2013-02-16 18:56:07
ΠΗΓΗ: CASSS
Β. Βιλιάρδος
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ Ν. ΑΦΡΙΚΗΣ: Εάν ήθελε μία ισχυρή δύναμη να λεηλατήσει μία χώρα, την ιδιωτική και τη δημόσια περιουσία της, θα έπρεπε να τοποθετήσει τους ανθρώπους της σε τρία σημεία: στο υπουργείο οικονομικών, στην κεντρική της τράπεζα και στο ταμείο αποκρατικοποιήσεων
“Καθώς οι πιο σημαντικές συμφωνίες ιδιωτικοποιήσεων υπογράφονται πάντα εν μέσω οικονομικών ή πολιτικών κρίσεων, δεν υπάρχει ποτέ μία σαφής νομοθεσία, ή έστω ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο – η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι χαοτική, οι τιμές είναι ρευστές και οι συνειδήσεις των πολιτικών ελαστικές..…Μέχρι το 1990, πριν από την «κρίση της τεκίλας» δηλαδή, μόνο μία από τις τράπεζες του Μεξικού ανήκε σε ξένους. Μετά την κρίση όμως, στις αρχές του 2000, είκοσι τέσσερις από τις τριάντα τράπεζες «περιήλθαν» σε ξένα χέρια.
Οι ιδιωτικοποιήσεις αποδείχθηκαν τόσο επικερδείς, ώστε πολλές από τις πολυεθνικές των Η.Π.Α., οι οποίες είχαν «αλώσει» τον ευρύτερο δημόσιο τομέα της ίδιας της υπερδύναμης, έβλεπαν με απληστία τις κρατικές αρμοδιότητες (παιδεία, υγεία, στρατός, δημόσια διοίκηση, αστυνομία, φυλακές κλπ.), ως την επόμενη πηγή για άμεσα κέρδη
. Απλούστερα, στόχος τους ήταν η πλήρης αποκρατικοποίηση της εξουσίας, με την εγκατάσταση άβουλων, τυπικών κυβερνήσεων, οι οποίες θα κατευθύνονταν απολυταρχικά από το σκοτεινό παρασκήνιο – ένα θέατρο σκιών”.
Άρθρο
Όπως έχουμε ήδη αναλύσει, ενώ διεξάγονταν θετικά για τη Ν. Αφρική οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης Nelson Mandela με το ΔΝΤ κλπ. στο πολιτικό σκέλος, απαιτήθηκε από τους υπευθύνους για την οικονομική πολιτική της χώρας η μετατροπή της κεντρικής τράπεζας της σε έναν ανεξάρτητο οργανισμό, ο οποίος θα λειτουργούσε με απόλυτη αυτονομία από την εκλεγμένη κυβέρνηση – σαν ένα κυρίαρχο «κράτος εν κράτει» ουσιαστικά, στο οποίο δεν θα παρέμβαιναν οι εκλεγμένοι νομοθέτες (όπως ακριβώς συμβαίνει στη χώρα μας).
Παρά το ότι τότε διατυπώθηκε αμέσως από τους πολιτικούς της χώρας η απορία, σε ποιόν θα «λογοδοτούσε» η ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα (στο ΔΝΤ, στο Χρηματιστήριο, στην BIS;), οι έμπειροι διαπραγματευτές της «Δύσης» κατόρθωσαν να επιβάλλουν μονομερώς τη θέληση τους - ταυτόχρονα με την «άλωση» του Υπουργείου Οικονομικών, στο οποίο τοποθέτησαν έναν δικό τους έμπιστο πολιτικό. Όπως είπαν χαρακτηριστικά κάποιοι διακεκριμένοι Πολίτες της Νοτίου Αφρικής, οι οποίοι τότε σχολίασαν τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν:
“Δεν μας άφησαν ποτέ ελεύθερους. Απλώς έβγαλαν την αλυσίδα από το λαιμό μας και την έβαλαν στους αστραγάλους μας…. Οι μεγάλες επιχειρήσεις, μας δήλωσαν ουσιαστικά ότι θα κρατήσουν τα πάντα και εμείς θα κυβερνάμε μόνο κατ’ όνομα. Μπορούσαμε δηλαδή να έχουμε την πολιτική εξουσία μετά από πολλά χρόνια αγώνων, μπορούσαμε φαινομενικά να κυβερνάμε, αλλά η πραγματική διακυβέρνηση θα βρισκόταν στα χέρια των άλλων”.
Περαιτέρω, αυτό που συνέβη στη συνέχεια των διαπραγματεύσεων ήταν το ότι η κυβέρνηση «παγιδεύτηκε», χωρίς δυστυχώς να το αντιληφθεί, σε ένα είδος ιστού της αράχνης – «υφασμένου» από μυστηριώδεις κανόνες και υπόγειες ρυθμίσεις, οι οποίες αποσκοπούσαν στο να «οριοθετήσουν», καθώς επίσης να περιορίσουν την εξουσία των δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών της χώρας. Όταν λοιπόν θέλησε η νέα κυβέρνηση να υλοποιήσει τα οράματα της, ανακάλυψε ότι η πραγματική εξουσία, η οικονομική, βρισκόταν στα χέρια άλλων.
Για παράδειγμα, δεν μπορούσε να αναδιανείμει τη γη, επειδή το νέο Σύνταγμα προστάτευε την ατομική ιδιοκτησία και καθιστούσε πρακτικά αδύνατη την όποια αγροτική μεταρρύθμιση. Εκτός αυτού, δεν ήταν δυνατόν να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, αφού εκατοντάδες εργοστάσια της χώρας ήταν έτοιμα να κλείσουν - επειδή η κυβέρνηση είχε υπογράψει τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (του μετέπειτα ΠΟΕ), η οποία απαγόρευε την αναγκαία επιδότηση των τοπικών επιχειρήσεων.
Ίσως οφείλουμε να επισημάνουμε εδώ ότι, χωρίς κάποια προστασία και επιδοτήσεις, είναι σχεδόν αδύνατη η επαναβιομηχανοποίηση μίας χώρας - η αναβίωση δηλαδή του κατεστραμμένου παραγωγικού της ιστού (όπως απαιτείται σήμερα στην Ελλάδα, εάν θέλουμε πράγματι να επιλύσουμε το τεράστιο πρόβλημα του πάγια αρνητικού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών μας, το οποίο ουσιαστικά ευθύνεται τα μέγιστα για το εξωτερικό τουλάχιστον χρέος μας).
Συνεχίζοντας στη Νότια Αφρική, η διανομή δωρεάν φαρμάκων για την καταπολέμηση του aids απαγορευόταν, αφού μία τέτοια απόφαση παραβίαζε τα πνευματικά δικαιώματα ιδιοκτησίας, τα οποία προστάτευε ο ελεγχόμενος από την υπερδύναμη Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου - στον οποίο είχε προσχωρήσει η Νότια Αφρική, κατ’ απαίτηση βέβαια των δανειστών της. Η διάθεση περισσότερου χρήματος προϋπέθετε φυσικά τη σύμφωνη γνώμη της ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας, η οποία δεν την παρείχε.
Η δωρεάν ύδρευση δεν ήταν επίσης εφικτή, αφού η Παγκόσμια Τράπεζα, μέσω της ομάδας οικονομολόγων που είχε στείλει στη χώρα, είχε μετατρέψει σε κανόνα, σε υποχρέωση δηλαδή, τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις κοινωφελείς επιχειρήσεις. Τέλος, εάν η κυβέρνηση ήθελε να αυξήσει τους μισθούς, δεν της επιτρεπόταν, λόγω του δανείου ύψους 850 εκ. $ από το ΔΝΤ, το οποίο επέβαλλε «συγκράτηση των μισθών».
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η οποιαδήποτε μη υποταγή στους κανόνες και στους περιορισμούς που επέβαλλαν το ΔΝΤ και όλοι οι υπόλοιποι «συνεργοί» του, θα θεωρούταν απόδειξη επικίνδυνης εθνικής αφερεγγυότητας («αναξιοπιστίας της χώρας», όπως ισχυρίζονται σήμερα «καθ’ εικόνα και ομοίωση» οι δικοί μας πολιτικοί), έλλειψη αφοσίωσης στην εφαρμογή των «μεταρρυθμίσεων» και απουσία ενός βασισμένου σε κανόνες συστήματος – με αποτέλεσμα τη διακοπή της χορήγησης βοήθειας («δόσεων» από το ΔΝΤ), καθώς επίσης τη φυγή των ξένων κεφαλαίων.
Συνεχίζοντας, τόσο η δήθεν «ανεξάρτητη» κεντρική τράπεζα, όσο και το «υπό κηδεμονία» Υπουργείο Οικονομικών, επέβλεπαν άγρυπνα την πιστή τήρηση των εντολών - οπότε φυσικά επαναλήφθηκε η γνωστή ιστορία:
Η κυβέρνηση, «γονατισμένη» από το χρέος και υφιστάμενη διεθνείς πιέσεις, προκειμένου να ιδιωτικοποιήσει τις κοινωφελείς επιχειρήσεις, άρχισε σύντομα να αυξάνει τις τιμές των παρεχομένων υπηρεσιών (εισιτήρια, ηλεκτρικό ρεύμα κλπ.), να μειώνει τους μισθούς, να διασύρει τους αντιρρησίες και να «ξεπουλάει» δημόσια περιουσία - με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, εκατομμύρια άνθρωποι να εξαθλιωθούν, μη έχοντας πλέον ηλεκτρικό ρεύμα και νερό, επειδή δεν μπορούσαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς.
Όσο για τα πλούσια ορυχεία, τις τράπεζες και τις μονοπωλιακές βιομηχανίες, των οποίων την εθνικοποίηση ζητούσε ο Mandela, παρέμειναν στα χέρια τεσσάρων εταιρικών κολοσσών - οι οποίοι ελέγχουν πλέον το 80% του χρηματιστηρίου της χώρας. Μεταξύ των ετών 1997 και 2004, η κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής πούλησε δεκαοκτώ δημόσιες εταιρείες, συγκεντρώνοντας 4 δις $, τα οποία διατέθηκαν στην εξυπηρέτηση των δανείων των διεθνών τοκογλύφων – χωρίς να μειωθεί φυσικά το δημόσιο χρέος.
Το «πικρό φάρμακο» λοιπόν του ΔΝΤ, το οποίο προβλέπει (με τη βοήθεια μίας εντελώς ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας και ενός σκιώδους Υπουργείου Οικονομικών) περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, περικοπές στις κρατικές δαπάνες, ελαστικότητα στην εργασία, απελευθέρωση όλων των κλειστών επαγγελμάτων, ενίσχυση του ελευθέρου εμπορίου, περιορισμένους ελέγχους στη ροή των κεφαλαίων κλπ., αποδείχθηκε στην κυριολεξία θανατηφόρο για την συντριπτική πλειοψηφία των Πολιτών της Ν. Αφρικής – όπως και για όλες σχεδόν τις χώρες, στις οποίες «εισέβαλλαν» οι σύνδικοι του διαβόλου.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΙ
Με βάση τα παραπάνω υποθέτουμε πως, εάν ήθελε κάποιος να λεηλατήσει μία χώρα, τόσο όσον αφορά την ιδιωτική, όσο και τη δημόσια περιουσία της, θα έπρεπε να τοποθετήσει κάποιους «δικούς» του ανθρώπους, σε τρία βασικά σημεία: στο υπουργείο οικονομικών, στην κεντρική της τράπεζα, καθώς επίσης στο ταμείο αποκρατικοποιήσεων (Τράπεζα της Ελλάδας και ΤΑΙΠΕΔ, στο υποθετικό παράδειγμα της χώρας μας).
Εάν τα κατάφερνε, δεν θα είχε ασφαλώς ανάγκη ούτε τον πρωθυπουργό, ούτε την κυβέρνηση και σε καμία περίπτωση τα κόμματα, τους βουλευτές και τη Βουλή - αφού όλοι αυτοί είναι πολύ εύκολο να σιωπήσουν, είτε εκβιαζόμενοι, είτε χρηματιζόμενοι, είτε χειραγωγούμενοι εν αγνοία τους, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Ειδικότερα τα εξής:
(α) Υπουργείο Οικονομικών: Είναι προφανές ότι, μέσω της συγκεκριμένης υπηρεσίας, προϊσταμένης όλων των εφοριών, καθώς επίσης των λοιπών εισπρακτικών, διωκτικών και άλλων μηχανισμών του κράτους, έχει τη δυνατότητα να «μεταφέρει» κανείς μεγάλο μέρος της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων (επιχειρήσεων και νοικοκυριών), μεθοδικά και σταδιακά, στα δημόσια ταμεία – από εκεί στους δανειστές (εξόφληση των τόκων του δημοσίου χρέους), ή απλά στα έσοδα του προϋπολογισμού, δημιουργώντας πλεονάσματα.
Για παράδειγμα, μέσα από τη φορολογία των ιδιωτικών ακινήτων, η συνολική αξία των οποίων υπερβαίνει κατά πολύ το 1 τρις €, θα μπορούσε να εξοφληθεί ολοσχερώς το δημόσιο χρέος – μέσω ειδικής εισφοράς και με έναν «μακροπρόθεσμο συντελεστή» της τάξης του 25%. Με την υιοθέτηση μίας τέτοιας φορολογίας, για μία περίοδο πάνω από είκοσι έτη, αντιμετώπισε το χρέος της η Γερμανία μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο (άρθρο μας) – ενώ, αν και η μέθοδος αυτή είναι μη συμβατή με την έννοια της ιδιοκτησίας στο καπιταλιστικό σύστημα, αφού πρόκειται εμφανώς για δήμευση περιουσίας, θα μπορούσε να επιβληθεί από τους δανειστές, εάν «καταλάμβαναν» το συγκεκριμένο υπουργείο.
Ο διασυρμός των πολιτών, οι κατηγορίες εναντίον τους για συλλογική φοροδιαφυγή, η δημόσια διαπόμπευση, οι εξοντωτικές ποινές, η συστηματική «παραγωγή» ενόχων και ενοχών, η τοποθέτηση της μίας κοινωνικής ομάδας απέναντι στην άλλη, η τρομοκρατία κοκ. είναι μερικές από τις μεθόδους - οι οποίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, για την επίτευξη τέτοιου είδους στόχων, από τη συγκεκριμένη «υπηρεσία».
(β) Τράπεζα της Ελλάδας: Η ΤτΕ, η κεντρική δηλαδή τράπεζα της χώρας μας, είναι η εποπτική αρχή των εμπορικών τραπεζών και υποχρεωτικά ένας από τους μετόχους της ΕΚΤ – όπως όλες οι άλλες τράπεζες της Ευρωζώνης. Εν τούτοις, δεν ανήκει στο κράτος ενώ, κατά έναν παράδοξο τρόπο (μοναδικό σχεδόν φαινόμενο παγκοσμίως), είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο. Η μετοχική της σύνθεση είναι η παρακάτω:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Η τράπεζα της Ελλάδος
Τράπεζα της Ελλάδος
Ελληνικό Δημόσιο
Ελεύθερη διασπορά
Μετοχική σύνθεση
8,93%
91,07%
Αριθμός μετοχών
1,80 εκ.
18,10 εκ.
Αξία 15.02.13*
30,6 εκ. €
311,7 εκ. €
* Τιμή μετοχής 17,23 €
Πηγή: capital
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, η Ελλάδα συμμετέχει μόλις με 8,93% στο μετοχικό κεφάλαιο της ΤτΕ, ενώ όλοι οι υπόλοιποι μέτοχοι είναι άγνωστοι - με λιγότερο από 5% μερίδια, αφού διαφορετικά θα εμφανίζονταν στη μετοχική της σύνθεση. Ιστορικά δε, η ΤτΕ ιδρύθηκε το 1927/28, επειδή η Εθνική Τράπεζα, η οποία είχε το δικαίωμα δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά, το εκδοτικό προνόμιο δηλαδή από το 1841 (ιδρύθηκε ουσιαστικά από τον οίκο Rothschild, σε συνεργασία με Έλληνες), δεν δέχθηκε να «τυπώσει» χρήματα για τη χρηματοδότηση της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Περαιτέρω, στα τέλη Μαρτίου του 2012 ανακοινώθηκε η γενική συνέλευση της ΤτΕ με θέμα, μεταξύ άλλων, την επέκταση της αδείας της, ενώ στα μέσα Μαρτίου του 2012 η ΕΚΤ αποδέχθηκε τις εισηγήσεις της ΤτΕ, για επέκταση της διάρκειας της κατά 30 χρόνια (από το 2020 έως το 2050). Ουσιαστικά λοιπόν ανανεώθηκε το εκδοτικό δικαίωμα της ΤτΕ (εάν το έχανε, τα προνόμια της θα επανερχόταν στο κράτος), ενώ το Κοινοβούλιο ψήφισε την αλλαγή του καταστατικού της στα τέλη Δεκεμβρίου του 2012 (μετά από τέσσερις συνεδριάσεις της αρμόδιας επιτροπής - όλα αυτά, επιφυλασσόμενοι για την ακρίβεια των μη διασταυρωμένων πληροφοριών μας).
Η θέση της συγκεκριμένης τράπεζας, από την οποία εξαρτάται αφενός μεν η λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος (παροχή ρευστότητας, ELA, Target II κλπ.), αφετέρου η χρηματοδότηση του κράτους, είναι προφανώς αποφασιστική, εάν θέλει κανείς να ελέγξει μία χώρα – πόσο μάλλον όταν η εξάρτηση των εμπορικών τραπεζών από αυτήν, ειδικά σε περιόδους όπως η σημερινή (υπερχρέωση στα όρια της χρεοκοπίας), είναι η μεγαλύτερη δυνατή (ενώ από τις εμπορικές τράπεζες εξαρτώνται άμεσα τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και τα νοικοκυριά, με «δεσμευμένο» ένα μεγάλο μέρος της ακίνητης και κινητής περιουσίας των Ελλήνων).
(γ) Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων: Μέσω της συγκεκριμένης υπηρεσίας, είναι δυνατόν να μεταφερθεί ένα μεγάλο μέρος της κρατικής περιουσίας στα δημόσια ταμεία και από αυτά στους πιστωτές της χώρας μας – ενώ είναι πλέον σαφές ότι, «η Ελλάδα προγραμματίζει ένα πραγματικό ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας» (πηγή: Εφημερίδα της Ζυρίχης, ΝΖΖ 26.03.2012).
Την ίδια στιγμή, η ιδιοκτησία των μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων είναι επίσης δυνατόν να μεταφερθεί σε πολυεθνικούς κολοσσούς - οι οποίοι, στη συνέχεια, θα αυξήσουν τις τιμές όλων των υπηρεσιών που προσφέρονται (νερό, ηλεκτρικό κλπ.), δεν θα πληρώνουν φόρους (φοροαποφυγή) και κυριολεκτικά θα θησαυρίσουν (προφανώς δεν θα αφήσουν παραπονεμένους αυτούς που τις επιλέγουν).
Αναλυτικότερα, όφειλαν αρχικά να εισρεύσουν στα δημόσια ταμεία 50 δις €, εντός πέντε ετών (15 δις € έως το τέλος του 2012!) - από την πώληση της κρατικής περιουσίας, καθώς επίσης από την παροχή αδειών αποκλειστικής χρήσης (συχνότητες κλπ.). Το ποσόν αυτό ισοδυναμεί περίπου με το 25% του ΑΕΠ της χώρας μας – όταν εντός των περασμένων τριάντα ετών, από το 1977 έως το 2007, τα συνολικά έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις ήταν της τάξης του 14% του ΑΕΠ.
Για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου, δημιουργήθηκε το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ), στα πρότυπα της γερμανικής «Treuhand» – μέσω της οποίας ουσιαστικά λεηλατήθηκε η πρώην Ανατολική Γερμανία από τη Δυτική. Σύμφωνα δε με τη γερμανική εφημερίδα «Die Zeit» (04.07.2012), “η ιστοσελίδα του ΤΑΙΠΕΔ μοιάζει με ένα διαδικτυακό κατάστημα, το οποίο προσπαθεί να προσελκύσει ισχυρούς κεφαλαιακά επενδυτές από το εξωτερικό”.
Ουσιαστικά πωλούνται τα πάντα, σε τιμές ευκαιρίας – όπως η ΔΕΗ, η ΔΕΠΑ, η ΕΥΔΑΠ, η ΕΥΑΘ, ο ΟΠΑΠ, λιμάνια, αεροδρόμια, εθνικοί οδοί, ακίνητα, οικόπεδα, κλπ. Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα (σε δις €)
Περιουσιακά στοιχεία
Αριθμός
Προϋπολογισμένη αξία
Περίοδος πώλησης
Εισηγμένες εταιρείες
11
3,4
2012-15
Μη εισηγμένες εταιρείες
13
2,9
2012-15
Υποδομές
12
6,4
2012-15
Τυχ. παιχνίδια/ψηφιακά δικαιώματα
7
2,1
2012-15
Χρηματοπιστωτικός τομέας (assets)
-
16,0
2012-16
Ακίνητα
49
1,0
2012-20
Οικόπεδα
70.000
18,2
2012-22
Σύνολα
50,0
Πηγή: IMF 2012, 30.
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Μέχρι στιγμής, η πρόοδος των αποκρατικοποιήσεων (αναλυτικά στο άρθρο μας «Η παγίδα των ιδιωτικοποιήσεων») είναι περιορισμένη, με αποτέλεσμα να έχουν αναθεωρηθεί τόσο οι χρονικοί στόχοι, όσο και τα αναμενόμενα έσοδα – γεγονός που ενδεχομένως είναι σκόπιμο, έτσι ώστε να υποχρεώνεται συνεχώς το κράτος να μειώνει όλο και περισσότερο τις τιμές πώλησης.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με απολύτως αξιόπιστα διεθνή οικονομικά ινστιτούτα, “Οι χώρες υποχρεώνονται σε ιδιωτικοποιήσεις από ιδεολογικής πλευράς και όχι λόγω αύξησης της ανταγωνιστικότητας τους…..Οι πιέσεις για ιδιωτικοποιήσεις δεν έχουν στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού αφού, εάν πράγματι είχαν αυτό το στόχο, θα ήταν προτιμότερο να διενεργούνται σταδιακά, όταν, εάν και εφόσον εξασφαλίζονταν οι καλύτερες δυνατές τιμές, συνθήκες πώλησης ή/και μακροπρόθεσμης ενοικίασης” (πηγή: Friedrich Ebert Stiftung).
Συνεχίζοντας, εκτός όλων των υπολοίπων «αυθαιρεσιών» που ακούγονται, όσο αφορά τις αποκρατικοποιήσεις, δεν υπάρχει καμία εμπειρική απόδειξη του ισχυρισμού ότι, ένας μικρός κρατικός τομέας, με ιδιωτικοποιημένες τις δημόσιες υπηρεσίες και εταιρείες, αυξάνει την ανταγωνιστικότητα μίας χώρας. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν χώρες με μεγάλο δημόσιο τομέα και υψηλή ανάπτυξη, καθώς επίσης χώρες με μικρό δημόσιο τομέα και μικρή ανάπτυξη.
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα ξανά με το γερμανικό ινστιτούτο «Friedrich Ebert Stiftung», “Οι σχεδιαζόμενες ιδιωτικοποιήσεις στον ευρωπαϊκό νότο θα τραυματίσουν σοβαρά ή θα καταστρέψουν το κοινωνικό κράτος – ενώ με τον τρόπο αυτό θα περιοριστούν σημαντικά οι δυνατότητες οικονομικής, κοινωνικής και διαρθρωτικής πολιτικής όλων αυτών των κρατών, με αποτέλεσμα να κορυφωθεί η εξάρτηση τους από το διεθνές κεφάλαιο”.
Περαιτέρω, “Μία πρώτη συνέπεια των σχεδίων ιδιωτικοποίησης στην Ελλάδα θα είναι η μαζική μείωση της απασχόλησης – δηλαδή, η ραγδαία αύξηση της ανεργίας. Σε εκείνες τις δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίες προγραμματίζεται να πουληθούν, χάθηκε μέσα σε δύο μόνο έτη το 44% των θέσεων εργασίας – μέσω πρόωρης συνταξιοδότησης κλπ. Εκτός αυτού, σε όλες τις υπόλοιπες θέσεις εργασίας, υπήρξαν μειώσεις μισθών έως και 40% (πηγή: Κομισιόν 2012e:24, 40)…. Κυρίως δε στην Υγεία και στην Παιδεία, η μαζική μείωση των θέσεων εργασίας είναι απολύτως εις βάρος της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχονται”.
Όπως φαίνεται λοιπόν καθαρά από την παραπάνω ανάλυση και χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, εάν μία χώρα χάσει τον έλεγχο των τριών βασικών της «οικονομικών πυλώνων», η καταστροφή της είναι δεδομένη – ενώ από τον πρώτο «πυλώνα» είναι δυνατόν να «ενορχηστρωθεί» μία επίθεση στην ιδιωτική περιουσία, από το δεύτερο στη χρηματοπιστωτική και από τον τρίτο στη δημόσια: η τέλεια καταιγίδα.
Η.Π.Α. ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Οι Η.Π.Α., έχοντας μεγάλη εμπειρία από το παρελθόν, προτιμούν τις ιδιωτικοποιήσεις και την κατάληψη μίας χώρας «από τα αριστερά» – επειδή τότε οι αντιδράσεις των πολιτών είναι οι ελάχιστες δυνατές. Ξεκινώντας αρκετά χρόνια πριν με δικτατορικά καθεστώτα για την επιβολή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής τους με διαδικασίες «εξπρές» (σοκ και δέος), επέλεξαν στη συνέχεια τα δήθεν δημοκρατικά, αργότερα τα σοσιαλιστικά ή τις κυβερνήσεις συνεργασίας (Τουρκία), καταλήγοντας σήμερα στα αριστερά – μία εύλογη προφανώς απόφαση, αφού στερεί πλέον τις εναλλακτικές δυνατότητες των πολιτών.
Η Γερμανία, αντίθετα, έχοντας περιορισμένη εμπειρία και με αφετηρία την Ελλάδα, προτιμά τη λεηλασία και την κατάληψη μίας χώρας από τα δεξιά - ενώ εμείς, πλέοντας μεταξύ της «Σκύλας και της Χάρυβδη»ς, φαίνεται πως έχουμε την «ελεύθερη επιλογή του δημίου» - αυτού δηλαδή που τελικά θα υποδουλώσει και θα λεηλατήσει την πατρίδα μας, πετώντας την τελικά, σαν τη στυμμένη λεμονόκουπα, στα σκουπίδια της Ιστορίας.
Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι δεν θα πέσουμε στην παγίδα ούτε του ενός, ούτε του άλλου – επιλέγοντας την κατάλληλη πολυκομματική πολιτική ηγεσία (πριν εκποιηθούν οι δημόσιες επιχειρήσεις), η οποία θα πρέπει να μας υποσχεθεί αλλαγή του συντάγματος, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις (άμεση δημοκρατία) της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, καθώς επίσης στην ψήφιση των βασικών νόμων (αφού έχει περάσει πλέον η εποχή των «σωτήρων», οι οποίοι οδήγησαν τελικά τη χώρα μας στη χρεοκοπία).
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ειδικά όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις μέσω συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ ή PPPs – Private Public Partnerships), έχει αποδειχθεί πολλές φορές, στα πλαίσια της σημερινής κρίσης χρέους ότι, επιβαρύνουν σε τελική ανάλυση περισσότερο τους φορολογουμένους, σε σχέση με το εάν αναλάμβανε τις υπηρεσίες αυτές το δημόσιο.
Η Πορτογαλία, η οποία έπεσε δυστυχώς στην παγίδα των ΣΔΙΤ καθ’ υπόδειξη της Τρόικας, δημιουργώντας πολλές τέτοιες εταιρείες, σταμάτησε την όλη διαδικασία – με εντολή του ΔΝΤ, το οποίο τάχθηκε ανοιχτά εναντίον των ΣΔΙΤ, κατανοώντας τελικά ότι αποτελούν ένα μη ελεγχόμενο μελλοντικό χρηματοπιστωτικό ρίσκο, για τη χώρα που τα υιοθετεί.
Ολοκληρώνοντας, επειδή υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι προσπαθούν να πείσουν τους Έλληνες ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, εκτός από αυτές που μας επιβάλλονται με τα εγκληματικά μνημόνια, υπενθυμίζουμε κάποιες στο άρθρο μας «Λιτότητα, δραχμή ή αναδιάρθρωση», από τις 19 Ιουνίου του 2011. Επίσης πολλά άλλα κείμενα, τόσο από το παρελθόν, όσο και πρόσφατα, αφού οι κατάσταση μίας οικονομίας δεν είναι προφανώς στατική, αλλά δυναμική.
Σε κάθε περίπτωση λύσεις υπάρχουν και είναι πάρα πολλές - αρκεί να το θελήσουν πραγματικά οι Έλληνες πολίτες οι οποίοι, από σήμερα και στο μέλλον, θα είναι οι πραγματικοί υπεύθυνοι τυχόν λεηλασίας της πλούσιας, πολλαπλά προικισμένης πατρίδας τους. Η ανοχή άλλωστε είναι συνώνυμη με την αποδοχή οπότε, εφόσον οι πολίτες συνεχίσουν να μην αντιδρούν, τότε σημαίνει πως συμφωνούν με όλα όσα αποφασίζονται για τη χώρα τους.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 16. Φεβρουαρίου 2013
[email protected]
Β. Βιλιάρδος
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ Ν. ΑΦΡΙΚΗΣ: Εάν ήθελε μία ισχυρή δύναμη να λεηλατήσει μία χώρα, την ιδιωτική και τη δημόσια περιουσία της, θα έπρεπε να τοποθετήσει τους ανθρώπους της σε τρία σημεία: στο υπουργείο οικονομικών, στην κεντρική της τράπεζα και στο ταμείο αποκρατικοποιήσεων
“Καθώς οι πιο σημαντικές συμφωνίες ιδιωτικοποιήσεων υπογράφονται πάντα εν μέσω οικονομικών ή πολιτικών κρίσεων, δεν υπάρχει ποτέ μία σαφής νομοθεσία, ή έστω ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο – η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι χαοτική, οι τιμές είναι ρευστές και οι συνειδήσεις των πολιτικών ελαστικές..…Μέχρι το 1990, πριν από την «κρίση της τεκίλας» δηλαδή, μόνο μία από τις τράπεζες του Μεξικού ανήκε σε ξένους. Μετά την κρίση όμως, στις αρχές του 2000, είκοσι τέσσερις από τις τριάντα τράπεζες «περιήλθαν» σε ξένα χέρια.
Οι ιδιωτικοποιήσεις αποδείχθηκαν τόσο επικερδείς, ώστε πολλές από τις πολυεθνικές των Η.Π.Α., οι οποίες είχαν «αλώσει» τον ευρύτερο δημόσιο τομέα της ίδιας της υπερδύναμης, έβλεπαν με απληστία τις κρατικές αρμοδιότητες (παιδεία, υγεία, στρατός, δημόσια διοίκηση, αστυνομία, φυλακές κλπ.), ως την επόμενη πηγή για άμεσα κέρδη
Άρθρο
Όπως έχουμε ήδη αναλύσει, ενώ διεξάγονταν θετικά για τη Ν. Αφρική οι διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης Nelson Mandela με το ΔΝΤ κλπ. στο πολιτικό σκέλος, απαιτήθηκε από τους υπευθύνους για την οικονομική πολιτική της χώρας η μετατροπή της κεντρικής τράπεζας της σε έναν ανεξάρτητο οργανισμό, ο οποίος θα λειτουργούσε με απόλυτη αυτονομία από την εκλεγμένη κυβέρνηση – σαν ένα κυρίαρχο «κράτος εν κράτει» ουσιαστικά, στο οποίο δεν θα παρέμβαιναν οι εκλεγμένοι νομοθέτες (όπως ακριβώς συμβαίνει στη χώρα μας).
Παρά το ότι τότε διατυπώθηκε αμέσως από τους πολιτικούς της χώρας η απορία, σε ποιόν θα «λογοδοτούσε» η ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα (στο ΔΝΤ, στο Χρηματιστήριο, στην BIS;), οι έμπειροι διαπραγματευτές της «Δύσης» κατόρθωσαν να επιβάλλουν μονομερώς τη θέληση τους - ταυτόχρονα με την «άλωση» του Υπουργείου Οικονομικών, στο οποίο τοποθέτησαν έναν δικό τους έμπιστο πολιτικό. Όπως είπαν χαρακτηριστικά κάποιοι διακεκριμένοι Πολίτες της Νοτίου Αφρικής, οι οποίοι τότε σχολίασαν τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν:
“Δεν μας άφησαν ποτέ ελεύθερους. Απλώς έβγαλαν την αλυσίδα από το λαιμό μας και την έβαλαν στους αστραγάλους μας…. Οι μεγάλες επιχειρήσεις, μας δήλωσαν ουσιαστικά ότι θα κρατήσουν τα πάντα και εμείς θα κυβερνάμε μόνο κατ’ όνομα. Μπορούσαμε δηλαδή να έχουμε την πολιτική εξουσία μετά από πολλά χρόνια αγώνων, μπορούσαμε φαινομενικά να κυβερνάμε, αλλά η πραγματική διακυβέρνηση θα βρισκόταν στα χέρια των άλλων”.
Περαιτέρω, αυτό που συνέβη στη συνέχεια των διαπραγματεύσεων ήταν το ότι η κυβέρνηση «παγιδεύτηκε», χωρίς δυστυχώς να το αντιληφθεί, σε ένα είδος ιστού της αράχνης – «υφασμένου» από μυστηριώδεις κανόνες και υπόγειες ρυθμίσεις, οι οποίες αποσκοπούσαν στο να «οριοθετήσουν», καθώς επίσης να περιορίσουν την εξουσία των δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών της χώρας. Όταν λοιπόν θέλησε η νέα κυβέρνηση να υλοποιήσει τα οράματα της, ανακάλυψε ότι η πραγματική εξουσία, η οικονομική, βρισκόταν στα χέρια άλλων.
Για παράδειγμα, δεν μπορούσε να αναδιανείμει τη γη, επειδή το νέο Σύνταγμα προστάτευε την ατομική ιδιοκτησία και καθιστούσε πρακτικά αδύνατη την όποια αγροτική μεταρρύθμιση. Εκτός αυτού, δεν ήταν δυνατόν να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, αφού εκατοντάδες εργοστάσια της χώρας ήταν έτοιμα να κλείσουν - επειδή η κυβέρνηση είχε υπογράψει τη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (του μετέπειτα ΠΟΕ), η οποία απαγόρευε την αναγκαία επιδότηση των τοπικών επιχειρήσεων.
Ίσως οφείλουμε να επισημάνουμε εδώ ότι, χωρίς κάποια προστασία και επιδοτήσεις, είναι σχεδόν αδύνατη η επαναβιομηχανοποίηση μίας χώρας - η αναβίωση δηλαδή του κατεστραμμένου παραγωγικού της ιστού (όπως απαιτείται σήμερα στην Ελλάδα, εάν θέλουμε πράγματι να επιλύσουμε το τεράστιο πρόβλημα του πάγια αρνητικού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών μας, το οποίο ουσιαστικά ευθύνεται τα μέγιστα για το εξωτερικό τουλάχιστον χρέος μας).
Συνεχίζοντας στη Νότια Αφρική, η διανομή δωρεάν φαρμάκων για την καταπολέμηση του aids απαγορευόταν, αφού μία τέτοια απόφαση παραβίαζε τα πνευματικά δικαιώματα ιδιοκτησίας, τα οποία προστάτευε ο ελεγχόμενος από την υπερδύναμη Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου - στον οποίο είχε προσχωρήσει η Νότια Αφρική, κατ’ απαίτηση βέβαια των δανειστών της. Η διάθεση περισσότερου χρήματος προϋπέθετε φυσικά τη σύμφωνη γνώμη της ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας, η οποία δεν την παρείχε.
Η δωρεάν ύδρευση δεν ήταν επίσης εφικτή, αφού η Παγκόσμια Τράπεζα, μέσω της ομάδας οικονομολόγων που είχε στείλει στη χώρα, είχε μετατρέψει σε κανόνα, σε υποχρέωση δηλαδή, τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις κοινωφελείς επιχειρήσεις. Τέλος, εάν η κυβέρνηση ήθελε να αυξήσει τους μισθούς, δεν της επιτρεπόταν, λόγω του δανείου ύψους 850 εκ. $ από το ΔΝΤ, το οποίο επέβαλλε «συγκράτηση των μισθών».
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η οποιαδήποτε μη υποταγή στους κανόνες και στους περιορισμούς που επέβαλλαν το ΔΝΤ και όλοι οι υπόλοιποι «συνεργοί» του, θα θεωρούταν απόδειξη επικίνδυνης εθνικής αφερεγγυότητας («αναξιοπιστίας της χώρας», όπως ισχυρίζονται σήμερα «καθ’ εικόνα και ομοίωση» οι δικοί μας πολιτικοί), έλλειψη αφοσίωσης στην εφαρμογή των «μεταρρυθμίσεων» και απουσία ενός βασισμένου σε κανόνες συστήματος – με αποτέλεσμα τη διακοπή της χορήγησης βοήθειας («δόσεων» από το ΔΝΤ), καθώς επίσης τη φυγή των ξένων κεφαλαίων.
Συνεχίζοντας, τόσο η δήθεν «ανεξάρτητη» κεντρική τράπεζα, όσο και το «υπό κηδεμονία» Υπουργείο Οικονομικών, επέβλεπαν άγρυπνα την πιστή τήρηση των εντολών - οπότε φυσικά επαναλήφθηκε η γνωστή ιστορία:
Η κυβέρνηση, «γονατισμένη» από το χρέος και υφιστάμενη διεθνείς πιέσεις, προκειμένου να ιδιωτικοποιήσει τις κοινωφελείς επιχειρήσεις, άρχισε σύντομα να αυξάνει τις τιμές των παρεχομένων υπηρεσιών (εισιτήρια, ηλεκτρικό ρεύμα κλπ.), να μειώνει τους μισθούς, να διασύρει τους αντιρρησίες και να «ξεπουλάει» δημόσια περιουσία - με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, εκατομμύρια άνθρωποι να εξαθλιωθούν, μη έχοντας πλέον ηλεκτρικό ρεύμα και νερό, επειδή δεν μπορούσαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς.
Όσο για τα πλούσια ορυχεία, τις τράπεζες και τις μονοπωλιακές βιομηχανίες, των οποίων την εθνικοποίηση ζητούσε ο Mandela, παρέμειναν στα χέρια τεσσάρων εταιρικών κολοσσών - οι οποίοι ελέγχουν πλέον το 80% του χρηματιστηρίου της χώρας. Μεταξύ των ετών 1997 και 2004, η κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής πούλησε δεκαοκτώ δημόσιες εταιρείες, συγκεντρώνοντας 4 δις $, τα οποία διατέθηκαν στην εξυπηρέτηση των δανείων των διεθνών τοκογλύφων – χωρίς να μειωθεί φυσικά το δημόσιο χρέος.
Το «πικρό φάρμακο» λοιπόν του ΔΝΤ, το οποίο προβλέπει (με τη βοήθεια μίας εντελώς ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας και ενός σκιώδους Υπουργείου Οικονομικών) περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, περικοπές στις κρατικές δαπάνες, ελαστικότητα στην εργασία, απελευθέρωση όλων των κλειστών επαγγελμάτων, ενίσχυση του ελευθέρου εμπορίου, περιορισμένους ελέγχους στη ροή των κεφαλαίων κλπ., αποδείχθηκε στην κυριολεξία θανατηφόρο για την συντριπτική πλειοψηφία των Πολιτών της Ν. Αφρικής – όπως και για όλες σχεδόν τις χώρες, στις οποίες «εισέβαλλαν» οι σύνδικοι του διαβόλου.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΙ
Με βάση τα παραπάνω υποθέτουμε πως, εάν ήθελε κάποιος να λεηλατήσει μία χώρα, τόσο όσον αφορά την ιδιωτική, όσο και τη δημόσια περιουσία της, θα έπρεπε να τοποθετήσει κάποιους «δικούς» του ανθρώπους, σε τρία βασικά σημεία: στο υπουργείο οικονομικών, στην κεντρική της τράπεζα, καθώς επίσης στο ταμείο αποκρατικοποιήσεων (Τράπεζα της Ελλάδας και ΤΑΙΠΕΔ, στο υποθετικό παράδειγμα της χώρας μας).
Εάν τα κατάφερνε, δεν θα είχε ασφαλώς ανάγκη ούτε τον πρωθυπουργό, ούτε την κυβέρνηση και σε καμία περίπτωση τα κόμματα, τους βουλευτές και τη Βουλή - αφού όλοι αυτοί είναι πολύ εύκολο να σιωπήσουν, είτε εκβιαζόμενοι, είτε χρηματιζόμενοι, είτε χειραγωγούμενοι εν αγνοία τους, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Ειδικότερα τα εξής:
(α) Υπουργείο Οικονομικών: Είναι προφανές ότι, μέσω της συγκεκριμένης υπηρεσίας, προϊσταμένης όλων των εφοριών, καθώς επίσης των λοιπών εισπρακτικών, διωκτικών και άλλων μηχανισμών του κράτους, έχει τη δυνατότητα να «μεταφέρει» κανείς μεγάλο μέρος της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων (επιχειρήσεων και νοικοκυριών), μεθοδικά και σταδιακά, στα δημόσια ταμεία – από εκεί στους δανειστές (εξόφληση των τόκων του δημοσίου χρέους), ή απλά στα έσοδα του προϋπολογισμού, δημιουργώντας πλεονάσματα.
Για παράδειγμα, μέσα από τη φορολογία των ιδιωτικών ακινήτων, η συνολική αξία των οποίων υπερβαίνει κατά πολύ το 1 τρις €, θα μπορούσε να εξοφληθεί ολοσχερώς το δημόσιο χρέος – μέσω ειδικής εισφοράς και με έναν «μακροπρόθεσμο συντελεστή» της τάξης του 25%. Με την υιοθέτηση μίας τέτοιας φορολογίας, για μία περίοδο πάνω από είκοσι έτη, αντιμετώπισε το χρέος της η Γερμανία μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο (άρθρο μας) – ενώ, αν και η μέθοδος αυτή είναι μη συμβατή με την έννοια της ιδιοκτησίας στο καπιταλιστικό σύστημα, αφού πρόκειται εμφανώς για δήμευση περιουσίας, θα μπορούσε να επιβληθεί από τους δανειστές, εάν «καταλάμβαναν» το συγκεκριμένο υπουργείο.
Ο διασυρμός των πολιτών, οι κατηγορίες εναντίον τους για συλλογική φοροδιαφυγή, η δημόσια διαπόμπευση, οι εξοντωτικές ποινές, η συστηματική «παραγωγή» ενόχων και ενοχών, η τοποθέτηση της μίας κοινωνικής ομάδας απέναντι στην άλλη, η τρομοκρατία κοκ. είναι μερικές από τις μεθόδους - οι οποίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, για την επίτευξη τέτοιου είδους στόχων, από τη συγκεκριμένη «υπηρεσία».
(β) Τράπεζα της Ελλάδας: Η ΤτΕ, η κεντρική δηλαδή τράπεζα της χώρας μας, είναι η εποπτική αρχή των εμπορικών τραπεζών και υποχρεωτικά ένας από τους μετόχους της ΕΚΤ – όπως όλες οι άλλες τράπεζες της Ευρωζώνης. Εν τούτοις, δεν ανήκει στο κράτος ενώ, κατά έναν παράδοξο τρόπο (μοναδικό σχεδόν φαινόμενο παγκοσμίως), είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο. Η μετοχική της σύνθεση είναι η παρακάτω:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Η τράπεζα της Ελλάδος
Τράπεζα της Ελλάδος
Ελληνικό Δημόσιο
Ελεύθερη διασπορά
Μετοχική σύνθεση
8,93%
91,07%
Αριθμός μετοχών
1,80 εκ.
18,10 εκ.
Αξία 15.02.13*
30,6 εκ. €
311,7 εκ. €
* Τιμή μετοχής 17,23 €
Πηγή: capital
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, η Ελλάδα συμμετέχει μόλις με 8,93% στο μετοχικό κεφάλαιο της ΤτΕ, ενώ όλοι οι υπόλοιποι μέτοχοι είναι άγνωστοι - με λιγότερο από 5% μερίδια, αφού διαφορετικά θα εμφανίζονταν στη μετοχική της σύνθεση. Ιστορικά δε, η ΤτΕ ιδρύθηκε το 1927/28, επειδή η Εθνική Τράπεζα, η οποία είχε το δικαίωμα δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά, το εκδοτικό προνόμιο δηλαδή από το 1841 (ιδρύθηκε ουσιαστικά από τον οίκο Rothschild, σε συνεργασία με Έλληνες), δεν δέχθηκε να «τυπώσει» χρήματα για τη χρηματοδότηση της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Περαιτέρω, στα τέλη Μαρτίου του 2012 ανακοινώθηκε η γενική συνέλευση της ΤτΕ με θέμα, μεταξύ άλλων, την επέκταση της αδείας της, ενώ στα μέσα Μαρτίου του 2012 η ΕΚΤ αποδέχθηκε τις εισηγήσεις της ΤτΕ, για επέκταση της διάρκειας της κατά 30 χρόνια (από το 2020 έως το 2050). Ουσιαστικά λοιπόν ανανεώθηκε το εκδοτικό δικαίωμα της ΤτΕ (εάν το έχανε, τα προνόμια της θα επανερχόταν στο κράτος), ενώ το Κοινοβούλιο ψήφισε την αλλαγή του καταστατικού της στα τέλη Δεκεμβρίου του 2012 (μετά από τέσσερις συνεδριάσεις της αρμόδιας επιτροπής - όλα αυτά, επιφυλασσόμενοι για την ακρίβεια των μη διασταυρωμένων πληροφοριών μας).
Η θέση της συγκεκριμένης τράπεζας, από την οποία εξαρτάται αφενός μεν η λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος (παροχή ρευστότητας, ELA, Target II κλπ.), αφετέρου η χρηματοδότηση του κράτους, είναι προφανώς αποφασιστική, εάν θέλει κανείς να ελέγξει μία χώρα – πόσο μάλλον όταν η εξάρτηση των εμπορικών τραπεζών από αυτήν, ειδικά σε περιόδους όπως η σημερινή (υπερχρέωση στα όρια της χρεοκοπίας), είναι η μεγαλύτερη δυνατή (ενώ από τις εμπορικές τράπεζες εξαρτώνται άμεσα τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και τα νοικοκυριά, με «δεσμευμένο» ένα μεγάλο μέρος της ακίνητης και κινητής περιουσίας των Ελλήνων).
(γ) Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων: Μέσω της συγκεκριμένης υπηρεσίας, είναι δυνατόν να μεταφερθεί ένα μεγάλο μέρος της κρατικής περιουσίας στα δημόσια ταμεία και από αυτά στους πιστωτές της χώρας μας – ενώ είναι πλέον σαφές ότι, «η Ελλάδα προγραμματίζει ένα πραγματικό ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας» (πηγή: Εφημερίδα της Ζυρίχης, ΝΖΖ 26.03.2012).
Την ίδια στιγμή, η ιδιοκτησία των μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων είναι επίσης δυνατόν να μεταφερθεί σε πολυεθνικούς κολοσσούς - οι οποίοι, στη συνέχεια, θα αυξήσουν τις τιμές όλων των υπηρεσιών που προσφέρονται (νερό, ηλεκτρικό κλπ.), δεν θα πληρώνουν φόρους (φοροαποφυγή) και κυριολεκτικά θα θησαυρίσουν (προφανώς δεν θα αφήσουν παραπονεμένους αυτούς που τις επιλέγουν).
Αναλυτικότερα, όφειλαν αρχικά να εισρεύσουν στα δημόσια ταμεία 50 δις €, εντός πέντε ετών (15 δις € έως το τέλος του 2012!) - από την πώληση της κρατικής περιουσίας, καθώς επίσης από την παροχή αδειών αποκλειστικής χρήσης (συχνότητες κλπ.). Το ποσόν αυτό ισοδυναμεί περίπου με το 25% του ΑΕΠ της χώρας μας – όταν εντός των περασμένων τριάντα ετών, από το 1977 έως το 2007, τα συνολικά έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις ήταν της τάξης του 14% του ΑΕΠ.
Για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου, δημιουργήθηκε το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ), στα πρότυπα της γερμανικής «Treuhand» – μέσω της οποίας ουσιαστικά λεηλατήθηκε η πρώην Ανατολική Γερμανία από τη Δυτική. Σύμφωνα δε με τη γερμανική εφημερίδα «Die Zeit» (04.07.2012), “η ιστοσελίδα του ΤΑΙΠΕΔ μοιάζει με ένα διαδικτυακό κατάστημα, το οποίο προσπαθεί να προσελκύσει ισχυρούς κεφαλαιακά επενδυτές από το εξωτερικό”.
Ουσιαστικά πωλούνται τα πάντα, σε τιμές ευκαιρίας – όπως η ΔΕΗ, η ΔΕΠΑ, η ΕΥΔΑΠ, η ΕΥΑΘ, ο ΟΠΑΠ, λιμάνια, αεροδρόμια, εθνικοί οδοί, ακίνητα, οικόπεδα, κλπ. Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα (σε δις €)
Περιουσιακά στοιχεία
Αριθμός
Προϋπολογισμένη αξία
Περίοδος πώλησης
Εισηγμένες εταιρείες
11
3,4
2012-15
Μη εισηγμένες εταιρείες
13
2,9
2012-15
Υποδομές
12
6,4
2012-15
Τυχ. παιχνίδια/ψηφιακά δικαιώματα
7
2,1
2012-15
Χρηματοπιστωτικός τομέας (assets)
-
16,0
2012-16
Ακίνητα
49
1,0
2012-20
Οικόπεδα
70.000
18,2
2012-22
Σύνολα
50,0
Πηγή: IMF 2012, 30.
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Μέχρι στιγμής, η πρόοδος των αποκρατικοποιήσεων (αναλυτικά στο άρθρο μας «Η παγίδα των ιδιωτικοποιήσεων») είναι περιορισμένη, με αποτέλεσμα να έχουν αναθεωρηθεί τόσο οι χρονικοί στόχοι, όσο και τα αναμενόμενα έσοδα – γεγονός που ενδεχομένως είναι σκόπιμο, έτσι ώστε να υποχρεώνεται συνεχώς το κράτος να μειώνει όλο και περισσότερο τις τιμές πώλησης.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με απολύτως αξιόπιστα διεθνή οικονομικά ινστιτούτα, “Οι χώρες υποχρεώνονται σε ιδιωτικοποιήσεις από ιδεολογικής πλευράς και όχι λόγω αύξησης της ανταγωνιστικότητας τους…..Οι πιέσεις για ιδιωτικοποιήσεις δεν έχουν στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού αφού, εάν πράγματι είχαν αυτό το στόχο, θα ήταν προτιμότερο να διενεργούνται σταδιακά, όταν, εάν και εφόσον εξασφαλίζονταν οι καλύτερες δυνατές τιμές, συνθήκες πώλησης ή/και μακροπρόθεσμης ενοικίασης” (πηγή: Friedrich Ebert Stiftung).
Συνεχίζοντας, εκτός όλων των υπολοίπων «αυθαιρεσιών» που ακούγονται, όσο αφορά τις αποκρατικοποιήσεις, δεν υπάρχει καμία εμπειρική απόδειξη του ισχυρισμού ότι, ένας μικρός κρατικός τομέας, με ιδιωτικοποιημένες τις δημόσιες υπηρεσίες και εταιρείες, αυξάνει την ανταγωνιστικότητα μίας χώρας. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν χώρες με μεγάλο δημόσιο τομέα και υψηλή ανάπτυξη, καθώς επίσης χώρες με μικρό δημόσιο τομέα και μικρή ανάπτυξη.
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα ξανά με το γερμανικό ινστιτούτο «Friedrich Ebert Stiftung», “Οι σχεδιαζόμενες ιδιωτικοποιήσεις στον ευρωπαϊκό νότο θα τραυματίσουν σοβαρά ή θα καταστρέψουν το κοινωνικό κράτος – ενώ με τον τρόπο αυτό θα περιοριστούν σημαντικά οι δυνατότητες οικονομικής, κοινωνικής και διαρθρωτικής πολιτικής όλων αυτών των κρατών, με αποτέλεσμα να κορυφωθεί η εξάρτηση τους από το διεθνές κεφάλαιο”.
Περαιτέρω, “Μία πρώτη συνέπεια των σχεδίων ιδιωτικοποίησης στην Ελλάδα θα είναι η μαζική μείωση της απασχόλησης – δηλαδή, η ραγδαία αύξηση της ανεργίας. Σε εκείνες τις δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίες προγραμματίζεται να πουληθούν, χάθηκε μέσα σε δύο μόνο έτη το 44% των θέσεων εργασίας – μέσω πρόωρης συνταξιοδότησης κλπ. Εκτός αυτού, σε όλες τις υπόλοιπες θέσεις εργασίας, υπήρξαν μειώσεις μισθών έως και 40% (πηγή: Κομισιόν 2012e:24, 40)…. Κυρίως δε στην Υγεία και στην Παιδεία, η μαζική μείωση των θέσεων εργασίας είναι απολύτως εις βάρος της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχονται”.
Όπως φαίνεται λοιπόν καθαρά από την παραπάνω ανάλυση και χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, εάν μία χώρα χάσει τον έλεγχο των τριών βασικών της «οικονομικών πυλώνων», η καταστροφή της είναι δεδομένη – ενώ από τον πρώτο «πυλώνα» είναι δυνατόν να «ενορχηστρωθεί» μία επίθεση στην ιδιωτική περιουσία, από το δεύτερο στη χρηματοπιστωτική και από τον τρίτο στη δημόσια: η τέλεια καταιγίδα.
Η.Π.Α. ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Οι Η.Π.Α., έχοντας μεγάλη εμπειρία από το παρελθόν, προτιμούν τις ιδιωτικοποιήσεις και την κατάληψη μίας χώρας «από τα αριστερά» – επειδή τότε οι αντιδράσεις των πολιτών είναι οι ελάχιστες δυνατές. Ξεκινώντας αρκετά χρόνια πριν με δικτατορικά καθεστώτα για την επιβολή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής τους με διαδικασίες «εξπρές» (σοκ και δέος), επέλεξαν στη συνέχεια τα δήθεν δημοκρατικά, αργότερα τα σοσιαλιστικά ή τις κυβερνήσεις συνεργασίας (Τουρκία), καταλήγοντας σήμερα στα αριστερά – μία εύλογη προφανώς απόφαση, αφού στερεί πλέον τις εναλλακτικές δυνατότητες των πολιτών.
Η Γερμανία, αντίθετα, έχοντας περιορισμένη εμπειρία και με αφετηρία την Ελλάδα, προτιμά τη λεηλασία και την κατάληψη μίας χώρας από τα δεξιά - ενώ εμείς, πλέοντας μεταξύ της «Σκύλας και της Χάρυβδη»ς, φαίνεται πως έχουμε την «ελεύθερη επιλογή του δημίου» - αυτού δηλαδή που τελικά θα υποδουλώσει και θα λεηλατήσει την πατρίδα μας, πετώντας την τελικά, σαν τη στυμμένη λεμονόκουπα, στα σκουπίδια της Ιστορίας.
Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι δεν θα πέσουμε στην παγίδα ούτε του ενός, ούτε του άλλου – επιλέγοντας την κατάλληλη πολυκομματική πολιτική ηγεσία (πριν εκποιηθούν οι δημόσιες επιχειρήσεις), η οποία θα πρέπει να μας υποσχεθεί αλλαγή του συντάγματος, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις (άμεση δημοκρατία) της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, καθώς επίσης στην ψήφιση των βασικών νόμων (αφού έχει περάσει πλέον η εποχή των «σωτήρων», οι οποίοι οδήγησαν τελικά τη χώρα μας στη χρεοκοπία).
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ειδικά όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις μέσω συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ ή PPPs – Private Public Partnerships), έχει αποδειχθεί πολλές φορές, στα πλαίσια της σημερινής κρίσης χρέους ότι, επιβαρύνουν σε τελική ανάλυση περισσότερο τους φορολογουμένους, σε σχέση με το εάν αναλάμβανε τις υπηρεσίες αυτές το δημόσιο.
Η Πορτογαλία, η οποία έπεσε δυστυχώς στην παγίδα των ΣΔΙΤ καθ’ υπόδειξη της Τρόικας, δημιουργώντας πολλές τέτοιες εταιρείες, σταμάτησε την όλη διαδικασία – με εντολή του ΔΝΤ, το οποίο τάχθηκε ανοιχτά εναντίον των ΣΔΙΤ, κατανοώντας τελικά ότι αποτελούν ένα μη ελεγχόμενο μελλοντικό χρηματοπιστωτικό ρίσκο, για τη χώρα που τα υιοθετεί.
Ολοκληρώνοντας, επειδή υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι προσπαθούν να πείσουν τους Έλληνες ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, εκτός από αυτές που μας επιβάλλονται με τα εγκληματικά μνημόνια, υπενθυμίζουμε κάποιες στο άρθρο μας «Λιτότητα, δραχμή ή αναδιάρθρωση», από τις 19 Ιουνίου του 2011. Επίσης πολλά άλλα κείμενα, τόσο από το παρελθόν, όσο και πρόσφατα, αφού οι κατάσταση μίας οικονομίας δεν είναι προφανώς στατική, αλλά δυναμική.
Σε κάθε περίπτωση λύσεις υπάρχουν και είναι πάρα πολλές - αρκεί να το θελήσουν πραγματικά οι Έλληνες πολίτες οι οποίοι, από σήμερα και στο μέλλον, θα είναι οι πραγματικοί υπεύθυνοι τυχόν λεηλασίας της πλούσιας, πολλαπλά προικισμένης πατρίδας τους. Η ανοχή άλλωστε είναι συνώνυμη με την αποδοχή οπότε, εφόσον οι πολίτες συνεχίσουν να μην αντιδρούν, τότε σημαίνει πως συμφωνούν με όλα όσα αποφασίζονται για τη χώρα τους.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 16. Φεβρουαρίου 2013
[email protected]
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ