2012-10-19 23:00:08
Το άρθρο “Τί πρέπει να κάνουμε ενόψει της περικύκλωσης της Βουλής;“ που δημοσιεύτηκε πριν έναν περίπου χρόνο στην Ελλάδα, στα πλαίσια του δημοσίου διαλόγουστο tvxs, φέρεται να επηρέασε τους Ισπανούς αγανακτισμένους στη σύνταξη του μανιφέστου τους και την απόφασή τους για την περικύκλωση του Ισπανικού Κοινοβουλίου, όπως αναφέρει ο Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης Γιώργος Κοντογιώργης στηνΚρυσταλία Πατούλη, εκτιμώντας συγχρόνως, την κοινωνικοπολιτική κατάσταση στην Ισπανία και την αντίστοιχη στη χώρα μας, τονίζοντας, πως “Μας χρειάζεται -επειγόντως- ένα νέο πολιτικό συμβόλαιο! Ένα συμβόλαιο, που να ενσωματώνει την κοινωνία των πολιτών στην πολιτεία“.Γ.Κ.: Απ’ όσο γνωρίζω, τοσυγκεκριμένο άρθρο, μεταφράσθηκε πρώτα στα Γαλλικά, στη συνέχεια στα Ισπανικά και στα Αγγλικά, και κυκλοφόρησε σε διάφορες χώρες και σε πολλά μπλογκ (από τη Χιλή μέχρι την Ισπανία έως την Γαλλία και την Αμερική).
Κεντρική ιδέα της πρότασής μου σε αυτό, ήταν ό,τι, αν οι πολίτες δεν πάρουν τα πολιτικά πράγματα στα χέρια τους, όχι μόνο δεν μπορούν να ελπίζουν στην καλυτέρευση της ζωής τους, αλλά θα γνωρίσουν και πολύ χειρότερες μέρες.
Και για να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους, πρέπει να εξαναγκάσουν την πολιτική τάξη να αλλάξει το πολίτευμα και να πολιτευθεί προς το συμφέρον της κοινωνίας. Για το σκοπό αυτό, όμως, δεν αρκεί ο παραδοσιακός τρόπος της πολιτικής δράσης, γι’ αυτό υπεδείκνυα την ιδέα, να δημιουργήσουν μια “δημο-αλυσίδα”, με σκοπό να περικυκλώσουν τη Βουλή με συγκεκριμένα αιτήματα που αριθμούσα στο κείμενο.
Κρ.Π. Οι αγανακτισμένοι του Συντάγματος, πάντως, προσπάθησαν Γ.Κ.: Ναι, αλλά ως διαδηλωτές όχι ως “δημο-αλυσίδα”, όχι ως κοινωνία πολιτών. Κάποιοι ήθελαν να εκφυλίσουν την κίνηση και να ελέγξουν την κατάσταση. Μάλιστα, ορισμένοι, ειρωνεύθηκαν την ιδέα γιατί είτε ζούσαν στο παρελθόν είτε δεν τους βόλευε.
Όταν το περασμένο Νοέμβριο βρέθηκα στη Νέα Υόρκη είχα μια μακρά συνομιλία με τον εκεί διανοητή Ρίτσαρντ Γούλφ, έναν από τους ηγέτες και εμψυχωτές του κινήματος των αγανακτισμένων στις ΗΠΑ, που είχε ως επίκεντρο τη Γουόλ Στρήτ.
Του ανέπτυξα την άποψή μου, ότι δηλαδή ο τρόπος της διαμαρτυρίας ήταν αδιέξοδος και, τελικά, θα τους διαλύσουν, για τον πρόσθετο λόγο ότι στις ΗΠΑ η ιδέα της “πολιτικής συλλογικότητας”, της “συλλογικής δράσης” δεν είναι ανεκτή.
Εκείνος, μου δήλωσε αισιόδοξος… Την μεθεπομένη, όμως, έγινε ακριβώς αυτό που του είχα αναφέρει, στη Γουόλ Στρήτ.
Και στην Ισπανία, ανεξαρτήτως του αν η αρχή της ιδέας συνάδει στο “Κάλεσμά” μου, στο ίδιο αποτέλεσμα θα καταλήξουν. Γιατί οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας είναι αντικειμενικά καταδικασμένες σε αποτυχία.
Κρ.Π.: Αν και πιέζουν τις πολιτικές καταστάσεις… Γιατί λέτε, ό,τι είναι καταδικασμένες σε αποτυχία;
Γ.Κ.: Μα γιατί τις τελευταίες δεκαετίες τα πράγματα εξελίχθηκαν δραματικά, οι συσχετισμοί άλλαξαν και μαζί τους η σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής.
Σήμερα το πολιτικό σύστημα κατέχεται ολοκληρωτικά από τη “διεθνή των αγορών”, ενώ τα λεγόμενα κινήματα παραμένουν δέσμια στις παλαιές αντιλήψεις για τον τρόπο πολιτικής δράσης.
Πιστεύουν ότι αρκεί να κατεβάσουν ένα μέρος της κοινωνίας στους δρόμους για να αναγκάσουν τους πολιτικούς να πολιτευθούν όπως αυτοί θέλουν. Τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και οι εξωθεσμικοί τρόποι δράσης ανάγονται στο παρελθόν της ιστορίας. Το μέλλον άνοιξε ήδη άλλους δρόμους.
Κρ. Π.: Πώς μπορεί, λοιπόν, να γίνει αποτελεσματική η παρέμβαση της κοινωνίας πολιτών;
Γ.Κ.: Η κοινωνία μπορεί να αποτελέσει ένα εκρηκτικό μίγμα, της οποίας η δύναμη δεν υπόκειται σε σύγκριση με καμία άλλη. Αρκεί να το συνειδητοποιήσει και κυρίως να λειτουργήσει ως σώμα.
Η παντοδυναμία των αγορών οφείλεται στο γεγονός ότι οι κοινωνίες είναι εγκιβωτισμένες στην ιδιωτεία, δεν αντιμετωπίζονται ως συγκροτημένη ολότητα, ικανή να παράξει πολιτική βούληση.
Ο λόγος που οι καθεστωτικές δυνάμεις φοβούνται τις εξεγέρσεις και τις επαναστάσεις είναι αυτός: για την στιγμή που οι κοινωνίες θα λειτουργήσουν ως σώμα και θα συμπαρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους.
Το ερώτημα, λοιπόν, που θέτω, είναι πώς μια κοινωνία θα συγκροτηθεί ως σώμα, κι όχι πώς ή πότε θα επαναστατήσει ευκαιριακά. Πώς με άλλα λόγια, θα μεταβληθεί σε διαρκή θεσμό της πολιτείας.
Κρ.Π.: Πριν όμως φθάσει στην τελική φάση, πώς μπορεί να μεταβάλει το διακύβευμα αυτό, σε απαίτηση- πρόταγμα, και πώς θα το επιβάλει;
Γ.Κ.: Υπάρχουν δύο τρόποι. Είτε να περιμένει να ωριμάσουν οι συνθήκες οπότε θα γίνει αναπόδραστη η ανάγκη, είτε να αναγκάσει την εξέλιξη.
Οι συνθήκες θα γίνουν αναπόδραστες όταν το πρόβλημα της ανασυγκρότησης των σχέσεων κοινωνίας και πολιτικής, για να αποκατασταθεί η ισορροπία της κοινωνίας με την αγορά, φθάσει στον πυρήνα των χωρών της πρωτοπορίας. Τότε, αυτό που θα συμβεί εκεί θα διαχυθεί στον κόσμο και θα μεταφερθεί και στην Ελλάδα.
Θεωρώ ότι ο κόσμος οδεύει προς την τελική λύση που θα θεσμοθετεί την βούληση της κοινωνίας στο πολιτικό σύστημα.
Ως προς αυτό η παρούσα κρίση δεν είναι ίδια με τις προηγούμενες του 20ου αιώνα.
Επειδή όμως η Ελλάδα είναι το εργαστήρι των εξελίξεων θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να βιάσει και την λύση στο πολιτικό πρόβλημα. Να λειτουργήσει δηλαδή ως μαμή της ιστορίας.
Το ζήτημα δεν είναι απλό, διότι εμπλέκονται σ’ αυτό εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες που το κάνουν εξαιρετικά σύνθετο.
Γι αυτό προέβαλα την ιδέα της “δημο-αλυσίδας”, όπου η κοινωνία μπορεί να δράσει συντεταγμένα ως σώμα, ώστε να εξαναγκάσει την καθόλα αντιδραστική πολιτική τάξη και να της επιστρέψει μικρό μέρος της πολιτικής της κυριαρχίας, για την εκχώρηση της οποίας άλλωστε δεν ερωτήθηκε.
Να την αποδεχθεί επομένως ως εταίρο της πολιτείας, να υποβάλει τις πολιτικές της στον έλεγχο της δικαιοσύνης, να εναρμονισθεί με το συμφέρον και τα αιτήματα της κοινωνίας των πολιτών.
Κρ.Π.: Μπορεί εη Ελλάδα να αποτελέσει, δηλαδή, τον… πρωτομάστορα, ως προς αυτό;
Γ.Κ.: Υπό προϋποθέσεις ναι. Προσεγγίζω την κρίση σε τρία επίπεδα: το διεθνές, το ευρωπαϊκό και το ελληνικό, τα οποία, βέβαια, έχουν κοινό παρανομαστή.
Εάν το εγχείρημα επιτύχει έστω κατά μικρόν στην Ελλάδα, επειδή ακριβώς αποτελεί το δυτικό εργαστήρι, θα μπορούσε να αποτελέσει τον σπινθήρα για την εξάπλωσή του.
Δείτε τι συμβαίνει στην Ισπανία, τι έγινε με τους αγανακτισμένους.
Αυτό που συμβαίνει στον δυτικό κόσμο επιβεβαιώνει την άποψη, που έχω εκφράσει εδώ και δεκαετίες, ότι δηλαδή τα πράγματα βαίνουν προς την ανάγκη ενός νέου πολιτικού συμβολαίου μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής, με πρόσημο την αντιπροσώπευση.
Αν συγκρίνει κανείς το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο tvxs και του Μανιφέστου των Ισπανών, θα διαπιστώσει ότι τουλάχιστον τα μισά από αυτά που είχαμε προτείνει τα λένε οι ίδιοι με παρεμφερή τρόπο. Προσθέτω φυσικά και την ιδέα της περικύκλωσης της Βουλής, την οποία όμως, όπως είπαμε, δεν είδαν ως “δημο-αλυσίδα” αλλά ως διαδήλωση.
Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει τη διαπίστωσή μου ότι το τοπίο της εξέλιξης δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί. Οι κοινωνίες δεν έχουν ακόμη εντάξει το πολιτικό διακύβευμα της κρίσης στο διατακτικό τους.
Όμως, ήδη έχουν πάρει το μήνυμα ότι για να μπορέσουν να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις και να μην πολιτεύονται οι κυβερνήσεις μόνο προς το συμφέρον των αγορών, όπως συμβαίνει σήμερα, ένας τρόπος υπάρχει: Να εισέλθουν οι ίδιες πιο ενεργά στην πολιτική!
Απομένει να αντιληφθούν ότι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να θεσμοθετηθεί η βούλησή τους στη διαδικασία λήψεως των αποφάσεων. Αυτό έδειξε και δείχνει η δική μου η πρόταση.
Γιατί πρέπει οι κοινωνίες θα επιδιώξουν να γίνουν θεσμός -και τί είδους θεσμός στην παρούσα συγκυρία-, ώστε να επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις και να πάψει να έχει οικονομική παντοδυναμία και μονοσήμαντη πολιτική επιρροή η αγορά, σε αυτές τις αποφάσεις.
Κρ.Π.: Το μήνυμα από την Ισπανία πώς το ερμηνεύετε;
Γ.Κ.: Συνομολογείται η άμεση επιρροή του “Καλέσματος” στη διαμόρφωση του ισπανικού μανιφέστου.
Πρέπει να πω ότι το “Κάλεσμά” μου, κυκλοφόρησε στα Γαλλικά, με τον τίτλο «Μανιφέστο για μια κοινωνία των πολιτών», πράγμα που βοήθησε στην ευρεία κυκλοφορία του και στην αναπαραγωγή του σε άλλες γλώσσες, όπως στα ισπανικά και στα αγγλικά.
Η ηλεκτρονική εφημερίδα Mediapart που το δημοσίευσε, είναι μία πολύ μεγάλη εφημερίδα, η οποία θεωρείται ότι είναι το αντίστοιχο της Monde της δεκαετίας του 1960.
Η εφημερίδα αυτή, έχει μεγάλη απήχηση στους κόλπους των “αγανακτισμένων”.
Μάλιστα, ο καθηγητής Ρίτσαρντ Γουλφ, που σας προανέφερα, στη γαλλική του εκδοχή το πληροφορήθηκε.
Έχει ενδιαφέρον να προσεχθεί ότι ακόμη και σήμερα που καταγράφεται η ολοκληρωτική ήττα του κρατούντος πολιτικού συστήματος και του αντιστοίχου σ’ αυτό τρόπου πολιτικής δράσης, ο διάλογος για την κρίση παραμένει έγκλειστος στο παρελθόν.
Η συζήτηση που άνοιξε το “Κάλεσμά” μου ακούγεται με πολύ ενδιαφέρον, όμως ο χρόνος του απέχει ακόμη πολύ από την κατανόηση του διακυβεύματος.
Στην Ελλάδα η πρόσληψή του είναι πιο εύκολη, παρόλον ότι οι δυνάμεις που κινούν την πολιτική το βλέπουν με “κακό μάτι”.
Η κοινωνία, περισσότερο από ποτέ, αντιμετωπίζεται ως απειλή από τους ηγήτορές της.
Ο Μαρξ είχε προβεί σε μια απλή διαπίστωση. Ότι η πολιτική εξουσία αναπαρήγε περίπου αυθεντικά τις πολιτικές της αστικής τάξης.
Οι επίγονοι αναλώθηκαν στο να μετρούν αυτό το περίπου, το βαθμό της σχετικής αυτονομίας της πολιτικής εξουσίας. Ουδείς υπεισήλθε στην αιτία του φαινομένου.
Και αυτό, διότι όπως τότε, έτσι και σήμερα, ουδείς διανοείται ό,τι το νεοτερικό πολιτικό σύστημα δεν είναι οριστικό, αλλά απλώς ένας σταθμός στη διαδικασία της πολιτικής ολοκλήρωσης των κοινωνιών.
Ένας σταθμός, που γι’αυτό αναπαράγει το παλαιό καθεστώς (τη δεσποτική αρχή του ανήκειν του συστήματος στο κράτος) στις νέες πρωτο-ανθρωποκεντρικές συνθήκες της κοινωνίας.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι η πολιτική εξουσία είναι ταξικά και, μάλιστα, μονοσήμαντα διατεταγμένη στις μέρες μας, επειδή η κοινωνία δεν μετέχει οργανικά σ’ αυτήν. Επειδή το πολιτικό σύστημα το ενσαρκώνει ταυτολογικά το κράτος αντί της κοινωνίας και δι’ αυτού είναι και ο έχων την μεγαλύτερη επιρροή.
Κρ.Π.: Δηλαδή;
Γ.Κ.: Αν οι κοινωνίες θέλουν να μην κυβερνούν οι αγορές, να μην συντρίβονται από τη δύναμή τους, να μην να φτάσουν στο έσχατο σημείο της εξαθλίωσης, πρέπει να πάρουν τα πολιτικά πράγματα στα χέρια τους, όχι κατά το παλαιόν, διαδηλώνοντας, αλλά να αξιώσουν να έχουν θεσμική γνώμη στην πολιτική διαδικασία, όπως ήδη ανέφερα.
Να μην λαμβάνονται πολιτικές αποφάσεις χωρίς, τουλάχιστον, οι ίδιες να διατυπώνουν άποψη και να ελέγχουν δίκην εντολέα τους υπευθύνους των πολιτικών αυτών (π.χ με δημοψηφίσματα κλπ.)…
Κρ.Π.: Αυτό το έχετε διατυπώσει και στο εν λόγω άρθρο.
Γ.Κ.: Αυτό, και άλλα πολλά τα έχω διατυπώσει, ουσιαστικά, εδώ και δεκαετίες. Λέω, λοιπόν, ότι, για να ανατρέψουν οι κοινωνίες των πολιτών την πολιτική κυριαρχία των αγορών, που δημιουργεί τις περιοδικές κρίσεις και την εξαθλίωση, πρέπει να πάψουν να κινούνται όπως στο παρελθόν, δηλαδή να θεωρούν ότι η θέση τους είναι αυτονοήτως στην ιδιωτεία και ότι, ως εκ τούτου, η πολιτική τους αρμοδιότητα εξαντλείται μόνο στις διαδηλώσεις και στις απεργίες, ή στην χειραγώγησή τους από τους κομματικούς, τους συνδικαλιστικούς και άλλους απίθανους “ινστρούκτορες” ή “αγκιτάτορες”.
Να αντιληφθούν ότι μόνον με την αντιπροσωπευτική προσομοίωση, τουλάχιστον, στη φάση αυτή, του πολιτικού συστήματος, θα επανέλθουν ως κεντρικοί φορείς στην πολιτική. Και μόνον με τον εξαναγκασμό της πολιτικής τάξης θα τους αποδοθεί αυτό που τους υφήρπασαν και αρνούνται να τους το επιστρέψουν, δηλαδή, την “λαϊκή κυριαρχία”.
Κρ.Π.: Λέτε, ότι δεν μπορεί να λέγεται κάποιος πολίτης, όταν μόνο ψηφίζει κάθε τέσσερα χρόνια και δεν ελέγχει την εξουσία του, οπότε, γι’ αυτόν τον σκοπό, στην παρούσα φάση, πρώτα πρέπει να συνταχθεί ένα συλλογικό μανιφέστο, όπως π.χ. έκαναν οι Ισπανοί, και κατόπιν, περικύκλωση της Βουλή, έχοντας ένα συγκροτημένο κοινό αίτημα;
Γ.Κ.: Προφανώς. Ναι. Τούτο όμως προϋποθέτει ότι έχεις μέσα σου ως κοινωνία ξεκαθαρίσει τον ορίζοντα των εννοιών.
Συνειδητοποιείς ότι το σημερινό σύστημα, που σου το σερβίρουν ως δημοκρατικό και αντιπροσωπευτικό δεν είναι τίποτε από αυτά.
Και ότι επίσης για να εισαγάγεις την έννοια της αντιπροσώπευσης στο πρόταγμά σου πρέπει προηγουμένως να έχεις χωνέψει το διακύβευμά της.
Τί είναι, πώς εμπραγματώνεται και γιατί σου χρειάζεται τώρα.
Οφείλεις να γνωρίζεις επίσης, για να μη δημιουργείται σύγχυση, ότι η συζήτηση για τη δημοκρατία -την όντως δημοκρατία, όχι το σημερινό υπόλειμμα της δεσποτείας- δεν είναι του παρόντος.
Το “Μανιφέστο” μου, αυτό που μεταφράστηκε και στα ισπανικά, έχει πολλά κοινά με το τελικό “Μανιφέστο” των Ισπανών. Ποια είναι, όμως, η διαφορά τους; Ότι, εδώ το “Μανιφέστο” το έφτιαξε ένας Κοντογιώργης και το διακίνησε μία Κρυσταλία με το tvxs.
Ένας λόγος που το αγνόησαν οι Έλληνες Αγανακτισμένοι, είναι ότι εμείς δεν είμαστε μέρος του καθεστωτικού πυρήνα που κινούσε τα νήματα. Ο άλλος είναι ότι δεν συνέφερε τους πυρήνες αυτούς.
Ο τρίτος λόγος έχει να κάνει με τη δύναμη της αδράνειας που δημιουργεί η αλλοτρίωση στα μυαλά των καθεστωτικών ανθρώπων. Δεν τους έλεγε τίποτε. Επειδή ο καθεστωτικός ακτιβιστής ή διανοούμενος δεν διαθέτει αυτονομία σκέψης, λειτουργεί ως μηρυκαστικό.
Δεν αποκλείεται τώρα που το πρόβαλαν οι Ισπανοί Αγανακτισμένοι και το παρουσίασαν ως πρόταση για λύση του πολιτικού προβλήματος να το υιοθετήσουν, για να δείξουν προοδευτικοί. Για να δικαιολογήσουν δηλαδή της αξίωσή τους να ηγούνται του “πλήθους”!
Κρ.Π.: Με τους Έλληνες αγανακτισμένους, τι συνέβη; Υπήρχε αυτό που λέγεται, σε ένα βαθμό, ή από ένα σημείο και μετά, υποκίνηση;
Γ.Κ.: Ο λαός που συγκεντρώθηκε στο Σύνταγμα δεν ήταν υποκινούμενος. Απλώς χειραγωγήθηκε καθοδόν από τις κομματικές και άλλες οργανωμένες ομάδες.
Από την πρώτη στιγμή, όπως ξέρετε, όταν είδα τη διείσδυσή τους και τον τρόπο που λειτουργούσαν, είχα προβλέψει ότι όχι μόνο θα εκφυλισθεί ο αγώνας τους, αλλά και ότι ήταν καταδικασμένος να αποτύχει.
Ποιός είναι ο ασφαλέστερος τρόπος γι’ αυτό: αντί να τους στρέψεις προς τον αντίπαλο με στόχο, εν προκειμένω τη σύναψη “αναγκαστικού γάμου” με τη Βουλή και την κυβέρνηση, τους αποπροσανατολίζεις, με δήθεν “αμεσοδημοκρατικές” διαδικασίες, κάνοντας τους να νομίσουν ότι είναι άρχοντες δίκην βραχονησίδας στον Ατλαντικό.
Τους προτείναμε λοιπόν πώς πρέπει να δράσουν, τι πρέπει να κάνουν και τι πρέπει να διεκδικήσουν, εάν ήθελαν να γίνουν αφεντικά στον τόπο τους και στους εαυτούς τους. Οι ομάδες χειραγώγησης, όμως, δεν είχαν λόγους να οδηγήσουν τους “αγανακτισμένους” στην επιτυχία. Θα ακύρωναν τον εαυτό τους.
Τον λαό τον θέλουν διαδηλωτή υπό την ηγεσία τους, όχι θεσμικό εταίρο της πολιτείας. Την πολιτεία και την πρωτοβουλία των κινήσεων στην πολιτική δυναμική την φυλάνε για τους ίδιους.
Κρ.Π.: Εκφράσατε την βεβαιότητα ότι θα αποτύχουν και οι Ισπανοί. Για ποιό λόγο;
Γ.Κ.: Ναι, αν και είναι όντως ένα βήμα μπροστά από τους Έλληνες Αγανακτισμένους, διότι, έχουν επεξεργασθεί ένα πρόγραμμα, έχουν προτάξει δηλαδή το μανιφέστο τους.
Θα αποτύχουν όμως με βεβαιότητα, διότι λειτουργούν κατά το παλαιό. Για να αναστραφούν οι συσχετισμοί πρέπει να αισθανθούν οι κυβερνώντες την μόνιμη ανάσα της κοινωνίας των πολιτών.
Η περικύκλωση της Βουλής έχει έννοια όταν λάβει τη μορφή της συμπαγούς “δημο-αλυσίδας” σε χρόνο διαρκείας, όχι μία ημέρα, κάποιες ώρες. Μόνο με εξαναγκασμό οι κοινωνίες θα επαναφέρουν την επιρροή τους στην πολιτική.
Διαφορετικά θα βιώσουμε καταστάσεις με πρόσημο τη βία, την ανομία αλλά και την εξέγερση, που πολλοί πίστεψαν ότι είχαν περιέλθει στην ιστορία.
Κρ.Π.: Τί διαφορά έχουν οι εξεγέρσεις από τον εξαναγκασμό της πολιτικής, μέσω της κοινωνίας πολιτών που προτείνετε;
Γ.Κ.: Υπάρχει ουσιώδης διαφορά. Στη μία, κινείσαι σε συντεταγμένο πλαίσιο και αξιώνεις πράγματα με ασφάλεια, οδηγώντας τις εξελίξεις. Στην άλλη, με την ανομία ή και την εφήμερη εξέγερση, θέτεις σε κίνδυνο περισσότερα από όσα ενδεχομένως επιδιώκεις να επιτύχεις. Κυρίως κινείσαι χωρίς στόχο, δίχως πρόταγμα. Στη μία, κινείσαι εντός της πολιτικής διαδικασίας, στην άλλη την υπερβαίνεις ή μάλλον την καταλύεις.
Κρ.Π.: Ουσιαστικά εξέγερση είναι και αυτό που προτείνετε, αλλά με άλλο τρόπο; Αλλά, τώρα μιλάτε για την πρώτη περίπτωση;
Γ.Κ.: Βέβαια. Θέλω να προλάβω την δεύτερη, διευκολύνοντας την εξέλιξη που θεωρώ μεσοπρόθεσμα αναπόφευκτη. Γιατί όσο εξαθλιώνεις κάποιον πρέπει να γνωρίζεις ότι θα τον βρεις μπροστά σου, με τους δικούς του όρους. Πολλώ μάλλον εάν έχει αγγίξει τα όρια της ωριμότητάς που θα του επιτρέψουν να προσεγγίσει το νέο.
Δεν εξεγείρεται εύκολα και, μάλιστα βίαια, αυτός που δεν έχει και δεν γνωρίζει το καλύτερο, αλλά εκείνος που έχει και το χάνει. Οι ολιγάρχες το γνωρίζουν αυτό, οπότε “σαλαμοποιούν” την διαδικασία καθόδου των κοινωνιών στον Άδη της εξαθλίωσης.
Εξού και η έννοια της κοινωνικής συνοχής, στο πλαίσιο αυτό, δεν συνδέεται με τον δείκτη ευημερίας της κοινωνίας, αλλά με τη διαχείριση υπό έλεγχο των αντοχών της κοινωνίας στην εξαθλίωση.
Κρ.Π.: Στην Ελλάδα, «σωζόμαστε» πλέον, με μία περικύκλωση της Βουλής, όπως την εννοείται;
Γ.Κ.: Εξαρτάται για ποιά Ελλάδα μιλάμε. Η είσοδος της ελληνικής κοινωνίας στον κόσμο της μεγάλης κλίμακας (στο λεγόμενο κράτος έθνος) έγινε τελικά με όρους που προδίκαζε τη δραματική της συρρίκνωση. Η διαδικασία αυτή προφανώς δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Η Ελλάδα μετά την κρίση θα είναι το ομοίωμα της Ελλάδας που ξέραμε. Μην ξεχνάτε ένα πράγμα: η εξωτερική ήττα μπορεί να διορθωθεί. Η εσωτερική ήττα δεν είναι ανατάξιμη. Και οι ήττες του νεότερου ελληνισμού αφορούν όλες στο εσωτερικό μέτωπο.
Κρ.Π.: Οπότε, εσείς τι προτείνεται αυτή τη στιγμή, για την ελληνική κοινωνία; Τί… πρέπει να κάνουμε;
Γ.Κ.: Η κρίση στην Ελλάδα ξεπερνάει την τωρινή συγκυρία. Γι’ αυτό και εμμένει η καθίζηση. Ανάγεται στην προβληματική σχέση της ελληνικής κοινωνίας, με το προ-πολιτικό ή, αλλιώς, τριτοκοσμικό πολιτικό σύστημα της νεοτερικότητας, που της επεβλήθη.
Μέχρι τώρα διδασκόμαστε ότι για να προοδεύσει η χώρα έπρεπε η κοινωνία να οπισθοδρομήσει ανθρωποκεντρικά, προκειμένου να εξευρωπαϊσθεί. Είναι μια σχιζοφρενική ιδέα που έγινε σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής.
Αυτή ακριβώς βρίσκεται στη βάση της κατοχής του κράτους από θύλακες ολιγαρχικών συμμοριών και της λεηλατικής πολιτικής λειτουργίας της πολιτικής τάξης.
Αν η σχέση αυτή δεν αναιρεθεί, με την θεραπεία της πολιτείας, με την αντιπροσωπευτική της μετάλλαξη, η χώρα θα συνεχίσει να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Δείτε τη σταθερά αυτής της λεηλατικής πολιτικής τάξης, από τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους: ενοχοποιεί την κοινωνία για το πελατειακό και, κατά τούτο, αποδομητικό της συλλογικότητάς της σύστημα, μέσα στο οποίο της επέβαλε να λειτουργήσει.
Και συγχρόνως, ενοχοποιεί την έννοια του “επιχειρείν”, την επιχειρηματική δραστηριότητα, ώστε στην αρχή μεν να αποκλείσει τις έξωθεν άρχουσες δυνάμεις του ελληνισμού να ενταχθούν στον εθνικό κορμό, στη συνέχεια δε να ελέγξει την αστική τάξη, μεταβάλλοντάς την σε παράκλητο του κράτους.
Έτσι, κατάφερε να παραμείνει μοναδικός νομέας του κράτους, το οποίο το χρησιμοποίησε ως μοχλό για τη λεηλασία της κοινωνίας.
Κρ.Π.: Και για την έξοδο από την τωρινή κρίση;
Γ.Κ.: Δυο τινά. Για να μην γίνει μη ανατάξιμη η καταστροφή της χώρας και να μην πληρώσει το συνολικό κόστος η κοινωνία με την εξαθλίωσή της, ένας τρόπος υπάρχει. Να ορθώσει τη συλλογικότητά της απέναντι στην λεηλατική, παρασιτική και γι’αυτό περιδεή και πρόσφορη σε κάθε εξάρτηση πολιτική τάξη.
Αναφέρομαι στο σύνολο της πολιτικής τάξης χωρίς καμία εξαίρεση, διότι απλούστατα όλες μαζί συναντώνται στο ζήτημα της διατήρησης της αυτονομίας και των προνομίων τους απέναντι στην κοινωνία.
Η κοινωνική συλλογικότητα γίνεται εκρηκτική όταν συγκροτείται σε σώμα. Καμία δύναμη δεν μπορεί να της αντισταθεί.
Κρ.Π.: Ο δημοσίος διάλογος στο tvxs, βασίζεται εν πολλοίς σε αυτό που έχουν καταλήξει στο μανιφέστο τους οι Ισπανοί, δηλαδή, στο να βρεθούν τα πιθανά κοινά σημεία, μέσα στις θέσεις που έχει ο καθένας, και ενδεχομένως, να μην μείνουμε μόνο στα λόγια. Όμως, αυτό που φαίνεται να συμβαίνει στην Ελλάδα, είναι ότι δεν υπάρχει ενιαία συλλογική προσπάθεια και ο κόσμος συνεχίζει να εκφράζεται κυρίως από θεσμικούς φορείς που τον διαμεσολαβούν. Συγχρόνως, ο πνευματικός κόσμος της χώρας, στην πλειοψηφία του, δεν φαίνεται να έχει κοινά αιτήματα, αφού όχι μόνο δεν τα εκφράζει ως τέτοια, αλλά και δεν… εμφανίζεται -κατά πλειοψηφία- ούτε να τα επικοινωνήσει, έστω προσωπικά, ο καθένας, εκθέτοντας την άποψή του.
Γ.Κ.: Ένα πράγμα οφείλει να αντιληφθεί ιδίως η ελληνική κοινωνία: ότι δεν πρέπει να περιμένει από τους πνευματικούς της ανθρώπους. Είναι βαθιά καθεστωτικοί.
Τώρα, η συλλογική βούληση για να συγκροτηθεί, πρέπει η κοινωνία να λειτουργήσει ή, ακόμη καλύτερα, να γίνει σώμα, θεσμός της πολιτείας.
Δεν είναι σώμα η διαδηλώνουσα κοινωνία, γι’ αυτό και δεν έχει διάρκεια, είναι θνησιγενής και χειραγωγήσιμη. Η επισήμανση αυτή αφορά και στο περιεχόμενο του προτάγματος που καλείται να επεξεργασθεί για το μέλλον της όσο και στον τρόπο της εμπραγμάτωσής του.
Κρ.Π.: Αυτό ακριβώς, προτείνεται μέσα από αυτόν τον δημόσιο διάλογο, ο οποίος πιθανά θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για τα κοινά που μπορεί όλους να μας συνδέουν σε μία κοινωνική συνύπαρξη, εν μέσω μίας κρίσης που πάει να… εξαφανίσει τη μισή Ελλάδα και σε ανθρώπινο δυναμικό αλλά και τον τόπο και τον πολιτισμό.
Γ.Κ.: Αυτό είναι το ζητούμενο. Να αποκτήσουμε συνείδηση του κοινού μας τόπου, αντί να γινόμαστε προαπαιτούμενο της κομματοκρατίας. Να αντιληφθούμε ότι η λύση δεν διέρχεται από την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, αλλά από την μεταβολή της σχέσης μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής.
Κρ.Π.: Μάλλον, υπάρχει και ένα ζήτημα επικοινωνίας; Ίσως, επίσης, ο καθένας κοιτάει, κυρίως, το… κονάκι του;
Γ.Κ.: Αυτό συνδέεται με το αξιακό υπόβαθρο των μελών μιας ιδιωτικής κοινωνίας, όπως είναι αυτή της εποχής μας.
Το συλλογικό καλείται να υπηρετήσει το ιδιωτικό, μάλιστα δε το ατομικό, το οποίο θεωρείται θεμιτό να τρώει και να μεγεθύνεται από τις σάρκες του συλλογικού, δηλαδή της κοινωνίας. Δεν είναι θέμα επιλογής παραδείγματος από την Δύση, όπως διατείνονται πολλοί που είναι άσχετοι με τον χρόνο των φαινομένων.
Οφείλεται στην πρωτο-ανθρωποκεντρική φάση που διέρχεται ο κόσμος της νεοτερικότητας, στην οποία ο άνθρωπος έχει ελευθερωθεί μόνο μερικώς, δηλαδή ως προς την ατομική του υπόσταση.
Όταν ο κόσμος της Δύσης θα ολοκληρώσει τον ανθρωποκεντρικό του κύκλο, με την μετάβασή του στη δημοκρατία, το ατομικό θα συναντηθεί με το συλλογικό σε ένα αδιαίρετο όλον, ικανό να υποστηρίξει την συνολική ελευθερία του ανθρώπου.
Κρ.Π.: Σίγουρα, αλλά οι εξαιρέσεις δεν θα διαμορφώσουν και αυτές τον κανόνα, τελικά;
Γ.Κ.: Συμφωνώ, αλλά ότι και να λένε οι λίγοι, εάν δεν συντρέξουν οι συνθήκες της αλλαγής, δεν θα ακουστούν. Απολογιστικά θα αξιολογηθούν ενδεχομένως ως “προφήτες”. Προσέξτε: Οδηγούμαστε στην εξαθλίωση όχι επειδή δεν υπάρχει λύση, αλλά γιατί δεν αδυνατούμε να προσεγγίσουμε τα πράγματα, παραμένοντας δέσμιοι των βεβαιοτήτων και των εξαρτήσεών μας.
Με απλούστερη διατύπωση, πρέπει να υπερβούμε τους εαυτούς μας, την εποχή μας, για να τοποθετήσουμε τη μοίρα μας στο μέλλον της εξέλιξης. Να το πάρουμε επιτέλους απόφαση. Η πρόοδος δεν στεγάζεται πια στο παρόν σύστημα ούτε στις αξιακές του αναφορές.
Μας χρειάζεται -επειγόντως- ένα νέο πολιτικό συμβόλαιο! Ένα συμβόλαιο, που να ενσωματώνει την κοινωνία των πολιτών στην πολιτεία.-
(Ο Γιώργος Κοντογιώργης είναι Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και ασχολείται με τη «μεταβολή πολιτειών» όπως και την κατασκευή των εννοιών δημοκρατία, αντιπροσώπευση και την εξέλιξη -ειρηνικά ή επαναστατικά- των πολιτικών συστημάτων - http://contogeorgis.blogspot.com/)
Πηγή
Κεντρική ιδέα της πρότασής μου σε αυτό, ήταν ό,τι, αν οι πολίτες δεν πάρουν τα πολιτικά πράγματα στα χέρια τους, όχι μόνο δεν μπορούν να ελπίζουν στην καλυτέρευση της ζωής τους, αλλά θα γνωρίσουν και πολύ χειρότερες μέρες.
Και για να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους, πρέπει να εξαναγκάσουν την πολιτική τάξη να αλλάξει το πολίτευμα και να πολιτευθεί προς το συμφέρον της κοινωνίας. Για το σκοπό αυτό, όμως, δεν αρκεί ο παραδοσιακός τρόπος της πολιτικής δράσης, γι’ αυτό υπεδείκνυα την ιδέα, να δημιουργήσουν μια “δημο-αλυσίδα”, με σκοπό να περικυκλώσουν τη Βουλή με συγκεκριμένα αιτήματα που αριθμούσα στο κείμενο.
Κρ.Π. Οι αγανακτισμένοι του Συντάγματος, πάντως, προσπάθησαν Γ.Κ.: Ναι, αλλά ως διαδηλωτές όχι ως “δημο-αλυσίδα”, όχι ως κοινωνία πολιτών. Κάποιοι ήθελαν να εκφυλίσουν την κίνηση και να ελέγξουν την κατάσταση. Μάλιστα, ορισμένοι, ειρωνεύθηκαν την ιδέα γιατί είτε ζούσαν στο παρελθόν είτε δεν τους βόλευε.
Όταν το περασμένο Νοέμβριο βρέθηκα στη Νέα Υόρκη είχα μια μακρά συνομιλία με τον εκεί διανοητή Ρίτσαρντ Γούλφ, έναν από τους ηγέτες και εμψυχωτές του κινήματος των αγανακτισμένων στις ΗΠΑ, που είχε ως επίκεντρο τη Γουόλ Στρήτ.
Του ανέπτυξα την άποψή μου, ότι δηλαδή ο τρόπος της διαμαρτυρίας ήταν αδιέξοδος και, τελικά, θα τους διαλύσουν, για τον πρόσθετο λόγο ότι στις ΗΠΑ η ιδέα της “πολιτικής συλλογικότητας”, της “συλλογικής δράσης” δεν είναι ανεκτή.
Εκείνος, μου δήλωσε αισιόδοξος… Την μεθεπομένη, όμως, έγινε ακριβώς αυτό που του είχα αναφέρει, στη Γουόλ Στρήτ.
Και στην Ισπανία, ανεξαρτήτως του αν η αρχή της ιδέας συνάδει στο “Κάλεσμά” μου, στο ίδιο αποτέλεσμα θα καταλήξουν. Γιατί οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας είναι αντικειμενικά καταδικασμένες σε αποτυχία.
Κρ.Π.: Αν και πιέζουν τις πολιτικές καταστάσεις… Γιατί λέτε, ό,τι είναι καταδικασμένες σε αποτυχία;
Γ.Κ.: Μα γιατί τις τελευταίες δεκαετίες τα πράγματα εξελίχθηκαν δραματικά, οι συσχετισμοί άλλαξαν και μαζί τους η σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής.
Σήμερα το πολιτικό σύστημα κατέχεται ολοκληρωτικά από τη “διεθνή των αγορών”, ενώ τα λεγόμενα κινήματα παραμένουν δέσμια στις παλαιές αντιλήψεις για τον τρόπο πολιτικής δράσης.
Πιστεύουν ότι αρκεί να κατεβάσουν ένα μέρος της κοινωνίας στους δρόμους για να αναγκάσουν τους πολιτικούς να πολιτευθούν όπως αυτοί θέλουν. Τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και οι εξωθεσμικοί τρόποι δράσης ανάγονται στο παρελθόν της ιστορίας. Το μέλλον άνοιξε ήδη άλλους δρόμους.
Κρ. Π.: Πώς μπορεί, λοιπόν, να γίνει αποτελεσματική η παρέμβαση της κοινωνίας πολιτών;
Γ.Κ.: Η κοινωνία μπορεί να αποτελέσει ένα εκρηκτικό μίγμα, της οποίας η δύναμη δεν υπόκειται σε σύγκριση με καμία άλλη. Αρκεί να το συνειδητοποιήσει και κυρίως να λειτουργήσει ως σώμα.
Η παντοδυναμία των αγορών οφείλεται στο γεγονός ότι οι κοινωνίες είναι εγκιβωτισμένες στην ιδιωτεία, δεν αντιμετωπίζονται ως συγκροτημένη ολότητα, ικανή να παράξει πολιτική βούληση.
Ο λόγος που οι καθεστωτικές δυνάμεις φοβούνται τις εξεγέρσεις και τις επαναστάσεις είναι αυτός: για την στιγμή που οι κοινωνίες θα λειτουργήσουν ως σώμα και θα συμπαρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους.
Το ερώτημα, λοιπόν, που θέτω, είναι πώς μια κοινωνία θα συγκροτηθεί ως σώμα, κι όχι πώς ή πότε θα επαναστατήσει ευκαιριακά. Πώς με άλλα λόγια, θα μεταβληθεί σε διαρκή θεσμό της πολιτείας.
Κρ.Π.: Πριν όμως φθάσει στην τελική φάση, πώς μπορεί να μεταβάλει το διακύβευμα αυτό, σε απαίτηση- πρόταγμα, και πώς θα το επιβάλει;
Γ.Κ.: Υπάρχουν δύο τρόποι. Είτε να περιμένει να ωριμάσουν οι συνθήκες οπότε θα γίνει αναπόδραστη η ανάγκη, είτε να αναγκάσει την εξέλιξη.
Οι συνθήκες θα γίνουν αναπόδραστες όταν το πρόβλημα της ανασυγκρότησης των σχέσεων κοινωνίας και πολιτικής, για να αποκατασταθεί η ισορροπία της κοινωνίας με την αγορά, φθάσει στον πυρήνα των χωρών της πρωτοπορίας. Τότε, αυτό που θα συμβεί εκεί θα διαχυθεί στον κόσμο και θα μεταφερθεί και στην Ελλάδα.
Θεωρώ ότι ο κόσμος οδεύει προς την τελική λύση που θα θεσμοθετεί την βούληση της κοινωνίας στο πολιτικό σύστημα.
Ως προς αυτό η παρούσα κρίση δεν είναι ίδια με τις προηγούμενες του 20ου αιώνα.
Επειδή όμως η Ελλάδα είναι το εργαστήρι των εξελίξεων θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να βιάσει και την λύση στο πολιτικό πρόβλημα. Να λειτουργήσει δηλαδή ως μαμή της ιστορίας.
Το ζήτημα δεν είναι απλό, διότι εμπλέκονται σ’ αυτό εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες που το κάνουν εξαιρετικά σύνθετο.
Γι αυτό προέβαλα την ιδέα της “δημο-αλυσίδας”, όπου η κοινωνία μπορεί να δράσει συντεταγμένα ως σώμα, ώστε να εξαναγκάσει την καθόλα αντιδραστική πολιτική τάξη και να της επιστρέψει μικρό μέρος της πολιτικής της κυριαρχίας, για την εκχώρηση της οποίας άλλωστε δεν ερωτήθηκε.
Να την αποδεχθεί επομένως ως εταίρο της πολιτείας, να υποβάλει τις πολιτικές της στον έλεγχο της δικαιοσύνης, να εναρμονισθεί με το συμφέρον και τα αιτήματα της κοινωνίας των πολιτών.
Κρ.Π.: Μπορεί εη Ελλάδα να αποτελέσει, δηλαδή, τον… πρωτομάστορα, ως προς αυτό;
Γ.Κ.: Υπό προϋποθέσεις ναι. Προσεγγίζω την κρίση σε τρία επίπεδα: το διεθνές, το ευρωπαϊκό και το ελληνικό, τα οποία, βέβαια, έχουν κοινό παρανομαστή.
Εάν το εγχείρημα επιτύχει έστω κατά μικρόν στην Ελλάδα, επειδή ακριβώς αποτελεί το δυτικό εργαστήρι, θα μπορούσε να αποτελέσει τον σπινθήρα για την εξάπλωσή του.
Δείτε τι συμβαίνει στην Ισπανία, τι έγινε με τους αγανακτισμένους.
Αυτό που συμβαίνει στον δυτικό κόσμο επιβεβαιώνει την άποψη, που έχω εκφράσει εδώ και δεκαετίες, ότι δηλαδή τα πράγματα βαίνουν προς την ανάγκη ενός νέου πολιτικού συμβολαίου μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής, με πρόσημο την αντιπροσώπευση.
Αν συγκρίνει κανείς το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο tvxs και του Μανιφέστου των Ισπανών, θα διαπιστώσει ότι τουλάχιστον τα μισά από αυτά που είχαμε προτείνει τα λένε οι ίδιοι με παρεμφερή τρόπο. Προσθέτω φυσικά και την ιδέα της περικύκλωσης της Βουλής, την οποία όμως, όπως είπαμε, δεν είδαν ως “δημο-αλυσίδα” αλλά ως διαδήλωση.
Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει τη διαπίστωσή μου ότι το τοπίο της εξέλιξης δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί. Οι κοινωνίες δεν έχουν ακόμη εντάξει το πολιτικό διακύβευμα της κρίσης στο διατακτικό τους.
Όμως, ήδη έχουν πάρει το μήνυμα ότι για να μπορέσουν να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις και να μην πολιτεύονται οι κυβερνήσεις μόνο προς το συμφέρον των αγορών, όπως συμβαίνει σήμερα, ένας τρόπος υπάρχει: Να εισέλθουν οι ίδιες πιο ενεργά στην πολιτική!
Απομένει να αντιληφθούν ότι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να θεσμοθετηθεί η βούλησή τους στη διαδικασία λήψεως των αποφάσεων. Αυτό έδειξε και δείχνει η δική μου η πρόταση.
Γιατί πρέπει οι κοινωνίες θα επιδιώξουν να γίνουν θεσμός -και τί είδους θεσμός στην παρούσα συγκυρία-, ώστε να επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις και να πάψει να έχει οικονομική παντοδυναμία και μονοσήμαντη πολιτική επιρροή η αγορά, σε αυτές τις αποφάσεις.
Κρ.Π.: Το μήνυμα από την Ισπανία πώς το ερμηνεύετε;
Γ.Κ.: Συνομολογείται η άμεση επιρροή του “Καλέσματος” στη διαμόρφωση του ισπανικού μανιφέστου.
Πρέπει να πω ότι το “Κάλεσμά” μου, κυκλοφόρησε στα Γαλλικά, με τον τίτλο «Μανιφέστο για μια κοινωνία των πολιτών», πράγμα που βοήθησε στην ευρεία κυκλοφορία του και στην αναπαραγωγή του σε άλλες γλώσσες, όπως στα ισπανικά και στα αγγλικά.
Η ηλεκτρονική εφημερίδα Mediapart που το δημοσίευσε, είναι μία πολύ μεγάλη εφημερίδα, η οποία θεωρείται ότι είναι το αντίστοιχο της Monde της δεκαετίας του 1960.
Η εφημερίδα αυτή, έχει μεγάλη απήχηση στους κόλπους των “αγανακτισμένων”.
Μάλιστα, ο καθηγητής Ρίτσαρντ Γουλφ, που σας προανέφερα, στη γαλλική του εκδοχή το πληροφορήθηκε.
Έχει ενδιαφέρον να προσεχθεί ότι ακόμη και σήμερα που καταγράφεται η ολοκληρωτική ήττα του κρατούντος πολιτικού συστήματος και του αντιστοίχου σ’ αυτό τρόπου πολιτικής δράσης, ο διάλογος για την κρίση παραμένει έγκλειστος στο παρελθόν.
Η συζήτηση που άνοιξε το “Κάλεσμά” μου ακούγεται με πολύ ενδιαφέρον, όμως ο χρόνος του απέχει ακόμη πολύ από την κατανόηση του διακυβεύματος.
Στην Ελλάδα η πρόσληψή του είναι πιο εύκολη, παρόλον ότι οι δυνάμεις που κινούν την πολιτική το βλέπουν με “κακό μάτι”.
Η κοινωνία, περισσότερο από ποτέ, αντιμετωπίζεται ως απειλή από τους ηγήτορές της.
Ο Μαρξ είχε προβεί σε μια απλή διαπίστωση. Ότι η πολιτική εξουσία αναπαρήγε περίπου αυθεντικά τις πολιτικές της αστικής τάξης.
Οι επίγονοι αναλώθηκαν στο να μετρούν αυτό το περίπου, το βαθμό της σχετικής αυτονομίας της πολιτικής εξουσίας. Ουδείς υπεισήλθε στην αιτία του φαινομένου.
Και αυτό, διότι όπως τότε, έτσι και σήμερα, ουδείς διανοείται ό,τι το νεοτερικό πολιτικό σύστημα δεν είναι οριστικό, αλλά απλώς ένας σταθμός στη διαδικασία της πολιτικής ολοκλήρωσης των κοινωνιών.
Ένας σταθμός, που γι’αυτό αναπαράγει το παλαιό καθεστώς (τη δεσποτική αρχή του ανήκειν του συστήματος στο κράτος) στις νέες πρωτο-ανθρωποκεντρικές συνθήκες της κοινωνίας.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι η πολιτική εξουσία είναι ταξικά και, μάλιστα, μονοσήμαντα διατεταγμένη στις μέρες μας, επειδή η κοινωνία δεν μετέχει οργανικά σ’ αυτήν. Επειδή το πολιτικό σύστημα το ενσαρκώνει ταυτολογικά το κράτος αντί της κοινωνίας και δι’ αυτού είναι και ο έχων την μεγαλύτερη επιρροή.
Κρ.Π.: Δηλαδή;
Γ.Κ.: Αν οι κοινωνίες θέλουν να μην κυβερνούν οι αγορές, να μην συντρίβονται από τη δύναμή τους, να μην να φτάσουν στο έσχατο σημείο της εξαθλίωσης, πρέπει να πάρουν τα πολιτικά πράγματα στα χέρια τους, όχι κατά το παλαιόν, διαδηλώνοντας, αλλά να αξιώσουν να έχουν θεσμική γνώμη στην πολιτική διαδικασία, όπως ήδη ανέφερα.
Να μην λαμβάνονται πολιτικές αποφάσεις χωρίς, τουλάχιστον, οι ίδιες να διατυπώνουν άποψη και να ελέγχουν δίκην εντολέα τους υπευθύνους των πολιτικών αυτών (π.χ με δημοψηφίσματα κλπ.)…
Κρ.Π.: Αυτό το έχετε διατυπώσει και στο εν λόγω άρθρο.
Γ.Κ.: Αυτό, και άλλα πολλά τα έχω διατυπώσει, ουσιαστικά, εδώ και δεκαετίες. Λέω, λοιπόν, ότι, για να ανατρέψουν οι κοινωνίες των πολιτών την πολιτική κυριαρχία των αγορών, που δημιουργεί τις περιοδικές κρίσεις και την εξαθλίωση, πρέπει να πάψουν να κινούνται όπως στο παρελθόν, δηλαδή να θεωρούν ότι η θέση τους είναι αυτονοήτως στην ιδιωτεία και ότι, ως εκ τούτου, η πολιτική τους αρμοδιότητα εξαντλείται μόνο στις διαδηλώσεις και στις απεργίες, ή στην χειραγώγησή τους από τους κομματικούς, τους συνδικαλιστικούς και άλλους απίθανους “ινστρούκτορες” ή “αγκιτάτορες”.
Να αντιληφθούν ότι μόνον με την αντιπροσωπευτική προσομοίωση, τουλάχιστον, στη φάση αυτή, του πολιτικού συστήματος, θα επανέλθουν ως κεντρικοί φορείς στην πολιτική. Και μόνον με τον εξαναγκασμό της πολιτικής τάξης θα τους αποδοθεί αυτό που τους υφήρπασαν και αρνούνται να τους το επιστρέψουν, δηλαδή, την “λαϊκή κυριαρχία”.
Κρ.Π.: Λέτε, ότι δεν μπορεί να λέγεται κάποιος πολίτης, όταν μόνο ψηφίζει κάθε τέσσερα χρόνια και δεν ελέγχει την εξουσία του, οπότε, γι’ αυτόν τον σκοπό, στην παρούσα φάση, πρώτα πρέπει να συνταχθεί ένα συλλογικό μανιφέστο, όπως π.χ. έκαναν οι Ισπανοί, και κατόπιν, περικύκλωση της Βουλή, έχοντας ένα συγκροτημένο κοινό αίτημα;
Γ.Κ.: Προφανώς. Ναι. Τούτο όμως προϋποθέτει ότι έχεις μέσα σου ως κοινωνία ξεκαθαρίσει τον ορίζοντα των εννοιών.
Συνειδητοποιείς ότι το σημερινό σύστημα, που σου το σερβίρουν ως δημοκρατικό και αντιπροσωπευτικό δεν είναι τίποτε από αυτά.
Και ότι επίσης για να εισαγάγεις την έννοια της αντιπροσώπευσης στο πρόταγμά σου πρέπει προηγουμένως να έχεις χωνέψει το διακύβευμά της.
Τί είναι, πώς εμπραγματώνεται και γιατί σου χρειάζεται τώρα.
Οφείλεις να γνωρίζεις επίσης, για να μη δημιουργείται σύγχυση, ότι η συζήτηση για τη δημοκρατία -την όντως δημοκρατία, όχι το σημερινό υπόλειμμα της δεσποτείας- δεν είναι του παρόντος.
Το “Μανιφέστο” μου, αυτό που μεταφράστηκε και στα ισπανικά, έχει πολλά κοινά με το τελικό “Μανιφέστο” των Ισπανών. Ποια είναι, όμως, η διαφορά τους; Ότι, εδώ το “Μανιφέστο” το έφτιαξε ένας Κοντογιώργης και το διακίνησε μία Κρυσταλία με το tvxs.
Ένας λόγος που το αγνόησαν οι Έλληνες Αγανακτισμένοι, είναι ότι εμείς δεν είμαστε μέρος του καθεστωτικού πυρήνα που κινούσε τα νήματα. Ο άλλος είναι ότι δεν συνέφερε τους πυρήνες αυτούς.
Ο τρίτος λόγος έχει να κάνει με τη δύναμη της αδράνειας που δημιουργεί η αλλοτρίωση στα μυαλά των καθεστωτικών ανθρώπων. Δεν τους έλεγε τίποτε. Επειδή ο καθεστωτικός ακτιβιστής ή διανοούμενος δεν διαθέτει αυτονομία σκέψης, λειτουργεί ως μηρυκαστικό.
Δεν αποκλείεται τώρα που το πρόβαλαν οι Ισπανοί Αγανακτισμένοι και το παρουσίασαν ως πρόταση για λύση του πολιτικού προβλήματος να το υιοθετήσουν, για να δείξουν προοδευτικοί. Για να δικαιολογήσουν δηλαδή της αξίωσή τους να ηγούνται του “πλήθους”!
Κρ.Π.: Με τους Έλληνες αγανακτισμένους, τι συνέβη; Υπήρχε αυτό που λέγεται, σε ένα βαθμό, ή από ένα σημείο και μετά, υποκίνηση;
Γ.Κ.: Ο λαός που συγκεντρώθηκε στο Σύνταγμα δεν ήταν υποκινούμενος. Απλώς χειραγωγήθηκε καθοδόν από τις κομματικές και άλλες οργανωμένες ομάδες.
Από την πρώτη στιγμή, όπως ξέρετε, όταν είδα τη διείσδυσή τους και τον τρόπο που λειτουργούσαν, είχα προβλέψει ότι όχι μόνο θα εκφυλισθεί ο αγώνας τους, αλλά και ότι ήταν καταδικασμένος να αποτύχει.
Ποιός είναι ο ασφαλέστερος τρόπος γι’ αυτό: αντί να τους στρέψεις προς τον αντίπαλο με στόχο, εν προκειμένω τη σύναψη “αναγκαστικού γάμου” με τη Βουλή και την κυβέρνηση, τους αποπροσανατολίζεις, με δήθεν “αμεσοδημοκρατικές” διαδικασίες, κάνοντας τους να νομίσουν ότι είναι άρχοντες δίκην βραχονησίδας στον Ατλαντικό.
Τους προτείναμε λοιπόν πώς πρέπει να δράσουν, τι πρέπει να κάνουν και τι πρέπει να διεκδικήσουν, εάν ήθελαν να γίνουν αφεντικά στον τόπο τους και στους εαυτούς τους. Οι ομάδες χειραγώγησης, όμως, δεν είχαν λόγους να οδηγήσουν τους “αγανακτισμένους” στην επιτυχία. Θα ακύρωναν τον εαυτό τους.
Τον λαό τον θέλουν διαδηλωτή υπό την ηγεσία τους, όχι θεσμικό εταίρο της πολιτείας. Την πολιτεία και την πρωτοβουλία των κινήσεων στην πολιτική δυναμική την φυλάνε για τους ίδιους.
Κρ.Π.: Εκφράσατε την βεβαιότητα ότι θα αποτύχουν και οι Ισπανοί. Για ποιό λόγο;
Γ.Κ.: Ναι, αν και είναι όντως ένα βήμα μπροστά από τους Έλληνες Αγανακτισμένους, διότι, έχουν επεξεργασθεί ένα πρόγραμμα, έχουν προτάξει δηλαδή το μανιφέστο τους.
Θα αποτύχουν όμως με βεβαιότητα, διότι λειτουργούν κατά το παλαιό. Για να αναστραφούν οι συσχετισμοί πρέπει να αισθανθούν οι κυβερνώντες την μόνιμη ανάσα της κοινωνίας των πολιτών.
Η περικύκλωση της Βουλής έχει έννοια όταν λάβει τη μορφή της συμπαγούς “δημο-αλυσίδας” σε χρόνο διαρκείας, όχι μία ημέρα, κάποιες ώρες. Μόνο με εξαναγκασμό οι κοινωνίες θα επαναφέρουν την επιρροή τους στην πολιτική.
Διαφορετικά θα βιώσουμε καταστάσεις με πρόσημο τη βία, την ανομία αλλά και την εξέγερση, που πολλοί πίστεψαν ότι είχαν περιέλθει στην ιστορία.
Κρ.Π.: Τί διαφορά έχουν οι εξεγέρσεις από τον εξαναγκασμό της πολιτικής, μέσω της κοινωνίας πολιτών που προτείνετε;
Γ.Κ.: Υπάρχει ουσιώδης διαφορά. Στη μία, κινείσαι σε συντεταγμένο πλαίσιο και αξιώνεις πράγματα με ασφάλεια, οδηγώντας τις εξελίξεις. Στην άλλη, με την ανομία ή και την εφήμερη εξέγερση, θέτεις σε κίνδυνο περισσότερα από όσα ενδεχομένως επιδιώκεις να επιτύχεις. Κυρίως κινείσαι χωρίς στόχο, δίχως πρόταγμα. Στη μία, κινείσαι εντός της πολιτικής διαδικασίας, στην άλλη την υπερβαίνεις ή μάλλον την καταλύεις.
Κρ.Π.: Ουσιαστικά εξέγερση είναι και αυτό που προτείνετε, αλλά με άλλο τρόπο; Αλλά, τώρα μιλάτε για την πρώτη περίπτωση;
Γ.Κ.: Βέβαια. Θέλω να προλάβω την δεύτερη, διευκολύνοντας την εξέλιξη που θεωρώ μεσοπρόθεσμα αναπόφευκτη. Γιατί όσο εξαθλιώνεις κάποιον πρέπει να γνωρίζεις ότι θα τον βρεις μπροστά σου, με τους δικούς του όρους. Πολλώ μάλλον εάν έχει αγγίξει τα όρια της ωριμότητάς που θα του επιτρέψουν να προσεγγίσει το νέο.
Δεν εξεγείρεται εύκολα και, μάλιστα βίαια, αυτός που δεν έχει και δεν γνωρίζει το καλύτερο, αλλά εκείνος που έχει και το χάνει. Οι ολιγάρχες το γνωρίζουν αυτό, οπότε “σαλαμοποιούν” την διαδικασία καθόδου των κοινωνιών στον Άδη της εξαθλίωσης.
Εξού και η έννοια της κοινωνικής συνοχής, στο πλαίσιο αυτό, δεν συνδέεται με τον δείκτη ευημερίας της κοινωνίας, αλλά με τη διαχείριση υπό έλεγχο των αντοχών της κοινωνίας στην εξαθλίωση.
Κρ.Π.: Στην Ελλάδα, «σωζόμαστε» πλέον, με μία περικύκλωση της Βουλής, όπως την εννοείται;
Γ.Κ.: Εξαρτάται για ποιά Ελλάδα μιλάμε. Η είσοδος της ελληνικής κοινωνίας στον κόσμο της μεγάλης κλίμακας (στο λεγόμενο κράτος έθνος) έγινε τελικά με όρους που προδίκαζε τη δραματική της συρρίκνωση. Η διαδικασία αυτή προφανώς δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Η Ελλάδα μετά την κρίση θα είναι το ομοίωμα της Ελλάδας που ξέραμε. Μην ξεχνάτε ένα πράγμα: η εξωτερική ήττα μπορεί να διορθωθεί. Η εσωτερική ήττα δεν είναι ανατάξιμη. Και οι ήττες του νεότερου ελληνισμού αφορούν όλες στο εσωτερικό μέτωπο.
Κρ.Π.: Οπότε, εσείς τι προτείνεται αυτή τη στιγμή, για την ελληνική κοινωνία; Τί… πρέπει να κάνουμε;
Γ.Κ.: Η κρίση στην Ελλάδα ξεπερνάει την τωρινή συγκυρία. Γι’ αυτό και εμμένει η καθίζηση. Ανάγεται στην προβληματική σχέση της ελληνικής κοινωνίας, με το προ-πολιτικό ή, αλλιώς, τριτοκοσμικό πολιτικό σύστημα της νεοτερικότητας, που της επεβλήθη.
Μέχρι τώρα διδασκόμαστε ότι για να προοδεύσει η χώρα έπρεπε η κοινωνία να οπισθοδρομήσει ανθρωποκεντρικά, προκειμένου να εξευρωπαϊσθεί. Είναι μια σχιζοφρενική ιδέα που έγινε σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής.
Αυτή ακριβώς βρίσκεται στη βάση της κατοχής του κράτους από θύλακες ολιγαρχικών συμμοριών και της λεηλατικής πολιτικής λειτουργίας της πολιτικής τάξης.
Αν η σχέση αυτή δεν αναιρεθεί, με την θεραπεία της πολιτείας, με την αντιπροσωπευτική της μετάλλαξη, η χώρα θα συνεχίσει να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Δείτε τη σταθερά αυτής της λεηλατικής πολιτικής τάξης, από τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους: ενοχοποιεί την κοινωνία για το πελατειακό και, κατά τούτο, αποδομητικό της συλλογικότητάς της σύστημα, μέσα στο οποίο της επέβαλε να λειτουργήσει.
Και συγχρόνως, ενοχοποιεί την έννοια του “επιχειρείν”, την επιχειρηματική δραστηριότητα, ώστε στην αρχή μεν να αποκλείσει τις έξωθεν άρχουσες δυνάμεις του ελληνισμού να ενταχθούν στον εθνικό κορμό, στη συνέχεια δε να ελέγξει την αστική τάξη, μεταβάλλοντάς την σε παράκλητο του κράτους.
Έτσι, κατάφερε να παραμείνει μοναδικός νομέας του κράτους, το οποίο το χρησιμοποίησε ως μοχλό για τη λεηλασία της κοινωνίας.
Κρ.Π.: Και για την έξοδο από την τωρινή κρίση;
Γ.Κ.: Δυο τινά. Για να μην γίνει μη ανατάξιμη η καταστροφή της χώρας και να μην πληρώσει το συνολικό κόστος η κοινωνία με την εξαθλίωσή της, ένας τρόπος υπάρχει. Να ορθώσει τη συλλογικότητά της απέναντι στην λεηλατική, παρασιτική και γι’αυτό περιδεή και πρόσφορη σε κάθε εξάρτηση πολιτική τάξη.
Αναφέρομαι στο σύνολο της πολιτικής τάξης χωρίς καμία εξαίρεση, διότι απλούστατα όλες μαζί συναντώνται στο ζήτημα της διατήρησης της αυτονομίας και των προνομίων τους απέναντι στην κοινωνία.
Η κοινωνική συλλογικότητα γίνεται εκρηκτική όταν συγκροτείται σε σώμα. Καμία δύναμη δεν μπορεί να της αντισταθεί.
Κρ.Π.: Ο δημοσίος διάλογος στο tvxs, βασίζεται εν πολλοίς σε αυτό που έχουν καταλήξει στο μανιφέστο τους οι Ισπανοί, δηλαδή, στο να βρεθούν τα πιθανά κοινά σημεία, μέσα στις θέσεις που έχει ο καθένας, και ενδεχομένως, να μην μείνουμε μόνο στα λόγια. Όμως, αυτό που φαίνεται να συμβαίνει στην Ελλάδα, είναι ότι δεν υπάρχει ενιαία συλλογική προσπάθεια και ο κόσμος συνεχίζει να εκφράζεται κυρίως από θεσμικούς φορείς που τον διαμεσολαβούν. Συγχρόνως, ο πνευματικός κόσμος της χώρας, στην πλειοψηφία του, δεν φαίνεται να έχει κοινά αιτήματα, αφού όχι μόνο δεν τα εκφράζει ως τέτοια, αλλά και δεν… εμφανίζεται -κατά πλειοψηφία- ούτε να τα επικοινωνήσει, έστω προσωπικά, ο καθένας, εκθέτοντας την άποψή του.
Γ.Κ.: Ένα πράγμα οφείλει να αντιληφθεί ιδίως η ελληνική κοινωνία: ότι δεν πρέπει να περιμένει από τους πνευματικούς της ανθρώπους. Είναι βαθιά καθεστωτικοί.
Τώρα, η συλλογική βούληση για να συγκροτηθεί, πρέπει η κοινωνία να λειτουργήσει ή, ακόμη καλύτερα, να γίνει σώμα, θεσμός της πολιτείας.
Δεν είναι σώμα η διαδηλώνουσα κοινωνία, γι’ αυτό και δεν έχει διάρκεια, είναι θνησιγενής και χειραγωγήσιμη. Η επισήμανση αυτή αφορά και στο περιεχόμενο του προτάγματος που καλείται να επεξεργασθεί για το μέλλον της όσο και στον τρόπο της εμπραγμάτωσής του.
Κρ.Π.: Αυτό ακριβώς, προτείνεται μέσα από αυτόν τον δημόσιο διάλογο, ο οποίος πιθανά θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για τα κοινά που μπορεί όλους να μας συνδέουν σε μία κοινωνική συνύπαρξη, εν μέσω μίας κρίσης που πάει να… εξαφανίσει τη μισή Ελλάδα και σε ανθρώπινο δυναμικό αλλά και τον τόπο και τον πολιτισμό.
Γ.Κ.: Αυτό είναι το ζητούμενο. Να αποκτήσουμε συνείδηση του κοινού μας τόπου, αντί να γινόμαστε προαπαιτούμενο της κομματοκρατίας. Να αντιληφθούμε ότι η λύση δεν διέρχεται από την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, αλλά από την μεταβολή της σχέσης μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής.
Κρ.Π.: Μάλλον, υπάρχει και ένα ζήτημα επικοινωνίας; Ίσως, επίσης, ο καθένας κοιτάει, κυρίως, το… κονάκι του;
Γ.Κ.: Αυτό συνδέεται με το αξιακό υπόβαθρο των μελών μιας ιδιωτικής κοινωνίας, όπως είναι αυτή της εποχής μας.
Το συλλογικό καλείται να υπηρετήσει το ιδιωτικό, μάλιστα δε το ατομικό, το οποίο θεωρείται θεμιτό να τρώει και να μεγεθύνεται από τις σάρκες του συλλογικού, δηλαδή της κοινωνίας. Δεν είναι θέμα επιλογής παραδείγματος από την Δύση, όπως διατείνονται πολλοί που είναι άσχετοι με τον χρόνο των φαινομένων.
Οφείλεται στην πρωτο-ανθρωποκεντρική φάση που διέρχεται ο κόσμος της νεοτερικότητας, στην οποία ο άνθρωπος έχει ελευθερωθεί μόνο μερικώς, δηλαδή ως προς την ατομική του υπόσταση.
Όταν ο κόσμος της Δύσης θα ολοκληρώσει τον ανθρωποκεντρικό του κύκλο, με την μετάβασή του στη δημοκρατία, το ατομικό θα συναντηθεί με το συλλογικό σε ένα αδιαίρετο όλον, ικανό να υποστηρίξει την συνολική ελευθερία του ανθρώπου.
Κρ.Π.: Σίγουρα, αλλά οι εξαιρέσεις δεν θα διαμορφώσουν και αυτές τον κανόνα, τελικά;
Γ.Κ.: Συμφωνώ, αλλά ότι και να λένε οι λίγοι, εάν δεν συντρέξουν οι συνθήκες της αλλαγής, δεν θα ακουστούν. Απολογιστικά θα αξιολογηθούν ενδεχομένως ως “προφήτες”. Προσέξτε: Οδηγούμαστε στην εξαθλίωση όχι επειδή δεν υπάρχει λύση, αλλά γιατί δεν αδυνατούμε να προσεγγίσουμε τα πράγματα, παραμένοντας δέσμιοι των βεβαιοτήτων και των εξαρτήσεών μας.
Με απλούστερη διατύπωση, πρέπει να υπερβούμε τους εαυτούς μας, την εποχή μας, για να τοποθετήσουμε τη μοίρα μας στο μέλλον της εξέλιξης. Να το πάρουμε επιτέλους απόφαση. Η πρόοδος δεν στεγάζεται πια στο παρόν σύστημα ούτε στις αξιακές του αναφορές.
Μας χρειάζεται -επειγόντως- ένα νέο πολιτικό συμβόλαιο! Ένα συμβόλαιο, που να ενσωματώνει την κοινωνία των πολιτών στην πολιτεία.-
(Ο Γιώργος Κοντογιώργης είναι Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και ασχολείται με τη «μεταβολή πολιτειών» όπως και την κατασκευή των εννοιών δημοκρατία, αντιπροσώπευση και την εξέλιξη -ειρηνικά ή επαναστατικά- των πολιτικών συστημάτων - http://contogeorgis.blogspot.com/)
Πηγή
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ