2012-08-26 22:00:07
Tου Στέφανου Κασιμάτη / [email protected]
Φαντάζομαι ότι δεν πρέπει να υπάρχει κανένας ο οποίος δεν θα αισθάνεται ικανοποιημένος από τη σύλληψη του δράστη της κακοποίησης και του βαρύτατου τραυματισμού ενός δεκαπεντάχρονου κοριτσιού τον Ιούλιο στην Πάρο.
Το γεγονός συγκίνησε την κοινή γνώμη και ίσως ήταν το μόνο που μέσα στο καλοκαίρι διαπέρασε την αδιαφορία του κόσμου για την ειδησεογραφία. Δικαιολογημένη αντίδραση· διότι, εκτός από τον αποκρουστικό χαρακτήρα του εγκλήματος, ήταν και η αποκάλυψη της αποτρόπαιης μοίρας του θύματος, που τάραξε τη συναισθηματική γαλήνη την οποία αποζητούμε στις διακοπές μας. Είναι εντελώς ανεξιχνίαστος ο ρόλος που είχε η τύχη στη συγκεκριμένη υπόθεση, ώστε το κορίτσι αυτό να διασταυρωθεί με τον παρ’ ολίγον δολοφόνο του. Αν, φερ’ ειπείν, κάτι είχε καθυστερήσει την αναχώρηση του θύματος για τη μοναχική βόλτα στην παραλία ή αν ένα τυχαίο περιστατικό είχε αποσπάσει την προσοχή του δράστη, μήπως τίποτε από ό,τι συνέβη δεν θα είχε συμβεί; Το μυστήριο του τυχαίου, που από τη μια στιγμή στην άλλη σου διαλύει τη ζωή, είναι για όλους ανεξιχνίαστο
. Νιώθουμε τελείως αδύναμοι μπροστά του και γι’ αυτό δεν είναι απαραίτητο να ταιριάζουν κάπως οι συνθήκες της ζωής μας με εκείνες του θύματος ώστε να ταυτισθούμε μαζί του. Νιώθουμε ότι αυτό που λέμε απλά «άδικη μοίρα» μπορεί να επιφυλάσσεται για τον καθένα.
Το μόνο που έχουμε για να αντιτάξουμε στην άδικη μοίρα είναι η δικαιοσύνη των ανθρώπων. Γι’ αυτό η σύλληψη του δράστη (προϋπόθεση στοιχειώδης για την απόδοση δικαιοσύνης) προκάλεσε την ικανοποίηση και -γιατί όχι;- το αίσθημα της ευγνωμοσύνης σε όσους από εμάς παρακολουθήσαμε την εξέλιξη της υπόθεσης. Η επιτυχία της αστυνομίας ήταν αναμφισβήτητα μεγάλη, αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι ο δράστης προερχόταν από το θολό κοινωνικό περιθώριο των λαθρομεταναστών και επίσης ότι δεν ανήκε στον τύπο του κακοποιού από τον οποίο θα περίμενε κανείς μια τέτοια κτηνωδία. Η αστυνομία λοιπόν -ειδικότερα, το τμήμα εγκλημάτων κατά της ζωής- είχε να εξιχνιάσει το δυσκολότερο είδος περιστατικού: το ειδεχθές και τυχαίο.
Τα κατάφερε και όλοι χαρήκαμε, είπαμε τα «εύγε» μας και σύντομα θα ξεχάσουμε την επιτυχία της. Αυτή δεν είναι στο κάτω κάτω η δουλειά της αστυνομίας; Γι’ αυτό δεν τους πληρώνουμε; Σύμφωνοι, αλλά για να έχουμε μια εικόνα του τι ακριβώς πληρώνουμε, είπα να κάνω την προσπάθεια να μάθω πώς δούλεψε η αστυνομία για την εξιχνίαση του συγκεκριμένου εγκλήματος, τα αποτελέσματα της οποίας σας παρουσιάζω παρακάτω.
Μόλις το περιστατικό έγινε γνωστό, το αρμόδιο τμήμα εγκλημάτων κατά της ζωής αμέσως έστειλε επί τόπου κλιμάκιο πέντε στελεχών του. (Ο ένας είχε κανονίσει να φύγει την επομένη σε άδεια, αλλά το ξέχασε αμέσως.) Ο προγραμματισμός ήταν να μείνουν εκεί δύο ημέρες. Εμειναν έξι, δουλεύοντας από νωρίς το πρωί μέχρι τα μεσάνυχτα. Επέστρεψαν στην Αθήνα για να εκτιμήσουν την κατάσταση με τους ανωτέρους τους -και, κυρίως, για να πάρουν καθαρά ρούχα- και έφυγαν πάλι για άλλες έξι ημέρες.
Τι έκαναν εκεί: Καθώς στοιχεία στον τόπο τους εγκλήματος δεν υπήρχαν, λόγω της συρροής σχετικών και άσχετων όταν ανακαλύφθηκε το θύμα, οι αστυνομικοί ξεκίνησαν ανακρίσεις, των οποίων ο κύκλος σταδιακά στένευε, με σκοπό να εντοπίσουν τον πιθανό δράστη, τον τύπο του οποίου είχαν σχηματίσει σε γενικές γραμμές, βάσει των χαρακτηριστικών του εγκλήματος και της πείρας τους. Κάθε φορά που ο κύκλος αυτός έφθανε στο κέντρο του και δεν είχε προκύψει κανένα στοιχείο από τις καταθέσεις, εκείνοι τον άνοιγαν πάλι από την αρχή: ξανά οι επισκέψεις στα ίδια πρόσωπα, ξανά οι ίδιες ερωτήσεις, ξανά και ξανά και ξανά. Ηξεραν τι έκαναν, διότι οι μάρτυρες σπανίως μιλούν αμέσως. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρόσωπο-κλειδί, που αποκάλυψε την ταυτότητα του υπόπτου, παραδέχθηκε την ύπαρξη ενός παράνομα εργαζόμενου Πακιστανού, ο οποίος είχε αναχωρήσει εσπευσμένα για την Αθήνα, την τρίτη φορά που τον επισκέφθηκαν οι αστυνομικοί.
Ο εντοπισμός της ταυτότητας του υπόπτου και η εύρεση του DNA του ήταν αποτέλεσμα επίπονης προσπάθειας, αλλά δεν ήταν η λύση της υπόθεσης. Ηξεραν τον «ψύλλο» που έψαχναν, έπρεπε τώρα και να τον βρουν μέσα στα άχυρα. Ο ύποπτος είχε πετάξει το τηλέφωνό του και δεν ήταν δυνατός ο εντοπισμός του με αυτόν τον τρόπο. Ομως οι ατελείωτες ώρες ερευνών, στην Πάρο και την Αθήνα, είχαν δώσει στην αστυνομία την ταυτότητα δύο φίλων του, με τους οποίους ήταν σε επαφή αφότου είχε έλθει στην Ελλάδα. Τα κινητά αυτών οδήγησαν τους αστυνομικούς στο σπίτι της Νέας Χαλκηδόνας. Ομως, η έφοδος σε αυτό τα ξημερώματα δεν ήταν εύκολη απόφαση: αν δεν έβρισκαν τον ύποπτο εκεί, το πιθανότερο είναι ότι οι φίλοι του με κάποιο τρόπο θα φρόντιζαν να τον ειδοποιήσουν και το δεύτερο στάδιο της έρευνας θα έπρεπε να ξεκινήσει πάλι από το μηδέν. Το ρίσκο απέδωσε· για να αποδώσει όμως, βασίστηκε σε ατελείωτες εργατοώρες σκληρής δουλειάς, που έγινε με φιλότιμο, αυταπάρνηση και αίσθημα ευθύνης. Για να εκτιμήσουμε τη σημασία αυτών των αρετών στη συγκεκριμένη δουλειά, αρκεί το στοιχείο ότι ο συλληφθείς δύο ημέρες αργότερα θα αναχωρούσε για το Πακιστάν.
Και τώρα -επειδή από εκεί ξεκινήσαμε- να σας πω τι πληρώνουμε για τη δουλειά αυτή. Οι καθαρές αποδοχές των αστυνομικών που έπιασαν τον δράστη του εγκλήματος της Πάρου κυμαίνονται μεταξύ 850 και 1.050 ευρώ, αναλόγως βαθμού και χρόνου υπηρεσίας. Δεν ακούγεται παράλογο, όταν ένας κλειδούχος του ΟΣΕ είχε μηνιαίο μισθό 3.900 ευρώ, συν τις 2.900 των επιδομάτων; Δεν είναι, επίσης, παράλογο οι οριζόντιες περικοπές να αφορούν εξίσου εκείνα τα στελέχη του Δημοσίου χάρη στα οποία το κράτος μπορεί ακόμη να προσφέρει στους πολίτες βασικά αγαθά, όπως η ασφάλεια, και τα άλλα που μισθοδοτούνται μόνον και μόνον επειδή η ύπαρξή τους δικαιολογεί ένα μοντέλο σοσιαλιστικής ανάπτυξης με δανεικά μέσω του κράτους;
Παραδείγματα όπως αυτό που ανέπτυξα σήμερα βρίσκουμε παντού στον δημόσιο τομέα. Παντού υπάρχουν δάσκαλοι, καθηγητές, αστυνομικοί, γιατροί, στρατιωτικοί, υπάλληλοι υπουργείων, διπλωμάτες κ.ά. που με το ήθος και τη φιλοτιμία τους κρατούν ακόμη τη χώρα όρθια. Το πρόβλημα είναι ότι όλοι αυτοί, που θα τους ονόμαζα το αναγκαίο κράτος, χάνονται μέσα σε έναν ωκεανό περιττού κράτους, που σαν το λίπος έχει εγκατασταθεί στον μυϊκό ιστό χωρίς τον οποίο ο οργανισμός της χώρας δεν μπορεί να λειτουργήσει. Αν πραγματικά θέλουμε να κάνουμε την κρίση ευκαιρία και να θέσουμε τις βάσεις για μια νέα αρχή, πρέπει να απαλλαγούμε από τη δήθεν δημοκρατική ιδεοληψία της ισοπέδωσης προς τα κάτω. Πρέπει, δηλαδή, να χωρίσουμε το αναγκαίο κράτος από το περιττό· και το μεν πρώτο να το ενισχύσουμε, το δε άλλο να κοιτάξουμε πώς θα απαλλαγούμε από αυτό. Η αξιολόγηση, με επιπτώσεις, είναι ο μοναδικός τρόπος.
Καθημερινή
InfoGnomon
Φαντάζομαι ότι δεν πρέπει να υπάρχει κανένας ο οποίος δεν θα αισθάνεται ικανοποιημένος από τη σύλληψη του δράστη της κακοποίησης και του βαρύτατου τραυματισμού ενός δεκαπεντάχρονου κοριτσιού τον Ιούλιο στην Πάρο.
Το γεγονός συγκίνησε την κοινή γνώμη και ίσως ήταν το μόνο που μέσα στο καλοκαίρι διαπέρασε την αδιαφορία του κόσμου για την ειδησεογραφία. Δικαιολογημένη αντίδραση· διότι, εκτός από τον αποκρουστικό χαρακτήρα του εγκλήματος, ήταν και η αποκάλυψη της αποτρόπαιης μοίρας του θύματος, που τάραξε τη συναισθηματική γαλήνη την οποία αποζητούμε στις διακοπές μας. Είναι εντελώς ανεξιχνίαστος ο ρόλος που είχε η τύχη στη συγκεκριμένη υπόθεση, ώστε το κορίτσι αυτό να διασταυρωθεί με τον παρ’ ολίγον δολοφόνο του. Αν, φερ’ ειπείν, κάτι είχε καθυστερήσει την αναχώρηση του θύματος για τη μοναχική βόλτα στην παραλία ή αν ένα τυχαίο περιστατικό είχε αποσπάσει την προσοχή του δράστη, μήπως τίποτε από ό,τι συνέβη δεν θα είχε συμβεί; Το μυστήριο του τυχαίου, που από τη μια στιγμή στην άλλη σου διαλύει τη ζωή, είναι για όλους ανεξιχνίαστο
Το μόνο που έχουμε για να αντιτάξουμε στην άδικη μοίρα είναι η δικαιοσύνη των ανθρώπων. Γι’ αυτό η σύλληψη του δράστη (προϋπόθεση στοιχειώδης για την απόδοση δικαιοσύνης) προκάλεσε την ικανοποίηση και -γιατί όχι;- το αίσθημα της ευγνωμοσύνης σε όσους από εμάς παρακολουθήσαμε την εξέλιξη της υπόθεσης. Η επιτυχία της αστυνομίας ήταν αναμφισβήτητα μεγάλη, αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι ο δράστης προερχόταν από το θολό κοινωνικό περιθώριο των λαθρομεταναστών και επίσης ότι δεν ανήκε στον τύπο του κακοποιού από τον οποίο θα περίμενε κανείς μια τέτοια κτηνωδία. Η αστυνομία λοιπόν -ειδικότερα, το τμήμα εγκλημάτων κατά της ζωής- είχε να εξιχνιάσει το δυσκολότερο είδος περιστατικού: το ειδεχθές και τυχαίο.
Τα κατάφερε και όλοι χαρήκαμε, είπαμε τα «εύγε» μας και σύντομα θα ξεχάσουμε την επιτυχία της. Αυτή δεν είναι στο κάτω κάτω η δουλειά της αστυνομίας; Γι’ αυτό δεν τους πληρώνουμε; Σύμφωνοι, αλλά για να έχουμε μια εικόνα του τι ακριβώς πληρώνουμε, είπα να κάνω την προσπάθεια να μάθω πώς δούλεψε η αστυνομία για την εξιχνίαση του συγκεκριμένου εγκλήματος, τα αποτελέσματα της οποίας σας παρουσιάζω παρακάτω.
Μόλις το περιστατικό έγινε γνωστό, το αρμόδιο τμήμα εγκλημάτων κατά της ζωής αμέσως έστειλε επί τόπου κλιμάκιο πέντε στελεχών του. (Ο ένας είχε κανονίσει να φύγει την επομένη σε άδεια, αλλά το ξέχασε αμέσως.) Ο προγραμματισμός ήταν να μείνουν εκεί δύο ημέρες. Εμειναν έξι, δουλεύοντας από νωρίς το πρωί μέχρι τα μεσάνυχτα. Επέστρεψαν στην Αθήνα για να εκτιμήσουν την κατάσταση με τους ανωτέρους τους -και, κυρίως, για να πάρουν καθαρά ρούχα- και έφυγαν πάλι για άλλες έξι ημέρες.
Τι έκαναν εκεί: Καθώς στοιχεία στον τόπο τους εγκλήματος δεν υπήρχαν, λόγω της συρροής σχετικών και άσχετων όταν ανακαλύφθηκε το θύμα, οι αστυνομικοί ξεκίνησαν ανακρίσεις, των οποίων ο κύκλος σταδιακά στένευε, με σκοπό να εντοπίσουν τον πιθανό δράστη, τον τύπο του οποίου είχαν σχηματίσει σε γενικές γραμμές, βάσει των χαρακτηριστικών του εγκλήματος και της πείρας τους. Κάθε φορά που ο κύκλος αυτός έφθανε στο κέντρο του και δεν είχε προκύψει κανένα στοιχείο από τις καταθέσεις, εκείνοι τον άνοιγαν πάλι από την αρχή: ξανά οι επισκέψεις στα ίδια πρόσωπα, ξανά οι ίδιες ερωτήσεις, ξανά και ξανά και ξανά. Ηξεραν τι έκαναν, διότι οι μάρτυρες σπανίως μιλούν αμέσως. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρόσωπο-κλειδί, που αποκάλυψε την ταυτότητα του υπόπτου, παραδέχθηκε την ύπαρξη ενός παράνομα εργαζόμενου Πακιστανού, ο οποίος είχε αναχωρήσει εσπευσμένα για την Αθήνα, την τρίτη φορά που τον επισκέφθηκαν οι αστυνομικοί.
Ο εντοπισμός της ταυτότητας του υπόπτου και η εύρεση του DNA του ήταν αποτέλεσμα επίπονης προσπάθειας, αλλά δεν ήταν η λύση της υπόθεσης. Ηξεραν τον «ψύλλο» που έψαχναν, έπρεπε τώρα και να τον βρουν μέσα στα άχυρα. Ο ύποπτος είχε πετάξει το τηλέφωνό του και δεν ήταν δυνατός ο εντοπισμός του με αυτόν τον τρόπο. Ομως οι ατελείωτες ώρες ερευνών, στην Πάρο και την Αθήνα, είχαν δώσει στην αστυνομία την ταυτότητα δύο φίλων του, με τους οποίους ήταν σε επαφή αφότου είχε έλθει στην Ελλάδα. Τα κινητά αυτών οδήγησαν τους αστυνομικούς στο σπίτι της Νέας Χαλκηδόνας. Ομως, η έφοδος σε αυτό τα ξημερώματα δεν ήταν εύκολη απόφαση: αν δεν έβρισκαν τον ύποπτο εκεί, το πιθανότερο είναι ότι οι φίλοι του με κάποιο τρόπο θα φρόντιζαν να τον ειδοποιήσουν και το δεύτερο στάδιο της έρευνας θα έπρεπε να ξεκινήσει πάλι από το μηδέν. Το ρίσκο απέδωσε· για να αποδώσει όμως, βασίστηκε σε ατελείωτες εργατοώρες σκληρής δουλειάς, που έγινε με φιλότιμο, αυταπάρνηση και αίσθημα ευθύνης. Για να εκτιμήσουμε τη σημασία αυτών των αρετών στη συγκεκριμένη δουλειά, αρκεί το στοιχείο ότι ο συλληφθείς δύο ημέρες αργότερα θα αναχωρούσε για το Πακιστάν.
Και τώρα -επειδή από εκεί ξεκινήσαμε- να σας πω τι πληρώνουμε για τη δουλειά αυτή. Οι καθαρές αποδοχές των αστυνομικών που έπιασαν τον δράστη του εγκλήματος της Πάρου κυμαίνονται μεταξύ 850 και 1.050 ευρώ, αναλόγως βαθμού και χρόνου υπηρεσίας. Δεν ακούγεται παράλογο, όταν ένας κλειδούχος του ΟΣΕ είχε μηνιαίο μισθό 3.900 ευρώ, συν τις 2.900 των επιδομάτων; Δεν είναι, επίσης, παράλογο οι οριζόντιες περικοπές να αφορούν εξίσου εκείνα τα στελέχη του Δημοσίου χάρη στα οποία το κράτος μπορεί ακόμη να προσφέρει στους πολίτες βασικά αγαθά, όπως η ασφάλεια, και τα άλλα που μισθοδοτούνται μόνον και μόνον επειδή η ύπαρξή τους δικαιολογεί ένα μοντέλο σοσιαλιστικής ανάπτυξης με δανεικά μέσω του κράτους;
Παραδείγματα όπως αυτό που ανέπτυξα σήμερα βρίσκουμε παντού στον δημόσιο τομέα. Παντού υπάρχουν δάσκαλοι, καθηγητές, αστυνομικοί, γιατροί, στρατιωτικοί, υπάλληλοι υπουργείων, διπλωμάτες κ.ά. που με το ήθος και τη φιλοτιμία τους κρατούν ακόμη τη χώρα όρθια. Το πρόβλημα είναι ότι όλοι αυτοί, που θα τους ονόμαζα το αναγκαίο κράτος, χάνονται μέσα σε έναν ωκεανό περιττού κράτους, που σαν το λίπος έχει εγκατασταθεί στον μυϊκό ιστό χωρίς τον οποίο ο οργανισμός της χώρας δεν μπορεί να λειτουργήσει. Αν πραγματικά θέλουμε να κάνουμε την κρίση ευκαιρία και να θέσουμε τις βάσεις για μια νέα αρχή, πρέπει να απαλλαγούμε από τη δήθεν δημοκρατική ιδεοληψία της ισοπέδωσης προς τα κάτω. Πρέπει, δηλαδή, να χωρίσουμε το αναγκαίο κράτος από το περιττό· και το μεν πρώτο να το ενισχύσουμε, το δε άλλο να κοιτάξουμε πώς θα απαλλαγούμε από αυτό. Η αξιολόγηση, με επιπτώσεις, είναι ο μοναδικός τρόπος.
Καθημερινή
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μένει στον Πανιώνιος ο Μπατής
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ