2013-02-04 13:05:04
Ο όρος σακχαρώδης διαβήτης περιλαμβάνει ένα σύνολο διαταραχών που έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Ανεξάρτητα από τούς διάφορους παθογενετικούς μηχανισμούς ,η τελική σχετική ή απόλυτη έλλειψη ινσουλίνης είναι υπεύθυνη για την αδυναμία χρησιμοποίησης της γλυκόζης από τα κύτταρα με αποτέλεσμα η περίσσειά της να κυκλοφορεί στο αίμα, ν’ αποβάλλεται σε μεγάλες ποσοτητες απο τα ουρα ,και το κυτταρο να ειναι υποχρεωμενο να χρησιμοποιει άλλες μεταβολικές οδούς για να καλύψει τις ενεργειακές του ανάγκες.
Δύο κυρίως τύποι σακχαρώδη διαβήτη διακρίνονται με βάση τις ανάγκες θεραπευτικής αντιμετώπισης :
1) μη ινσουλινοεξαρτώμενος που καλύπτει το 90%
2) ινσουλινοεξαρτώμενος που αποτελεί ποσοστό 5-10% του συνόλου των διαβητικών.
Κάλυψη ενεργειακών αναγκών
Ο υπολογισμός των απαιτούμενων θερμίδων διέπεται από τούς ίδιους κανόνες του θερμιδικού ισοζυγίου
. Η κατανομή των θερμίδων σε ποσοστό 50-55% από υδατανθρακες και 15-20% από πρωτεϊνες και < 30% από λιπίδια θεωρείται σήμερα η προτιμότερη .Οι αυξημένες απαιτήσεις κατά την παιδική ηλικία λόγω αύξησης δικαιολογούν και ανάλογη πρόσληψη πρωτεϊνών χωρίς όμως αυτές να υπερβαίνουν το 20% του συνόλου των ημερήσιων θερμίδων.Ο περιορισμός αυτός επιβλήθηκε βασισμένος στα συμπεράσματα μελετών που έδειξαν επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας σε σχέση με αυξημένες προσλήψεις πρωτεϊνών.
Διατήρηση ιδεώδους βάρους
Η διατήρηση ιδεώδους βάρους θεωρείται ότι αυξάνει την ευαισθησία των περιφερικών υποδοχέων ινσουλίνης στην δράση της .Αυτό σημαίνει ότι τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχουν επιπλέον λόγους για να επιδιώκουν διατήρηση ιδεώδους βάρους. Περιορισμός των προσλαμβανομένων θερμίδων επιδιώκεται σε ενήλικες παχύσαρκους ασθενείς όπου η απώλεια βάρους αποτελεί στόχο αναπόσπαστο στην αντιμετώπισή τους
Ευγλυκαιμική κατάσταση όλο το 24ωρο
Αυτό προϋποθέτει συντονισμένη προσπάθεια που κατευθύνεται όχι τόσο στον έλεγχο της ποσότητας των προσλαμβανομένων υδατανθράκων όσο στην εξατομίκευση στην ποιοτική διαφοροποίησή τους, την κατανομή της πρόσληψής τους ή και γενικότερες διατροφικές επιλογές που είναι δυνατόν να τροποποιούν την μεταγευματική καμπύλη.Σύμφωνα με τις σημερινές αντιλήψεις οι υδατάνθρακες αποδίδουν ποσοστό 50-55% του συνόλου των παρεχόμενων ημερήσιων θερμίδων στο διαιτολόγιο του διαβητικού ασθενή.
Προτιμώνται οι σύνθετοι υδατάνθρακες (αμυλούχες τροφές) έναντι των μόνο-και δισακχαριτών. Έτσι αποφεύγεται η γρήγορη απορρόφηση των τελευταίων που οδηγεί σε απότομες αυξήσεις της γλυκόζης στο αίμα. Εν τούτοις η πρόσληψης ζάχαρη δεν αποκλείεται εφόσον δεν υπερβαίνει ποσοστό 5% του συνόλου των ημερήσιων υδατανθράκων. Είναι σαφές ότι αυτό αποτελεί ένα επιπλέον στοιχείο που βοηθά στην ελεύθερη αντίληψη του διαβητικού για την δίαιτά του. Η κατανομή της τροφής σε συχνότερα μικρά γεύματα και η συνεπής τήρησή τους ώστε να προκύπτουν μικρές αυξήσεις του σακχάρου του αίματος έχει υιοθετηθεί ως πρακτική. Επιπλέον η αυξημένη πρόσληψη διαιτητικών ινών εκτός των άλλων ευεργετικών ιδιοτήτων επιβραδύνει την απορρόφηση των υδατανθράκων με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι μεταγευματικές υπογλυκαιμίες.
Η κατανάλωση οινοπνεύματος πρέπει να συνυπολογίζεται από πλευράς προσλαμβανόμενων θερμίδων, είναι δε σκόπιμο να μην ενθαρρύνεται για τον κίνδυνο πρόκλησης υπογλυκαιμίας.
Κάλυψη εξατομικευμένων αναγκών
Εκτός από τις ιδιαίτερες θρεπτικές απαιτήσεις κατά ηλικία που προαναφέρθηκαν η εξατομίκευση περιλαμβάνει προσαρμογές ώστε το διαβητικό άτομο ν' αντεπεξέρχεται στις απαιτήσεις που παρουσιάζονται στις διάφορες φάσεις της ζωής, όπως η εγκυμοσύνη, ο θηλασμός, η ασθένεια. Περιλαμβάνει επίσης προσαρμογές που ν' ανταποκρίνονται στον τρόπο ζωής, τις καθημερινές συνήθειες και δραστηριότητες όπως οι αθλητικές.
Έλεγχος λιπιδίων
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα και οι Θάνατοι από αυτά είναι 3-6 φορές συχνότερα στους διαβητικούς απ' ότι στον γενικό πληθυσμό. Η υπερλιπιδαιμία είναι φαινόμενο κοινό στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη. Επιπλέον η πλειονότητα των ασθενών με μη ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη είναι παχύσαρκοι και περισσότεροι από τους μισούς είναι υπερτασικοί. Τα δεδομένα αυτά δικαιολογούν την προτεραιότητα που στον έλεγχο των λιπιδίων τόσο υπό την έννοια του ελέγχου του βάρους όσο και της επίτευξης φυσιολογικών επιπέδων λιπιδίων ορού με στόχο την αποφυγή επιπλοκών από το καρδιαγγειακό σύστημα.
Μετά την ηλικία των 5 ετών επιβάλλεται περιορισμός των λιπιδίων της διατροφής με 30% το ποσοστό συμμετοχής τους στο σύνολο των προσλαμβανομένων ημερησίως θερμίδων με περιορισμό των κορεσμένων και της χοληστερόλης. Οι κατευθυντήριες αυτές επιλογές υλοποιούνται με προτίμηση φυτικών ελαίων αντί των ζωικών,με περιορισμό γενικά των ζωικών προϊόντων (αυγό, κρέας,) και κατανάλωση προϊόντων με τροποποιημένη περιεκτικότητα σε λιπίδια (αποβουτυρωμένο γάλα και προϊόντα του). Η ενίσχυση του διαιτολογίου με φυτικές ίνες θεωρείται ευνοϊκή και για τον στόχο αυτό.
Γενικότερα οι προσαρμογές του διαιτολογίου για τον σακχαρώδη διαβήτή εξυπηρετούνται θαυμάσια από το πρότυπο της "Μεσογειακής διατροφής" και αυτό συμβάλει στη θεώρηση ότι οι διαβητικοί και ιδιαίτερα τα παιδιά, δεν θα πρέπει να φορτίζονται από την αντίληψη της ιδιαιτερότητας.
Οι ειδικές τροφές για διαβητικούς
Οι ειδικές τροφές δεν φαίνεται να παρουσιάζουν πλεονεκτήματα, επιπλέον καλλιεργούν αυτό το κλίμα μειονεκτικότητας. Οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες ανάλογα με την θερμιδική τους απόδοση είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται χωρίς να απαιτείται συνυπολογισμός τους στις προσλαμβανόμενες θερμίδες (σακχαρίνη ασπαρτάμη, ακέτυλο-σουλφάμη-Κ ) ή να υπολογίζονται 4γρ/kcal όταν πρόκειται για φρουκτόζη ,σορβιτόλη και μανιτόλη. Η χρησιμοποίηση τελευταίων αυτών ουσιών σε τρόφιμα συχνά συνεπάγεται πρόσθετες θερμίδες από λίπος. Γενικότερα η χρησιμοποίηση των τελευταίων ουσιών θεωρείται αποδεκτή αλλά όχι συνιστώμενη.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι αντί της επιλογής των ειδικών τροφών είναι προτιμότερο ο ασθενής να εκπαιδεύεται ώστε ο ίδιος να μπορεί να υπολογίζει και να προσαρμόζει στο διαιτολόγιο του.
dietplus.gr
Δύο κυρίως τύποι σακχαρώδη διαβήτη διακρίνονται με βάση τις ανάγκες θεραπευτικής αντιμετώπισης :
1) μη ινσουλινοεξαρτώμενος που καλύπτει το 90%
2) ινσουλινοεξαρτώμενος που αποτελεί ποσοστό 5-10% του συνόλου των διαβητικών.
Κάλυψη ενεργειακών αναγκών
Ο υπολογισμός των απαιτούμενων θερμίδων διέπεται από τούς ίδιους κανόνες του θερμιδικού ισοζυγίου
Διατήρηση ιδεώδους βάρους
Η διατήρηση ιδεώδους βάρους θεωρείται ότι αυξάνει την ευαισθησία των περιφερικών υποδοχέων ινσουλίνης στην δράση της .Αυτό σημαίνει ότι τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη έχουν επιπλέον λόγους για να επιδιώκουν διατήρηση ιδεώδους βάρους. Περιορισμός των προσλαμβανομένων θερμίδων επιδιώκεται σε ενήλικες παχύσαρκους ασθενείς όπου η απώλεια βάρους αποτελεί στόχο αναπόσπαστο στην αντιμετώπισή τους
Ευγλυκαιμική κατάσταση όλο το 24ωρο
Αυτό προϋποθέτει συντονισμένη προσπάθεια που κατευθύνεται όχι τόσο στον έλεγχο της ποσότητας των προσλαμβανομένων υδατανθράκων όσο στην εξατομίκευση στην ποιοτική διαφοροποίησή τους, την κατανομή της πρόσληψής τους ή και γενικότερες διατροφικές επιλογές που είναι δυνατόν να τροποποιούν την μεταγευματική καμπύλη.Σύμφωνα με τις σημερινές αντιλήψεις οι υδατάνθρακες αποδίδουν ποσοστό 50-55% του συνόλου των παρεχόμενων ημερήσιων θερμίδων στο διαιτολόγιο του διαβητικού ασθενή.
Προτιμώνται οι σύνθετοι υδατάνθρακες (αμυλούχες τροφές) έναντι των μόνο-και δισακχαριτών. Έτσι αποφεύγεται η γρήγορη απορρόφηση των τελευταίων που οδηγεί σε απότομες αυξήσεις της γλυκόζης στο αίμα. Εν τούτοις η πρόσληψης ζάχαρη δεν αποκλείεται εφόσον δεν υπερβαίνει ποσοστό 5% του συνόλου των ημερήσιων υδατανθράκων. Είναι σαφές ότι αυτό αποτελεί ένα επιπλέον στοιχείο που βοηθά στην ελεύθερη αντίληψη του διαβητικού για την δίαιτά του. Η κατανομή της τροφής σε συχνότερα μικρά γεύματα και η συνεπής τήρησή τους ώστε να προκύπτουν μικρές αυξήσεις του σακχάρου του αίματος έχει υιοθετηθεί ως πρακτική. Επιπλέον η αυξημένη πρόσληψη διαιτητικών ινών εκτός των άλλων ευεργετικών ιδιοτήτων επιβραδύνει την απορρόφηση των υδατανθράκων με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι μεταγευματικές υπογλυκαιμίες.
Η κατανάλωση οινοπνεύματος πρέπει να συνυπολογίζεται από πλευράς προσλαμβανόμενων θερμίδων, είναι δε σκόπιμο να μην ενθαρρύνεται για τον κίνδυνο πρόκλησης υπογλυκαιμίας.
Κάλυψη εξατομικευμένων αναγκών
Εκτός από τις ιδιαίτερες θρεπτικές απαιτήσεις κατά ηλικία που προαναφέρθηκαν η εξατομίκευση περιλαμβάνει προσαρμογές ώστε το διαβητικό άτομο ν' αντεπεξέρχεται στις απαιτήσεις που παρουσιάζονται στις διάφορες φάσεις της ζωής, όπως η εγκυμοσύνη, ο θηλασμός, η ασθένεια. Περιλαμβάνει επίσης προσαρμογές που ν' ανταποκρίνονται στον τρόπο ζωής, τις καθημερινές συνήθειες και δραστηριότητες όπως οι αθλητικές.
Έλεγχος λιπιδίων
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα και οι Θάνατοι από αυτά είναι 3-6 φορές συχνότερα στους διαβητικούς απ' ότι στον γενικό πληθυσμό. Η υπερλιπιδαιμία είναι φαινόμενο κοινό στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη. Επιπλέον η πλειονότητα των ασθενών με μη ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη είναι παχύσαρκοι και περισσότεροι από τους μισούς είναι υπερτασικοί. Τα δεδομένα αυτά δικαιολογούν την προτεραιότητα που στον έλεγχο των λιπιδίων τόσο υπό την έννοια του ελέγχου του βάρους όσο και της επίτευξης φυσιολογικών επιπέδων λιπιδίων ορού με στόχο την αποφυγή επιπλοκών από το καρδιαγγειακό σύστημα.
Μετά την ηλικία των 5 ετών επιβάλλεται περιορισμός των λιπιδίων της διατροφής με 30% το ποσοστό συμμετοχής τους στο σύνολο των προσλαμβανομένων ημερησίως θερμίδων με περιορισμό των κορεσμένων και της χοληστερόλης. Οι κατευθυντήριες αυτές επιλογές υλοποιούνται με προτίμηση φυτικών ελαίων αντί των ζωικών,με περιορισμό γενικά των ζωικών προϊόντων (αυγό, κρέας,) και κατανάλωση προϊόντων με τροποποιημένη περιεκτικότητα σε λιπίδια (αποβουτυρωμένο γάλα και προϊόντα του). Η ενίσχυση του διαιτολογίου με φυτικές ίνες θεωρείται ευνοϊκή και για τον στόχο αυτό.
Γενικότερα οι προσαρμογές του διαιτολογίου για τον σακχαρώδη διαβήτή εξυπηρετούνται θαυμάσια από το πρότυπο της "Μεσογειακής διατροφής" και αυτό συμβάλει στη θεώρηση ότι οι διαβητικοί και ιδιαίτερα τα παιδιά, δεν θα πρέπει να φορτίζονται από την αντίληψη της ιδιαιτερότητας.
Οι ειδικές τροφές για διαβητικούς
Οι ειδικές τροφές δεν φαίνεται να παρουσιάζουν πλεονεκτήματα, επιπλέον καλλιεργούν αυτό το κλίμα μειονεκτικότητας. Οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες ανάλογα με την θερμιδική τους απόδοση είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται χωρίς να απαιτείται συνυπολογισμός τους στις προσλαμβανόμενες θερμίδες (σακχαρίνη ασπαρτάμη, ακέτυλο-σουλφάμη-Κ ) ή να υπολογίζονται 4γρ/kcal όταν πρόκειται για φρουκτόζη ,σορβιτόλη και μανιτόλη. Η χρησιμοποίηση τελευταίων αυτών ουσιών σε τρόφιμα συχνά συνεπάγεται πρόσθετες θερμίδες από λίπος. Γενικότερα η χρησιμοποίηση των τελευταίων ουσιών θεωρείται αποδεκτή αλλά όχι συνιστώμενη.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι αντί της επιλογής των ειδικών τροφών είναι προτιμότερο ο ασθενής να εκπαιδεύεται ώστε ο ίδιος να μπορεί να υπολογίζει και να προσαρμόζει στο διαιτολόγιο του.
dietplus.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Fast Ferries: Ανεκτέλεστα δρομολόγια λόγω απεργίας ΠΝΟ 4-6/2/2013
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ