2012-11-01 20:13:31
Οι θλιβεροί αριθμοί φέρνουν την Τουρκία σε θέση εφάμιλλη της Κίνας, του Ιράν και της Τουρκίας: δέκα χρόνια αφού ανέλαβε την εξουσία, η ισλαμοσυντηρητική τουρκική κυβέρνηση χαρακτηρίζεται μια από τις πιο καταπιεστικές του πλανήτη έναντι του Τύπου.Στα μέσα Οκτωβρίου, δύο εβδομάδες από την 10η επέτειο της νίκης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στις εκλογές του 2002, δημοσιεύθηκε μια έκθεση της Επιτροπής για την Προστασία των Δημοσιογράφων (Committee to Protect Journalists, CPJ) τα ευρήματα της οποίας ήταν ιδιαίτερα δυσμενή. Με 76 φυλακισμένους δημοσιογράφους, η Τουρκία έχει τον υψηλότερο αριθμό φυλακισμένων δημοσιογράφων παγκοσμίως.
Η μη κυβερνητική οργάνωση η οποία εδρεύει στη Νέα Υόρκη, σχολίασε σκληρά τις επιθέσεις της κυβέρνησης εναντίον της ελευθερίας του Τύπου. «Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διεξάγει μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις καταστολής της ελευθερίας του Τύπου στην πρόσφατη Ιστορία», τονίζει η CPJ.
Η πλειονότητα των δημοσιογράφων διώκεται από τις τουρκικές αρχές για την εγγύτητά τους, αποδεδειγμένη ή υποτιθέμενη, με τους Κούρδους αυτονομιστές του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), μια εκτός νόμου αντάρτικη οργάνωση που από το 1984 διεξάγει πόλεμο εναντίον της Άγκυρας.
Η διαδικασία σε βάρος 44 εξ αυτών --ο αριθμός αποτελεί ρεκόρ-- άρχισε τον Σεπτέμβριο σε δικαστήριο στην Κωνσταντινούπολη. Όλοι βρίσκονται αντιμέτωποι με κατηγορίες που επισύρουν 15 ως 22 χρόνια κάθειρξη.
Δεχόμενη έντονες επικρίσεις η τουρκική κυβέρνηση διαψεύδει κατηγορηματικά ότι διώκει τους δημοσιογράφους για την άσκηση των καθηκόντων τους κι επιμένει ότι το πράττει μόνο για τις σχέσεις τους με τρομοκρατικές οργανώσεις.
Το 2011, σε μια ομιλία του που συμπεριέλαβε και στα απομνημονεύματά του, ο υπουργός Εσωτερικών Ιντρίς Ναΐμ είχε υπερασπιστεί ανεπιφύλακτα αυτή την πολιτική. «Ο τρόμος είναι ένα φαινόμενο με πολλαπλές όψεις το οποίο μπορεί να πάρει τη μορφή της ψυχολογίας ή της τέχνης», είχε υποστηρίξει, «άλλοτε τη βλέπουμε σε ένα πανί, άλλοτε σε ένα ποίημα, σε ένα άρθρο εφημερίδας ή ακόμα και σε ένα απλό αστείο».
Όπως και αναρίθμητοι άλλοι, ο Ιρφάν Ακτάν πληρώνει αυτή την πολιτική. Από το 2001 κάλυπτε την επικαιρότητα για το κουρδικό ζήτημα για το τουρκικό περιοδικό Express. Το 2009, του ασκήθηκε δίωξη για διάδοση «τρομοκρατικής προπαγάνδας» δύο εβδομάδες μετά την δημοσίευση ενός άρθρου στο οποίο είχε επικαλεστεί αξιωματούχους του PKK. «Η δημοσιογραφική μου δραστηριότητα θεωρήθηκε προπαγάνδα», δηλώνει. Το 2010 ο Ακτάν καταδικάστηκε σε φυλάκιση 1,5 έτους και πρόστιμο 16.000 τουρκικών λιρών (7.000 ευρώ). Η ποινή τελικά επιβλήθηκε με αναστολή και ο δικαστής είπε στον δημοσιογράφο ότι δεν θα φυλακιστεί εάν δεν καταδικαστεί για αδίκημα σε διάστημα πέντε ετών. Ήταν μια απόφαση που είχε στόχο να αναγκάσει τους δημοσιογράφους «να προχωρούν σε αυτολογοκρισία», ανέφερε. «Δεν θα διωχθώ εάν αποδεχθώ να μετατραπώ σε δημοσιογράφο του κράτους».
Γενικότερα οι επιθέσεις στην ελευθερία του Τύπου είναι συχνές και είναι χαρακτηριστικό ότι, το Σεπτέμβριο, το AKP αρνήθηκε να διαπιστεύσει στο συνέδριό του πολλούς εκπροσώπους από μέσα ενημέρωσης που είναι πιο επικριτικά απέναντί του. Ο πρωθυπουργός Ερντογάν είχε εξηγήσει ότι δεν είναι «υποχρεωμένος» να τους προκαλεί όλους.
Ένας από τους δικηγόρους του, ο Αλί Οζκαγιά, εξέφρασε ικανοποίηση πρόσφατα διότι μετά τις μηνύσεις που έκανε ο επικεφαλής της τουρκικής κυβέρνησης εναντίον των επικριτών του αυτοί «μεταπείστηκαν». «Ο τόνος των άρθρων γνώμης έχουν αλλάξει σημαντικά, ιδιαίτερα από το 2003», είχε αναφέρει στην αγγλόφωνη Hürriyet Daily News.
Ορισμένοι παρατηρητές επισημαίνουν ότι το κύμα αυταρχισμού οφείλεται εν μέρει σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η άσχημη πορεία της προσπάθειας ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Για άλλους, το θέμα αφορά αποκλειστικά και μόνο την ίδια τη χώρα. «Η ΕΕ δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία», λέει ο ερευνητής Τζαν Μπαϊνταρόλ, η Τουρκία πρέπει να κοιταχτεί στον καθρέφτη αν θέλει να «εξαγάγει δημοκρατία στους γείτονές της».
Πηγή: ΑΜΠΕ
InfoGnomon
Η μη κυβερνητική οργάνωση η οποία εδρεύει στη Νέα Υόρκη, σχολίασε σκληρά τις επιθέσεις της κυβέρνησης εναντίον της ελευθερίας του Τύπου. «Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διεξάγει μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις καταστολής της ελευθερίας του Τύπου στην πρόσφατη Ιστορία», τονίζει η CPJ.
Η πλειονότητα των δημοσιογράφων διώκεται από τις τουρκικές αρχές για την εγγύτητά τους, αποδεδειγμένη ή υποτιθέμενη, με τους Κούρδους αυτονομιστές του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), μια εκτός νόμου αντάρτικη οργάνωση που από το 1984 διεξάγει πόλεμο εναντίον της Άγκυρας.
Η διαδικασία σε βάρος 44 εξ αυτών --ο αριθμός αποτελεί ρεκόρ-- άρχισε τον Σεπτέμβριο σε δικαστήριο στην Κωνσταντινούπολη. Όλοι βρίσκονται αντιμέτωποι με κατηγορίες που επισύρουν 15 ως 22 χρόνια κάθειρξη.
Δεχόμενη έντονες επικρίσεις η τουρκική κυβέρνηση διαψεύδει κατηγορηματικά ότι διώκει τους δημοσιογράφους για την άσκηση των καθηκόντων τους κι επιμένει ότι το πράττει μόνο για τις σχέσεις τους με τρομοκρατικές οργανώσεις.
Το 2011, σε μια ομιλία του που συμπεριέλαβε και στα απομνημονεύματά του, ο υπουργός Εσωτερικών Ιντρίς Ναΐμ είχε υπερασπιστεί ανεπιφύλακτα αυτή την πολιτική. «Ο τρόμος είναι ένα φαινόμενο με πολλαπλές όψεις το οποίο μπορεί να πάρει τη μορφή της ψυχολογίας ή της τέχνης», είχε υποστηρίξει, «άλλοτε τη βλέπουμε σε ένα πανί, άλλοτε σε ένα ποίημα, σε ένα άρθρο εφημερίδας ή ακόμα και σε ένα απλό αστείο».
Όπως και αναρίθμητοι άλλοι, ο Ιρφάν Ακτάν πληρώνει αυτή την πολιτική. Από το 2001 κάλυπτε την επικαιρότητα για το κουρδικό ζήτημα για το τουρκικό περιοδικό Express. Το 2009, του ασκήθηκε δίωξη για διάδοση «τρομοκρατικής προπαγάνδας» δύο εβδομάδες μετά την δημοσίευση ενός άρθρου στο οποίο είχε επικαλεστεί αξιωματούχους του PKK. «Η δημοσιογραφική μου δραστηριότητα θεωρήθηκε προπαγάνδα», δηλώνει. Το 2010 ο Ακτάν καταδικάστηκε σε φυλάκιση 1,5 έτους και πρόστιμο 16.000 τουρκικών λιρών (7.000 ευρώ). Η ποινή τελικά επιβλήθηκε με αναστολή και ο δικαστής είπε στον δημοσιογράφο ότι δεν θα φυλακιστεί εάν δεν καταδικαστεί για αδίκημα σε διάστημα πέντε ετών. Ήταν μια απόφαση που είχε στόχο να αναγκάσει τους δημοσιογράφους «να προχωρούν σε αυτολογοκρισία», ανέφερε. «Δεν θα διωχθώ εάν αποδεχθώ να μετατραπώ σε δημοσιογράφο του κράτους».
Γενικότερα οι επιθέσεις στην ελευθερία του Τύπου είναι συχνές και είναι χαρακτηριστικό ότι, το Σεπτέμβριο, το AKP αρνήθηκε να διαπιστεύσει στο συνέδριό του πολλούς εκπροσώπους από μέσα ενημέρωσης που είναι πιο επικριτικά απέναντί του. Ο πρωθυπουργός Ερντογάν είχε εξηγήσει ότι δεν είναι «υποχρεωμένος» να τους προκαλεί όλους.
Ένας από τους δικηγόρους του, ο Αλί Οζκαγιά, εξέφρασε ικανοποίηση πρόσφατα διότι μετά τις μηνύσεις που έκανε ο επικεφαλής της τουρκικής κυβέρνησης εναντίον των επικριτών του αυτοί «μεταπείστηκαν». «Ο τόνος των άρθρων γνώμης έχουν αλλάξει σημαντικά, ιδιαίτερα από το 2003», είχε αναφέρει στην αγγλόφωνη Hürriyet Daily News.
Ορισμένοι παρατηρητές επισημαίνουν ότι το κύμα αυταρχισμού οφείλεται εν μέρει σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η άσχημη πορεία της προσπάθειας ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Για άλλους, το θέμα αφορά αποκλειστικά και μόνο την ίδια τη χώρα. «Η ΕΕ δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία», λέει ο ερευνητής Τζαν Μπαϊνταρόλ, η Τουρκία πρέπει να κοιταχτεί στον καθρέφτη αν θέλει να «εξαγάγει δημοκρατία στους γείτονές της».
Πηγή: ΑΜΠΕ
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πλημμύρισαν στο Βόλο από το ξαφνικό μπουρίνι (video)
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Την καταδίκη Βαξεβάνη πρότεινε ο εισαγγελέας
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ