2012-09-25 08:40:58
By Philipp Hildebrand και Lee Sachs
Ο διοικητής της ΕΚΤ, Mario Draghi, έχει μειώσει τον κίνδυνο διάλυσης της ευρωζώνης, αναλαμβάνοντας να αγοράσει απεριόριστες ποσότητες κρατικών ομολόγων στην δευτερογενή αγορά. Για να γίνουν οι αγορές από την ΕΚΤ είναι απαραίτητες βαθιές μεταρρυθμίσεις στους προϋπολογισμούς και τις οικονομίες των εθνών.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel, έχει δίκιο που επιμένει να γίνουν αυτές οι μεταρρυθμίσεις μέσα στον χρόνο. Μια ουσιαστική όμως λύση στην κρίση απαιτεί επίσης να τονωθεί το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα για να αποκατασταθεί η ροή πιστώσεων στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Η Ευρώπη πρέπει εντέλει να βγει από την κρίση με ανάπτυξη. Οι οικονομίες δεν θα αναπτυχθούν αν δεν έχουν οι τράπεζες αρκετά κεφάλαια να δανείσουν και οι επιχειρήσεις την εμπιστοσύνη να δανειστούν για να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους. Όπως έγινε στις ΗΠΑ το 2008 και 2009, η παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας δεν μπορεί να πετύχει μόνη της.
Τότε, οι κινήσεις της Federal Reserve ήταν μεγάλες, δημιουργικές και απαραίτητες για να μπει ένα στήριγμα κάτω από το καταρρέον πιστωτικό σύστημα. Όμως, αυτά που μπορούσε να πετύχει από μόνη της η Fed ήταν περιορισμένα. Στις ΗΠΑ, για το τέλος της τραπεζικής κρίσηςχρειάστηκαν επενδυσεις ιδιωτικων κεφαλαίων, με την ενθάρρυνση στων κινήτρων και δημοσιονομικών δεσμεύσεων της κυβέρνησης.
Το ίδιο πρέπει να γίνει στην Ευρώπη.
Τώρα έχει έλθει η ώρα να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις αποδυναμωμένες τράπεζες της Ευρώπης μέσω της επιταχυμένης εισαγωγής αυστηρών, αξιόπιστων κεφαλαιακών στάνταρ και την εισροή φρέσκων ιδιωτικών κεφαλαίων. Οι τράπεζες θα αρχίσουν να δανείζουν μόνο όταν έχουν επαρκή κεφάλαια και ρευστότητα. Η συμβατική σοφία ότι τα πιο δυναμικά στάνταρ κεφαλαίου περιορίζουν τον δανεισμό, δεν επαληθεύεται ούτε στην οικονομική θεωρία ούτε στην πράξη. Στις ΗΠΑ, όπου οι μεγαλύτερες τράπεζες υποχρεώθηκαν να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους το 2009, τα επιχειρηματικά δάνεια από τις εμπορικές τράπεζες έχουν αυξηθεί σημαντικά έκτοτε.
Το διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙΙ απαιτεί από τις τράπεζες να εφαρμόσουν επαρκή κεφαλαιακά στάνταρ σταδιακά ως το 2019. Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει τόσο πολύ. Το να περιμένει επτά χρόνια για να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες του τραπεζικού συστήματος ενέχει τον κίνδυνο για επτά ακόμη χρόνια αδύναμης ανάπτυξης.
Αυτό που προτείνουμε είναι να απαιτηθεί από τις μεγαλύτερες τράπεζες της ευρωζώνης να εναρμονιστούν με την Βασιλεία ΙΙΙ ως τα τέλη του 2013, μετά από μια επιβλητική και αξιόπιστη επικύρωση των ισολογισμών τους. Για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία, η ΕΚΤ θα πρέπει να καθοδηγήσει αυτή την επικύρωση. Οι τράπεζες θα πρέπει στην συνέχεια να αυξήσουν τους κεφαλαιακούς συντελεστές τους αυξάνοντας τα μετοχικά τους κεφάλαια, όχι μειώνοντας τις πιστώσεις και άρα βαθαίνοντας στην κρίση.
Ενόσο δρομολογείται αυτή η διαδικασία επικύρωσης, η ευρωζώνη θα πρέπει να δράσει για να περιορίσει τις αβεβαιότητες στις αγορές για την τελική μοίρα των πιο σημαντικών τραπεζών της. Οι κυβερνήσεις μπορούν να το πετύχουν αυτό με δέσμευση να παράσχουν κρατικά κεφάλαια,στο βαθμό που αυτές οι τράπεζες κρίνεται ότι έχουν ανάγκη πρόσθετης χρηματοδότησης και δεν είναι σε θέση να αυξήσουν τα ιδιωτικά τους κεφάλαια για να αντεπεξέλθουν στα νέα στάνταρ. Αυτού του είδους η προσέγγιση είχε αποδώσει στις ΗΠΑ.
Το 2009, η αμερικανική κυβέρνηση αποτίμησε τους ισολογισμούς των 19 μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας και τους επέβαλε αυστηρές κεφαλαιακές απαιτήσεις. Το υπουργείο Οικονομικών δεσμεύθηκε ότι, οποιαδήποτε τράπεζα δεν αυξήσει αρκετά τα ιδιωτικά κεφάλαια, αντ’αυτού θα λάβει κεφάλαια μέσω επενδύσεων της αμερικανικής κυβέρνησης.
Ολες οι τράπεζες κατόρθωσαν να αντεπεξέλθουν στα νέα στάνταρ αποκλειστικά από ιδιωτικές πηγές. Εκείνη ήταν η αρχή του τέλους της τραπεζικής κρίσης στις ΗΠΑ.
Αν δεσμευθούν να αγοράσουν μετοχικά μερίδια σε μεγάλες τράπεζες, σε τιμή βασισμένη σε μια έκπτωση σε σχέση με την σημερινή τιμή στην αγορά, οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης θα βάλουν ένα στήριγμα στην αύξηση κεφαλαίων. Αυτό θα δώσει στους ιδιώτες επενδυτές την εμπιστοσύνη ώστε να επενδύσουν.
Βάζοντας αυτό το «στήριγμα» σε αρκετή έκπτωση σε σχέση με τις τρέχουσες τιμές, θα είναιτίμιο απέναντι στους φορολογούμενους και θα δώσει μεγάλα κίνητρα στις τράπεζες να επιτύχουν τα απαιτούμενα επίπεδα κεφαλαίων μέσα από τις αγορές, αντί να περιμένουν τις ενέσεις της κυβέρνησης.
Αν μια μεμονωμένη χώρα δεν κατορθώσει να παράσχει ένα αξιόπιστο «στήριγμα» θα πρέπει να βοηθηθεί μέσω του European Stability Mechanism.
Οποιοδήποτε πρόγραμμα αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ για μια συγκεκριμένη χώρα θα πρέπει επίσης να εξαρτάται από την δέσμευση της χώρας στο σχέδιο ανακεφαλαίωσης των τραπεζών.
Αυτό που προτείνουμε δεν λύνει όλες τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη. Αυτές οι προκλήσεις είναι περίπλοκες και απαιτούν πολιτική θέληση, λύσεις στρατηγικής και θεσμικές αλλαγές. Εντέλει, η κρίση της ευρωζώνης δεν είναι μια, αλλά δύο κρίσεις: Μια δημοσιονομική κρίση χρεών και μια τραπεζική κρίση. Επειδή είναι αλληλένδετες, δεν μπορεί να λυθούν πλήρως αν δεν υπάρξει δράση και στα δύο μέτωπα.
Γι’αυτό και, μαζί με την δημοσιονομική και οικονομική μεταρρύθμιση, η Ευρώπη πρέπει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη σε ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που μπορεί να εξυπηρετήσει την κρίσιμη λειτουργία της υποστήριξης της ανάπτυξης στον μακρύ δρόμο για τα ην ανάκαμψη.
Οι αρθρογράφοι είναι: Ο πρώτος fellow στο University of Oxford και πρώην διοικητής της Swiss National Bank, και ο δεύτερος CEO της Alliance Partners και πρώην σύμβουλος του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Ο διοικητής της ΕΚΤ, Mario Draghi, έχει μειώσει τον κίνδυνο διάλυσης της ευρωζώνης, αναλαμβάνοντας να αγοράσει απεριόριστες ποσότητες κρατικών ομολόγων στην δευτερογενή αγορά. Για να γίνουν οι αγορές από την ΕΚΤ είναι απαραίτητες βαθιές μεταρρυθμίσεις στους προϋπολογισμούς και τις οικονομίες των εθνών.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel, έχει δίκιο που επιμένει να γίνουν αυτές οι μεταρρυθμίσεις μέσα στον χρόνο. Μια ουσιαστική όμως λύση στην κρίση απαιτεί επίσης να τονωθεί το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα για να αποκατασταθεί η ροή πιστώσεων στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Η Ευρώπη πρέπει εντέλει να βγει από την κρίση με ανάπτυξη. Οι οικονομίες δεν θα αναπτυχθούν αν δεν έχουν οι τράπεζες αρκετά κεφάλαια να δανείσουν και οι επιχειρήσεις την εμπιστοσύνη να δανειστούν για να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους. Όπως έγινε στις ΗΠΑ το 2008 και 2009, η παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας δεν μπορεί να πετύχει μόνη της.
Τότε, οι κινήσεις της Federal Reserve ήταν μεγάλες, δημιουργικές και απαραίτητες για να μπει ένα στήριγμα κάτω από το καταρρέον πιστωτικό σύστημα. Όμως, αυτά που μπορούσε να πετύχει από μόνη της η Fed ήταν περιορισμένα. Στις ΗΠΑ, για το τέλος της τραπεζικής κρίσηςχρειάστηκαν επενδυσεις ιδιωτικων κεφαλαίων, με την ενθάρρυνση στων κινήτρων και δημοσιονομικών δεσμεύσεων της κυβέρνησης.
Το ίδιο πρέπει να γίνει στην Ευρώπη.
Τώρα έχει έλθει η ώρα να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις αποδυναμωμένες τράπεζες της Ευρώπης μέσω της επιταχυμένης εισαγωγής αυστηρών, αξιόπιστων κεφαλαιακών στάνταρ και την εισροή φρέσκων ιδιωτικών κεφαλαίων. Οι τράπεζες θα αρχίσουν να δανείζουν μόνο όταν έχουν επαρκή κεφάλαια και ρευστότητα. Η συμβατική σοφία ότι τα πιο δυναμικά στάνταρ κεφαλαίου περιορίζουν τον δανεισμό, δεν επαληθεύεται ούτε στην οικονομική θεωρία ούτε στην πράξη. Στις ΗΠΑ, όπου οι μεγαλύτερες τράπεζες υποχρεώθηκαν να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους το 2009, τα επιχειρηματικά δάνεια από τις εμπορικές τράπεζες έχουν αυξηθεί σημαντικά έκτοτε.
Το διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙΙ απαιτεί από τις τράπεζες να εφαρμόσουν επαρκή κεφαλαιακά στάνταρ σταδιακά ως το 2019. Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει τόσο πολύ. Το να περιμένει επτά χρόνια για να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες του τραπεζικού συστήματος ενέχει τον κίνδυνο για επτά ακόμη χρόνια αδύναμης ανάπτυξης.
Αυτό που προτείνουμε είναι να απαιτηθεί από τις μεγαλύτερες τράπεζες της ευρωζώνης να εναρμονιστούν με την Βασιλεία ΙΙΙ ως τα τέλη του 2013, μετά από μια επιβλητική και αξιόπιστη επικύρωση των ισολογισμών τους. Για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία, η ΕΚΤ θα πρέπει να καθοδηγήσει αυτή την επικύρωση. Οι τράπεζες θα πρέπει στην συνέχεια να αυξήσουν τους κεφαλαιακούς συντελεστές τους αυξάνοντας τα μετοχικά τους κεφάλαια, όχι μειώνοντας τις πιστώσεις και άρα βαθαίνοντας στην κρίση.
Ενόσο δρομολογείται αυτή η διαδικασία επικύρωσης, η ευρωζώνη θα πρέπει να δράσει για να περιορίσει τις αβεβαιότητες στις αγορές για την τελική μοίρα των πιο σημαντικών τραπεζών της. Οι κυβερνήσεις μπορούν να το πετύχουν αυτό με δέσμευση να παράσχουν κρατικά κεφάλαια,στο βαθμό που αυτές οι τράπεζες κρίνεται ότι έχουν ανάγκη πρόσθετης χρηματοδότησης και δεν είναι σε θέση να αυξήσουν τα ιδιωτικά τους κεφάλαια για να αντεπεξέλθουν στα νέα στάνταρ. Αυτού του είδους η προσέγγιση είχε αποδώσει στις ΗΠΑ.
Το 2009, η αμερικανική κυβέρνηση αποτίμησε τους ισολογισμούς των 19 μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας και τους επέβαλε αυστηρές κεφαλαιακές απαιτήσεις. Το υπουργείο Οικονομικών δεσμεύθηκε ότι, οποιαδήποτε τράπεζα δεν αυξήσει αρκετά τα ιδιωτικά κεφάλαια, αντ’αυτού θα λάβει κεφάλαια μέσω επενδύσεων της αμερικανικής κυβέρνησης.
Ολες οι τράπεζες κατόρθωσαν να αντεπεξέλθουν στα νέα στάνταρ αποκλειστικά από ιδιωτικές πηγές. Εκείνη ήταν η αρχή του τέλους της τραπεζικής κρίσης στις ΗΠΑ.
Αν δεσμευθούν να αγοράσουν μετοχικά μερίδια σε μεγάλες τράπεζες, σε τιμή βασισμένη σε μια έκπτωση σε σχέση με την σημερινή τιμή στην αγορά, οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης θα βάλουν ένα στήριγμα στην αύξηση κεφαλαίων. Αυτό θα δώσει στους ιδιώτες επενδυτές την εμπιστοσύνη ώστε να επενδύσουν.
Βάζοντας αυτό το «στήριγμα» σε αρκετή έκπτωση σε σχέση με τις τρέχουσες τιμές, θα είναιτίμιο απέναντι στους φορολογούμενους και θα δώσει μεγάλα κίνητρα στις τράπεζες να επιτύχουν τα απαιτούμενα επίπεδα κεφαλαίων μέσα από τις αγορές, αντί να περιμένουν τις ενέσεις της κυβέρνησης.
Αν μια μεμονωμένη χώρα δεν κατορθώσει να παράσχει ένα αξιόπιστο «στήριγμα» θα πρέπει να βοηθηθεί μέσω του European Stability Mechanism.
Οποιοδήποτε πρόγραμμα αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ για μια συγκεκριμένη χώρα θα πρέπει επίσης να εξαρτάται από την δέσμευση της χώρας στο σχέδιο ανακεφαλαίωσης των τραπεζών.
Αυτό που προτείνουμε δεν λύνει όλες τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωζώνη. Αυτές οι προκλήσεις είναι περίπλοκες και απαιτούν πολιτική θέληση, λύσεις στρατηγικής και θεσμικές αλλαγές. Εντέλει, η κρίση της ευρωζώνης δεν είναι μια, αλλά δύο κρίσεις: Μια δημοσιονομική κρίση χρεών και μια τραπεζική κρίση. Επειδή είναι αλληλένδετες, δεν μπορεί να λυθούν πλήρως αν δεν υπάρξει δράση και στα δύο μέτωπα.
Γι’αυτό και, μαζί με την δημοσιονομική και οικονομική μεταρρύθμιση, η Ευρώπη πρέπει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη σε ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που μπορεί να εξυπηρετήσει την κρίσιμη λειτουργία της υποστήριξης της ανάπτυξης στον μακρύ δρόμο για τα ην ανάκαμψη.
Οι αρθρογράφοι είναι: Ο πρώτος fellow στο University of Oxford και πρώην διοικητής της Swiss National Bank, και ο δεύτερος CEO της Alliance Partners και πρώην σύμβουλος του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Βαλκανικά στηρίγματα στο σκοπιανό
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ