2013-02-14 11:33:22
Ζουμπουλάκης Γιάννης
Η υποψήφια για οκτώ Οσκαρ μουσική εκδοχή του αριστουργήματος «Οι άθλιοι» αργεί να σε βάλει στον κόσμο του αλλά όταν αυτό γίνεται, μένεις!,
Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2 :ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη, _ : χωρίς άποψ
«Οι άθλιοι» («Les miserables», Αγγλία, 2012) του Τομ Χούπερ, με τους Χιού Τζάκμαν, Αν Χάθαγουεϊ, Ράσελ Κρόου, Σάσα Μπάρον Κόεν, Ελενα Μπόναμ Κάρτερ, Αμάντα Σέιφριντ
Από την δυναμική εισαγωγή κιόλας των «Αθλίων», όπου βλέπουμε φυλακισμένους να τραγουδούν κωπηλατώντας ρυθμικά κατά την διάρκεια μιας ισχυρότατης θαλασσοταραχής, γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι η τελευταία κινηματογραφική εκδοχή του μνημειώδους (και διαχρονικού) μυθιστορήματος του Βίκτορος Ουγκό θα είναι πολύ διαφορετική από αυτές που έχουμε δει μέχρι σήμερα στο σινεμά.
Και είναι. Εμπνευσμένοι από μια θεατρική επιτυχία που έσπασε ταμεία στο Μπρόντγουεϊ και στο Γουέστ Εντ, οι «Αθλιοι» του Τομ Χούπερ αποτελούν τον ορισμό του κινηματογραφικού μιούζικαλ με τους ηθοποιούς να τραγουδούν συνεχώς, ακόμα στους σύντομους διαλόγους, στα «ναι» και τα «ίσως».
Αν και δυστυχώς δεν έχω δει την παράσταση, μπορώ να υποθέσω ότι με ζωντανούς ηθοποιούς στην σκηνή κάτι τέτοιο μπορεί να λειτουργήσει στην εντέλεια, ακόμα και σε ένα έργο με τα δραματικά θεμέλια των «Αθλίων», που εξιστορεί τις περιπέτειες του Γιάννη Αγιάννη (Χιού Τζάκμαν) του οποίου η ζωή θα γίνει μαρτυρική επειδή έκλεψε μια φρατζόλα ψωμί.
Μόνο που στο σινεμά τα πράγματα έχουν διαφορετικούς κανόνες και με δεδομένο το ότι μιούζικαλ πλέον δεν γυρίζονται συχνά _σχεδόν καθόλου_ το στοίχημα των δημιουργών της ταινίας γίνεται αυτομάτως πολύ πιο ριψοκίνδυνο. Πόσο μάλλον όταν ένας από τους «τραγουδιστές» είναι ο θηριώδης Ράσελ Κρόου στον ρόλο Ιαβέρη, του σκληρού αστυνομικού, άσπονδου εχθρού και αιώνιου κυνηγού του Αγιάννη (επιτέλους ο Κρόου έπαιξε έναν πραγματικά αντιπαθητικό ήρωα που και του ταιριάζει και του χρειαζόταν να κάνει).
Και όμως. Μπορεί να μην συνέβη αμέσως, όμως σταδιακά η μουσικότητα της ταινίας βρήκε την θέση της μέσα μου, είναι ένα στοιχείο που όχι μόνον μπόρεσα να συνηθίσω αλλά εν τέλει, με συνεπήρε. Ιδίως σε ότι αφορά την σπουδαία δουλειά του Τζάκμαν ο οποίος βρίσκεται μέσα σε ένα κλίμα που του ταιριάζει απολύτως.
Ηθοποιός με τεράστια θεατρική εμπειρία, ο Τζάκμαν σε ορισμένα νούμερα είναι πολύ απλά συναρπαστικός (η υποψηφιότητά του στα Οσκαρ είναι απολύτως δικαιολογημένη αν και το μεγάλο φαβορί της ταινίας είναι η Αν Χάθαγουεϊ ως Φαντίν). Στις σκηνές της ταινίας που προσωπικά κράτησα μαζί μου είναι όλο το κομμάτι της αποτυχημένης επανάστασης που κατεστάλη σε μια βραδιά αλλά και το εξαιρετικά δύσκολο μονοπλάνο του Τζάκμαν όπου τον βλέπουμε να τραγουδά με πάθος για την αβεβαιότητά του, όταν ο ιερέας τον οποίο έκλεψε του δίνει μια ακόμη ευκαιρία και δεν τον προδίδει στην αστυνομία.
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΕΛΛΩ - ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ - ΑΘΗΝΑΙΟΝ - ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ - ΑΝΟΙΞΗ ΧΑΙΔΑΡΙ - ΝΑΝΑ – ΧΟΛΑΡΓΟΣ - ΟΣΚΑΡ ΑΧΑΡΝΩΝ- ΙΝΤΕΑΛ – ΦΟΙΒΟΣ – CINERAMA - ΚΗΦΙΣΙΑ - ΣΙΝΕΑΚ, ΠΕΙΡΑΙΑΣ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΒΑΡΚΙΖΑ - ΔΙΑΝΑ, ΜΑΡΟΥΣΙ - ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ – ΟΛΥΜΠΙΟΝ
Πολύ σκληρός αλλά και πολύ μεγάλος
«Πολύ σκληρός για να πεθάνει σήμερα» («A good day to die hard», ΗΠΑ, 2013) του Τζον Μουρ με τους Μπρους Γουίλις, Τζακ Κόρτνεϊ, Σεμπάστιαν Κοχ
Ο τίτλος «Πολύ σκληρός για να πεθάνει» έγινε σκιά στην καριέρα του Μπρους Γουίλις από το 1987, όταν υποδύθηκε για πρώτη φορά τον «άφθαρτο» υπαστυνόμο Τζον Μακ Λέιν στην ταινία του Τζον Μακ Τίρναν. Ηταν τέτοια η εμπορική επιτυχία εκείνης της ταινίας και τόσο θορυβώδης η υποδοχή του κοινού προς τον ήρωα, που σχεδόν αμέσως την ακολούθησε μια αρκετά ικανοποιητική συνέχεια. Και να που σήμερα, 25 χρόνια αργότερα, προκύπτει μια πέμπτη ταινία την ώρα που ο Γουίλις γίνεται 58 χρονών (είναι του 1955)
Αυτή την φορά ο μύθος Μακ Λέιν αποκτά ευρωπαϊκό άρωμα αφού ο γιος του αστυνομικού, που όπως μαθαίνουμε είναι πράκτορας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, θα μπλέξει σε φασαρίες στην Μόσχα όπου ο πατέρας του θα βρεθεί και θα «καθαρίσει» την κατάσταση. Ολοι γνωρίζουμε πια τι περίπου μπορούμε να περιμένουμε από μια ταινία με τόσο βαρύ παρελθόν πίσω της.
Το ερώτημα είναι αν ένας ήρωας όπως ο Μακ Λέιν έχει σήμερα κάτι καινούργιο να προσφέρει στο ούτως ή άλλως κουρασμένο είδος περιπέτειας που εκπροσωπεί. Η όψη του Γουίλις στην ταινία είναι εξίσου κουρασμένη και αναρωτιέται κανείς για το αν υποδυόμενος για μια ακόμη φορά τον Μακ Λέιν ο Γουίλις παίζει περισσότερο μηχανικά παρά οργανικά. Ωστόσο, για να γυριστεί και μια πέμπτη ταινία, σημαίνει ότι ο ήρωας παραμένει αγαπητός στο κοινό εκείνο που θέλει απλώς να μπει στην αίθουσα και να περάσει άνετα δυο ώρες χαζεύοντας..
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες: ΑΕΛΛΩ ΠΑΤΗΣΙΩΝ - ΝΑΝΑ - ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ –
ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ - ODEON STARCITY – STER ΙΛΙΟΝ -
VILLAGE MALL - VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ - VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ - VILLAGE ΡΕΝΤΗ - VILLAGE METRO MALL ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ - STER ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ - VILLAGE COSMOS
Beach boys ,Sugar Mammas και «μάτι»
«Ο παράδεισος του έρωτα» («Paradise: Love», Αυστρία, 2013) του Ούλριχ Ζάιντλε, με τους Μαργκαρέτε Τίζελ, Πίτερ Καζούνγκου, Ινγκε Μάουξ
Πρώτο μέρος της περίφημης «τριλογίας του Παραδείσου» που γύρισε ο αυστριακός σκηνοθέτης Ούλριχ Ζάιντλ, ή αλλιώς ο βασιλιάς της κινηματογραφικής νοσηρότητας και ασχήμιας, όπως έχει ήδη αποδείξει περίτρανα με ταινίες σαν το «Dog days» και το «Import Export».
Στην κάθε ταινία αυτής της τριλογίας, την οποία συμπληρώνουν η «Πίστη» και η «Ελπίδα» (προβλήθηκε στο φεστιβάλ Βερολίνου που πραγματοποιείται αυτές τις μέρες), ο Ζάιντλ χρησιμοποιεί ένα μέλος από την ίδια οικογένεια ως κεντρικό πρόσωπο για να αφηγηθεί μια ιστορία σχετική με την έννοια του κάθε τίτλου.
Ετσι λοιπόν στον «Ερωτα», το θέμα είναι η σαρκική απόλαυση και το πρόσωπο στο πρώτο πλάνο είναι η Τερέζα (Μαργκαρέτε Τίζελ), μια ευτραφής πενηντάρα αυστριακή, η οποία αποφασίζει να ταξιδέψει ως την μακρινή Κένυα προκειμένου να ικανοποιήσει τις βιολογικές ανάγκες της κάνοντας σεξουαλικό τουρισμό.
Παρακολουθούμε τις εμπειρίες της, τις σχέσεις της με τους μαύρους, όπως επίσης και με τους λευκούς που βρίσκονται εκεί για τον ίδιο λόγο. Το χιούμορ, νοσηρό κι αυτό αλλά σίγουρα υπαρκτό, βοηθά ώστε η δική μας εμπειρία να γίνει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη.
Όλα αυτά ωστόσο δεν μπόρεσαν να μου προκαλέσουν κάτι παραπάνω από την «ηδονοβλεπτική περιέργεια» στην οποία ο Ζάιντλε, φυσικά ποντάρει. Το φιλμ θέλει να δώσει την εντύπωση ότι είναι «εσωτερικό» αλλά στην πραγματικότητα είναι επιφανειακό και εικονογραφικό.
Κάποια πλάνα πάντως προκαλούν εικαστικό κυρίως ενδιαφέρον θυμίζοντας πίνακες ζωγραφικής: π.χ. εκείνο της παραλίας όπου οι Beach Boys της Κένυας στέκονται όρθιοι σαν σε πασαρέλα «ποζάροντας» στην λευκή πελατεία ή αλλιώς τις Sugar Mammas όπως αποκαλούν τις πεινασμένες για σεξ ευρωπαίες.
Κατά τα άλλα μια βαρετή και σίγουρα ανούσια ταινία.
Βαθμολογία: 1
Αίθουσες ΕΛΛΗ
Προβάλλονται επίσης
>>> «Το χειρόγραφο της Σαραγόσα» («Rekopis znaleziony w Saragossie», Πολωνία, 1965). Ο ορισμός του κινηματογραφικού λαβύρινθου. Ενας εθιστικός δαίδαλος στον οποίο η μια ιστορία γεννά την άλλη θυμίζοντας τις γνωστές ρώσικες κούκλες, που ανοίγεις το κεφάλι της μιας και βγαίνει μια μικρότερη και μετά μια άλλη και μια άλλη.
Ο υποτιμημένος πολωνός σκηνοθέτης Βόιτσεκ Χάς (στο έργο του οποίο αξίζει κάποια στιγμή να γίνει ένα μεγάλο αφιέρωμα) διασκεύασε ένα απίστευτης πλοκής μυθιστόρημα του κόμη Γιαν Ποτότσκι (κυκλοφορεί στα ελληνικά) όπου ιππότες και παλάτια, μάγοι και πριγκίπισσες, κάστρα και χάνια, συνδράμουν στην δημιουργία ενός τρελού παραμυθιού με φόντο τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Μια σπάνια κινηματογραφική εμπειρία που όποιος αγαπά πραγματικά τον κινηματογράφο οφείλει να έχει υπόψη του. Το γεγονός ότι διαρκεί παραπάνω από τρεις ώρες δεν ενοχλεί στο ελάχιστο. Αντιθέτως, όταν τελειώνει θέλεις κι άλλο!
Να θυμίσουμε όμως και το ότι πριν από μερικά χρόνια το φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας είχε εντάξει το «Χειρόγραφο της Σαραγόσα» σε ένα ειδικό αφιέρωμα στα κρυφά διαμάντια του σινεμά. Παίζουν: Zμπίγκνιου Τσιμπούλσκι, Ιγκα Τσεμπρίνσκα, Ελιζαμπέτα Τσισέβσκα.
Βαθμολογία: 5
Αίθουσες CAPITOL ΖΕΦΥΡΟΣ
>>>»Η αγάπη έρχεται στο τέλος» είναι η πρώτη ταινία του Βασίλη Κεχαγιά, έχει γυριστεί σε πόλεις όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και η Κωνσταντινούπολη και σε αυτήν πρωταγωνιστούν οι Τζωρτζίνα Λιώση, Λεωνίδας Καλφαγιάννης, Κατερίνα Γερονικολού κ.α. (στις αίθουσες Village, στις αίθουσες ODEON και αλλού).
Αναδημοσιευσα Από Βημα
molibixarti
Η υποψήφια για οκτώ Οσκαρ μουσική εκδοχή του αριστουργήματος «Οι άθλιοι» αργεί να σε βάλει στον κόσμο του αλλά όταν αυτό γίνεται, μένεις!,
Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2 :ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη, _ : χωρίς άποψ
«Οι άθλιοι» («Les miserables», Αγγλία, 2012) του Τομ Χούπερ, με τους Χιού Τζάκμαν, Αν Χάθαγουεϊ, Ράσελ Κρόου, Σάσα Μπάρον Κόεν, Ελενα Μπόναμ Κάρτερ, Αμάντα Σέιφριντ
Από την δυναμική εισαγωγή κιόλας των «Αθλίων», όπου βλέπουμε φυλακισμένους να τραγουδούν κωπηλατώντας ρυθμικά κατά την διάρκεια μιας ισχυρότατης θαλασσοταραχής, γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι η τελευταία κινηματογραφική εκδοχή του μνημειώδους (και διαχρονικού) μυθιστορήματος του Βίκτορος Ουγκό θα είναι πολύ διαφορετική από αυτές που έχουμε δει μέχρι σήμερα στο σινεμά.
Και είναι. Εμπνευσμένοι από μια θεατρική επιτυχία που έσπασε ταμεία στο Μπρόντγουεϊ και στο Γουέστ Εντ, οι «Αθλιοι» του Τομ Χούπερ αποτελούν τον ορισμό του κινηματογραφικού μιούζικαλ με τους ηθοποιούς να τραγουδούν συνεχώς, ακόμα στους σύντομους διαλόγους, στα «ναι» και τα «ίσως».
Αν και δυστυχώς δεν έχω δει την παράσταση, μπορώ να υποθέσω ότι με ζωντανούς ηθοποιούς στην σκηνή κάτι τέτοιο μπορεί να λειτουργήσει στην εντέλεια, ακόμα και σε ένα έργο με τα δραματικά θεμέλια των «Αθλίων», που εξιστορεί τις περιπέτειες του Γιάννη Αγιάννη (Χιού Τζάκμαν) του οποίου η ζωή θα γίνει μαρτυρική επειδή έκλεψε μια φρατζόλα ψωμί.
Μόνο που στο σινεμά τα πράγματα έχουν διαφορετικούς κανόνες και με δεδομένο το ότι μιούζικαλ πλέον δεν γυρίζονται συχνά _σχεδόν καθόλου_ το στοίχημα των δημιουργών της ταινίας γίνεται αυτομάτως πολύ πιο ριψοκίνδυνο. Πόσο μάλλον όταν ένας από τους «τραγουδιστές» είναι ο θηριώδης Ράσελ Κρόου στον ρόλο Ιαβέρη, του σκληρού αστυνομικού, άσπονδου εχθρού και αιώνιου κυνηγού του Αγιάννη (επιτέλους ο Κρόου έπαιξε έναν πραγματικά αντιπαθητικό ήρωα που και του ταιριάζει και του χρειαζόταν να κάνει).
Και όμως. Μπορεί να μην συνέβη αμέσως, όμως σταδιακά η μουσικότητα της ταινίας βρήκε την θέση της μέσα μου, είναι ένα στοιχείο που όχι μόνον μπόρεσα να συνηθίσω αλλά εν τέλει, με συνεπήρε. Ιδίως σε ότι αφορά την σπουδαία δουλειά του Τζάκμαν ο οποίος βρίσκεται μέσα σε ένα κλίμα που του ταιριάζει απολύτως.
Ηθοποιός με τεράστια θεατρική εμπειρία, ο Τζάκμαν σε ορισμένα νούμερα είναι πολύ απλά συναρπαστικός (η υποψηφιότητά του στα Οσκαρ είναι απολύτως δικαιολογημένη αν και το μεγάλο φαβορί της ταινίας είναι η Αν Χάθαγουεϊ ως Φαντίν). Στις σκηνές της ταινίας που προσωπικά κράτησα μαζί μου είναι όλο το κομμάτι της αποτυχημένης επανάστασης που κατεστάλη σε μια βραδιά αλλά και το εξαιρετικά δύσκολο μονοπλάνο του Τζάκμαν όπου τον βλέπουμε να τραγουδά με πάθος για την αβεβαιότητά του, όταν ο ιερέας τον οποίο έκλεψε του δίνει μια ακόμη ευκαιρία και δεν τον προδίδει στην αστυνομία.
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΕΛΛΩ - ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡΙ - ΑΘΗΝΑΙΟΝ - ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ - ΑΝΟΙΞΗ ΧΑΙΔΑΡΙ - ΝΑΝΑ – ΧΟΛΑΡΓΟΣ - ΟΣΚΑΡ ΑΧΑΡΝΩΝ- ΙΝΤΕΑΛ – ΦΟΙΒΟΣ – CINERAMA - ΚΗΦΙΣΙΑ - ΣΙΝΕΑΚ, ΠΕΙΡΑΙΑΣ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΒΑΡΚΙΖΑ - ΔΙΑΝΑ, ΜΑΡΟΥΣΙ - ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ – ΟΛΥΜΠΙΟΝ
Πολύ σκληρός αλλά και πολύ μεγάλος
«Πολύ σκληρός για να πεθάνει σήμερα» («A good day to die hard», ΗΠΑ, 2013) του Τζον Μουρ με τους Μπρους Γουίλις, Τζακ Κόρτνεϊ, Σεμπάστιαν Κοχ
Ο τίτλος «Πολύ σκληρός για να πεθάνει» έγινε σκιά στην καριέρα του Μπρους Γουίλις από το 1987, όταν υποδύθηκε για πρώτη φορά τον «άφθαρτο» υπαστυνόμο Τζον Μακ Λέιν στην ταινία του Τζον Μακ Τίρναν. Ηταν τέτοια η εμπορική επιτυχία εκείνης της ταινίας και τόσο θορυβώδης η υποδοχή του κοινού προς τον ήρωα, που σχεδόν αμέσως την ακολούθησε μια αρκετά ικανοποιητική συνέχεια. Και να που σήμερα, 25 χρόνια αργότερα, προκύπτει μια πέμπτη ταινία την ώρα που ο Γουίλις γίνεται 58 χρονών (είναι του 1955)
Αυτή την φορά ο μύθος Μακ Λέιν αποκτά ευρωπαϊκό άρωμα αφού ο γιος του αστυνομικού, που όπως μαθαίνουμε είναι πράκτορας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, θα μπλέξει σε φασαρίες στην Μόσχα όπου ο πατέρας του θα βρεθεί και θα «καθαρίσει» την κατάσταση. Ολοι γνωρίζουμε πια τι περίπου μπορούμε να περιμένουμε από μια ταινία με τόσο βαρύ παρελθόν πίσω της.
Το ερώτημα είναι αν ένας ήρωας όπως ο Μακ Λέιν έχει σήμερα κάτι καινούργιο να προσφέρει στο ούτως ή άλλως κουρασμένο είδος περιπέτειας που εκπροσωπεί. Η όψη του Γουίλις στην ταινία είναι εξίσου κουρασμένη και αναρωτιέται κανείς για το αν υποδυόμενος για μια ακόμη φορά τον Μακ Λέιν ο Γουίλις παίζει περισσότερο μηχανικά παρά οργανικά. Ωστόσο, για να γυριστεί και μια πέμπτη ταινία, σημαίνει ότι ο ήρωας παραμένει αγαπητός στο κοινό εκείνο που θέλει απλώς να μπει στην αίθουσα και να περάσει άνετα δυο ώρες χαζεύοντας..
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες: ΑΕΛΛΩ ΠΑΤΗΣΙΩΝ - ΝΑΝΑ - ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ –
ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ - ODEON STARCITY – STER ΙΛΙΟΝ -
VILLAGE MALL - VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ - VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ - VILLAGE ΡΕΝΤΗ - VILLAGE METRO MALL ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ - STER ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ - VILLAGE COSMOS
Beach boys ,Sugar Mammas και «μάτι»
«Ο παράδεισος του έρωτα» («Paradise: Love», Αυστρία, 2013) του Ούλριχ Ζάιντλε, με τους Μαργκαρέτε Τίζελ, Πίτερ Καζούνγκου, Ινγκε Μάουξ
Πρώτο μέρος της περίφημης «τριλογίας του Παραδείσου» που γύρισε ο αυστριακός σκηνοθέτης Ούλριχ Ζάιντλ, ή αλλιώς ο βασιλιάς της κινηματογραφικής νοσηρότητας και ασχήμιας, όπως έχει ήδη αποδείξει περίτρανα με ταινίες σαν το «Dog days» και το «Import Export».
Στην κάθε ταινία αυτής της τριλογίας, την οποία συμπληρώνουν η «Πίστη» και η «Ελπίδα» (προβλήθηκε στο φεστιβάλ Βερολίνου που πραγματοποιείται αυτές τις μέρες), ο Ζάιντλ χρησιμοποιεί ένα μέλος από την ίδια οικογένεια ως κεντρικό πρόσωπο για να αφηγηθεί μια ιστορία σχετική με την έννοια του κάθε τίτλου.
Ετσι λοιπόν στον «Ερωτα», το θέμα είναι η σαρκική απόλαυση και το πρόσωπο στο πρώτο πλάνο είναι η Τερέζα (Μαργκαρέτε Τίζελ), μια ευτραφής πενηντάρα αυστριακή, η οποία αποφασίζει να ταξιδέψει ως την μακρινή Κένυα προκειμένου να ικανοποιήσει τις βιολογικές ανάγκες της κάνοντας σεξουαλικό τουρισμό.
Παρακολουθούμε τις εμπειρίες της, τις σχέσεις της με τους μαύρους, όπως επίσης και με τους λευκούς που βρίσκονται εκεί για τον ίδιο λόγο. Το χιούμορ, νοσηρό κι αυτό αλλά σίγουρα υπαρκτό, βοηθά ώστε η δική μας εμπειρία να γίνει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη.
Όλα αυτά ωστόσο δεν μπόρεσαν να μου προκαλέσουν κάτι παραπάνω από την «ηδονοβλεπτική περιέργεια» στην οποία ο Ζάιντλε, φυσικά ποντάρει. Το φιλμ θέλει να δώσει την εντύπωση ότι είναι «εσωτερικό» αλλά στην πραγματικότητα είναι επιφανειακό και εικονογραφικό.
Κάποια πλάνα πάντως προκαλούν εικαστικό κυρίως ενδιαφέρον θυμίζοντας πίνακες ζωγραφικής: π.χ. εκείνο της παραλίας όπου οι Beach Boys της Κένυας στέκονται όρθιοι σαν σε πασαρέλα «ποζάροντας» στην λευκή πελατεία ή αλλιώς τις Sugar Mammas όπως αποκαλούν τις πεινασμένες για σεξ ευρωπαίες.
Κατά τα άλλα μια βαρετή και σίγουρα ανούσια ταινία.
Βαθμολογία: 1
Αίθουσες ΕΛΛΗ
Προβάλλονται επίσης
>>> «Το χειρόγραφο της Σαραγόσα» («Rekopis znaleziony w Saragossie», Πολωνία, 1965). Ο ορισμός του κινηματογραφικού λαβύρινθου. Ενας εθιστικός δαίδαλος στον οποίο η μια ιστορία γεννά την άλλη θυμίζοντας τις γνωστές ρώσικες κούκλες, που ανοίγεις το κεφάλι της μιας και βγαίνει μια μικρότερη και μετά μια άλλη και μια άλλη.
Ο υποτιμημένος πολωνός σκηνοθέτης Βόιτσεκ Χάς (στο έργο του οποίο αξίζει κάποια στιγμή να γίνει ένα μεγάλο αφιέρωμα) διασκεύασε ένα απίστευτης πλοκής μυθιστόρημα του κόμη Γιαν Ποτότσκι (κυκλοφορεί στα ελληνικά) όπου ιππότες και παλάτια, μάγοι και πριγκίπισσες, κάστρα και χάνια, συνδράμουν στην δημιουργία ενός τρελού παραμυθιού με φόντο τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Μια σπάνια κινηματογραφική εμπειρία που όποιος αγαπά πραγματικά τον κινηματογράφο οφείλει να έχει υπόψη του. Το γεγονός ότι διαρκεί παραπάνω από τρεις ώρες δεν ενοχλεί στο ελάχιστο. Αντιθέτως, όταν τελειώνει θέλεις κι άλλο!
Να θυμίσουμε όμως και το ότι πριν από μερικά χρόνια το φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας είχε εντάξει το «Χειρόγραφο της Σαραγόσα» σε ένα ειδικό αφιέρωμα στα κρυφά διαμάντια του σινεμά. Παίζουν: Zμπίγκνιου Τσιμπούλσκι, Ιγκα Τσεμπρίνσκα, Ελιζαμπέτα Τσισέβσκα.
Βαθμολογία: 5
Αίθουσες CAPITOL ΖΕΦΥΡΟΣ
>>>»Η αγάπη έρχεται στο τέλος» είναι η πρώτη ταινία του Βασίλη Κεχαγιά, έχει γυριστεί σε πόλεις όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και η Κωνσταντινούπολη και σε αυτήν πρωταγωνιστούν οι Τζωρτζίνα Λιώση, Λεωνίδας Καλφαγιάννης, Κατερίνα Γερονικολού κ.α. (στις αίθουσες Village, στις αίθουσες ODEON και αλλού).
Αναδημοσιευσα Από Βημα
molibixarti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Έκοψαν το συσσίτιο από Λαρισαία μητέρα οκτώ παιδιών!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μυστική συνάντηση Τσίπρα – Ρούμπιν στην Αθήνα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ