2012-12-23 08:48:59
Φωτογραφία για ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ: ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΕΠΙΛΟΓΕΣ!
Του Νίκου Κοτζιά

Ολιγαρχία και κυβερνώντες λογιστές, που καθορίζουν εδώ και τρία χρόνια τα της ελληνικής κοινωνίας, παρουσιάζουν την παράδοση της ως μονόδρομο, ενώ δεν είναι. Προκειμένου να δικαιολογηθούν, χρησιμοποιούν το επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο «είναι απαραίτητη η μείωση μισθών και συντάξεων, καθώς και η διάλυση του κοινωνικού κράτους, ώστε να καταστεί η χώρα πιο ανταγωνιστική».

Για την «υλοποίηση αυτής της απαραίτητης πολιτικής», συνεχίζουν, είναι αναγκαία «η βοήθεια της Γερμανίας». Και παραπέρα, κατά προέκταση, η ντε φάκτο παραίτηση απ’ όσα μας χρωστά εκείνη εδώ και δεκαετίες. Με άλλα λόγια, υποστηρίζουν ότι η επιβίωση της χώρας περνά μέσα από τη διάλυση του κοινωνικού ιστού και την παράδοση του Ελληνικού Δημοσίου στην τρόικα (τα δύο μέλη της είναι Γερμανοί), τον Γερμανό Ράιχενμπαχ και τον Γερμανό Φούχτελ. Μέσα από την παράδοση των ελληνικών τραπεζών, όπως είναι η Εθνική, στη διαφθαρμένη Deutsche Bank. Την αμνήστευση των φορέων της διαφθοράς, όπως συνέβη με τη Γερμανική Siemens.


Το σχήμα των κυβερνώντων λογιστών είναι πολύ απλό: ανταγωνιστικότητα ίσον καταστροφή των κοινωνικών κατακτήσεων. Εγγυητής της ανάπτυξης η Γερμανία. Πρόκειται για μια εξίσωση που σε όλες τις πλευρές της είναι λάθος. Και δεν μιλώ μόνο για τα 68 δισεκατομμύρια κερδών της Γερμανίας από την κρίση. Ούτε για το δώρο που λαμβάνει των χιλιάδων επιστημόνων μεταναστών για τους οποίους δεν έχει πληρώσει τσακιστό σεντ. Αναφέρομαι στην ίδια την εσωτερική λογική του επιχειρήματος και της πολιτικής που υποδεικνύει.

H κυρίαρχη λογική είναι ολιγαρχία, αγορές και Βερολίνο να έχουν όσο το δυνατό περισσότερο γεωοικονομικά και γεωπολιτικά κέρδη. Στο όνομα αυτής της επιδίωξης «διαγράφονται» οι θετικές αναπτυξιακές στρατηγικές. Η επίκληση του επιχειρήματος που εξετάζεται εδώ γίνεται γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο.

Σκόπιμα ταυτίζεται κάθε είδους ανάπτυξη και διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας με μία από τις δύο χειρότερες πολιτικές επιλογές που υπάρχουν παγκοσμίως. Οπως έχω αναλύσει σε σειρά επιστημονικών μελετών μου, οι στρατηγικές ανταγωνιστικότητας που χρησιμοποιούνται ή επιβάλλονται σήμερα σε όλο τον πλανήτη είναι δέκα.

Η μία από τις δύο χειρότερες έχει επιβληθεί σήμερα στην Ελλάδα, αν και είναι ολοφάνερα παντελώς αδιέξοδη. Δεν έχει κανένα άλλο μέλλον παρά μια κοινωνία με καταστραμμένα τα 2/3 και φτωχή. Είναι μια «ανάπτυξη» που περιορίζει τον ρόλο μιας χώρας στη συμπληρωματικότητα μιας μεγαλύτερης οικονομίας. Τη χαρακτηρίζουν οι χαμηλοί μισθοί και συντάξεις. Η μη υποστήριξη της καινοτομίας. Ο περιορισμός των δαπανών για την έρευνα και τη μόρφωση του πληθυσμού. Η απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης, ιδιαίτερα των ΑΕΙ και ΤΕΙ. Πρόκειται για μια «ευνουχισμένη» ανάπτυξη, που σκοπός της είναι να διασφαλίσει ορισμένους οικονομικούς τομείς (ενέργειας, φτηνής και απαξιωμένης εργασίας) σε μια ισχυρότερη οικονομία, όπως είναι αυτή της Γερμανίας. Πρόκειται, όμως, το τονίζω, μόνο για μία από τις υπάρχουσες στρατηγικές. Μια πολύ κακή επιλογή για το μέλλον της Ελλάδας, πολύ βολική για τη Γερμανία.

Στην παγκόσμια οικονομία, υπάρχουν εντελώς διαφορετικές στρατηγικές από αυτήν που ακολουθείται σήμερα. Στρατηγικές που δίνουν ουσιαστική προοπτική σε μια χώρα, ακόμα αν σήμερα βρίσκεται σε κρίση. Οι στρατηγικές αυτές στηρίζονται στην υψηλή ειδίκευση των κρατών, τους ειδικευμένους εργαζομένους, την οικονομία της γνώσης, τις μεγάλες εισροές στο κράτος και σχετικά μεγάλους μισθούς. Πρόκειται για στρατηγικές που ουσιαστικά αναβαθμίζουν τη χώρα και της δίνουν προοπτικές έναντι της κρίσης. Αντίθετα η ακολουθούμενη πολιτική υποβάθμισε την Ελλάδα, μέσα σε τρία χρόνια, από την 68η στην 97η θέση της παγκόσμιας κατάταξης ανταγωνιστικότητας.

Η ελληνική κοινωνία, αντί να υποταχθεί στους φόβους και στα στερεότυπα των λογιστών και της τρόικας που κυβερνούν τη χώρα εδώ και τρία χρόνια, θα έπρεπε να συζητά για το ποια είναι η επιδιωκόμενη θέση της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, με ποια ειδίκευση θα συμβεί αυτό. Αντί να υποτάσσεται στις ανάγκες των δανειστών της, έπρεπε να υποτάξει την αντιμετώπιση των χρεών σε μια αναπτυξιακή πολιτική υψηλής ειδίκευσης. Διότι τώρα ήταν η ευκαιρία να αλλάξει η Ελλάδα προς το καλύτερο και όχι να τσουλήσει στην υποβάθμιση. Μια τέτοια επιλογή απαιτούσε προστασία των δαπανών και της ουσίας της εκπαίδευσης, την αναβάθμιση της έρευνας και της υποστήριξης της καινοτομίας. Αντίθετα, δηλαδή, με ό,τι συμβαίνει σήμερα, όπου με την ακολουθούμενη πολιτική γίνεται επένδυση στην ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση της χώρας και στη σπατάλη του μέλλοντός της.

Εφημερίδα 6μέρες
 
TheNewDailyMail
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ