2012-10-16 21:21:52
by Dennis Snower *
Η ευρωζώνη έχει κυριευτεί από δύο ασυμβίβαστες καταστάσεις. Στις πιστώτριες χώρες, ειδικότερα στη Γερμανία, ο κόσμος μαθαίνει ότι οι σπάταλες κυβερνήσεις του "Club Med" απειλούν να κλέψουν τις αποταμιεύσεις των σκληρά εργαζόμενων πολιτών. Οι χώρες-οφειλέτες, από την άλλη πλευρά, και ειδικά η Ελλάδα, ισχυρίζονται ότι ο κοινωνικός τους ιστός δέχεται ασφυκτικές πιέσεις υπό το βάρος της λιτότητας και πως αυτή είναι η πρόθεση του ηγεμόνα της Ευρώπης, της Γερμανίας.
Και οι δύο πλευρές βλέπουν ότι αυτό το σύστημα -με κοινή νομισματική πολιτική, αλλά δημοσιονομική πολιτική σε εθνικό επίπεδο, απεριόριστες χρηματοοικονομικές ροές, αλλά εθνικά υποστηριζόμενες και ελεγχόμενες τράπεζες, ενιαία αγορά προϊόντων, αλλά εθνική νομοθεσία για τις αγορές υπηρεσιών και εργασίας- δεν είναι διατηρήσιμο.
Παρ' όλα αυτά, φαίνεται ότι υπάρχει η δυνατότητα για μία μεγάλη διαπραγμάτευση, όπως τουλάχιστον υπονοείται από τις δηλώσεις μετριοπαθών Γερμανών πολιτικών, εκ των οποίων η ίδια η καγκελάριος Angela Merkel και ο υπουργός Οικονομικών Wolfgang Schaeuble. Επειδή, όμως, οι προτάσεις αυτές προέρχονται από τη Γερμανία, αντιμετωπίζονται ως αιτήματα του σκληρού πιστωτή, χωρίς να τους δίνεται η αρμόζουσα προσοχή.
Η ευρωζώνη πρέπει να λύσει ταυτόχρονα δύο προβλήματα. Βραχυπρόθεσμα υπάρχει το πρόβλημα που έχει κληροδοτηθεί: ορισμένες χώρες-οφειλέτες χρειάζονται επειγόντως οικονομική στήριξη και αναπτυξιακά κίνητρα. Κάποιες από αυτές τις οικονομίες δεν είναι ανταγωνιστικέςμετά από πολλά χρόνια μεγάλων αυξήσεων στους μισθούς, γενναιόδωρων κρατικών επιδοτήσεων και χαμηλής ανάπτυξης της παραγωγικότητας. Ορισμένες επλήγησαν από τη χρηματοοικονομική κρίση, που εξελίχθηκε σε κρίση κρατικού χρέους. Κατά συνέπεια, το εθνικό τους χρέους εξερράγη, ενώ παράλληλα βυθίστηκαν στην ύφεση. Μειώνοντας το χρέος, όμως, με πολιτική λιτότητας αναπόφευκτα εντείνουν την ύφεση.
Μακροπρόθεσμα, υπάρχει το πρόβλημα της βιωσιμότητας. Λείπουν οι απαραίτητοι θεσμοί που θα εξασφαλίσουν ότι στο μέλλον δεν θα υπάρξουν μεγάλες ανισορροπίες στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών και αστρονομικά κρατικά χρέη. Οι χρηματαγορές δεν έχουν υποστεί την απαιτούμενη μεταρρύθμιση ώστε να μην αναγκάζονται να στηρίζουν οι φορολογούμενοι τους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς σε περίπτωση κινδύνου κατάρρευσης. Η ευρωζώνη δεν έχει εφαρμόσει τις βαθιές δομικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται ώστε να υπάρξουν κίνητρα για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, ειδικότερα στις χώρες-οφειλέτες.
Τα προβλήματα αυτά μπορούν να λυθούν μόνο με κοινή προσέγγιση. Εάν η ευρωζώνη δεσμευθεί αξιόπιστα σε έναν βιώσιμο οικονομικό δρόμο, τότε το πρόβλημα που έχει κληροδοτηθεί θα περιοριστεί. Οι πιστώτριες χώρες, με τη βεβαιότητα ότι τα προβλήματα φερεγγυότητας δεν θα επαναληφθούν, θα μπορούσαν να προσφέρουν τώρα μεγαλύτερη στήριξη, γνωρίζοντας ότι τα χρέη αυτά θα αποπληρωθούν. Εάν, όμως, τα προβλήματα που έχουν κληροδοτηθεί και τα προβλήματα βιωσιμότητας αποσυνδεθούν, τότε θα γίνουν ανεξέλεγκτα. Οι πιστώτριες χώρες δεν θα δεχθούν να αναλάβουν εκκρεμή χρέη, θεωρώντας ότι έτσι μειώνονται τα κίνητρα των οφειλετών για αποπληρωμή τους.
Το μεγάλο παζάρι θα μπορούσε να κινηθεί στις εξής γραμμές:
1. Πρώτον, κάθε κυβέρνηση της ευρωζώνης θα διαμορφώσει έναν «σταθεροποιητικό δημοσιονομικό κανόνα», που θα εξειδικεύει μακροπρόθεσμα τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ (να μην ξεπερνά το 60%), τον λόγο σύγκλισης (πόσο γρήγορα θα πρέπει να επιτευχθεί αυτός ο στόχος) και το πόσο κυκλική θα μπορεί να είναι η δημοσιονομική πολιτική. Ένας τέτοιος δημοσιονομικός κανόνας θα μπορούσε να δίνει έως και 25 χρόνια προθεσμία σε ένα κράτος για να θέσει τα δημοσιονομικά του σε τάξη, σε αντάλλαγμα για την αμοιβαιοποίηση του χρέους.
Αυτές οι χώρες θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την ύφεση με δημοσιονομικά αναπτυξιακά κίνητρα, αποφεύγοντας τον φαύλο κύκλο στον οποίο τώρα είναι εγκλωβισμένες. Ο δημοσιονομικός κανόνας, που θα διαμορφωθεί από κάθε εθνική κυβέρνηση, στη συνέχειαθα εφαρμόζεται αξιόπιστα σε επίπεδο ευρωζώνης. Εάν μία κυβέρνηση παρουσιάζει έλλειμμα μεγαλύτερο από ό,τι επιτρέπει ο κανόνας, τότε η Κομισιόν θα μπορεί, επί παραδείγματι, να επιβάλει αύξηση του ΦΠΑ. Εάν μία χώρα δεν μπορεί να εισπράξει φόρους, τότε η Επιτροπή θα μπορεί να βοηθήσει.
2. Δεύτερον, η ευρωζώνη θα πρέπει να υιοθετήσει διαφανή κριτήρια για την κρατική φερεγγυότητα, έτσι ώστε όταν μία χώρα παρουσιάζει πολύ μεγάλο χρέος συγκριτικά με την απόδοσή της (κατάσταση στην οποία θα είναι ανέφικτο να επιτευχθεί μείωση του χρέους χωρίς ύφεση) να κηρύττει στάση πληρωμών και να τίθεται σε μία ελεγχόμενη διαδικασία αναδιάρθρωσης χρέους.
3. Τρίτον, όλες οι χώρες της ευρωζώνης να υιοθετήσουν ένα κοινό σύστημα χρηματοοικονομικών κανόνων, όπου θα συμπεριλαμβάνεται κοινή εποπτεία του τραπεζικού συστήματος (και ο σκιώδης τραπεζικός τομέας), σύστημα εκκαθάρισης τραπεζών, μηχανισμός εγγύησης καταθέσεων, ασφάλιση έναντι καταστροφικών ζημιών και κίνητρα για να αποτραπεί ο συστημικός κίνδυνος.
Εάν όλες οι χώρες της ευρωζώνης πληρούν τους δημοσιονομικούς τους κανόνες, τότε μπορούν να τεθούν περιορισμοί στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, ώστε να δανείζει μόνο σε χρηματοοικονομικούς οργανισμούς. Όσοι εξ αυτών δεν δικαιούνται στήριξη από τον ESM θα υποστούν τη κοινή πρακτική αναδιάρθρωσης χρέους και εκκαθάρισης.
4. Τέταρτον, τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά κονδύλια θα πρέπει να στοχεύουν σε επενδύσειςγια την τόνωση της ανάπτυξης σε χώρες με επίμονα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών. Θα πρέπει να υπάρξει και η στήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Έτσι, οι χώρες-οφειλέτες θα γίνουν πιο ανταγωνιστικές.
Εάν εφαρμοστούν αυτά τα μέτρα, τότε η ΕΚΤ θα μπορέσει να αφιερωθεί στον πρωταρχικό στόχο του ελέγχου των πληθωριστικών πιέσεων. Βάσει του υφιστάμενου καθεστώτος, η ΕΚΤ έχει δύο στόχους: σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και σταθερότητα των τιμών. Υπάρχει, όμως, ο κίνδυνος αυτοί οι δύο στόχοι να είναι αντικρουόμενοι.
Αυτή η μεγάλη διαπραγμάτευση θα δώσει στις χώρες-οφειλέτες βραχυπρόθεσμη στήριξη για να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους, ενώ παράλληλα θα διασφαλίζει τις πιστώτριες χώρες ότι ο μακροπρόθεσμος δρόμος της ευρωζώνης είναι βιώσιμος.
*Ο Dennis Snower είναι πρόεδρος του Kiel Institute για την παγκόσμια οικονομία.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Η ευρωζώνη έχει κυριευτεί από δύο ασυμβίβαστες καταστάσεις. Στις πιστώτριες χώρες, ειδικότερα στη Γερμανία, ο κόσμος μαθαίνει ότι οι σπάταλες κυβερνήσεις του "Club Med" απειλούν να κλέψουν τις αποταμιεύσεις των σκληρά εργαζόμενων πολιτών. Οι χώρες-οφειλέτες, από την άλλη πλευρά, και ειδικά η Ελλάδα, ισχυρίζονται ότι ο κοινωνικός τους ιστός δέχεται ασφυκτικές πιέσεις υπό το βάρος της λιτότητας και πως αυτή είναι η πρόθεση του ηγεμόνα της Ευρώπης, της Γερμανίας.
Και οι δύο πλευρές βλέπουν ότι αυτό το σύστημα -με κοινή νομισματική πολιτική, αλλά δημοσιονομική πολιτική σε εθνικό επίπεδο, απεριόριστες χρηματοοικονομικές ροές, αλλά εθνικά υποστηριζόμενες και ελεγχόμενες τράπεζες, ενιαία αγορά προϊόντων, αλλά εθνική νομοθεσία για τις αγορές υπηρεσιών και εργασίας- δεν είναι διατηρήσιμο.
Παρ' όλα αυτά, φαίνεται ότι υπάρχει η δυνατότητα για μία μεγάλη διαπραγμάτευση, όπως τουλάχιστον υπονοείται από τις δηλώσεις μετριοπαθών Γερμανών πολιτικών, εκ των οποίων η ίδια η καγκελάριος Angela Merkel και ο υπουργός Οικονομικών Wolfgang Schaeuble. Επειδή, όμως, οι προτάσεις αυτές προέρχονται από τη Γερμανία, αντιμετωπίζονται ως αιτήματα του σκληρού πιστωτή, χωρίς να τους δίνεται η αρμόζουσα προσοχή.
Η ευρωζώνη πρέπει να λύσει ταυτόχρονα δύο προβλήματα. Βραχυπρόθεσμα υπάρχει το πρόβλημα που έχει κληροδοτηθεί: ορισμένες χώρες-οφειλέτες χρειάζονται επειγόντως οικονομική στήριξη και αναπτυξιακά κίνητρα. Κάποιες από αυτές τις οικονομίες δεν είναι ανταγωνιστικέςμετά από πολλά χρόνια μεγάλων αυξήσεων στους μισθούς, γενναιόδωρων κρατικών επιδοτήσεων και χαμηλής ανάπτυξης της παραγωγικότητας. Ορισμένες επλήγησαν από τη χρηματοοικονομική κρίση, που εξελίχθηκε σε κρίση κρατικού χρέους. Κατά συνέπεια, το εθνικό τους χρέους εξερράγη, ενώ παράλληλα βυθίστηκαν στην ύφεση. Μειώνοντας το χρέος, όμως, με πολιτική λιτότητας αναπόφευκτα εντείνουν την ύφεση.
Μακροπρόθεσμα, υπάρχει το πρόβλημα της βιωσιμότητας. Λείπουν οι απαραίτητοι θεσμοί που θα εξασφαλίσουν ότι στο μέλλον δεν θα υπάρξουν μεγάλες ανισορροπίες στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών και αστρονομικά κρατικά χρέη. Οι χρηματαγορές δεν έχουν υποστεί την απαιτούμενη μεταρρύθμιση ώστε να μην αναγκάζονται να στηρίζουν οι φορολογούμενοι τους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς σε περίπτωση κινδύνου κατάρρευσης. Η ευρωζώνη δεν έχει εφαρμόσει τις βαθιές δομικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται ώστε να υπάρξουν κίνητρα για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, ειδικότερα στις χώρες-οφειλέτες.
Τα προβλήματα αυτά μπορούν να λυθούν μόνο με κοινή προσέγγιση. Εάν η ευρωζώνη δεσμευθεί αξιόπιστα σε έναν βιώσιμο οικονομικό δρόμο, τότε το πρόβλημα που έχει κληροδοτηθεί θα περιοριστεί. Οι πιστώτριες χώρες, με τη βεβαιότητα ότι τα προβλήματα φερεγγυότητας δεν θα επαναληφθούν, θα μπορούσαν να προσφέρουν τώρα μεγαλύτερη στήριξη, γνωρίζοντας ότι τα χρέη αυτά θα αποπληρωθούν. Εάν, όμως, τα προβλήματα που έχουν κληροδοτηθεί και τα προβλήματα βιωσιμότητας αποσυνδεθούν, τότε θα γίνουν ανεξέλεγκτα. Οι πιστώτριες χώρες δεν θα δεχθούν να αναλάβουν εκκρεμή χρέη, θεωρώντας ότι έτσι μειώνονται τα κίνητρα των οφειλετών για αποπληρωμή τους.
Το μεγάλο παζάρι θα μπορούσε να κινηθεί στις εξής γραμμές:
1. Πρώτον, κάθε κυβέρνηση της ευρωζώνης θα διαμορφώσει έναν «σταθεροποιητικό δημοσιονομικό κανόνα», που θα εξειδικεύει μακροπρόθεσμα τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ (να μην ξεπερνά το 60%), τον λόγο σύγκλισης (πόσο γρήγορα θα πρέπει να επιτευχθεί αυτός ο στόχος) και το πόσο κυκλική θα μπορεί να είναι η δημοσιονομική πολιτική. Ένας τέτοιος δημοσιονομικός κανόνας θα μπορούσε να δίνει έως και 25 χρόνια προθεσμία σε ένα κράτος για να θέσει τα δημοσιονομικά του σε τάξη, σε αντάλλαγμα για την αμοιβαιοποίηση του χρέους.
Αυτές οι χώρες θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την ύφεση με δημοσιονομικά αναπτυξιακά κίνητρα, αποφεύγοντας τον φαύλο κύκλο στον οποίο τώρα είναι εγκλωβισμένες. Ο δημοσιονομικός κανόνας, που θα διαμορφωθεί από κάθε εθνική κυβέρνηση, στη συνέχειαθα εφαρμόζεται αξιόπιστα σε επίπεδο ευρωζώνης. Εάν μία κυβέρνηση παρουσιάζει έλλειμμα μεγαλύτερο από ό,τι επιτρέπει ο κανόνας, τότε η Κομισιόν θα μπορεί, επί παραδείγματι, να επιβάλει αύξηση του ΦΠΑ. Εάν μία χώρα δεν μπορεί να εισπράξει φόρους, τότε η Επιτροπή θα μπορεί να βοηθήσει.
2. Δεύτερον, η ευρωζώνη θα πρέπει να υιοθετήσει διαφανή κριτήρια για την κρατική φερεγγυότητα, έτσι ώστε όταν μία χώρα παρουσιάζει πολύ μεγάλο χρέος συγκριτικά με την απόδοσή της (κατάσταση στην οποία θα είναι ανέφικτο να επιτευχθεί μείωση του χρέους χωρίς ύφεση) να κηρύττει στάση πληρωμών και να τίθεται σε μία ελεγχόμενη διαδικασία αναδιάρθρωσης χρέους.
3. Τρίτον, όλες οι χώρες της ευρωζώνης να υιοθετήσουν ένα κοινό σύστημα χρηματοοικονομικών κανόνων, όπου θα συμπεριλαμβάνεται κοινή εποπτεία του τραπεζικού συστήματος (και ο σκιώδης τραπεζικός τομέας), σύστημα εκκαθάρισης τραπεζών, μηχανισμός εγγύησης καταθέσεων, ασφάλιση έναντι καταστροφικών ζημιών και κίνητρα για να αποτραπεί ο συστημικός κίνδυνος.
Εάν όλες οι χώρες της ευρωζώνης πληρούν τους δημοσιονομικούς τους κανόνες, τότε μπορούν να τεθούν περιορισμοί στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, ώστε να δανείζει μόνο σε χρηματοοικονομικούς οργανισμούς. Όσοι εξ αυτών δεν δικαιούνται στήριξη από τον ESM θα υποστούν τη κοινή πρακτική αναδιάρθρωσης χρέους και εκκαθάρισης.
4. Τέταρτον, τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά κονδύλια θα πρέπει να στοχεύουν σε επενδύσειςγια την τόνωση της ανάπτυξης σε χώρες με επίμονα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών. Θα πρέπει να υπάρξει και η στήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Έτσι, οι χώρες-οφειλέτες θα γίνουν πιο ανταγωνιστικές.
Εάν εφαρμοστούν αυτά τα μέτρα, τότε η ΕΚΤ θα μπορέσει να αφιερωθεί στον πρωταρχικό στόχο του ελέγχου των πληθωριστικών πιέσεων. Βάσει του υφιστάμενου καθεστώτος, η ΕΚΤ έχει δύο στόχους: σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και σταθερότητα των τιμών. Υπάρχει, όμως, ο κίνδυνος αυτοί οι δύο στόχοι να είναι αντικρουόμενοι.
Αυτή η μεγάλη διαπραγμάτευση θα δώσει στις χώρες-οφειλέτες βραχυπρόθεσμη στήριξη για να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους, ενώ παράλληλα θα διασφαλίζει τις πιστώτριες χώρες ότι ο μακροπρόθεσμος δρόμος της ευρωζώνης είναι βιώσιμος.
*Ο Dennis Snower είναι πρόεδρος του Kiel Institute για την παγκόσμια οικονομία.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΑΠΟΦΟΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΚΟΝΤΡΕΡΑΣ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ