2013-01-13 20:42:03
επιμελεία του Νικολαου Γεωρ. Κατσουλη, φιλολόγου
Τοῦρκοι διαβῆκαν. Χαλασμός, θάνατος πέρα ὡς πέρα ῾Η Χίο, τ’ ὁλόμορφο νησί, μαύρη ἀπομένει ξέρα,
μὲ τὰ κρασιά, μὲ τὰ δεντρά,
τ’ ἀρχοντονήσι, ποὺ βουνὰ καὶ σπίτια καὶ λαγκάδια
καὶ στὸ χορὸ τὶς λυγερὲς καμιὰ φορὰ τὰ βράδια
καθρέφτιζε μὲς στὰ νερά.
᾽Ερμιὰ παντοῦ. Μά κοίταξε κι ἀπάνου ἐκεῖ στὸ βράχο,
στοῦ κάστρου τὰ χαλάσματα κάποιο παιδὶ μονάχο
κάθεται, σκύβει θλιβερὰ
τὸ κεφαλάκι, στήριγμα καὶ σκέπη τοῦ ἀπομένει
μόνο μιὰν ἄσπρη ἀγράμπελη σὰν αὐτὸ ξεχασμένη
μὲς στὴν ἀφάνταστη φθορά.
- Φτωχὸ παιδί, ποὺ κάθεσαι ξυπόλυτο στὶς ράχες,
γιὰ νὰ μὴν κλαῖς λυπητερά, τ’ ἤθελες τάχα νά ᾽χες
γιὰ νὰ τὰ ἰδῶ τὰ θαλασσὰ
ματάκια σου ν’ ἀστράψουνε, νὰ ξαστερώσουν πάλι,
καὶ νὰ σηκώσης χαρωπὰ σὰν πρῶτα τὸ κεφάλι
μὲ τὰ μαλλάκια τὰ χρυσά;
Τί θέλεις, ἄτυχο παιδί, τί θέλεις νὰ σοῦ δώσω
γιὰ νὰ τὰ πλέξης ξέγνοιαστα, γιὰ νὰ τὰ καμαρώσω
ριχτὰ στοὺς ὤμους σου πλατιὰ
μαλλάκια, ποὺ τοῦ ψαλιδὶοῦ δὲν τά’ χει ἀγγίξει ἡ κόψη
καὶ σκόρπια στὴ δροσάτη σου τριγύρω γέρνουν ὄψη
ὡσὰν τὴν κλαίουσαν ἰτιά;
Σὰν τί μποροῦσε νὰ σοῦ δὶώξη τάχα τὸ μαράζι;
Μήπως τὸ κρίνο ἀπ’ τὸ ᾽Ιράν, ποὺ τοῦ ματιοῦ σου μοιάζει;
Μὴν ὁ καρπὸς ἀπ’ τὸ δεντρί,
ποὺ μὲς στὴ μουσουλμανικὴ παράδεισο φυτρώνει,
κι ἕν’ ἄλογο, χρόνια ἑκατὸ κι ἂν πιλαλάει δὲ οώνει
μέσ’ ἀπ’ τὸν ᾽ἴσκιο του νὰ βγῆ;
Μὴ τὸ πουλὶ ποὺ κελαηδάει στὸ δάσος νύχτα μέρα
καὶ μὲ τὴ γλύκα του περνάει καὶ ντέφι καὶ φλογέρα;
Τί θὲς ἀπ’ ὅλα τ’ ἀγαθὰ
τοῦτα; Πές! Τ’ ἄνθος, τὸν καρπό; θὲς τὸ πουλί;
-Διαβάτη,
μοῦ κράζει τὸ ᾽Ελλημόπουλο μὲ τὸ γαλάζιο μάτι:
Βόλια, μπαρούτη θέλω, νά!
« Ξανατονισμένη Μουσικὴ »
( Μετάφρ. Κ. Παλαμᾶ ) Βίκτωρ Οὑγκὼ Tromaktiko
Τοῦρκοι διαβῆκαν. Χαλασμός, θάνατος πέρα ὡς πέρα ῾Η Χίο, τ’ ὁλόμορφο νησί, μαύρη ἀπομένει ξέρα,
μὲ τὰ κρασιά, μὲ τὰ δεντρά,
τ’ ἀρχοντονήσι, ποὺ βουνὰ καὶ σπίτια καὶ λαγκάδια
καὶ στὸ χορὸ τὶς λυγερὲς καμιὰ φορὰ τὰ βράδια
καθρέφτιζε μὲς στὰ νερά.
᾽Ερμιὰ παντοῦ. Μά κοίταξε κι ἀπάνου ἐκεῖ στὸ βράχο,
στοῦ κάστρου τὰ χαλάσματα κάποιο παιδὶ μονάχο
κάθεται, σκύβει θλιβερὰ
τὸ κεφαλάκι, στήριγμα καὶ σκέπη τοῦ ἀπομένει
μόνο μιὰν ἄσπρη ἀγράμπελη σὰν αὐτὸ ξεχασμένη
μὲς στὴν ἀφάνταστη φθορά.
- Φτωχὸ παιδί, ποὺ κάθεσαι ξυπόλυτο στὶς ράχες,
γιὰ νὰ μὴν κλαῖς λυπητερά, τ’ ἤθελες τάχα νά ᾽χες
γιὰ νὰ τὰ ἰδῶ τὰ θαλασσὰ
ματάκια σου ν’ ἀστράψουνε, νὰ ξαστερώσουν πάλι,
καὶ νὰ σηκώσης χαρωπὰ σὰν πρῶτα τὸ κεφάλι
μὲ τὰ μαλλάκια τὰ χρυσά;
Τί θέλεις, ἄτυχο παιδί, τί θέλεις νὰ σοῦ δώσω
γιὰ νὰ τὰ πλέξης ξέγνοιαστα, γιὰ νὰ τὰ καμαρώσω
ριχτὰ στοὺς ὤμους σου πλατιὰ
μαλλάκια, ποὺ τοῦ ψαλιδὶοῦ δὲν τά’ χει ἀγγίξει ἡ κόψη
καὶ σκόρπια στὴ δροσάτη σου τριγύρω γέρνουν ὄψη
ὡσὰν τὴν κλαίουσαν ἰτιά;
Σὰν τί μποροῦσε νὰ σοῦ δὶώξη τάχα τὸ μαράζι;
Μήπως τὸ κρίνο ἀπ’ τὸ ᾽Ιράν, ποὺ τοῦ ματιοῦ σου μοιάζει;
Μὴν ὁ καρπὸς ἀπ’ τὸ δεντρί,
ποὺ μὲς στὴ μουσουλμανικὴ παράδεισο φυτρώνει,
κι ἕν’ ἄλογο, χρόνια ἑκατὸ κι ἂν πιλαλάει δὲ οώνει
μέσ’ ἀπ’ τὸν ᾽ἴσκιο του νὰ βγῆ;
Μὴ τὸ πουλὶ ποὺ κελαηδάει στὸ δάσος νύχτα μέρα
καὶ μὲ τὴ γλύκα του περνάει καὶ ντέφι καὶ φλογέρα;
Τί θὲς ἀπ’ ὅλα τ’ ἀγαθὰ
τοῦτα; Πές! Τ’ ἄνθος, τὸν καρπό; θὲς τὸ πουλί;
-Διαβάτη,
μοῦ κράζει τὸ ᾽Ελλημόπουλο μὲ τὸ γαλάζιο μάτι:
Βόλια, μπαρούτη θέλω, νά!
« Ξανατονισμένη Μουσικὴ »
( Μετάφρ. Κ. Παλαμᾶ ) Βίκτωρ Οὑγκὼ Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κύπρος: Διπλή ανάσα για την Ομόνοια
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΑΕΚ: Ελεύθερος μένει ο Λαγός
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ