2013-03-16 17:39:04
του Δικηγόρου Θηβών, Νικολάου Ποταμιά
Ο αγανακτισμένος ήταν ο καλύτερος φίλος του βουλευτή. Μιλούσαν με το μικρό τους όνομα. Δεν του άρεσε το διάβασμα, δεν διάβασε δεν χάλασε το μυαλό του, όπως έλεγε ο Καζαντζάκης. Το μυαλό του το είχε στις γνωριμίες.
Κατάφερε να διοριστεί στο Δημόσιο. Οχι πως θα πήγαινε χαμένος αλλά έτσι θα μπορούσε από τώρα να σκέφτεται τη σύνταξη και το εφάπαξ. Στο γραφείο του δούλευαν τα θερμοφόρα σώματα για τη θαλπωρή, άφηνε και ανοιχτό το παράθυρο για οξυγόνο. Δεν έκανε κακές παρέες, Αμερικανάκια και εκμεταλλευτές απ την Ευρώπη. Απεχθανόταν τις αποκρατικοποιήσεις. Πού θα βρεις έλεγε τέτοιο εργοδότη σαν το Δημόσιο, να μην ενδιαφέρεται για το μαγαζί του.
Όταν κλείνουν τους δρόμους βρίσκεται μπροστάρης, φοράει λακόστ και πανάκριβα γυαλιά στο τριχωτό της κεφαλής του. ΄Εχει και τον καπουτσίνο στο χέρι για να τονώσει το ηθικό του. Μιλάει δυνατά γιατί ξέρει ότι και τίποτα να μη λες πρέπει να το λες με αυτοπεποίθηση. Εύκολα καταργεί το νόμο και την τάξη. ΄Ισως κάτι ήξερε ο Νίτσε που έλεγε προσέξτε τον αγανακτισμένο συνήθως είναι ο πιο άδικος άνθρωπος.
Ο φρόνιμος δεν αδιαφορεί για την πολιτική ούτε απέχει. Ξέρει ότι η φτώχεια είναι η χειρότερη μορφή βίας και προσπαθεί να την αντιμετωπίσει. Ξέρει όμως επίσης ότι ο νόμος είναι εξ ίσου απαραίτητος. ΄Οταν ρώτησαν τον Σπινόζα ( ο οποίος θεωρείται ο Πλάτωνας της δύσης ) τι είναι νόμος τους απάντησε μονολεκτικά, ο θεός τους είπε είναι ο νόμος. Ο Σπινόζα δεν ήταν άθεος, ήθελε όμως να δώσει την πραγματική αξία του νόμου. Την παραφροσύνη που ζούμε μακριά του, τους εφιάλτες που γεννάει η απουσία του.
Ο φρόνιμος ξέρει ότι η κοινωνία δεν γίνεται καλύτερη αν αυτός δεν κάνει καλύτερο τον εαυτό του. ΄Οτι η καλύτερη κυβέρνηση είναι αυτή που μαθαίνει τους πολίτες της να κυβερνούν τον εαυτό τους
Ο φρόνιμος μαθαίνει να μαθαίνει, να αγαπά και να αγωνίζεται. Δεν φοβάται την ανηφόρα. Αν σκοντάψει μπορεί να σηκωθεί να τρίψει το πονεμένο του γόνατο, να ξαναφορτωθεί το φορτίο της ζωής, και άντε πάλι την ανηφόρα. Δεν θέλει πολλά για να’ ναι ευτυχισμένος. ΄Ενα παξιμάδι βρεγμένο όνειρα και ένα ποτήρι καλημέρα. Πορεύεται με λογισμό και μ’ όνειρο και θυμάται τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό που έλεγε με νόημα :
Λεφτά και πλούτη κι αν χαθούν
και τα βασίλεια κι όλα
τίποτα δεν χάθηκε
αν στητή μένει η ψυχή και ολόρθη.
Tromaktiko
Ο αγανακτισμένος ήταν ο καλύτερος φίλος του βουλευτή. Μιλούσαν με το μικρό τους όνομα. Δεν του άρεσε το διάβασμα, δεν διάβασε δεν χάλασε το μυαλό του, όπως έλεγε ο Καζαντζάκης. Το μυαλό του το είχε στις γνωριμίες.
Κατάφερε να διοριστεί στο Δημόσιο. Οχι πως θα πήγαινε χαμένος αλλά έτσι θα μπορούσε από τώρα να σκέφτεται τη σύνταξη και το εφάπαξ. Στο γραφείο του δούλευαν τα θερμοφόρα σώματα για τη θαλπωρή, άφηνε και ανοιχτό το παράθυρο για οξυγόνο. Δεν έκανε κακές παρέες, Αμερικανάκια και εκμεταλλευτές απ την Ευρώπη. Απεχθανόταν τις αποκρατικοποιήσεις. Πού θα βρεις έλεγε τέτοιο εργοδότη σαν το Δημόσιο, να μην ενδιαφέρεται για το μαγαζί του.
Όταν κλείνουν τους δρόμους βρίσκεται μπροστάρης, φοράει λακόστ και πανάκριβα γυαλιά στο τριχωτό της κεφαλής του. ΄Εχει και τον καπουτσίνο στο χέρι για να τονώσει το ηθικό του. Μιλάει δυνατά γιατί ξέρει ότι και τίποτα να μη λες πρέπει να το λες με αυτοπεποίθηση. Εύκολα καταργεί το νόμο και την τάξη. ΄Ισως κάτι ήξερε ο Νίτσε που έλεγε προσέξτε τον αγανακτισμένο συνήθως είναι ο πιο άδικος άνθρωπος.
Ο φρόνιμος δεν αδιαφορεί για την πολιτική ούτε απέχει. Ξέρει ότι η φτώχεια είναι η χειρότερη μορφή βίας και προσπαθεί να την αντιμετωπίσει. Ξέρει όμως επίσης ότι ο νόμος είναι εξ ίσου απαραίτητος. ΄Οταν ρώτησαν τον Σπινόζα ( ο οποίος θεωρείται ο Πλάτωνας της δύσης ) τι είναι νόμος τους απάντησε μονολεκτικά, ο θεός τους είπε είναι ο νόμος. Ο Σπινόζα δεν ήταν άθεος, ήθελε όμως να δώσει την πραγματική αξία του νόμου. Την παραφροσύνη που ζούμε μακριά του, τους εφιάλτες που γεννάει η απουσία του.
Ο φρόνιμος ξέρει ότι η κοινωνία δεν γίνεται καλύτερη αν αυτός δεν κάνει καλύτερο τον εαυτό του. ΄Οτι η καλύτερη κυβέρνηση είναι αυτή που μαθαίνει τους πολίτες της να κυβερνούν τον εαυτό τους
Ο φρόνιμος μαθαίνει να μαθαίνει, να αγαπά και να αγωνίζεται. Δεν φοβάται την ανηφόρα. Αν σκοντάψει μπορεί να σηκωθεί να τρίψει το πονεμένο του γόνατο, να ξαναφορτωθεί το φορτίο της ζωής, και άντε πάλι την ανηφόρα. Δεν θέλει πολλά για να’ ναι ευτυχισμένος. ΄Ενα παξιμάδι βρεγμένο όνειρα και ένα ποτήρι καλημέρα. Πορεύεται με λογισμό και μ’ όνειρο και θυμάται τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό που έλεγε με νόημα :
Λεφτά και πλούτη κι αν χαθούν
και τα βασίλεια κι όλα
τίποτα δεν χάθηκε
αν στητή μένει η ψυχή και ολόρθη.
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Νύχτες τρόμου στις φοιτητικές εστίες
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ