2013-01-11 14:30:31
Σε ηλικία είκοσι δύο ετών εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο και κατάφερε να αποκτήσει κολοσσιαία περιουσία. Διέθεσε τεράστια ποσά για κοινωφελείς σκοπούς και σήμερα θεωρείται από τους σημαντικότερους εθνικούς ευεργέτες της πατρίδας μας.
ΤΟΥ ΜΠΟΥΤΑΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ*
«Ο βίος του Γεώργιου Αβέρωφ»
Ο πατέρας του Γεώργιου, Μιχαήλ Αυγέρου Αποστολάκας, ήταν κτηνοτρόφος στο επάγγελμα και έζησε το 1753 ως το 1840. Κατά τη συνήθεια της εποχής καθιέρωσε ως επώνυμο το όνομα του πατέρα του, Αυγερινού (Αυγέρου), το οποίο μετατράπηκε σε Αβέρωφ. Ο Μιχαήλ είχε πάρει ως πρώτη σύζυγο την αδελφή του Αναστάσιου Τοσίτσα. Μαζί της έκανε δύο παιδιά τον Αναστάσιο (1785-1856) και την Ελένη. Με τον δεύτερο γάμο του με την Ευδοκία Φάφαλη έκανε έξι παιδιά: τον Αυγερινό, την Χάιδω, τον Δημήτριο, τον Στρατή, τον Νικόλαο και τον Γεώργιο. Το στερνοπαίδι της οικογένειας, ο Γεώργιος Αβέρωφ γεννήθηκε στο Μέτσοβο ανήμερα της Παναγίας στις 15 Αυγούστου του 1818.
Ως μαθητής του Ελληνοσχολείου του Μετσόβου έλαβε τη στοιχειώδη μόρφωση. Αποφάσισε να εγκαταλείψει την ως τότε ενασχόλησή του με την κτηνοτροφία και να ακολουθήσει το μεταναστευτικό ρεύμα προς την Αίγυπτο που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται ιδιαίτερα μετά την Ελληνική επανάσταση. Λέγεται πως τη στιγμή που έφευγε από το Μέτσοβο, γονάτισε για να αποχαιρετήσει την μητέρα του και πήρε την ευχή της «χώμα να πιάνεις, μάλαμα να γίνεται». Έτσι, ένα βράδυ του Ιουνίου του 1840 έφτασε στο Κάιρο και εκεί εργάστηκε για πάνω από είκοσι χρόνια στο εμπορικό κατάστημα του θείου του Ν.Στουρνάρα, υπό την ηγεσία του μεγαλύτερου αδερφού του Αναστάση.
Τα δύο αδέλφια είχαν τελείως διαφορετικό χαρακτήρα και συχνά μάλιστα φιλονικούσαν. Για περίπου είκοσι χρόνια ο Γεώργιος διήλθε μια σκοτεινή περίοδο δίχως να κάνει κάποιο ουσιώδες βήμα προς τα εμπρός. Τα δύο αδέλφια στον εμπορικό τους οίκο ασχολούνταν με εισαγωγές και εξαγωγές αιγυπτιακών προϊόντων από και προς την Οδησσό της Ρωσίας. Επίσης εξήγαγαν υφάσματα προς το Σουδάν. Όμως η συντηρητικότητα και η έλλειψη επιχειρηματικού μυαλού του Αναστάση άφησε πίσω τον Γεώργιο, ο οποίος μόνο όταν χώρισε με τον αδελφό του και έκοψε κάθε δεσμό άρχισε να συσσωρεύει προσωπική περιουσία.
Η οριστική ρήξη μεταξύ των δύο αδελφών προήλθε από μία αντιπαράθεση για ένα φορτίο χουρμάδες. Ενώ ο αντιπρόσωπος της Οδησσού είχε ζητήσει να του στείλουν ένα ολόκληρο καΐκι με χουρμάδες, ο Αναστάσης διαφώνησε έντονα, θεωρώντας ακατάλληλη τη στιγμή γιατί τη συγκεκριμένη περίοδο η τιμή των χουρμάδων είχε ακριβύνει. Τότε ο Γεώργιος αποφάσισε να ναυλώσει ιστιοφόρο για δικό του λογαριασμό και να λάβει το ρίσκο μόνος του. Τελικά κατάφερε να μοσχοπουλήσει την πολύ μεγάλη ποσότητα χουρμάδων στην Οδησσό αποκομίζοντας αρκετά χρήματα. Το φορτίο της επιστροφής περιείχε μια χρυσή μεταξωτή κλωστή, επ’ ονόματι «μπρισίμι». Κατά σύμπτωση, τη στιγμή που το χρυσό νήμα έφτανε στην Αίγυπτο, ένας συγγενής της βασιλικής οικογένειας παντρευόταν. Κανένας έμπορος της τοπικής αγοράς δεν ήταν εις θέση να προμηθεύσει το μπρισίμι που χρειαζόταν για τις αυλικές στολές παρά μόνο ο Αβέρωφ. Το θάρρος του Γεώργιου ανταμείφθηκε στο πολλαπλάσιο αφού όχι μόνο κατάφερε να πουλήσει τους χουρμάδες και το μπρισίμι, αλλά η τελευταία του πώληση του άνοιξε διάπλατα τις πόρτες για επιχειρηματική δραστηριότητα με τη βασιλική οικογένεια. Ο Γεώργιος συνδέθηκε στενά με τον χεδίβη της Αιγύπτου Τεουφίκ και εφοδίαζε τα ανάκτορα με κάθε είδους πολύτιμα αντικείμενα που εισήγαγε από την Οδησσό, ενώ πληρωνόταν σε αιγυπτιακές πρώτες ύλες που εξήγαγε και πωλούσε εκεί με την μεσολάβηση του αντιπροσώπου του. Στη συνέχεια ανέπτυξε ευρύτερα κυρίως τις συναλλαγές του στον τομέα του σιτεμπορίου και της κλωστοϋφαντουργίας.
,
Η μεγαλύτερη επιτυχία του όμως ήταν ο έγκαιρος εφοδιασμός της ευρωπαϊκής αγοράς με αιγυπτιακό βαμβάκι, όταν παρατηρήθηκε έλλειψη εξαιτίας του αμερικανικού εμφύλιου πολέμου. Ο εμφύλιος της Αμερικής προκάλεσε μια απρόβλεπτη έλλειψη βάμβακος στην Ευρώπη. Έτσι, μεταξύ 1861 και 1866 το αμερικανικό βαμβάκι δεν έφτανε στις ευρωπαϊκές αγορές και η τιμή του άγγιξε επίπεδα, που ποτέ άλλοτε δεν είχε προσεγγίσει. Καθώς η Ευρώπη επί πέντε χρόνια στερούνταν το αμερικανικό βαμβάκι, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αναγκάστηκε να αναζητήσει μια νέα αγορά. Η έλλειψη καλύφθηκε ως ένα μέρος με εισαγωγές από τις Ινδίες αλλά προ πάντων με εισαγωγές από την Αίγυπτο. Η συγκυρία αυτή δημιούργησε μια ραγδαία ανάπτυξη της καλλιέργειας βάμβακος στην Αίγυπτο. Ο κύκλος εργασιών του αυξήθηκε αλματωδώς και το 1870 ο Γεώργιος Αβέρωφ αναγνωρίστηκε ως ο μεγαλύτερος έμπορος της Αιγύπτου.
Ο Γεώργιος έχοντας βρεθεί σε πλήρη οικονομική ακμή επιδόθηκε και σε τραπεζικές εργασίες, συγκεντρώνοντας ταυτόχρονα στα χέρια του τον μεγαλύτερο έλεγχο του εμπορίου βάμβακος, αλλά και της οικονομίας της Αιγύπτου γενικότερα. Έχοντας συγκεντρώσει σημαντικά κεφάλαια ασχολήθηκε επίσης με την αγορά και εκμίσθωση κτημάτων στις όχθες του Νείλου. Έτσι κυριαρχούσε στο εσωτερικό και εξωτερικό εμπόριο της Αιγύπτου με τα ποταμόπλοιά του, που σχεδόν μονοπωλιακά μετέφεραν εμπορεύματα στα λιμάνια του Νείλου και της Αλεξάνδρειας.
Με τη θέση που κατέλαβε στην οικονομική ζωή της Αιγύπτου έγινε θρύλος για τους ντόπιους. Το όνομά του επιζεί ως σήμερα στον κόλπο «Αμπουρώφ» του Νείλου εις τα ενδότερα της αφρικανικής ηπείρου. Ο κόλπος πήρε το όνομά του από τη μάχη που δόθηκε σε εκείνο το σημείο. Ο Αβέρωφ, θέλοντας να βοηθήσει τους Αιγύπτιους και τους Άγγλους να κατατροπώσουν τον σουδανό Μοχάμεντ Αχμέντ και το κίνημα των Μαχντιστών που είχε ξεσηκωθεί εναντίον της Αιγύπτου, έθεσε στη διάθεση του άγγλου διοικητή Κίρτσενερ τα ποταμόπλοιά του. Τα ποταμόπλοια διασκευάστηκαν σε κανονιοφόρα και ο αγγλικός στρατός προχώρησε μέσω της φυσικής πλωτής αρτηρίας του Νείλου προς το Νότο. Τόσο σημαντική ήταν η συμβολή του Αβέρωφ που το όνομα του έμεινε χαραγμένο στην καρδιά της αφρικανικής γης, στον κόλπο του Νείλου που αποβιβάστηκαν οι Άγγλοι στρατιώτες.
«Οι ευεργεσίες»
Ο Αβέρωφ, εκ φύσεως φιλάνθρωπος και φιλογενής, άρχισε από νωρίς να ασχολείται με την ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας συμμετέχοντας στους εράνους της. Διετέλεσε πρόεδρος της από το 1885 ως το θάνατό του στις 15 Ιουλίου το 1899 στο Ράμλεχ της Αλεξάνδρειας. Στις ημέρες του η Κοινότητα γνώρισε μεγάλη ακμή καθώς ο γενναιόδωρος πρόεδρος κάλυπτε συχνά με προσωπικές εισφορές τις ανάγκες της, ενώ όταν ανακηρύχθηκε πρόεδρος προσέφερε 250.000 χρυσά φράγκα της εποχής για την κάλυψη των κοινοτικών χρεών.
Πολλά μνημεία και κοινωφελή ιδρύματα δημιουργήθηκαν με δαπάνες του. Ανέλαβε την πρωτοβουλία και τη δαπάνη να συστήσει αρχικά ελληνικό Γυμνάσιο και Παρθεναγωγείο, και αργότερα νοσοκομείο. Αλλά και μέσω της Κοινότητας βοήθησε στην ίδρυση διαφόρων ευαγών καθιδρυμάτων. Τις πρώτες δωρεές του Αβέρωφ προς την ελληνική κοινότητα Αλεξάνδρειας ακολούθησαν άλλες σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Η πρώτη δωρεά του Γεωργίου Αβέρωφ στην Ελλάδα ήταν 5.000 χρυσές λίρες στον έρανο για την Κρητική Επανάσταση του 1866. Με δαπάνες του ανεγέρθηκαν η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, η γεωργική σχολή στη Λάρισα, η πρώτη εσπερινή τεχνική σχολή και το Ωδείο των Αθηνών. Για τις ανάγκες της πρώτης Ολυμπιάδας του 1896 ανέλαβε την αναμαρμάρωση του Παναθηναϊκού σταδίου. Έκτοτε, η πόλη των Αθηνών απέκτησε το καλύτερο στάδιο της εποχής παγκοσμίως.
Το 1892 χτίστηκε με δική του δωρεά το «Αβερώφειο Εφηβείο» ή «φυλακές Αβέρωφ», ένα κτιριακό συγκρότημα στους Αμπελόκηπους Αθηνών για να χρησιμεύσει ως φυλακή ανηλίκων. Από το 1916 ως τις 28 Αυγούστου 1971 χρησίμευσε ως φυλακές πολιτικών και στρατιωτικών καταδίκων. Αργότερα στη θέση των φυλακών άρχισε η ανέγερση του Δικαστικού Μεγάρου της Αθήνας.
Με χρήματα του Γεώργιου Αβέρωφ αποπερατώθηκε το μέγαρο του Πολυτεχνείου της Αθήνας, που το αρχικό κεφάλαιο για την ίδρυσή του είχαν διαθέσει οι επίσης Μετσοβίτες μεγαλέμποροι της Αιγύπτου Νικόλαος Στουρνάρας και Μιχαήλ Τοσίτσας. Το Πολυτεχνείο Αθηνών ονομάστηκε «Μετσόβιο» γιατί και οι τρεις δωρητές του κατάγονταν από το Μέτσοβο. Επίσης με δαπάνες του ανεγέρθηκαν οι ανδριάντες του πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ και του Ρήγα Φεραίου στα προπύλαια του Πανεπιστημίου.
Διαχειρίστρια της τεράστιας κληρονομιάς του άφησε την ανιψιά του, Μαριγούλα Αβέρωφ, μητέρα του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου. Μέσω της διαθήκης του ο Αβέρωφ κληροδότησε διάφορα ποσά για εθνικούς σκοπούς, όπως το περίφημο θωρηκτό Αβέρωφ.
«Το Θωρηκτό Αβέρωφ»
Είναι ζήτημα αν στην παγκόσμια ιστορία του πολεμικού ναυτικού θα συναντήσουμε άλλο πολεμικό πλοίο που να συνδέθηκε για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα με την ιστορία ενός έθνους. Το θωρηκτό Αβέρωφ είναι ένα πλοίο που άλλαξε την πορεία της ελληνικής ιστορίας. Συνετέλεσε στη δημιουργία ιστορικών γεγονότων ευτυχών ημερών, αν έζησε δε και ημέρες θλιβερές, την ήττα ωστόσο δεν τη γνώρισε.
Το θωρηκτό, ή ακριβέστερα θωρακισμένο καταδρομικό «Αβέρωφ», ναυπηγήθηκε την περίοδο 1908-1911 στα ιταλικά ναυπηγεία Cantieri Orlando του Λιβόρνο και αγοράστηκε από την κυβέρνηση Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Πρέπει να σημειωθεί ότι το πλοίο ενδιαφέρθηκαν να το αποκτήσουν και άλλες χώρες, ανάμεσά τους και η Τουρκία. Η καθέλκυση έγινε στις 12 Μαρτίου του 1910 αλλά η αποπεράτωσή του έγινε τον επόμενο χρόνο, στις 16 Μαΐου του 1911. Το συνολικό μήκος του είναι 140,81 μέτρα και το μέγιστο πλάτος 21,03 μέτρα.
Το ένδοξο αυτό πολεμικό πλοίο στοίχισε 22,3 εκατομμύρια δραχμές, από τις οποίες τα 8 εκατομμύρια προήλθαν από το κληροδότημα του Γεωργίου Αβέρωφ. Ο Αβέρωφ όριζε στη διαθήκη του να διατεθεί το ένα πέμπτο της περιουσίας του για τη ναυπήγηση πολεμικού πλοίου, που θα έφερε το όνομά του και θα χρησίμευε και ως Σχολή Δοκίμων.
Το θωρηκτό «Αβέρωφ» παρελήφθη το καλοκαίρι του 1911 και η πολεμική του δράση άρχισε με τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο. Η Ελλάδα οφείλει πολλά στο θωρηκτό Γ.Αβέρωφ για τη ναυτική της επικράτηση κατά τον Α’ Βαλκανικό, ίσως όμως οφείλει περισσότερα στον ναύαρχο του ελληνικού στόλου Παύλο Κουντουριώτη. Μετά την κήρυξη του πολέμου ο ναύαρχος έσπευσε με το «Αβέρωφ» να καταλάβει τη Λήμνο, 45 μόλις μίλια από την είσοδο των Δαρδανελίων, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί ο τουρκικός στόλος. Έτσι επετεύχθη η πλήρης κυριαρχία των ελληνικών θαλασσών. Πέρα όμως από το πολεμικό πεδίο, η προσφορά του θωρηκτού «Αβέρωφ» προς το Έθνος ήταν σημαντική και ως προς το διπλωματικό, καθότι ενίσχυε σε υπέρτατο βαθμό τη ναυτική δύναμη της Ελλάδας.
Κατά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους το «Αβέρωφ» παρέμεινε η ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου. Μάλιστα κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, μετά την υπογραφή της ανακωχής των Μουδανιών, το «Αβέρωφ» μαζί με άλλα ελληνικά πολεμικά πλοία διέσχισε τον Βόσπορο και αγκυροβόλησε μπροστά από τα ανάκτορα του Ντολμά Μπαξέ στην Κωνσταντινούπολη.
* Επιχειρηματίας, αντιπρόεδρος Δ.Σ. της DMN A.E., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Μάνατζμεντ και στη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE.
Πηγή:www.reporter.gr
Πηγή:www.reporter.gr
ΤΟΥ ΜΠΟΥΤΑΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ*
«Ο βίος του Γεώργιου Αβέρωφ»
Ο πατέρας του Γεώργιου, Μιχαήλ Αυγέρου Αποστολάκας, ήταν κτηνοτρόφος στο επάγγελμα και έζησε το 1753 ως το 1840. Κατά τη συνήθεια της εποχής καθιέρωσε ως επώνυμο το όνομα του πατέρα του, Αυγερινού (Αυγέρου), το οποίο μετατράπηκε σε Αβέρωφ. Ο Μιχαήλ είχε πάρει ως πρώτη σύζυγο την αδελφή του Αναστάσιου Τοσίτσα. Μαζί της έκανε δύο παιδιά τον Αναστάσιο (1785-1856) και την Ελένη. Με τον δεύτερο γάμο του με την Ευδοκία Φάφαλη έκανε έξι παιδιά: τον Αυγερινό, την Χάιδω, τον Δημήτριο, τον Στρατή, τον Νικόλαο και τον Γεώργιο. Το στερνοπαίδι της οικογένειας, ο Γεώργιος Αβέρωφ γεννήθηκε στο Μέτσοβο ανήμερα της Παναγίας στις 15 Αυγούστου του 1818.
Ως μαθητής του Ελληνοσχολείου του Μετσόβου έλαβε τη στοιχειώδη μόρφωση. Αποφάσισε να εγκαταλείψει την ως τότε ενασχόλησή του με την κτηνοτροφία και να ακολουθήσει το μεταναστευτικό ρεύμα προς την Αίγυπτο που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται ιδιαίτερα μετά την Ελληνική επανάσταση. Λέγεται πως τη στιγμή που έφευγε από το Μέτσοβο, γονάτισε για να αποχαιρετήσει την μητέρα του και πήρε την ευχή της «χώμα να πιάνεις, μάλαμα να γίνεται». Έτσι, ένα βράδυ του Ιουνίου του 1840 έφτασε στο Κάιρο και εκεί εργάστηκε για πάνω από είκοσι χρόνια στο εμπορικό κατάστημα του θείου του Ν.Στουρνάρα, υπό την ηγεσία του μεγαλύτερου αδερφού του Αναστάση.
Τα δύο αδέλφια είχαν τελείως διαφορετικό χαρακτήρα και συχνά μάλιστα φιλονικούσαν. Για περίπου είκοσι χρόνια ο Γεώργιος διήλθε μια σκοτεινή περίοδο δίχως να κάνει κάποιο ουσιώδες βήμα προς τα εμπρός. Τα δύο αδέλφια στον εμπορικό τους οίκο ασχολούνταν με εισαγωγές και εξαγωγές αιγυπτιακών προϊόντων από και προς την Οδησσό της Ρωσίας. Επίσης εξήγαγαν υφάσματα προς το Σουδάν. Όμως η συντηρητικότητα και η έλλειψη επιχειρηματικού μυαλού του Αναστάση άφησε πίσω τον Γεώργιο, ο οποίος μόνο όταν χώρισε με τον αδελφό του και έκοψε κάθε δεσμό άρχισε να συσσωρεύει προσωπική περιουσία.
Η οριστική ρήξη μεταξύ των δύο αδελφών προήλθε από μία αντιπαράθεση για ένα φορτίο χουρμάδες. Ενώ ο αντιπρόσωπος της Οδησσού είχε ζητήσει να του στείλουν ένα ολόκληρο καΐκι με χουρμάδες, ο Αναστάσης διαφώνησε έντονα, θεωρώντας ακατάλληλη τη στιγμή γιατί τη συγκεκριμένη περίοδο η τιμή των χουρμάδων είχε ακριβύνει. Τότε ο Γεώργιος αποφάσισε να ναυλώσει ιστιοφόρο για δικό του λογαριασμό και να λάβει το ρίσκο μόνος του. Τελικά κατάφερε να μοσχοπουλήσει την πολύ μεγάλη ποσότητα χουρμάδων στην Οδησσό αποκομίζοντας αρκετά χρήματα. Το φορτίο της επιστροφής περιείχε μια χρυσή μεταξωτή κλωστή, επ’ ονόματι «μπρισίμι». Κατά σύμπτωση, τη στιγμή που το χρυσό νήμα έφτανε στην Αίγυπτο, ένας συγγενής της βασιλικής οικογένειας παντρευόταν. Κανένας έμπορος της τοπικής αγοράς δεν ήταν εις θέση να προμηθεύσει το μπρισίμι που χρειαζόταν για τις αυλικές στολές παρά μόνο ο Αβέρωφ. Το θάρρος του Γεώργιου ανταμείφθηκε στο πολλαπλάσιο αφού όχι μόνο κατάφερε να πουλήσει τους χουρμάδες και το μπρισίμι, αλλά η τελευταία του πώληση του άνοιξε διάπλατα τις πόρτες για επιχειρηματική δραστηριότητα με τη βασιλική οικογένεια. Ο Γεώργιος συνδέθηκε στενά με τον χεδίβη της Αιγύπτου Τεουφίκ και εφοδίαζε τα ανάκτορα με κάθε είδους πολύτιμα αντικείμενα που εισήγαγε από την Οδησσό, ενώ πληρωνόταν σε αιγυπτιακές πρώτες ύλες που εξήγαγε και πωλούσε εκεί με την μεσολάβηση του αντιπροσώπου του. Στη συνέχεια ανέπτυξε ευρύτερα κυρίως τις συναλλαγές του στον τομέα του σιτεμπορίου και της κλωστοϋφαντουργίας.
,
Η μεγαλύτερη επιτυχία του όμως ήταν ο έγκαιρος εφοδιασμός της ευρωπαϊκής αγοράς με αιγυπτιακό βαμβάκι, όταν παρατηρήθηκε έλλειψη εξαιτίας του αμερικανικού εμφύλιου πολέμου. Ο εμφύλιος της Αμερικής προκάλεσε μια απρόβλεπτη έλλειψη βάμβακος στην Ευρώπη. Έτσι, μεταξύ 1861 και 1866 το αμερικανικό βαμβάκι δεν έφτανε στις ευρωπαϊκές αγορές και η τιμή του άγγιξε επίπεδα, που ποτέ άλλοτε δεν είχε προσεγγίσει. Καθώς η Ευρώπη επί πέντε χρόνια στερούνταν το αμερικανικό βαμβάκι, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αναγκάστηκε να αναζητήσει μια νέα αγορά. Η έλλειψη καλύφθηκε ως ένα μέρος με εισαγωγές από τις Ινδίες αλλά προ πάντων με εισαγωγές από την Αίγυπτο. Η συγκυρία αυτή δημιούργησε μια ραγδαία ανάπτυξη της καλλιέργειας βάμβακος στην Αίγυπτο. Ο κύκλος εργασιών του αυξήθηκε αλματωδώς και το 1870 ο Γεώργιος Αβέρωφ αναγνωρίστηκε ως ο μεγαλύτερος έμπορος της Αιγύπτου.
Ο Γεώργιος έχοντας βρεθεί σε πλήρη οικονομική ακμή επιδόθηκε και σε τραπεζικές εργασίες, συγκεντρώνοντας ταυτόχρονα στα χέρια του τον μεγαλύτερο έλεγχο του εμπορίου βάμβακος, αλλά και της οικονομίας της Αιγύπτου γενικότερα. Έχοντας συγκεντρώσει σημαντικά κεφάλαια ασχολήθηκε επίσης με την αγορά και εκμίσθωση κτημάτων στις όχθες του Νείλου. Έτσι κυριαρχούσε στο εσωτερικό και εξωτερικό εμπόριο της Αιγύπτου με τα ποταμόπλοιά του, που σχεδόν μονοπωλιακά μετέφεραν εμπορεύματα στα λιμάνια του Νείλου και της Αλεξάνδρειας.
Με τη θέση που κατέλαβε στην οικονομική ζωή της Αιγύπτου έγινε θρύλος για τους ντόπιους. Το όνομά του επιζεί ως σήμερα στον κόλπο «Αμπουρώφ» του Νείλου εις τα ενδότερα της αφρικανικής ηπείρου. Ο κόλπος πήρε το όνομά του από τη μάχη που δόθηκε σε εκείνο το σημείο. Ο Αβέρωφ, θέλοντας να βοηθήσει τους Αιγύπτιους και τους Άγγλους να κατατροπώσουν τον σουδανό Μοχάμεντ Αχμέντ και το κίνημα των Μαχντιστών που είχε ξεσηκωθεί εναντίον της Αιγύπτου, έθεσε στη διάθεση του άγγλου διοικητή Κίρτσενερ τα ποταμόπλοιά του. Τα ποταμόπλοια διασκευάστηκαν σε κανονιοφόρα και ο αγγλικός στρατός προχώρησε μέσω της φυσικής πλωτής αρτηρίας του Νείλου προς το Νότο. Τόσο σημαντική ήταν η συμβολή του Αβέρωφ που το όνομα του έμεινε χαραγμένο στην καρδιά της αφρικανικής γης, στον κόλπο του Νείλου που αποβιβάστηκαν οι Άγγλοι στρατιώτες.
«Οι ευεργεσίες»
Ο Αβέρωφ, εκ φύσεως φιλάνθρωπος και φιλογενής, άρχισε από νωρίς να ασχολείται με την ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας συμμετέχοντας στους εράνους της. Διετέλεσε πρόεδρος της από το 1885 ως το θάνατό του στις 15 Ιουλίου το 1899 στο Ράμλεχ της Αλεξάνδρειας. Στις ημέρες του η Κοινότητα γνώρισε μεγάλη ακμή καθώς ο γενναιόδωρος πρόεδρος κάλυπτε συχνά με προσωπικές εισφορές τις ανάγκες της, ενώ όταν ανακηρύχθηκε πρόεδρος προσέφερε 250.000 χρυσά φράγκα της εποχής για την κάλυψη των κοινοτικών χρεών.
Πολλά μνημεία και κοινωφελή ιδρύματα δημιουργήθηκαν με δαπάνες του. Ανέλαβε την πρωτοβουλία και τη δαπάνη να συστήσει αρχικά ελληνικό Γυμνάσιο και Παρθεναγωγείο, και αργότερα νοσοκομείο. Αλλά και μέσω της Κοινότητας βοήθησε στην ίδρυση διαφόρων ευαγών καθιδρυμάτων. Τις πρώτες δωρεές του Αβέρωφ προς την ελληνική κοινότητα Αλεξάνδρειας ακολούθησαν άλλες σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Η πρώτη δωρεά του Γεωργίου Αβέρωφ στην Ελλάδα ήταν 5.000 χρυσές λίρες στον έρανο για την Κρητική Επανάσταση του 1866. Με δαπάνες του ανεγέρθηκαν η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, η γεωργική σχολή στη Λάρισα, η πρώτη εσπερινή τεχνική σχολή και το Ωδείο των Αθηνών. Για τις ανάγκες της πρώτης Ολυμπιάδας του 1896 ανέλαβε την αναμαρμάρωση του Παναθηναϊκού σταδίου. Έκτοτε, η πόλη των Αθηνών απέκτησε το καλύτερο στάδιο της εποχής παγκοσμίως.
Το 1892 χτίστηκε με δική του δωρεά το «Αβερώφειο Εφηβείο» ή «φυλακές Αβέρωφ», ένα κτιριακό συγκρότημα στους Αμπελόκηπους Αθηνών για να χρησιμεύσει ως φυλακή ανηλίκων. Από το 1916 ως τις 28 Αυγούστου 1971 χρησίμευσε ως φυλακές πολιτικών και στρατιωτικών καταδίκων. Αργότερα στη θέση των φυλακών άρχισε η ανέγερση του Δικαστικού Μεγάρου της Αθήνας.
Με χρήματα του Γεώργιου Αβέρωφ αποπερατώθηκε το μέγαρο του Πολυτεχνείου της Αθήνας, που το αρχικό κεφάλαιο για την ίδρυσή του είχαν διαθέσει οι επίσης Μετσοβίτες μεγαλέμποροι της Αιγύπτου Νικόλαος Στουρνάρας και Μιχαήλ Τοσίτσας. Το Πολυτεχνείο Αθηνών ονομάστηκε «Μετσόβιο» γιατί και οι τρεις δωρητές του κατάγονταν από το Μέτσοβο. Επίσης με δαπάνες του ανεγέρθηκαν οι ανδριάντες του πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ και του Ρήγα Φεραίου στα προπύλαια του Πανεπιστημίου.
Διαχειρίστρια της τεράστιας κληρονομιάς του άφησε την ανιψιά του, Μαριγούλα Αβέρωφ, μητέρα του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου. Μέσω της διαθήκης του ο Αβέρωφ κληροδότησε διάφορα ποσά για εθνικούς σκοπούς, όπως το περίφημο θωρηκτό Αβέρωφ.
«Το Θωρηκτό Αβέρωφ»
Είναι ζήτημα αν στην παγκόσμια ιστορία του πολεμικού ναυτικού θα συναντήσουμε άλλο πολεμικό πλοίο που να συνδέθηκε για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα με την ιστορία ενός έθνους. Το θωρηκτό Αβέρωφ είναι ένα πλοίο που άλλαξε την πορεία της ελληνικής ιστορίας. Συνετέλεσε στη δημιουργία ιστορικών γεγονότων ευτυχών ημερών, αν έζησε δε και ημέρες θλιβερές, την ήττα ωστόσο δεν τη γνώρισε.
Το θωρηκτό, ή ακριβέστερα θωρακισμένο καταδρομικό «Αβέρωφ», ναυπηγήθηκε την περίοδο 1908-1911 στα ιταλικά ναυπηγεία Cantieri Orlando του Λιβόρνο και αγοράστηκε από την κυβέρνηση Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Πρέπει να σημειωθεί ότι το πλοίο ενδιαφέρθηκαν να το αποκτήσουν και άλλες χώρες, ανάμεσά τους και η Τουρκία. Η καθέλκυση έγινε στις 12 Μαρτίου του 1910 αλλά η αποπεράτωσή του έγινε τον επόμενο χρόνο, στις 16 Μαΐου του 1911. Το συνολικό μήκος του είναι 140,81 μέτρα και το μέγιστο πλάτος 21,03 μέτρα.
Το ένδοξο αυτό πολεμικό πλοίο στοίχισε 22,3 εκατομμύρια δραχμές, από τις οποίες τα 8 εκατομμύρια προήλθαν από το κληροδότημα του Γεωργίου Αβέρωφ. Ο Αβέρωφ όριζε στη διαθήκη του να διατεθεί το ένα πέμπτο της περιουσίας του για τη ναυπήγηση πολεμικού πλοίου, που θα έφερε το όνομά του και θα χρησίμευε και ως Σχολή Δοκίμων.
Το θωρηκτό «Αβέρωφ» παρελήφθη το καλοκαίρι του 1911 και η πολεμική του δράση άρχισε με τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο. Η Ελλάδα οφείλει πολλά στο θωρηκτό Γ.Αβέρωφ για τη ναυτική της επικράτηση κατά τον Α’ Βαλκανικό, ίσως όμως οφείλει περισσότερα στον ναύαρχο του ελληνικού στόλου Παύλο Κουντουριώτη. Μετά την κήρυξη του πολέμου ο ναύαρχος έσπευσε με το «Αβέρωφ» να καταλάβει τη Λήμνο, 45 μόλις μίλια από την είσοδο των Δαρδανελίων, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί ο τουρκικός στόλος. Έτσι επετεύχθη η πλήρης κυριαρχία των ελληνικών θαλασσών. Πέρα όμως από το πολεμικό πεδίο, η προσφορά του θωρηκτού «Αβέρωφ» προς το Έθνος ήταν σημαντική και ως προς το διπλωματικό, καθότι ενίσχυε σε υπέρτατο βαθμό τη ναυτική δύναμη της Ελλάδας.
Κατά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους το «Αβέρωφ» παρέμεινε η ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου. Μάλιστα κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, μετά την υπογραφή της ανακωχής των Μουδανιών, το «Αβέρωφ» μαζί με άλλα ελληνικά πολεμικά πλοία διέσχισε τον Βόσπορο και αγκυροβόλησε μπροστά από τα ανάκτορα του Ντολμά Μπαξέ στην Κωνσταντινούπολη.
* Επιχειρηματίας, αντιπρόεδρος Δ.Σ. της DMN A.E., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Μάνατζμεντ και στη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE.
Πηγή:www.reporter.gr
Πηγή:www.reporter.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ραγίζει σιγά- σιγά το γυαλί ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ισραήλ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ