2012-03-29 09:00:04
Από το banksnews.gr
Χάρη στη συμφωνία αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους και τα έκτακτα μέτρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας περιορίστηκαν οι πιθανότητες για ένα άτακτο χρεοστάσιο της Ελλάδας ή για μια ξαφνική τραπεζική χρεοκοπία, που θα κλόνιζαν ολόκληρη την Ευρωζώνη. Είναι επομένως καιρός να δούμε λίγο μπροστά. Από εδώ πού βρισκόμαστε σήμερα, πού μπορεί να πάει η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωζώνη και οι υπερχρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου; Θα μπορέσει η Ευρώπη να μειώσει το κοινωνικό της κράτος δίχως να πιέσει την οικονομία ή να προκαλέσει κοινωνικές αναταραχές που θα ανατρέψουν τις κυβερνήσεις και, σε ό,τι αφορά ιδίως τις περιφερειακές χώρες, χωρίς να υπονομεύσουν τις ήδη οριακές συμφωνίες με τους πιστωτές;
Ευτυχώς για την Ευρώπη υπάρχουν καλά νέα από την παγκόσμια οικονομία που θα επηρεάσουν τις απαντήσεις που θα δοθούν σε αυτά τα ζητήματα. Η οικονομία των ΗΠΑ είναι σε σταδιακή ανάκαμψη, έστω και αργή. Οι οικονομίες της Κίνας, της Βραζιλίας και της Ινδίας που έχουν σοβαρή εξάρτηση από τους πελάτες τους στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική επιβραδύνουν μεν, αλλά διαφαίνεται ότι πάνε σε μια σχετικά ήπια προσγείωση αν και η ευρωπαϊκή ύφεση είναι τόσο σύντομη και ήπια όπως προβλέπεται.
Η ευρωπαϊκή οικονομική παραγωγή και ο ευρωπαϊκός πληθυσμός είναι μεγαλύτερος των ΗΠΑ, επομένως η τύχη των 27 κρατών-μελών της ΕΕ αφορά τους πάντες, από τη Νέα Υόρκη ως το Πεκίνο. Ξεκινώντας αρχικά ως ζώνη ελεύθερου εμπορίου η Ευρωζώνη περιέλαβε 17 χώρες με κοινό νόμισμα αλλά αποκλίνουσες οικονομίες, πολιτικές κουλτούρες και θεσμούς, σε ένα μνημειώδες εγχείρημα γεμάτο κινδύνους.
Η συνθήκη της Λισσαβόνας έδινε την έμφαση στην ομοφωνία στη λήψη αποφάσεων. Με κάποια μέλη εντός του ευρώ και άλλα εκτός, και με δεδομένα τα διαφοροποιημένα οικονομικά συμφέροντα και τις αποκλίνουσες νομισματικές και δημοσιονομικές παραδόσεις, ακόμη και μέσα στην Ευρωζώνη οι συμφωνίες επιτυγχάνονται δύσκολα. Κι αυτό μας οδηγεί σε τρία βασικά σενάρια που το καθένα έχει τις δικές του συνεπαγωγές για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία, το χρηματοπιστωτικό και τραπεζικό σύστημα και τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
• Στο πρώτο σενάριο θα βλέπαμε την ανάδυση από την κρίση μιας πιο ενοποιημένης και ομοιογενούς Ευρώπης που θα επιβάλει μεγαλύτερους περιορισμούς στους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών-μελών της προκειμένου να περιορίσει τους κινδύνους. Θα έχουμε δηλαδή μια ισχυρή ευρεία Ευρωζώνη που θα διατρέχει πάντα τον κίνδυνο μιας μελλοντικής νομισματικής κρίσης.
• Στο δεύτερο σενάριο μπορεί να έχουμε μια Ευρωζώνη δύο ή τριών ταχυτήτων που θα περιλαμβάνει ένα ευρώ δύο ταχυτήτων, με τα πιο αδύνατα μέλη να επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν έναν ξεχωριστό ευρώ Β το οποίο θα έχει ελεύθερη διακύμανση έναντι του ευρώ Α των ισχυρότερων οικονομιών. Ένας τέτοιος διακανονισμός θα διατηρούσε ζωντανή την ελπίδα των υπερχρεωμένων κρατών ότι αν καταφέρουν και τα βγάλουν πέρα με τα προβλήματά τους, θα μπορέσουν εύκολα να προσχωρήσουν στο κανονικό ευρώ – πολύ πιο εύκολα από ό,τι αν πήγαιναν σε δικό τους νόμισμα.
• Και στο τρίτο σενάριο βλέπουμε μια πιο αποκεντρωμένη Ευρώπη, με ελάχιστες συμφωνίες για τα άλλα πεδία πλην του εμπορίου και μια πιο ομοιογενή Ευρωζώνη που θα αποτελείται μόνο από τα κράτη του ευρωπαϊκού πυρήνα. Μια τέτοια δομή θα ήταν πολύ πιο δημοφιλής στους πολίτες που δεν είδαν θετικά την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων στις Βρυξέλλες και την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Κάποια σημερινά κράτη μέλη – η Ελλάδα αλλά πιθανότατα κι άλλα – θα επέστρεφαν στα εθνικά τους νομίσματα.
Καμιά απ’ αυτές τις επιλογές δεν είναι εύκολη και η καθεμιά τους ενέχει σοβαρές δυσκολίες και μεγάλους κινδύνους. Όποια επιλογή και να γίνει κατά πάσα πιθανότητα θα συνοδευτεί από πολλά σκαμπανεβάσματα.
Για παράδειγμα, πώς θα μπορέσει η Ελλάδα και η κάθε χώρα να βγει από το ευρώ προκειμένου να μειώσει τους μισθούς της ώστε να ξανακερδίσει τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα και να αποφύγει τις σοβαρές κοινωνικές αναταραχές που θα προκύψουν από την ταχύτατη μείωση του χρέους; Με το που θα ακουστεί ότι η Ελλάδα εξετάζει σοβαρά μια τέτοια κίνηση – και πολύ πριν τυπωθεί η πρώτη δραχμή – οι καταθέσεις σε ευρώ θα φύγουν από τη χώρα.
Κατά συνέπεια η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να επιβάλει κεφαλαιακούς ελέγχους. Κάποια συμβόλαια σε ευρώ θα υπόκεινται στο ελληνικό δίκαιο, κάποια άλλα στο ευρωπαϊκό δίκαιο, και άλλα – για παράδειγμα τα συμβόλαια παραγώγων – στο βρετανικό ή το αμερικανικό δίκαιο. Θα ακολουθήσει νομικό χάος. Παρά ταύτα η εμμονή στο ευρώ και η επιβολή του συνόλου της προσαρμογής τους μισθούς κινδυνεύει να φέρει μεγαλύτερη αναταραχή. Στην πραγματικότητα, ενδέχεται απλά να αναβάλει το αναπόφευκτο.
Τα κράτη και οι αγορές ομολόγων θα θέσουν σε δοκιμασία τη σοβαρότητα του νέου δημοσιονομικού συμφώνου – αν βεβαίως επικυρωθεί. Μπορεί τώρα οι Ευρωπαίοι να διατυπώνουν ένα σκληρό λόγο, όμως η ιστορία αυτών των συμφωνιών δεν εμπνέει καμία αισιοδοξία. Ας μην ξεχνάμε ότι η Γερμανία ήταν η πρώτη χώρα που παραβίασε το ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης το 2002.
Ανεξάρτητα από το πώς θα επιλυθούν ή θα προχωρήσουν κουτσά στραβά τα ζητήματα της διακυβέρνησης και των δημόσιων οικονομικών, οι τράπεζες της Ευρώπης παραμένουν ένα ακανθώδες ζήτημα. Μετά τον χρόνο που τους έδωσε η ΕΚΤ με τη φτηνή 3ετή της ρευστότητα, έχουν τα αναγκαία περιθώρια να αποκαταστήσουν τα κεφάλαιά τους και να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους. Αλλά ενόσω θα το κάνουν αυτό, είναι απίθανο να αυξήσουν το δανεισμό προς τον ιδιωτικό τομέα και να στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν σοβαρότατο πρόβλημα κεφαλαιοποίησης και αντιπροσωπεύουν πολύ μεγαλύτερο μερίδιο δανεισμού για τις ευρωπαϊκές εταιρείες από ό,τι στην Αμερική όπου το μεγαλύτερο μέρος του δανεισμού προέρχεται από τις κεφαλαιαγορές.
Μπορούμε να περιμένουμε περαιτέρω αναταραχή στην Ευρώπη – από τις τράπεζες, το δημόσιο χρέος και την κοινωνία που θα απαντήσει σκληρά ακόμα και σε μέτριες περικοπές του κοινωνικού κράτους – καθώς και αντιμαχόμενα οράματα, τόσο στο εσωτερικό των κρατών όσο και μεταξύ τους σχετικά με το επιθυμητό της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ευρώπη έχει κάνει πολύ δρόμο από τότε που οι ηγέτες της προφήτευαν ότι το ευρώ σύντομα θα ανταγωνίζεται το δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Παρά ταύτα κανείς δεν πρέπει να ξεγράψει την Ευρώπη. Έχει ακόμα μεγάλες δυνάμεις και με τις σωστές μεταρρυθμίσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να επιβιώσει και να επιστρέψει στο τέλος σε μεγαλύτερη ευημερία και σταθερότητα. Αλλά η Ευρώπη παραμένει στην αρχή αυτής της διαδικασίας ανανέωσης και όχι στο τέλος της. Press-GR
Χάρη στη συμφωνία αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους και τα έκτακτα μέτρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας περιορίστηκαν οι πιθανότητες για ένα άτακτο χρεοστάσιο της Ελλάδας ή για μια ξαφνική τραπεζική χρεοκοπία, που θα κλόνιζαν ολόκληρη την Ευρωζώνη. Είναι επομένως καιρός να δούμε λίγο μπροστά. Από εδώ πού βρισκόμαστε σήμερα, πού μπορεί να πάει η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωζώνη και οι υπερχρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου; Θα μπορέσει η Ευρώπη να μειώσει το κοινωνικό της κράτος δίχως να πιέσει την οικονομία ή να προκαλέσει κοινωνικές αναταραχές που θα ανατρέψουν τις κυβερνήσεις και, σε ό,τι αφορά ιδίως τις περιφερειακές χώρες, χωρίς να υπονομεύσουν τις ήδη οριακές συμφωνίες με τους πιστωτές;
Ευτυχώς για την Ευρώπη υπάρχουν καλά νέα από την παγκόσμια οικονομία που θα επηρεάσουν τις απαντήσεις που θα δοθούν σε αυτά τα ζητήματα. Η οικονομία των ΗΠΑ είναι σε σταδιακή ανάκαμψη, έστω και αργή. Οι οικονομίες της Κίνας, της Βραζιλίας και της Ινδίας που έχουν σοβαρή εξάρτηση από τους πελάτες τους στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική επιβραδύνουν μεν, αλλά διαφαίνεται ότι πάνε σε μια σχετικά ήπια προσγείωση αν και η ευρωπαϊκή ύφεση είναι τόσο σύντομη και ήπια όπως προβλέπεται.
Η ευρωπαϊκή οικονομική παραγωγή και ο ευρωπαϊκός πληθυσμός είναι μεγαλύτερος των ΗΠΑ, επομένως η τύχη των 27 κρατών-μελών της ΕΕ αφορά τους πάντες, από τη Νέα Υόρκη ως το Πεκίνο. Ξεκινώντας αρχικά ως ζώνη ελεύθερου εμπορίου η Ευρωζώνη περιέλαβε 17 χώρες με κοινό νόμισμα αλλά αποκλίνουσες οικονομίες, πολιτικές κουλτούρες και θεσμούς, σε ένα μνημειώδες εγχείρημα γεμάτο κινδύνους.
Η συνθήκη της Λισσαβόνας έδινε την έμφαση στην ομοφωνία στη λήψη αποφάσεων. Με κάποια μέλη εντός του ευρώ και άλλα εκτός, και με δεδομένα τα διαφοροποιημένα οικονομικά συμφέροντα και τις αποκλίνουσες νομισματικές και δημοσιονομικές παραδόσεις, ακόμη και μέσα στην Ευρωζώνη οι συμφωνίες επιτυγχάνονται δύσκολα. Κι αυτό μας οδηγεί σε τρία βασικά σενάρια που το καθένα έχει τις δικές του συνεπαγωγές για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία, το χρηματοπιστωτικό και τραπεζικό σύστημα και τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
• Στο πρώτο σενάριο θα βλέπαμε την ανάδυση από την κρίση μιας πιο ενοποιημένης και ομοιογενούς Ευρώπης που θα επιβάλει μεγαλύτερους περιορισμούς στους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών-μελών της προκειμένου να περιορίσει τους κινδύνους. Θα έχουμε δηλαδή μια ισχυρή ευρεία Ευρωζώνη που θα διατρέχει πάντα τον κίνδυνο μιας μελλοντικής νομισματικής κρίσης.
• Στο δεύτερο σενάριο μπορεί να έχουμε μια Ευρωζώνη δύο ή τριών ταχυτήτων που θα περιλαμβάνει ένα ευρώ δύο ταχυτήτων, με τα πιο αδύνατα μέλη να επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν έναν ξεχωριστό ευρώ Β το οποίο θα έχει ελεύθερη διακύμανση έναντι του ευρώ Α των ισχυρότερων οικονομιών. Ένας τέτοιος διακανονισμός θα διατηρούσε ζωντανή την ελπίδα των υπερχρεωμένων κρατών ότι αν καταφέρουν και τα βγάλουν πέρα με τα προβλήματά τους, θα μπορέσουν εύκολα να προσχωρήσουν στο κανονικό ευρώ – πολύ πιο εύκολα από ό,τι αν πήγαιναν σε δικό τους νόμισμα.
• Και στο τρίτο σενάριο βλέπουμε μια πιο αποκεντρωμένη Ευρώπη, με ελάχιστες συμφωνίες για τα άλλα πεδία πλην του εμπορίου και μια πιο ομοιογενή Ευρωζώνη που θα αποτελείται μόνο από τα κράτη του ευρωπαϊκού πυρήνα. Μια τέτοια δομή θα ήταν πολύ πιο δημοφιλής στους πολίτες που δεν είδαν θετικά την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων στις Βρυξέλλες και την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Κάποια σημερινά κράτη μέλη – η Ελλάδα αλλά πιθανότατα κι άλλα – θα επέστρεφαν στα εθνικά τους νομίσματα.
Καμιά απ’ αυτές τις επιλογές δεν είναι εύκολη και η καθεμιά τους ενέχει σοβαρές δυσκολίες και μεγάλους κινδύνους. Όποια επιλογή και να γίνει κατά πάσα πιθανότητα θα συνοδευτεί από πολλά σκαμπανεβάσματα.
Για παράδειγμα, πώς θα μπορέσει η Ελλάδα και η κάθε χώρα να βγει από το ευρώ προκειμένου να μειώσει τους μισθούς της ώστε να ξανακερδίσει τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα και να αποφύγει τις σοβαρές κοινωνικές αναταραχές που θα προκύψουν από την ταχύτατη μείωση του χρέους; Με το που θα ακουστεί ότι η Ελλάδα εξετάζει σοβαρά μια τέτοια κίνηση – και πολύ πριν τυπωθεί η πρώτη δραχμή – οι καταθέσεις σε ευρώ θα φύγουν από τη χώρα.
Κατά συνέπεια η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να επιβάλει κεφαλαιακούς ελέγχους. Κάποια συμβόλαια σε ευρώ θα υπόκεινται στο ελληνικό δίκαιο, κάποια άλλα στο ευρωπαϊκό δίκαιο, και άλλα – για παράδειγμα τα συμβόλαια παραγώγων – στο βρετανικό ή το αμερικανικό δίκαιο. Θα ακολουθήσει νομικό χάος. Παρά ταύτα η εμμονή στο ευρώ και η επιβολή του συνόλου της προσαρμογής τους μισθούς κινδυνεύει να φέρει μεγαλύτερη αναταραχή. Στην πραγματικότητα, ενδέχεται απλά να αναβάλει το αναπόφευκτο.
Τα κράτη και οι αγορές ομολόγων θα θέσουν σε δοκιμασία τη σοβαρότητα του νέου δημοσιονομικού συμφώνου – αν βεβαίως επικυρωθεί. Μπορεί τώρα οι Ευρωπαίοι να διατυπώνουν ένα σκληρό λόγο, όμως η ιστορία αυτών των συμφωνιών δεν εμπνέει καμία αισιοδοξία. Ας μην ξεχνάμε ότι η Γερμανία ήταν η πρώτη χώρα που παραβίασε το ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης το 2002.
Ανεξάρτητα από το πώς θα επιλυθούν ή θα προχωρήσουν κουτσά στραβά τα ζητήματα της διακυβέρνησης και των δημόσιων οικονομικών, οι τράπεζες της Ευρώπης παραμένουν ένα ακανθώδες ζήτημα. Μετά τον χρόνο που τους έδωσε η ΕΚΤ με τη φτηνή 3ετή της ρευστότητα, έχουν τα αναγκαία περιθώρια να αποκαταστήσουν τα κεφάλαιά τους και να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους. Αλλά ενόσω θα το κάνουν αυτό, είναι απίθανο να αυξήσουν το δανεισμό προς τον ιδιωτικό τομέα και να στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν σοβαρότατο πρόβλημα κεφαλαιοποίησης και αντιπροσωπεύουν πολύ μεγαλύτερο μερίδιο δανεισμού για τις ευρωπαϊκές εταιρείες από ό,τι στην Αμερική όπου το μεγαλύτερο μέρος του δανεισμού προέρχεται από τις κεφαλαιαγορές.
Μπορούμε να περιμένουμε περαιτέρω αναταραχή στην Ευρώπη – από τις τράπεζες, το δημόσιο χρέος και την κοινωνία που θα απαντήσει σκληρά ακόμα και σε μέτριες περικοπές του κοινωνικού κράτους – καθώς και αντιμαχόμενα οράματα, τόσο στο εσωτερικό των κρατών όσο και μεταξύ τους σχετικά με το επιθυμητό της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ευρώπη έχει κάνει πολύ δρόμο από τότε που οι ηγέτες της προφήτευαν ότι το ευρώ σύντομα θα ανταγωνίζεται το δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Παρά ταύτα κανείς δεν πρέπει να ξεγράψει την Ευρώπη. Έχει ακόμα μεγάλες δυνάμεις και με τις σωστές μεταρρυθμίσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να επιβιώσει και να επιστρέψει στο τέλος σε μεγαλύτερη ευημερία και σταθερότητα. Αλλά η Ευρώπη παραμένει στην αρχή αυτής της διαδικασίας ανανέωσης και όχι στο τέλος της. Press-GR
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Καμουφλαρισμένη δικτατορία ...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ