2013-01-27 21:23:02
Λαβράκι...έχει πιάσει ο κλάδος της εγχώριας θαλασσο- καλλιέργειας με τις εξαγωγικές του επιδόσεις σε μια σειρά απαιτητικές αγορές του εξωτερικού και πλέον απλώνει δίχτυα και σε νέες όπου έχει περιορισμένη διείσδυση, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, χωρίς να αγνοεί και την ανεκμετάλλευτη δυναμική της εσωτερικής κατανάλωσης.
Ο κλάδος εμφανίζει ραγδαία ανάπτυξη κι ήδη το λαβράκι κι η τσιπούρα ιχθυοκαλλιέργειας είναι τα δύο πιο δημοφιλή μεσογειακά είδη σε Ρωσία, Ευρώπη και Βόρεια Αμερική.
Ο κλάδος παρότι μετρά μόλις 32 χρόνια ζωής, εμφανίζει ραγδαία ανάπτυξη κι ήδη το λαβράκι κι η τσιπούρα ιχθυοκαλλιέργειας είναι τα δύο πιο δημοφιλή μεσογειακά είδη σε Ρωσία, Ευρώπη και Βόρεια Αμερική, ενώ αποτελούν αναπόσπαστο συστατικό και στα menu ακριβών εστιατορίων σε Μόσχα, Βερολίνο, Ρώμη, Μαϊάμι, Νέα Υόρκη κα.
“Κάθε εβδομάδα περίπου 2.000 τόνοι ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας παίρνουν το δρόμο για το τραπέζι των καταναλωτών σε συνολικά 30 χώρες του κόσμου, με την αξία των εξαγωγών να διαμορφώνεται στο ποσό των περίπου 400 εκ
. ευρώ ετησίως”, ανέφερε ο διευθυντής μάρκετινγκ της Σελόντα ΑΕ, Βασίλης Σάντμπορω και εκπρόσωπος του ΣΕΘ, κατά την παρουσίαση ειδικού προωθητικού προγράμματος του κλάδου, για να προσθέσει, ωστόσο, πως οι προοπτικές του κλάδου είναι ακόμη πολύ μεγάλες.
“Σκεφθείτε πως στη Γαλλία για παράδειγμα, η συμμετοχή που έχει η τσιπούρα και το λαβράκι θαλασσοκαλλιέργειας, στη συνολική κατανάλωση ψαριών, αντιπροσωπεύει μόλις το 0,9% και στη Γερμανία το 0,4%”, ενώ και στην Ελλάδα η κατάσταση δεν είναι πολύ καλύτερη, αφού με μέση ετήσια κατακεφαλήν κατανάλωση ιχθυηρών στα 25 κιλά, οι ιχθυοκαλλιέργειες καρπώνονται μόλις τα 2 κιλά από αυτά ή 4 τσιπούρες το χρόνο”, σχολίασε χαρακτηριστικά ο κ. Σάντμπορω, προβλέποντας ότι και φέτος οι εξαγωγές του κλάδου αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 5%, έναντι του 2012.
Τζίρο 800 εκ. ευρώ και θετικό εμπορικό ισοζύγιο
Αναφερόμενος στη συνδρομή του ιχθυοκαλλιεργητικού τομέα στη διαμόρφωση του ΑΕΠ της χώρας, ο κ. Σάντμπορω σημείωσε ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική κοινοτική χώρα με θετικό εμπορικό ισοζύγιο στα ιχθυηρά και ότι ο συνολικός κύκλος εργασιών γύρω από τη δραστηριότητα εκτιμάται σε περίπου 800 εκ. ευρώ ετησίως ή ποσοστό 0,4% του ΑΕΠ, εκ των οποίων τα μισά προέρχονται από τις εξαγωγές. Τόνισε ακόμη πως ο κλάδος απαρτίζεται από 65 επιχειρήσεις, απασχολεί άμεσα και έμμεσα 18.000 άτομα, έχει υλοποιήσει επενδύσεις ύψους 740 εκ. ευρώ, διαθέτει 328 άδειες σε λειτουργία κι αναπτύσσεται σε μόλις 7,8 τετραγωνικά χιλιόμετρα, όταν μόνο του το Ελ. Βενιζέλος στην Αθήνα καλύπτει 16,5 τετραγωνικά χιλόμετρα.
Η ετήσια παραγωγή για το 2012 ήταν αυξημένη κατά 10% και διαμορφώθηκε σε 121.000 τόνους, από τους οποίους περί το 60% ήταν τσιπούρα και το άλλο σχεδόν 40% λαβράκι, αφού το φαγκρί, το μυτάκι και το μυλοκόπι, που επισης εκτρέφονται, είναι σε πολύ μικρές ποσότητες της τάξης συνολικά του 2%. Πολύ σημαντικό, μάλιστα, είναι το γεγονός ότι η παραγωγή αυτή στηρίζεται αποκλειστικά σε ελληνικό γόνο, καθώς όπως είπε ο κ. Σάντμπορω σε ετήσια βάση παράγονται 400 εκατομμύρια ιχθύδια, τα οποία αντιπροσωπεύουν το 40% της διεθνούς αγοράς παραγωγής γόνου, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην πρώτη θέση παγκοσμίως.
Αυξητική τάση στις τιμές
Όσον αφορά στην πιθανή εξέλιξη των τιμών, ο εκπρόσωπος του ΣΕΘ επισήμανε πως τα πρώτα δείγματα του Ιανουαρίου δείχνουν ότι οι τιμές ανακάμπτουν και πως η τάση τουλάχιστον για το πρώτο μισό του έτους είναι ότι θα κινηθούν ανοδικά.
“Σήμερα για την τσιπούρα η τιμή χονδρικής παίζει στα 4 ευρώ το κιλό και έως το καλοκαίρι προβλέπεται να φθάσει τα 5 ευρώ, ενώ αντίστοιχα για το λαβράκι από τα 4,5 ευρώ το κιλό, αναμένεται να φθάσει στα 6-7 ευρώ το κιλό, ανάλογα το μέγεθος” εκτίμησε ο κ. Σάντμπορω και τόνισε πως το 2012 ο κλάδος έκλεισε με κερδοφορία.
Ο καλύτερος πελάτης για τα προϊόντα του κλάδου είναι η Ιταλία που απορροφά περί τους 44.000 τόνους και αμέσως μετά ακολουθούν η Ελλάδα που καταναλώνει μόλις 21.000 τόνους, η Ισπανία με 14.000 τόνους, η Γαλλία με 11.000 τόνους, η Αγγλία με 6.000 τόνους, η Πορτογαλία επίσης με 6.000 τόνους κλπ. Αντίθετα, ο μεγαλύτερος ανταγωνιστικής είναι η Τουρκία, που, ήδη, παράγει περί τους 90.000 τόνους ετησίως και κερδίζει έδαφος στις ξένες αγορές, καθώς και τα... πελαγίσια ψάρια.
Πρόγραμμα προβολής και προώθησης
Από την πλευρά του ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΠΕ κ. Αλκιβιάδης Καλαμπόκης παρουσιάζοντας το “Ολοκληρωμένο σχέδιο προώθησης για τα ευρύαλα μεσογειακά είδη”, επισήμανε ότι οι ιχθυκαλλιέργειες αποτελούν πλέον την πρώτη εξαγωγική δύναμη του κλάδου των τροφίμων, με μερίδιο της τάξης του 25% επί του συνόλου. Όπως εξήγησε το έργο προβολής είναι προϋπολογισμού 3,65 εκ. ευρώ, έχει ανατεθεί στον ΟΠΕ από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με στόχο αφενός να ενισχυθεί περαιτέρω η εξαγωγική δραστηριότητα του κλάδου, αλλά και να μεγεθυνθεί η εσωτερική κατανάλωση. Η διάρκειά του είναι έως το τέλος του 2014 και στο πλαίσιο της εφαρμογής του ήδη έχει οργανωθεί η παρουσία του κλάδου σε διεθνείς εκθέσεις σε Βουλγαρία και Ρουμανία “με μεγάλη αποδοχή από το κοινό και τους επαγγελματίες”, ενώ έπεται κάτι ανάλογο στην ESE, τη μεγαλύτερη έκθεση τροφίμων στις Βρυξέλλες του Βελγίου, τον προσεχή Απρίλιο. Επίσης θα οργανωθούν έξι ημερίδες εντός των ελληνικών συνόρων, εκδηλώσεις γευσιγνωσίας σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καταχωρίσεις στον ειδικό τύπο, φιλοξενία ειδικών (δημοσιογράφων, στελεχών του χονδρεμπορίου και σούπερ μάρκετ, σεφ κα), χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης και οποιαδήποτε άλλη πρόσφορη λύση κριθεί ότι υπηρετεί το σκοπό της προώθησης των προϊόντων του κλάδου.
Στο πρόγραμμα συνεργάζονται η εταιρεία Frank που επινόησε το δημιουργικό, αλλά και η MRB, η οποία διενήργησε μια ευρεία έρευνα αγοράς με δείγμα 2.500 ατόμων που κατέληξε, μεταξύ άλλων, ότι το 36,7% δεν καταναλώνει ποτέ του ψάρια από ιχθυοκαλλιέργεια, ενώ από εκείνους που τρώνε, το 20,3% είναι συχνοί καταναλωτές (1φορά/7 ημέρες), το 15,3% είναι στη μεσαία κατηγορία (1 εβδομάδα ή 15 ημέρες) και το 14,7% ανήκει στους μικρούς καταναλωτές (1/2-3 μήνες). Ως προς το γιατί οι Έλληνες εμφανίζονται επιφυλακτικοί απέναντι στα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας, από την έρευνα προέκυψε πως οι λόγοι σχετίζονται με αρνητικές φήμες, άγνοια, αλλά και έλλειμμα επικοινωνίας. Η άγνωστη σύσταση της τροφής των συγκεκριμένων ψαριών και οι ασαφείς συνθήκες ανάπτυξής τους αποτελούν -σε ποσοστό 37% και 33,6% αντίστοιχα- τους λόγους που επικαλούνται οι καταναλωτές ως αφορμή προκειμένου να τα αποφεύγουν, παρά το γεγονός ότι τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας, όπως τονίζεται από τους εκπροσώπους του κλάδου, έχουν σταθερή ποιότητα, υψηλή διατροφική αξία και, κυρίως, αξίζουν τα λεφτά τους.
agronews.gr
Ο κλάδος εμφανίζει ραγδαία ανάπτυξη κι ήδη το λαβράκι κι η τσιπούρα ιχθυοκαλλιέργειας είναι τα δύο πιο δημοφιλή μεσογειακά είδη σε Ρωσία, Ευρώπη και Βόρεια Αμερική.
Ο κλάδος παρότι μετρά μόλις 32 χρόνια ζωής, εμφανίζει ραγδαία ανάπτυξη κι ήδη το λαβράκι κι η τσιπούρα ιχθυοκαλλιέργειας είναι τα δύο πιο δημοφιλή μεσογειακά είδη σε Ρωσία, Ευρώπη και Βόρεια Αμερική, ενώ αποτελούν αναπόσπαστο συστατικό και στα menu ακριβών εστιατορίων σε Μόσχα, Βερολίνο, Ρώμη, Μαϊάμι, Νέα Υόρκη κα.
“Κάθε εβδομάδα περίπου 2.000 τόνοι ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας παίρνουν το δρόμο για το τραπέζι των καταναλωτών σε συνολικά 30 χώρες του κόσμου, με την αξία των εξαγωγών να διαμορφώνεται στο ποσό των περίπου 400 εκ
“Σκεφθείτε πως στη Γαλλία για παράδειγμα, η συμμετοχή που έχει η τσιπούρα και το λαβράκι θαλασσοκαλλιέργειας, στη συνολική κατανάλωση ψαριών, αντιπροσωπεύει μόλις το 0,9% και στη Γερμανία το 0,4%”, ενώ και στην Ελλάδα η κατάσταση δεν είναι πολύ καλύτερη, αφού με μέση ετήσια κατακεφαλήν κατανάλωση ιχθυηρών στα 25 κιλά, οι ιχθυοκαλλιέργειες καρπώνονται μόλις τα 2 κιλά από αυτά ή 4 τσιπούρες το χρόνο”, σχολίασε χαρακτηριστικά ο κ. Σάντμπορω, προβλέποντας ότι και φέτος οι εξαγωγές του κλάδου αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 5%, έναντι του 2012.
Τζίρο 800 εκ. ευρώ και θετικό εμπορικό ισοζύγιο
Αναφερόμενος στη συνδρομή του ιχθυοκαλλιεργητικού τομέα στη διαμόρφωση του ΑΕΠ της χώρας, ο κ. Σάντμπορω σημείωσε ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική κοινοτική χώρα με θετικό εμπορικό ισοζύγιο στα ιχθυηρά και ότι ο συνολικός κύκλος εργασιών γύρω από τη δραστηριότητα εκτιμάται σε περίπου 800 εκ. ευρώ ετησίως ή ποσοστό 0,4% του ΑΕΠ, εκ των οποίων τα μισά προέρχονται από τις εξαγωγές. Τόνισε ακόμη πως ο κλάδος απαρτίζεται από 65 επιχειρήσεις, απασχολεί άμεσα και έμμεσα 18.000 άτομα, έχει υλοποιήσει επενδύσεις ύψους 740 εκ. ευρώ, διαθέτει 328 άδειες σε λειτουργία κι αναπτύσσεται σε μόλις 7,8 τετραγωνικά χιλιόμετρα, όταν μόνο του το Ελ. Βενιζέλος στην Αθήνα καλύπτει 16,5 τετραγωνικά χιλόμετρα.
Η ετήσια παραγωγή για το 2012 ήταν αυξημένη κατά 10% και διαμορφώθηκε σε 121.000 τόνους, από τους οποίους περί το 60% ήταν τσιπούρα και το άλλο σχεδόν 40% λαβράκι, αφού το φαγκρί, το μυτάκι και το μυλοκόπι, που επισης εκτρέφονται, είναι σε πολύ μικρές ποσότητες της τάξης συνολικά του 2%. Πολύ σημαντικό, μάλιστα, είναι το γεγονός ότι η παραγωγή αυτή στηρίζεται αποκλειστικά σε ελληνικό γόνο, καθώς όπως είπε ο κ. Σάντμπορω σε ετήσια βάση παράγονται 400 εκατομμύρια ιχθύδια, τα οποία αντιπροσωπεύουν το 40% της διεθνούς αγοράς παραγωγής γόνου, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην πρώτη θέση παγκοσμίως.
Αυξητική τάση στις τιμές
Όσον αφορά στην πιθανή εξέλιξη των τιμών, ο εκπρόσωπος του ΣΕΘ επισήμανε πως τα πρώτα δείγματα του Ιανουαρίου δείχνουν ότι οι τιμές ανακάμπτουν και πως η τάση τουλάχιστον για το πρώτο μισό του έτους είναι ότι θα κινηθούν ανοδικά.
“Σήμερα για την τσιπούρα η τιμή χονδρικής παίζει στα 4 ευρώ το κιλό και έως το καλοκαίρι προβλέπεται να φθάσει τα 5 ευρώ, ενώ αντίστοιχα για το λαβράκι από τα 4,5 ευρώ το κιλό, αναμένεται να φθάσει στα 6-7 ευρώ το κιλό, ανάλογα το μέγεθος” εκτίμησε ο κ. Σάντμπορω και τόνισε πως το 2012 ο κλάδος έκλεισε με κερδοφορία.
Ο καλύτερος πελάτης για τα προϊόντα του κλάδου είναι η Ιταλία που απορροφά περί τους 44.000 τόνους και αμέσως μετά ακολουθούν η Ελλάδα που καταναλώνει μόλις 21.000 τόνους, η Ισπανία με 14.000 τόνους, η Γαλλία με 11.000 τόνους, η Αγγλία με 6.000 τόνους, η Πορτογαλία επίσης με 6.000 τόνους κλπ. Αντίθετα, ο μεγαλύτερος ανταγωνιστικής είναι η Τουρκία, που, ήδη, παράγει περί τους 90.000 τόνους ετησίως και κερδίζει έδαφος στις ξένες αγορές, καθώς και τα... πελαγίσια ψάρια.
Πρόγραμμα προβολής και προώθησης
Από την πλευρά του ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΠΕ κ. Αλκιβιάδης Καλαμπόκης παρουσιάζοντας το “Ολοκληρωμένο σχέδιο προώθησης για τα ευρύαλα μεσογειακά είδη”, επισήμανε ότι οι ιχθυκαλλιέργειες αποτελούν πλέον την πρώτη εξαγωγική δύναμη του κλάδου των τροφίμων, με μερίδιο της τάξης του 25% επί του συνόλου. Όπως εξήγησε το έργο προβολής είναι προϋπολογισμού 3,65 εκ. ευρώ, έχει ανατεθεί στον ΟΠΕ από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με στόχο αφενός να ενισχυθεί περαιτέρω η εξαγωγική δραστηριότητα του κλάδου, αλλά και να μεγεθυνθεί η εσωτερική κατανάλωση. Η διάρκειά του είναι έως το τέλος του 2014 και στο πλαίσιο της εφαρμογής του ήδη έχει οργανωθεί η παρουσία του κλάδου σε διεθνείς εκθέσεις σε Βουλγαρία και Ρουμανία “με μεγάλη αποδοχή από το κοινό και τους επαγγελματίες”, ενώ έπεται κάτι ανάλογο στην ESE, τη μεγαλύτερη έκθεση τροφίμων στις Βρυξέλλες του Βελγίου, τον προσεχή Απρίλιο. Επίσης θα οργανωθούν έξι ημερίδες εντός των ελληνικών συνόρων, εκδηλώσεις γευσιγνωσίας σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καταχωρίσεις στον ειδικό τύπο, φιλοξενία ειδικών (δημοσιογράφων, στελεχών του χονδρεμπορίου και σούπερ μάρκετ, σεφ κα), χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης και οποιαδήποτε άλλη πρόσφορη λύση κριθεί ότι υπηρετεί το σκοπό της προώθησης των προϊόντων του κλάδου.
Στο πρόγραμμα συνεργάζονται η εταιρεία Frank που επινόησε το δημιουργικό, αλλά και η MRB, η οποία διενήργησε μια ευρεία έρευνα αγοράς με δείγμα 2.500 ατόμων που κατέληξε, μεταξύ άλλων, ότι το 36,7% δεν καταναλώνει ποτέ του ψάρια από ιχθυοκαλλιέργεια, ενώ από εκείνους που τρώνε, το 20,3% είναι συχνοί καταναλωτές (1φορά/7 ημέρες), το 15,3% είναι στη μεσαία κατηγορία (1 εβδομάδα ή 15 ημέρες) και το 14,7% ανήκει στους μικρούς καταναλωτές (1/2-3 μήνες). Ως προς το γιατί οι Έλληνες εμφανίζονται επιφυλακτικοί απέναντι στα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας, από την έρευνα προέκυψε πως οι λόγοι σχετίζονται με αρνητικές φήμες, άγνοια, αλλά και έλλειμμα επικοινωνίας. Η άγνωστη σύσταση της τροφής των συγκεκριμένων ψαριών και οι ασαφείς συνθήκες ανάπτυξής τους αποτελούν -σε ποσοστό 37% και 33,6% αντίστοιχα- τους λόγους που επικαλούνται οι καταναλωτές ως αφορμή προκειμένου να τα αποφεύγουν, παρά το γεγονός ότι τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας, όπως τονίζεται από τους εκπροσώπους του κλάδου, έχουν σταθερή ποιότητα, υψηλή διατροφική αξία και, κυρίως, αξίζουν τα λεφτά τους.
agronews.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Στο νοσοκομείο ο Σταφυλίδης
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ατρόμητος - Παναθηναϊκός [1-2]
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ