2012-11-22 09:18:05
Στους ατελείωτους και επάλληλους κύκλους βίας που μαστίζουν τη Μέση Ανατολή, το Παλαιστινιακό ζήτημα ή τουλάχιστον μέρος του, επανέρχεται στο προσκήνιο έστω και για λίγο αλλά χωρίς βέβαια καμιά προοπτική επίλυσής του. Και μαζί του βλέπουμε να παρελαύνουν ο προσποιητικός λόγος , η κυνικότητα και εν πολλοίς ο φαρισαϊσμός των άμεσα ή έμμεσα εμπλεκομένων με το ατέρμονο δράμα των Παλαιστινίων.
Καταρχάς, με τη δυναμική των γεγονότων της τελευταίας δεκαετίας και σίγουρα μετά την δολοφονία του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Γιτζχάκ Ραμπίν το 1995, από έναν φανατικό Εβραίο σιωνιστή, οι προοπτικές δημιουργίας Παλαιστινιακού κράτους, στις μετά το 1967 κατεχόμενες περιοχές άρχισαν να μηδενίζονται.
Το 1988, η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) του Γιασέρ Αραφάτ αποδέχτηκε τη λύση των δυο κρατών, απαλείφοντας από τον Καταστατικό της Χάρτη την πρόνοια για την καταστροφή του Ισραήλ αναγνωρίζοντας έτσι το εβραϊκό κράτος
. Επί πρωθυπουργίας Ραμπίν (1992-1995) είχαμε τις συμφωνίες του Όσλο (1993) που έδιδαν αυξανόμενη αυτονομία στην Παλαιστινιακή Αρχή στις περιοχές Γάζας και τη Δυτικής Όχθης. Αν και μέχρι τότε ο Ραμπίν υπήρξε αντίθετος με τη δημιουργία και την αναγνώριση Παλαιστινιακού κράτους, αναγνώρισε και απεδέχθη σιωπηλά ότι η αυτονομία της αναγνωρισμένης πλέον από τους Ισραηλινούς Παλαιστινιακής Αρχής θα οδηγούσε, νομοτελειακά, στη ίδρυση Παλαιστινιακού Κράτους.
Η φιλοσοφική μεταστροφή του Ραμπίν προς μια ειρηνική διευθέτηση του Παλαιστινιακού και της διένεξης με τη Συρία, αποχωρώντας από τα Υψίπεδα Γκολάν, ήταν ήδη γεγονός από το 1994. Ο Ραμπίν αναγνώρισε επίσης τον κεντρικό ρόλο του Παλαιστινιακού ζητήματος στην Αραβο-Ισραηλινή διένεξη χρησιμοποιώντας ορολογία όπως «η καρδιά της διαμάχης», όταν αναφερόταν σε αυτό.
Όλα θα αλλάξουν μετά τη δολοφονία του και την διαδοχή του στην πρωθυπουργία μετά τις εκλογές του 1995 από τον σημερινό Πρωθυπουργό, Βενιαμίν Νετανιάχου, ηγέτη του υπερσυντηρητικού συνασπισμού υπό την ηγεσία του κόμματος Λικούντ . Στις εκλογές του 1995, ο Νετανιάχου αύξησε την εκλογική του δύναμη λόγω των αυξανόμενων επιθέσεων αυτοκτονίας των Παλαιστινίων αλλά και από καινούργιους ψηφοφόρους. Οι τελευταίοι προέρχοντο από τις χιλιάδες των μεταναστών (500.000) από την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση.
Η κυβέρνηση Νετανιάχου υπήρξε εξαρχής κάθετα αντίθετη με τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Η όλη φιλοσοφία του κόμματος Λικούντ υποστήριζε τη δημιουργία του Μεγάλου Ισραήλ (Eretz Israel) με σημείο αναφοράς την Βιβλική Εποχή. Η πολιτική αυτή της κυβέρνησης Νετανιάχου εκφράστηκε με μια αυξανόμενη πολιτική κατά του Αραφάτ και της Παλαιστινιακής Αρχής και μέσω του αποτελεσματικού όπλου του συνεχούς και συστηματικού εποικισμού της Δυτικής Όχθης. Χαρακτηριστικά κατά το Σιωνιστικό όραμα του κόμματος Λικούντ η περιοχή αυτή της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη δεν αναφέρεται ως τέτοια αλλά με τα Βιβλικά τους ονόματα, Ιουδαία και Σαμαρία. Επί Πρωθυπουργίας του Νετανιάχου και κυρίως επί Πρωθυπουργίας του ομοϊδεάτη του, Αριέλ Σαρόν (2001-2006), ο Αραφάτ και η Παλαιστινιακή Αρχή θα ευνουχιστούν πολιτικά και θα καταστραφούν στρατιωτικά, ενώ ο εποικισμός θα πάρει τέτοια στρατηγική μορφή που, μαζί με το περιβόητο Τείχος, δεν θα επιτρέπει πλέον την γεωγραφική συνοχή ενός μελλοντικού Παλαιστινιακού κράτους στα εδάφη της Δυτικής Όχθης.
Η σημερινή φάση θα ξεκινήσει το 2005, πρώτα με την αποχώρηση των Ισραηλινών από το Νότιο Λίβανο, όπου εκεί πλέον θα κυριαρχήσει η φιλο-Ιρανική οργάνωση Χεζμπολάχ, κράτος εν κράτει στο Λίβανο, και με την αποχώρηση των Ισραηλινών από τη Λωρίδα της Γάζα. Η λογική του τότε Πρωθυπουργού Σαρόν ήταν να ξεφορτωθεί το «βαρίδι» της Γάζας με το 1.5 εκατομμυρίων Παλαιστινίων συνωστισμένων σε μια περιοχή 40x10 χλμ. αλλά ταυτόχρονα να επισπεύσει και να επαυξήσει τον στρατηγικό εποικισμό της Δυτικής Όχθης. Με τον τρόπο αυτό θα απέκλειε εκ των πραγμάτων τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους με επίκεντρο την Δυτική Όχθη που θα πληρούσε τα στοιχειώδη κριτήρια της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας. Στην καλύτερη περίπτωση, ένα τέτοιο «κράτος» θα έπαιρνε τη μορφή πολλών αλλά απομονωμένων «γκέτο» όπως και στην περίπτωση των Μπαντουστάν που προσπάθησε να δημιουργήσει το ρατσιστικό καθεστώς της Νοτίου Αφρικής. Υπογραμμίζεται εδώ ότι μέχρι την αποδόμηση του ρατσιστικού καθεστώτος της Νοτίου Αφρικής το Ισραήλ διατηρούσε προνομιακές σχέσεις που έφθασαν το 1979 μέχρι και την από κοινού δοκιμαστική έκρηξη πυρηνικού μηχανισμού στο Νότιο Ειρηνικό.
Ωστόσο, λίγους μήνες μετά την αποχώρηση των Ισραηλινών από τη Γάζα, τον Ιανουάριο του 2006, ο πολιτικός αντίπαλος της Παλαιστινιακής Αρχής και της Φατάχ, η Χαμάς, θα κερδίσει με δημοκρατικές διαδικασίες τις τοπικές εκλογές στη Γάζα. Λίγους μήνες μετά, η σύγκρουση Φατάχ- Χαμάς θα κορυφωθεί με την εκδίωξη της Φατάχ και της Παλαιστινιακής Αρχής από τη Γάζα. Από τούδε και στο εξής θα έχουμε το πολιτικό παράδοξο δύο παλαιστινιακών «κυβερνήσεων», μια στη Γάζα υπό τη Χαμάς και μια, την αναγνωρισμένη από τη Δυτική Κοινότητα και το Ισραήλ, στη Δυτική Όχθη.
Αντίθετα με την Φατάχ και την Παλαιστινιακή Αρχή., η Χαμάς παραμένει ορκισμένη αντίπαλος του Ισραήλ, και της οποίας ο καταστατικός Χάρτης επιβάλλει την καταστροφή του εβραϊκού κράτους στην ιστορική Παλαιστίνη. Επιπλέον, η Χαμάς θα έχει σύμμαχο τη Λιβανέζικη Χεζμπολάχ αλλά χειρότερα, θα έχει ως σύμμαχο και αρωγό τον εξίσου ορκισμένο εχθρό του Ισραήλ, το Ιράν των μουλάδων. Η ειρωνεία, εδώ, ήταν ότι στα πρώτα πολιτικά της βήματα, στις αρχές του 1980, η Χαμάς ενισχύθηκε πολιτικά και χρηματικά από το Ισραήλ, ως ισλαμική οργάνωση και αντίπαλο δέος της κοσμικής Φατάχ του Αραφάτ, που τότε κυριαρχούσε με τους Παλαιστίνιους.
Χαρακτηρισμένη και ως τρομοκρατική οργάνωση από τις ΗΠΑ η Χαμάς άρχισε να απομονώνεται από την λεγόμενη Διεθνή Κοινότητα- International Community- ή αλλιώς γνωστή ως INTCOM. Η απομόνωση αυτή, που πήρε τη μορφή γεωγραφικού αποκλεισμού θα μετατρέψει κυριολεκτικά τη Γάζα σε ανοιχτή φυλακή, με πρωταγωνιστές της απομόνωσης πέραν του Ισραήλ, τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ίσως πιο κρίσιμα την Αιγύπτο του Χόσνι Μουμπάρακ.
Μαζί με τον αποκλεισμό θα αναδειχθούν σ’ όλο τους το μεγαλείο ο φαρισαϊσμός και η πολιτική κυνικότητα της INTCOM αλλά και άλλων κρατών πέρα της Αιγύπτου, όπως της Τουρκίας. Η τελευταία, που πρωταγωνιστεί και σήμερα, όπως και τότε, κατέχει τα πρωτεία της υποκρισίας έναντι των Παλαιστινίων.
Θα ακολουθήσουν, οι αναποτελεσματικές για το Ισραήλ συγκρούσεις με τη Χεζμπολάχ στο Λίβανο το 2006 και με τη Χαμάς στη Γάζα το 2009. Ειδικά στην περίπτωση του 2009, έχουμε επανάληψη του σημερινού σεναρίου. Όχι αδικαιολόγητα το Ισραήλ απαιτεί να σταματήσουν οι πάσης φύσεως επιθέσεις, αλλά κυρίως οι πυραυλικές, από τη Γάζα κατά των εδαφών του. Από την άλλη, το Ισραήλ τις προκαλεί με τον απάνθρωπο αποκλεισμό της Γάζας αλλά και με πρακτικές όπως τις κατά καιρούς δολοφονίες ηγετικών στελεχών της Χαμάς.
Είναι γεγονός ότι με τη λεγόμενη «Αραβική Άνοιξη» και την κατάρρευση της λυκοφιλικής τουρκο-ισραηλινής συμμαχίας, τα περιθώρια κινήσεων του Ισραήλ έχουν περιοριστεί αισθητά. Ωστόσο το Ισραήλ, με τη στρατιωτική του ισχύ και την στήριξη των ΗΠΑ, έχει και έναν επιπλέον ουσιαστικό σύμμαχο. Αυτός είναι η υποκρισία και ο κυνισμός εκείνων των κρατών που διακηρυκτικά και με λεκτικές υπερβολές τάσσονται υπέρ των Παλαιστινίων και κατά του Ισραήλ. Μέσα από αυτό το υποκριτικό πρίσμα ακόμα και η ισλαμική πλέον Αίγυπτος δεν αποτολμά να αφήσει ελεύθερα τα σύνορα με την Γάζα. Πιο ουσιαστικά, η Αίγυπτος δεν αποτολμά να απειλήσει ευθέως το Ισραήλ με την καταγγελία της αναμεταξύ τους Συνθήκης Ειρήνης του 1979.
Η δε Τουρκία, που παρουσιάζεται ως ο μεγαλύτερος πλέον υποστηρικτής των Παλαιστινίων, η Τουρκία των ισλαμιστών και των νέο-Οθωμανών, δεν αποτόλμησε να παραδεχθεί ποτέ δημόσια ότι αυτή ήταν η οργανώτρια του λεγόμενου ανθρωπιστικού στολίσκου του Μαβί Μαρμαρά το 2010 που είχε ως αποτέλεσμα των θάνατο από ισραηλινά πυρά Τούρκων πολιτών. Αντίθετα, η κυβέρνηση του μεγαλόστομου Ερντογάν κρύφτηκε πίσω από τα φουστάνια μιας αυτοαποκαλούμενης ισλαμικής ανθρωπιστικής οργάνωσης, περιορίστηκε δε σε λεκτικές επιθέσεις κατά του Ισραήλ και σε πομπώδεις επισκέψεις των Ερντογάν και Νταβούτογλου σε αραβικές πρωτεύουσες. Το τελευταίο δείγμα γραφής αυτής της υποκρισίας είναι η επίσκεψη Νταβούτογλου, μέσω Αιγύπτου, στη Γάζα. Θα μπορούσε ο κ. Νταβούτογλου να επισκεφθεί κατευθείαν τη Γάζα που διαθέτει αεροδρόμιο ή να αποβιβαστεί στις ακτές της συνοδεία του Πολεμικού του Ναυτικού. Δεν το αποτόλμησε όπως δεν αποτόλμησε να ξαναστείλει ανθρωπιστικό στολίσκο συνοδεία του Πολεμικού Ναυτικού, όπως πομπωδώς ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός του λίγο μετά το επεισόδιο του Μαβί Μαρμαρά.
Από διάφορες διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις, τοπικούς οργανισμούς και δήμους της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών, έχει απαγορευθεί η εισαγωγή προϊόντων από το Ισραήλ, εφόσον διαπιστώνεται η κατασκευή τους στις κατεχόμενες παλαιστινιακές περιοχές και στα Υψίπεδα του Γκολάν. Όχι μόνο τα προϊόντα αυτά πλημμυρίζουν την τουρκική αγορά αλλά οι στατιστικές υπηρεσίες Τουρκίας και Ισραήλ πιστοποιούν ότι το αναμεταξύ τους εμπόριο συνεχίζει να έχει αυξητική πορεία.
Είναι προφανές ότι οι Τούρκοι, και όχι μόνο, είναι διατεθειμένοι να συνεχίσουν να παρέχουν αμέριστη αλληλεγγύη και συμπαράσταση ακόμη και στον τελευταίο Παλαιστίνιο της Λωρίδας της Γάζας και των κατεχομένων εδαφών της Δυτικής Όχθης.
InfoGnomon
Καταρχάς, με τη δυναμική των γεγονότων της τελευταίας δεκαετίας και σίγουρα μετά την δολοφονία του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Γιτζχάκ Ραμπίν το 1995, από έναν φανατικό Εβραίο σιωνιστή, οι προοπτικές δημιουργίας Παλαιστινιακού κράτους, στις μετά το 1967 κατεχόμενες περιοχές άρχισαν να μηδενίζονται.
Το 1988, η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) του Γιασέρ Αραφάτ αποδέχτηκε τη λύση των δυο κρατών, απαλείφοντας από τον Καταστατικό της Χάρτη την πρόνοια για την καταστροφή του Ισραήλ αναγνωρίζοντας έτσι το εβραϊκό κράτος
Η φιλοσοφική μεταστροφή του Ραμπίν προς μια ειρηνική διευθέτηση του Παλαιστινιακού και της διένεξης με τη Συρία, αποχωρώντας από τα Υψίπεδα Γκολάν, ήταν ήδη γεγονός από το 1994. Ο Ραμπίν αναγνώρισε επίσης τον κεντρικό ρόλο του Παλαιστινιακού ζητήματος στην Αραβο-Ισραηλινή διένεξη χρησιμοποιώντας ορολογία όπως «η καρδιά της διαμάχης», όταν αναφερόταν σε αυτό.
Όλα θα αλλάξουν μετά τη δολοφονία του και την διαδοχή του στην πρωθυπουργία μετά τις εκλογές του 1995 από τον σημερινό Πρωθυπουργό, Βενιαμίν Νετανιάχου, ηγέτη του υπερσυντηρητικού συνασπισμού υπό την ηγεσία του κόμματος Λικούντ . Στις εκλογές του 1995, ο Νετανιάχου αύξησε την εκλογική του δύναμη λόγω των αυξανόμενων επιθέσεων αυτοκτονίας των Παλαιστινίων αλλά και από καινούργιους ψηφοφόρους. Οι τελευταίοι προέρχοντο από τις χιλιάδες των μεταναστών (500.000) από την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση.
Η κυβέρνηση Νετανιάχου υπήρξε εξαρχής κάθετα αντίθετη με τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Η όλη φιλοσοφία του κόμματος Λικούντ υποστήριζε τη δημιουργία του Μεγάλου Ισραήλ (Eretz Israel) με σημείο αναφοράς την Βιβλική Εποχή. Η πολιτική αυτή της κυβέρνησης Νετανιάχου εκφράστηκε με μια αυξανόμενη πολιτική κατά του Αραφάτ και της Παλαιστινιακής Αρχής και μέσω του αποτελεσματικού όπλου του συνεχούς και συστηματικού εποικισμού της Δυτικής Όχθης. Χαρακτηριστικά κατά το Σιωνιστικό όραμα του κόμματος Λικούντ η περιοχή αυτή της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη δεν αναφέρεται ως τέτοια αλλά με τα Βιβλικά τους ονόματα, Ιουδαία και Σαμαρία. Επί Πρωθυπουργίας του Νετανιάχου και κυρίως επί Πρωθυπουργίας του ομοϊδεάτη του, Αριέλ Σαρόν (2001-2006), ο Αραφάτ και η Παλαιστινιακή Αρχή θα ευνουχιστούν πολιτικά και θα καταστραφούν στρατιωτικά, ενώ ο εποικισμός θα πάρει τέτοια στρατηγική μορφή που, μαζί με το περιβόητο Τείχος, δεν θα επιτρέπει πλέον την γεωγραφική συνοχή ενός μελλοντικού Παλαιστινιακού κράτους στα εδάφη της Δυτικής Όχθης.
Η σημερινή φάση θα ξεκινήσει το 2005, πρώτα με την αποχώρηση των Ισραηλινών από το Νότιο Λίβανο, όπου εκεί πλέον θα κυριαρχήσει η φιλο-Ιρανική οργάνωση Χεζμπολάχ, κράτος εν κράτει στο Λίβανο, και με την αποχώρηση των Ισραηλινών από τη Λωρίδα της Γάζα. Η λογική του τότε Πρωθυπουργού Σαρόν ήταν να ξεφορτωθεί το «βαρίδι» της Γάζας με το 1.5 εκατομμυρίων Παλαιστινίων συνωστισμένων σε μια περιοχή 40x10 χλμ. αλλά ταυτόχρονα να επισπεύσει και να επαυξήσει τον στρατηγικό εποικισμό της Δυτικής Όχθης. Με τον τρόπο αυτό θα απέκλειε εκ των πραγμάτων τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους με επίκεντρο την Δυτική Όχθη που θα πληρούσε τα στοιχειώδη κριτήρια της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας. Στην καλύτερη περίπτωση, ένα τέτοιο «κράτος» θα έπαιρνε τη μορφή πολλών αλλά απομονωμένων «γκέτο» όπως και στην περίπτωση των Μπαντουστάν που προσπάθησε να δημιουργήσει το ρατσιστικό καθεστώς της Νοτίου Αφρικής. Υπογραμμίζεται εδώ ότι μέχρι την αποδόμηση του ρατσιστικού καθεστώτος της Νοτίου Αφρικής το Ισραήλ διατηρούσε προνομιακές σχέσεις που έφθασαν το 1979 μέχρι και την από κοινού δοκιμαστική έκρηξη πυρηνικού μηχανισμού στο Νότιο Ειρηνικό.
Ωστόσο, λίγους μήνες μετά την αποχώρηση των Ισραηλινών από τη Γάζα, τον Ιανουάριο του 2006, ο πολιτικός αντίπαλος της Παλαιστινιακής Αρχής και της Φατάχ, η Χαμάς, θα κερδίσει με δημοκρατικές διαδικασίες τις τοπικές εκλογές στη Γάζα. Λίγους μήνες μετά, η σύγκρουση Φατάχ- Χαμάς θα κορυφωθεί με την εκδίωξη της Φατάχ και της Παλαιστινιακής Αρχής από τη Γάζα. Από τούδε και στο εξής θα έχουμε το πολιτικό παράδοξο δύο παλαιστινιακών «κυβερνήσεων», μια στη Γάζα υπό τη Χαμάς και μια, την αναγνωρισμένη από τη Δυτική Κοινότητα και το Ισραήλ, στη Δυτική Όχθη.
Αντίθετα με την Φατάχ και την Παλαιστινιακή Αρχή., η Χαμάς παραμένει ορκισμένη αντίπαλος του Ισραήλ, και της οποίας ο καταστατικός Χάρτης επιβάλλει την καταστροφή του εβραϊκού κράτους στην ιστορική Παλαιστίνη. Επιπλέον, η Χαμάς θα έχει σύμμαχο τη Λιβανέζικη Χεζμπολάχ αλλά χειρότερα, θα έχει ως σύμμαχο και αρωγό τον εξίσου ορκισμένο εχθρό του Ισραήλ, το Ιράν των μουλάδων. Η ειρωνεία, εδώ, ήταν ότι στα πρώτα πολιτικά της βήματα, στις αρχές του 1980, η Χαμάς ενισχύθηκε πολιτικά και χρηματικά από το Ισραήλ, ως ισλαμική οργάνωση και αντίπαλο δέος της κοσμικής Φατάχ του Αραφάτ, που τότε κυριαρχούσε με τους Παλαιστίνιους.
Χαρακτηρισμένη και ως τρομοκρατική οργάνωση από τις ΗΠΑ η Χαμάς άρχισε να απομονώνεται από την λεγόμενη Διεθνή Κοινότητα- International Community- ή αλλιώς γνωστή ως INTCOM. Η απομόνωση αυτή, που πήρε τη μορφή γεωγραφικού αποκλεισμού θα μετατρέψει κυριολεκτικά τη Γάζα σε ανοιχτή φυλακή, με πρωταγωνιστές της απομόνωσης πέραν του Ισραήλ, τις ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ίσως πιο κρίσιμα την Αιγύπτο του Χόσνι Μουμπάρακ.
Μαζί με τον αποκλεισμό θα αναδειχθούν σ’ όλο τους το μεγαλείο ο φαρισαϊσμός και η πολιτική κυνικότητα της INTCOM αλλά και άλλων κρατών πέρα της Αιγύπτου, όπως της Τουρκίας. Η τελευταία, που πρωταγωνιστεί και σήμερα, όπως και τότε, κατέχει τα πρωτεία της υποκρισίας έναντι των Παλαιστινίων.
Θα ακολουθήσουν, οι αναποτελεσματικές για το Ισραήλ συγκρούσεις με τη Χεζμπολάχ στο Λίβανο το 2006 και με τη Χαμάς στη Γάζα το 2009. Ειδικά στην περίπτωση του 2009, έχουμε επανάληψη του σημερινού σεναρίου. Όχι αδικαιολόγητα το Ισραήλ απαιτεί να σταματήσουν οι πάσης φύσεως επιθέσεις, αλλά κυρίως οι πυραυλικές, από τη Γάζα κατά των εδαφών του. Από την άλλη, το Ισραήλ τις προκαλεί με τον απάνθρωπο αποκλεισμό της Γάζας αλλά και με πρακτικές όπως τις κατά καιρούς δολοφονίες ηγετικών στελεχών της Χαμάς.
Είναι γεγονός ότι με τη λεγόμενη «Αραβική Άνοιξη» και την κατάρρευση της λυκοφιλικής τουρκο-ισραηλινής συμμαχίας, τα περιθώρια κινήσεων του Ισραήλ έχουν περιοριστεί αισθητά. Ωστόσο το Ισραήλ, με τη στρατιωτική του ισχύ και την στήριξη των ΗΠΑ, έχει και έναν επιπλέον ουσιαστικό σύμμαχο. Αυτός είναι η υποκρισία και ο κυνισμός εκείνων των κρατών που διακηρυκτικά και με λεκτικές υπερβολές τάσσονται υπέρ των Παλαιστινίων και κατά του Ισραήλ. Μέσα από αυτό το υποκριτικό πρίσμα ακόμα και η ισλαμική πλέον Αίγυπτος δεν αποτολμά να αφήσει ελεύθερα τα σύνορα με την Γάζα. Πιο ουσιαστικά, η Αίγυπτος δεν αποτολμά να απειλήσει ευθέως το Ισραήλ με την καταγγελία της αναμεταξύ τους Συνθήκης Ειρήνης του 1979.
Η δε Τουρκία, που παρουσιάζεται ως ο μεγαλύτερος πλέον υποστηρικτής των Παλαιστινίων, η Τουρκία των ισλαμιστών και των νέο-Οθωμανών, δεν αποτόλμησε να παραδεχθεί ποτέ δημόσια ότι αυτή ήταν η οργανώτρια του λεγόμενου ανθρωπιστικού στολίσκου του Μαβί Μαρμαρά το 2010 που είχε ως αποτέλεσμα των θάνατο από ισραηλινά πυρά Τούρκων πολιτών. Αντίθετα, η κυβέρνηση του μεγαλόστομου Ερντογάν κρύφτηκε πίσω από τα φουστάνια μιας αυτοαποκαλούμενης ισλαμικής ανθρωπιστικής οργάνωσης, περιορίστηκε δε σε λεκτικές επιθέσεις κατά του Ισραήλ και σε πομπώδεις επισκέψεις των Ερντογάν και Νταβούτογλου σε αραβικές πρωτεύουσες. Το τελευταίο δείγμα γραφής αυτής της υποκρισίας είναι η επίσκεψη Νταβούτογλου, μέσω Αιγύπτου, στη Γάζα. Θα μπορούσε ο κ. Νταβούτογλου να επισκεφθεί κατευθείαν τη Γάζα που διαθέτει αεροδρόμιο ή να αποβιβαστεί στις ακτές της συνοδεία του Πολεμικού του Ναυτικού. Δεν το αποτόλμησε όπως δεν αποτόλμησε να ξαναστείλει ανθρωπιστικό στολίσκο συνοδεία του Πολεμικού Ναυτικού, όπως πομπωδώς ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός του λίγο μετά το επεισόδιο του Μαβί Μαρμαρά.
Από διάφορες διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις, τοπικούς οργανισμούς και δήμους της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών, έχει απαγορευθεί η εισαγωγή προϊόντων από το Ισραήλ, εφόσον διαπιστώνεται η κατασκευή τους στις κατεχόμενες παλαιστινιακές περιοχές και στα Υψίπεδα του Γκολάν. Όχι μόνο τα προϊόντα αυτά πλημμυρίζουν την τουρκική αγορά αλλά οι στατιστικές υπηρεσίες Τουρκίας και Ισραήλ πιστοποιούν ότι το αναμεταξύ τους εμπόριο συνεχίζει να έχει αυξητική πορεία.
Είναι προφανές ότι οι Τούρκοι, και όχι μόνο, είναι διατεθειμένοι να συνεχίσουν να παρέχουν αμέριστη αλληλεγγύη και συμπαράσταση ακόμη και στον τελευταίο Παλαιστίνιο της Λωρίδας της Γάζας και των κατεχομένων εδαφών της Δυτικής Όχθης.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πάτρα: Την Αποκεντρωμένη Διοίκηση καταλαμβάνουν οι εργαζόμενοι στο Δήμο
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ηττημένα Μυαλά - Φοβικά Σύνδρομα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ