2012-10-13 10:00:12
Ένα πυρηνικό Ιράν θα διαταράξει ανεπανόρθωτα τις ισορροπίες στην περιοχή *By Ιωάννης Π. Σωτηρόπουλος
Περίληψη: Απέναντι στις αιτιάσεις του Kenneth N. Waltz σχετικά με το ότι αν το Ιράν αποκτήσει πυρηνική δυνατότητα θα υπάρξει μεγαλύτερη σταθερότητα στην περιοχή, όπως δείχνουν ανάλογα ιστορικά παραδείγματα, ο έλληνας επιστήμονας επισημαίνει ότι η ισορροπία μπορεί να διαταραχθεί επικίνδυνα στην περιοχή, ιδίως σε σχέση με δύο άλλες πυρηνικές δυνάμεις, την Ινδία και το Πακιστάν.Μετά μεγίστης προσοχής και απεριόριστου σεβασμού ανέγνωσα το τελευταίο άρθρο του σκαπανέα της επιστημονικής κοινότητος Kenneth N. Waltz, μιας φιλοσοφικής διανόησης της εποχής μας στην οποία οφείλουμε πάρα πολλά όλοι οι ενασχολούμενοι με την Διεθνή Πολιτική και τις θεωρίες των Διεθνών Σχέσεων.
Ακούσια, σχεδόν αυτόματα, ταξίδεψα πίσω στα φοιτητικά μου χρόνια αισθανόμενος εκ νέου αυτό το ακόρεστο αίσθημα για μάθηση όταν ρουφούσα στην κυριολεξία τα έργα του «Man, the State, and War» και «Theory of International Politics», επιστημονικά ορόσημα που συνδιαμόρφωσαν την αντίληψή μου, όπως και πλείστων άλλων, για τον κόσμο γύρω μας ως θιασώτου του δομικού ρεαλισμού.
Σύμφωνα με το άρθρο του «Why Iran Should Get the Bomb» που δημοσιεύεται στο παγκοσμίως έγκριτο περιοδικό Foreign Affairs, η άποψη πως η απόκτηση πυρηνικής ικανότητος από την Τεχεράνη καθίσταται θετική προοπτική για την γενικότερη ειρήνευση στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, μέσω της διαμορφούμενης πυρηνικής αποτροπής (Nuclear Deterrence) και πυρηνικής ισορροπίας (Nuclear Balance) ή ακόμα και σταθερότητας απειλής (Balance of Threat), που θα διέπει, σε μία τέτοια περίπτωση, το δίπολο Ιράν-Ισραήλ, αποτελεί αφενός μία πολύ θεωρητική, αφετέρου εξαιρετικά επικίνδυνη ως προς την προσπάθεια εφαρμογής της πολιτική αντίληψη. Εν προκειμένω, δεν πρόκειται να διαφωνήσω στην λογική των θεωρητικών, ιστορικών και ορθολογικών επιχειρημάτων του καθηγητού.
Πράγματι, το Ιράν δεν πρόκειται να απεμπολήσει το πυρηνικό στρατιωτικό του πρόγραμμα, ούτε μία οριοθετημένη από διεθνείς οργανισμούς ερυθρά γραμμή σε αυτό, με στόχο την χρήση της πυρηνικής ενέργειας για απολύτως ειρηνικούς σκοπούς, θα είχε κάποιο μόνιμο και αξιόπιστο αποτέλεσμα. Επίσης, οι διεθνείς κυρώσεις εναντίον της χώρας επιφέρουν αμελητέο αν όχι το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που προσδοκά η διεθνής κοινότητα και ασφαλώς, μια επίθεση στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις από το Ισραήλ, απλώς θα επιβεβαίωνε με τον κατηγορηματικότερο τρόπο την άμεση ανάγκη της επίτασης ενός πυρηνικού προγράμματος στρατιωτικού χαρακτήρα εκ μέρους της Τεχεράνης με σκοπό την επίτευξη ενός επαρκούς επιπέδου εθνικής ασφάλειας για το Ιράν.
Ωστόσο, ενώ αποτελεί αναντίρρητο γεγονός, σε απόλυτη συμφωνία με τον Waltz, πως το Ιράν δεν κυβερνάται από άφρονες μουλάδες (mad mullahs), η μονοσήμαντη οπτική πως αποκτώντας πυρηνική στρατιωτική ικανότητα θα συμπεριφέρετο ως μια άλλη «περιφερειακή» Σοβιετική Ένωση χρήζει τουλάχιστον της αρωγής ενός ευρύτερου αναλυτικού μοντέλου. Πράγματι, μια μελλοντική ιρανική πυρηνική δυνατότητα ενδέχεται να μην χρησιμοποιείτο με άφρονα τρόπο πάντως σίγουρα θα αποτελούσε εφαλτήριο για άσκηση επιρροής σε άλλα κράτη, αρχίζοντας από τα γειτονικά της περιοχής. Άμα τη ανακηρύξει της Τεχεράνης σε πυρηνική δύναμη και με το 15% των Αφγανών να ανήκουν στο σιιτικό δόγμα, το Ισλαμαμπάντ θα υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων να επιτείνει έτι περαιτέρω την εργώδη προσπάθειά του εντός του Αφγανιστάν, προκειμένου να εξυπηρετήσει την εθνική του ασφάλεια.
Όντως, από την εποχή κιόλας της Σοβιετικής επέμβασης, βασικό στρατηγικό στόχο του Πακιστάν προς τα δυτικά του σύνορα απετέλεσε η εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας του Αφγανιστάν και η διατήρηση της σουνιτικής πρωτοκαθεδρίας σε αυτό. Με την απόκτηση της πυρηνικής ικανότητας από την Τεχεράνη οι σιιτικοί πληθυσμοί του Αφγανιστάν που κατά συντριπτική πλειοψηφία διαβιούν στα δυτικά της χώρας, θα νιώσουν, ακόμα και χωρίς την παραμικρή ενθάρρυνση από τους Ιρανούς ομοθρήσκους τους, ακόμα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και αυτονομία ενώ το Ισλαμαμπάντ θα υποχρεωθεί να αναδιπλωθεί και να επανέλθει, μοιραίως, δριμύτερο αξιοποιώντας τα εθνοφυλετικά δίκτυα των Παστούν και των Ταλιμπάν αξιώνοντας την συνέχιση της ιστορικά παραδοσιακής και παραδεδεγμένης ως τώρα εξάρτησης της Καμπούλ από αυτό, τόσο σε ιδεολογικό και θρησκευτικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο. Άλλως, θα γίνει μάρτυς και συνένοχος της παρακμάζουσας επιρροής του και της παράλληλης ελαχιστοποίησης του στρατηγικού βάθους, τα οφέλη του οποίου επί δεκαετίες απολάμβανε τόσο στον ανταγωνισμό του με το σιιτικό Ισλάμ, όσο και σε αυτόν με την Ινδία. Και όλα αυτά, την ώρα που η υποβόσκουσα αναμέτρηση του με την τελευταία βρίσκεται εν πλήρη εξελίξει εντός του Αφγανιστάν.
Η Ινδία, η οποία έχει φιλοδοξίες επιρροής στην χώρα, διαθέτει τον τρίτο πολυπληθέστερο στρατό στο Αφγανιστάν ενώ έχει συνάψει συμφωνίες για την παροχή εκπαίδευσης και εξοπλισμού και την οικοδόμηση εγκαταστάσεων υποδομής σε αυτό. Με το πρόγραμμα της «Βόννης 2011» να ορίζει την εκπαίδευση 25.000 Αφγανών αξιωματικών στην Ινδία για τα επόμενα τρία χρόνια, το Νέο Δελχί αποφάσισε να διεκδικήσει ένα πρωτοφανές στρατηγικό, πέραν του οικονομικού, μερίδιο στο Αφγανιστάν. Ως αποτέλεσμα για το Πακιστάν θα προκύψει η εκ νέου, περαιτέρω ελαχιστοποίηση του στρατηγικού του βάθους και η εν δυνάμει περικύκλωσή του από την Ινδία, με συνέπεια την αναζήτηση στηριγμάτων πέραν των κλασσικών συμμαχιών του με την Δύση, όπως αυτό του ανταγωνιστικού προς το Νέο Δελχί, Πεκίνου, ή της σουνιτικής αντι-Ιρανικής Άγκυρας και του βαθιά Βαχαμπιστικού (Wahhabism) και Σαλαφιστικού (Salafist jihadism) σουνιτικού Ριάντ.
Τω όντι, είναι βέβαιο πως η Σαουδική Αραβία θα ενοχλείτο σφόδρα από την απόκτηση πυρηνικής ικανότητος της Τεχεράνης, πλην όμως η πρόθεση του Ριάντ για διατήρηση του μη πυρηνικού χαρακτήρα της χώρας θεωρείται προς το παρόν δεδομένη. Εντούτοις, η στρατηγική του σύζευξη, στην προσπάθεια ανεύρεσης και διασφάλισης νέων ισορροπιών για την ευρύτερη περιοχή, με το έτερο ισχυρό σουνιτικό κέντρο του Ισλαμαμπάντ, προς αντιμετώπιση των, κατά την γνώμη τους, απίστων σιιτών της Τεχεράνης, πρέπει να θεωρείται κάτι παραπάνω από σίγουρη. Τέλος, τον χορό της πυρηνικής ισορροπίας κλείνει η Άγκυρα, οι σχέσεις της οποίας με την Τεχεράνη αλλά και τον μακρύ βραχίονά της στην Δαμασκό, κινούνται σε τεντωμένο σκοινί εδώ και πολύ καιρό, ούσες κάθε άλλο παρά φιλικές.
*Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Π. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι κάτοχος MPhil στις πολιτικές και διεθνείς σπουδές και υποψήφιος για PhD.
InfoGnomon
Περίληψη: Απέναντι στις αιτιάσεις του Kenneth N. Waltz σχετικά με το ότι αν το Ιράν αποκτήσει πυρηνική δυνατότητα θα υπάρξει μεγαλύτερη σταθερότητα στην περιοχή, όπως δείχνουν ανάλογα ιστορικά παραδείγματα, ο έλληνας επιστήμονας επισημαίνει ότι η ισορροπία μπορεί να διαταραχθεί επικίνδυνα στην περιοχή, ιδίως σε σχέση με δύο άλλες πυρηνικές δυνάμεις, την Ινδία και το Πακιστάν.Μετά μεγίστης προσοχής και απεριόριστου σεβασμού ανέγνωσα το τελευταίο άρθρο του σκαπανέα της επιστημονικής κοινότητος Kenneth N. Waltz, μιας φιλοσοφικής διανόησης της εποχής μας στην οποία οφείλουμε πάρα πολλά όλοι οι ενασχολούμενοι με την Διεθνή Πολιτική και τις θεωρίες των Διεθνών Σχέσεων.
Ακούσια, σχεδόν αυτόματα, ταξίδεψα πίσω στα φοιτητικά μου χρόνια αισθανόμενος εκ νέου αυτό το ακόρεστο αίσθημα για μάθηση όταν ρουφούσα στην κυριολεξία τα έργα του «Man, the State, and War» και «Theory of International Politics», επιστημονικά ορόσημα που συνδιαμόρφωσαν την αντίληψή μου, όπως και πλείστων άλλων, για τον κόσμο γύρω μας ως θιασώτου του δομικού ρεαλισμού.
Σύμφωνα με το άρθρο του «Why Iran Should Get the Bomb» που δημοσιεύεται στο παγκοσμίως έγκριτο περιοδικό Foreign Affairs, η άποψη πως η απόκτηση πυρηνικής ικανότητος από την Τεχεράνη καθίσταται θετική προοπτική για την γενικότερη ειρήνευση στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, μέσω της διαμορφούμενης πυρηνικής αποτροπής (Nuclear Deterrence) και πυρηνικής ισορροπίας (Nuclear Balance) ή ακόμα και σταθερότητας απειλής (Balance of Threat), που θα διέπει, σε μία τέτοια περίπτωση, το δίπολο Ιράν-Ισραήλ, αποτελεί αφενός μία πολύ θεωρητική, αφετέρου εξαιρετικά επικίνδυνη ως προς την προσπάθεια εφαρμογής της πολιτική αντίληψη. Εν προκειμένω, δεν πρόκειται να διαφωνήσω στην λογική των θεωρητικών, ιστορικών και ορθολογικών επιχειρημάτων του καθηγητού.
Πράγματι, το Ιράν δεν πρόκειται να απεμπολήσει το πυρηνικό στρατιωτικό του πρόγραμμα, ούτε μία οριοθετημένη από διεθνείς οργανισμούς ερυθρά γραμμή σε αυτό, με στόχο την χρήση της πυρηνικής ενέργειας για απολύτως ειρηνικούς σκοπούς, θα είχε κάποιο μόνιμο και αξιόπιστο αποτέλεσμα. Επίσης, οι διεθνείς κυρώσεις εναντίον της χώρας επιφέρουν αμελητέο αν όχι το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που προσδοκά η διεθνής κοινότητα και ασφαλώς, μια επίθεση στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις από το Ισραήλ, απλώς θα επιβεβαίωνε με τον κατηγορηματικότερο τρόπο την άμεση ανάγκη της επίτασης ενός πυρηνικού προγράμματος στρατιωτικού χαρακτήρα εκ μέρους της Τεχεράνης με σκοπό την επίτευξη ενός επαρκούς επιπέδου εθνικής ασφάλειας για το Ιράν.
Ωστόσο, ενώ αποτελεί αναντίρρητο γεγονός, σε απόλυτη συμφωνία με τον Waltz, πως το Ιράν δεν κυβερνάται από άφρονες μουλάδες (mad mullahs), η μονοσήμαντη οπτική πως αποκτώντας πυρηνική στρατιωτική ικανότητα θα συμπεριφέρετο ως μια άλλη «περιφερειακή» Σοβιετική Ένωση χρήζει τουλάχιστον της αρωγής ενός ευρύτερου αναλυτικού μοντέλου. Πράγματι, μια μελλοντική ιρανική πυρηνική δυνατότητα ενδέχεται να μην χρησιμοποιείτο με άφρονα τρόπο πάντως σίγουρα θα αποτελούσε εφαλτήριο για άσκηση επιρροής σε άλλα κράτη, αρχίζοντας από τα γειτονικά της περιοχής. Άμα τη ανακηρύξει της Τεχεράνης σε πυρηνική δύναμη και με το 15% των Αφγανών να ανήκουν στο σιιτικό δόγμα, το Ισλαμαμπάντ θα υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων να επιτείνει έτι περαιτέρω την εργώδη προσπάθειά του εντός του Αφγανιστάν, προκειμένου να εξυπηρετήσει την εθνική του ασφάλεια.
Όντως, από την εποχή κιόλας της Σοβιετικής επέμβασης, βασικό στρατηγικό στόχο του Πακιστάν προς τα δυτικά του σύνορα απετέλεσε η εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας του Αφγανιστάν και η διατήρηση της σουνιτικής πρωτοκαθεδρίας σε αυτό. Με την απόκτηση της πυρηνικής ικανότητας από την Τεχεράνη οι σιιτικοί πληθυσμοί του Αφγανιστάν που κατά συντριπτική πλειοψηφία διαβιούν στα δυτικά της χώρας, θα νιώσουν, ακόμα και χωρίς την παραμικρή ενθάρρυνση από τους Ιρανούς ομοθρήσκους τους, ακόμα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και αυτονομία ενώ το Ισλαμαμπάντ θα υποχρεωθεί να αναδιπλωθεί και να επανέλθει, μοιραίως, δριμύτερο αξιοποιώντας τα εθνοφυλετικά δίκτυα των Παστούν και των Ταλιμπάν αξιώνοντας την συνέχιση της ιστορικά παραδοσιακής και παραδεδεγμένης ως τώρα εξάρτησης της Καμπούλ από αυτό, τόσο σε ιδεολογικό και θρησκευτικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο. Άλλως, θα γίνει μάρτυς και συνένοχος της παρακμάζουσας επιρροής του και της παράλληλης ελαχιστοποίησης του στρατηγικού βάθους, τα οφέλη του οποίου επί δεκαετίες απολάμβανε τόσο στον ανταγωνισμό του με το σιιτικό Ισλάμ, όσο και σε αυτόν με την Ινδία. Και όλα αυτά, την ώρα που η υποβόσκουσα αναμέτρηση του με την τελευταία βρίσκεται εν πλήρη εξελίξει εντός του Αφγανιστάν.
Η Ινδία, η οποία έχει φιλοδοξίες επιρροής στην χώρα, διαθέτει τον τρίτο πολυπληθέστερο στρατό στο Αφγανιστάν ενώ έχει συνάψει συμφωνίες για την παροχή εκπαίδευσης και εξοπλισμού και την οικοδόμηση εγκαταστάσεων υποδομής σε αυτό. Με το πρόγραμμα της «Βόννης 2011» να ορίζει την εκπαίδευση 25.000 Αφγανών αξιωματικών στην Ινδία για τα επόμενα τρία χρόνια, το Νέο Δελχί αποφάσισε να διεκδικήσει ένα πρωτοφανές στρατηγικό, πέραν του οικονομικού, μερίδιο στο Αφγανιστάν. Ως αποτέλεσμα για το Πακιστάν θα προκύψει η εκ νέου, περαιτέρω ελαχιστοποίηση του στρατηγικού του βάθους και η εν δυνάμει περικύκλωσή του από την Ινδία, με συνέπεια την αναζήτηση στηριγμάτων πέραν των κλασσικών συμμαχιών του με την Δύση, όπως αυτό του ανταγωνιστικού προς το Νέο Δελχί, Πεκίνου, ή της σουνιτικής αντι-Ιρανικής Άγκυρας και του βαθιά Βαχαμπιστικού (Wahhabism) και Σαλαφιστικού (Salafist jihadism) σουνιτικού Ριάντ.
Τω όντι, είναι βέβαιο πως η Σαουδική Αραβία θα ενοχλείτο σφόδρα από την απόκτηση πυρηνικής ικανότητος της Τεχεράνης, πλην όμως η πρόθεση του Ριάντ για διατήρηση του μη πυρηνικού χαρακτήρα της χώρας θεωρείται προς το παρόν δεδομένη. Εντούτοις, η στρατηγική του σύζευξη, στην προσπάθεια ανεύρεσης και διασφάλισης νέων ισορροπιών για την ευρύτερη περιοχή, με το έτερο ισχυρό σουνιτικό κέντρο του Ισλαμαμπάντ, προς αντιμετώπιση των, κατά την γνώμη τους, απίστων σιιτών της Τεχεράνης, πρέπει να θεωρείται κάτι παραπάνω από σίγουρη. Τέλος, τον χορό της πυρηνικής ισορροπίας κλείνει η Άγκυρα, οι σχέσεις της οποίας με την Τεχεράνη αλλά και τον μακρύ βραχίονά της στην Δαμασκό, κινούνται σε τεντωμένο σκοινί εδώ και πολύ καιρό, ούσες κάθε άλλο παρά φιλικές.
*Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Π. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι κάτοχος MPhil στις πολιτικές και διεθνείς σπουδές και υποψήφιος για PhD.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ημέρα Μνήμης του Θανάτου του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ