2012-10-30 08:47:37
by Lorenzo Bini Smaghi
Τα πιο πρόσφατα οικονομικά στοιχεία δείχνουν ότι χειροτερεύουν οι συνθήκες στην ευρωζώνη, όχι μόνο στην περιφέρεια αλλά και στον πυρήνα. Και αυτό θα δυσκολέψει την πολιτική αποφασιστικότητα για συνέχιση των μέτρων λιτότητας και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να αποκατασταθεί η χρηματοοικονομική σταθερότητα.
Για χώρες της περιφέρειας, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία, η καθυστέρηση της οικονομικής ανάπτυξης, αναβάλλεται μέχρι τη στιγμή που θα σταματήσει να αυξάνεται το χρέος του ΑΕΠ. Η μείωση στα ελλείμματα των προϋπολογισμών αναβάλλεται κι αυτή, παρά τα σκληρά μέτρα λιτότητας.
Οι κυβερνήσεις μπορεί να προσπαθούν να αγνοήσουν τις αρνητικές επιπτώσεις των βραχυπρόθεσμων στατιστικών μεγεθών και να επικεντρώνονται στον διαρθρωτικό προϋπολογισμό, εξαιρώντας δηλαδή στους υπολογισμούς την επίπτωση της ύφεσης. Αλλά αυτό θα ήταν δυνατόν να ισχύει μόνο στον βαθμό που οι αγορές θα πίστευαν ότι η επιβράδυνση είναι πρόσκαιρη.
Καθώς η ανεργία συνεχίζει να αυξάνεται, το φως στο τέλος του τούνελ απομακρύνεται, υπονομεύοντας την πολιτική στήριξη για παρατεταμένη λιτότητα και μεταρρυθμίσεις.
Στις χώρες του πυρήνα, η επιβράδυνση ίσως υπονομεύσει την πολιτική υποστήριξη της παροχής περισσότερης οικονομικής βοήθειας σε άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων εκείνες που κάνουν μεγάλες προσπάθειες προσαρμογής. Οι οικονομικές δυσκολίες παρακινούν την κοινή γνώμη να γίνει πιο εσωστρεφής και επικεντρωμένη στα εσωτερικά προβλήματα. Το αποτέλεσμα είναι να κινδυνεύει να αποδυναμωθεί η αλληλεγγύη στην ευρωζώνη.
Τι μπορεί να γίνει για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα;
Πρώτον, θα πρέπει να επιτραπεί στην νομισματική πολιτική να λειτουργήσει αποτελεσματικά, σε όλα τα τμήματα της ευρωζώνης. Αυτή την στιγμή, η πιστωτική μετάδοση δεν δουλεύει σε πολλές χώρες, όπως συχνά τονίζει η ΕΚΤ. Αυτό οφείλεται εν μέρει στον αποκαλούμενο «κίνδυνο μετατρεψιμότητας» στο ευρώ, που καθρεφτίζεται όχι μόνο στα υψηλότερα επιτόκια των κρατικών ομολόγων της περιφέρειας, αλλά και επίσης στα υψηλά επιτόκια που οι τράπεζες σε αυτές τις χώρες χρεώνουν για δάνεια σε νοικοκυριά και εταιρίες.
Ο υψηλός αυτός πιστωτικός κίνδυνος, μεταμορφώνει την σχετικά χαλαρή πιστωτική πολιτική της Φρανκφούρτης, στις πολύ σφιχτές πιστωτικές συνθήκες που επικρατούν στην περιφέρεια.
Αν δεν χαλαρώσουν οι πιστωτικές συνθήκες σε αυτές τις χώρες, η προσαρμογή που επιχειρούν ίσως επιδεινώσει το πρόβλημά τους. Αν τα επιτόκια δανεισμού παραμένουν υψηλά, η ανάκαμψη μπορεί να αναβληθεί ακόμη περισσότερο. Κι αυτό μπορεί εν καιρώ να προκαλέσει νέες φυγόκεντρες δυνάμεις στις αγορές.
Δεδομένου ότι η ΕΚΤ έχει, ορθώς, κάνει παρεμβάσεις για να χαλαρώσει τις πιστωτικές συνθήκες στην περιφέρεια, με την προϋπόθεση ότι οι χώρες θα υιοθετήσουν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο των περιφερειακών κυβερνήσεων.Καθυστερώντας το αίτημα για πρόγραμμα βοήθειας, με το επιχείρημα της πολιτικής υπερηφάνειας, στο τέλος αυξάνεται το κόστος για την εγχώρια οικονομία.
Το έργο της στήριξης της ανάπτυξης δεν θα πρέπει, όμως, να επαφίεται μόνο στην νομισματική πολιτική.
Η τρέχουσα δημοσιονομική πολιτική έχει περιορίσει τα περιθώρια ελιγμών στην ευρωζώνη. Οι χώρες πρέπει να αντέχουν τις πιέσεις που τους ασκούν είτε οι αγορές, είτε οι δημοσιονομικές συμφωνίες. Είναι ιδιαίτερα θλιβερό αυτό, αν σκεφτούμε ότι στην ευρωζώνη συνολικά, και στα περισσότερα μέλη της αυτή την περίοδο, καταγράφεται πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, που αθροιστικά προβλέπεται να αυξηθεί κατά περίπου 1% του ΑΕΠ φέτος και 0,5% το 2013.
Αν και δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια να αλλάξει το συνολικό μέγεθος του προϋπολογισμού στις διάφορες χώρες, ίσως υπάρχουν περιθώρια μετατροπής της σύνθεσης των εσόδων και δαπανών σε εθνικούς προϋπολογισμούς, με τον σκοπό να τονωθεί η ανάπτυξη και να μειωθούν οι ανισορροπίες εντός της ευρωζώνης.
Για παράδειγμα, χώρες που ήδη έχουν εξωτερικά πλεονάσματα – όπως η Γερμανία – θα πρέπει να στοχεύσουν στην μείωση των φόρων κατανάλωσης και να ισοφαρίσουν την μείωση των εσόδων από φορους κατανάλωσης, με αύξηση στους φόρους εισοδήματος ή τις κοινωνικές εισφορές.
Το αντίθετο θα πρέπει να γίνει σε χώρες– όπως η Ιταλία ή η Ισπανία – που συνεχίζουν να έχουν εξωτερικό έλλειμμα και πρέπει να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα.
Η παραπάνω συμμετρική προσαρμογή θα είναι ουδέτερη για τον προϋπολογισμό και θα οδηγήσει σε μείωση των ανισοτήτων εντός της ευρωζώνης και θα τονώσει την συνολική ζήτηση. Θα βελτιώσει την ψυχολογία στην αγορά και θα διευκολύνει το έργο της νομισματικής πολιτικής.
Για μια τέτοια στρατηγική απαιτείται δυνατή συνεργασία ανάμεσα στις δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών. Πώς μπορεί να επιτευχθεί; Ενας τρόπος θα ήταν να χρησιμοποιηθούν οι νέες διαδικασίες επόπτευσης προϋπολογισμού που αναπτύσσονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως απάντηση στην κρίση, ώστε να αποτιμηθεί η συμβατικότητα μεταξύ των εθνικών προϋπολογισμών και της συνολικής θέσης της ευρωζώνης.
Η πρωτοβουλία για κάτι τέτοιο εναπόκειται στα χέρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.Χωρίς έναν τέτοιο συντονισμό, οι δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών δεν μπορούν να συνυπολογίσουν τις αλληλεπιδράσεις. Γι’αυτό καταδικάζονται να είναι υπερβολικά περιοριστικές και να επιτείνουν τις ανισορροπίες.
Η ευρωζώνη χρειάζεται οπωσδήποτε δημοσιονομική πειθαρχία. Όμως η δημοσιονομική πειθαρχία μπορεί να επιβληθεί μόνο όταν υποστηρίζεται από την νομισματική πολιτική και τον καλύτερο συντονισμό των προϋπολογισμών των κρατών μελών.
Ο αρθρογράφος είναι πρώην μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ και νυν επισκέπτης καθηγητής στο Weatherhead Centre for International Affairs του Harvard.
Εuro2day.gr
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Τα πιο πρόσφατα οικονομικά στοιχεία δείχνουν ότι χειροτερεύουν οι συνθήκες στην ευρωζώνη, όχι μόνο στην περιφέρεια αλλά και στον πυρήνα. Και αυτό θα δυσκολέψει την πολιτική αποφασιστικότητα για συνέχιση των μέτρων λιτότητας και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να αποκατασταθεί η χρηματοοικονομική σταθερότητα.
Για χώρες της περιφέρειας, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία, η καθυστέρηση της οικονομικής ανάπτυξης, αναβάλλεται μέχρι τη στιγμή που θα σταματήσει να αυξάνεται το χρέος του ΑΕΠ. Η μείωση στα ελλείμματα των προϋπολογισμών αναβάλλεται κι αυτή, παρά τα σκληρά μέτρα λιτότητας.
Οι κυβερνήσεις μπορεί να προσπαθούν να αγνοήσουν τις αρνητικές επιπτώσεις των βραχυπρόθεσμων στατιστικών μεγεθών και να επικεντρώνονται στον διαρθρωτικό προϋπολογισμό, εξαιρώντας δηλαδή στους υπολογισμούς την επίπτωση της ύφεσης. Αλλά αυτό θα ήταν δυνατόν να ισχύει μόνο στον βαθμό που οι αγορές θα πίστευαν ότι η επιβράδυνση είναι πρόσκαιρη.
Καθώς η ανεργία συνεχίζει να αυξάνεται, το φως στο τέλος του τούνελ απομακρύνεται, υπονομεύοντας την πολιτική στήριξη για παρατεταμένη λιτότητα και μεταρρυθμίσεις.
Στις χώρες του πυρήνα, η επιβράδυνση ίσως υπονομεύσει την πολιτική υποστήριξη της παροχής περισσότερης οικονομικής βοήθειας σε άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων εκείνες που κάνουν μεγάλες προσπάθειες προσαρμογής. Οι οικονομικές δυσκολίες παρακινούν την κοινή γνώμη να γίνει πιο εσωστρεφής και επικεντρωμένη στα εσωτερικά προβλήματα. Το αποτέλεσμα είναι να κινδυνεύει να αποδυναμωθεί η αλληλεγγύη στην ευρωζώνη.
Τι μπορεί να γίνει για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα;
Πρώτον, θα πρέπει να επιτραπεί στην νομισματική πολιτική να λειτουργήσει αποτελεσματικά, σε όλα τα τμήματα της ευρωζώνης. Αυτή την στιγμή, η πιστωτική μετάδοση δεν δουλεύει σε πολλές χώρες, όπως συχνά τονίζει η ΕΚΤ. Αυτό οφείλεται εν μέρει στον αποκαλούμενο «κίνδυνο μετατρεψιμότητας» στο ευρώ, που καθρεφτίζεται όχι μόνο στα υψηλότερα επιτόκια των κρατικών ομολόγων της περιφέρειας, αλλά και επίσης στα υψηλά επιτόκια που οι τράπεζες σε αυτές τις χώρες χρεώνουν για δάνεια σε νοικοκυριά και εταιρίες.
Ο υψηλός αυτός πιστωτικός κίνδυνος, μεταμορφώνει την σχετικά χαλαρή πιστωτική πολιτική της Φρανκφούρτης, στις πολύ σφιχτές πιστωτικές συνθήκες που επικρατούν στην περιφέρεια.
Αν δεν χαλαρώσουν οι πιστωτικές συνθήκες σε αυτές τις χώρες, η προσαρμογή που επιχειρούν ίσως επιδεινώσει το πρόβλημά τους. Αν τα επιτόκια δανεισμού παραμένουν υψηλά, η ανάκαμψη μπορεί να αναβληθεί ακόμη περισσότερο. Κι αυτό μπορεί εν καιρώ να προκαλέσει νέες φυγόκεντρες δυνάμεις στις αγορές.
Δεδομένου ότι η ΕΚΤ έχει, ορθώς, κάνει παρεμβάσεις για να χαλαρώσει τις πιστωτικές συνθήκες στην περιφέρεια, με την προϋπόθεση ότι οι χώρες θα υιοθετήσουν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο των περιφερειακών κυβερνήσεων.Καθυστερώντας το αίτημα για πρόγραμμα βοήθειας, με το επιχείρημα της πολιτικής υπερηφάνειας, στο τέλος αυξάνεται το κόστος για την εγχώρια οικονομία.
Το έργο της στήριξης της ανάπτυξης δεν θα πρέπει, όμως, να επαφίεται μόνο στην νομισματική πολιτική.
Η τρέχουσα δημοσιονομική πολιτική έχει περιορίσει τα περιθώρια ελιγμών στην ευρωζώνη. Οι χώρες πρέπει να αντέχουν τις πιέσεις που τους ασκούν είτε οι αγορές, είτε οι δημοσιονομικές συμφωνίες. Είναι ιδιαίτερα θλιβερό αυτό, αν σκεφτούμε ότι στην ευρωζώνη συνολικά, και στα περισσότερα μέλη της αυτή την περίοδο, καταγράφεται πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, που αθροιστικά προβλέπεται να αυξηθεί κατά περίπου 1% του ΑΕΠ φέτος και 0,5% το 2013.
Αν και δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια να αλλάξει το συνολικό μέγεθος του προϋπολογισμού στις διάφορες χώρες, ίσως υπάρχουν περιθώρια μετατροπής της σύνθεσης των εσόδων και δαπανών σε εθνικούς προϋπολογισμούς, με τον σκοπό να τονωθεί η ανάπτυξη και να μειωθούν οι ανισορροπίες εντός της ευρωζώνης.
Για παράδειγμα, χώρες που ήδη έχουν εξωτερικά πλεονάσματα – όπως η Γερμανία – θα πρέπει να στοχεύσουν στην μείωση των φόρων κατανάλωσης και να ισοφαρίσουν την μείωση των εσόδων από φορους κατανάλωσης, με αύξηση στους φόρους εισοδήματος ή τις κοινωνικές εισφορές.
Το αντίθετο θα πρέπει να γίνει σε χώρες– όπως η Ιταλία ή η Ισπανία – που συνεχίζουν να έχουν εξωτερικό έλλειμμα και πρέπει να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα.
Η παραπάνω συμμετρική προσαρμογή θα είναι ουδέτερη για τον προϋπολογισμό και θα οδηγήσει σε μείωση των ανισοτήτων εντός της ευρωζώνης και θα τονώσει την συνολική ζήτηση. Θα βελτιώσει την ψυχολογία στην αγορά και θα διευκολύνει το έργο της νομισματικής πολιτικής.
Για μια τέτοια στρατηγική απαιτείται δυνατή συνεργασία ανάμεσα στις δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών. Πώς μπορεί να επιτευχθεί; Ενας τρόπος θα ήταν να χρησιμοποιηθούν οι νέες διαδικασίες επόπτευσης προϋπολογισμού που αναπτύσσονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως απάντηση στην κρίση, ώστε να αποτιμηθεί η συμβατικότητα μεταξύ των εθνικών προϋπολογισμών και της συνολικής θέσης της ευρωζώνης.
Η πρωτοβουλία για κάτι τέτοιο εναπόκειται στα χέρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.Χωρίς έναν τέτοιο συντονισμό, οι δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών δεν μπορούν να συνυπολογίσουν τις αλληλεπιδράσεις. Γι’αυτό καταδικάζονται να είναι υπερβολικά περιοριστικές και να επιτείνουν τις ανισορροπίες.
Η ευρωζώνη χρειάζεται οπωσδήποτε δημοσιονομική πειθαρχία. Όμως η δημοσιονομική πειθαρχία μπορεί να επιβληθεί μόνο όταν υποστηρίζεται από την νομισματική πολιτική και τον καλύτερο συντονισμό των προϋπολογισμών των κρατών μελών.
Ο αρθρογράφος είναι πρώην μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ και νυν επισκέπτης καθηγητής στο Weatherhead Centre for International Affairs του Harvard.
Εuro2day.gr
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Προβλήματα υδροδότησης σήμερα στη Θεσσαλονίκη
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Στο μάτι του κυκλώνα η Νέα Υόρκη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ