2012-03-20 08:39:58
Σε κίνδυνο βρίσκονται τα αποθέματα νερού στην Ελλάδα, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής που ήδη έχει εμφανίσει τα πρώτα της σημάδια, αλλά και της κατασπατάλησης του πολύτιμου αγαθού. Μεγαλύτερο πρόβλημα ξηρασίας αντιμετωπίζουν οι ανατολικές περιοχές της χωράς, οι οποίες μαζί με τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη δέχονται μικρά και πολύ άνισα κατανεμημένα στον χρόνο ποσά βροχής. Βιώνουν, δηλαδή, καταστροφικές πλημμύρες ιδιαίτερα τον χειμώνα και μεγάλες ξηρασίες το καλοκαίρι. Οι μεγάλοι χρήστες του πόσιμου νερού είναι ο αγροτικός τομέας, που χρησιμοποιεί το 86% των διαθέσιμων αποθεμάτων, και ο οικιακός τομέας, που καταναλώνει περίπου το 10%. Ειδικά για τη μείωση της κατανάλωσης στη γεωργία, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της Real planet, το υπουργείο Περιβάλλοντος ετοιμάζει νομοσχέδιο για την αλλαγή της τιμολόγησης του νερού άρδευσης, όχι σύμφωνα με τα στρέμματα, αλλά βάσει της χρήσης που κάνει κάθε παραγωγός.
«Η μεγαλύτερη κατανάλωση (αγροτική, αστική) γίνεται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της χώρας, που μειονεκτούν από πλευράς φυσικού εμπλουτισμού. Ειδικά για την ξηρασία, οι περιοχές αυτές βιώνουν ένα καθεστώς ενδημικής έλλειψης νερού που, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, απασχολεί λιγότερο ή περισσότερο. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την πολύ υψηλή κατανάλωση και τη μεγάλη σπατάλη νερού που γίνεται σ’ αυτές τις περιοχές, με ιδιαίτερη δε ένταση στη Θεσσαλία για την αγροτική χρήση και στην Αττική για την αστική, δημιουργεί σχεδόν μόνιμες συνθήκες λειψυδρίας, δηλαδή διαρκούς επικινδυνότητας έλλειψης νερού και μη κάλυψης της ζήτησης», εξηγεί η καθηγήτρια στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ και διευθύντρια του Εργαστηρίου Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων, Μαρία Μιμίκου.
Άνυδρες περιοχές
Την τελευταία δεκαετία, ο ικανοποιητικός βαθμός βροχοπτώσεων -σε συχνότητα και ποσότητα- έχει βελτιώσει τα αποθέματα της χώρας σε σχέση με τις δεκαετίες ’80 και ’90, όπου υπήρξε μια διαχρονική μείωση των αποθεμάτων, η οποία σε ορισμένα ελληνικά ποτάμια έφτασε το 60% των μέσων ετήσιων παροχών νερού. Ωστόσο, ο κίνδυνος ξηρασίας εξαιτίας της αλλαγής του κλίματος δεν έχει απομακρυνθεί, ειδικά σε συγκεκριμένες περιοχές, όπου -σύμφωνα με τους επιστήμονες- θα χρειαστεί να ληφθούν μέτρα. «Στη σημερινή περίοδο, τα αποθέματα νερού είναι σε σχετικά καλή κατάσταση, αφού οι βροχοπτώσεις την τελευταία τριετία ήταν κοντά ή υψηλότερα από τον μέσο όρο της τελευταίας τριακονταετίας. Εξαίρεση αποτελούν ορισμένες εντατικά καλλιεργούμενες περιοχές, όπως για παράδειγμα η Θεσσαλία και κάποια άνυδρα νησιά του Αιγαίου, όπου η διαθεσιμότητα του νερού παραμένει χαμηλή, εξαιτίας κυρίως λόγω της κακής διαχείρισης του φυσικού αυτού πόρου και λιγότερο λόγω των χαμηλών βροχοπτώσεων στις συγκεκριμένες περιοχές. Το κρίσιμο ερώτημα, όμως, είναι τι θα γίνει στο άμεσο μέλλον, με δεδομένες τις επερχόμενες κλιματικές αλλαγές, αλλά και την ανάγκη της χώρας για οικονομική ανάπτυξη, η οποία απαιτεί αποθέματα υδάτινων πόρων», αναρωτιέται ο γεωλόγος, ειδικός σε θέματα διαχείρισης υδάτων του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών, Ηλίας Δημητρίου.
Σύμφωνα με τις πρόσφατες μελέτες της Διεθνούς Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, τις επόμενες δεκαετίες οι βροχοπτώσεις της Μεσογείου προβλέπεται να ελαττωθούν έως και 20% σε σχέση με τα δεδομένα του 1990, γεγονός που θα οδηγήσει σε αντίστοιχη μείωση των αποθεμάτων νερού. «Στο προσεχές διάστημα θα απαιτηθεί να ληφθούν έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα για την εξοικονόμηση και εξασφάλιση των απαιτούμενων αποθεμάτων νερού, κάτι που όμως δεν είναι εφικτό, λόγω της μεγάλης σπατάλης που καταγράφεται στη χώρα μας και ιδιαίτερα στον αγροτικό και τουριστικό τομέα», επισημαίνει ο Ηλ. Δημητρίου. Χαρακτηριστικό είναι πως στην καθημερινότητά μας καταναλώνουμε δεκαπλάσια ποσότητα νερού σε σχέση με αυτή που έχουμε πραγματικά ανάγκη. Από αυτή την ποσότητα, το 40% απορρίπτεται από την τουαλέτα, το 25% χρησιμοποιείται στο μπάνιο και στο ντους, το 20% στο πλύσιμο των ρούχων και των πιάτων, το 10% στο μαγείρεμα και το 5% στο καθάρισμα.
SOS για τα αποθέματα
Η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και η κλιματική αλλαγή απειλούν με συρρίκνωση τα διαθέσιμα αποθέματα του πόσιμου νερού στον πλανήτη, που αντιστοιχεί μόλις στο 1% της συνολικής ποσότητας.
Ηδη, περισσότερο από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ενώ πάνω από δύο δισεκατομμύρια δεν διαθέτουν νερό για τις στοιχειώδες ανάγκες υγιεινής, οδηγώντας στον θάνατο από επιδημίες -που μπορούν να προληφθούν- πέντε εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο, κυρίως παιδιά.
Στο μέλλον η κατάσταση προβλέπεται να γίνει ακόμη πιο εφιαλτική, κυρίως λόγω της αύξησης του πληθυσμού στις αναπτυγμένες χώρες και, συνεπώς, του πολλαπλασιασμού της κατανάλωσης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων, τα επόμενα 15 χρόνια, 1,8 δισεκατομμύριο άνθρωποι θα ζει σε χώρες ή σε περιοχές με σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας, ενώ τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού θα διαβιούν σε συνθήκες ξηρασίας. Επιπλέον, η χρήση του πόσιμου νερού θα αυξηθεί, σύμφωνα με τις προβλέψεις των επιστημόνων, κατά 50% στον αναπτυγμένο κόσμο και κατά 18% στις χώρες που βρίσκονται υπό ανάπτυξη.
Τα υπόγεια νερά, στα οποία βρίσκεται το 30% του διαθέσιμου πόσιμου, αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο από την υπεράντληση και τη ρύπανση. Ηδη το νερό σε πολλούς υδροφορείς είναι ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση εξαιτίας της ανθρωπογενούς παρέμβασης και ο ρυθμός της άντλησής του υπερβαίνει τον χρόνο που χρειάζεται για να αναπληρωθεί. Σύμφωνα με το πρόγραμμα της αποτίμησης νερού της UNESCO, σε παγκόσμιο επίπεδο, το 70% των αποθεμάτων γλυκού νερού χρησιμοποιείται για άρδευση, το 22% για τη βιομηχανία και περίπου το 8% για οικιακή χρήση. Tromaktiko
«Η μεγαλύτερη κατανάλωση (αγροτική, αστική) γίνεται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της χώρας, που μειονεκτούν από πλευράς φυσικού εμπλουτισμού. Ειδικά για την ξηρασία, οι περιοχές αυτές βιώνουν ένα καθεστώς ενδημικής έλλειψης νερού που, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, απασχολεί λιγότερο ή περισσότερο. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την πολύ υψηλή κατανάλωση και τη μεγάλη σπατάλη νερού που γίνεται σ’ αυτές τις περιοχές, με ιδιαίτερη δε ένταση στη Θεσσαλία για την αγροτική χρήση και στην Αττική για την αστική, δημιουργεί σχεδόν μόνιμες συνθήκες λειψυδρίας, δηλαδή διαρκούς επικινδυνότητας έλλειψης νερού και μη κάλυψης της ζήτησης», εξηγεί η καθηγήτρια στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ και διευθύντρια του Εργαστηρίου Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων, Μαρία Μιμίκου.
Άνυδρες περιοχές
Την τελευταία δεκαετία, ο ικανοποιητικός βαθμός βροχοπτώσεων -σε συχνότητα και ποσότητα- έχει βελτιώσει τα αποθέματα της χώρας σε σχέση με τις δεκαετίες ’80 και ’90, όπου υπήρξε μια διαχρονική μείωση των αποθεμάτων, η οποία σε ορισμένα ελληνικά ποτάμια έφτασε το 60% των μέσων ετήσιων παροχών νερού. Ωστόσο, ο κίνδυνος ξηρασίας εξαιτίας της αλλαγής του κλίματος δεν έχει απομακρυνθεί, ειδικά σε συγκεκριμένες περιοχές, όπου -σύμφωνα με τους επιστήμονες- θα χρειαστεί να ληφθούν μέτρα. «Στη σημερινή περίοδο, τα αποθέματα νερού είναι σε σχετικά καλή κατάσταση, αφού οι βροχοπτώσεις την τελευταία τριετία ήταν κοντά ή υψηλότερα από τον μέσο όρο της τελευταίας τριακονταετίας. Εξαίρεση αποτελούν ορισμένες εντατικά καλλιεργούμενες περιοχές, όπως για παράδειγμα η Θεσσαλία και κάποια άνυδρα νησιά του Αιγαίου, όπου η διαθεσιμότητα του νερού παραμένει χαμηλή, εξαιτίας κυρίως λόγω της κακής διαχείρισης του φυσικού αυτού πόρου και λιγότερο λόγω των χαμηλών βροχοπτώσεων στις συγκεκριμένες περιοχές. Το κρίσιμο ερώτημα, όμως, είναι τι θα γίνει στο άμεσο μέλλον, με δεδομένες τις επερχόμενες κλιματικές αλλαγές, αλλά και την ανάγκη της χώρας για οικονομική ανάπτυξη, η οποία απαιτεί αποθέματα υδάτινων πόρων», αναρωτιέται ο γεωλόγος, ειδικός σε θέματα διαχείρισης υδάτων του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών, Ηλίας Δημητρίου.
Σύμφωνα με τις πρόσφατες μελέτες της Διεθνούς Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, τις επόμενες δεκαετίες οι βροχοπτώσεις της Μεσογείου προβλέπεται να ελαττωθούν έως και 20% σε σχέση με τα δεδομένα του 1990, γεγονός που θα οδηγήσει σε αντίστοιχη μείωση των αποθεμάτων νερού. «Στο προσεχές διάστημα θα απαιτηθεί να ληφθούν έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα για την εξοικονόμηση και εξασφάλιση των απαιτούμενων αποθεμάτων νερού, κάτι που όμως δεν είναι εφικτό, λόγω της μεγάλης σπατάλης που καταγράφεται στη χώρα μας και ιδιαίτερα στον αγροτικό και τουριστικό τομέα», επισημαίνει ο Ηλ. Δημητρίου. Χαρακτηριστικό είναι πως στην καθημερινότητά μας καταναλώνουμε δεκαπλάσια ποσότητα νερού σε σχέση με αυτή που έχουμε πραγματικά ανάγκη. Από αυτή την ποσότητα, το 40% απορρίπτεται από την τουαλέτα, το 25% χρησιμοποιείται στο μπάνιο και στο ντους, το 20% στο πλύσιμο των ρούχων και των πιάτων, το 10% στο μαγείρεμα και το 5% στο καθάρισμα.
SOS για τα αποθέματα
Η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και η κλιματική αλλαγή απειλούν με συρρίκνωση τα διαθέσιμα αποθέματα του πόσιμου νερού στον πλανήτη, που αντιστοιχεί μόλις στο 1% της συνολικής ποσότητας.
Ηδη, περισσότερο από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ενώ πάνω από δύο δισεκατομμύρια δεν διαθέτουν νερό για τις στοιχειώδες ανάγκες υγιεινής, οδηγώντας στον θάνατο από επιδημίες -που μπορούν να προληφθούν- πέντε εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο, κυρίως παιδιά.
Στο μέλλον η κατάσταση προβλέπεται να γίνει ακόμη πιο εφιαλτική, κυρίως λόγω της αύξησης του πληθυσμού στις αναπτυγμένες χώρες και, συνεπώς, του πολλαπλασιασμού της κατανάλωσης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων, τα επόμενα 15 χρόνια, 1,8 δισεκατομμύριο άνθρωποι θα ζει σε χώρες ή σε περιοχές με σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας, ενώ τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού θα διαβιούν σε συνθήκες ξηρασίας. Επιπλέον, η χρήση του πόσιμου νερού θα αυξηθεί, σύμφωνα με τις προβλέψεις των επιστημόνων, κατά 50% στον αναπτυγμένο κόσμο και κατά 18% στις χώρες που βρίσκονται υπό ανάπτυξη.
Τα υπόγεια νερά, στα οποία βρίσκεται το 30% του διαθέσιμου πόσιμου, αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο από την υπεράντληση και τη ρύπανση. Ηδη το νερό σε πολλούς υδροφορείς είναι ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση εξαιτίας της ανθρωπογενούς παρέμβασης και ο ρυθμός της άντλησής του υπερβαίνει τον χρόνο που χρειάζεται για να αναπληρωθεί. Σύμφωνα με το πρόγραμμα της αποτίμησης νερού της UNESCO, σε παγκόσμιο επίπεδο, το 70% των αποθεμάτων γλυκού νερού χρησιμοποιείται για άρδευση, το 22% για τη βιομηχανία και περίπου το 8% για οικιακή χρήση. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Σύλληψη διαχειριστή εταιρείας στη Θεσσαλονίκη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ