2012-10-09 08:01:36
Δηλώσεις του τέως πρωθυπουργού, κ. Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, για την Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία
Η 14η Ιουλίου του 1993 είναι και θα παραμείνει μια σημαδιακή ημέρα στην ιστορία του Βορειοηπειρωτικού. Η Ελλάς μέσω του τότε πρωθυπουργού της Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε την τόλμη να θέσει δημοσίως και στις πραγματικές του διαστάσεις το θέμα του Ελληνισμού της Αλβανίας απαιτώντας να του αποδοθούν απ’ τα Τίρανα «ίδια δικαιώματα… μ’ αυτά των αλβανικών κοινοτήτων της Γιουγκοσλαβίας» και να μπει τέρμα «στην απροκάλυπτη πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών». Έκτοτε κύλησε πολύ νερό στο ποτάμι, το Κόσοβο απέκτησε την εύνοια της Δύσης και την μονομερή ανεξαρτησία του. Η πρόταση-βόμβα για ισοτιμία, που αιφνιδίασε άλλους ευχάριστα και άλλους δυσάρεστα και θορύβησε Τίρανα και καγκελαρίες της Δύσης, έμελλε να εγκαταλειφθεί στο σκέλος της για το Βορειοηπειρωτικό και οι πολέμιοί της να νιώθουν έτσι δικαιωμένοι… Είναι όμως βαθιά νυχτωμένοι
. Τα έξι μέτρα-διεκδικήσεις και αυτός ο επίλογος πως «Η Ελλάδα είναι η χώρα που μπορεί να βοηθήσει περισσότερο από κάθε άλλον τον αλβανικό λαό» δεν σηκώνουν αμφισβήτηση. Ηχούν επίκαιρα όσο ποτέ και περιποιούν τιμή στον εμπνευστή τους Κ. Μητσοτάκη. Αρκεί η σημερινή πολιτική γενιά να δώσει σάρκα και οστά στο αειθαλές τους μήνυμα.Σας κάλεσα σήμερα εδώ για να παρουσιάσω την πολιτική της κυβερνήσεώς μας σε ό,τι αφορά το βόρειο γείτονά μας, την Αλβανία. Πιο συγκεκριμένα, για να εξηγήσω γιατί η κακομεταχείριση της Ελληνικής Μειονότητας της Βορείου Ηπείρου προκάλεσε την πρόσφατη ένταση μεταξύ των δύο χωρών μας και να ξεκαθαρίσω με ακρίβεια τι χρειάζεται να γίνει για να τερματιστεί αυτή η ένταση και να εισέλθουν οι σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και της Αλβανίας σε μια θετική φάση.
Οι πάντες γνωρίζουν ότι η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην περιοχή η οποία βοήθησε την Αλβανία, όταν κατέρρευσε στη χώρα αυτή η κομμουνιστική δικτατορία, αποκαλύπτοντας τη σκληρή φτώχεια που υπέστη ο αλβανικός λαός επί πενήντα σχεδόν έτη. Στείλαμε αμέσως τρόφιμα και φάρμακα στην Αλβανία, προσφέραμε οικονομική βοήθεια και όταν εκατοντάδες χιλιάδων Αλβανών σκορπίστηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις προσπαθώντας να βρουν δουλειά για να ζήσουν τις οικογένειες τους, εμείς τους δεχτήκαμε, τη στιγμή που άλλες χώρες, μεγαλύτερες, πλουσιότερες και ικανότερες να απορροφήσουν μεγάλους αριθμούς μεταναστών, τους έκλεισαν τις πόρτες. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, η βοήθεια μας και τα εμβάσματα των Αλβανών που εργάζονταν στην Ελλάδα απετέλεσαν τον κορμό της αλβανικής οικονομίας.
Κάναμε ό,τι μπορούσαμε, για να βοηθήσουμε, από φιλική διάθεση για τον αλβανικό λαό. Ελπίζαμε ότι οι πράξεις μας θα δείξουν στη διεθνή κοινότητα ότι κάποιες βαλκανικές χώρες μπορούν όχι μόνο να συνυπάρξουν αρμονικά αλλά και να αποτελέσουν πρότυπο φιλίας και συνεργασίας.
Οι ελπίδες μας αυξήθηκαν την άνοιξη του 1992, όταν η Αλβανία διεχώρισε πλήρως τη θέση της από το κομμουνιστικό της παρελθόν και εξέλεξε δημοκρατική κυβέρνηση. Η αισιοδοξία μας όμως κατέρρευσε όταν η νέα κυβέρνηση, συνεχίζοντας την παλαιά πρακτική, εξακολούθησε να μεταχειρίζεται την Ελληνική Μειονότητα που ζει στην Αλβανία με καχυποψία, δυσπιστία και σε πολλές περιπτώσεις με απροκάλυπτη εχθρότητα. Αρνήθηκε να τους αναγνωρίσει τα δικαιώματα που τους ανήκουν, όχι μόνον σύμφωνα με τις δεσμεύσεις της ίδιας της Αλβανίας, οι οποίες χρονολογούνται από το 1913, όταν δημιουργήθηκε η χώρα και προσαρτήθηκε σε αυτήν η Βόρειος Ηπειρος αλλά και με υποχρεώσεις που πηγάζουν από τη συμμετοχή της Αλβανίας ως νέου μέλους σε διεθνείς οργανισμούς, όπως η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση των Τιράνων αρνήθηκε να επιτρέψει τη διδασκαλία των ελληνικών στα δημόσια σχολεία, πέραν των πρώτων τάξεων του δημοτικού και ακόμη και τότε, μόνο σε ελάχιστες, αυθαίρετα καθορισμένες «μειονοτικές περιοχές». Αρνήθηκε επίσης να επιτρέψει τη διδασκαλία των ελληνικών σε κοινότητες που ζήτησαν κάτι τέτοιο, όπως η Χειμάρα ή να επιτρέψει στις ελληνικές κοινότητες να ιδρύσουν ιδιωτικά σχολεία που θα διδάσκουν τη γλώσσα που ομιλείται στη Βόρειο Ηπειρο από την εποχή του Ομήρου.
Παραβιάζοντας όλους τους κανόνες που προστατεύουν τις θρησκευτικές ελευθερίες, αλλά και το άρθρο 16 του νόμου περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ίδιας της Αλβανίας, η κυβέρνηση των Τιράνων παρεκώλυσε την ομαλή λειτουργία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη χώρα. Αρνήθηκε να επιστρέψει εκκλησιαστική περιουσία που κατεσχέθη κατά τα δύσκολα χρόνια της κομμουνιστικής διακυβέρνησης. Αξίωσε τη χρήση της αλβανικής στις ιερουργίες. Παρενόχλησε τους ελάχιστους ιερείς που είχαν άδεια να υπηρετούν τις ελληνικές κοινότητες και δεν επέτρεψε σε κληρικούς από το εξωτερικό να ασκήσουν προσωρινά τα ιερατικά καθήκοντά τους στην Αλβανία για να καλύψουν τις επιτακτικές ανάγκες του ορθόδοξου πληθυσμού. Παρενοχλήσεις που κορυφώθηκαν με την παράλογη, και παράνομη ακόμα και κατά τον αλβανικό νόμο, απέλαση του Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου τον περασμένο μήνα.
Η αλβανική κυβέρνηση δεν διευκόλυνε επίσης τον επαναπατρισμό των δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων, που εκδιώχθηκαν διά της βίας από τη Βόρειο Ηπειρο κατά τη διάρκεια των 40 ετών της σταλινικής κυβέρνησης του Εμβέρ Χότζα. Δεν τους επέστρεψε τις περιουσίες τους και δεν τους βοήθησε να γυρίσουν πίσω στις κοινότητες από τις οποίες τόσο βίαια εξορίστηκαν. Ταυτόχρονα έχει προσπαθήσει να αποτρέψει την εκλογή Ελλήνων σε δημόσια αξιώματα και όταν εκείνοι κέρδιζαν τις εκλογές, τότε διόριζε άλλους αξιωματούχους σε ανώτερες από αυτούς θέσεις.
Θα μπορούσα να πω και άλλα, όμως τα λίγα αυτά παραδείγματα πιστεύω ότι αρκούν για να δώσουν ανάγλυφα την εικόνα της συστηματικής παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία.
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση των Τιράνων καταπιέζει τα δικαιώματα των Ελλήνων της χώρας, απαιτεί πλήρη δικαιώματα για τις αλβανικές μειονότητες της Σερβίας και των Σκοπίων. Επιπλέον, προσπαθεί, κάνοντας αρκετό θόρυβο, να αποσπάσει διεθνή υποστήριξη για να κερδίσει αυτά τα δικαιώματα, κυρίως για την αλβανική μειονότητα του Κοσσυφοπεδίου.
Η απροκάλυπτη αυτή πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών είναι σαφώς απαράδεκτη και άδικη. Με όποια λογική κι αν την αντιμετωπίσει κανείς. Και αυτό με φέρνει στο κύριο σημείο της κυβερνητικής μας πολιτικής όσον αφορά την Ελληνική Κοινότητα της Βορείου Ηπείρου. Η κυβέρνηση της Ελλάδος απαιτεί τα ίδια δικαιώματα για την Ελληνική Κοινότητα που ζει στην Αλβανία με εκείνα που ζητά η αλβανική κυβέρνηση για τις αλβανικές κοινότητες στην τέως Γιουγκοσλαβία. Η κυβέρνησή μας δεν θα δεχθεί καμία απόπειρα, από όπου και αν προέρχεται, η οποία θα εφαρμόζει άλλα μέτρα για τις αλβανικές κοινότητες εκτός Αλβανίας και άλλα για την Ελληνική Κοινότητα που ζει στη χώρα αυτή, θα συνεργαστούμε σε οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια που θα στοχεύει στην επίλυση των προβλημάτων της Ελληνικής Κοινότητας της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανικής Κοινότητας στο Κοσσυφοπέδιο. Δεν θα λάβουμε όμως υπ’ όψιν μας καμία πρόταση που δεν θα προσφέρει τα ίδια δικαιώματα και στις δύο.
Πιστεύουμε ότι το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η Αλβανία για να προάγει την υπόθεση των αλβανικών μειονοτήτων σε άλλες χώρες, είναι να θέσει τέλος με τρόπο άμεσο και ριζικό στην καταπίεση των δικαιωμάτων της Ελληνικής Μειονότητας μέσα στην Αλβανία. Αυτός είναι άλλωστε ο καλύτερος τρόπος και για να επιτευχθεί γρήγορη και ουσιαστική βελτίωση στις σχέσεις μεταξύ της Αλβανίας και της Ελλάδος. Για να γίνει όμως αυτό, η Αλβανία πρέπει να υιοθετήσει τα παρακάτω μέτρα, τα οποία θα θέσουν τέρμα στην κακομεταχείρηση της Ελληνικής Μειονότητας.
1. Πρέπει να επιτραπεί στον αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο να αναλάβει εκ νέου τα καθήκοντά του στην ενορία του στο Αργυρόκαστρο. Ολη η εκκλησιαστική περιουσία και τα ιερά θρησκευτικά αντικείμενα, που κατεσχέθησαν από το κομμουνιστικό καθεστώς, πρέπει να επιστραφούν στις κοινότητες στις οποίες ανήκαν και πρέπει να επιτραπεί στους Ορθόδοξους Χριστιανούς να εξασκούν τη θρησκεία τους ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένης και της ελεύθερης χρήσης της ελληνικής γλώσσας στη λειτουργία, όπου αυτό αποτελεί επιθυμία του ποιμνίου.
2. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να επιτρέψει την ίδρυση μειονοτικών σχολείων, δημοσίων και ιδιωτικών και να παρέχει τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα υπάρχοντα σχολεία σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και σε όλες τις περιοχές όπου κατοικεί αριθμός Ελλήνων και όχι μόνον στις αυθαίρετα καθορισμένες «μειονοτικές περιοχές».
3. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να επιτρέψει την ελεύθερη ανάπτυξη και λειτουργία πολιτικών, εκπαιδευτικών, πολιτιστικών και κοινοτικών οργανώσεων της Ελληνικής Μειονότητας και να επιστρέψει όλα τα περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών κοινοτήτων που κατεσχέθησαν από την προηγούμενη κομμουνιστική κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένων και των σχολείων, βιβλιοθηκών και πνευματικών κέντρων.
4. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να παρενοχλεί και να απολύει αυθαίρετα μέλη της Ελληνικής Μειονότητας από δημόσιες υπηρεσίες και να παρέχει ίσες ευκαιρίες στην κεντρική διοίκηση σε όλες τις μειονότητες, καθώς και ουσιώδεις προσβάσεις στα κρατικά μέσα ενημέρωσης.
5. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να δώσει τη δυνατότητα στις οικογένειες που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους στη Βόρειο Ηπειρο από το 1944 και μετά να επιστρέψουν σε αυτά και να στηρίξει αξιώσεις που θα προβάλλουν για επιστροφή των περιουσιών τους και την επανεγκατάστασή τους στις κοινότητες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν.
6. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να πάψει να επεμβαίνει στο δικαίωμα των Αλβανών υπηκόων να δηλώνουν οποιαδήποτε εθνική ταυτότητα αυτοί επιθυμούν, σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές και να θεσμοθετήσει προγράμματα που αποθαρρύνουν την προκατάληψη και την εχθρότητα προς τους Έλληνες και τις άλλες μειονότητες.
Είμαστε έτοιμοι να δουλέψουμε από κοινού με τους Αλβανούς ηγέτες για να βρούμε κοινό έδαφος επίλυσης οποιωνδήποτε διαφορών μας, σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Σε περίπτωση που θα εξακολουθήσουν να υφίστανται διαφορετικές απόψεις, είμαστε διατεθειμένοι να καταλήξουμε σε συμφωνία με την αλβανική κυβέρνηση και να φέρουμε το ζήτημα των υποχρεώσεων της Αλβανίας έναντι της Ελληνικής Μειονότητας, προς διευκρίνιση, ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Θέλω να είναι ξεκάθαρο στην αλβανική κυβέρνηση και στον αλβανικό λαό, ότι δεν τρέφουμε εχθρικά αισθήματα εναντίον τους. Δεν αποτελούμε κίνδυνο για αυτούς. Είμασταν, και το τονίζω, η πρώτη κυβέρνηση στην περιοχή που δήλωσε απερίφραστα ότι αντιτίθεται σε οποιαδήποτε μεταβολή συνόρων, θέλουμε να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να καλυτερεύσουμε τη ζωή όλων των Αλβανών. Παρ’ότι δεν είμαστε σε θέση να επιτρέψουμε σε όσους Αλβανούς εργάτες θα ήθελαν να έρθουν και να εργασθούν στην Ελλάδα, είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε την άδεια σ” ένα μεγάλο αριθμό εποχιακών εργατών να έρθουν στη χώρα, με την προϋπόθεση ότι πρώτα θα εφοδιαστούν με νόμιμη έγκριση. Θεωρούμε όμως τη νόμιμη άδεια ως απαραίτητη προϋπόθεση, γιατί το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να δέχεται την παραβίαση της νομοθεσίας του, αλλά και γιατί είναι η μόνη λύση για να τερματιστούν τα φαινόμενα εγκληματικότητας, που ενώ αφορούν μια μικρή μειοψηφία λαθρομεταναστών, επιβαρύνουν σημαντικά τις σχέσεις μεταξύ των δύο λαών μας.
Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν περισσότεροι Αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα στην περιοχή, οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη ή και στον κόσμο. Οταν όμως η παραβίαση των ελληνικών νόμων συνεχίζεται και ο αριθμός των εργατών ξεπερνά τις δυνατότητες που διαθέτουμε να τους απορροφήσουμε, όπως τους τελευταίους μήνες, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να απελάσουμε όσους εισήλθαν παράνομα στη χώρα, κάτι που κάναμε πρόσφατα. Και δεν είμαστε ούτε οι πρώτοι ούτε οι μόνοι. Ολες οι ανεπτυγμένες χώρες αναγκάστηκαν τα τελευταία χρόνια να προβούν σε μαζικές απελάσεις ξένων εργατών που βρίσκονταν παράνομα στη χώρα, επειδή οι αριθμοί τους αυξήθηκαν δραματικά και στην Ευρώπη αλλά και στη Βόρειο Αμερική. Παρ” όλα αυτά η Ελλάς είναι έτοιμη και πρόθυμη να διαπραγματευτεί και να υπογράψει άμεσα μια συμφωνία για το θέμα της νόμιμης παρουσίας Αλβανών στην Ελλάδα, η οποία θα στηρίζεται όμως στην αυστηρή φύλαξη και από τις δύο χώρες των μεταξύ τους συνόρων ώστε να τεθεί τέλος στο φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης.
Οπως είπα, θέλουμε οι σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και της Αλβανίας να αποτελέσουν παράδειγμα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ γειτόνων χωρών. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει μέχρι να σταματήσει η κακομεταχείριση της Ελληνικής Μειονότητας και να της αποδοθούν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία της ανήκουν, ώστε να μπορούν οι Ελληνες της Αλβανίας να δουλέψουν και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους στη γη που υπήρξε εστία τους επί αμέτρητους αιώνες.
Από την πλευρά μας, υποσχόμεθα να πράξουμε ό,τι μπορούμε για να συνδράμουμε την Ελληνική Μειονότητα στην προσπάθειά της να ξανακτίσει σχολεία, εκκλησίες, βιβλιοθήκες και πολιτιστικά κέντρα, και να αναπτύξουμε μείζονες προσπάθειες για να ενθαρρύνουμε επενδύσεις στην περιοχή, αλλά και σ” ολόκληρη την Αλβανία.
Ελπίζουμε ότι οι ηγέτες της Αλβανίας θα αναγνωρίσουν ότι ολόκληρη η χώρα τους θα επωφεληθεί από αυτές τις προσπάθειες. Η θέση της Ελλάδος ήταν από την πρώτη στιγμή σαφής και την έχω πολλές φορές ξεκάθαρα διατυπώσει: Η Ελληνική Μειονότητα δεν αποτελεί κίνδυνο γι” αυτούς αλλά, αντίθετα, συνιστά μια γέφυρα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ της Αλβανίας και της Ελλάδος, της χώρας που μπορεί να βοηθήσει περισσότερο από κάθε άλλον τον αλβανικό λαό.
http://aftonomi.gr/politiki/item/300-adiki-kai-aparadekti-i-politiki-ton-dio-metron-kai-dio-stathmon.html
http://www.deropoli.com/?p=10766#more-10766
Η 14η Ιουλίου του 1993 είναι και θα παραμείνει μια σημαδιακή ημέρα στην ιστορία του Βορειοηπειρωτικού. Η Ελλάς μέσω του τότε πρωθυπουργού της Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε την τόλμη να θέσει δημοσίως και στις πραγματικές του διαστάσεις το θέμα του Ελληνισμού της Αλβανίας απαιτώντας να του αποδοθούν απ’ τα Τίρανα «ίδια δικαιώματα… μ’ αυτά των αλβανικών κοινοτήτων της Γιουγκοσλαβίας» και να μπει τέρμα «στην απροκάλυπτη πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών». Έκτοτε κύλησε πολύ νερό στο ποτάμι, το Κόσοβο απέκτησε την εύνοια της Δύσης και την μονομερή ανεξαρτησία του. Η πρόταση-βόμβα για ισοτιμία, που αιφνιδίασε άλλους ευχάριστα και άλλους δυσάρεστα και θορύβησε Τίρανα και καγκελαρίες της Δύσης, έμελλε να εγκαταλειφθεί στο σκέλος της για το Βορειοηπειρωτικό και οι πολέμιοί της να νιώθουν έτσι δικαιωμένοι… Είναι όμως βαθιά νυχτωμένοι
Οι πάντες γνωρίζουν ότι η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην περιοχή η οποία βοήθησε την Αλβανία, όταν κατέρρευσε στη χώρα αυτή η κομμουνιστική δικτατορία, αποκαλύπτοντας τη σκληρή φτώχεια που υπέστη ο αλβανικός λαός επί πενήντα σχεδόν έτη. Στείλαμε αμέσως τρόφιμα και φάρμακα στην Αλβανία, προσφέραμε οικονομική βοήθεια και όταν εκατοντάδες χιλιάδων Αλβανών σκορπίστηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις προσπαθώντας να βρουν δουλειά για να ζήσουν τις οικογένειες τους, εμείς τους δεχτήκαμε, τη στιγμή που άλλες χώρες, μεγαλύτερες, πλουσιότερες και ικανότερες να απορροφήσουν μεγάλους αριθμούς μεταναστών, τους έκλεισαν τις πόρτες. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, η βοήθεια μας και τα εμβάσματα των Αλβανών που εργάζονταν στην Ελλάδα απετέλεσαν τον κορμό της αλβανικής οικονομίας.
Κάναμε ό,τι μπορούσαμε, για να βοηθήσουμε, από φιλική διάθεση για τον αλβανικό λαό. Ελπίζαμε ότι οι πράξεις μας θα δείξουν στη διεθνή κοινότητα ότι κάποιες βαλκανικές χώρες μπορούν όχι μόνο να συνυπάρξουν αρμονικά αλλά και να αποτελέσουν πρότυπο φιλίας και συνεργασίας.
Οι ελπίδες μας αυξήθηκαν την άνοιξη του 1992, όταν η Αλβανία διεχώρισε πλήρως τη θέση της από το κομμουνιστικό της παρελθόν και εξέλεξε δημοκρατική κυβέρνηση. Η αισιοδοξία μας όμως κατέρρευσε όταν η νέα κυβέρνηση, συνεχίζοντας την παλαιά πρακτική, εξακολούθησε να μεταχειρίζεται την Ελληνική Μειονότητα που ζει στην Αλβανία με καχυποψία, δυσπιστία και σε πολλές περιπτώσεις με απροκάλυπτη εχθρότητα. Αρνήθηκε να τους αναγνωρίσει τα δικαιώματα που τους ανήκουν, όχι μόνον σύμφωνα με τις δεσμεύσεις της ίδιας της Αλβανίας, οι οποίες χρονολογούνται από το 1913, όταν δημιουργήθηκε η χώρα και προσαρτήθηκε σε αυτήν η Βόρειος Ηπειρος αλλά και με υποχρεώσεις που πηγάζουν από τη συμμετοχή της Αλβανίας ως νέου μέλους σε διεθνείς οργανισμούς, όπως η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση των Τιράνων αρνήθηκε να επιτρέψει τη διδασκαλία των ελληνικών στα δημόσια σχολεία, πέραν των πρώτων τάξεων του δημοτικού και ακόμη και τότε, μόνο σε ελάχιστες, αυθαίρετα καθορισμένες «μειονοτικές περιοχές». Αρνήθηκε επίσης να επιτρέψει τη διδασκαλία των ελληνικών σε κοινότητες που ζήτησαν κάτι τέτοιο, όπως η Χειμάρα ή να επιτρέψει στις ελληνικές κοινότητες να ιδρύσουν ιδιωτικά σχολεία που θα διδάσκουν τη γλώσσα που ομιλείται στη Βόρειο Ηπειρο από την εποχή του Ομήρου.
Παραβιάζοντας όλους τους κανόνες που προστατεύουν τις θρησκευτικές ελευθερίες, αλλά και το άρθρο 16 του νόμου περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ίδιας της Αλβανίας, η κυβέρνηση των Τιράνων παρεκώλυσε την ομαλή λειτουργία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη χώρα. Αρνήθηκε να επιστρέψει εκκλησιαστική περιουσία που κατεσχέθη κατά τα δύσκολα χρόνια της κομμουνιστικής διακυβέρνησης. Αξίωσε τη χρήση της αλβανικής στις ιερουργίες. Παρενόχλησε τους ελάχιστους ιερείς που είχαν άδεια να υπηρετούν τις ελληνικές κοινότητες και δεν επέτρεψε σε κληρικούς από το εξωτερικό να ασκήσουν προσωρινά τα ιερατικά καθήκοντά τους στην Αλβανία για να καλύψουν τις επιτακτικές ανάγκες του ορθόδοξου πληθυσμού. Παρενοχλήσεις που κορυφώθηκαν με την παράλογη, και παράνομη ακόμα και κατά τον αλβανικό νόμο, απέλαση του Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου τον περασμένο μήνα.
Η αλβανική κυβέρνηση δεν διευκόλυνε επίσης τον επαναπατρισμό των δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων, που εκδιώχθηκαν διά της βίας από τη Βόρειο Ηπειρο κατά τη διάρκεια των 40 ετών της σταλινικής κυβέρνησης του Εμβέρ Χότζα. Δεν τους επέστρεψε τις περιουσίες τους και δεν τους βοήθησε να γυρίσουν πίσω στις κοινότητες από τις οποίες τόσο βίαια εξορίστηκαν. Ταυτόχρονα έχει προσπαθήσει να αποτρέψει την εκλογή Ελλήνων σε δημόσια αξιώματα και όταν εκείνοι κέρδιζαν τις εκλογές, τότε διόριζε άλλους αξιωματούχους σε ανώτερες από αυτούς θέσεις.
Θα μπορούσα να πω και άλλα, όμως τα λίγα αυτά παραδείγματα πιστεύω ότι αρκούν για να δώσουν ανάγλυφα την εικόνα της συστηματικής παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία.
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση των Τιράνων καταπιέζει τα δικαιώματα των Ελλήνων της χώρας, απαιτεί πλήρη δικαιώματα για τις αλβανικές μειονότητες της Σερβίας και των Σκοπίων. Επιπλέον, προσπαθεί, κάνοντας αρκετό θόρυβο, να αποσπάσει διεθνή υποστήριξη για να κερδίσει αυτά τα δικαιώματα, κυρίως για την αλβανική μειονότητα του Κοσσυφοπεδίου.
Η απροκάλυπτη αυτή πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών είναι σαφώς απαράδεκτη και άδικη. Με όποια λογική κι αν την αντιμετωπίσει κανείς. Και αυτό με φέρνει στο κύριο σημείο της κυβερνητικής μας πολιτικής όσον αφορά την Ελληνική Κοινότητα της Βορείου Ηπείρου. Η κυβέρνηση της Ελλάδος απαιτεί τα ίδια δικαιώματα για την Ελληνική Κοινότητα που ζει στην Αλβανία με εκείνα που ζητά η αλβανική κυβέρνηση για τις αλβανικές κοινότητες στην τέως Γιουγκοσλαβία. Η κυβέρνησή μας δεν θα δεχθεί καμία απόπειρα, από όπου και αν προέρχεται, η οποία θα εφαρμόζει άλλα μέτρα για τις αλβανικές κοινότητες εκτός Αλβανίας και άλλα για την Ελληνική Κοινότητα που ζει στη χώρα αυτή, θα συνεργαστούμε σε οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια που θα στοχεύει στην επίλυση των προβλημάτων της Ελληνικής Κοινότητας της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανικής Κοινότητας στο Κοσσυφοπέδιο. Δεν θα λάβουμε όμως υπ’ όψιν μας καμία πρόταση που δεν θα προσφέρει τα ίδια δικαιώματα και στις δύο.
Πιστεύουμε ότι το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η Αλβανία για να προάγει την υπόθεση των αλβανικών μειονοτήτων σε άλλες χώρες, είναι να θέσει τέλος με τρόπο άμεσο και ριζικό στην καταπίεση των δικαιωμάτων της Ελληνικής Μειονότητας μέσα στην Αλβανία. Αυτός είναι άλλωστε ο καλύτερος τρόπος και για να επιτευχθεί γρήγορη και ουσιαστική βελτίωση στις σχέσεις μεταξύ της Αλβανίας και της Ελλάδος. Για να γίνει όμως αυτό, η Αλβανία πρέπει να υιοθετήσει τα παρακάτω μέτρα, τα οποία θα θέσουν τέρμα στην κακομεταχείρηση της Ελληνικής Μειονότητας.
1. Πρέπει να επιτραπεί στον αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο να αναλάβει εκ νέου τα καθήκοντά του στην ενορία του στο Αργυρόκαστρο. Ολη η εκκλησιαστική περιουσία και τα ιερά θρησκευτικά αντικείμενα, που κατεσχέθησαν από το κομμουνιστικό καθεστώς, πρέπει να επιστραφούν στις κοινότητες στις οποίες ανήκαν και πρέπει να επιτραπεί στους Ορθόδοξους Χριστιανούς να εξασκούν τη θρησκεία τους ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένης και της ελεύθερης χρήσης της ελληνικής γλώσσας στη λειτουργία, όπου αυτό αποτελεί επιθυμία του ποιμνίου.
2. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να επιτρέψει την ίδρυση μειονοτικών σχολείων, δημοσίων και ιδιωτικών και να παρέχει τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα υπάρχοντα σχολεία σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και σε όλες τις περιοχές όπου κατοικεί αριθμός Ελλήνων και όχι μόνον στις αυθαίρετα καθορισμένες «μειονοτικές περιοχές».
3. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να επιτρέψει την ελεύθερη ανάπτυξη και λειτουργία πολιτικών, εκπαιδευτικών, πολιτιστικών και κοινοτικών οργανώσεων της Ελληνικής Μειονότητας και να επιστρέψει όλα τα περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών κοινοτήτων που κατεσχέθησαν από την προηγούμενη κομμουνιστική κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένων και των σχολείων, βιβλιοθηκών και πνευματικών κέντρων.
4. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να παρενοχλεί και να απολύει αυθαίρετα μέλη της Ελληνικής Μειονότητας από δημόσιες υπηρεσίες και να παρέχει ίσες ευκαιρίες στην κεντρική διοίκηση σε όλες τις μειονότητες, καθώς και ουσιώδεις προσβάσεις στα κρατικά μέσα ενημέρωσης.
5. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να δώσει τη δυνατότητα στις οικογένειες που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους στη Βόρειο Ηπειρο από το 1944 και μετά να επιστρέψουν σε αυτά και να στηρίξει αξιώσεις που θα προβάλλουν για επιστροφή των περιουσιών τους και την επανεγκατάστασή τους στις κοινότητες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν.
6. Η αλβανική κυβέρνηση πρέπει να πάψει να επεμβαίνει στο δικαίωμα των Αλβανών υπηκόων να δηλώνουν οποιαδήποτε εθνική ταυτότητα αυτοί επιθυμούν, σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές και να θεσμοθετήσει προγράμματα που αποθαρρύνουν την προκατάληψη και την εχθρότητα προς τους Έλληνες και τις άλλες μειονότητες.
Είμαστε έτοιμοι να δουλέψουμε από κοινού με τους Αλβανούς ηγέτες για να βρούμε κοινό έδαφος επίλυσης οποιωνδήποτε διαφορών μας, σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Σε περίπτωση που θα εξακολουθήσουν να υφίστανται διαφορετικές απόψεις, είμαστε διατεθειμένοι να καταλήξουμε σε συμφωνία με την αλβανική κυβέρνηση και να φέρουμε το ζήτημα των υποχρεώσεων της Αλβανίας έναντι της Ελληνικής Μειονότητας, προς διευκρίνιση, ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Θέλω να είναι ξεκάθαρο στην αλβανική κυβέρνηση και στον αλβανικό λαό, ότι δεν τρέφουμε εχθρικά αισθήματα εναντίον τους. Δεν αποτελούμε κίνδυνο για αυτούς. Είμασταν, και το τονίζω, η πρώτη κυβέρνηση στην περιοχή που δήλωσε απερίφραστα ότι αντιτίθεται σε οποιαδήποτε μεταβολή συνόρων, θέλουμε να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να καλυτερεύσουμε τη ζωή όλων των Αλβανών. Παρ’ότι δεν είμαστε σε θέση να επιτρέψουμε σε όσους Αλβανούς εργάτες θα ήθελαν να έρθουν και να εργασθούν στην Ελλάδα, είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε την άδεια σ” ένα μεγάλο αριθμό εποχιακών εργατών να έρθουν στη χώρα, με την προϋπόθεση ότι πρώτα θα εφοδιαστούν με νόμιμη έγκριση. Θεωρούμε όμως τη νόμιμη άδεια ως απαραίτητη προϋπόθεση, γιατί το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να δέχεται την παραβίαση της νομοθεσίας του, αλλά και γιατί είναι η μόνη λύση για να τερματιστούν τα φαινόμενα εγκληματικότητας, που ενώ αφορούν μια μικρή μειοψηφία λαθρομεταναστών, επιβαρύνουν σημαντικά τις σχέσεις μεταξύ των δύο λαών μας.
Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν περισσότεροι Αλβανοί μετανάστες στην Ελλάδα από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα στην περιοχή, οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη ή και στον κόσμο. Οταν όμως η παραβίαση των ελληνικών νόμων συνεχίζεται και ο αριθμός των εργατών ξεπερνά τις δυνατότητες που διαθέτουμε να τους απορροφήσουμε, όπως τους τελευταίους μήνες, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να απελάσουμε όσους εισήλθαν παράνομα στη χώρα, κάτι που κάναμε πρόσφατα. Και δεν είμαστε ούτε οι πρώτοι ούτε οι μόνοι. Ολες οι ανεπτυγμένες χώρες αναγκάστηκαν τα τελευταία χρόνια να προβούν σε μαζικές απελάσεις ξένων εργατών που βρίσκονταν παράνομα στη χώρα, επειδή οι αριθμοί τους αυξήθηκαν δραματικά και στην Ευρώπη αλλά και στη Βόρειο Αμερική. Παρ” όλα αυτά η Ελλάς είναι έτοιμη και πρόθυμη να διαπραγματευτεί και να υπογράψει άμεσα μια συμφωνία για το θέμα της νόμιμης παρουσίας Αλβανών στην Ελλάδα, η οποία θα στηρίζεται όμως στην αυστηρή φύλαξη και από τις δύο χώρες των μεταξύ τους συνόρων ώστε να τεθεί τέλος στο φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης.
Οπως είπα, θέλουμε οι σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και της Αλβανίας να αποτελέσουν παράδειγμα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ γειτόνων χωρών. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει μέχρι να σταματήσει η κακομεταχείριση της Ελληνικής Μειονότητας και να της αποδοθούν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία της ανήκουν, ώστε να μπορούν οι Ελληνες της Αλβανίας να δουλέψουν και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους στη γη που υπήρξε εστία τους επί αμέτρητους αιώνες.
Από την πλευρά μας, υποσχόμεθα να πράξουμε ό,τι μπορούμε για να συνδράμουμε την Ελληνική Μειονότητα στην προσπάθειά της να ξανακτίσει σχολεία, εκκλησίες, βιβλιοθήκες και πολιτιστικά κέντρα, και να αναπτύξουμε μείζονες προσπάθειες για να ενθαρρύνουμε επενδύσεις στην περιοχή, αλλά και σ” ολόκληρη την Αλβανία.
Ελπίζουμε ότι οι ηγέτες της Αλβανίας θα αναγνωρίσουν ότι ολόκληρη η χώρα τους θα επωφεληθεί από αυτές τις προσπάθειες. Η θέση της Ελλάδος ήταν από την πρώτη στιγμή σαφής και την έχω πολλές φορές ξεκάθαρα διατυπώσει: Η Ελληνική Μειονότητα δεν αποτελεί κίνδυνο γι” αυτούς αλλά, αντίθετα, συνιστά μια γέφυρα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ της Αλβανίας και της Ελλάδος, της χώρας που μπορεί να βοηθήσει περισσότερο από κάθε άλλον τον αλβανικό λαό.
http://aftonomi.gr/politiki/item/300-adiki-kai-aparadekti-i-politiki-ton-dio-metron-kai-dio-stathmon.html
http://www.deropoli.com/?p=10766#more-10766
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η ασπιρίνη "σώζει" το μυαλό μας στα γεράματα
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Υστερεί η Ελλάδα στο... Διαδίκτυο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ