2012-09-04 06:27:04
Ανυπολόγιστες ζημιές υπέστη η βιοποικιλότητα της χώρας από τις μεγάλες πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού. Προστατευόμενες εκτάσεις... που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο Natura -όπως στο Αγιον Ορος και στη Λαυρεωτική Αττικής- έγιναν στάχτη, ενώ στη Χίο τα μοναδικά Μαστιχοχώρια, πηγή εσόδων για τους κατοίκους του νησιού αλλά και περιοχή παραγωγής ενός από τα λίγα εξαγώγιμα προϊόντα της χώρας, υπέστησαν ανυπολόγιστες ζημιές.
Σχεδόν τρεις χιλιάδες δασικές πυρκαγιές ξέσπασαν από την αρχή της αντιπυρικής περιόδου σε ολόκληρη την επικράτεια, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του Πυροσβεστικού Σώματος, και, παρότι μέχρι στιγμής, όπως τουλάχιστον αναφέρει στη Real planet ο εκπρόσωπος Τύπου της Πυροσβεστικής Νικόλαος Τσόγκας, «δεν είναι δυνατόν να βγουν ασφαλή στοιχεία για τις εκτάσεις που έχουν καεί συνολικά», οι πρώτες εκτιμήσεις μιλούν για τουλάχιστον 350.000 στρέμματα, ενώ την αντίστοιχη περίοδο πέρσι είχαν καεί 250.000 στρέμματα. «Τα περιστατικά ήταν λιγότερα φέτος, αλλά κάηκαν μεγαλύτερες εκτάσεις», επιβεβαιώνει ο Ν. Τσόγκας.
«Η φετινή αντιπυρική περίοδος είναι πολύ δύσκολη, όχι μόνο λόγω των καιρικών συνθηκών αλλά κυρίως επειδή υπάρχει έντονη ξηρασία στη βλάστηση, ίσως και σε χειρότερο ποσοστό απ’ ό,τι το 2007», εξηγεί ο δρ Γαβριήλ Ξανθόπουλος, δασολόγος, ειδικός στις δασικές πυρκαγιές.
Το μεγάλο πρόβλημα
Υπό κανονικές συνθήκες, τονίζει ο ίδιος, τα ζώα και τα φυτά είναι προσαρμοσμένα στις πυρκαγιές -καθότι αποτελούν μέρος του μεσογειακού οικοσυστήματος- και δεν κινδυνεύουν. «Πρόβλημα προκύπτει όταν οι πυρκαγιές είναι επαναλαμβανόμενες, όπως στη Ζάκυνθο και στην Αρκαδία, όπου η φύση δεν προλαβαίνει να ανακάμψει από την απώλεια των εδαφών».
Για τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, Νίκο Μπόκαρη, οι διαδοχικές πυρκαγιές σε συνδυασμό με τις κλιματικές αλλαγές έχουν οδηγήσει στη σταδιακή απερήμωση των δασών, με αποτέλεσμα να χάνεται σιγά σιγά ένα μεγάλο μέρος της βιοποικιλότητας της χώρας. «Περιοχές που έχουν καεί επανειλημμένα αποκτούν σταδιακά βλάστηση χαμηλότερης βιολογικής αξίας. Εκεί που παλαιότερα υπήρχε δάσος πλατύφυλλων ή κωνοφόρων, έγινε θαμνότοπος και στη συνέχεια φρυγανότοπος».
Φρακτός
Κινδύνεψε ένα «μνημείο» της φύσης
Το μεγάλο υψόμετρο και η δύσκολη πρόσβαση δεν εμπόδισαν την φωτιά από το να φτάσει φέτος -για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια- και στο παρθένο δάσος του Φρακτού στη Δράμα. Το δάσος, που τελεί υπό ειδικό καθεστώς προστασίας και αποτελεί από το 1980 «Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης», χάρη στην ετοιμότητα των πυροσβεστών έχασε, ευτυχώς, μόνο 100 στρέμματα: «Πρόκειται για διάσπαρτα δέντρα ερυθρελάτης και χορτολιβαδικές εκτάσεις που βρίσκονται στη ζώνη ειδικής προστασίας, ανάμεσα στις κηλίδες του παρθένου δάσους», εξηγεί η δασάρχης Δράμας Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, προβλέποντας ότι το δάσος θα μπορέσει να αναγεννηθεί γρήγορα χωρίς να χρειαστεί κάποια επέμβαση.
«Οι υψηλές θερμοκρασίες όλο και συχνότερα και σε όλο και μεγαλύτερα υψόμετρα σε βόρειες περιοχές της χώρας απειλούν πλέον με πυρκαγιά και προστατευόμενες δασικές περιοχές που μέχρι σήμερα δεν αντιμετώπιζαν τέτοιο κίνδυνο, καθότι είναι πιο απομακρυσμένες», συμπληρώνει ο Ν. Μπόκαρης. «Εξ ου και φέτος κινδύνεψε για πρώτη φορά το προστατευόμενο δάσος του Φρακτού, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.500-1.950 μέτρων».
Το παρθένο δάσος του Φρακτού φημίζεται ως το μεγαλύτερο αδιατάρακτο δασικό οικοσύστημα της Ευρώπης. Βρίσκεται στα βορειοανατολικά του νομού Δράμας, σε απόσταση 92 χλμ. από την πόλη της Δράμας. Εχει έκταση 120.000 στρέμματα και αποτελείται από δάση ελάτης, ερυθρελάτης, πεύκης, οξιάς και δρυός. Κάθε χρόνο παράγει 20.000 κ.μ. χρήσιμης ξυλείας.
Αγιον Ορος
Απαιτούνται αντιπλημμυρικά έργα
Στη Χαλκιδική, στη χερσόνησο του Αγίου Ορους, κάηκαν από τις 8 έως τις 16 Αυγούστου 48.300 στρέμματα, όλα φυσικές εκτάσεις, σημαντικό τμήμα των οποίων είναι ενταγμένο στο δίκτυο Natura 2000. «Παρόλο που η περιοχή που κάηκε δεν είναι η πιο πολύτιμη από πλευράς βιοποικιλότητας, είναι σημαντική, καθότι αποτελεί μια από τις ελάχιστες περιοχές, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, στην οποία υπάρχει τόσο μικρός βαθμός όχλησης», επισημαίνει ο δασολόγος του Εθνικού Κέντρου Βιοτόπων και Υγροτόπων (ΕΚΒΥ), Πέτρος Κακούρος, ο οποίος γνωρίζει καλά τη Χαλκιδική. Επομένως, εκτιμάται ότι η βλάστηση θα έχει τη δυνατότητα να αποκατασταθεί από μόνη της χωρίς επεμβάσεις, εκτός αν μετά από μελέτη διαπιστωθεί ότι χρειάζονται. «Το μόνο που θα πρέπει να γίνει είναι η προστασία του εδάφους με κορμοδέματα και ταυτόχρονα κάποια αντιπλημμυρικά έργα», επισημαίνει.
Συνολικά, σύμφωνα με στοιχεία του ΕΚΒΥ, η πληγείσα περιοχή φιλοξενούσε χαλέπιο πεύκη, δάφνες, ελιές, αριές, μυρτιές, κουμαριές, γλιστροκουμαριές, κουτσουπιές, σχίνα, φρύγανα και ποώδη βλάστηση, αλλά και αμπέλια με τοπικές ποικιλίες σταφυλιών που ενδεχομένως να χάθηκαν για πάντα.
Λαυρεωτική
Από τους τελευταίους πνεύμονες στη ΝΑ Αττική
Η αντιπυρική περίοδος του 2012 άνοιξε «δυναμικά» τον Ιούνιο με τη μεγάλη πυρκαγιά στην περιοχή της Λαυρεωτικής. Οι καιρικές συνθήκες (άνεμοι 9 μποφόρ) συνέβαλαν στην επέκτασή της σε προστατευόμενη δασική περιοχή. Κάηκαν συνολικά 34.996 στρέμματα, 20.201 από τα οποία βρίσκονται εντός των ορίων προστασίας. Το 58% των εκτάσεων που κάηκαν είχαν φυσική βλάστηση και το 37,4% γεωργική. Στις πρώτες περιλαμβάνεται και ο Εθνικός Δρυμός Σουνίου καθώς και 2 περιοχές Natura: Λεγρενά - Νησίδα Πατρόκλου και Σούνιο - Νησίδα Πατρόκλου και Θαλάσσια Ζώνη. Η τελευταία, η οποία υπέστη και τις μεγαλύτερες καταστροφές, αποτελούσε ένα τυπικό μεσογειακό τοπίο με φρύγανα, θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων και θαμνότοπους, ενώ ήταν πολύ σημαντική για τα πουλιά -μεταξύ των οποίων και για το κινδυνεύον είδος Σκουρόβλαχο- τα οποία έβρισκαν στην περιοχή την τροφή τους. «Η πυρκαγιά στη Χερσόνησο της Λαυρεωτικής έκαψε ορισμένες από τις τελευταίες δασικές εκτάσεις της νοτιανατολικής Αττικής και επέδρασε σε περιοχές που βρίσκονται υπό ισχυρή οικιστική πίεση», εξηγεί η δρ Εύη Κορακάκη, δασολόγος, υπεύθυνη δασικών προγραμμάτων στο WWF Ελλάς. «Προκειμένου να ανακάμψουν οι καμένες φυσικές περιοχές πρέπει κατ’ αρχάς να προστατευθούν από οικολογικά ασύμβατες αλλαγές χρήσεων γης και να περιορισθούν οι ανθρώπινες δραστηριότητες σε αυτές. Παράλληλα, ιδιαίτερα σημαντική είναι η προστασία και διαχείριση των εναπομεινασών άκαυτων νησίδων δάσους, αλλά και των περιοχών με φυσική βλάστηση περιμετρικά των καμένων εκτάσεων, καθώς πρόκειται να αποτελέσουν την πηγή για τον επανεποικισμό των πυρόπληκτων περιοχών με είδη πανίδας και χλωρίδας».
Χίος
Πλήγμα για μαστιχοπαραγωγούς και αποδημητικά
Η μεγαλύτερη καταστροφή συντελέστηκε στη Χίο, όπου παραδόθηκαν στις φλόγες 153.880 στρέμματα. Το 24,54% ήταν αγροτικές εκτάσεις (μεταξύ των οποίων 250.000 μαστιχόδεντρα, από 1.100.000 που υπάρχουν συνολικά στο νησί) και το υπόλοιπο ποσοστό φυσικές περιοχές, δάση, φρύγανα και θαμνώδεις εκτάσεις. Το συγκεκριμένο κομμάτι του νησιού δεν τελεί υπό κάποιο καθεστώς περιβαλλοντικής προστασίας, ωστόσο επιβάλλεται να ληφθούν άμεσα μέτρα, όπως η απαγόρευση της βόσκησης και του κυνηγιού, ώστε να αποκατασταθεί σταδιακά η ισορροπία του οικοσυστήματος.
Ειδικά για τα πουλιά, η Χίος είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς αποτελεί πέρασμα κατά τη φθινοπωρινή μετανάστευσή τους. «Βρίσκεται στον ανατολικό μεταναστευτικό άξονα. Κάθε φθινόπωρο περνούν μικρόπουλα και στρουθιόμορφα», εξηγεί η Μ. Κορμπέτη. «Κάηκαν εκτάσεις με υψηλή βλάστηση και φρύγανα, οικοσυστήματα δηλαδή που αποτελούν τόπο ξεκούρασης για τα μικρόπουλα κατά το ταξίδι τους προς τον Νότο.
Στη διάρκεια της πυρκαγιάς, τα είδη που δεν είναι κινητικά, όπως οι χελώνες και οι λαγοί, αποτεφρώνονται, ενώ τα μεταναστευτικά πουλιά χάνουν τα ενδιαιτήματα τροφοληψίας και τα μόνιμα είδη της περιοχής τους τόπους αναπαραγωγής τους. Τα μικρόπουλα θα σταθμεύσουν σε καμένες περιοχές και θα είναι πολύ ευάλωτα κατά τη μετανάστευση, στη διάρκεια της οποίας ούτως ή άλλως γίνεται παράνομη χρήση της ξόβεργας για εμπορία», καταλήγει η Μ. Κορμπέτη, συνοψίζοντας τον λόγο που οι οργανώσεις ζητούν να απαγορευτεί το κυνήγι σε ολόκληρο το νησί της Χίου και όχι μόνο στις καμένες εκτάσεις: «Επιμένουμε στο θέμα του κυνηγιού συνολικά στο νησί και όχι μόνο στις καμένες εκτάσεις, καθώς τα πουλιά αναζητούν τροφή στις άκαυτες», καταλήγει.
Tromaktiko
Σχεδόν τρεις χιλιάδες δασικές πυρκαγιές ξέσπασαν από την αρχή της αντιπυρικής περιόδου σε ολόκληρη την επικράτεια, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του Πυροσβεστικού Σώματος, και, παρότι μέχρι στιγμής, όπως τουλάχιστον αναφέρει στη Real planet ο εκπρόσωπος Τύπου της Πυροσβεστικής Νικόλαος Τσόγκας, «δεν είναι δυνατόν να βγουν ασφαλή στοιχεία για τις εκτάσεις που έχουν καεί συνολικά», οι πρώτες εκτιμήσεις μιλούν για τουλάχιστον 350.000 στρέμματα, ενώ την αντίστοιχη περίοδο πέρσι είχαν καεί 250.000 στρέμματα. «Τα περιστατικά ήταν λιγότερα φέτος, αλλά κάηκαν μεγαλύτερες εκτάσεις», επιβεβαιώνει ο Ν. Τσόγκας.
«Η φετινή αντιπυρική περίοδος είναι πολύ δύσκολη, όχι μόνο λόγω των καιρικών συνθηκών αλλά κυρίως επειδή υπάρχει έντονη ξηρασία στη βλάστηση, ίσως και σε χειρότερο ποσοστό απ’ ό,τι το 2007», εξηγεί ο δρ Γαβριήλ Ξανθόπουλος, δασολόγος, ειδικός στις δασικές πυρκαγιές.
Το μεγάλο πρόβλημα
Υπό κανονικές συνθήκες, τονίζει ο ίδιος, τα ζώα και τα φυτά είναι προσαρμοσμένα στις πυρκαγιές -καθότι αποτελούν μέρος του μεσογειακού οικοσυστήματος- και δεν κινδυνεύουν. «Πρόβλημα προκύπτει όταν οι πυρκαγιές είναι επαναλαμβανόμενες, όπως στη Ζάκυνθο και στην Αρκαδία, όπου η φύση δεν προλαβαίνει να ανακάμψει από την απώλεια των εδαφών».
Για τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, Νίκο Μπόκαρη, οι διαδοχικές πυρκαγιές σε συνδυασμό με τις κλιματικές αλλαγές έχουν οδηγήσει στη σταδιακή απερήμωση των δασών, με αποτέλεσμα να χάνεται σιγά σιγά ένα μεγάλο μέρος της βιοποικιλότητας της χώρας. «Περιοχές που έχουν καεί επανειλημμένα αποκτούν σταδιακά βλάστηση χαμηλότερης βιολογικής αξίας. Εκεί που παλαιότερα υπήρχε δάσος πλατύφυλλων ή κωνοφόρων, έγινε θαμνότοπος και στη συνέχεια φρυγανότοπος».
Φρακτός
Κινδύνεψε ένα «μνημείο» της φύσης
Το μεγάλο υψόμετρο και η δύσκολη πρόσβαση δεν εμπόδισαν την φωτιά από το να φτάσει φέτος -για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια- και στο παρθένο δάσος του Φρακτού στη Δράμα. Το δάσος, που τελεί υπό ειδικό καθεστώς προστασίας και αποτελεί από το 1980 «Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης», χάρη στην ετοιμότητα των πυροσβεστών έχασε, ευτυχώς, μόνο 100 στρέμματα: «Πρόκειται για διάσπαρτα δέντρα ερυθρελάτης και χορτολιβαδικές εκτάσεις που βρίσκονται στη ζώνη ειδικής προστασίας, ανάμεσα στις κηλίδες του παρθένου δάσους», εξηγεί η δασάρχης Δράμας Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, προβλέποντας ότι το δάσος θα μπορέσει να αναγεννηθεί γρήγορα χωρίς να χρειαστεί κάποια επέμβαση.
«Οι υψηλές θερμοκρασίες όλο και συχνότερα και σε όλο και μεγαλύτερα υψόμετρα σε βόρειες περιοχές της χώρας απειλούν πλέον με πυρκαγιά και προστατευόμενες δασικές περιοχές που μέχρι σήμερα δεν αντιμετώπιζαν τέτοιο κίνδυνο, καθότι είναι πιο απομακρυσμένες», συμπληρώνει ο Ν. Μπόκαρης. «Εξ ου και φέτος κινδύνεψε για πρώτη φορά το προστατευόμενο δάσος του Φρακτού, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.500-1.950 μέτρων».
Το παρθένο δάσος του Φρακτού φημίζεται ως το μεγαλύτερο αδιατάρακτο δασικό οικοσύστημα της Ευρώπης. Βρίσκεται στα βορειοανατολικά του νομού Δράμας, σε απόσταση 92 χλμ. από την πόλη της Δράμας. Εχει έκταση 120.000 στρέμματα και αποτελείται από δάση ελάτης, ερυθρελάτης, πεύκης, οξιάς και δρυός. Κάθε χρόνο παράγει 20.000 κ.μ. χρήσιμης ξυλείας.
Αγιον Ορος
Απαιτούνται αντιπλημμυρικά έργα
Στη Χαλκιδική, στη χερσόνησο του Αγίου Ορους, κάηκαν από τις 8 έως τις 16 Αυγούστου 48.300 στρέμματα, όλα φυσικές εκτάσεις, σημαντικό τμήμα των οποίων είναι ενταγμένο στο δίκτυο Natura 2000. «Παρόλο που η περιοχή που κάηκε δεν είναι η πιο πολύτιμη από πλευράς βιοποικιλότητας, είναι σημαντική, καθότι αποτελεί μια από τις ελάχιστες περιοχές, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, στην οποία υπάρχει τόσο μικρός βαθμός όχλησης», επισημαίνει ο δασολόγος του Εθνικού Κέντρου Βιοτόπων και Υγροτόπων (ΕΚΒΥ), Πέτρος Κακούρος, ο οποίος γνωρίζει καλά τη Χαλκιδική. Επομένως, εκτιμάται ότι η βλάστηση θα έχει τη δυνατότητα να αποκατασταθεί από μόνη της χωρίς επεμβάσεις, εκτός αν μετά από μελέτη διαπιστωθεί ότι χρειάζονται. «Το μόνο που θα πρέπει να γίνει είναι η προστασία του εδάφους με κορμοδέματα και ταυτόχρονα κάποια αντιπλημμυρικά έργα», επισημαίνει.
Συνολικά, σύμφωνα με στοιχεία του ΕΚΒΥ, η πληγείσα περιοχή φιλοξενούσε χαλέπιο πεύκη, δάφνες, ελιές, αριές, μυρτιές, κουμαριές, γλιστροκουμαριές, κουτσουπιές, σχίνα, φρύγανα και ποώδη βλάστηση, αλλά και αμπέλια με τοπικές ποικιλίες σταφυλιών που ενδεχομένως να χάθηκαν για πάντα.
Λαυρεωτική
Από τους τελευταίους πνεύμονες στη ΝΑ Αττική
Η αντιπυρική περίοδος του 2012 άνοιξε «δυναμικά» τον Ιούνιο με τη μεγάλη πυρκαγιά στην περιοχή της Λαυρεωτικής. Οι καιρικές συνθήκες (άνεμοι 9 μποφόρ) συνέβαλαν στην επέκτασή της σε προστατευόμενη δασική περιοχή. Κάηκαν συνολικά 34.996 στρέμματα, 20.201 από τα οποία βρίσκονται εντός των ορίων προστασίας. Το 58% των εκτάσεων που κάηκαν είχαν φυσική βλάστηση και το 37,4% γεωργική. Στις πρώτες περιλαμβάνεται και ο Εθνικός Δρυμός Σουνίου καθώς και 2 περιοχές Natura: Λεγρενά - Νησίδα Πατρόκλου και Σούνιο - Νησίδα Πατρόκλου και Θαλάσσια Ζώνη. Η τελευταία, η οποία υπέστη και τις μεγαλύτερες καταστροφές, αποτελούσε ένα τυπικό μεσογειακό τοπίο με φρύγανα, θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων και θαμνότοπους, ενώ ήταν πολύ σημαντική για τα πουλιά -μεταξύ των οποίων και για το κινδυνεύον είδος Σκουρόβλαχο- τα οποία έβρισκαν στην περιοχή την τροφή τους. «Η πυρκαγιά στη Χερσόνησο της Λαυρεωτικής έκαψε ορισμένες από τις τελευταίες δασικές εκτάσεις της νοτιανατολικής Αττικής και επέδρασε σε περιοχές που βρίσκονται υπό ισχυρή οικιστική πίεση», εξηγεί η δρ Εύη Κορακάκη, δασολόγος, υπεύθυνη δασικών προγραμμάτων στο WWF Ελλάς. «Προκειμένου να ανακάμψουν οι καμένες φυσικές περιοχές πρέπει κατ’ αρχάς να προστατευθούν από οικολογικά ασύμβατες αλλαγές χρήσεων γης και να περιορισθούν οι ανθρώπινες δραστηριότητες σε αυτές. Παράλληλα, ιδιαίτερα σημαντική είναι η προστασία και διαχείριση των εναπομεινασών άκαυτων νησίδων δάσους, αλλά και των περιοχών με φυσική βλάστηση περιμετρικά των καμένων εκτάσεων, καθώς πρόκειται να αποτελέσουν την πηγή για τον επανεποικισμό των πυρόπληκτων περιοχών με είδη πανίδας και χλωρίδας».
Χίος
Πλήγμα για μαστιχοπαραγωγούς και αποδημητικά
Η μεγαλύτερη καταστροφή συντελέστηκε στη Χίο, όπου παραδόθηκαν στις φλόγες 153.880 στρέμματα. Το 24,54% ήταν αγροτικές εκτάσεις (μεταξύ των οποίων 250.000 μαστιχόδεντρα, από 1.100.000 που υπάρχουν συνολικά στο νησί) και το υπόλοιπο ποσοστό φυσικές περιοχές, δάση, φρύγανα και θαμνώδεις εκτάσεις. Το συγκεκριμένο κομμάτι του νησιού δεν τελεί υπό κάποιο καθεστώς περιβαλλοντικής προστασίας, ωστόσο επιβάλλεται να ληφθούν άμεσα μέτρα, όπως η απαγόρευση της βόσκησης και του κυνηγιού, ώστε να αποκατασταθεί σταδιακά η ισορροπία του οικοσυστήματος.
Ειδικά για τα πουλιά, η Χίος είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς αποτελεί πέρασμα κατά τη φθινοπωρινή μετανάστευσή τους. «Βρίσκεται στον ανατολικό μεταναστευτικό άξονα. Κάθε φθινόπωρο περνούν μικρόπουλα και στρουθιόμορφα», εξηγεί η Μ. Κορμπέτη. «Κάηκαν εκτάσεις με υψηλή βλάστηση και φρύγανα, οικοσυστήματα δηλαδή που αποτελούν τόπο ξεκούρασης για τα μικρόπουλα κατά το ταξίδι τους προς τον Νότο.
Στη διάρκεια της πυρκαγιάς, τα είδη που δεν είναι κινητικά, όπως οι χελώνες και οι λαγοί, αποτεφρώνονται, ενώ τα μεταναστευτικά πουλιά χάνουν τα ενδιαιτήματα τροφοληψίας και τα μόνιμα είδη της περιοχής τους τόπους αναπαραγωγής τους. Τα μικρόπουλα θα σταθμεύσουν σε καμένες περιοχές και θα είναι πολύ ευάλωτα κατά τη μετανάστευση, στη διάρκεια της οποίας ούτως ή άλλως γίνεται παράνομη χρήση της ξόβεργας για εμπορία», καταλήγει η Μ. Κορμπέτη, συνοψίζοντας τον λόγο που οι οργανώσεις ζητούν να απαγορευτεί το κυνήγι σε ολόκληρο το νησί της Χίου και όχι μόνο στις καμένες εκτάσεις: «Επιμένουμε στο θέμα του κυνηγιού συνολικά στο νησί και όχι μόνο στις καμένες εκτάσεις, καθώς τα πουλιά αναζητούν τροφή στις άκαυτες», καταλήγει.
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κυνηγητό με τις μπύρες στο χέρι
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΚΑΙ... «ΔΕΜΕΝΗ» ΟΜΑΔΑ Ο ΖΑΡΝΤΙΜ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ