2012-09-24 10:14:50
Γιώργος Κωνσταντινίδης
Οικονομολόγος, διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
Με αφορμή δημοσίευμα της εφημερίδας "ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ" στις 19 Αυγούστου 2012, σύμφωνα με το οποίο η εταιρεία τουρκικών συμφερόντων "Simit Sarayi" (δραστηριοποιείται στην παραγωγή και πώληση μεγάλης ποικιλίας κουλουριών), θα ιδρύσει το πρώτο της κατάστημα στην Ελλάδα, στο Σύνταγμα μέσα στο 2012, μου γεννήθηκαν κάποιες σκέψεις για τη δραστηριοποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό.
Πιστεύω ότι θα μπορούσε και η Ελλάδα να ιδρύσει καταστήματα με τη μορφή δικαιοχρήσης (franchise) ή με άλλες μορφές οργάνωσης και σε μεγάλες αγορές, όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία, η Ρωσία, η Κίνα, η Ιαπωνία, οι Η.Π.Α., η Βραζιλία κ.ά., καθώς και η γειτονική Τουρκία, η οποία αποτελεί αναδυόμενη αγορά σε διεθνές επίπεδο, ανήκοντας παράλληλα και στις 20 μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου (G-20).
Εάν προϊόντα όπως ο μπακλαβάς ή ο γύρος που είναι το αντίστοιχο κεμπάπ για την τουρκική κουζίνα, δηλαδή προϊόντα που έχουν παρόμοια γεύση στην Τουρκία, καθώς και προϊόντα με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (Π.Ο.Π.), όπως είναι η φέτα, εξάγονταν μαζικά από την Ελλάδα στην πολυπληθή Τουρκία θα απέφεραν σημαντικά κέρδη στις ελληνικές επιχειρήσεις, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, ενώ παράλληλα υπάρχει και το πλεονέκτημα του χαμηλού μεταφορικού κόστους. Επιπλέον, τα ελληνικά γλυκά, αγροτικά προϊόντα και είδη αλιείας και γενικότερα τα είδη της ελληνικής μεσογειακής κουζίνας είναι δυνατό να προωθηθούν στην τουρκική αγορά στο πλαίσιο της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων, η οποία πρέπει να στηριχθεί και να ενισχυθεί από το ελληνικό κράτος και τους αρμόδιους φορείς του. Από την καθημερινή μου απασχόληση γνωρίζω ότι πληθώρα προϊόντων από διάφορους κλάδους εξάγονται στην Τουρκία και η εμπορική κίνηση μεταξύ των δύο χωρών έχει πολλαπλασιαστεί κατά τα τελευταία χρόνια με αμοιβαία οφέλη και κέρδη για τους επιχειρηματίες στις δύο χώρες.
Δυσκολίες και γραφειοκρατικά εμπόδια είναι λογικό να υφίστανται για να εξαχθούν τα προαναφερθέντα προϊόντα στη γειτονική χώρα. Άλλωστε πολλά από αυτά τα προϊόντα είναι ανταγωνιστικά με αντίστοιχα τουρκικά που εξάγονται στις διεθνείς αγορές. Ωστόσο, θεωρώ ότι αξίζει η προσπάθεια από την πλευρά των Ελλήνων επιχειρηματιών, διότι η αναπτυσσόμενη τουρκική οικονομία διαθέτει δυναμικότητα και ο τουρκικός λαός έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον ελληνικό σε θέματα γαστρονομικών προτιμήσεων, ηθών, εθίμων, παραδόσεων και νοοτροπίας, που βοηθούν την αμοιβαία προσέγγιση.
Στην προσπάθεια αυτή των Ελλήνων επιχειρηματιών συντελεί το γεγονός ότι η καταναλωτική διάθεση, η κατανάλωση και η καταναλωτική δαπάνη των Τούρκων αυξάνεται σταδιακά, ως συνέπεια της αύξησης της ρευστότητας που παρέχουν οι δημόσιες και ιδιωτικές τουρκικές τράπεζες, που με τη σειρά της οφείλεται στην οικονομική ανάπτυξη που έχει σημειώσει η τουρκική οικονομία κατά τα τελευταία χρόνια (βελτίωση μακροοικονομικών δεικτών, αύξηση παραγωγικής βάσης, επιθετική εξαγωγική πολιτική, ταχεία ανάπτυξη κλάδων όπως ο κατασκευαστικός, ο τραπεζικός, ο ναυπηγικός, ο τουριστικός, η αυτοκινητοβιομηχανία, οι αμυντικές βιομηχανίες κτλ.).
Βέβαια η επιχειρηματική "απόβαση" των Ελλήνων στην Τουρκία θα καρποφορήσει, εάν δε διαταραχθεί η οικονομική άνοδος της γειτονικής χώρας μελλοντικά από κάποια μικρής ή μεγαλύτερης έντασης οικονομική ή πολιτική κρίση και εφόσον δε βαθύνει η ευρωπαϊκή κρίση χρέους που πλήττει ως επί τι πλείστον τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, με τις οποίες η Τουρκία έχει εμπορικές επαφές.
InfoGnomon
Οικονομολόγος, διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
Με αφορμή δημοσίευμα της εφημερίδας "ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ" στις 19 Αυγούστου 2012, σύμφωνα με το οποίο η εταιρεία τουρκικών συμφερόντων "Simit Sarayi" (δραστηριοποιείται στην παραγωγή και πώληση μεγάλης ποικιλίας κουλουριών), θα ιδρύσει το πρώτο της κατάστημα στην Ελλάδα, στο Σύνταγμα μέσα στο 2012, μου γεννήθηκαν κάποιες σκέψεις για τη δραστηριοποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό.
Πιστεύω ότι θα μπορούσε και η Ελλάδα να ιδρύσει καταστήματα με τη μορφή δικαιοχρήσης (franchise) ή με άλλες μορφές οργάνωσης και σε μεγάλες αγορές, όπως είναι η Γερμανία, η Γαλλία, η Ρωσία, η Κίνα, η Ιαπωνία, οι Η.Π.Α., η Βραζιλία κ.ά., καθώς και η γειτονική Τουρκία, η οποία αποτελεί αναδυόμενη αγορά σε διεθνές επίπεδο, ανήκοντας παράλληλα και στις 20 μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου (G-20).
Εάν προϊόντα όπως ο μπακλαβάς ή ο γύρος που είναι το αντίστοιχο κεμπάπ για την τουρκική κουζίνα, δηλαδή προϊόντα που έχουν παρόμοια γεύση στην Τουρκία, καθώς και προϊόντα με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (Π.Ο.Π.), όπως είναι η φέτα, εξάγονταν μαζικά από την Ελλάδα στην πολυπληθή Τουρκία θα απέφεραν σημαντικά κέρδη στις ελληνικές επιχειρήσεις, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, ενώ παράλληλα υπάρχει και το πλεονέκτημα του χαμηλού μεταφορικού κόστους. Επιπλέον, τα ελληνικά γλυκά, αγροτικά προϊόντα και είδη αλιείας και γενικότερα τα είδη της ελληνικής μεσογειακής κουζίνας είναι δυνατό να προωθηθούν στην τουρκική αγορά στο πλαίσιο της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων, η οποία πρέπει να στηριχθεί και να ενισχυθεί από το ελληνικό κράτος και τους αρμόδιους φορείς του. Από την καθημερινή μου απασχόληση γνωρίζω ότι πληθώρα προϊόντων από διάφορους κλάδους εξάγονται στην Τουρκία και η εμπορική κίνηση μεταξύ των δύο χωρών έχει πολλαπλασιαστεί κατά τα τελευταία χρόνια με αμοιβαία οφέλη και κέρδη για τους επιχειρηματίες στις δύο χώρες.
Δυσκολίες και γραφειοκρατικά εμπόδια είναι λογικό να υφίστανται για να εξαχθούν τα προαναφερθέντα προϊόντα στη γειτονική χώρα. Άλλωστε πολλά από αυτά τα προϊόντα είναι ανταγωνιστικά με αντίστοιχα τουρκικά που εξάγονται στις διεθνείς αγορές. Ωστόσο, θεωρώ ότι αξίζει η προσπάθεια από την πλευρά των Ελλήνων επιχειρηματιών, διότι η αναπτυσσόμενη τουρκική οικονομία διαθέτει δυναμικότητα και ο τουρκικός λαός έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον ελληνικό σε θέματα γαστρονομικών προτιμήσεων, ηθών, εθίμων, παραδόσεων και νοοτροπίας, που βοηθούν την αμοιβαία προσέγγιση.
Στην προσπάθεια αυτή των Ελλήνων επιχειρηματιών συντελεί το γεγονός ότι η καταναλωτική διάθεση, η κατανάλωση και η καταναλωτική δαπάνη των Τούρκων αυξάνεται σταδιακά, ως συνέπεια της αύξησης της ρευστότητας που παρέχουν οι δημόσιες και ιδιωτικές τουρκικές τράπεζες, που με τη σειρά της οφείλεται στην οικονομική ανάπτυξη που έχει σημειώσει η τουρκική οικονομία κατά τα τελευταία χρόνια (βελτίωση μακροοικονομικών δεικτών, αύξηση παραγωγικής βάσης, επιθετική εξαγωγική πολιτική, ταχεία ανάπτυξη κλάδων όπως ο κατασκευαστικός, ο τραπεζικός, ο ναυπηγικός, ο τουριστικός, η αυτοκινητοβιομηχανία, οι αμυντικές βιομηχανίες κτλ.).
Βέβαια η επιχειρηματική "απόβαση" των Ελλήνων στην Τουρκία θα καρποφορήσει, εάν δε διαταραχθεί η οικονομική άνοδος της γειτονικής χώρας μελλοντικά από κάποια μικρής ή μεγαλύτερης έντασης οικονομική ή πολιτική κρίση και εφόσον δε βαθύνει η ευρωπαϊκή κρίση χρέους που πλήττει ως επί τι πλείστον τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, με τις οποίες η Τουρκία έχει εμπορικές επαφές.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τουρκόφρονες της Θράκης σε νέο αλυτρωτικό συνέδριο…
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ