2012-12-11 16:37:59
Φωτογραφία για Για πρώτη φορά, αποκτά η χώρα μας Νησιωτική Πολιτική
Η τοποθέτηση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου Κωστή Μουσουρούλη στο συνέδριο: «Η νησιωτικότητα ως ευκαιρία: Μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή πρόταση για τα νησιά την περίοδο 2014-2020»

«Στην υπόθεση «ανάπτυξη» η πολιτική δράση είναι κυρίαρχη. Όταν όμως λείπει η στρατηγική σκέψη, μπορεί να αποδειχθεί άχρηστη αν όχι επικίνδυνη. Στην υπόθεση «νησιωτικότητα», η γνωστή σε όλους μας Συνταγματική επιταγή είναι και αυτή κυρίαρχη. Είναι όμως άκυρη αν δεν ελέγχεται η εφαρμογή της.

Η σημερινή ημέρα θα αποδειχθεί ιδιαίτερη αξίας για τη νησιωτική Ελλάδα γιατί αποτελεί ένα πρώτο βήμα για να δώσουμε νόημα και περιεχόμενο στις δυο αυτές υποθέσεις. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να επιτύχουμε ένα φιλόδοξο στόχο: Να γίνουν τα νησιά οι πιο ελκυστικοί τόποι για να ζεις, να εργάζεσαι και να προοδεύεις; Πόσο ρεαλιστικός μπορεί να είναι αυτός ο στόχος μέσα στην κρίση και με τόσα διακριτά, σταθερά και αμετάβλητα αντικίνητρα; Θυμίζω: το μικρό μέγεθος και τη μικρή αγορά, τους περιορισμένους πόρους και το εύθραυστο περιβάλλον, τη χαμηλή προσπελασιμότητα,


Ας σκεφτούμε πάνω σε τρεις συγκεκριμένες παραδοχές: 1η. Τα νησιά είναι αδύνατον να παράγουν μαζικά και σε χαμηλό κόστος. Συνεπώς, στροφή σε επώνυμα αγαθά και υπηρεσίες βασισμένα σε παραδοσιακούς τοπικούς πόρους και τεχνογνωσία, ώστε να είναι ανταγωνιστικά στις αγορές. 2η Τα νησιά δεν έχουν άφθονους φυσικούς πόρους. Συνεπώς, μείωση της χρήσης κρίσιμων και «ακριβών» πόρων όπως το έδαφος, το νερό, η ενέργεια αλλά και παράλληλη ανακύκλωση κάθε είδους αποβλήτων. 3η Οι νησιώτες δεν έχουν ισοδύναμες ευκαιρίες για την ικανοποίηση των αναγκών τους με τους μη νησιώτες. Συνεπώς, βελτίωση της παροχής υπηρεσιών δικτύων, ανάπτυξη ευρυζωνικών υπηρεσιών και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης αλλά και ενίσχυση αρμοδιοτήτων.

Αυτή η κατεύθυνση που συνάδει με τη στρατηγική για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς οικονομία, γνωστή ως «Ευρώπη 2020», συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο στρατηγικών στόχων: νησιά «ποιοτικά», «πράσινα» και «ίσων ευκαιριών».

Η φαινομενικά απλή αυτή προσέγγιση κρύβει πίσω: ένα κείμενο στρατηγικών στόχων για το νησιωτικό χώρο με τα βήματα για την επίτευξη τους σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ένα πρόγραμμα δράσης και ένα επιχειρησιακό σχέδιο για την επόμενη προγραμματική περίοδο. Το τελευταίο αυτό σχέδιο που είναι και η πρότασή μας προς το Υπουργείο Ανάπτυξης, το δίνουμε σήμερα στη δημοσιότητα μαζί με τις προτάσεις μας για τις υπόλοιπες πολιτικές αρμοδιότητας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.

Στην τεχνική ορολογία, το τρίπτυχο που προανέφερα συνιστά τους θεματικούς στόχους που έχει προσδιορίσει το Υπουργείο Ανάπτυξης στους οποίους επικεντρώνουμε την προσοχή μας στο πλαίσιο της «Σύμβασης Εταιρικής Σχέσης», όπως θα λέγεται το ΕΣΠΑ 2014-2020..

Θα ήθελα εδώ να τονίσω δυο σημεία που νομίζω ότι έχουν ενδιαφέρον για τη συζήτηση που θα ακολουθήσει: 1. Σήμερα οι πόροι είναι λιγοστοί και κάθε ευρώ μετράει. Συνεπώς, το να επιλέγουμε σοφά δεν αρκεί. Πρέπει να προσαρμοστούμε σε ένα πλαίσιο που να επιδιώκει διαρκώς το βέλτιστο αποτέλεσμα με το λιγότερο κόστος. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο δεν έχουν θέση δυσανάλογα ακριβές, αποσπασματικές και συχνά αλληλοαναιρούμενες ενέργειες. 2. Δεν μπορούμε να τα κάνουμε όλα και άμεσα. Συνεπώς, πρέπει να επικεντρωθούμε στους τομείς που αποδεδειγμένα μπορούν να επηρεάσουν το τρίπτυχο και να συμβάλλουν στην αύξηση της ελκυστικότητας των νησιών.

Κυρίες και κύριοι,

Στρατηγική είναι η σύνδεση των στόχων με τα μέσα που είναι διαθέσιμα αλλά και αναγκαία για την επίτευξή τους. Για τους στόχους σας μίλησα ήδη. Στη συνέχεια θα σας μιλήσω για τα αναγκαία μέσα.

Πρώτα από όλα σε θεσμικό επίπεδο. Θα αναφέρω δυο από τις νομοθετικές ρυθμίσεις του Σχεδίου Νόμου του Υπουργείου που θα αναρτήσουμε εντός της εβδομάδας στο διαδίκτυο για δημόσια διαβούλευση.

Η πρώτη αφορά την εφαρμογή «ρήτρας νησιωτικότητας». Πρόκειται ένα μηχανισμό αξιολόγησης και ελέγχου με τον οποίο κάθε νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης θα εξετάζεται ως προς τις επιπτώσεις της στο νησιωτικό χώρο και, όπου είναι εφικτό, θα προτείνονται παρεμβάσεις.

Η δεύτερη αφορά στη σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Νησιωτικής Πολιτικής, με ευρεία εκπροσώπηση των πολιτικών και παραγωγικών φορέων των νησιών μας. Πρόκειται για ένα όργανο που θα έχει γνωμοδοτικό ρόλο για τις βασικές αρχές χάραξης πολιτικών στα νησιά, αλλά και για το σχεδιασμό και υλοποίηση νησιωτικών πολιτικών. Η σημερινή μας συνάντηση αποτελεί το πρόπλασμα αυτού του θεσμού.

Θα πει κάποιος ότι δεν είναι όλα τα νησιά ίδια. Ναι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν κοινές προκλήσεις, πολύ διαφορετικές από αυτές που αντιμετωπίζει η ηπειρωτική χώρα. Αντί λοιπόν ο καθένας να προσπαθεί μόνος του, όλοι μαζί συντεταγμένα μπορούμε να κατευθύνουμε και να διοικήσουμε καλύτερα τις παρεμβάσεις μας. Και δεν αναφέρομαι μόνο στις διεκδικήσεις, αλλά κυρίως στις προκλήσεις και την ανάγκη να μεγιστοποιήσουμε τις ευκαιρίες που αναδύονται μέσα από αυτές.

Εκτός από τα θεσμικά, απαραίτητες είναι και οι παρεμβάσεις σε οργανωτικό επίπεδο.Στο πλαίσιο αυτό, αναβαθμίζουμε το ρόλο της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής στη χάραξη νησιωτικής πολιτικής και τον επεκτείνουμε στο σύνολο των νησιών της Ελλάδας. Με την επικείμενη οργανωτική αναδιάρθρωση της Γενικής Γραμματείας, δημιουργείται ο φορέας που θα εφαρμόσει τη ρήτρα νησιωτικότητας και θα συντονίζει τις πολιτικές στο νησιωτικό χώρο.

Και κάτι ακόμη: προϋπόθεση για μια ολοκληρωμένη και επιτυχημένη νησιωτική πολιτική αποτελεί ο αποτελεσματικός συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Για το λόγο αυτό έχουμε ήδη ξεκινήσει διάλογο με τα Υπουργεία των οποίων οι πολιτικές θεωρούμε ότι πρέπει κατά προτεραιότητα να λαμβάνουν υπόψη τη νησιωτικότητα και τα έχουμε προσκαλέσει σήμερα για να καταθέσουν τις απόψεις τους.

Ο στόχος μας είναι κοινός: Η ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των νησιών και η εξειδικευμένη αντιμετώπιση των προβλημάτων τους, τόσο κατά το σχεδιασμό, όσο και κατά την εφαρμογή των πολιτικών.

Θα ήθελα εδώ να τονίσω ένα ακόμα σημείο που νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον για τη συζήτηση που θα ακολουθήσει: Η νομοθεσία σε ότι αφορά στη μελέτη, την αδειοδότηση και την υλοποίηση αναπτυξιακών έργων και ειδικών εγκαταστάσεων στα νησιά, χρειάζεται αναπροσαρμογή. Το λιγότερο που μπορώ να φανταστώ είναι ο ορισμός της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής ως επισπεύδοντος για την ταχύτερη διεκπεραίωση των διαδικασιών.

Κυρίες και κύριοι,

Στο σημείο αυτό θα ήθελα την ιδιαίτερη προσοχή σας. Όλα όσα προανέφερα, δεν αφορούν μόνο στην άσκηση εθνικής πολιτικής, αλλά επεκτείνονται και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν και γνωρίζουμε ότι η Επιτροπή είναι επιφυλακτική και αυτό παρά τα θετικά ψηφίσματα πολλών θεσμικών οργάνων, εμείς, αξιοποιώντας το άρθρο 174 της Συνθήκης της Λισαβόνας, οφείλουμε να διεκδικούμε όχι μόνο συγκεκριμένα μέτρα για το νησιωτικό χώρο, αλλά και μια εξειδικευμένη νησιωτική πολιτική σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Για αυτό και στην επερχόμενη Ελληνική Προεδρία η νησιωτική πολιτική θα αποτελέσει βασική μας προτεραιότητα. Το 2013 θα είναι ένα έτος σοβαρής και εντατικής προετοιμασίας προς αυτή την κατεύθυνση, με ανάληψη πρωτοβουλιών καθώς και με συνεχή και συστηματικό διάλογο και συμμετοχή της χώρας μας όπου γίνεται συζήτηση για τα θέματα αυτά.

Θα ήθελα τώρα να αναφερθώ στις άλλες πτυχές της πολιτικής του Υπουργείου, χωρίς τις οποίες δεν μπορεί να υπάρξει ή να υποστηριχθεί η νησιωτική πολιτική.

Πρώτον. Η ακτοπλοΐα. Είναι η βασική υποδομή των νησιών. Η γέφυρα που τα συνδέει με τα φυσικά κέντρα κάθε γεωγραφικής περιφέρειας και την ηπειρωτική χώρα. Είναι όμως και το οξυγόνο τους αφού τα περισσότερα νησιά δεν έχουν αυτάρκεια σε αγαθά, καύσιμα και πρώτες ύλες, ενώ πολλά στερούνται βασικών υποδομών παροχής υγείας – πρόνοιας, οι δε εναλλακτικές λύσεις είναι περιορισμένες. Διαχειριζόμαστε όσο καλύτερα μπορούμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση που διαμόρφωσε η παρατεταμένη ύφεση και οι ασφυκτικοί οικονομικοί περιορισμοί, παράλληλα δε ολοκληρώνουμε - μετά από σοβαρή μελέτη και προετοιμασία - την παρέμβαση που είναι αναγκαία στο θεσμικό πλαίσιο, το δίκτυο και τις διαδικασίες.

Δεύτερον. Η μεταρρύθμιση του Λιμενικού μας συστήματος. η αύξηση της συμμετοχής του στο διεθνές διαμετακομιστικό εμπόριο, η ενίσχυση της θέσης του στην αγορά θαλάσσιου τουρισμού, η βελτίωση της ποιότητας και αποδοτικότητας των προσφερόμενων λιμενικών υπηρεσιών και η μείωση του κόστους και των τιμών, είναι στόχοι που η ορθότητά τους δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν, υπό την προϋπόθεση της διάχυσης των οικονομικών και αναπτυξιακών τους αποτελεσμάτων στις τοπικές κοινωνίες. Το τελικό κείμενο της Εθνικής Στρατηγικής για την περίοδο 2013-2017 για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί θα παρουσιασθεί μέσα στο Δεκέμβριο.

Τρίτον. Η προώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης στους θαλάσσιους τομείς. Είμαστε μια κατεξοχήν νησιωτική χώρα με δεσπόζουσα γεωγραφική θέση. Οι θάλασσές μας κρύβουν τεράστια δυναμική την οποία μπορούμε να αξιοποιήσουμε με τρόπο βιώσιμο, με κατάλληλες πολιτικές και μηχανισμούς συντονισμού τους. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίο η Ε.Ε. προτείνει μια δια-τομεακή προσέγγιση όλων των πολιτικών που συνδέονται με τη θάλασσα: από τις μεταφορές, το θαλάσσιο περιβάλλον, τους έμβιους και μη θαλάσσιους πόρους και πηγές ενέργειας, την έρευνα, τον τουρισμό έως και την ασφάλεια του θαλάσσιου χώρου, θεσπίζοντας ταυτόχρονα το νέο εξειδικευμένο Ευρωπαϊκό Ταμείο για τη Θάλασσα και την Αλιεία.

Για τη διαμόρφωση εθνικής θαλάσσιας πολιτικής, την ανάπτυξη της οικονομικής διάστασης του συνόλου των τομεακών πολιτικών που συνδέονται με τη θάλασσα αλλά και την προετοιμασία έργων με θαλάσσια διάσταση, θα συγκροτηθεί Ειδική Διυπουργική Ομάδα. Η πρότασή μας αυτή έχει από καιρό σταλεί στα εμπλεκόμενα Υπουργεία.

Κυρίες και κύριοι,

Η νησιωτική Ελλάδα αποτελεί μια ιδιαίτερη περιοχή του κόσμου με μοναδική φυσιογνωμία και χαρακτηριστικά, που όχι μόνο πρέπει να διατηρήσουμε, αλλά και να αποκαταστήσουμε σε βάθος χρόνου. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν είναι ανασχετικοί παράγοντες της ανάπτυξης, αλλά, αντίθετα, είναι ισχυρά πλεονεκτήματα. Χρέος μας είναι να αποδείξουμε ότι τα πλεονεκτήματα αυτά μπορούν να γίνουν κινητήριες δυνάμεις για θετικές οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και περιβαλλοντικές εξελίξεις στα νησιά μας.

Στόχος της σημερινής συνάντησης δεν είναι να τα επαναλάβουμε όλα αυτά για μια ακόμη φορά. Ορισμένοι δικαιολογημένα τα θεωρούν κοινοτυπίες. Ούτε σας καλέσαμε εδώ για να σας παρουσιάσουμε μια ακόμη έκθεση ιδεών, διανθισμένη με κάποιες νομοθετικές ρυθμίσεις τυπικού χαρακτήρα. Ορισμένοι δικαιολογημένα μπορεί να το σκέφτηκαν.

Στόχος μας δεν είναι απλά η διαμόρφωση μιας κοινής αντίληψης για το περιεχόμενο της νησιωτικής πολιτικής, χωρίς να σημαίνει ότι αυτό δεν έχει πολλή μεγάλη αξία, αλλά, κυρίως, η συμβολή στην ανατροπή της παρούσας κατάστασης με στρατηγικό και θεσμικό τρόπο. Και πάνω από όλα με αυτοπεποίθηση, γιατί, κυρίες και κύριοι, η ηττοπάθεια μας έχει οδηγήσει στο να μην πιστεύουμε πια στις δυνατότητές μας και να τα περιμένουμε όλα από ένα από μηχανής Θεό ή από το κράτος.

Για μια χώρα σαν τη δική μας που ζει στη θάλασσα και από τη θάλασσα, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή. Θυμίζω τον Καβάφη: «Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι. Χωρίς αυτήν δεν θα ‘βγαινες στον δρόμο».

Γι αυτό, εδώ στον Πειραιά, σημείο αναφοράς για τη ναυτιλία και αφετηρία στο ταξίδι της επιστροφής για τους περισσότερους νησιώτες, προσφεύγουμε στο όραμα, στις ιδέες, στη δική σας παρέμβαση, στη δική σας φωνή».

****

*της Γενικής Γραμματέως κ. Λίνας Μενδώνη

«Η συμβολή του Πολιτισμού στην ανάπτυξη των νησιών του Αιγαίου Πελάγους»

Στην παρούσα χρονική περίοδο η χώρα μας καλείται να αναλάβει εκτεταμένες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα προβλήματα που δημιουργεί η δύσκολη οικονομική συγκυρία, τόσο στα μεγάλα αστικά κέντρα όσο και στην περιφέρεια. Στην κοινή αυτή προσπάθεια έρχεται να συμβάλει και η Γενική Γραμματεία Πολιτισμού του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο στρατηγικός σχεδιασμός της οποίας περιλαμβάνει – μεταξύ άλλων – την ανάδειξη του Πολιτισμού ως ζωτικού παράγοντα της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, μέσα από τις συνέργιες με άλλους φορείς και με άλλους δυναμικούς παραγωγικούς κλάδους, όπως ο τουρισμός και ιδιαίτερα ο πολιτιστικός τουρισμός.

Οι συνέργιες αποσκοπούν ακριβώς στον εμπλουτισμό, τη διαφοροποίηση και την ποιοτική αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος και στην απόκτηση μιας αναγνωρίσιμης μορφής και ταυτότητας (το λεγόμενο στη διεθνή γλώσσα του μάρκετινγκ brand name). Επίσης, και αυτό είναι εξίσου σημαντικό, στην εμπέδωση μιας νέας κουλτούρας, που πηγάζει από μια ολιστική και ισόρροπη θεώρηση του φυσικού και του πολιτισμικού περιβάλλοντος και του τοπίου, και η οποία είναι η μόνη επιλογή για μια βιώσιμη ανάπτυξη.

Ουσιαστικά αναφερόμαστε στην προσπάθεια που καταβάλλεται, ώστε οι παρεμβάσεις μας στον πολιτιστικό τομέα να λειτουργήσουν αναπτυξιακά, με στόχο να καταστεί η Ελλάδα και ειδικότερα η περιφέρειά της, χώρος ελκυστικός για την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών εκ μέρους των ιδιωτικών επιχειρήσεων του τουριστικού τομέα. Οι τελευταίες επωφελούνται από την ύπαρξη σημαντικών και υπολογίσιμων εξωτερικών οικονομιών, που οφείλονται ακριβώς στην ύπαρξη και αξιοποίηση των «πολιτισμικών κοιτασμάτων».

Η συνδρομή του Πολιτισμού με πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις ιδιαίτερης βαρύτητας και υψηλής προστιθέμενης αξίας σε περιοχές με αναπτυξιακά μειονεκτήματα, δηλαδή με αντικειμενικές αδυναμίες σε άλλους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας, μπορεί πράγματι να καταστεί καταλυτική στην αντιμετώπιση των περιφερειακών ανισοτήτων. Ταυτόχρονα, μέσω των δράσεων προστασίας, συντήρησης και ανάδειξης όλων των υλικών και άυλων εκφάνσεων της πολιτιστικής κληρονομιάς, ο τομέας του Πολιτισμού έχει αδιαμφισβήτητα έναν κρίσιμο εξισορροπητικό ρόλο, ώστε η επιδιωκόμενη ανάπτυξη να είναι βιώσιμη, όχι μόνο οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, περιβαλλοντικά και εν γένει πολιτισμικά. Μια ανάπτυξη που αξιοποιεί, αλλά και ταυτόχρονα προασπίζει την πολύτιμη όσο και εύθραυστη «πρώτη ύλη», που δεν είναι άλλη από τη μοναδική σύζευξη του ελληνικού γεωφυσικού και πολιτιστικού τοπίου, το οποίο όσο και αν συχνά το παραβλέπουμε, όσο και αν σχεδόν πάντα συνηθίζομε να αγνοούμε, δεν αποτελεί έναν εσαεί ανανεώσιμο πόρο.

Μία άλλη παράμετρος που θα πρέπει να επισημανθεί και να τονιστεί ιδιαίτερα, κυρίως σήμερα, με την ανεργία να αυξάνεται καταγράφοντας πρωτοφανή αρνητικά ρεκόρ είναι η συνεισφορά των έργων του Πολιτισμού στην αύξηση της απασχόλησης και στην καταπολέμηση του κοινωνικού προβλήματος της ανεργίας, αφού στα ενταγμένα αρχαιολογικά έργα, που εκτελούνται με αυτεπιστασία, απασχολούνται ανά την Ελλάδα, περίπου 3.500 εργαζόμενοι. Μετά την ολοκλήρωσή τους δε, κύριος στόχος μας είναι επίσης, η δημιουργία, άμεσα ή έμμεσα, νέων θέσεων εργασίας.

Η Ελλάδα αποτελεί μία από τις πιο νησιωτικές χώρες, όχι μόνον σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και παγκοσμίως. Η θάλασσα, τα χιλιάδες χιλιόμετρα των ακτών της, και τα νησιά της αποτελούν θεμελιώδη στοιχεία της ελληνικής γεωφυσικής ιδιαιτερότητας, αλλά και του ξεχωριστού ελληνικού πολιτισμού. Το Αιγαίο, ειδικότερα, προβάλλεται ως εμβληματικός χώρος στην τοπογραφία και τοπιογραφία της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας και ταυτότητας. Το Αρχιπέλαγος βιώνεται από τους κατοίκους και τους επισκέπτες του, όσο και από τους ζωγράφους, τους λογοτέχνες και τους ποιητές, ως το κατεξοχήν ελληνικό τοπίο, λουσμένο από το διαυγές και δυνατό φως του ήλιου που αναδεικνύει τις καθαρές λιτές γραμμές και τα πλούσια χρώματά του. Ταυτόχρονα γοητεύει ως εξιδανικευμένος νοητός κόσμος και προαιώνια κοιτίδα πολιτισμών φορτισμένη από τα υλικά σημάδια και τις ζωντανές μνήμες του αρχαίου και νεώτερου παρελθόντος.

Το Αρχιπέλαγος είναι μια αποθέωση αντιθέσεων και αντιφατικών συναισθημάτων, που εκπορεύονται από το γνήσιο και το πρωτογενές της Δημιουργίας, προκαλούν το δέος και ταυτόχρονα την ανάταση, καλούν σε σύνθεση και σύζευξη. Αυτή ακριβώς είναι η εικόνα και η αίσθηση του Αιγαίου που ζωντανεύει το «Άξιον εστί» του Ελύτη. Αυτό είναι το Αιγαίο του Αίλιου Αριστείδη «η ολβιότερη των θαλασσών, … η οποία διαθέτει όλα τα αγαθά, όλες τις χάρες, όλα τα θεάματα…».

Ο γεωγραφικός κατακερματισμός, οι αποστάσεις, οι δυσκολίες πρόσβασης και μετακίνησης, η φτωχή γη, οι περιορισμένοι φυσικοί πόροι, είναι στοιχεία που αντιμετωπίζονται σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις ως παράγοντες αρνητικής ελκυστικότητας, οικονομικά αντικίνητρα και αιτίες υπανάπτυξης του νησιωτικού χώρου. Στην μακρά ιστορική διάρκεια, στην μεγάλη διαχρονία αποδείχθηκαν επανειλημμένα γενεσιουργός δύναμη, κίνητρα αυτάρκειας, δημιουργικής και πρωτότυπης σκέψης και επινοητικότητας, αφορμή για άνοιγμα στον έξω κόσμο, για επικοινωνία και γνωριμία με ανθρώπους και πολιτισμούς. Από τα πιο πρώιμα ήδη χρόνια, η καλλιτεχνική παραγωγή, η φιλοσοφία και η επιστήμη, η κοινωνική θεωρία και πολιτική πράξη εμφάνισαν στο Αιγαίο ποικιλομορφία και αξιακό πλούτο συγκριτικά ανώτερο και πιο εκτεταμένο από τις περισσότερες ηπειρωτικές περιοχές.

Έτσι, ο κατακερματισμός αποτέλεσε αιτία πολιτισμικής πολυμορφίας και υπερ-γονιμότητας, και όχι μαρασμού και υπανάπτυξης. Δεν είναι τυχαίο, ότι το πρωτότυπο πολιτιστικό απόθεμα που δημιουργήθηκε στο χώρο του Αρχιπελάγους, φτάνει να αντιπροσωπεύει σήμερα το ένα τρίτο του πολιτιστικού αποθέματος όχι μόνο της χώρας μας, αλλά και ολόκληρης της Μεσογείου. Αυτή η έκρηξη δημιουργίας υπήρξε το αποτέλεσμα μιας σπάνιας σύντηξης του φυσικού στοιχείου με το ανθρώπινο, του τόπου και του τοπίου με το προσωπικό και συλλογικό ψυχοσωματικό βίωμα, τη συνείδηση και συμπεριφορά που συνθέτουν την ιδιάζουσα ταυτότητα των νησιωτών, την οποία αποκαλούμε «νησιωτικότητα».

Ο δρόμος προς μια βιώσιμη ανάπτυξη του νησιωτικού χώρου δεν μπορεί συνεπώς παρά να περνάει πρώτα και κύρια μέσα από τον επαναπροσδιορισμό της σχέσης του νησιώτη με τον τόπο του. Απαιτεί την αποκατάσταση της εύθραυστης ισορροπίας μεταξύ φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, την επανασύνδεση της «νησιωτικότητας» με τα θεμελιώδη δομικά της στοιχεία.

Προτού προχωρήσουμε, ωστόσο, στην εξειδίκευση της στρατηγικής για τον νησιωτικό χώρο, ας σταθούμε στις βασικές αρχές βάσει των οποίων διαμορφώθηκε έως σήμερα το συνολικό Πρόγραμμα Δράσεων του Τομέα Πολιτισμού.

Στο πλαίσιο αυτό:

 Ο Πολιτισμός, αναγνωρίζεται ως αναπτυξιακό εργαλείο, το οποίο έχει πολλά να προσφέρει ιδιαίτερα στην περιφερειακή ανάπτυξη.

 Οι τόποι αναμορφώνονται με επίκεντρο την διαχρονική πολιτιστική δημιουργία και την αισθητική ποιότητα των υλικών αγαθών και υπηρεσιών, που συνιστούν το ευρύτερο πολιτισμικό κεφάλαιο. Η χρήση των πολιτιστικών αγαθών επιδρά όχι μόνον στις συμβολικές αξίες, αλλά και στις πραγματικές αξίες ανάπτυξης των περιοχών, δηλαδή στην πραγματική οικονομία τους.

 Το πολιτιστικό απόθεμα συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη βιώσιμων τουριστικών επενδύσεων. Τα μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι αποτελούν πόλους έλξης επισκεπτών σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, γύρω από τους οποίους αναπτύσσονται σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες. Αυτή καθεαυτή η ύπαρξη και ανάδειξη του μνημειακού πλούτου αποτελεί τη βάση σημαντικών οικονομικών δραστηριοτήτων.

 Με τον τρόπο αυτό αναπτύσσεται μια καινούργια δυναμική στην αντιμετώπιση του Πολιτισμού. Αναδεικνύεται η σπουδαιότητα του ρόλου που μπορεί να διαδραματίσει ο Πολιτισμός στη συνολική αναζωογόνηση των πόλεων των οικισμών, αλλά και της υπαίθρου, και στην αναβάθμιση της συμβολικής θέσης τους, στην διάρθρωση του χώρου και στο δίκτυο των τουριστικών προορισμών. Η νέα αυτή δυναμική στηρίζεται στο γεγονός ότι αναγνωρίζεται πλέον η ανάγκη να καθιερωθεί η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης και ότι, συνακόλουθα, η στόχευση των προσπαθειών αναπροσανατολίζεται από την χωρική εξάπλωση στην ένταση της ποιότητας.

Η ανάδειξη των πολιτιστικών πόλων έλξης επισκεπτών έχει τις δυνατότητες να επιφέρει:

• την διαφοροποίηση και τον εμπλουτισμό του τουριστικού προϊόντος, με την ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού

• την άμβλυνση της εποχικότητας του τουρισμού

• την αποκέντρωση της ανάπτυξης και την άμβλυνση της χωρικής συγκέντρωσης

• την αναζωογόνηση υποβαθμισμένων περιοχών εντός του αστικού ιστού

• τη μεταστροφή από το μοντέλο του μαζικού τουρισμού σε ένα μοντέλο που στηρίζεται στις ειδικές – εναλλακτικές μορφές τουρισμού

• τη δημιουργία έμμεσων και άμεσων θέσεων εργασίας.

Η διαδικασία σχεδιασμού, ανάπτυξης και εφαρμογής αυτής της στρατηγικής είχε ξεκινήσει από το 2000. Ειδικότερα την τελευταία τριετία οι προσπάθειες εντάθηκαν, καθώς ξεκινήσαμε το 2010 περίπου από μηδενική βάση, με τους εθνικούς πόρους να βαίνουν συνεχώς μειούμενοι, αλλά με την απόλυτη εκμετάλλευση των διαθέσιμων για τον πολιτισμό πόρων του ΕΣΠΑ 2007-2013.

Ως αποτέλεσμα των προαναφερόμενων ενεργειών, σήμερα υλοποιούνται στο επίπεδο της Επικράτειας 561 έργα του τομέα του Πολιτισμού ενταγμένα σε Τομεακά και Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα του Ε.Σ.Π.Α., εκ των οποίων περισσότερα από 60 εκτελούνται στο νησιωτικό χώρο, εξαιρουμένης προφανώς της Κρήτης, της Εύβοιας και των Σποράδων.

Τα έργα αυτά αφορούν:

α) στην προστασία και ανάδειξη του πολιτιστικού περιβάλλοντος, των μνημείων και

των αρχαιολογικών χώρων, και στην απόδοσή του στις τοπικές κοινωνίες

β) στην κατασκευή νέων μουσείων, στον εκσυγχρονισμό των υποδομών, κτηριακών και σε επίπεδο εξοπλισμού των μουσείων, στην οργάνωση εκθέσεων και επανεκθέσεων συλλογών σε υπάρχοντα μουσεία,

γ) στην τεκμηρίωση, ψηφιοποίηση αντικειμένων και στοιχείων πολιτιστικού περιεχομένου και στην διάθεση αυτών προς το ευρύ κοινό μέσω του διαδικτύου,

δ) στην διοργάνωση διεθνούς εμβέλειας καλλιτεχνικών, εικαστικών κ.α. εκδηλώσεων σύγχρονου πολιτισμού, καθώς και στην υποστήριξη της πολιτιστικής δημιουργίας, του άυλου και του λαϊκού πολιτισμού

ε) στην αναδιοργάνωση δομών και στην απλούστευση διοικητικών διαδικασιών, προκειμένου η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών του τομέα Πολιτισμού να καταστεί πιο αποτελεσματική και διαφανής,

στ) στην καταπολέμηση της ανεργίας των νέων, μέσω της εφαρμογής ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης (προγράμματα κοινωφελούς εργασίας στον τομέα πολιτισμού)

ζ) στην εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με πολιτιστικό περιεχόμενο.

Πέραν αυτών, αξίζει να επισημανθεί ότι οι Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού κρατούν έναν κρίσιμο θεσμικό ρόλο στην υλοποίηση έργων στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ επί μνημείων από τρίτους φορείς, δεδομένου ότι η προστασία και η διαχείριση της πολιτισμικής κληρονομιάς παρουσιάζει μια σειρά ειδικών προβλημάτων, τα οποία απαιτούν εξειδικευμένους χειρισμούς τόσο σε θεσμικό και διοικητικό επίπεδο όσο και σε τεχνικό. Ο προβληματισμός γύρω από την εξεύρεση των βέλτιστων λύσεων, αλλά και νέων εργαλείων για την αντιμετώπιση των μεγάλων αυτών προκλήσεων, δεν μπορεί να έχει ως αφετηρία παρά τη στέρεη και εις βάθος γνώση των μνημείων. Μια γνώση, που προκύπτει από την έρευνα και τον διεπιστημονικό διάλογο μεταξύ των ειδικών. Η επέλαση του τουρισμού και η άκριτη αξιοποίηση του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος για την προσέλκυση ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού επισκεπτών, αλλά και εποχικών κατοίκων, σε συστήματα με πεπερασμένη φέρουσα ικανότητα οδηγεί, θα λέγαμε, στην «ατίμωση του τοπίου» με δύσκολα αναστρέψιμες επιπτώσεις στις αισθητικές, αρχιτεκτονικές, ιστορικές, περιβαλλοντικές και εκπαιδευτικές αξίες των ιστορικών συνόλων.

Για τον λόγο αυτό και ως γνώστες και ως παθόντες, ως πολίτες και λειτουργοί σε εγρήγορση, ζητούμε από τους φορείς να εξασφαλίσουν την έγκριση της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού, πριν την υποβολή προτάσεων που αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά. Επίσης, κάθε πρόταση τεχνικού έργου που εκτελείται από το αρμόδιο Υπουργείο Ανάπτυξης και Υποδομών ή από τρίτους φορείς, για να αξιολογηθεί από τις αρμόδιες Διαχειριστικές Αρχές, πρέπει να συνοδεύεται από έγγραφο της αρμόδιας Υπηρεσίας της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού, με το οποίο να βεβαιώνεται η ανάγκη ή μη για την υλοποίηση αρχαιολογικών ερευνών και εργασιών.

Στο πλαίσιο αυτό και προκειμένου να επισπευσθούν οι εργασίες εκτέλεσης των ανωτέρω δημοσίων έργων, η Γενική Γραμματεία Πολιτισμού επιτάχυνε με θεσμικού τύπου πρωτοβουλίες τις διαδικασίες αδειοδότησης των έργων που απαιτούν γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου.

Τον Σεπτέμβριο του 2010 ιδρύθηκε στο τέως ΥΠΠΟΤ το Γραφείο Συντονισμού και Παρακολούθησης Αρχαιολογικών Εργασιών στο Πλαίσιο Μεγάλων Έργων, ενώ τον Δεκέμβριο του 2010 με το Ν. 3095/10 θεσπίστηκαν μέτρα που διευκολύνουν την παρακολούθηση και τον συντονισμό των ανωτέρω εργασιών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την σύντμηση του χρόνου της αδειοδότησης των έργων που απαιτούν γνώμη των κεντρικών γνωμοδοτικών οργάνων της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού από 120 ημέρες σε 25-30 ημέρες.

Από τα προαναφερόμενα γίνεται κατανοητό ότι το πρώην ΥΠ.ΠΟ.Τ. και νυν Γενική Γραμματεία Πολιτισμού, τα τελευταία τρία χρόνια προσανατόλισε τη στρατηγική του, στο στόχο της βιώσιμης αξιοποίησης του πολιτιστικού αποθέματος της χώρας και στη συμβολή του στην γενικότερη αναπτυξιακή προσπάθεια. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάστηκε να εργαστούν οργανωμένα και αποδοτικά όλες οι υπηρεσίες και οι φορείς του, τόσο προς την κατεύθυνση της ωρίμανσης, ένταξης και υλοποίησης των έργων στο πλαίσιο του Ε.Σ.Π.Α., όσο και προς την κατεύθυνση της πραγματοποίησης των αναγκαίων θεσμικών, δομικών και λειτουργικών αλλαγών, οι οποίες διευκολύνουν την εκτέλεση των μεγάλων έργων που έχει ανάγκη η χώρα, για να ξεπεράσει την δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, τα νησιά των δύο Περιφερειών του Βορείου και του Νοτίου Αιγαίου, που μπορούν να χαρακτηριστούν ως οι θεματοφύλακες σημαντικών και ιδιαίτερων πολιτιστικών πόρων, βρέθηκαν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μας.

Η στρατηγική μας περιέλαβε την ανάπτυξη πόλων μείζονος πολιτιστικής σημασίας σε τουριστικούς πόλους διεθνούς φήμης, όπως η Κρήτη, η Ρόδος, η Σάμος και η Σαντορίνη, αλλά και την ενίσχυση αναδυόμενων τουριστικών προορισμών και τη δημιουργία και ανάπτυξη περιφερειακών και τοπικών πόλων, στο Βόρειο Αιγαίο και τα Δωδεκάνησα. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στα μικρότερα νησιά των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου, με την πλούσια πολιτιστική παράδοση και τις δυνατότητες ανάπτυξης του τουρισμού με ποιοτικά και φιλικά προς το περιβάλλον χαρακτηριστικά.

Προς το σκοπό αυτό σχεδιάσαμε, υλοποιήσαμε στο πλαίσιο της Γ΄ Χρηματοδοτικής περιόδου, και εκτελούμε δια του ΕΣΠΑ, δεκάδες έργα, τα οποία συνιστούν ένα πυκνό δίκτυο πολιτιστικών διαδρομών, στη Χίο, στη Λέσβο, στην Ικαρία, στην Λήμνο, στη Σάμο, στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα. Στον σχεδιασμό μας ιδιαίτερη θέση είχαν και τα μουσεία και ειδικότερα τα επιτόπια μουσεία, αρχαιολογικά, εθνολογικά ή λαϊκής τέχνης, με τα οποία εμπλουτίστηκαν τα νησιά μας. Εδώ δεν πρέπει να παραγνωρίσομε ότι πολλά από αυτά τα μουσεία, αν και μικρά στο μέγεθος, στεγάζουν αρχαιολογικά ευρήματα οικουμενικής αξίας.

Στο πλαίσιο αυτό, στα νησιά του Βορείου και του Νοτίου Αιγαίου υλοποιούνται πενήντα τρία έργα, προϋπολογισμού περίπου 55. 000. 000 ευρώ, ενταγμένα είτε στα δύο Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα είτε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητα – Επιχειρηματικότητα.

Στα δυο ΠΕΠ εκτελούνται έργα στο επιθαλάσσιο τείχος του Φρουρίου της Χίου, τον Άγιο Νικόλαο των Ψαρών, στο Αρχαίο Θέατρο της Μήλου, στο Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου στη Ρόδο, στον Άγιο Γεώργιο των Καθολικών στη Σύρο, καθώς και έργα όπως η Έκθεση του Μουσείου Αγίου Κήρυκου στην Ικαρία, ο εκσυγχρονισμός του μουσείου Teriade στη Μυτιλήνη και το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κω. Στα Μικρά Νησιά εκτελούνται έργα σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους στο Καστελόριζο, στη Χάλκη και τη Σύμη, το Αγαθονήσι και την Τζιά. Δια του Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ανταγωνιστικότητας εκτελούνται τα έργα στην Καθολική Εκκλησία της μεταστάσεως στην Μυτιλήνη, στα κελλιά στη Νέα Μονή της Χίου και σε λίγο στο Ευπαλίνειο Ορυγμα στη Σάμο.

Τα έργα αυτά έρχονται να συνεχίσουν και να συμπληρώσουν την μεγάλη προσπάθεια που καταβλήθηκε στο Γ΄ Κ.Π.Σ., όπου στα Π.Ε.Π. Βορείου και Νοτίου Αιγαίου και στο Ε.Π. Πολιτισμός, υλοποιήθηκαν με υποδειγματικό τρόπο 71 έργα, συνολικής δαπάνης περίπου 99 εκατομμυρίων ευρώ.

Και επειδή μέχρι πριν από λίγες ημέρες, η Ειδική Υπηρεσία Πολιτισμού – Τουρισμού, είχε την αρμοδιότητα συντονισμού των δράσεων Ε.Σ.Π.Α. και των δύο τομέων (αφού πρόσφατα ιδρύθηκε ξεχωριστή Ειδική Υπηρεσία για τον τομέα Τουρισμού) βρίσκω την ευκαιρία – και για την πληρότητα της ενημέρωσής σας – να αναφερθώ και στις σημαντικότερες δράσεις που υλοποιούνται στις Περιφέρειες Βορείου και Νοτίου Αιγαίου στον τομέα του Τουρισμού. Συνολικά, έχουν ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητα – Επιχειρηματικότητα αλλά και σε ΠΕΠ επτά (7) έργα, προϋπολογισμού 33. 000. 000 ευρώ περίπου, με δικαιούχους τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού, Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού και Ν.Π.Ι.Δ., τα οποία αφορούν στην κατασκευή καταφυγίων τουριστικών σκαφών (Μαραθόκαμπος – Σάμου, Βολισσός – Χίου, Σέριφος, Σύμη), στην κατασκευή και λειτουργία Μουσείων (Ναυπηγικής Τέχνης στη Σάμο, Μαστίχας στη Χίο) καθώς και στην αξιοποίηση κτιρίων ιδιαίτερης σημασίας (Επικούρειο Πολιτιστικό Κέντρο Σάμου).

Τέλος, μέσα από τα προγράμματα κρατικών ενισχύσεων τουρισμού, σαράντα – τρεις (43) ιδιωτικές επιχειρήσεις στις δύο αυτές νησιωτικές Περιφέρειες χρηματοδοτούνται με το ποσό των 5. 400. 000 ευρώ περίπου, για την υλοποίηση έργων αναβάθμισης της ενεργειακής απόδοσης των τουριστικών τους εγκαταστάσεων, ενώ έχουν υποβληθεί και αξιολογούνται, εκατόν είκοσι έξι (126) προτάσεις τουριστικών επιχειρήσεων της Περιφέρειας, για την χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων που αφορούν στην ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, συνολικού προϋπολογισμού 117. 000. 000 ευρώ.

Θα ήθελα με την ευκαιρία της σημερινής συνάντησης να τονίσω ότι και στο πλαίσιο της επόμενης Προγραμματικής Περιόδου 2014 – 2020 , στην πρόταση που κατατέθηκε από την Γενική Γραμματεία Πολιτισμού, στο Υπουργείο Ανάπτυξης, γίνεται ειδική μνεία και αναφορά στην ανάγκη συνέχισης της υλοποίησης προγραμμάτων και έργων πολιτισμού στις νησιωτικές περιφέρειες της χώρας μας. Χαιρόμαστε μάλιστα ιδιαίτερα, που και στην αντίστοιχη πρόταση της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, υπάρχουν ρητές αναφορές στην σημασία του τομέα του Πολιτισμού στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των δύο Περιφερειών.

Με αυτή τη σύμπλευση ιδεών και ενεργειών είμαστε αισιόδοξοι ότι και κατά τη διάρκεια της Ε’ Προγραμματικής Περιόδου, στα νησιά του Αιγαίου, θα εκτελεστούν πολλά και σημαντικά έργα πολιτισμού, τα οποία δεν θα αφορούν μόνο ή κύρια στην επέκταση των υποδομών, αλλά θα επεκτείνονται και σε δράσεις διασφάλισης της ποιότητας των παρεχόμενων πολιτιστικών υπηρεσιών, χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών για την προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς, συμβολής των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων στην προστασία του ευρύτερου φυσικού (αγροτικού και αστικού περιβάλλοντος), διασύνδεσης του πολιτισμού με άλλα κοινωνικά αγαθά όπως η παιδεία και η απασχόληση. Τα περιθώρια συνεργασίας ανάμεσα στις Υπηρεσίες των δύο Γενικών Γραμματειών, του Πολιτισμού και του Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, είναι σημαντικά, τόσο σε επίπεδο κοινών και συντονισμένων δράσεων, όπως η προβολή του πολιτιστικού αποθέματος, η ενίσχυση των δράσεων εξωστρέφειας, η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής σε ό,τι αφορά στις δομές του Σύγχρονου Πολιτισμού.

Κλείνοντας θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι όταν η συνεργασία και ο συντονισμός σε επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού των αρμοδίων κρατικών υπηρεσιών, συνδυάζεται με την κινητοποίηση και τη συμμετοχή των ενεργών πολιτών, την παραδοσιακή γνώση των τοπικών κοινωνιών, την επιστημονική καθοδήγηση των ειδικών, τότε μπορεί να οδηγήσουν σε καινοτόμες προτάσεις και αποτελεσματικές λύσεις με σεβασμό στην τοπική ιστορία, την κλίμακα και το μέτρο.

Το μέτρο αυτό μας διδάσκουν τα ίδια τα μνημεία μας, από το ντόπιο υλικό, σοφά σχεδιασμένα και λαξευμένα από έμπειρους τεχνίτες, προσαρμοσμένα στο φυσικό περιβάλλον και το τοπίο, έργα τεχνικά και καλλιτεχνικά συνάμα, είτε πρόκειται για αρχαίους οικισμούς, βυζαντινά ξωκκλήσια και βενετσιάνικα κάστρα, είτε για νεότερα μονοπάτια και ξερολιθιές, ή πάλι για τα παραδοσιακά νησιωτικά σπίτια που στολίζουν με μοναδικό τρόπο τη νησιωτική ύπαιθρο. Το μέτρο αυτό αποτελεί στοιχείο της ταυτότητάς μας, της ελληνικότητάς μας, της φυσιογνωμίας μας που χάνεται, και την οποία καλούμαστε όχι απλώς να διατηρήσουμε «μουσειακά», αλλά να ανανεώσουμε, έτσι ώστε να αποτελέσει καθημερινό τρόπο και βίωμα.

Δρ Λίνα Μενδώνη

Γενική Γραμματέας Πολιτισμού

****

Κοινωνική οικονομία-κοινωνική επιχειρηματικότητα και νησιωτικός χώρος

της Άννα Δαλλαπόρτα, Γενική Γραμματέας Διαχείρισης Κοινοτικών και Άλλων Πόρων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας

Η Κοινωνική Οικονομία βασιζόμενη στην κοινωνική αλληλεγγύη και υπευθυνότητα, προασπίζεται την κοινωνική συνοχή, θέτει το άτομο πάνω από την οικονομία, στηρίζεται στις δημοκρατικές διαδικασίες διοίκησης και έχει ως κεντρικό στόχο όχι το κέρδος αλλά το κοινό όφελος, που παρέχεται στο κοινωνικό σύνολο.

Η κοινωνική επιχειρηματικότητα είναι ένας διαφορετικός τρόπος του επιχειρείν, που έχει γνώμονα το γενικό συμφέρον, την αειφόρο ανάπτυξη, την θετική κοινωνική επίπτωση και τη δημοκρατική λειτουργία.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο τομέας της κοινωνικής οικονομίας απασχολεί σήμερα πάνω από 11 εκατομμύρια εργαζόμενους, αντιπροσωπεύοντας το 6% της συνολικής απασχόλησης.

Στην Γαλλία, για παράδειγμα, η κοινωνική οικονομία αντιπροσωπεύει το 10% του ΑΕΠ και το 12% της απασχόλησης.

Στην Ισπανία υπάρχει μία από τις μεγαλύτερες κοινωνικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη, η Mondragon Corporacion Cooperativa, που απασχολεί πάνω από 83.000 άτομα σε 256 εταιρείες και είχε κύκλο εργασιών άνω των 14 δισ. Ευρώ το 2011. Η επιχείρηση δραστηριοποιείται στον βιομηχανικό, χρηματοοικονομικό, εμπορικό εκπαιδευτικό τομέα έχοντας ακόμα και δικό της Πανεπιστήμιο με πάνω από 4.000 φοιτητές. Όλα αυτά ξεκινώντας το 1956 με την παραγωγή θερμαντικών σωμάτων παραφίνης σε ένα μικρό εργαστήριο.

Στην παρούσα χρονική περίοδο, κατά την οποία η ελληνική κοινωνία πλήττεται έντονα από την οικονομική κρίση καταγράφονται ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ανεργίας, στις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες πληθυσμού και τις τοπικές αγορές εργασίας όπως οι νησιωτικές.

Στα υψηλά ποσοστά ανεργίας, σημαντικές λύσεις μπορεί να δώσει ο Τομέας της Κοινωνικής Οικονομίας και η Κοινωνική επιχειρηματικότητα τόσο μέσα από δημιουργία θέσεων εργασίας, όσο και μέσα από την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής που απειλείται, ως απόρροια του δυσμενούς οικονομικού περιβάλλοντος.

Εστιάζοντας ιδιαίτερα στις νησιωτικές περιοχές της χώρας μας, είναι ορατό το «εν δυνάμει ταίριασμα» των χαρακτηριστικών της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας με εκείνα της «νησιωτικότητας» και των τοπικών οικονομιών.

Τα χαρακτηριστικά της «νησιωτικότητας» όπως

o το μικρό μέγεθος (που συνεπάγεται και μικρή διαθεσιμότητα φυσικών πόρων) και ο μικρός πληθυσμός (μικρή αγορά),

o η γεωγραφική απομόνωση και η περιφερειακότητα καθώς και

o το μοναδικό αλλά εύθραυστο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον

μπορούν να αξιοποιηθούν ως ποιοτικά στοιχεία και συγκριτικά πλεονεκτήματα ανταγωνιστικών δράσεων της Κοινωνικής Οικονομίας και της Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας.

Δεδομένου ότι η Κοινωνική Επιχειρηματικότητα δεν στοχεύει να σταθεί απέναντι στις οικονομίες μεγάλης κλίμακας, συγκέντρωσης και υψηλής προσπελασιμότητας, που διαθέτουν οι ηπειρωτικές περιοχές, επιδιώκει να εξυπηρετήσει, μέσα από την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, επιτακτικές κοινωνικές ανάγκες, καθώς λειτουργεί με γνώμονα τον ά I-Reporter
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ