετήθηκαν επειδή τα εχθρικά αντιτορπιλικά (σ.σ. τύπουFRAM, Gearing, Fletcher, Allen M. Sumner, κ.α.) και οι πρώτες φρεγάτες της περιόδου (Knox, Standard) χρησιμοποιούσαν τις κλασικές τακτικές εντοπισμού υποβρυχίων μέσω ξεπερασμένων ανθυποβρυχιακών αισθητήρων, βασιζόμενες στο υδροφωνικό αποτέλεσμα. Η δεκαετία του 90 το υποβρύχιο σταδιακά άρχισε να αισθάνεται αυξημένη «ανασφάλεια» καθώς οι ναυπηγικές καινοτομίες στη σχεδίαση σκαφών και συστημάτων πρόωσης επέφεραν δραστική μείωση του υδροφωνικού αποτελέσματος των ανθυποβρυχιακών μονάδων. Παράλληλα αναπτύχθηκαν νέες παραπλανητικές τακτικές και επεκτάθηκε η χρήση ελικοπτέρων και αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας. Οι εξελίξεις αυτές επέφεραν αλλαγές στις τακτικές των υποβρυχίων, καθώς έπρεπε να αυξηθεί ο χρόνος παραμονής σε περισκοπικό βάθος με σκοπό να επιτευχθεί μέσω της συνδυασμένης χρήσης αισθητήρων υποκλοπής ραντάρ και του ορίζοντα του περισκοπίου, η έγκαιρη προειδοποίηση παρουσίας εχθρικών στόχων, για να ακολουθήσει ο οπτικός εντοπισμός και η αναγνώρισή τους. Φυσικά αυτό αύξανε κάθετα την πιθανότητα εντοπισμού τους από τον εχθρό καθώς λαμβανόταν υπόψη και ένας άλλος – επίσης επικίνδυνος – παράγοντας που σχετιζόταν με τις θερμοκρασίες του βυθού. Οι κυβερνήτες οδηγούσαν τα σκάφη τους σε βάθη – στα οποία αύξαναν τον χρόνο παραμονής τους – που κείτονταν πάνω από τα «φιλικά» προς το υποβρύχιο θερμοκρασιακά στρώματα, για να έχουν καλύτερες πιθανότητες εντοπισμού στόχων, οι οποίοι έπλεαν με ταχύτητες χαμηλού θορύβου. Στην πράξη και στις δύο περιπτώσεις το υποβρύχιο εκτιθόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα και κινδύνευε με εντοπισμό.

Το υποβρύχιο από τη φύση του αποτελεί έναν εξαιρετικά δύσκολο αντίπαλο τόσο από πλευράς εντοπισμού, όσο και από εξουδετέρωσης. Οι επιτελείς γνωρίζουν ότι τα αθόρυβα συμβατικά υποβρύχια, τα οποία φέρουν υψηλών επιδόσεων όπλα και επιχειρούν σε περιοχές παρακτίων υδάτων (littoral warfare) συνιστά για τα πλοία επιφάνειας μια από τις μεγαλύτερες απειλές. Ιδιαίτερη μάλιστα απειλή αποτελούν τα συμβατικά υποβρύχια εκτοπίσματος 1.100-1.400 τόνων, καθώς και οι πιο εξελιγμένοι τύποι τους που διαθέτουν συστήματα AIP, γεγονός που τους παρέχει δυνατότητα συνεχούς παραμονής σε κατάδυση για χρονική περίοδο 15-25 ημερών, χωρίς την ανάγκη χρήσης αναπνευστήρα (σ.σ.snorkeling). Η νέα εποχή και οι τεχνολογικές της εξελίξεις δυσκόλεψαν ακόμη περισσότερο το επιχειρησιακό περιβάλλον εντός του οποίου καλείται να δράσει το υποβρύχιο. Συστήματα νυκτερινής όρασης, ραντάρ χαμηλής ισχύος – τα οποία υποκλέπονται πολύ δύσκολα – ενεργητικά σόναρ χαμηλής συχνότητας με αυξημένες δυνατότητες εντοπισμού, παραπλανητικά τορπιλών, συγκροτούν μια διαρκή εξελισσόμενη απειλή η οποία περιορίζει το τακτικό πλεονέκτημα των υποβρυχίων. Για τον σκοπό αυτό το ΠΝ επέλεξε να προχωρήσει ένα βήμα εμπρός και παράλληλα με τις εξελίξεις επιλέγοντας τοType 214, τα οποία αναδιαμορφώνουν τις τακτικές καθώς διαθέτουν προηγμένα συστήματα υποβρύχιας ναυτιλίας για βέλτιστη εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου γεωγραφικού περιβάλλοντος, συν το σύστημα αναερόβιας πρόωσης AIP. Ισχυρό σημείο της κλάσης αποτελεί το ολοκληρωμένο σύστημα μάχης ISUS 90-15 στο οποίο ενσωματώνονται σειρά αισθητήρων υψηλής τεχνολογίας. Τα Type214 φέρουν επίσης το σύστημα αντιμέτρων κατά τορπιλών Circe, προσδίδοντας στο σκάφος αυτοπροστασία και μεγαλύτερη τακτική ευελιξία.

Σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση Ελλάδας και Τουρκίας οι τακτικές που αναμένεται ότι θα εφαρμοστούν από τα δύο ναυτικά μεταξύ υποβρυχίων δεν θα παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές, καθώς οι δύο χώρες χρησιμοποιούν υποβρύχια παρόμοιων δυνατοτήτων, ενώ το μοναδικό Type 214 που πλέει με ελληνικά χρώματα δεν φέρει σύγχρονες τορπίλες βαρέως τύπου, οι οποίες θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν πλήρως τα τεχνολογικά πλεονεκτήματα που ενσωματώνει το ISUS.     

?

Η προστασία των θαλάσσιων γραμμών επικοινωνίας

και ο θαλάσσιος έλεγχος περιλαμβάνονται μεταξύ των

αποστολών των ελληνικών υποβρυχίων.

ΦΩΤΟ: www.ellinikos-stratos.com

Επίλογος

Καθώς έχουμε εισέλθει στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, το υποβρύχιο έχει επωμισθεί και άλλα καθήκοντα, όπως σε στρατηγικό επίπεδο στη συλλογή πληροφοριών και στην προσβολή στόχων ξηράς, παράλληλα με την βασική αποστολή του η οποία είναι η αμφισβήτηση του θαλάσσιου ελέγχου του αντιπάλου. Οι εξελίξεις στις τακτικές υποβρυχίων λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις αναβαθμισμένες δυνατότητες των ανθυποβρυχιακών μέσων και αισθητήρων, όπως τα νέα ενεργητικά συστήματα σόναρ χαμηλών συχνοτήτων (μονοστατικά ή πολυστατικά Low Frequency Actice Sonars –LFAS), τα οποία ερευνούν και εντοπίζουν συμβατικά υποβρύχια που επιχειρούν σε παράκτια και περιορισμένα ύδατα. Ένας άλλος κίνδυνος προέρχεται από την απειλή των τορπιλών βαρέως τύπου, ο οποίος αντιμετωπίζεται τεχνολογικά μέσω της έρευνας και ανάπτυξης συστημάτων και αισθητήρων υψηλής συχνότητας, broadbandsonars και ειδικές τεχνικές επίθεσης. Εκτός αυτών δεν θα πρέπει να λησμονούμε τις θαλάσσιες νάρκες, οι οποίες αποτελούν ένα φθηνό αλλά πολύ αποτελεσματικό μέσο άμυνας, για τις οποίες αναπτύσσονται και ολοκληρώνονται στα υποβρύχια προηγμένα συστήματα αποφυγής ναρκών.

Προκειμένου να εμπλουτίσουμε στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου τις όποιες ειδικές γνώσεις των αναγνωστών, πρέπει να προσθέσουμε επίσης δύο σημαντικά ραγδέως εξελισσόμενα δεδομένα. Το πρώτο αφορά την λεγόμενη Ταχεία Περιβαλλοντολογική Εκτίμηση (Rapid Enviromental Assesment -REA) που αποσκοπεί στην απόκτηση στοιχείων (μετεωρολογικών, ωκεανογραφικών) σε πραγματικό χρόνο, από επιλεγμένες περιοχές ενδιαφέροντος (π.χ. παράκτια ύδατα), επειδή εμφανίζουν αυξημένη μεταβλητότητα (τοπική και χρονική). Η συγκέντρωση των στοιχείων πραγματοποιείται με δορυφόρους τηλεπισκόπησης, αισθητήρες (παρασυρόμενους, ή σταθερούς), με τη χρήση λέιζερ. Το δεύτερο αφορά την ταχύτατη ανάπτυξη της μικροηλεκτρονικής (VLSIτσιπς) σε συνδυασμό με ηλεκτρονικούς υπολογιστές που χρησιμοποιούν προηγμένους επεξεργαστές μεγάλης ισχύος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την σχεδίαση και κατασκευή συστημάτων σόναρ με πολύ πιο αυξημένες επιχειρησιακές δυνατότητες, πολύ μικρότερου κόστους! Σημειώνεται ότι το Τουρκικό Ναυτικό έχει προχωρήσει στη συνεργασία με ερευνητικά ιδρύματα με σκοπό την εγχώρια σχεδίαση, ανάπτυξη και κατασκευή συστημάτων διαχείρισης μάχης, σόναρ, καθώς και του προγράμματος «εθνικής» τορπίλης. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει η κατασκευή συστημάτων υποβρύχιας και επιφανειακής παρατήρησης και εντοπισμού στόχων με σκοπό την εγκατάστασή τους στις ναυτικές βάσεις στο Ακσάζ και στην Φώκαια. Το σύστημα ονομάστηκε Yunus (δελφίνι) και αποτελείται από σειρά τουρκικής σχεδίασης υποβρύχιων ακουστικών αισθητήρων (ενεργητικών και παθητικών) με σκοπό την έγκαιρη προειδοποίηση και εντοπισμό υποβρυχίων, βατραχανθρώπων και μίνι-σκαφών, καθώς και υποβρύχιων μη επανδρωμένων συστημάτων. Οι πληροφορίες που θα συλλέγονται από τους αισθητήρες θα συγκεντρώνονται στη συνέχεια σε ένα ενιαίο κέντρο όπου θα γίνεται σύντηξη, ανάλυση και εκμετάλλευσή τους.

Σήμερα ο παθητικός σιωπηλός πόλεμος στο Αιγαίο μπορεί να μετατραπεί σε ενεργό, γεγονός που θα θέσει σε άμεση επιχειρησιακή λειτουργία τα όποια σχέδια και τακτικές υποβρυχίων υφίστανται και από τις δύο πλευρές. Τότε θα κριθεί ποια πλευρά διαθέτει όχι τα πιο εξελιγμένα όπλα, αλλά την καλύτερη εκπαίδευση, τα στελέχη της θα είναι πρωταθλητές της υποβρύχιας σιωπής, θα διέπονται από σιδερένια πειθαρχία και τέλος θα είναι οι πιο αποφασισμένοι να νικήσουν…   

Ο παράγων τορπίλη

Όπως είναι γνωστό το ΠΝ χρησιμοποιεί δυο κυρίους τύπους τορπιλών καθώς στερείται μια σύγχρονης βαρέως τύπου, σε αντίθεση με το Τουρκικό Ναυτικό που έχει προμηθευτεί τις DM2A4 και Tigerfish. Τα πρώτα υποβρύχια Type 209 έφεραν την γερμανικής κατασκευής SST-4 (SpecialSurface Target) Mod 0 και Mod 1 τηςAEG-Telefunken AG. Πρόκειται για ένα όπλο παλαιού τύπου (σ.σ. εξαγωγική έκδοση τηςDM2A1 Seal) που κινείται με ηλεκτρισμό και καθοδηγείται προς τον στόχο ενσύρματα. Βάλλεται αποκλειστικά κατά στόχων επιφανείας και έχει βάθος λειτουργίας τα 100 μέτρα. Αναπτύσσει ταχύτητα 23-24 κόμβων και έχει εμβέλεια (ανάλογα με την ταχύτητα) της τάξης των 12,7 και 28 χιλιομέτρων. Η δεύτερη κύρια τορπίλη των ελληνικών υποβρυχίων είναι η SUT (Surface &Underwater Target) Mod 0 και Mod 1 είναι επίσης γερμανικής κατασκευής τηςAEG-Telefunken AG. Ομοίως πρόκειται για παλαιάς τεχνολογίας κατασκευής ηλεκτροκίνητης τορπίλης ενσύρματης καθοδήγησης, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά στόχων επιφανείας αλλά και κατά υποβρυχίων. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία φέρεται να έχει επιχειρησιακό βάθος λειτουργίας που κυμαίνεται από 2 έως 460 μέτρα. Αναπτύσσει ταχύτητα 18 κόμβων (σε φάση έρευνας), 23 κόμβων (χαμηλή) και 34 κόμβων (υψηλή). Η εμβέλειά της διαμορφώνεται αναλογικά σε 26, 28,5 και 12 χιλιόμετρα. Το ΠΝ χρησιμοποιεί και την αμερικανικής κατασκευής Mk-37 της Westinghouse. ΗMk-37 είναι ηλεκτροκίνητη τορπίλη ενσύρματης καθοδήγησης κατά στόχων επιφανείας και υποβρυχίων, με τεχνολογία που άγεται στο τέλος του Β΄ΠΠ (σ.σ. ξεκίνησε το 1946 και οι πρώτες εκδόσεις Mod0 δεν διέθεταν καλώδιο καθοδήγησης). Είναι ένα όπλο μειωμένων επιχειρησιακών δυνατοτήτων εμβέλειας 8 έως 17 χιλιομέτρων.

H τορπίλη DM2A4 ΦΩΤΟ: www.zonamilitar.com.ar

Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου όμως ο αντίπαλος έχει εντάξει στο οπλοστάσιό του δύο σημαντικά ατού: α) την τορπίλη DM2A4Seahake και β) την Mk-24 Mod 2 Tigerfish. Η πρώτη είναι γερμανικής κατασκευής της STNAtlas Elektronik και ανήκει στην πλέον εξελιγμένη γενιά τορπιλών. Αποτελεί εξέλιξη της DM2A3, καθοδηγείται προς τον στόχο ενσύρματα και είναι διπλού ρόλου (κατά επιφανείας και υποβρυχίων). Για την πρόωση χρησιμοποιεί ηλεκτροκινητήρα διέγερσης μόνιμου μαγνήτη και αναπτύσσει ταχύτητα βηματιστικής ρύθμισης που κυμαίνεται από 25 έως 52 κόμβους. Φέρει αισθητήρα αναζήτησης ενεργής/παθητικής για έρευνα και εγκλωβισμό στόχων. Ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο στη σχεδίαση τηςDM2A4 αφορά την σπονδυλωτή κατασκευή του ηλεκτρικού συσσωρευτή, ο οποίος είναι δύο, τριών ή τεσσάρων τμημάτων, με σκοπό τον καθορισμό των επιδόσεων (ταχύτητας και εμβέλειας) σε συνδυασμό με τη χρήση κατάλληλων προπελών (ανάλογα με την εντολή). Η τορπίλη ελέγχεται μέσω οπτικής ίνας αντί του κλασικού χάλκινου αγωγού καθοδήγησης , παρέχοντας στο υποβρύχιο τη δυνατότητα λήψης ακουστικού διαύλου για περισσότερο επεξεργασία δεδομένων. Η συγκεκριμένη τορπίλη μπορεί να φθάσει σε εμβέλεια τα 100 χιλιόμετρα, όμως το ισχυρότερο σημείο δεν προέρχεται από την απόσταση, αλλά από άλλες επιχειρησιακές δυνατότητες που ενσωματώνει. Μια από αυτές αφορά τον αισθητήρα απόνερων και τον αλγόριθμο απόρριψης των ρυμουλκούμενων παρεμβολέων θορύβου (από πλοίο επιφανείας).

Το έτερον όπλο των τουρκικών υποβρυχίων ακούει στο όνομα Tigerfish και κατασκευάζεται από την Marconi UnderwaterSystems. Είναι επίσης ηλεκτροκίνητη τορπίλη, διπλού ρόλου με ταχύτητα που κυμαίνεται από 24 έως 36 κόμβους και εμβέλειας για την Mod 2 29 και 18 χιλιόμετρα (σ.σ. όταν αυξάνεται η ταχύτητα μειώνεται η εμβέλεια). Θεωρείται ως μια από τις πλέον αθόρυβες τορπίλες βαρέως τύπου, γεγονός που λειτούργησε υπέρ της απόκτησής της από το Τουρκικό Ναυτικό.

Φαίνεται πως η τουρκική πλευρά απολαμβάνει ένα επιχειρησιακό πλεονέκτημα λόγω του προβαδίσματος που έχει αποκτήσει μέσω της προμήθειας συγχρόνων τορπιλών βαρέως τύπου. Ωστόσο όπως μας εξήγησαν οι αξιωματικοί των υποβρυχίων στους οποίους απευθυνθήκαμε για περισσότερη ενημέρωση, η οποία για προφανείς λόγους δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτυπωθεί, η επιχειρησιακή πραγματικότητα στο Αιγαίο είναι διαφορετική. Το περιβάλλον καθορίζει τους «κανόνες» και όχι κατ’ αποκλειστικότητα τα όπλα, όσο πολυδιαφημισμένα κι αν είναι…

http://perialos.blogspot.gr/2012/08/blog-post_13.html

Βιβλιογραφία

Τιμόθεος Γ. Μασούρας, Θωμάς Π. Κατωπόδης, Τα Ελληνικά Υποβρύχια, (2 τόμοι), Εκδόσεις «Ναυτικόν Μουσείον της Ελλάδος», Πειραιάς 2010.

Αλέξανδρος Μαδωνής, Γεώργιος Μαστρογεωργίου, Ελληνικά Υποβρύχια 1885-2010, Εκδόσεις «Κλειδάριθμος», Αθήνα 2010.

Γεώργιος Α. Σάγος, Νικόλαος Γ. Μαλαχίας, Αρχές υδροακουστικής και συστημάτων sonar, Εκδόσεις «Παπασωτηρίου», Αθήνα 2003. 

Χρήστος Δ. Μηνάγιας, Η γεωπολιτική στρατηγική και η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας, Εκδόσεις «Τουρίκη», Αθήνα 2010.
InfoGnomon
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ