2013-01-22 14:01:43
Ο Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει στο blog του στο gazzetta για την αποχώρηση του Λεονάρντο Ζαρντίμ και τον τρόπο που τον επέλεξε ο Ολυμπιακός.
Λεονάρντο Ζαρντίμ. Μου λένε, δεν κατάλαβε γιατί έφυγε. Απαντώ, δεν κατάλαβα γιατί ήρθε. Δεν εξυπνακίζω. Κυριολεκτώ. Γιατί τον προσέλαβε, το καλοκαίρι, ο Ολυμπιακός; Μη τυχόν είν’ ο νέος Μουρίνιο και τον προλάβουν άλλοι; Μα, αν ήταν, θα τον προλάβαιναν. Οι…άλλοι. Πόρτο, Μπενφίκα, Σπόρτιγκ. Οι άλλοι ψωνίζουν προπονητές απ’ τη Μπράγκα. Αλλά δεν ψωνίζουν τον κάθε προπονητή που φτιάχνει τ’ όνομά του στη Μπράγκα. Επιλέγουν. Κατόπιν μελέτης.
Αυτός ο άνθρωπος, ο Λεονάρντο Ζαρντίμ, δεν κορόιδεψε κανένα. Ένα ανοιχτό βιβλίο. Δεν φταίει, ότι το μόνο που είχε να παρουσιάσει ήταν εκείνο το ράλι, 15 σερί ματς δίχως ήττα, πέρυσι. Τι περισσότερο να έχει, ένας προπονητής 37 ετών; Τι περισσότερο θα μπορούσε να έχει, παράδειγμα, ο Ελευθερόπουλος που είναι τώρα στα 37; Θα έφταναν, όμως, ετούτοι δω οι μήνες στον Πανιώνιο; Εφτανε στον Ολυμπιακό, η διαδρομή του Λεονάρντο Ζαρντίμ στη Σπόρτιγκ Μπράγκα; Ήταν αρκετό, για δείγμα; Ποιος το μελέτησε; Ποιος ασχολήθηκε με τον χαρακτήρα του; Με τη συμβατότητά του; Ποιος το εισηγήθηκε;
Οι Πορτογάλοι, αυτοί είναι. Εχουν κάνει θαύματα στο ποδόσφαιρο. Αλλά με τον τρόπο τους. Λίγο αργοί, λίγο απαισιόδοξοι, λίγο μελαγχολικοί. Ν’ ατενίζεις το αχανές του Ατλαντικού, αντιληπτόν, χαράζει την ιδιοσυγκρασία. Κι ένας λόγος παραπάνω, αν οι αναφορές, οι ρίζες, είναι αρχιπέλαγος. Μαδέιρα. Όπως Λεονάρντο Ζαρντίμ. Μαδέιρα, είναι άκρον άωτον Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μέση του πουθενά. Ωκεανός. Μιάμιση ώρα πτήση, Λισαβόνα-Φουνσάλ. Κατά τον Δεκαπενταύγουστο, θυμάμαι, είχα κάνει την πρώτη ερώτηση. Για την πρώτη εντύπωση, απ’ τη δουλειά του. Το feedback ήταν, τίποτα ιδιαίτερο από προπόνηση. Και τίποτα ιδιαίτερο, από πειθαρχία. Από διαχείριση προσωπικού. Ακόμη και να τον αδικούσαν, πάλι ήταν οι γνώμες που είχε σημασία να είναι θετικές. Ο Λεονάρντο Ζαρντίμ, ήδη, είχε αποτύχει να κερδίσει την πρώτη εντύπωση. Ως γνωστόν, ποτέ δεν έχεις δεύτερη ευκαιρία να κάνεις πρώτη εντύπωση.
Η υπόθεση μας επαναφέρει στο θέμα-οργάνωση. Οργάνωση του αγωνιστικού. Εκεί, το έλλειμμα στη λειτουργία του Ολυμπιακού παραμένει, αποδεικνύεται, βαρύ. Ακόμη κι ο Βαλβέρδε, μία επιτυχής (επανα)πρόσληψη, δεν ήταν απόρροια άρτιας οργάνωσης. Καλού scouting. Ηταν παρόρμηση, μετά το Ισραήλ. Ηταν προσωπική επιλογή του αφεντικού, εμπειρική, απ’ την προτέρα παρουσία του προπονητή στον σύλλογο. Δεν ήταν εισήγηση όσων πληρώνονται για να ερευνούν αυτά τα πράγματα και να ‘ναι ανά πάσα στιγμή, όποτε χρειαστεί, έτοιμοι. Ο Βαλβέρδε, όμως, ήταν 44 ετών όταν ήλθε (την πρώτη φορά) στην Ελλάδα. Είχε να δείξει. Μπιλμπάο. Εσπανιόλ. Προπονητής. Εξ ου και οι δύο φορές που τον έφερε ο Ολυμπιακός, οι δύο φορές που τον αγάπησαν οι Ολυμπιακοί, οι δύο φορές που ο Ολυμπιακός απέτυχε να τον ψήσει να μείνει κι άλλο, οι δύο φορές που κάηκε ο επόμενος. Καμία σύμπτωση. «Χολέρα έχει ο Κετσμπάια;» Θυμόμαστε; Ούτ’ ο Λεονάρντο Ζαρντίμ είχε, ο άμοιρος, χολέρα. Ισα-ίσα, μετά το Emirates ήμασταν στο «τα καλύτερα έρχονται».
Αστοχία στον προπονητή, αστοχία στους (ξένους) παίκτες, άκριτη συλλογή Ελλήνων παικτών. Οποιος είναι τρεις-τέσσερις εβδομάδες «διακριθείς» στις εφημερίδες, αμέσως-αμέσως γίνεται στόχος! Πώς να σταθεί πρότζεκτ, έτσι; Ολοκληρωμένο πρότζεκτ. Θέλουμε να παίζουμε αυτό, γι’ αυτό παίρνουμε αυτόν τον προπονητή που ταιριάζει σε ό,τι θέλουμε και του δίνουμε να το δουλέψει με αυτούς τους παίκτες που ταιριάζουν σε ό,τι θέλουμε. Τι καλό έχει γίνει, αυτά τα δυόμισι χρόνια; Πάουλο Μασάντο; Φέισα; Κοντρέρας; Γκρέκο; Ντιακιτέ; Σουμπίνιο; Ντιελνά; Γκρμπιτς; Κάταϊ; Κοστάνσο; Μόνχε; Καζίμ-Ρίτσαρντς; Νέμετ; Χαβίτο; Ριέρα; Γέστε; Μακούν; Μια απογοήτευση. Ο Ολυμπιακός, τουλάχιστον, αυτό το έλλειμμα το έχει εντοπίσει. Το αναγνώρισε. Εμμέσως. Αλλά σαφώς. Το βεβαιώνει η προσθήκη στο σχήμα, από τον Οκτώβριο, του Χουάν Χοσέ Λορένθο. Είναι κάτι. Η αντίληψη, ότι το πράγμα υπάρχει ανάγκη να μπει σε μια σειρά. Ο Ολυμπιακός δεν έχει στίγμα. Ο Ολυμπιακός χρειάζεται να έχει στίγμα. Την ημέρα που θα εμφανιστεί με πορτοκαλί ή βυσσινί φανέλες, ή ό,τι άλλο, και τότε πάλι η ομάδα να ‘ναι αναγνωρίσιμη απ’ το στίγμα της. Και στίγμα, προφανώς, δεν είναι «ο Ολυμπιακός να κερδάει».
Αυτό ήταν σλόγκαν. Παλαιό. Μιας εποχής.
πηγή: gazzetta.gr
Λεονάρντο Ζαρντίμ. Μου λένε, δεν κατάλαβε γιατί έφυγε. Απαντώ, δεν κατάλαβα γιατί ήρθε. Δεν εξυπνακίζω. Κυριολεκτώ. Γιατί τον προσέλαβε, το καλοκαίρι, ο Ολυμπιακός; Μη τυχόν είν’ ο νέος Μουρίνιο και τον προλάβουν άλλοι; Μα, αν ήταν, θα τον προλάβαιναν. Οι…άλλοι. Πόρτο, Μπενφίκα, Σπόρτιγκ. Οι άλλοι ψωνίζουν προπονητές απ’ τη Μπράγκα. Αλλά δεν ψωνίζουν τον κάθε προπονητή που φτιάχνει τ’ όνομά του στη Μπράγκα. Επιλέγουν. Κατόπιν μελέτης.
Αυτός ο άνθρωπος, ο Λεονάρντο Ζαρντίμ, δεν κορόιδεψε κανένα. Ένα ανοιχτό βιβλίο. Δεν φταίει, ότι το μόνο που είχε να παρουσιάσει ήταν εκείνο το ράλι, 15 σερί ματς δίχως ήττα, πέρυσι. Τι περισσότερο να έχει, ένας προπονητής 37 ετών; Τι περισσότερο θα μπορούσε να έχει, παράδειγμα, ο Ελευθερόπουλος που είναι τώρα στα 37; Θα έφταναν, όμως, ετούτοι δω οι μήνες στον Πανιώνιο; Εφτανε στον Ολυμπιακό, η διαδρομή του Λεονάρντο Ζαρντίμ στη Σπόρτιγκ Μπράγκα; Ήταν αρκετό, για δείγμα; Ποιος το μελέτησε; Ποιος ασχολήθηκε με τον χαρακτήρα του; Με τη συμβατότητά του; Ποιος το εισηγήθηκε;
Οι Πορτογάλοι, αυτοί είναι. Εχουν κάνει θαύματα στο ποδόσφαιρο. Αλλά με τον τρόπο τους. Λίγο αργοί, λίγο απαισιόδοξοι, λίγο μελαγχολικοί. Ν’ ατενίζεις το αχανές του Ατλαντικού, αντιληπτόν, χαράζει την ιδιοσυγκρασία. Κι ένας λόγος παραπάνω, αν οι αναφορές, οι ρίζες, είναι αρχιπέλαγος. Μαδέιρα. Όπως Λεονάρντο Ζαρντίμ. Μαδέιρα, είναι άκρον άωτον Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μέση του πουθενά. Ωκεανός. Μιάμιση ώρα πτήση, Λισαβόνα-Φουνσάλ. Κατά τον Δεκαπενταύγουστο, θυμάμαι, είχα κάνει την πρώτη ερώτηση. Για την πρώτη εντύπωση, απ’ τη δουλειά του. Το feedback ήταν, τίποτα ιδιαίτερο από προπόνηση. Και τίποτα ιδιαίτερο, από πειθαρχία. Από διαχείριση προσωπικού. Ακόμη και να τον αδικούσαν, πάλι ήταν οι γνώμες που είχε σημασία να είναι θετικές. Ο Λεονάρντο Ζαρντίμ, ήδη, είχε αποτύχει να κερδίσει την πρώτη εντύπωση. Ως γνωστόν, ποτέ δεν έχεις δεύτερη ευκαιρία να κάνεις πρώτη εντύπωση.
Η υπόθεση μας επαναφέρει στο θέμα-οργάνωση. Οργάνωση του αγωνιστικού. Εκεί, το έλλειμμα στη λειτουργία του Ολυμπιακού παραμένει, αποδεικνύεται, βαρύ. Ακόμη κι ο Βαλβέρδε, μία επιτυχής (επανα)πρόσληψη, δεν ήταν απόρροια άρτιας οργάνωσης. Καλού scouting. Ηταν παρόρμηση, μετά το Ισραήλ. Ηταν προσωπική επιλογή του αφεντικού, εμπειρική, απ’ την προτέρα παρουσία του προπονητή στον σύλλογο. Δεν ήταν εισήγηση όσων πληρώνονται για να ερευνούν αυτά τα πράγματα και να ‘ναι ανά πάσα στιγμή, όποτε χρειαστεί, έτοιμοι. Ο Βαλβέρδε, όμως, ήταν 44 ετών όταν ήλθε (την πρώτη φορά) στην Ελλάδα. Είχε να δείξει. Μπιλμπάο. Εσπανιόλ. Προπονητής. Εξ ου και οι δύο φορές που τον έφερε ο Ολυμπιακός, οι δύο φορές που τον αγάπησαν οι Ολυμπιακοί, οι δύο φορές που ο Ολυμπιακός απέτυχε να τον ψήσει να μείνει κι άλλο, οι δύο φορές που κάηκε ο επόμενος. Καμία σύμπτωση. «Χολέρα έχει ο Κετσμπάια;» Θυμόμαστε; Ούτ’ ο Λεονάρντο Ζαρντίμ είχε, ο άμοιρος, χολέρα. Ισα-ίσα, μετά το Emirates ήμασταν στο «τα καλύτερα έρχονται».
Αστοχία στον προπονητή, αστοχία στους (ξένους) παίκτες, άκριτη συλλογή Ελλήνων παικτών. Οποιος είναι τρεις-τέσσερις εβδομάδες «διακριθείς» στις εφημερίδες, αμέσως-αμέσως γίνεται στόχος! Πώς να σταθεί πρότζεκτ, έτσι; Ολοκληρωμένο πρότζεκτ. Θέλουμε να παίζουμε αυτό, γι’ αυτό παίρνουμε αυτόν τον προπονητή που ταιριάζει σε ό,τι θέλουμε και του δίνουμε να το δουλέψει με αυτούς τους παίκτες που ταιριάζουν σε ό,τι θέλουμε. Τι καλό έχει γίνει, αυτά τα δυόμισι χρόνια; Πάουλο Μασάντο; Φέισα; Κοντρέρας; Γκρέκο; Ντιακιτέ; Σουμπίνιο; Ντιελνά; Γκρμπιτς; Κάταϊ; Κοστάνσο; Μόνχε; Καζίμ-Ρίτσαρντς; Νέμετ; Χαβίτο; Ριέρα; Γέστε; Μακούν; Μια απογοήτευση. Ο Ολυμπιακός, τουλάχιστον, αυτό το έλλειμμα το έχει εντοπίσει. Το αναγνώρισε. Εμμέσως. Αλλά σαφώς. Το βεβαιώνει η προσθήκη στο σχήμα, από τον Οκτώβριο, του Χουάν Χοσέ Λορένθο. Είναι κάτι. Η αντίληψη, ότι το πράγμα υπάρχει ανάγκη να μπει σε μια σειρά. Ο Ολυμπιακός δεν έχει στίγμα. Ο Ολυμπιακός χρειάζεται να έχει στίγμα. Την ημέρα που θα εμφανιστεί με πορτοκαλί ή βυσσινί φανέλες, ή ό,τι άλλο, και τότε πάλι η ομάδα να ‘ναι αναγνωρίσιμη απ’ το στίγμα της. Και στίγμα, προφανώς, δεν είναι «ο Ολυμπιακός να κερδάει».
Αυτό ήταν σλόγκαν. Παλαιό. Μιας εποχής.
πηγή: gazzetta.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο κανιβαλισμός των αριθμών
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Εφυγε από τη ζωή το γλυκό αγγελούδι από τη Λέρο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ