2012-10-07 18:15:03
Γράφει ο Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης
Δεν υπάρχει πιο εντυπωσιακός συνδυασμός για την αναπαράσταση μιας εποχής από αυτόν που συνδυάζει την Ιστορία με τη Λογοτεχνία. Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από τις νουάρ ιστορίες του Philip Kerr με τον τίτλο «Η τριλογία του Βερολίνου», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κεδρος, και συγκεκριμένα από το πρώτο μυθιστόρημα «Οι βιολέτες του Μάρτη». Στο βιβλίο αναπαρίσταται με τρομακτική καθαρότητα το Βερολίνο τις παραμονές και κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936. Ένα Βερολίνο με Τάγματα Εφόδου που καθάριζαν τους δρόμους από τους Εβραίους, τους κομμουνιστές και τα διαφορά άλλα «μιάσματα» που μόλυναν την καθαρότητα της άριας φυλής. Αυτό το άκρως μελαγχολικό Βερολίνο, με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που έχουν πιάσει ήδη δουλειά πριν ακόμα γίνουν παγκοσμίως γνωστά για τα «επιτεύγματά τους στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, την επίσης μελαγχολική Αθήνα του σήμερα.
Απόσπασμα
Το Νταχάου βρίσκεται δεκαπέντε χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Μονάχου. Κάποιος στο τρένο μού είπε πως ήταν το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης που έφτιαξε το Ράιχ. Το βρήκα απολύτως φυσιολογικό, αφού το Μόναχο αποτελούσε τη γενέτειρα του εθνικοσοσιαλισμού. Χτισμένο στα ερείπια ενός παλιού εργοστασίου εκρηκτικών, βρίσκεται αφύσικα κοντά σε κάποιες αγροτικές εκτάσεις της ευχάριστης βαυαρικής εξοχής. Εδώ που τα λέμε, το μόνο ευχάριστο στη Βαυαρία είναι η εξοχή της. Σε αντίθεση με τους ντόπιους. Ήμουν σίγουρος ότι απ’ αυτή την άποψη, όπως και από κάθε άλλη, το Νταχάου δεν θα με απογοήτευε. Στο Κολούμπια Χάους έλεγαν ότι το Νταχάου αποτελούσε πρότυπο για τα υπόλοιπα στρατόπεδα. Έλεγαν ότι υπήρχε μέχρι και ειδικό σχολείο για να μαθαίνουν οι άντρες των Ες Ες πώς να γίνονται ακόμα πιο βάναυσοι. Δεν έλεγαν ψέματα.
Οι συνήθεις μπότες και τα κοντάκια των όπλων μας βοήθησαν να βγούμε από τα βαγόνια. Κατευθυνθήκαμε ανατολικά, προς την είσοδο του στρατοπέδου. Εκεί υπήρχε ένα φυλάκιο και μια πύλη πάνω στην οποία βρισκόταν μια ταμπέλα με το σύνθημα «Η Εργασία Σε Απελευθερώνει». Το σύνθημα προκαλούσε το περιφρονητικό μειδίαμα των φυλακισμένων. Κανείς όμως δεν τολμούσε να το δείξει, αφού φοβόντουσαν το ξύλο.
Μπορούσα να σκεφτώ πολλά πράγματα ικανά να σε απελευθερώσουν, αλλά η εργασία δεν ήταν ένα απ’ αυτά. Ύστερα από πέντε λεπτά στο Νταχάου, ο θάνατος φάνταζε το καλύτερο απ’ όλα.
Μας οδήγησαν σε μία πλατεία που έμοιαζε με χώρο παρελάσεων. Το μακρύ κτίριο στη νότια πλευρά είχε μία οροφή με μεγάλη κλίση. Προς το βορρά υπήρχαν αμέτρητες σειρές από καταλύματα κι ανάμεσά τους ένας πλατύς, ίσιος δρόμος γεμάτος λεύκες. Ένιωσα να τα χάνω, καθώς συνειδητοποίησα το μέγεθος της αποστολής που είχα αναλάβει. Το Νταχάου ήταν τεράστιο. Ίσως περνούσαν μήνες προτού ανακαλύψω τον Μούτσμαν. Από κει και πέρα θα μου έπαιρνε χρόνο για να γνωριστούμε αρκετά, ώστε να μου εμπιστευτεί πού είχε κρύψει τα έγγραφα. Άρχισα να υποψιάζομαι ότι η όλη επιχείρηση δεν ήταν παρά ένα τεράστιο σαδιστικό αστείο από πλευράς Χάιντριχ.
Ο διοικητής του στρατοπέδου βγήκε απ’ το γραφείο του για να μας καλωσορίσει. Όπως και οι υπόλοιποι Βαυαροί, είχε ακόμα πολλά να μάθει σχετικά με τους κανόνες φιλοξενίας. Αυτό που πρόσφερε κυρίως ήταν τιμωρίες. Είπε ότι τριγύρω υπήρχαν αρκετά δέντρα, ώστε να μας κρεμάσει όλους. Ολοκλήρωσε το λόγο του υποσχόμενος μια κολασμένη παραμονή. Δεν είχα λόγο να τον αμφισβητήσω. Τουλάχιστον είχαμε καθαρό αέρα. Αυτό είναι ένα από τα δύο πράγματα που χαρακτηρίζουν τη Βαυαρία. Το άλλο είναι το μέγεθος του στήθους των γυναικών της περιοχής.
Στο Νταχάου υπήρχε το πιο ιδιόρρυθμο ραφείο της πόλης. Το ίδιο ίσχυε και για το κουρείο. Πήρα ένα ριγέ συνολάκι απ’ τη βιτρίνα, ξύλινα τσόκαρα, και στη συνέχεια πήγα για κούρεμα. Ήθελα να ζητήσω λάδι για τα μαλλιά, αλλά θα έπρεπε να το ρίξουν στο πάτωμα κι όχι στο κεφάλι μου. Τα πράγματα φάνηκαν να βελτιώνονται, ειδικά σε σύγκριση με το Κολούμπια Χάους, όταν μου έδωσαν τρεις κουβέρτες. Με έστειλαν σε ένα κατάλυμα για Άρι-ους. Μιλάμε για χώρους των εκατόν πενήντα ατόμων. Στα αντίστοιχα των Εβραίων στρίμωχναν τον τριπλάσιο αριθμό.
Λένε ότι πάντα υπάρχει κάποιος σε χειρότερη μοίρα από σένα. Αυτό είναι αλήθεια. Εκτός αν είσαι αρκετά άτυχος – με άλλα λόγια Εβραίος. Οι Εβραίοι στο Νταχάου δεν ήταν πολλοί, αλλά, σε κάθε περίπτωση, βρίσκονταν στη χειρότερη θέση. Το μόνο που «απολάμβαναν» σε μεγάλες ποσότητες ήταν ο αμφισβητήσιμος τρόπος απελευθέρωσης μέσω εργασίας. Στα καταλύματα των Αρίων το ποσοστό θανάτων ήταν ένα τοις εκατό. Στα εβραϊκά πλησίαζε το εφτά με οκτώ.
Το Νταχάου δεν ήταν μέρος για Εβραίους.
Σε γενικές γραμμές οι κρατούμενοι αντιπροσώπευαν όλο το φάσμα αντίστασης κατά των ναζί. Επιπλέον, εδώ βρίσκονταν όλοι οι άσπονδοι εχθροί των ναζί. Υπήρχαν σοσιαλιστές και κομμουνιστές, συνδικαλιστές, δικαστές, δικηγόροι, γιατροί, δάσκαλοι, στρατιωτικοί. Υπήρχαν δημοκρατικοί από τον Ισπανικό Εμφύλιο, μάρτυρες του Ιεχωβά, μασόνοι, καθολικοί παπάδες, Τσιγγάνοι, Εβραίοι, πνευματιστές, ομοφυλόφιλοι, ζητιάνοι, κλέφτες και δολοφόνοι. Όλοι στο Νταχάου ήταν Γερμανοί, εκτός από κάτι Ρώσους και κάποια πρώην μέλη του αυστριακού κοινοβουλίου. Κάποια στιγμή συνάντησα έναν κατάδικο που ήταν Εβραίος. Επίσης, ήταν ομοφυλόφιλος. Σαν να μην έφταναν αυτά, ήταν και κομμουνιστής. Αυτό σήμαινε τρία τρίγωνα. Η τύχη του δεν τον είχε εγκαταλείψει τρέχοντας αλλά πετώντας.
Δύο φορές τη μέρα μαζευόμασταν στην Άπελπλατς για Παρέλαση. Στη συνέχεια παρακολουθούσαμε το μαστίγωμα. Έδεναν έναν άντρα ή μια γυναίκα σε ένα δέντρο και μετρούσαν περίπου είκοσι πέντε βουρδουλιές στον γυμνό τους κώλο. Είδα πολλούς απ’ αυτούς να χέζονται πάνω τους την ώρα της τιμωρίας. Την πρώτη φορά ντράπηκα για λογαριασμό τους, αλλά αργότερα κάποιος μου είπε πως ήταν ο καλύτερος τρόπος για να χαλάσεις την αυτοσυγκέντρωση του άντρα με το μαστίγιο.
Η παρέλαση αποτελούσε την καλύτερη ευκαιρία που είχα για να βλέπω τους υπόλοιπους φυλακισμένους. Στο μυαλό μου σημείωνα ποιους άντρες είχα αποκλείσει. Μέσα σ’ ένα μήνα ο αριθμός τους είχε φτάσει πάνω από τριακόσιους.
Δεν ξεχνάω ποτέ πρόσωπα. Είναι ένα από τα πράγματα που σε κάνει καλό μπάτσο. Άλλωστε αυτός ήταν ένας απ’ τους λόγους που με είχαν σπρώξει να μπω στο Σώμα. Μόνο που αυτή τη φορά το τίμημα ήταν η ζωή μου. Οι καινούργιες αφίξεις αναστάτωναν τη μεθοδολογία μου. Ένιωθα σαν τον Ηρακλή που προσπαθούσε να καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία.
Πώς περιγράφεις το απερίγραπτο; Πώς μπορείς να μιλήσεις για κάτι που σε άφησε άφωνο από τρόμο; Υπάρχουν άλλοι, πολύ πιο ευφραδείς, που στάθηκαν ανίκανοι να βρουν τις κατάλληλες λέξεις. Πρόκειται για τη σιωπή που γεννάει η ντροπή, αφού ακόμα και οι αθώοι είναι ένοχοι. Στερούμενος τα δικαιώματά του, ο άνθρωπος ξαναγίνεται ζώο. Οι πεινασμένοι κλέβουν απ’ τους πεινασμένους. Η προσωπική επιβίωση αποτελεί τη μόνη έγνοια. Μια έγνοια που καταπατά, ή και διαγράφει ακόμα, το οποιοδήποτε βίωμα. Σκοπός του Νταχάου ήταν να δουλεύεις μέχρι να καταστρέψεις την πνευματική σου υπόσταση. Ο θάνατος ήταν ένα αναπάντεχο υποπροϊόν. Για να επιβιώσεις εσύ, οι άλλοι έπρεπε να υποφέρουν για λογαριασμό σου. Όταν χτυπούσαν ή λιντσάριζαν κάποιον άλλο, εσύ ήσουν ασφαλής - έστω και για λίγο. Άλλοτε πάλι, για μερικές μέρες, έτρωγες τη μερίδα του διπλανού σου, που είχε πεθάνει στον ύπνο του.
Για να παραμείνεις ζωντανός, πρέπει πρώτα να πεθάνεις λίγο.
Λίγο καιρό μετά την άφιξή μου στο Νταχάου τοποθετήθηκα επικεφαλής μιας ομάδας Εβραίων που έχτιζαν ένα εργαστήρι στη βορειοδυτική γωνία του στρατοπέδου. Έπρεπε να γεμίζουν καρότσια με πέτρες που ζύγιζαν μέχρι και τριάντα κιλά. Στη συνέχεια τα μετέφεραν από το λατομείο μέχρι το νταμάρι, ανεβαίνοντας το λόφο. Η απόσταση ήταν αρκετές εκατοντάδες μέτρα. Στο Νταχάου υπήρχαν αρκετά μέλη των Ες Ες. Δεν ήταν όλοι καθίκια. Ανάμεσά τους υπήρχαν και κάποιοι συγκριτικά μετριοπαθείς, που κατάφερναν να βγάζουν λεφτά στήνοντας μικρές δουλειές. Χρησιμοποιούσαν το φτηνό εργατικό δυναμικό και τους αναρίθμητους τεχνίτες που υπήρχαν στο Νταχάου. Αυτοί, λοιπόν, είχαν συμφέρον να μην εξαντλούν τους εργάτες. Οι άντρες των Ες Ες όμως που επέβλεπαν την κατασκευή του εργαστηρίου ήταν πραγματικά καθίκια. Οι περισσότεροι ήταν Βαυαροί αλήτες, πρώην άνεργοι. Σε σχέση με τους συναδέλφους τους στο Κολούμπια Χάους, ο σαδισμός τους ήταν λιγότερο εκλεπτυσμένος, αν και το ίδιο αποτελεσματικός. Η δουλειά μου ήταν εύκολη. Ως αρχηγός της ομάδας δεν αναγκαζόμουν να μεταφέρω πέτρες. Για τους Εβραίους όμως που δούλευαν υπό τις διαταγές μου η δουλειά ήταν εξαντλητική. Το χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση της κατασκευής ενός έργου ήταν αυστηρό. Οι άντρες των Ες Ες το έφτιαχναν επίτηδες έτσι. Σε περίπτωση αποτυχίας οι φυλακισμένοι δεν δικαιούνταν φαγητό ή νερό. Όσοι κατέρρεαν λόγω εξάντλησης θανατώνονταν επιτόπου.
Στην αρχή είπα να βάλω ένα χεράκι. Οι φρουροί το βρήκαν διασκεδαστικό. Όχι ότι η συμμετοχή μου έκανε ευκολότερο το έργο των Εβραίων. Ένας από τους φρουρούς είπε: «Μήπως γουστάρεις τους Εβραίους; Δεν σε καταλαβαίνω. Αφού δεν υπάρχει λόγος να τους βοηθάς, γιατί ασχολείσαι;».
Για μια στιγμή δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Έπειτα είπα: «Δεν το καταλαβαίνεις. Γι’ αυτό ασχολούμαι».
Φάνηκε να προβληματίζεται και στη συνέχεια κατσούφιασε. Για μια στιγμή πίστεψα ότι είχε προσβληθεί. Αμέσως μετά γέλασε και είπε: «Εσύ θα πεθάνεις, όχι εγώ».
topontiki.gr
Δεν υπάρχει πιο εντυπωσιακός συνδυασμός για την αναπαράσταση μιας εποχής από αυτόν που συνδυάζει την Ιστορία με τη Λογοτεχνία. Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από τις νουάρ ιστορίες του Philip Kerr με τον τίτλο «Η τριλογία του Βερολίνου», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κεδρος, και συγκεκριμένα από το πρώτο μυθιστόρημα «Οι βιολέτες του Μάρτη». Στο βιβλίο αναπαρίσταται με τρομακτική καθαρότητα το Βερολίνο τις παραμονές και κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936. Ένα Βερολίνο με Τάγματα Εφόδου που καθάριζαν τους δρόμους από τους Εβραίους, τους κομμουνιστές και τα διαφορά άλλα «μιάσματα» που μόλυναν την καθαρότητα της άριας φυλής. Αυτό το άκρως μελαγχολικό Βερολίνο, με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που έχουν πιάσει ήδη δουλειά πριν ακόμα γίνουν παγκοσμίως γνωστά για τα «επιτεύγματά τους στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, την επίσης μελαγχολική Αθήνα του σήμερα.
Απόσπασμα
Το Νταχάου βρίσκεται δεκαπέντε χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Μονάχου. Κάποιος στο τρένο μού είπε πως ήταν το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης που έφτιαξε το Ράιχ. Το βρήκα απολύτως φυσιολογικό, αφού το Μόναχο αποτελούσε τη γενέτειρα του εθνικοσοσιαλισμού. Χτισμένο στα ερείπια ενός παλιού εργοστασίου εκρηκτικών, βρίσκεται αφύσικα κοντά σε κάποιες αγροτικές εκτάσεις της ευχάριστης βαυαρικής εξοχής. Εδώ που τα λέμε, το μόνο ευχάριστο στη Βαυαρία είναι η εξοχή της. Σε αντίθεση με τους ντόπιους. Ήμουν σίγουρος ότι απ’ αυτή την άποψη, όπως και από κάθε άλλη, το Νταχάου δεν θα με απογοήτευε. Στο Κολούμπια Χάους έλεγαν ότι το Νταχάου αποτελούσε πρότυπο για τα υπόλοιπα στρατόπεδα. Έλεγαν ότι υπήρχε μέχρι και ειδικό σχολείο για να μαθαίνουν οι άντρες των Ες Ες πώς να γίνονται ακόμα πιο βάναυσοι. Δεν έλεγαν ψέματα.
Οι συνήθεις μπότες και τα κοντάκια των όπλων μας βοήθησαν να βγούμε από τα βαγόνια. Κατευθυνθήκαμε ανατολικά, προς την είσοδο του στρατοπέδου. Εκεί υπήρχε ένα φυλάκιο και μια πύλη πάνω στην οποία βρισκόταν μια ταμπέλα με το σύνθημα «Η Εργασία Σε Απελευθερώνει». Το σύνθημα προκαλούσε το περιφρονητικό μειδίαμα των φυλακισμένων. Κανείς όμως δεν τολμούσε να το δείξει, αφού φοβόντουσαν το ξύλο.
Μπορούσα να σκεφτώ πολλά πράγματα ικανά να σε απελευθερώσουν, αλλά η εργασία δεν ήταν ένα απ’ αυτά. Ύστερα από πέντε λεπτά στο Νταχάου, ο θάνατος φάνταζε το καλύτερο απ’ όλα.
Μας οδήγησαν σε μία πλατεία που έμοιαζε με χώρο παρελάσεων. Το μακρύ κτίριο στη νότια πλευρά είχε μία οροφή με μεγάλη κλίση. Προς το βορρά υπήρχαν αμέτρητες σειρές από καταλύματα κι ανάμεσά τους ένας πλατύς, ίσιος δρόμος γεμάτος λεύκες. Ένιωσα να τα χάνω, καθώς συνειδητοποίησα το μέγεθος της αποστολής που είχα αναλάβει. Το Νταχάου ήταν τεράστιο. Ίσως περνούσαν μήνες προτού ανακαλύψω τον Μούτσμαν. Από κει και πέρα θα μου έπαιρνε χρόνο για να γνωριστούμε αρκετά, ώστε να μου εμπιστευτεί πού είχε κρύψει τα έγγραφα. Άρχισα να υποψιάζομαι ότι η όλη επιχείρηση δεν ήταν παρά ένα τεράστιο σαδιστικό αστείο από πλευράς Χάιντριχ.
Ο διοικητής του στρατοπέδου βγήκε απ’ το γραφείο του για να μας καλωσορίσει. Όπως και οι υπόλοιποι Βαυαροί, είχε ακόμα πολλά να μάθει σχετικά με τους κανόνες φιλοξενίας. Αυτό που πρόσφερε κυρίως ήταν τιμωρίες. Είπε ότι τριγύρω υπήρχαν αρκετά δέντρα, ώστε να μας κρεμάσει όλους. Ολοκλήρωσε το λόγο του υποσχόμενος μια κολασμένη παραμονή. Δεν είχα λόγο να τον αμφισβητήσω. Τουλάχιστον είχαμε καθαρό αέρα. Αυτό είναι ένα από τα δύο πράγματα που χαρακτηρίζουν τη Βαυαρία. Το άλλο είναι το μέγεθος του στήθους των γυναικών της περιοχής.
Στο Νταχάου υπήρχε το πιο ιδιόρρυθμο ραφείο της πόλης. Το ίδιο ίσχυε και για το κουρείο. Πήρα ένα ριγέ συνολάκι απ’ τη βιτρίνα, ξύλινα τσόκαρα, και στη συνέχεια πήγα για κούρεμα. Ήθελα να ζητήσω λάδι για τα μαλλιά, αλλά θα έπρεπε να το ρίξουν στο πάτωμα κι όχι στο κεφάλι μου. Τα πράγματα φάνηκαν να βελτιώνονται, ειδικά σε σύγκριση με το Κολούμπια Χάους, όταν μου έδωσαν τρεις κουβέρτες. Με έστειλαν σε ένα κατάλυμα για Άρι-ους. Μιλάμε για χώρους των εκατόν πενήντα ατόμων. Στα αντίστοιχα των Εβραίων στρίμωχναν τον τριπλάσιο αριθμό.
Λένε ότι πάντα υπάρχει κάποιος σε χειρότερη μοίρα από σένα. Αυτό είναι αλήθεια. Εκτός αν είσαι αρκετά άτυχος – με άλλα λόγια Εβραίος. Οι Εβραίοι στο Νταχάου δεν ήταν πολλοί, αλλά, σε κάθε περίπτωση, βρίσκονταν στη χειρότερη θέση. Το μόνο που «απολάμβαναν» σε μεγάλες ποσότητες ήταν ο αμφισβητήσιμος τρόπος απελευθέρωσης μέσω εργασίας. Στα καταλύματα των Αρίων το ποσοστό θανάτων ήταν ένα τοις εκατό. Στα εβραϊκά πλησίαζε το εφτά με οκτώ.
Το Νταχάου δεν ήταν μέρος για Εβραίους.
Σε γενικές γραμμές οι κρατούμενοι αντιπροσώπευαν όλο το φάσμα αντίστασης κατά των ναζί. Επιπλέον, εδώ βρίσκονταν όλοι οι άσπονδοι εχθροί των ναζί. Υπήρχαν σοσιαλιστές και κομμουνιστές, συνδικαλιστές, δικαστές, δικηγόροι, γιατροί, δάσκαλοι, στρατιωτικοί. Υπήρχαν δημοκρατικοί από τον Ισπανικό Εμφύλιο, μάρτυρες του Ιεχωβά, μασόνοι, καθολικοί παπάδες, Τσιγγάνοι, Εβραίοι, πνευματιστές, ομοφυλόφιλοι, ζητιάνοι, κλέφτες και δολοφόνοι. Όλοι στο Νταχάου ήταν Γερμανοί, εκτός από κάτι Ρώσους και κάποια πρώην μέλη του αυστριακού κοινοβουλίου. Κάποια στιγμή συνάντησα έναν κατάδικο που ήταν Εβραίος. Επίσης, ήταν ομοφυλόφιλος. Σαν να μην έφταναν αυτά, ήταν και κομμουνιστής. Αυτό σήμαινε τρία τρίγωνα. Η τύχη του δεν τον είχε εγκαταλείψει τρέχοντας αλλά πετώντας.
Δύο φορές τη μέρα μαζευόμασταν στην Άπελπλατς για Παρέλαση. Στη συνέχεια παρακολουθούσαμε το μαστίγωμα. Έδεναν έναν άντρα ή μια γυναίκα σε ένα δέντρο και μετρούσαν περίπου είκοσι πέντε βουρδουλιές στον γυμνό τους κώλο. Είδα πολλούς απ’ αυτούς να χέζονται πάνω τους την ώρα της τιμωρίας. Την πρώτη φορά ντράπηκα για λογαριασμό τους, αλλά αργότερα κάποιος μου είπε πως ήταν ο καλύτερος τρόπος για να χαλάσεις την αυτοσυγκέντρωση του άντρα με το μαστίγιο.
Η παρέλαση αποτελούσε την καλύτερη ευκαιρία που είχα για να βλέπω τους υπόλοιπους φυλακισμένους. Στο μυαλό μου σημείωνα ποιους άντρες είχα αποκλείσει. Μέσα σ’ ένα μήνα ο αριθμός τους είχε φτάσει πάνω από τριακόσιους.
Δεν ξεχνάω ποτέ πρόσωπα. Είναι ένα από τα πράγματα που σε κάνει καλό μπάτσο. Άλλωστε αυτός ήταν ένας απ’ τους λόγους που με είχαν σπρώξει να μπω στο Σώμα. Μόνο που αυτή τη φορά το τίμημα ήταν η ζωή μου. Οι καινούργιες αφίξεις αναστάτωναν τη μεθοδολογία μου. Ένιωθα σαν τον Ηρακλή που προσπαθούσε να καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία.
Πώς περιγράφεις το απερίγραπτο; Πώς μπορείς να μιλήσεις για κάτι που σε άφησε άφωνο από τρόμο; Υπάρχουν άλλοι, πολύ πιο ευφραδείς, που στάθηκαν ανίκανοι να βρουν τις κατάλληλες λέξεις. Πρόκειται για τη σιωπή που γεννάει η ντροπή, αφού ακόμα και οι αθώοι είναι ένοχοι. Στερούμενος τα δικαιώματά του, ο άνθρωπος ξαναγίνεται ζώο. Οι πεινασμένοι κλέβουν απ’ τους πεινασμένους. Η προσωπική επιβίωση αποτελεί τη μόνη έγνοια. Μια έγνοια που καταπατά, ή και διαγράφει ακόμα, το οποιοδήποτε βίωμα. Σκοπός του Νταχάου ήταν να δουλεύεις μέχρι να καταστρέψεις την πνευματική σου υπόσταση. Ο θάνατος ήταν ένα αναπάντεχο υποπροϊόν. Για να επιβιώσεις εσύ, οι άλλοι έπρεπε να υποφέρουν για λογαριασμό σου. Όταν χτυπούσαν ή λιντσάριζαν κάποιον άλλο, εσύ ήσουν ασφαλής - έστω και για λίγο. Άλλοτε πάλι, για μερικές μέρες, έτρωγες τη μερίδα του διπλανού σου, που είχε πεθάνει στον ύπνο του.
Για να παραμείνεις ζωντανός, πρέπει πρώτα να πεθάνεις λίγο.
Λίγο καιρό μετά την άφιξή μου στο Νταχάου τοποθετήθηκα επικεφαλής μιας ομάδας Εβραίων που έχτιζαν ένα εργαστήρι στη βορειοδυτική γωνία του στρατοπέδου. Έπρεπε να γεμίζουν καρότσια με πέτρες που ζύγιζαν μέχρι και τριάντα κιλά. Στη συνέχεια τα μετέφεραν από το λατομείο μέχρι το νταμάρι, ανεβαίνοντας το λόφο. Η απόσταση ήταν αρκετές εκατοντάδες μέτρα. Στο Νταχάου υπήρχαν αρκετά μέλη των Ες Ες. Δεν ήταν όλοι καθίκια. Ανάμεσά τους υπήρχαν και κάποιοι συγκριτικά μετριοπαθείς, που κατάφερναν να βγάζουν λεφτά στήνοντας μικρές δουλειές. Χρησιμοποιούσαν το φτηνό εργατικό δυναμικό και τους αναρίθμητους τεχνίτες που υπήρχαν στο Νταχάου. Αυτοί, λοιπόν, είχαν συμφέρον να μην εξαντλούν τους εργάτες. Οι άντρες των Ες Ες όμως που επέβλεπαν την κατασκευή του εργαστηρίου ήταν πραγματικά καθίκια. Οι περισσότεροι ήταν Βαυαροί αλήτες, πρώην άνεργοι. Σε σχέση με τους συναδέλφους τους στο Κολούμπια Χάους, ο σαδισμός τους ήταν λιγότερο εκλεπτυσμένος, αν και το ίδιο αποτελεσματικός. Η δουλειά μου ήταν εύκολη. Ως αρχηγός της ομάδας δεν αναγκαζόμουν να μεταφέρω πέτρες. Για τους Εβραίους όμως που δούλευαν υπό τις διαταγές μου η δουλειά ήταν εξαντλητική. Το χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση της κατασκευής ενός έργου ήταν αυστηρό. Οι άντρες των Ες Ες το έφτιαχναν επίτηδες έτσι. Σε περίπτωση αποτυχίας οι φυλακισμένοι δεν δικαιούνταν φαγητό ή νερό. Όσοι κατέρρεαν λόγω εξάντλησης θανατώνονταν επιτόπου.
Στην αρχή είπα να βάλω ένα χεράκι. Οι φρουροί το βρήκαν διασκεδαστικό. Όχι ότι η συμμετοχή μου έκανε ευκολότερο το έργο των Εβραίων. Ένας από τους φρουρούς είπε: «Μήπως γουστάρεις τους Εβραίους; Δεν σε καταλαβαίνω. Αφού δεν υπάρχει λόγος να τους βοηθάς, γιατί ασχολείσαι;».
Για μια στιγμή δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Έπειτα είπα: «Δεν το καταλαβαίνεις. Γι’ αυτό ασχολούμαι».
Φάνηκε να προβληματίζεται και στη συνέχεια κατσούφιασε. Για μια στιγμή πίστεψα ότι είχε προσβληθεί. Αμέσως μετά γέλασε και είπε: «Εσύ θα πεθάνεις, όχι εγώ».
topontiki.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Εξιτήριο πήρε η Νανά Καραγιάννη !!!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ