2012-11-17 23:37:13
«[...] Η προπαγάνδα πρέπει να είναι λαϊκή, να κινείται δηλαδή σʼ ένα τέτοιο επίπεδο ώστε να γίνεται κατανοητή και από τους πιο λαϊκούς ανθρώπους. Αυτό σημαίνει πως το πνευματικό της επίπεδο θα είναι τόσο πιο χαμηλό, όσο πιο μεγάλη είναι η μάζα που θέλει κανείς να προσελκύσει...»
(Αδόλφος Χίτλερ, Ο Αγών μου, 1925)
«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος,
πάει να πει ότι του μοιάζει»
(Μάνος Χατζηδάκις)
Του Νίκου Αστρουλάκη
Λένε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και ότι λαός ο οποίος δεν γνωρίζει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει είναι ότι σε περιόδους κρίσης το οικονομικό κατεστημένο προσπαθεί να στρέψει τον λαό στον εθνικισμό. Ο πιο ασφαλής δρόμος για τη νεοφιλελεύθερη επιδρομή είναι να στραφεί η λαϊκή αντίδραση στον ακραίο εθνικισμό.
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Επίσης δεν είναι καινούργιο, προέρχεται από τις πιο μελανές σελίδες της παγκόσμιας Ιστορίας και, όπως προκύπτει από την οικονομική Ιστορία, οξύνεται στις περιόδους των οικονομικών-καπιταλιστικών κρίσεων.
Το οικονομικό κατεστημένο γνωρίζει πολύ καλύτερα από τον καθένα τους μηχανισμούς χειραγώγησης της κοινωνίας, γι' αυτό ενάντια στον «κίνδυνο» μιας δημοκρατικής «εκτροπής» από τους εργαζομένους και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα προτάσσει τον ακραίο εθνικισμό. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγει τις δημοκρατικές «εκτροπές», διατηρεί την εξουσία και συνεχίζει να επιβάλλει τα αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα με φασιστική πλέον βαρβαρότητα, κάτω από την επίδραση του εθνικιστικού αναισθητικού.
Άλλωστε, όπως η Ιστορία μάς έχει διδάξει, σε όλες τις μεγάλες «εθνικές» στιγμές κάποιοι πλουτίζουν σε βάρος του λαού. Ας θυμηθούμε το πιο πρόσφατο Ολυμπιακό φαγοπότι του 2004.
Πιο συγκεκριμένα, για το οικονομικό κατεστημένο:
1. Είναι πιο εύκολο και αποτελεσματικό να συνομιλεί με ένα «υπερ-ηγέτη», ο οποίος δεν κρίνεται από τα μέλη της στρατιωτικά δομημένης οργάνωσής του και ούτε από την κοινωνία. Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη λογική, επιλέγεται αυτός που μπορεί να κάνει καλύτερα τη «δουλειά».
2. Στη βάση της στρατιωτικής πειθαρχίας, η φασιστική οργάνωση εξαναγκάζει την κοινωνία να ακολουθήσει το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα μέσω της στρατιωτικής επιβολής. Η σύγχρονη παγκόσμια Ιστορία είναι πλούσια σε παραδείγματα. Τέτοιες πρακτικές εφαρμόστηκαν ευρέως από το στρατιωτικό καθεστώς του Πινοτσέτ στη Χιλή [1973-1990], για παράδειγμα.
3. Ο εθνικισμός ως ιδεολογία δεν αποδέχεται τον ταξικό διαχωρισμό, αφού επιλέγει ως μόνες διακρίσεις την εθνικιστική και τη φυλετική. Συνεπώς, ο λαός είναι υποχρεωμένος μέσω της επιβολής να παράγει για τους εγχώριους καπιταλιστές και τους συνεργάτες τους (πολυεθνικό κεφάλαιο) χωρίς να διεκδικεί.
Αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους που σε περιόδους κρίσης ο κόσμος στρέφεται από το οικονομικό κατεστημένο μέσω των διαμορφωτών της κοινής γνώμης προς τον ακραίο εθνικισμό. Το νεοφιλελεύθερο κατεστημένο γνωρίζει ότι τα μεγάλα «γιατί» δέχονται τις πιο απλοϊκές απαντήσεις. Γι' αυτό η εθνικιστική ρητορική προσφέρει απλοϊκές, λογικοφανείς και μισαλλόδοξες απαντήσεις.
Για παράδειγμα, στο ερώτημα, ποιος φταίει για την ανεργία; η εθνικιστική απάντηση είναι σαφής: “οι μετανάστες”. Με αυτόν τον τρόπο, αποφεύγεται κάθε συζήτηση για τους νεοφιλελευθέρους διεθνείς και εγχώριους λόγους της ανεργίας, για τις απολύσεις, τη μείωση των μισθών και την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, αλλά ακόμα και για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια διάσταση του μεταναστευτικού ρεύματος. Η εξόντωση των μεταναστών προτείνεται ως η άμεση απάντηση στη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα.
Ένα επίσης σημαντικό στοιχείο της εθνικιστικής ρητορικής είναι αυτό του «αντί όλων». Το «αντί όλων» οπαδοποιεί, αφού σε περιόδους οικονομικής κρίσης πλήττονται μεγάλα στρώματα του πληθυσμού και στρέφονται συλλήβδην εναντίον του πολιτικού συστήματος, καθώς εμφανίζεται έντονα μέσα στην κοινωνία (κυρίως από τα μικροαστικά στρώματα) η εναντίωση στον κοινοβουλευτισμό όπως αυτός εκφράζεται στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού. Στην ελληνική πραγματικότητα, η λαϊκή δυσαρέσκεια ως προς το υπάρχον πολιτικό σύστημα συμπυκνώνεται στη φράση «μια Χούντα χρειάζεται».
Η εθνικιστική συσπείρωση γίνεται στη βάση όχι της συμφωνίας για φιλο-κοινωνικές λύσεις, αλλά στην οργή και τη μισαλλοδοξία απέναντι στον εχθρό. Ο εχθρός στοχοποιείται ανά περίπτωση σε επί μέρους κοινωνικές ομάδες. Για την εγχώρια νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα θυμίζω ότι, σύμφωνα με τη φασιστική ρητορική, φταίνε οι μετανάστες. Με αυτό τον τρόπο, το εγχώριο και διεθνές οικονομικό κατεστημένο που δημιουργεί τις κρίσεις βγαίνει εντέχνως έξω από το κάδρο της εθνικιστικής οργής.
Ο διαχωρισμός “Έλληνας και ξένος”, είναι το βασικό στερεοτυπικό σχήμα της εθνικιστικής ρητορικής, του οπαδισμού και του φανατισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι η φασιστική οργάνωση ονομάζεται Λαϊκός Σύνδεσμος σε αντιστοιχία του ποδοσφαιρικού συνδέσμου. Το στοιχείο του οπαδισμού, του φανατισμού και της βίας είναι ίσως το κυρίαρχο δομικό συστατικό αυτού του τύπου οργανώσεων.
Μετά την οπαδοποίηση και τον φανατισμό τού «αντί όλων», η εθνικιστική ιδεολογία συμπληρώνεται με το στοιχείο του επείγοντος. Το φασιστικό επιχείρημα βασίζεται στην ιδέα ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο, συνεπώς δεν έχουμε χρόνο να σκεφτούμε. Πρέπει να δράσουμε ενάντια στους μετανάστες, στους ανέργους και εργαζόμενους που διαδηλώνουν και σε όποιον εναντιώνεται στην πατρίδα, κατά τη φασιστική λογική. Όπως έχει αναφερθεί, ο εχθρός στοχοποιείται ανά περίπτωση, οδηγώντας τη μάζα, αφού πλέον της έχει αφαιρεθεί κάθε στοιχείο κριτικής και αντιλογίας προς την οργάνωση και τον αρχηγό, προς όποια κατεύθυνση το οικονομικό κατεστημένο επιλέξει.
Πώς γίνεται η στέρηση της προσωπικής άποψης; Με τη στρατιωτική δομή και οργάνωση. Αυτό που αποκαλείται στρατιωτική πειθαρχία. Ο στρατός είναι δομημένος ιεραρχικά και βασίζεται στην εντολή-διαταγή. Δεν θα μπορούσε να είναι δομημένος διαφορετικά λόγω της φύσης και του ρόλου του. Ο στρατιώτης υποχρεούται να εκτελέσει άκριτα τη διαταγή του ανωτέρου του και ούτω καθεξής.
Η φασιστική οργάνωση προσομοιάζει την στρατιωτική δομή. Σκοπός της φασιστικής οργάνωσης είναι να επιβάλει στα μέλη της αρχικά και σε ολόκληρη την κοινωνία μετέπειτα το στοιχείο της στρατιωτικής πειθαρχίας. Οτιδήποτε είναι αντίθετο στην ιδεολογική ή ιεραρχική δομή της οργάνωσης, όχι απλώς αποβάλλεται, αλλά τιμωρείται. Το ιδεολόγημα πίσω από αυτό είναι ότι αφού βρισκόμαστε σε πόλεμο, είμαστε στρατιώτες της πατρίδας συνεπώς όποιος δεν ακολουθεί πιστά τις διαταγές της φασιστικής οργάνωσης, που είναι ο επιτηδευμένος εκφραστής του εθνικιστικού στοιχείου, είναι προδότης της πατρίδας.
Ωστόσο, για να υποβασταχτεί η στρατιωτική πειθαρχία χρειάζεται πόλεμος και ο πόλεμος χρειάζεται εχθρούς. Ορατούς ή μη. Οι εχθροί είναι ύπουλοι. Συνεπώς καλλιεργείται το στοιχείο του αποκλεισμένου. Η φασιστική ρητορεία στηρίζεται στο ότι τα ΜΜΕ τους αποκλείουν και οι κρατικοί μηχανισμοί τους καταδιώκουν.
Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο. Τα νεοφιλελεύθερα ΜΜΕ τους αβαντάρουν με πολλούς τρόπους. Ίσως ο πιο επικίνδυνος είναι η παρουσίαση της φασιστικής οργάνωσης ως αντισυστημικής. Όσον αφορά στις διώξεις από τον κρατικό μηχανισμό, είναι πλέον περισσότερο από γνωστό ότι τα μέλη των εθνικιστικών συνδέσμων επιχειρούν μαζί με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής εναντία στους εργαζόμενους, ειδικά στις απεργίες και τις διαδηλώσεις. Το γεγονός αυτό ενισχύεται από το καθεστώς ατιμωρησίας (κάτω από νομικό μανδύα) για τις ποινικές πράξεις. Τη στιγμή που η εθνικιστική ρητορική παρουσιάζεται να εναντιώνεται στον κρατισμό, οι οργανώσεις αυτές συνεργάζονται άψογα με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς και αποτελούν παρακρατικό μηχανισμό. Όπως η ιστορική εμπειρία έχει δείξει, τα φασιστικά καθεστώτα ταυτίζουν το παρακράτος με το κράτος.
Τα φασιστικά επιχειρήματα συνεχίζονται. Δεν τους αποκλείουν μόνο τα ΜΜΕ, αλλά και η Αριστερά, που ελέγχει τα ΜΜΕ και την εξουσία. Για την ιστορία θυμίζουμε ότι τα πιστοποιητικά εθνικοφροσύνης δεν τα εξέδιδε η Αριστερά, αλλά οι «υπερπατριώτες», με την ευλογία του οικονομικού, θρησκευτικού και στρατιωτικού κατεστημένου. Επίσης η Ελλάδα είναι κράτος με καπιταλιστική δομή και οργάνωση λειτουργίας της αγοράς και αστική φιλελεύθερη ιδεολογία. Συνεπώς όχι μόνο δεν υπάρχει αριστερός έλεγχος στα ΜΜΕ, αλλά μάλλον το αντίθετο. Επίσης, διαχρονικά στην Ελλάδα, οι όποιες σοσιαλιστικές ιδέες σε επίπεδο αστικής εξουσίας μετασχηματίστηκαν σε φιλελεύθερες και νεοφιλελεύθερες. Άρα είναι οι κυρίαρχες ιδέες του νεοφιλελευθερισμού που επικράτησαν και έχουν εμποτίσει το δημόσιο λόγο και όχι οι σοσιαλιστικές, όπως εντέχνως προβάλλεται.
Επιπλέον, η φασιστική ρητορική για να επιβληθεί χρησιμοποιεί τη ρατσιστική τεχνική της προσωποποίησης του επιχειρήματος. Η τεχνική είναι απλή, δοκιμασμένη και δυστυχώς πολύ αποτελεσματική. Αφού έχει καλλιεργηθεί ο διαχωρισμός με βάση την εθνικότητα και έχουν εμπεδωθεί τα ρατσιστικά στερεότυπα εναντίον των ομοφυλόφιλων, των Εβραίων και των κομμουνιστών, που επιβουλεύονται όλοι μαζί την ελληνική φυλή, η αντι-επιχειρηματολογία επικεντρώνεται στη ρατσιστική τεχνική τού ποιος εκφράζει το επιχείρημα και όχι στο ίδιο το επιχείρημα.
Κάτι παρόμοιο χρησιμοποιείται στην αποκάλυψη της αρέσκειας στη ναζιστική φιλολογία και στον Αδόλφο Χίτλερ. Παραπέμπουν στο επιχείρημα των αρχαιοελληνικών συμβόλων και χαιρετισμών αποφεύγοντας την συζήτηση πάνω στις φιλοναζιστικές θέσεις. Προφανώς τα σύμβολα προέρχονται από την Ιστορία. Ωστόσο, εδώ δεν εξετάζουμε τις ρίζες, αλλά τι συμβολίζουν και πώς έχουν χρησιμοποιηθεί στην παγκόσμια Ιστορία. Ότι είναι μιλιταριστικά και έχουν χρησιμοποιηθεί στις πιο μαύρες σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας, όπως στη ναζιστική φρικαλεότητα ξεχνάνε να το αναφέρουν.
Επίσης στα εγκλήματα της ναζιστικής Γερμανίας αντιπαραθέτουν τα εγκλήματα του Στάλιν. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται η αναγκαία για τον οπαδισμό και φανατισμό πόλωση και η απο-ενοχοποίηση των εγκλημάτων των Ναζί. Το στοιχείο του αποπροσανατολισμού δουλεύει άψογα, αφού το γεγονός της απάνθρωπης βιαιότητας μεταφέρεται σε ιστορικό βάθος και χάνεται η ουσία, που είναι η βιαιότητα και ο απανθρωπισμός των πρακτικών που χρησιμοποιούν σήμερα.
Ο φασισμός βασίζεται στον λαϊκισμό. Ρατσισμός, ψέματα, διαστρεβλώσεις, αλλά και οικειοποιήσεις, συνθέτουν την εθνικιστική ρητορική. Για παράδειγμα, το σύνθημα «η Ελλάδα στους Έλληνες» είχε μεγάλη λαϊκή απήχηση, εκφρασμένο από τον (κατά την εθνικιστική ρητορική) σπάταλο, κρατιστή και πράκτορα των Αμερικανών Ανδρέα Παπανδρέου τη δεκαετία του '70. Το ίδιο σύνθημα χρησιμοποιείται σήμερα από την εθνικιστική συνθηματολογία. Με μια διαφορά. Το σύνθημα είναι φορτισμένο με το στοιχείο της φυλετικής «καθαρότητας» και όχι της εθνικής ανεξαρτησίας.
Τελειώνοντας, δεν γνωρίζουμε πολλά για τη χρηματοδότηση τέτοιων οργανώσεων από τους παρακρατικούς μηχανισμούς, το σίγουρο είναι ότι όταν αρχίσουν να τα «παίρνουν» δεν σταματούν. Η Ιστορία έχει δείξει ότι οι φασιστικές ελίτ και το οικονομικό κατεστημένο, που αναδεικνύει, ξεχνούν τη σπαρτιατική λιτότητα και επιδίδονται σε άκρατο πλουτισμό εις βάρος του λαού όταν καταφέρουν να ανεγερθούν σε θέσεις εξουσίας.
Το πιο σημαντικό είναι ότι οι φασιστικές οργανώσεις ψάχνουν στέγη κάτω από τη νέα τάξη πραγμάτων του νεοφιλελευθερισμού, που τους εκτρέφει για να χρησιμοποιηθούν ως δούρειος ίππος σε κάθε πραγματικά κοινωνική αντίδραση. Το ιστορικό παράδοξο είναι ότι όσο πιο βάρβαρα και αντιλαϊκά τα νεοφιλελεύθερα μέτρα τόσο αυξαίνονται τα εκλογικά ποσοστά τους. Η εξήγηση είναι ότι το οικονομικό κατεστημένο κάνει το παν για να οδηγήσει τον κόσμο στην εθνικιστική υστερία, που εντέχνως παρουσιάζεται ως αντι-συστημική.
Η μεθόδευση έχει ως εξής: Αρχικά, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τα ελεγχόμενα από το οικονομικό κατεστημένο ΜΜΕ, καλλιεργούν την εθνικιστική ρητορική. Οι φασιστικές οργανώσεις αναπτύσσουν έναν έντονα αντι-συστημικό λόγο βασισμένο σε εθνικιστικές κορόνες. Στη συνέχεια, ανακαλύπτουν τον εχθρό, που το σύστημα «κρύβει» και «υποθάλπει», στο πρόσωπο του μετανάστη. Εν το μεταξύ, τα ΜΜΕ έχουν γενικεύσει και εδραιώσει στην κοινή γνώμη την εικόνα του μετανάστη που βιάζει, ληστεύει, δολοφονεί. Έπειτα, μέσω του οπαδισμού και, φανατισμού, η φασιστική οργάνωση στρέφει τους οπαδούς της ενάντια στον εχθρό, τον μετανάστη εν προκειμένω.
Με αυτή τη μέθοδο, η φασιστική οργάνωση δεν χρειάζεται να απαντήσει σε άλλα ερωτήματα ούτε να έχει πρόγραμμα και πολύ περισσότερο να έρθει σε πραγματική σύγκρουση με το οικονομικό κατεστημένο, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται ότι προτείνει μια χειροπιαστή λύση. Έτσι η φασιστική οργάνωση κάνει τη «βρόμικη δουλειά» για λογαριασμό των Ελλήνων και ξένων καπιταλιστών και μάλιστα με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη λαϊκή αποδοχή. Σκοπός του οικονομικού κατεστημένου είναι ο αποπροσανατολισμός και η καθοδήγηση της λαϊκής οργής σε αποδιοπομπαίους τράγους αρχικά και ενάντια σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες όταν χρειαστεί.
Ο ελληνικός λαός πόνεσε πολύ για να ξεπεράσει εμφύλιους και αιματοχυσίες. Κάποιοι δυστυχώς είναι έτοιμοι να του το θυμίσουν στην πιο βάρβαρη εκδοχή του. Γι' αυτό, ενάντια στην πόλωση των εμπνευστών -εγχώριο και ξένο νεοφιλελεύθερο κεφάλαιο- και των εκφραστών του εθνικισμού τύπου Ναζί, ο λαός οφείλει να προτάξει τη δημοκρατική ενότητα με πατριωτική λαϊκή συμμετοχή όπου η εθνική ανεξαρτησία προσδιορίζεται κοινωνικά δίνοντας λόγο, αξιοπρέπεια και όραμα στα πλατιά στρώματα του πληθυσμού: μικρομεσαίους, αυτοαπασχολούμενους, αγρότες, συνταξιούχους, εργαζόμενους, ημιαπασχολούμενους και ανέργους.
Γι' αυτό απέναντι στον έρποντα νεοφιλελεύθερο φασισμό αντιτάσσουμε το τετράπτυχο: (1) δημοκρατία, (2) δικαιοσύνη, (3) κοινωνικό κράτος πρόνοιας και αλληλεγγύη, (4) αξιοπρεπής εργασία και συντάξεις για όλους. Αν και ποιος συσχετισμός κοινωνικής και πολιτικής παρουσίας μπορεί να οδηγήσει στα παραπάνω, μένει να απαντηθεί ιστορικά. Και όπως ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ εύστοχα αποτυπώνει: «Ένα άλλο μέλλον μπορεί να χρειάζεται ένα άλλο παρελθόν, χωρίς αποσιωπήσεις και προπάντων χωρίς στερεότυπα και ιδεοληψίες. Διότι, διαφορετικά, είναι περισσότερο από βέβαιο ότι θα τα αναπαραγάγεις».
Πηγή / Η ΑΥΓΗ
communenews
(Αδόλφος Χίτλερ, Ο Αγών μου, 1925)
«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος,
πάει να πει ότι του μοιάζει»
(Μάνος Χατζηδάκις)
Του Νίκου Αστρουλάκη
Λένε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και ότι λαός ο οποίος δεν γνωρίζει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει είναι ότι σε περιόδους κρίσης το οικονομικό κατεστημένο προσπαθεί να στρέψει τον λαό στον εθνικισμό. Ο πιο ασφαλής δρόμος για τη νεοφιλελεύθερη επιδρομή είναι να στραφεί η λαϊκή αντίδραση στον ακραίο εθνικισμό.
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Επίσης δεν είναι καινούργιο, προέρχεται από τις πιο μελανές σελίδες της παγκόσμιας Ιστορίας και, όπως προκύπτει από την οικονομική Ιστορία, οξύνεται στις περιόδους των οικονομικών-καπιταλιστικών κρίσεων.
Το οικονομικό κατεστημένο γνωρίζει πολύ καλύτερα από τον καθένα τους μηχανισμούς χειραγώγησης της κοινωνίας, γι' αυτό ενάντια στον «κίνδυνο» μιας δημοκρατικής «εκτροπής» από τους εργαζομένους και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα προτάσσει τον ακραίο εθνικισμό. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγει τις δημοκρατικές «εκτροπές», διατηρεί την εξουσία και συνεχίζει να επιβάλλει τα αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα με φασιστική πλέον βαρβαρότητα, κάτω από την επίδραση του εθνικιστικού αναισθητικού.
Άλλωστε, όπως η Ιστορία μάς έχει διδάξει, σε όλες τις μεγάλες «εθνικές» στιγμές κάποιοι πλουτίζουν σε βάρος του λαού. Ας θυμηθούμε το πιο πρόσφατο Ολυμπιακό φαγοπότι του 2004.
Πιο συγκεκριμένα, για το οικονομικό κατεστημένο:
1. Είναι πιο εύκολο και αποτελεσματικό να συνομιλεί με ένα «υπερ-ηγέτη», ο οποίος δεν κρίνεται από τα μέλη της στρατιωτικά δομημένης οργάνωσής του και ούτε από την κοινωνία. Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη λογική, επιλέγεται αυτός που μπορεί να κάνει καλύτερα τη «δουλειά».
2. Στη βάση της στρατιωτικής πειθαρχίας, η φασιστική οργάνωση εξαναγκάζει την κοινωνία να ακολουθήσει το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα μέσω της στρατιωτικής επιβολής. Η σύγχρονη παγκόσμια Ιστορία είναι πλούσια σε παραδείγματα. Τέτοιες πρακτικές εφαρμόστηκαν ευρέως από το στρατιωτικό καθεστώς του Πινοτσέτ στη Χιλή [1973-1990], για παράδειγμα.
3. Ο εθνικισμός ως ιδεολογία δεν αποδέχεται τον ταξικό διαχωρισμό, αφού επιλέγει ως μόνες διακρίσεις την εθνικιστική και τη φυλετική. Συνεπώς, ο λαός είναι υποχρεωμένος μέσω της επιβολής να παράγει για τους εγχώριους καπιταλιστές και τους συνεργάτες τους (πολυεθνικό κεφάλαιο) χωρίς να διεκδικεί.
Αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους που σε περιόδους κρίσης ο κόσμος στρέφεται από το οικονομικό κατεστημένο μέσω των διαμορφωτών της κοινής γνώμης προς τον ακραίο εθνικισμό. Το νεοφιλελεύθερο κατεστημένο γνωρίζει ότι τα μεγάλα «γιατί» δέχονται τις πιο απλοϊκές απαντήσεις. Γι' αυτό η εθνικιστική ρητορική προσφέρει απλοϊκές, λογικοφανείς και μισαλλόδοξες απαντήσεις.
Για παράδειγμα, στο ερώτημα, ποιος φταίει για την ανεργία; η εθνικιστική απάντηση είναι σαφής: “οι μετανάστες”. Με αυτόν τον τρόπο, αποφεύγεται κάθε συζήτηση για τους νεοφιλελευθέρους διεθνείς και εγχώριους λόγους της ανεργίας, για τις απολύσεις, τη μείωση των μισθών και την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, αλλά ακόμα και για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια διάσταση του μεταναστευτικού ρεύματος. Η εξόντωση των μεταναστών προτείνεται ως η άμεση απάντηση στη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα.
Ένα επίσης σημαντικό στοιχείο της εθνικιστικής ρητορικής είναι αυτό του «αντί όλων». Το «αντί όλων» οπαδοποιεί, αφού σε περιόδους οικονομικής κρίσης πλήττονται μεγάλα στρώματα του πληθυσμού και στρέφονται συλλήβδην εναντίον του πολιτικού συστήματος, καθώς εμφανίζεται έντονα μέσα στην κοινωνία (κυρίως από τα μικροαστικά στρώματα) η εναντίωση στον κοινοβουλευτισμό όπως αυτός εκφράζεται στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού. Στην ελληνική πραγματικότητα, η λαϊκή δυσαρέσκεια ως προς το υπάρχον πολιτικό σύστημα συμπυκνώνεται στη φράση «μια Χούντα χρειάζεται».
Η εθνικιστική συσπείρωση γίνεται στη βάση όχι της συμφωνίας για φιλο-κοινωνικές λύσεις, αλλά στην οργή και τη μισαλλοδοξία απέναντι στον εχθρό. Ο εχθρός στοχοποιείται ανά περίπτωση σε επί μέρους κοινωνικές ομάδες. Για την εγχώρια νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα θυμίζω ότι, σύμφωνα με τη φασιστική ρητορική, φταίνε οι μετανάστες. Με αυτό τον τρόπο, το εγχώριο και διεθνές οικονομικό κατεστημένο που δημιουργεί τις κρίσεις βγαίνει εντέχνως έξω από το κάδρο της εθνικιστικής οργής.
Ο διαχωρισμός “Έλληνας και ξένος”, είναι το βασικό στερεοτυπικό σχήμα της εθνικιστικής ρητορικής, του οπαδισμού και του φανατισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι η φασιστική οργάνωση ονομάζεται Λαϊκός Σύνδεσμος σε αντιστοιχία του ποδοσφαιρικού συνδέσμου. Το στοιχείο του οπαδισμού, του φανατισμού και της βίας είναι ίσως το κυρίαρχο δομικό συστατικό αυτού του τύπου οργανώσεων.
Μετά την οπαδοποίηση και τον φανατισμό τού «αντί όλων», η εθνικιστική ιδεολογία συμπληρώνεται με το στοιχείο του επείγοντος. Το φασιστικό επιχείρημα βασίζεται στην ιδέα ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο, συνεπώς δεν έχουμε χρόνο να σκεφτούμε. Πρέπει να δράσουμε ενάντια στους μετανάστες, στους ανέργους και εργαζόμενους που διαδηλώνουν και σε όποιον εναντιώνεται στην πατρίδα, κατά τη φασιστική λογική. Όπως έχει αναφερθεί, ο εχθρός στοχοποιείται ανά περίπτωση, οδηγώντας τη μάζα, αφού πλέον της έχει αφαιρεθεί κάθε στοιχείο κριτικής και αντιλογίας προς την οργάνωση και τον αρχηγό, προς όποια κατεύθυνση το οικονομικό κατεστημένο επιλέξει.
Πώς γίνεται η στέρηση της προσωπικής άποψης; Με τη στρατιωτική δομή και οργάνωση. Αυτό που αποκαλείται στρατιωτική πειθαρχία. Ο στρατός είναι δομημένος ιεραρχικά και βασίζεται στην εντολή-διαταγή. Δεν θα μπορούσε να είναι δομημένος διαφορετικά λόγω της φύσης και του ρόλου του. Ο στρατιώτης υποχρεούται να εκτελέσει άκριτα τη διαταγή του ανωτέρου του και ούτω καθεξής.
Η φασιστική οργάνωση προσομοιάζει την στρατιωτική δομή. Σκοπός της φασιστικής οργάνωσης είναι να επιβάλει στα μέλη της αρχικά και σε ολόκληρη την κοινωνία μετέπειτα το στοιχείο της στρατιωτικής πειθαρχίας. Οτιδήποτε είναι αντίθετο στην ιδεολογική ή ιεραρχική δομή της οργάνωσης, όχι απλώς αποβάλλεται, αλλά τιμωρείται. Το ιδεολόγημα πίσω από αυτό είναι ότι αφού βρισκόμαστε σε πόλεμο, είμαστε στρατιώτες της πατρίδας συνεπώς όποιος δεν ακολουθεί πιστά τις διαταγές της φασιστικής οργάνωσης, που είναι ο επιτηδευμένος εκφραστής του εθνικιστικού στοιχείου, είναι προδότης της πατρίδας.
Ωστόσο, για να υποβασταχτεί η στρατιωτική πειθαρχία χρειάζεται πόλεμος και ο πόλεμος χρειάζεται εχθρούς. Ορατούς ή μη. Οι εχθροί είναι ύπουλοι. Συνεπώς καλλιεργείται το στοιχείο του αποκλεισμένου. Η φασιστική ρητορεία στηρίζεται στο ότι τα ΜΜΕ τους αποκλείουν και οι κρατικοί μηχανισμοί τους καταδιώκουν.
Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο. Τα νεοφιλελεύθερα ΜΜΕ τους αβαντάρουν με πολλούς τρόπους. Ίσως ο πιο επικίνδυνος είναι η παρουσίαση της φασιστικής οργάνωσης ως αντισυστημικής. Όσον αφορά στις διώξεις από τον κρατικό μηχανισμό, είναι πλέον περισσότερο από γνωστό ότι τα μέλη των εθνικιστικών συνδέσμων επιχειρούν μαζί με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής εναντία στους εργαζόμενους, ειδικά στις απεργίες και τις διαδηλώσεις. Το γεγονός αυτό ενισχύεται από το καθεστώς ατιμωρησίας (κάτω από νομικό μανδύα) για τις ποινικές πράξεις. Τη στιγμή που η εθνικιστική ρητορική παρουσιάζεται να εναντιώνεται στον κρατισμό, οι οργανώσεις αυτές συνεργάζονται άψογα με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς και αποτελούν παρακρατικό μηχανισμό. Όπως η ιστορική εμπειρία έχει δείξει, τα φασιστικά καθεστώτα ταυτίζουν το παρακράτος με το κράτος.
Τα φασιστικά επιχειρήματα συνεχίζονται. Δεν τους αποκλείουν μόνο τα ΜΜΕ, αλλά και η Αριστερά, που ελέγχει τα ΜΜΕ και την εξουσία. Για την ιστορία θυμίζουμε ότι τα πιστοποιητικά εθνικοφροσύνης δεν τα εξέδιδε η Αριστερά, αλλά οι «υπερπατριώτες», με την ευλογία του οικονομικού, θρησκευτικού και στρατιωτικού κατεστημένου. Επίσης η Ελλάδα είναι κράτος με καπιταλιστική δομή και οργάνωση λειτουργίας της αγοράς και αστική φιλελεύθερη ιδεολογία. Συνεπώς όχι μόνο δεν υπάρχει αριστερός έλεγχος στα ΜΜΕ, αλλά μάλλον το αντίθετο. Επίσης, διαχρονικά στην Ελλάδα, οι όποιες σοσιαλιστικές ιδέες σε επίπεδο αστικής εξουσίας μετασχηματίστηκαν σε φιλελεύθερες και νεοφιλελεύθερες. Άρα είναι οι κυρίαρχες ιδέες του νεοφιλελευθερισμού που επικράτησαν και έχουν εμποτίσει το δημόσιο λόγο και όχι οι σοσιαλιστικές, όπως εντέχνως προβάλλεται.
Επιπλέον, η φασιστική ρητορική για να επιβληθεί χρησιμοποιεί τη ρατσιστική τεχνική της προσωποποίησης του επιχειρήματος. Η τεχνική είναι απλή, δοκιμασμένη και δυστυχώς πολύ αποτελεσματική. Αφού έχει καλλιεργηθεί ο διαχωρισμός με βάση την εθνικότητα και έχουν εμπεδωθεί τα ρατσιστικά στερεότυπα εναντίον των ομοφυλόφιλων, των Εβραίων και των κομμουνιστών, που επιβουλεύονται όλοι μαζί την ελληνική φυλή, η αντι-επιχειρηματολογία επικεντρώνεται στη ρατσιστική τεχνική τού ποιος εκφράζει το επιχείρημα και όχι στο ίδιο το επιχείρημα.
Κάτι παρόμοιο χρησιμοποιείται στην αποκάλυψη της αρέσκειας στη ναζιστική φιλολογία και στον Αδόλφο Χίτλερ. Παραπέμπουν στο επιχείρημα των αρχαιοελληνικών συμβόλων και χαιρετισμών αποφεύγοντας την συζήτηση πάνω στις φιλοναζιστικές θέσεις. Προφανώς τα σύμβολα προέρχονται από την Ιστορία. Ωστόσο, εδώ δεν εξετάζουμε τις ρίζες, αλλά τι συμβολίζουν και πώς έχουν χρησιμοποιηθεί στην παγκόσμια Ιστορία. Ότι είναι μιλιταριστικά και έχουν χρησιμοποιηθεί στις πιο μαύρες σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας, όπως στη ναζιστική φρικαλεότητα ξεχνάνε να το αναφέρουν.
Επίσης στα εγκλήματα της ναζιστικής Γερμανίας αντιπαραθέτουν τα εγκλήματα του Στάλιν. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται η αναγκαία για τον οπαδισμό και φανατισμό πόλωση και η απο-ενοχοποίηση των εγκλημάτων των Ναζί. Το στοιχείο του αποπροσανατολισμού δουλεύει άψογα, αφού το γεγονός της απάνθρωπης βιαιότητας μεταφέρεται σε ιστορικό βάθος και χάνεται η ουσία, που είναι η βιαιότητα και ο απανθρωπισμός των πρακτικών που χρησιμοποιούν σήμερα.
Ο φασισμός βασίζεται στον λαϊκισμό. Ρατσισμός, ψέματα, διαστρεβλώσεις, αλλά και οικειοποιήσεις, συνθέτουν την εθνικιστική ρητορική. Για παράδειγμα, το σύνθημα «η Ελλάδα στους Έλληνες» είχε μεγάλη λαϊκή απήχηση, εκφρασμένο από τον (κατά την εθνικιστική ρητορική) σπάταλο, κρατιστή και πράκτορα των Αμερικανών Ανδρέα Παπανδρέου τη δεκαετία του '70. Το ίδιο σύνθημα χρησιμοποιείται σήμερα από την εθνικιστική συνθηματολογία. Με μια διαφορά. Το σύνθημα είναι φορτισμένο με το στοιχείο της φυλετικής «καθαρότητας» και όχι της εθνικής ανεξαρτησίας.
Τελειώνοντας, δεν γνωρίζουμε πολλά για τη χρηματοδότηση τέτοιων οργανώσεων από τους παρακρατικούς μηχανισμούς, το σίγουρο είναι ότι όταν αρχίσουν να τα «παίρνουν» δεν σταματούν. Η Ιστορία έχει δείξει ότι οι φασιστικές ελίτ και το οικονομικό κατεστημένο, που αναδεικνύει, ξεχνούν τη σπαρτιατική λιτότητα και επιδίδονται σε άκρατο πλουτισμό εις βάρος του λαού όταν καταφέρουν να ανεγερθούν σε θέσεις εξουσίας.
Το πιο σημαντικό είναι ότι οι φασιστικές οργανώσεις ψάχνουν στέγη κάτω από τη νέα τάξη πραγμάτων του νεοφιλελευθερισμού, που τους εκτρέφει για να χρησιμοποιηθούν ως δούρειος ίππος σε κάθε πραγματικά κοινωνική αντίδραση. Το ιστορικό παράδοξο είναι ότι όσο πιο βάρβαρα και αντιλαϊκά τα νεοφιλελεύθερα μέτρα τόσο αυξαίνονται τα εκλογικά ποσοστά τους. Η εξήγηση είναι ότι το οικονομικό κατεστημένο κάνει το παν για να οδηγήσει τον κόσμο στην εθνικιστική υστερία, που εντέχνως παρουσιάζεται ως αντι-συστημική.
Η μεθόδευση έχει ως εξής: Αρχικά, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, τα ελεγχόμενα από το οικονομικό κατεστημένο ΜΜΕ, καλλιεργούν την εθνικιστική ρητορική. Οι φασιστικές οργανώσεις αναπτύσσουν έναν έντονα αντι-συστημικό λόγο βασισμένο σε εθνικιστικές κορόνες. Στη συνέχεια, ανακαλύπτουν τον εχθρό, που το σύστημα «κρύβει» και «υποθάλπει», στο πρόσωπο του μετανάστη. Εν το μεταξύ, τα ΜΜΕ έχουν γενικεύσει και εδραιώσει στην κοινή γνώμη την εικόνα του μετανάστη που βιάζει, ληστεύει, δολοφονεί. Έπειτα, μέσω του οπαδισμού και, φανατισμού, η φασιστική οργάνωση στρέφει τους οπαδούς της ενάντια στον εχθρό, τον μετανάστη εν προκειμένω.
Με αυτή τη μέθοδο, η φασιστική οργάνωση δεν χρειάζεται να απαντήσει σε άλλα ερωτήματα ούτε να έχει πρόγραμμα και πολύ περισσότερο να έρθει σε πραγματική σύγκρουση με το οικονομικό κατεστημένο, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται ότι προτείνει μια χειροπιαστή λύση. Έτσι η φασιστική οργάνωση κάνει τη «βρόμικη δουλειά» για λογαριασμό των Ελλήνων και ξένων καπιταλιστών και μάλιστα με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη λαϊκή αποδοχή. Σκοπός του οικονομικού κατεστημένου είναι ο αποπροσανατολισμός και η καθοδήγηση της λαϊκής οργής σε αποδιοπομπαίους τράγους αρχικά και ενάντια σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες όταν χρειαστεί.
Ο ελληνικός λαός πόνεσε πολύ για να ξεπεράσει εμφύλιους και αιματοχυσίες. Κάποιοι δυστυχώς είναι έτοιμοι να του το θυμίσουν στην πιο βάρβαρη εκδοχή του. Γι' αυτό, ενάντια στην πόλωση των εμπνευστών -εγχώριο και ξένο νεοφιλελεύθερο κεφάλαιο- και των εκφραστών του εθνικισμού τύπου Ναζί, ο λαός οφείλει να προτάξει τη δημοκρατική ενότητα με πατριωτική λαϊκή συμμετοχή όπου η εθνική ανεξαρτησία προσδιορίζεται κοινωνικά δίνοντας λόγο, αξιοπρέπεια και όραμα στα πλατιά στρώματα του πληθυσμού: μικρομεσαίους, αυτοαπασχολούμενους, αγρότες, συνταξιούχους, εργαζόμενους, ημιαπασχολούμενους και ανέργους.
Γι' αυτό απέναντι στον έρποντα νεοφιλελεύθερο φασισμό αντιτάσσουμε το τετράπτυχο: (1) δημοκρατία, (2) δικαιοσύνη, (3) κοινωνικό κράτος πρόνοιας και αλληλεγγύη, (4) αξιοπρεπής εργασία και συντάξεις για όλους. Αν και ποιος συσχετισμός κοινωνικής και πολιτικής παρουσίας μπορεί να οδηγήσει στα παραπάνω, μένει να απαντηθεί ιστορικά. Και όπως ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ εύστοχα αποτυπώνει: «Ένα άλλο μέλλον μπορεί να χρειάζεται ένα άλλο παρελθόν, χωρίς αποσιωπήσεις και προπάντων χωρίς στερεότυπα και ιδεοληψίες. Διότι, διαφορετικά, είναι περισσότερο από βέβαιο ότι θα τα αναπαραγάγεις».
Πηγή / Η ΑΥΓΗ
communenews
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΣΠΑΝΙΟ ΥΛΙΚΟ-Κάποτε διαδήλωνε στο Σύνταγμα, σήμερα είναι σέξι ηθοποιός!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΑΝΝΑ ΒΙΣΣΗ-Μιλάει για πρώτη φορά μετά το ατύχημα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ