2012-09-28 19:15:04
Δροσερό, υγιεινό και άκρως δελεαστικό για µια σειρά από λόγους, το παγωµένο γιαούρτι έχει µπει για τα καλά στη ζωή των Ελλήνων καταναλωτών που τον τελευταίο ένα χρόνο ιδίως, δείχνουν να το «εκτιµούν» ιδιαίτερα.
Ας ρίξουµε λοιπόν µια µατιά τόσο στο προϊόν όσο και στην επιχειρηµατική του διάσταση Νέα καταστήµατα frozen yogurt «φυτρώνουν» κυριολεκτικά καθηµερινά στις γειτονιές της Αθήνας, αλλά και των υπολοίπων ελληνικών πόλεων και µια νέα συνήθεια γεννιέται για τους λάτρεις του παγωτού…
Η τάση ξεκίνησε πριν από 40 περίπου χρόνια στην Αµερική, απευθυνόµενη κατά κύριο λόγο, στα άτοµα που επιθυµούσαν να χάσουν βάρος. Στις µέρες µας στα… γιαουρτάδικα δηµιουργείται το αδιαχώρητο, από άτοµα κάθε ηλικίας και σωµατικού βάρους. Το 1990, το frozen yogurt απέκτησε σηµαντικό µερίδιο στην παγκόσµια αγορά, ενώ από το 2011 άρχισε να κυριαρχεί στις ΗΠΑ, την Ιταλία και τη χώρα µας, ως µία τάση του υγιεινού τρόπου ζωής.
Σε ό,τι αφορά στην εµπορικότητά του, το ίδιο το προϊόν διαθέτει µια σειρά από χαρακτηριστικά που το καθιστούν άκρως ανταγωνιστικό προς το «αντίπαλο δέος» που είναι το παγωτό: το παγωµένο γιαούρτι απευθύνεται σε όλους ανεξαιρέτως τους καταναλωτές, διαθέτει λιγότερα λιπαρά σε σχέση µε το κλασικό παγωτό, είναι πλούσιο σε προβιοτικά, ασβέστιο, βιταµίνη D, έχει δηλαδή όλα τα συν του γιαουρτιού, και επιπλέον πολύ λιγότερες θερµίδες από τα υπόλοιπα επιδόρπια και γλυκά.
Παγωµένο γιαούρτι και διατροφή
Είναι γενικά παραδεκτό, από ειδικούς και µη, ότι το παγωµένο γιαούρτι είναι γευστικό και συνάµα θρεπτικό. Το τελικό προϊόν είναι συνήθως αποτέλεσµα της µίξης άπαχου γάλακτος, καλλιέργειας γιαουρτιού, της προσθήκης κάποιας γλυκαντικής ουσίας (συνηθέστερα φρουκτόζης), ενζύµων και ενός σταθεροποιητή.
Στα 100 γραµµάρια προϊόντος περιέχονται γύρω στις 115 θερµίδες και µόλις 2 γραµµάρια λιπαρά. Όπως και το κανονικό γιαούρτι, το παγωµένο αποτελεί πηγή πρωτεϊνών υψηλής βιολογικής αξίας, ασβεστίου, και –ανάλογα µε την πρώτη ύλη που χρησιµοποιείται- προβιοτικών. Τις περισσότερες φορές δεν περιέχει ζάχαρη ούτε γλουτένη, ενώ η περιεκτικότητά του σε λακτόζη είναι σχετικά περιορισµένη.
Το frozen yogurt προσφέρεται συνήθως σε τρία µεγέθη (µικρό, µεσαίο και µεγάλο) και σε διάφορες γεύσεις, όπως η κλασική, η µαστίχα, τα φρούτα του δάσους, η καρύδα, η σοκολάτα και άλλες. Μπορεί να συνδυαστεί µε µία τεράστια ποικιλία από toppings, όπως τα φρέσκα φρούτα (µάνγκο, ανανάς, µύρτιλλα, φράουλες, φρούτα του δάσους κ.λπ.), τα δηµητριακά, οι ξηροί καρποί, τα γλυκά του κουταλιού, η σοκολάτα (σε κοµµάτια ή σιρόπι) και το µπισκότο. Σίγουρα οι πιο «ασφαλείς» επιλογές είναι τα φρούτα, µε τα δηµητριακά και τους ξηρούς καρπούς να ακολουθούν, ενώ στις πιο «επικίνδυνες», ως προς το θερµιδικό τους φορτίο, η σοκολάτα και το µπισκότο.
Δεν θα ήταν, λοιπόν, υπερβολή να πούµε πως το frozen yogurt αποτελεί την ιδανική επιλογή γλυκού, για το καλοκαίρι και όχι µόνο, αφού συνδυάζει τη δροσιά και τη γεύση του παγωτού, µε τις θρεπτικές ιδιότητες και τις λίγες θερµίδες του γιαουρτιού. Το παγωµένο γιαούρτι µπορεί να καταναλωθεί από διαβητικούς, άτοµα που προσπαθούν να µειώσουν το σωµατικό τους βάρος, και όσους πάσχουν από κοιλιοκάκη ή δυσανεξία στη λακτόζη. Η προσεκτική επιλογή των toppings µπορεί να προσφέρει στον καταναλωτή ένα γλυκό σνακ, χαµηλό σε θερµίδες, αλλά υψηλό σε γεύση και θρεπτική αξία.
Η γνώµη του ειδικού
Η κυρία Κατερίνα Βαµβούκα, Κλινική διαιτολόγος- διατροφολόγος και µέλος του Πανελλήνιου Διαιτολογικού Συλλόγου, µας βοηθά να διευκρινίσουµε κάποιες «αλήθειες και ψέµατα» σχετικά µε το αγαπητό πλέον, παγωµένο γιαούρτι.
«Όπως µε όλα τα προϊόντα διατροφής, έτσι και στη συγκεκριµένη περίπτωση, µεγάλο ρόλο παίζει η ποσότητα. Αν το καλοσκεφτούµε, ένα κεσεδάκι κλασικού στραγγιστού γιαουρτιού περιέχει 200γρ προϊόντος. Στο παγωµένο όµως γιαούρτι η ποσότητα ποικίλλει και είναι ανάλογη µε την ‘όρεξη’ του καταναλωτή. Και επειδή όλα είναι θέµα ψυχολογίας, πολύ συχνά τα προσφερόµενα κυπελλάκια και το γεγονός ότι πρόκειται για καταστήµατα self-service ωθούν τον πελάτη στο να το γεµίσει και φυσικά να καταναλώσει ένα τεράστιο κύπελλο, φτάνοντας σε ποσότητες µέχρι και 400 γραµµάρια», τονίζει.
«Στα παραπάνω, θα πρέπει να λάβουµε υπόψη µας και τις προσφερόµενες γαρνιτούρες (toppings). Σαφώς και θα ήταν καλύτερο να επιλέξουµε φρούτα, και ιδίως φρούτα του δάσους που περιέχουν λιγότερη ‘ζάχαρη’ από τα σταφύλια ή το µάνγκο, και ξηρούς καρπούς, αντί για µπισκότα και σοκολάτα», επισηµαίνει. «Το ότι πρόκειται για µια υγιεινή επιλογή δεν σηµαίνει βέβαια ότι είναι και διαιτητική. Για κάποιον που βρίσκεται, π.χ. σε δίαιτα ή απλώς προσέχει τη διατροφή του, µια συνιστώµενη ποσότητα θα ήταν τα 200γρ µία φορά την εβδοµάδα και όχι καθηµερινά. Με αυτόν τον τρόπο, επιλέγουµε ένα δροσιστικό και εύγευστο επιδόρπιο, χωρίς να ξεφεύγουµε στις θερµίδες, τη ζάχαρη και τα λιπαρά», συµπληρώνει.
«Σε κάθε περίπτωση, η ποσότητα και η προσοχή στις γαρνιτούρες είναι το παν», καταλήγει η ειδικός.
ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ. Επιχειρηµατική ευκαιρία σε δύσκολους καιρούς;
Τα καταστήµατα λειτουργούν ως take away και είτε το προσωπικό, είτε ο ίδιος ο πελάτης «γεµίζει» το κυπελάκι του, προσθέτει τα toppings και στη συνέχεια πληρώνει ανά µερίδα ή ανά βάρος. Το frozen yogurt έχει τιµή λιανικής από 16€ έως 20€ το κιλό. Το βασικό προϊόν, δηλαδή το frozen yogurt είτε αγοράζεται κατεψυγµένο και τοποθετείται στη µηχανή, είτε παρασκευάζεται στο κατάστηµα από φρέσκο γάλα και γιαούρτι, σταθεροποιητή και φυσικά αρώµατα. Στα καταστήµατα αυτά, εκτός από γιαούρτι βρίσκει κανείς smoothies, χυµούς, φρουτοσαλάτες, καφέδες, ροφήµατα, παγωτά και βάφλες, κρέπες, cupcakes και πολλά άλλα.
Οι επιλογές για τους ενδιαφερόµενους νέους επιχειρηµατίες είναι πολλές, µε το frozen yogurt να βρίσκεται σήµερα στην top λίστα των επενδυτικών προτάσεων για το 2012. Η υποστήριξη από τη µητρική εταιρεία (σε περίπτωση franchise), η ποιότητα του προϊόντος, η διαφοροποίηση προϊόντων και concept, το product mix, τα toppings καθώς και η συνολική εµπειρία της γεύσης και της εξυπηρέτησης, διαφοροποιούν µεταξύ τους τις προτάσεις της αγοράς, µε κύριο παράγοντα επιτυχίας το σηµείο όπου θα στηθεί το κατάστηµα και µε ιδιαίτερη σηµασία να δίνεται, για τη µακροχρόνια βιωσιµότητα, στις ικανότητες της µητρικής στο δίπτυχο «product mix και marketing».
Με το κεφάλαιο για τη δηµιουργία ενός τέτοιου καταστήµατος να κυµαίνεται ανάµεσα σε 35.000 µε 55.000 €, η ευκαιρία µοιάζει ενδιαφέρουσα, αλλά και σχετικά προσιτή για νέους, που δεν επιθυµούν ή δεν µπορούν να ρισκάρουν µεγάλα χρηµατικά ποσά. Και καθώς τα εν λόγω καταστήµατα έχουν αρχίσει να ανοίγουν σε κάθε εµπορική περιοχή της χώρας, καταγράφοντας ασυνήθιστα υψηλούς τζίρους και µε άνω των 60 νέων καταστηµάτων να ξεκινούν πολύ γρήγορα τη λειτουργία τους, η συγκεκριµένη επιχειρηµατική κίνηση είναι εύλογο να έχει εγείρει το ενδιαφέρον αρκετών. Άλλωστε, οι ηµερήσιες εισπράξεις κυµαίνονται από 1.500 € έως 3.500 €, ενώ σε περιπτώσεις εξαιρετικά δυνατών εµπορικών θέσεων ξεπερνούν ακόµη και τα 4.500 €!
Παράλληλα, το κόστος τροφοδοσίας (food cost) κυµαίνεται από 18% έως 29% µε αποτέλεσµα να διαµορφώνονται εξαιρετικά µικτά κέρδη, τα οποία, σε συνδυασµό µε τον χαµηλό αριθµό προσωπικού, λόγω του take away, οδηγούν σε υψηλές αποδόσεις. Δεν πρέπει ακόµα, να αµελήσουµε το γεγονός ότι πρόκειται για «µικρά», από άποψη τετραγωνικών, καταστήµατα, σε θέσεις -κλειδιά των εµπορικών περιοχών.
Βάµβουκα Κατερίνα
Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος
Μέλος Πανελληνίου Διαιτολογικού Συλλόγου
lifepositive.gr
Ας ρίξουµε λοιπόν µια µατιά τόσο στο προϊόν όσο και στην επιχειρηµατική του διάσταση Νέα καταστήµατα frozen yogurt «φυτρώνουν» κυριολεκτικά καθηµερινά στις γειτονιές της Αθήνας, αλλά και των υπολοίπων ελληνικών πόλεων και µια νέα συνήθεια γεννιέται για τους λάτρεις του παγωτού…
Η τάση ξεκίνησε πριν από 40 περίπου χρόνια στην Αµερική, απευθυνόµενη κατά κύριο λόγο, στα άτοµα που επιθυµούσαν να χάσουν βάρος. Στις µέρες µας στα… γιαουρτάδικα δηµιουργείται το αδιαχώρητο, από άτοµα κάθε ηλικίας και σωµατικού βάρους. Το 1990, το frozen yogurt απέκτησε σηµαντικό µερίδιο στην παγκόσµια αγορά, ενώ από το 2011 άρχισε να κυριαρχεί στις ΗΠΑ, την Ιταλία και τη χώρα µας, ως µία τάση του υγιεινού τρόπου ζωής.
Σε ό,τι αφορά στην εµπορικότητά του, το ίδιο το προϊόν διαθέτει µια σειρά από χαρακτηριστικά που το καθιστούν άκρως ανταγωνιστικό προς το «αντίπαλο δέος» που είναι το παγωτό: το παγωµένο γιαούρτι απευθύνεται σε όλους ανεξαιρέτως τους καταναλωτές, διαθέτει λιγότερα λιπαρά σε σχέση µε το κλασικό παγωτό, είναι πλούσιο σε προβιοτικά, ασβέστιο, βιταµίνη D, έχει δηλαδή όλα τα συν του γιαουρτιού, και επιπλέον πολύ λιγότερες θερµίδες από τα υπόλοιπα επιδόρπια και γλυκά.
Παγωµένο γιαούρτι και διατροφή
Είναι γενικά παραδεκτό, από ειδικούς και µη, ότι το παγωµένο γιαούρτι είναι γευστικό και συνάµα θρεπτικό. Το τελικό προϊόν είναι συνήθως αποτέλεσµα της µίξης άπαχου γάλακτος, καλλιέργειας γιαουρτιού, της προσθήκης κάποιας γλυκαντικής ουσίας (συνηθέστερα φρουκτόζης), ενζύµων και ενός σταθεροποιητή.
Στα 100 γραµµάρια προϊόντος περιέχονται γύρω στις 115 θερµίδες και µόλις 2 γραµµάρια λιπαρά. Όπως και το κανονικό γιαούρτι, το παγωµένο αποτελεί πηγή πρωτεϊνών υψηλής βιολογικής αξίας, ασβεστίου, και –ανάλογα µε την πρώτη ύλη που χρησιµοποιείται- προβιοτικών. Τις περισσότερες φορές δεν περιέχει ζάχαρη ούτε γλουτένη, ενώ η περιεκτικότητά του σε λακτόζη είναι σχετικά περιορισµένη.
Το frozen yogurt προσφέρεται συνήθως σε τρία µεγέθη (µικρό, µεσαίο και µεγάλο) και σε διάφορες γεύσεις, όπως η κλασική, η µαστίχα, τα φρούτα του δάσους, η καρύδα, η σοκολάτα και άλλες. Μπορεί να συνδυαστεί µε µία τεράστια ποικιλία από toppings, όπως τα φρέσκα φρούτα (µάνγκο, ανανάς, µύρτιλλα, φράουλες, φρούτα του δάσους κ.λπ.), τα δηµητριακά, οι ξηροί καρποί, τα γλυκά του κουταλιού, η σοκολάτα (σε κοµµάτια ή σιρόπι) και το µπισκότο. Σίγουρα οι πιο «ασφαλείς» επιλογές είναι τα φρούτα, µε τα δηµητριακά και τους ξηρούς καρπούς να ακολουθούν, ενώ στις πιο «επικίνδυνες», ως προς το θερµιδικό τους φορτίο, η σοκολάτα και το µπισκότο.
Δεν θα ήταν, λοιπόν, υπερβολή να πούµε πως το frozen yogurt αποτελεί την ιδανική επιλογή γλυκού, για το καλοκαίρι και όχι µόνο, αφού συνδυάζει τη δροσιά και τη γεύση του παγωτού, µε τις θρεπτικές ιδιότητες και τις λίγες θερµίδες του γιαουρτιού. Το παγωµένο γιαούρτι µπορεί να καταναλωθεί από διαβητικούς, άτοµα που προσπαθούν να µειώσουν το σωµατικό τους βάρος, και όσους πάσχουν από κοιλιοκάκη ή δυσανεξία στη λακτόζη. Η προσεκτική επιλογή των toppings µπορεί να προσφέρει στον καταναλωτή ένα γλυκό σνακ, χαµηλό σε θερµίδες, αλλά υψηλό σε γεύση και θρεπτική αξία.
Η γνώµη του ειδικού
Η κυρία Κατερίνα Βαµβούκα, Κλινική διαιτολόγος- διατροφολόγος και µέλος του Πανελλήνιου Διαιτολογικού Συλλόγου, µας βοηθά να διευκρινίσουµε κάποιες «αλήθειες και ψέµατα» σχετικά µε το αγαπητό πλέον, παγωµένο γιαούρτι.
«Όπως µε όλα τα προϊόντα διατροφής, έτσι και στη συγκεκριµένη περίπτωση, µεγάλο ρόλο παίζει η ποσότητα. Αν το καλοσκεφτούµε, ένα κεσεδάκι κλασικού στραγγιστού γιαουρτιού περιέχει 200γρ προϊόντος. Στο παγωµένο όµως γιαούρτι η ποσότητα ποικίλλει και είναι ανάλογη µε την ‘όρεξη’ του καταναλωτή. Και επειδή όλα είναι θέµα ψυχολογίας, πολύ συχνά τα προσφερόµενα κυπελλάκια και το γεγονός ότι πρόκειται για καταστήµατα self-service ωθούν τον πελάτη στο να το γεµίσει και φυσικά να καταναλώσει ένα τεράστιο κύπελλο, φτάνοντας σε ποσότητες µέχρι και 400 γραµµάρια», τονίζει.
«Στα παραπάνω, θα πρέπει να λάβουµε υπόψη µας και τις προσφερόµενες γαρνιτούρες (toppings). Σαφώς και θα ήταν καλύτερο να επιλέξουµε φρούτα, και ιδίως φρούτα του δάσους που περιέχουν λιγότερη ‘ζάχαρη’ από τα σταφύλια ή το µάνγκο, και ξηρούς καρπούς, αντί για µπισκότα και σοκολάτα», επισηµαίνει. «Το ότι πρόκειται για µια υγιεινή επιλογή δεν σηµαίνει βέβαια ότι είναι και διαιτητική. Για κάποιον που βρίσκεται, π.χ. σε δίαιτα ή απλώς προσέχει τη διατροφή του, µια συνιστώµενη ποσότητα θα ήταν τα 200γρ µία φορά την εβδοµάδα και όχι καθηµερινά. Με αυτόν τον τρόπο, επιλέγουµε ένα δροσιστικό και εύγευστο επιδόρπιο, χωρίς να ξεφεύγουµε στις θερµίδες, τη ζάχαρη και τα λιπαρά», συµπληρώνει.
«Σε κάθε περίπτωση, η ποσότητα και η προσοχή στις γαρνιτούρες είναι το παν», καταλήγει η ειδικός.
ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ. Επιχειρηµατική ευκαιρία σε δύσκολους καιρούς;
Τα καταστήµατα λειτουργούν ως take away και είτε το προσωπικό, είτε ο ίδιος ο πελάτης «γεµίζει» το κυπελάκι του, προσθέτει τα toppings και στη συνέχεια πληρώνει ανά µερίδα ή ανά βάρος. Το frozen yogurt έχει τιµή λιανικής από 16€ έως 20€ το κιλό. Το βασικό προϊόν, δηλαδή το frozen yogurt είτε αγοράζεται κατεψυγµένο και τοποθετείται στη µηχανή, είτε παρασκευάζεται στο κατάστηµα από φρέσκο γάλα και γιαούρτι, σταθεροποιητή και φυσικά αρώµατα. Στα καταστήµατα αυτά, εκτός από γιαούρτι βρίσκει κανείς smoothies, χυµούς, φρουτοσαλάτες, καφέδες, ροφήµατα, παγωτά και βάφλες, κρέπες, cupcakes και πολλά άλλα.
Οι επιλογές για τους ενδιαφερόµενους νέους επιχειρηµατίες είναι πολλές, µε το frozen yogurt να βρίσκεται σήµερα στην top λίστα των επενδυτικών προτάσεων για το 2012. Η υποστήριξη από τη µητρική εταιρεία (σε περίπτωση franchise), η ποιότητα του προϊόντος, η διαφοροποίηση προϊόντων και concept, το product mix, τα toppings καθώς και η συνολική εµπειρία της γεύσης και της εξυπηρέτησης, διαφοροποιούν µεταξύ τους τις προτάσεις της αγοράς, µε κύριο παράγοντα επιτυχίας το σηµείο όπου θα στηθεί το κατάστηµα και µε ιδιαίτερη σηµασία να δίνεται, για τη µακροχρόνια βιωσιµότητα, στις ικανότητες της µητρικής στο δίπτυχο «product mix και marketing».
Με το κεφάλαιο για τη δηµιουργία ενός τέτοιου καταστήµατος να κυµαίνεται ανάµεσα σε 35.000 µε 55.000 €, η ευκαιρία µοιάζει ενδιαφέρουσα, αλλά και σχετικά προσιτή για νέους, που δεν επιθυµούν ή δεν µπορούν να ρισκάρουν µεγάλα χρηµατικά ποσά. Και καθώς τα εν λόγω καταστήµατα έχουν αρχίσει να ανοίγουν σε κάθε εµπορική περιοχή της χώρας, καταγράφοντας ασυνήθιστα υψηλούς τζίρους και µε άνω των 60 νέων καταστηµάτων να ξεκινούν πολύ γρήγορα τη λειτουργία τους, η συγκεκριµένη επιχειρηµατική κίνηση είναι εύλογο να έχει εγείρει το ενδιαφέρον αρκετών. Άλλωστε, οι ηµερήσιες εισπράξεις κυµαίνονται από 1.500 € έως 3.500 €, ενώ σε περιπτώσεις εξαιρετικά δυνατών εµπορικών θέσεων ξεπερνούν ακόµη και τα 4.500 €!
Παράλληλα, το κόστος τροφοδοσίας (food cost) κυµαίνεται από 18% έως 29% µε αποτέλεσµα να διαµορφώνονται εξαιρετικά µικτά κέρδη, τα οποία, σε συνδυασµό µε τον χαµηλό αριθµό προσωπικού, λόγω του take away, οδηγούν σε υψηλές αποδόσεις. Δεν πρέπει ακόµα, να αµελήσουµε το γεγονός ότι πρόκειται για «µικρά», από άποψη τετραγωνικών, καταστήµατα, σε θέσεις -κλειδιά των εµπορικών περιοχών.
Βάµβουκα Κατερίνα
Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος
Μέλος Πανελληνίου Διαιτολογικού Συλλόγου
lifepositive.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ