2013-01-15 17:40:17
Φωτογραφία για ΡΚΚ: Τρομοκρατική οργάνωση ή εθνικοαπελευθερωτικός στρατός;
Διαβάζοντας τη συνέντευξη του υψηλόβαθμου στελέχους του Απελευθερωτικού Κινήματος του Κουρδιστάν Μουράτ Καραγιλάν στην εφημερίδα "κυριακάτικη δημοκρατία", σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις μεταξύ ΡΚΚ και τουρκικού κράτους, διερωτήθηκα: Μα πως ένα κράτος συνομιλεί με αυτούς που αποκαλεί τρομοκράτες; Όμως στη συνέχεια μου ήρθε στο νου η εικοσαετής ειρηνευτική διαδικασία μεταξύ της βρετανικής και της ιρλανδικής κυβέρνησης, καθώς και των ντόπιων πολιτικών, η οποία κατέληξε το 1998 στη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής και τον τερματισμό του τριαντάχρονου ένοπλου αγώνα του «Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού» (IRA). Ένα από τα κοινά σημεία των παραπάνω περιπτώσεων είναι οι προσπάθειες τερματισμού του ένοπλου αγώνα μέσω των διαπραγματεύσεων.

Ο Μουράτ Καραγιλάν μη αποδεχόμενος όπως είναι φυσικό τον όρο τρομοκρατική οργάνωση για το ΡΚΚ, προσπαθεί να νομιμοποιήσει τον εικοσιοκτάχρονο αγώνα της οργάνωσης δηλώνοντας ότι «Ο αγώνας που δίνει ο Κουρδικός λαός είναι ίδιος με τον αγώνα που έδωσε ο Ελληνικός λαός το 1821!», δηλαδή εθνικοαπελευθερωτικός
. Περνώντας μάλιστα στην αντεπίθεση δήλωσε για τους Τούρκους: «Ενώ οι ίδιοι διέπραξαν σφαγές και εγκλήματα στο Κουρδιστάν και εφάρμοσαν κρατική τρομοκρατία, την αντίσταση του κουρδικού λαού, που αναπτύχθηκε στη βάση ανθρωπιστικών αρχών, τη βάφτισαν τρομοκρατία».

Τελικά ποιος είναι ο τρομοκράτης; Το Τουρκικό κράτος ή το ΡΚΚ. Η απάντηση θα ήταν εύκολη εάν υπήρχε ένας ξεκάθαρος ορισμός της τρομοκρατίας, αποδεκτός από όλους. Όμως το πρόβλημα ορισμού της τρομοκρατίας είναι δυσεπίλυτο και αποτελεί ακόμη και σήμερα μια «πολυσυζητημένη και αμφιλεγόμενη έννοια».

Σαν έννοια η τρομοκρατία χρησιμοποιήθηκε στην αρχαιότητα, ακόμη και από τους αρχαίους Έλληνες φιλόσοφους. Τρομοκρατικές ενέργειες συναντάμε στον αγώνα των Εβραίων Σικάριων για την απομάκρυνση των Ρωμαίων από την Ιουδαία, κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ.. Στη συνέχεια από τον 11ο μέχρι τον 13ο αιώνα οι τρομοκρατικές ενέργειες των Ασασινών, που ήταν μια εξτρεμιστική-φανατική πτέρυγα του σιιτικού κλάδου των Ισμαηλιτών και έδρασαν στο Ιράν και στη Συρία, μας έδωσαν τον αγγλικό όρο «assassination» που χρησιμοποιούμε σήμερα για τις δολοφονίες για πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους. Οι Ασασίνοι χρησιμοποίησαν τις πολιτικές δολοφονίες, ως το «μοναδικό μέσο κατατρομοκράτησης του αριθμητικά υπέρτερου εχθρού –ιδιαίτερα των αμάχων– και επίτευξης των πολιτικών της στόχων».

Όμως τον όρο τρομοκρατία τον συναντάμε για πρώτη φορά στους Ιακωβίνους στη Γαλλική Επανάσταση το 1789. Στη συνέχεια ευρεία χρήση του όρου γίνεται από τα μέσα του 19ου αιώνα, αποκτώντας σταδιακά «ιδεολογικό περιεχόμενο». Όμως στη δυτική κοινή γνώμη έγινε ευρύτερα γνωστός τη δεκαετία του 1960, έχοντας κυρίως αντι-ιμπεριαλιστικό και αντι-αποικιακό ιδεολογικό υπόβαθρο.

Το 1930 ο όρος «τρομοκρατία» χρησιμοποιήθηκε επίσημα στις Βρυξέλλες, στη διεθνή διάσκεψη για την ενοποίηση του Ποινικού Κώδικα. Δεν κατέστη όμως δυνατό να δοθεί ένας ορισμός του όρου.

Η κοινωνία των Εθνών ασχολήθηκε με την τρομοκρατία το 1934, με αφορμή τη δολοφονία του Βασιλιά Αλέξανδρου της Γιουγκοσλαβίας στη Γαλλία, υιοθετώντας τη Σύμβαση για την Πρόληψη και Καταστολή της Τρομοκρατίας.

Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ συγκρότησε το 1972 ειδική Επιτροπή για τη μελέτη του προβλήματος της τρομοκρατίας. Η πλειοψηφία των κρατών μελών τάχθηκε εναντίον της τρομοκρατίας και διαχώρισε την τρομοκρατία από την αντίσταση κρατών ή λαών υπό αποικιοκρατικό καθεστώς ή ξένη στρατιωτική κατοχή.

Την ίδια περίπου εποχή (1976) σε διεθνές συνέδριο στο Γκλάσμπο Στεητ Κολλετζ (Glassboro State College) στο Νιου Τζέρσευ (New Jersey) με θέμα την τρομοκρατία, οι σύνεδροι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι: «είναι αδύνατο να συνταχθεί ένας γενικά ικανοποιητικός ορισμός της τρομοκρατίας και αυτό για λόγους περισσότερο πολιτικούς παρά εννοιολογικούς».

Ακόμη και σήμερα, μετά το μεγάλο τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 εναντίων των Δίδυμων Πύργων, του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου και του Πενταγώνου των ΗΠΑ, όπου 2973 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους και 24 μένουν αγνοούμενοι, ο όρος τρομοκρατία είναι «αμφιλεγόμενος». Μάλιστα από ορισμένους μελετητές η εξεύρεση του ορισμού της τρομοκρατίας θεωρείται ως «ναρκοπέδιο», κυρίως λόγω των εννοιολογικών δυσχερειών.

Μια προσπάθεια ορισμού του φαινομένου έγινε το 2004 με την απόφαση 1566 του Συμβουλίου Ασφαλείας, σύμφωνα με την οποία η τρομοκρατία σχετίζεται με «εγκληματικές ενέργειες».

Σύμφωνα με τη αντιτρομοκρατική στρατηγική του Συμβουλίου της ΕΕ του 2005, η τρομοκρατία είναι έγκλημα και μάλιστα αδικαιολόγητο σε ορισμένες περιπτώσεις, μια απειλή για όλα τα κράτη και όλους τους ανθρώπους.

Στον νόμο περί τρομοκρατίας του Ηνωμένου Βασιλείου (Terrorism Act 2000) η τρομοκρατία δεν αποτελεί μόνο βίαιες επιθέσεις εναντίον των ανθρώπων, αλλά και καταστροφές περιουσιών και ηλεκτρονικών συστημάτων.

Στις ΗΠΑ, όλες σχεδόν οι κρατικές υπηρεσίες δίνουν τον δικό τους ορισμό για τη τρομοκρατία, κοινή συνισταμένη των οποίων είναι η σύνδεσή της με τη βία.

Σύμφωνα με τους Άραβες (Arab Convention for the Suppression of Terrorism, 1998), τρομοκρατία ορίζεται γενικά ως οποιαδήποτε ενέργεια, απειλή ή βία, η οποία άσχετα με τα κίνητρά της στοχεύει να επιφέρει φόβο και καταστροφές όχι μόνο στο προσωπικό και τις εγκαταστάσεις, αλλά και στο περιβάλλον.

Γενικά οι ορισμοί της τρομοκρατίας διακρίνονται σε τρείς κατηγορίες:

-Απλοί ορισμοί, που θεωρούν την τρομοκρατία ως βία ή ως απειλή χρήσης βίας με σκοπό τον εκφοβισμό ή την επίτευξη μιας αλλαγής στη στάση ή τις διαθέσεις μιας ομάδας πληθυσμού

-Αυτοί που την εντάσσουν στην εγκληματική βία.

-Αυτοί που δίνουν βαρύτητα στην πολιτική διάσταση, υπογραμμίζοντας τα κοινωνικά κίνητρα των τρομοκρατικών οργανώσεων

Ορισμένοι ακαδημαϊκοί, χωρίς να υποτιμούν τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες, ερμηνεύουν τη τρομοκρατία δίνοντας έμφαση στον Πολιτισμικό παράγοντα, θεωρώντας ότι οι πολιτισμικές διαφορές είναι αυτές που κυρίως οδηγούν στην τρομοκρατική δράση.

Ο καθηγητής Ιωάννης Μάζης ορίζει ως τρομοκρατία «κάθε πρακτική, συλλογική ή μεμονωμένη, διαχρονική ή συγχρονική, η οποία εκλαμβάνεται ότι στρέφεται κατά συμφερόντων ενός εθνικοκρατικού δρώντος ή ενός υπερεθνικού μορφώματος, κατά το πώς αυτά γίνονται αντιληπτά από το δρώντα ή το μόρφωμα. Η τρομοκρατική πρακτική αυτή εκδηλώνεται δευτερογενώς και σε αναλογία με το μέγεθος και την ισχύ των ανωτέρω συμφερόντων, επί τη βάσει οικονομικών ή/και πολιτισμικών αιτίων».

Η εκτίμησή μου είναι ότι όσο το διεθνές σύστημα παραμένει άναρχο, δηλαδή δεν υπάρχει μια παγκόσμια κεντρική εξουσία που να επιβάλει την τάξη, δεν υπάρχει πιθανότητα να οριστεί η έννοια της τρομοκρατία και να τύχει ευρείας αποδοχής.

Κατόπιν των παραπάνω κατανοούμε ότι μια κοινά αποδεκτή η απάντηση στο ερώτημα εάν το ΡΚΚ είναι τρομοκρατική οργάνωση ή εθνικοαπελευθερωτικός στρατός δεν είναι εύκολη. Για το ΡΚΚ από δω και πέρα υπάρχουν οι παρακάτω πιθανότητες:

1η: Εάν το ΡΚΚ ηττηθεί και διαλυθεί και μαζί με αυτό σβήσουν και τα όνειρα του κουρδικού λαού για αυτοδιάθεση, θα περάσει στην ιστορία ως μια τρομοκρατική οργάνωση.

2η. Εάν ο αγώνας του ευοδωθεί και δημιουργηθεί Κουρδικό κράτος, θα εορτάζεται ετησίως ο εθνικοαπελευθερωτικός του αγώνας με παρελάσεις και τιμές.

3η. Εάν επιτευχθεί πολιτική λύση μέσω διαπραγματεύσεων, τότε όλα εξαρτώνται από τις διαθέσεις των δυο πλευρών. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι διαπραγματεύσεις στην παρούσα φάση θα τείνουν προς μια ισόρροπη λύση, η οποία θα αποκλείει την ίδρυση αυτόνομου κουρδικού κράτους.

4η. Αποτυχία των διαπραγματεύσεων και συνέχιση του ένοπλου αγώνα του ΡΚΚ, μέχρι την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων και την επαναδιαπραγμάτευση από ισχυρότερη ή ασθενέστερη θέση, θα σημαίνει τη συνέχιση της υπάρχουσας κατάστασης. Δηλαδή το ΡΚΚ θα συνεχίσει να αυτοπροσδιορίζεται ως εθνικοαπελευθερωτικός στρατός, μαζί φυσικά με την βοήθεια των λιγοστών του «φίλων», ενώ η Τουρκία και οι σύμμαχοί της θα το χαρακτηρίζουν τρομοκρατική οργάνωση.

Όπως και να καταλήξουν τα πράγματα, θα πρέπει πάντα να έχουμε στο νου ότι, «…στις ανθρώπινες σχέσεις, τα νομικά επιχειρήματα έχουν αξία όταν εκείνοι που τα επικαλούνται είναι περίπου ισόπαλοι σε δύναμη και ότι, αντίθετα, ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του το επιβάλλει η αδυναμία του».

Δημήτριος Καρατζίδης

Ταξχος ε.α.

Πολιτικός Επιστήμονας-Διεθνολόγος
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ