2013-02-28 10:52:42
Ανδρέας Παπανδρέου, 1976
Ανάλυση του Α. Παπανδρέου που δημοσίευσε το 1976, με άρθρο του για τα ρεφορμιστικά κομμουνιστικά κόμματα, τα λεγόμενα και «λατινικά».
Οι θέσεις του αποτελούν ράπισμα:
Πρώτον: Για την ανυπόληπτη ηγεσία στο δεξιόστροφο, μεταλλαγμένο ΠΑΣΟΚ των μνημονιακών, νεοφιλελεύθερων πολιτικών, ελεγχόμενη -από την παρασιτική ολιγαρχία και τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, μέσω της διαπλοκής- που το καθηλώνει σε μια μεταλλαγμένη κεντρώα ή δεξιά σοσιαλδημοκρατική συμπληρωματική δύναμη συμμαχικών κυβερνήσεων του συστήματος υπό «επιτροπεία» και αντιλαϊκών πολιτικών
Δεύτερον: Για τους πολιτικούς αχυρανθρώπους και ιδιαίτερα της νεότερης κοπής παράγοντες, που διακινούν ότι θέλουν ένα σοσιαλδημοκρατικό ΠΑΣΟΚ, ένα ΠΑΣΟΚ του συστήματος ενάντια στην ιδρυτική του φυσιογνωμία ως Σοσιαλιστικού κινήματος.
Καθώς και μια επιβεβαίωση για την ενσωμάτωση των ρεφορμιστικών, λατινικών ΚΚ που μεταλλάχθηκαν και αποτελούν τα νεοφιλελεύθερη ναυαρχίδα στο Νότο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η στρατηγική της μεταλλαγμένης Κεντροαριστεράς του Μπερσάνι στην Ιταλία που αποτελεί την «εναλλακτική» λύση στο πρώην στέλεχος της Goldman Sach’s και Πρωθυπουργό Μόντι.
Α.) ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ :
«Σε σχέση με το κυβερνητικό πρόγραμμα υπάρχουν πάλι δύο εκδοχές που αντιστοιχούν στον τύπο του συνασπισμού που επιδιώκεται: Η ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής (συνασπισμός κομμουνιστών και σοσιαλιστών) ή μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής της κοινωνίας (πλατύς δημοκρατικός συνασπισμός) »
«Πριν, ξεκινήσουμε καν, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε εκείνα τα «λατινικά» κόμματα που αποβλέπουν μόνο στη μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής και σε εκείνα που αποβλέπουν σε ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής. Για την πρώτη κατηγορία δεν δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα ερμηνείας. Από την ώρα που τα Κ.Κ. αποδέχονται την καπιταλιστική δομή της κοινωνίας και επιδιώκουν μεταρρυθμίσεις μόνο, στο βωμό του «ιστορικού συμβιβασμού», μεταβάλλονται σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με την κλασική έννοια του όρου.»
«Μια που δεν θέτουν θέμα δομής εξουσίας, μπορούν να λειτουργήσουν εντελώς φυσιολογικά στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας.»
«Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η περίπτωση των Κ.Κ. που επιδιώκουν τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής σε συνεργασία με τα σοσιαλιστικά κόμματα, στα πλαίσια των έξι σημείων που ανέφερα πιο πάνω. Η άνοδος στην κυβέρνηση ενός αριστερού συνασπισμού με την ψήφο του λαού, δεν έρχεται σε αντίθεση με τη σκέψη του Μαρξ,
αλλά είναι βέβαια έξω από το λενινιστικό κλίμα.»
«Θα ήταν αφελές να πιστέψει κανείς πως δεν θα υπάρξει αντίδραση. Εκτός αν τα μονοπωλιακά μεγαθήρια μείνουν άθικτα. Οπότε όμως, δεν μιλάμε για ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής αλλά για σοσιαλδημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.»
«Η σκληρή στάση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών – που εκφράζουν την αμερικάνικη πολιτική στη Δυτική Ευρώπη- πάνω στο θέμα της συνεργασίας σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.»
«Στο μέτρο που συνεχίζουν την επιδίωξη της ριζικής αλλαγής της κοινωνικής δομής, η ρήξη με τους νατοϊκούς σχηματισμούς τουλάχιστον μοιάζει αναπόφευκτη.
Στο μέτρο που ασπάζονται τη σοσιαλδημοκρατική πολιτική κατάσταση της κυβέρνησης, θα τους δώσει το πολύ την ευκαιρία να προωθήσουν ένα κάπως πιο «ανθρώπινο» καπιταλισμό –καπιταλισμό δηλαδή βορειοευρωπαϊκού τύπου, για τη Νότια Ευρώπη.»
«Στην εποχή μας, η πορεία προς τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό προϋποθέτει την εθνική απελευθέρωση. Αυτός είναι ο πρώτος και κύριος σταθμός. Γιατί ο κύριος αντίπαλος είναι ο ιμπεριαλισμός –σε όλες τις μορφές: στρατιωτικές, πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές. Και η πιο στέρεη και ιστορικά απαραίτητη συμμαχία είναι η συμμαχία ανάμεσα στους λαούς και τα κινήματα που βρίσκονται στο μέτωπο αυτού του αγώνα. Οι αδέσμευτοι έχουν δώσει το παράδειγμα. Είναι καιρός, οι λαοί της Νότιας Ευρώπης να διδαχθούν το μεγάλο μάθημα της εποχής.»
Β) ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ:
Τα «λατινικά» κομμουνιστικά κόμματα και η δικτατορία του προλεταριάτου.
Πάει καιρός τώρα που είχα δημοσιεύσει ένα άρθρο με τίτλο «Ο Μαρξ, ο Λένιν και η δικτατορία του προλεταριάτου». Από τότε συνέβησαν καταλυτικά γεγονότα στο χώρο της ευρωπαϊκής Αριστεράς, που κορυφώθηκαν με την ευκαιρία του 25ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ. Η πόλωση ανάμεσα στα «λατινικά» κομμουνιστικά κόμματα –Ισπανίας, Ιταλίας και Γαλλίας- και του ΚΚΣΕ πήρε μεγάλες διαστάσεις. Κι όπως συμβαίνει συνήθως, η σύγκρουση στο ιδεολογικό πεδίο δεν είναι παρά η έκφραση σύγκρουσης στο πεδίο της πολιτικής πράξης.
Όμως, μιας και το κεντρικό σημείο της ιδεολογικής σύγκρουσης είναι η «δικτατορία του προλεταριάτου», το βρίσκω χρήσιμο να επεκτείνω τη συλλογιστική του άρθρου μου στην τρέχουσα ιδεολογική διαμάχη. Το θέμα δεν αφορά βέβαια μόνο τα Κ.Κ. της Ευρώπης. Αφορά εξίσου και τα σοσιαλιστικά κόμματα, άσχετα βέβαια από το γεγονός ότι δεν έχουν κανένα λόγο να πάρουν ενεργό μέρος στη διένεξη.
Ποιες είναι σε γενικές γραμμές, οι θέσεις των «λατινικών» κομμουνιστικών κομμάτων;
1. Η συμμετοχή των ΚΚ στη κυβέρνηση πρέπει να στηρίζεται στην ελεύθερη και αβίαστη ψήφο του λαού στα πλαίσια της λειτουργίας της αστικής δημοκρατίας.
2. Η κυβέρνηση είναι κυβέρνηση συνασπισμού. Υπάρχουν εδώ δύο εκδοχές: Ή συνασπισμός κομμουνιστών και σοσιαλιστών (Γαλλία) ή ευρύτερος «δημοκρατικός» συνασπισμός που συμπεριλαμβάνει και αστικά κόμματα (Ισπανία, Ιταλία)
3. Σε σχέση με το κυβερνητικό πρόγραμμα υπάρχουν πάλι δύο εκδοχές που αντιστοιχούν στον τύπο του συνασπισμού που επιδιώκεται: Η ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής (συνασπισμός κομμουνιστών και σοσιαλιστών) ή μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής της κοινωνίας (πλατύς δημοκρατικός συνασπισμός)
4. Αποδοχή του κομματικού πλουραλισμού καθώς και της ομαλής διαδοχής των κομμάτων στην κυβέρνηση
5. Αναγνώριση του status quo στην Ευρώπη –δηλαδή της διαίρεσης της Ευρώπης σε δύο ψυχροπολεμικά μπλοκ. Τα «λατινικά» ΚΚ έχουν πρόθεση να μείνουν οι χώρες τους στο ΝΑΤΟ μα να εργαστούν ταυτόχρονα για την ειρήνη, την ύφεση και τη διάλυση των μπλοκ.
6. Τονίζεται η εθνική ταυτότητα των ΚΚ σε αντιδιαστολή με τον «προλεταριακό διεθνισμό» - που στην πράξη σημαίνει έλεγχο από τη Μόσχα. Και τονίζεται, επίσης, το δικαίωμα κάθε ΚΚ να επιλέγει τη δικιά του πορεία προς τον κομμουνισμό –σε προσαρμογή προς τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες στα πλαίσια των οποίων δρα.
Ας προσπαθήσουμε τώρα να αξιολογήσουμε αυτέ τις θέσεις σε μαρξιστικά πλαίσια. Πριν, ξεκινήσουμε καν, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε εκείνα τα «λατινικά» κόμματα που αποβλέπουν μόνο στη μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής και σε εκείνα που αποβλέπουν σε ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής.
Για την πρώτη κατηγορία δεν δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα ερμηνείας. Από την ώρα που τα Κ.Κ. αποδέχονται την καπιταλιστική δομή της κοινωνίας και επιδιώκουν μεταρρυθμίσεις μόνο, στο βωμό του «ιστορικού συμβιβασμού», μεταβάλλονται σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με την κλασική έννοια του όρου.
Μια που δεν θέτουν θέμα δομής εξουσίας, μπορούν να λειτουργήσουν εντελώς φυσιολογικά στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας. Στην πράξη βέβαια, η άνοδος τους στην κυβέρνηση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Γιατί τόσο ο τίτλος του κόμματος όσο και οι παραδοσιακές διασυνδέσεις με τη Μόσχα- κι ακόμη το μαρξιστικό υπόβαθρο της σκέψης τους- δημιουργούν υποψίες και αναστολές όχι μόνο στην ντόπια και ξένη κεφαλαιοκρατία αλλά και στο Πεντάγωνο των Η.Π.Α. που εξουσιάζει το χώρο της Δ. Ευρώπης –με σύμφωνη γνώμη της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η περίπτωση των Κ.Κ. που επιδιώκουν τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής σε συνεργασία με τα σοσιαλιστικά κόμματα, στα πλαίσια των έξι σημείων που ανέφερα πιο πάνω. Η άνοδος στην κυβέρνηση ενός αριστερού συνασπισμού με την ψήφο του λαού, δεν έρχεται σε αντίθεση με τη σκέψη του Μαρξ, αλλά είναι βέβαια έξω από το λενινιστικό κλίμα.
Σε αντιδιαστολή, ο κομματικός πλουραλισμός και η ομαλή διαδοχή των κομμάτων στην κυβέρνηση δημιουργούν σοβαρά προβλήματα για τον μαρξιστή. Γιατί το κράτος, ταξικά ουδέτερο, δε νοείται στα πλαίσια της μαρξιστικής σκέψης. Είναι πάντα όργανο της πολιτικής επικυριαρχίας της άρχουσας τάξης. Άρα, η αλλαγή της δομής της πολιτείας του Κράτους, είναι όρος απαράβατος για τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής.
Σοσιαλιστική κοινωνία χωρίς κράτος που να εκφράζει την επικυριαρχία των εργαζομένων –εργατών, αγροτών, μισθωτών, κλπ- απλώς δε νοείται. Σε σχέση με το κράτος, την κρατική μηχανή, σημασία έχουν οι φορείς όσο και η δομή.
Έργο πρώτο και κρίσιμο μιας συμμαχίας εργαζομένων που φτάνει δημοκρατικά στην κυβέρνηση είναι να προχωρήσει σε βασικές αλλαγές της δομής της πολιτείας και των κρίσιμων φορέων της. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει άριστα, στα πλαίσια ενός Συντάγματος, που να κατοχυρώνει τις κατακτήσεις του λαού, δηλαδή τη σοσιαλιστική δομή της πολιτείας.
Στα πλαίσια ενός τέτοιου Συντάγματος, ο κομματικός πλουραλισμός και η διαδοχή των κομμάτων στην Εξουσία – δηλαδή η πολιτικά δημοκρατική δομή της πολιτείας- δεν θέτουν σε αμφισβήτηση τη νέα δομή της εξουσίας, δηλαδή τις λαϊκές κατακτήσεις. Μια τέτοια πορεία σαφώς δεν είναι λενινιστική. Δεν έρχεται όμως σε καμιά αντίθεση με τη μαρξιστική θέση ή μέθοδο ανάλυσης.
Υπάρχει βέβαια, το ερώτημα: θα επιτρέψει το καπιταλιστικό κράτος τη δημοκρατική πορεία προς τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής, μια πορεία που περιλαμβάνει και την αλλαγή της δικής του δομής, τη μετατροπή του σε κράτος που εκφράζει την επικυριαρχία των εργαζομένων; Η απάντηση, κατά τη γνώμη μου είναι: Ναι, κάτω από δύο συγκεκριμένους όρους: Πρώτον, την ανεξαρτησία της κρατικής μηχανής και, ιδιαίτερα, των ενόπλων δυνάμεων από ξένες επιρροές, διασύνδεση και έλεγχο – που μεταθέτουν το κέντρο των αποφάσεων έξω από τη χώρα. Δεύτερον, την ύπαρξη ή την ανάπτυξη κλίματος στις ένοπλες δυνάμεις, που να καθιστά αποδεκτή τη λαϊκή ετυμηγορία.
Μα εδώ ακριβώς υπάρχει μια δεύτερη βασική αντίφαση στο σκεπτικό εκείνων που προσπαθούν να πραγματοποιήσουν τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής κάτω από την αιγίδα του ΝΑΤΟ.
Οι μηχανισμοί του ΝΑΤΟ δεν αφορούν μόνο την «ασφάλεια» της Δύσης. Είναι μηχανισμοί ελέγχου πάνω στον δυτικοευρωπαϊκό χώρο. Και είναι μέσα στους στόχους αυτού του ελέγχου η επικυριαρχία του αμερικάνικου πολυεθνικού κεφαλαίου στη Δυτική Ευρώπη. Πώς θα αντιδράσει το ΝΑΤΟ στη ριζική αλλαγή της κοινωνικής αλλαγής στη Γαλλία, ας πούμε, όταν συνέπεια του θα είναι π.χ. η κοινωνικοποίηση των ξένων επιχειρήσεων και η αυτοδιαχείριση;
Θα ήταν αφελές να πιστέψει κανείς πως δεν θα υπάρξει αντίδραση. Εκτός αν τα μονοπωλιακά μεγαθήρια μείνουν άθικτα. Οπότε όμως, δεν μιλάμε για ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής αλλά για σοσιαλδημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Το πιθανό είναι ότι ο νατοϊκός μηχανισμός θα αντιδράσει- και όχι μόνο στην περίπτωση αριστερών συνασπισμών, που επιχειρούν τη ριζική κοινωνική αλλαγή, αλλά ακόμη και των «δημοκρατικών» συνασπισμών, στους οποίους συμμετέχουν κόμματα με τον τίτλο, την ιστορία και τις διασυνδέσεις των Κ.Κ. Η κυνικά προκλητική επέμβαση Αμερικανών αξιωματούχων στη Γαλλία και την Ιταλία αποτελεί την πρώτη γεύση του προβλήματος.
Η σκληρή στάση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών – που εκφράζουν την αμερικάνικη πολιτική στη Δυτική Ευρώπη- πάνω στο θέμα της συνεργασίας σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.
Η σκληρή αντίδραση της Μόσχας απέναντι στα «λατινικά» Κ.Κ. δεν είναι άσχετη από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στα πλαίσια της ειρηνικής συνύπαρξης με τις ΗΠΑ και την ύφεση. Η Σοβιετική Ένωση δεν επιθυμεί να δώσει στις ΗΠΑ την εντύπωση ότι υπονομεύει την επικυριαρχία της στο ζωτικό δυτικοευρωπαϊκό χώρο.
Το θέμα της Κίνας προέχει τόσο στη στρατηγική σκέψη της Σοβιετικής Ένωσης, ώστε για τον ευρωπαϊκό χώρο η ύφεση αποτελεί τον κύριο στόχο της. Βέβαια συντρέχουν και άλλοι λόγοι. Η ανάπτυξη στη Δύση άλλων προτύπων σοσιαλισμού αποτελεί μια έμμεση υπονόμευση –τουλάχιστο στο μέτρο που τα πρότυπα αυτά θα βρουν απήχηση στις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας- του ελέγχου της Σοβιετικής Ένωσης πάνω στο ανατολικό μπλοκ. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πώς η Σοβιετική Ένωση έχει υποστηρίξει κομμουνιστικά κινήματα μόνο στο μέτρο που μπορεί να τα ελέγχει.
Μένει ένα βασικό ερώτημα: Τι οδήγησε τα «λατινικά» κομμουνιστικά κόμματα στον «ιστορικό συμβιβασμό»; Βασικά είναι η πεποίθηση τους, πώς για χρόνια η διαίρεση της Ευρώπης σε δύο μπλοκ θα παραμείνει ανέπαφη. Πως, κατά συνέπεια, η γραμμή των σκληρών Κ.Κ. –γραμμή αναμονής ως την ώρα που θα υπάρξει αλλαγή ισορροπίας στον ευρωπαϊκό χώρο- οδηγεί στην αποδυνάμωση και απομαζικοποίηση των κομμουνιστικών κομμάτων.
Ο «ιστορικός συμβιβασμός» παρουσιάζεται έτσι σαν μέθοδος επιβίωσης και ανάπτυξης της δύναμης των κομμάτων.
Μα οι βασικές αντιφάσεις που αναφέραμε πιο πάνω δημιουργούν σοβαρά –αν όχι ανυπέρβλητα- προβλήματα, στην πορεία τους. Στο μέτρο που συνεχίζουν την επιδίωξη της ριζικής αλλαγής της κοινωνικής δομής, η ρήξη με τους νατοϊκούς σχηματισμούς τουλάχιστον μοιάζει αναπόφευκτη.
Στο μέτρο που ασπάζονται τη σοσιαλδημοκρατική πολιτική κατάσταση της κυβέρνησης, θα τους δώσει το πολύ την ευκαιρία να προωθήσουν ένα κάπως πιο «ανθρώπινο» καπιταλισμό –καπιταλισμό δηλαδή βορειοευρωπαϊκού τύπου, για τη Νότια Ευρώπη.
Το σκεπτικό, κατά τη γνώμη μας, περιέχει ένα λάθος – λάθος όχι εκτίμησης αλλά πολιτικής βούλησης. Εάν τα αριστερά κόμματα της Νότιας Ευρώπης αποδέχονται, σαν βάση διαμόρφωσης της στρατηγικής τους, την επικυριαρχία του ΝΑΤΟ και των Η.Π.Α., τότε ό,τι κι αν κάνουν θα χτίσουνε στην άμμο. Απαράδεκτη βέβαια είναι και η μοιρολατρική αναμονή για την αλλαγή στη συσχέτιση δυνάμεων στην Ευρώπη. Τι μένει; Μένει η πιο βασική μορφή αγώνα στην εποχή μας, αυτή που έχει κυριολεκτικά δώσει τη σφραγίδα της στη «γαιόσφαιρα»: ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας που στην περίπτωση των χωρών της Νότιας Ευρώπης έχει σαν συγκεκριμένο στόχο την αποσύνδεση από τους μηχανισμούς του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ και την «εθνικοποίηση» της κρατικής μηχανής και, ιδιαίτερα, των ενόπλων δυνάμεων.
Σε χώρες, όπως η Γαλλία, που η διάβρωση του κρατικού μηχανισμού από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είναι σχετικά μικρή, η κατάκτηση της κυβέρνησης από συνασπισμό αριστερών πολιτικών δυνάμεων είναι σχετικά εφικτή, παρά την αναμφισβήτητη αντίδραση του νατοϊκού μηχανισμού. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο κίνδυνος θα προέλθει από τη συστηματική υπονόμευση του κυβερνητικού έργου, που θα ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή. Και γι’ αυτό, η διάλυση του νατοϊκού μηχανισμού θα πρέπει να είναι ο πρώτος στόχος της κυβέρνησης.
Οποιοσδήποτε συμβιβασμός με το ΝΑΤΟ θα οδηγήσει σε όλεθρο. Και είναι γι’ αυτό κρίμα, που κάτι τέτοιο δεν αποτελεί προγραμματική θέση π.χ. του Σοσιαλιστικού κόμματος της Γαλλίας. Σε άλλες χώρες, όπου η διάβρωση του κρατικού μηχανισμού από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχει βάθος, είναι πιθανό οι μηχανισμοί καταστολής να μπουν σε κίνηση πριν καν ένας αριστερός συνασπισμός φτάσει στην κυβέρνηση με δημοκρατικά μέσα.
Όμως σε αυτές ακριβώς τις χώρες –τις πιο διαβρωμένες από τους νατοϊκούς μηχανισμούς- δημιουργούνται δυνατότητες ευρύτατης λαϊκής συσπείρωσης και αγώνα ενάντια στο δορυφορικό του καθεστώς. Σε τέτοιους ακριβώς αγώνες σφυρηλατείται η αδελφοσύνη ανάμεσα στο λαό και τα στρατευμένα παιδιά του –αδελφοσύνη που αποτελεί το θεμέλιο λίθο για το σεβασμό της λαϊκής ετυμηγορίας από τις ένοπλες δυνάμεις.
Στην εποχή μας, η πορεία προς τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό προϋποθέτει την εθνική απελευθέρωση. Αυτός είναι ο πρώτος και κύριος σταθμός. Γιατί ο κύριος αντίπαλος είναι ο ιμπεριαλισμός –σε όλες τις μορφές: στρατιωτικές, πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές. Και η πιο στέρεη και ιστορικά απαραίτητη συμμαχία είναι η συμμαχία ανάμεσα στους λαούς και τα κινήματα που βρίσκονται στο μέτωπο αυτού του αγώνα. Οι αδέσμευτοι έχουν δώσει το παράδειγμα. Είναι καιρός, οι λαοί της Νότιας Ευρώπης να διδαχθούν το μεγάλο μάθημα της εποχής. I-Reporter
Ανάλυση του Α. Παπανδρέου που δημοσίευσε το 1976, με άρθρο του για τα ρεφορμιστικά κομμουνιστικά κόμματα, τα λεγόμενα και «λατινικά».
Οι θέσεις του αποτελούν ράπισμα:
Πρώτον: Για την ανυπόληπτη ηγεσία στο δεξιόστροφο, μεταλλαγμένο ΠΑΣΟΚ των μνημονιακών, νεοφιλελεύθερων πολιτικών, ελεγχόμενη -από την παρασιτική ολιγαρχία και τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, μέσω της διαπλοκής- που το καθηλώνει σε μια μεταλλαγμένη κεντρώα ή δεξιά σοσιαλδημοκρατική συμπληρωματική δύναμη συμμαχικών κυβερνήσεων του συστήματος υπό «επιτροπεία» και αντιλαϊκών πολιτικών
Δεύτερον: Για τους πολιτικούς αχυρανθρώπους και ιδιαίτερα της νεότερης κοπής παράγοντες, που διακινούν ότι θέλουν ένα σοσιαλδημοκρατικό ΠΑΣΟΚ, ένα ΠΑΣΟΚ του συστήματος ενάντια στην ιδρυτική του φυσιογνωμία ως Σοσιαλιστικού κινήματος.
Καθώς και μια επιβεβαίωση για την ενσωμάτωση των ρεφορμιστικών, λατινικών ΚΚ που μεταλλάχθηκαν και αποτελούν τα νεοφιλελεύθερη ναυαρχίδα στο Νότο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η στρατηγική της μεταλλαγμένης Κεντροαριστεράς του Μπερσάνι στην Ιταλία που αποτελεί την «εναλλακτική» λύση στο πρώην στέλεχος της Goldman Sach’s και Πρωθυπουργό Μόντι.
Α.) ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ :
«Σε σχέση με το κυβερνητικό πρόγραμμα υπάρχουν πάλι δύο εκδοχές που αντιστοιχούν στον τύπο του συνασπισμού που επιδιώκεται: Η ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής (συνασπισμός κομμουνιστών και σοσιαλιστών) ή μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής της κοινωνίας (πλατύς δημοκρατικός συνασπισμός) »
«Πριν, ξεκινήσουμε καν, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε εκείνα τα «λατινικά» κόμματα που αποβλέπουν μόνο στη μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής και σε εκείνα που αποβλέπουν σε ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής. Για την πρώτη κατηγορία δεν δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα ερμηνείας. Από την ώρα που τα Κ.Κ. αποδέχονται την καπιταλιστική δομή της κοινωνίας και επιδιώκουν μεταρρυθμίσεις μόνο, στο βωμό του «ιστορικού συμβιβασμού», μεταβάλλονται σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με την κλασική έννοια του όρου.»
«Μια που δεν θέτουν θέμα δομής εξουσίας, μπορούν να λειτουργήσουν εντελώς φυσιολογικά στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας.»
«Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η περίπτωση των Κ.Κ. που επιδιώκουν τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής σε συνεργασία με τα σοσιαλιστικά κόμματα, στα πλαίσια των έξι σημείων που ανέφερα πιο πάνω. Η άνοδος στην κυβέρνηση ενός αριστερού συνασπισμού με την ψήφο του λαού, δεν έρχεται σε αντίθεση με τη σκέψη του Μαρξ,
αλλά είναι βέβαια έξω από το λενινιστικό κλίμα.»
«Θα ήταν αφελές να πιστέψει κανείς πως δεν θα υπάρξει αντίδραση. Εκτός αν τα μονοπωλιακά μεγαθήρια μείνουν άθικτα. Οπότε όμως, δεν μιλάμε για ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής αλλά για σοσιαλδημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.»
«Η σκληρή στάση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών – που εκφράζουν την αμερικάνικη πολιτική στη Δυτική Ευρώπη- πάνω στο θέμα της συνεργασίας σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.»
«Στο μέτρο που συνεχίζουν την επιδίωξη της ριζικής αλλαγής της κοινωνικής δομής, η ρήξη με τους νατοϊκούς σχηματισμούς τουλάχιστον μοιάζει αναπόφευκτη.
Στο μέτρο που ασπάζονται τη σοσιαλδημοκρατική πολιτική κατάσταση της κυβέρνησης, θα τους δώσει το πολύ την ευκαιρία να προωθήσουν ένα κάπως πιο «ανθρώπινο» καπιταλισμό –καπιταλισμό δηλαδή βορειοευρωπαϊκού τύπου, για τη Νότια Ευρώπη.»
«Στην εποχή μας, η πορεία προς τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό προϋποθέτει την εθνική απελευθέρωση. Αυτός είναι ο πρώτος και κύριος σταθμός. Γιατί ο κύριος αντίπαλος είναι ο ιμπεριαλισμός –σε όλες τις μορφές: στρατιωτικές, πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές. Και η πιο στέρεη και ιστορικά απαραίτητη συμμαχία είναι η συμμαχία ανάμεσα στους λαούς και τα κινήματα που βρίσκονται στο μέτωπο αυτού του αγώνα. Οι αδέσμευτοι έχουν δώσει το παράδειγμα. Είναι καιρός, οι λαοί της Νότιας Ευρώπης να διδαχθούν το μεγάλο μάθημα της εποχής.»
Β) ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ:
Τα «λατινικά» κομμουνιστικά κόμματα και η δικτατορία του προλεταριάτου.
Πάει καιρός τώρα που είχα δημοσιεύσει ένα άρθρο με τίτλο «Ο Μαρξ, ο Λένιν και η δικτατορία του προλεταριάτου». Από τότε συνέβησαν καταλυτικά γεγονότα στο χώρο της ευρωπαϊκής Αριστεράς, που κορυφώθηκαν με την ευκαιρία του 25ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ. Η πόλωση ανάμεσα στα «λατινικά» κομμουνιστικά κόμματα –Ισπανίας, Ιταλίας και Γαλλίας- και του ΚΚΣΕ πήρε μεγάλες διαστάσεις. Κι όπως συμβαίνει συνήθως, η σύγκρουση στο ιδεολογικό πεδίο δεν είναι παρά η έκφραση σύγκρουσης στο πεδίο της πολιτικής πράξης.
Όμως, μιας και το κεντρικό σημείο της ιδεολογικής σύγκρουσης είναι η «δικτατορία του προλεταριάτου», το βρίσκω χρήσιμο να επεκτείνω τη συλλογιστική του άρθρου μου στην τρέχουσα ιδεολογική διαμάχη. Το θέμα δεν αφορά βέβαια μόνο τα Κ.Κ. της Ευρώπης. Αφορά εξίσου και τα σοσιαλιστικά κόμματα, άσχετα βέβαια από το γεγονός ότι δεν έχουν κανένα λόγο να πάρουν ενεργό μέρος στη διένεξη.
Ποιες είναι σε γενικές γραμμές, οι θέσεις των «λατινικών» κομμουνιστικών κομμάτων;
1. Η συμμετοχή των ΚΚ στη κυβέρνηση πρέπει να στηρίζεται στην ελεύθερη και αβίαστη ψήφο του λαού στα πλαίσια της λειτουργίας της αστικής δημοκρατίας.
2. Η κυβέρνηση είναι κυβέρνηση συνασπισμού. Υπάρχουν εδώ δύο εκδοχές: Ή συνασπισμός κομμουνιστών και σοσιαλιστών (Γαλλία) ή ευρύτερος «δημοκρατικός» συνασπισμός που συμπεριλαμβάνει και αστικά κόμματα (Ισπανία, Ιταλία)
3. Σε σχέση με το κυβερνητικό πρόγραμμα υπάρχουν πάλι δύο εκδοχές που αντιστοιχούν στον τύπο του συνασπισμού που επιδιώκεται: Η ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής (συνασπισμός κομμουνιστών και σοσιαλιστών) ή μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής της κοινωνίας (πλατύς δημοκρατικός συνασπισμός)
4. Αποδοχή του κομματικού πλουραλισμού καθώς και της ομαλής διαδοχής των κομμάτων στην κυβέρνηση
5. Αναγνώριση του status quo στην Ευρώπη –δηλαδή της διαίρεσης της Ευρώπης σε δύο ψυχροπολεμικά μπλοκ. Τα «λατινικά» ΚΚ έχουν πρόθεση να μείνουν οι χώρες τους στο ΝΑΤΟ μα να εργαστούν ταυτόχρονα για την ειρήνη, την ύφεση και τη διάλυση των μπλοκ.
6. Τονίζεται η εθνική ταυτότητα των ΚΚ σε αντιδιαστολή με τον «προλεταριακό διεθνισμό» - που στην πράξη σημαίνει έλεγχο από τη Μόσχα. Και τονίζεται, επίσης, το δικαίωμα κάθε ΚΚ να επιλέγει τη δικιά του πορεία προς τον κομμουνισμό –σε προσαρμογή προς τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες στα πλαίσια των οποίων δρα.
Ας προσπαθήσουμε τώρα να αξιολογήσουμε αυτέ τις θέσεις σε μαρξιστικά πλαίσια. Πριν, ξεκινήσουμε καν, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε εκείνα τα «λατινικά» κόμματα που αποβλέπουν μόνο στη μεταρρύθμιση στα πλαίσια της καπιταλιστικής δομής και σε εκείνα που αποβλέπουν σε ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής.
Για την πρώτη κατηγορία δεν δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα ερμηνείας. Από την ώρα που τα Κ.Κ. αποδέχονται την καπιταλιστική δομή της κοινωνίας και επιδιώκουν μεταρρυθμίσεις μόνο, στο βωμό του «ιστορικού συμβιβασμού», μεταβάλλονται σε σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με την κλασική έννοια του όρου.
Μια που δεν θέτουν θέμα δομής εξουσίας, μπορούν να λειτουργήσουν εντελώς φυσιολογικά στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας. Στην πράξη βέβαια, η άνοδος τους στην κυβέρνηση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Γιατί τόσο ο τίτλος του κόμματος όσο και οι παραδοσιακές διασυνδέσεις με τη Μόσχα- κι ακόμη το μαρξιστικό υπόβαθρο της σκέψης τους- δημιουργούν υποψίες και αναστολές όχι μόνο στην ντόπια και ξένη κεφαλαιοκρατία αλλά και στο Πεντάγωνο των Η.Π.Α. που εξουσιάζει το χώρο της Δ. Ευρώπης –με σύμφωνη γνώμη της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η περίπτωση των Κ.Κ. που επιδιώκουν τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής σε συνεργασία με τα σοσιαλιστικά κόμματα, στα πλαίσια των έξι σημείων που ανέφερα πιο πάνω. Η άνοδος στην κυβέρνηση ενός αριστερού συνασπισμού με την ψήφο του λαού, δεν έρχεται σε αντίθεση με τη σκέψη του Μαρξ, αλλά είναι βέβαια έξω από το λενινιστικό κλίμα.
Σε αντιδιαστολή, ο κομματικός πλουραλισμός και η ομαλή διαδοχή των κομμάτων στην κυβέρνηση δημιουργούν σοβαρά προβλήματα για τον μαρξιστή. Γιατί το κράτος, ταξικά ουδέτερο, δε νοείται στα πλαίσια της μαρξιστικής σκέψης. Είναι πάντα όργανο της πολιτικής επικυριαρχίας της άρχουσας τάξης. Άρα, η αλλαγή της δομής της πολιτείας του Κράτους, είναι όρος απαράβατος για τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής.
Σοσιαλιστική κοινωνία χωρίς κράτος που να εκφράζει την επικυριαρχία των εργαζομένων –εργατών, αγροτών, μισθωτών, κλπ- απλώς δε νοείται. Σε σχέση με το κράτος, την κρατική μηχανή, σημασία έχουν οι φορείς όσο και η δομή.
Έργο πρώτο και κρίσιμο μιας συμμαχίας εργαζομένων που φτάνει δημοκρατικά στην κυβέρνηση είναι να προχωρήσει σε βασικές αλλαγές της δομής της πολιτείας και των κρίσιμων φορέων της. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει άριστα, στα πλαίσια ενός Συντάγματος, που να κατοχυρώνει τις κατακτήσεις του λαού, δηλαδή τη σοσιαλιστική δομή της πολιτείας.
Στα πλαίσια ενός τέτοιου Συντάγματος, ο κομματικός πλουραλισμός και η διαδοχή των κομμάτων στην Εξουσία – δηλαδή η πολιτικά δημοκρατική δομή της πολιτείας- δεν θέτουν σε αμφισβήτηση τη νέα δομή της εξουσίας, δηλαδή τις λαϊκές κατακτήσεις. Μια τέτοια πορεία σαφώς δεν είναι λενινιστική. Δεν έρχεται όμως σε καμιά αντίθεση με τη μαρξιστική θέση ή μέθοδο ανάλυσης.
Υπάρχει βέβαια, το ερώτημα: θα επιτρέψει το καπιταλιστικό κράτος τη δημοκρατική πορεία προς τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής, μια πορεία που περιλαμβάνει και την αλλαγή της δικής του δομής, τη μετατροπή του σε κράτος που εκφράζει την επικυριαρχία των εργαζομένων; Η απάντηση, κατά τη γνώμη μου είναι: Ναι, κάτω από δύο συγκεκριμένους όρους: Πρώτον, την ανεξαρτησία της κρατικής μηχανής και, ιδιαίτερα, των ενόπλων δυνάμεων από ξένες επιρροές, διασύνδεση και έλεγχο – που μεταθέτουν το κέντρο των αποφάσεων έξω από τη χώρα. Δεύτερον, την ύπαρξη ή την ανάπτυξη κλίματος στις ένοπλες δυνάμεις, που να καθιστά αποδεκτή τη λαϊκή ετυμηγορία.
Μα εδώ ακριβώς υπάρχει μια δεύτερη βασική αντίφαση στο σκεπτικό εκείνων που προσπαθούν να πραγματοποιήσουν τη ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής κάτω από την αιγίδα του ΝΑΤΟ.
Οι μηχανισμοί του ΝΑΤΟ δεν αφορούν μόνο την «ασφάλεια» της Δύσης. Είναι μηχανισμοί ελέγχου πάνω στον δυτικοευρωπαϊκό χώρο. Και είναι μέσα στους στόχους αυτού του ελέγχου η επικυριαρχία του αμερικάνικου πολυεθνικού κεφαλαίου στη Δυτική Ευρώπη. Πώς θα αντιδράσει το ΝΑΤΟ στη ριζική αλλαγή της κοινωνικής αλλαγής στη Γαλλία, ας πούμε, όταν συνέπεια του θα είναι π.χ. η κοινωνικοποίηση των ξένων επιχειρήσεων και η αυτοδιαχείριση;
Θα ήταν αφελές να πιστέψει κανείς πως δεν θα υπάρξει αντίδραση. Εκτός αν τα μονοπωλιακά μεγαθήρια μείνουν άθικτα. Οπότε όμως, δεν μιλάμε για ριζική αλλαγή της κοινωνικής δομής αλλά για σοσιαλδημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Το πιθανό είναι ότι ο νατοϊκός μηχανισμός θα αντιδράσει- και όχι μόνο στην περίπτωση αριστερών συνασπισμών, που επιχειρούν τη ριζική κοινωνική αλλαγή, αλλά ακόμη και των «δημοκρατικών» συνασπισμών, στους οποίους συμμετέχουν κόμματα με τον τίτλο, την ιστορία και τις διασυνδέσεις των Κ.Κ. Η κυνικά προκλητική επέμβαση Αμερικανών αξιωματούχων στη Γαλλία και την Ιταλία αποτελεί την πρώτη γεύση του προβλήματος.
Η σκληρή στάση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών – που εκφράζουν την αμερικάνικη πολιτική στη Δυτική Ευρώπη- πάνω στο θέμα της συνεργασίας σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.
Η σκληρή αντίδραση της Μόσχας απέναντι στα «λατινικά» Κ.Κ. δεν είναι άσχετη από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στα πλαίσια της ειρηνικής συνύπαρξης με τις ΗΠΑ και την ύφεση. Η Σοβιετική Ένωση δεν επιθυμεί να δώσει στις ΗΠΑ την εντύπωση ότι υπονομεύει την επικυριαρχία της στο ζωτικό δυτικοευρωπαϊκό χώρο.
Το θέμα της Κίνας προέχει τόσο στη στρατηγική σκέψη της Σοβιετικής Ένωσης, ώστε για τον ευρωπαϊκό χώρο η ύφεση αποτελεί τον κύριο στόχο της. Βέβαια συντρέχουν και άλλοι λόγοι. Η ανάπτυξη στη Δύση άλλων προτύπων σοσιαλισμού αποτελεί μια έμμεση υπονόμευση –τουλάχιστο στο μέτρο που τα πρότυπα αυτά θα βρουν απήχηση στις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας- του ελέγχου της Σοβιετικής Ένωσης πάνω στο ανατολικό μπλοκ. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πώς η Σοβιετική Ένωση έχει υποστηρίξει κομμουνιστικά κινήματα μόνο στο μέτρο που μπορεί να τα ελέγχει.
Μένει ένα βασικό ερώτημα: Τι οδήγησε τα «λατινικά» κομμουνιστικά κόμματα στον «ιστορικό συμβιβασμό»; Βασικά είναι η πεποίθηση τους, πώς για χρόνια η διαίρεση της Ευρώπης σε δύο μπλοκ θα παραμείνει ανέπαφη. Πως, κατά συνέπεια, η γραμμή των σκληρών Κ.Κ. –γραμμή αναμονής ως την ώρα που θα υπάρξει αλλαγή ισορροπίας στον ευρωπαϊκό χώρο- οδηγεί στην αποδυνάμωση και απομαζικοποίηση των κομμουνιστικών κομμάτων.
Ο «ιστορικός συμβιβασμός» παρουσιάζεται έτσι σαν μέθοδος επιβίωσης και ανάπτυξης της δύναμης των κομμάτων.
Μα οι βασικές αντιφάσεις που αναφέραμε πιο πάνω δημιουργούν σοβαρά –αν όχι ανυπέρβλητα- προβλήματα, στην πορεία τους. Στο μέτρο που συνεχίζουν την επιδίωξη της ριζικής αλλαγής της κοινωνικής δομής, η ρήξη με τους νατοϊκούς σχηματισμούς τουλάχιστον μοιάζει αναπόφευκτη.
Στο μέτρο που ασπάζονται τη σοσιαλδημοκρατική πολιτική κατάσταση της κυβέρνησης, θα τους δώσει το πολύ την ευκαιρία να προωθήσουν ένα κάπως πιο «ανθρώπινο» καπιταλισμό –καπιταλισμό δηλαδή βορειοευρωπαϊκού τύπου, για τη Νότια Ευρώπη.
Το σκεπτικό, κατά τη γνώμη μας, περιέχει ένα λάθος – λάθος όχι εκτίμησης αλλά πολιτικής βούλησης. Εάν τα αριστερά κόμματα της Νότιας Ευρώπης αποδέχονται, σαν βάση διαμόρφωσης της στρατηγικής τους, την επικυριαρχία του ΝΑΤΟ και των Η.Π.Α., τότε ό,τι κι αν κάνουν θα χτίσουνε στην άμμο. Απαράδεκτη βέβαια είναι και η μοιρολατρική αναμονή για την αλλαγή στη συσχέτιση δυνάμεων στην Ευρώπη. Τι μένει; Μένει η πιο βασική μορφή αγώνα στην εποχή μας, αυτή που έχει κυριολεκτικά δώσει τη σφραγίδα της στη «γαιόσφαιρα»: ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας που στην περίπτωση των χωρών της Νότιας Ευρώπης έχει σαν συγκεκριμένο στόχο την αποσύνδεση από τους μηχανισμούς του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ και την «εθνικοποίηση» της κρατικής μηχανής και, ιδιαίτερα, των ενόπλων δυνάμεων.
Σε χώρες, όπως η Γαλλία, που η διάβρωση του κρατικού μηχανισμού από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είναι σχετικά μικρή, η κατάκτηση της κυβέρνησης από συνασπισμό αριστερών πολιτικών δυνάμεων είναι σχετικά εφικτή, παρά την αναμφισβήτητη αντίδραση του νατοϊκού μηχανισμού. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο κίνδυνος θα προέλθει από τη συστηματική υπονόμευση του κυβερνητικού έργου, που θα ξεκινήσει από την πρώτη στιγμή. Και γι’ αυτό, η διάλυση του νατοϊκού μηχανισμού θα πρέπει να είναι ο πρώτος στόχος της κυβέρνησης.
Οποιοσδήποτε συμβιβασμός με το ΝΑΤΟ θα οδηγήσει σε όλεθρο. Και είναι γι’ αυτό κρίμα, που κάτι τέτοιο δεν αποτελεί προγραμματική θέση π.χ. του Σοσιαλιστικού κόμματος της Γαλλίας. Σε άλλες χώρες, όπου η διάβρωση του κρατικού μηχανισμού από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχει βάθος, είναι πιθανό οι μηχανισμοί καταστολής να μπουν σε κίνηση πριν καν ένας αριστερός συνασπισμός φτάσει στην κυβέρνηση με δημοκρατικά μέσα.
Όμως σε αυτές ακριβώς τις χώρες –τις πιο διαβρωμένες από τους νατοϊκούς μηχανισμούς- δημιουργούνται δυνατότητες ευρύτατης λαϊκής συσπείρωσης και αγώνα ενάντια στο δορυφορικό του καθεστώς. Σε τέτοιους ακριβώς αγώνες σφυρηλατείται η αδελφοσύνη ανάμεσα στο λαό και τα στρατευμένα παιδιά του –αδελφοσύνη που αποτελεί το θεμέλιο λίθο για το σεβασμό της λαϊκής ετυμηγορίας από τις ένοπλες δυνάμεις.
Στην εποχή μας, η πορεία προς τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό προϋποθέτει την εθνική απελευθέρωση. Αυτός είναι ο πρώτος και κύριος σταθμός. Γιατί ο κύριος αντίπαλος είναι ο ιμπεριαλισμός –σε όλες τις μορφές: στρατιωτικές, πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές. Και η πιο στέρεη και ιστορικά απαραίτητη συμμαχία είναι η συμμαχία ανάμεσα στους λαούς και τα κινήματα που βρίσκονται στο μέτωπο αυτού του αγώνα. Οι αδέσμευτοι έχουν δώσει το παράδειγμα. Είναι καιρός, οι λαοί της Νότιας Ευρώπης να διδαχθούν το μεγάλο μάθημα της εποχής. I-Reporter
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΡΟΕΦ : ΔΥΣΚΟΛΗ ΟΜΑΔΑ Ο ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ... ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΓΙΑ ΕΜΑΣ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΑΝΕΚΔΟΤΟ: Μια ξένη γλώσσα χρειάζεται
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ