2013-03-20 08:51:04
Ποιοί ωφελούνται; Ποιοί κερδίζουν; Και ερωτώ κυριολεκτικά: Ποιοί ωφελούνται οικονομικά; Ποιοί κερδίζουν χρήματα; Ποιοί πλουτίζουν κερδοσκοπώντας ενώ όλοι οι άλλοι -συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματιών- φτωχαίνουν;
Αυτές είναι ερωτήσεις κλειδιά για την ερμηνεία των πραγμάτων σήμερα. Και δεν είναι η κλασική ερώτηση μαρξιστή καθηγητή σε αγγλικό πανεπιστήμιο, «who benefits from all this»; Είναι ευθεία ερώτηση ευρωπαίου πολίτη, βάναυσα θιγόμενου από τη σημερινή τραγική καταστροφή.
Οι πιο ωφελημένοι είναι οι ίδιοι οι υπαίτιοι της κρίσης. Οι τραπεζίτες. Οι μεγαλύτεροι εκμεταλλευτές όλων των εποχών, οι αρχισπεκουλαδόροι που έχουν τόση δύναμη ώστε να εκβιάζουν και να απαξιώνουν όλους τους άλλους «μεγαλοκαρχαρίες».
Και προσέξτε! Δεν λέω οι τράπεζες. Λέω οι τραπεζίτες. Άλλο οι τράπεζες -που ως θεσμικά εργαλεία είναι δυστυχώς απαραίτητες για τη λειτουργία της οικονομίας- και άλλο οι τραπεζίτες. Αλλιώς, με τη σύγχυση υπάρχει σήμερα, κινδυνεύουμε να μπερδέψουμε την ήρα με το σιτάρι.
Οι σημερινοί τραπεζίτες ομοιάζουν περισσότερο με τους γραφικούς αργυραμοιβούς της οδού Αθηνάς, του προπερασμένου αιώνα. Ή ακόμη καλύτερα, με τον Σαιξπηρικό Σάϊλοκ. Παρότι ο Άγγλος δραματουργός έγραψε τον «Έμπορο της Βενετίας» έχοντας στο μυαλό του να παρουσιάσει μια κωμωδία, αυτό που μένει στη μνήμη του θεατή είναι η δραματικά συγκλονιστική δύσμορφη φιγούρα του τοκογλύφου Σάϊλοκ.
Η υπόθεση του έργου είναι ενδιαφέρουσα, γιατί ένα αληθινό love story, μια πανέμορφη ιστορία αγάπης, μετατρέπεται σε οικονομικό-δικαστικό θρίλερ, σε μια φρικώδη ιστορία εκδίκησης. Πώς; Ένας νεαρός Βενετός -ο Μπασάνιο- διεκδικεί μια όμορφη κοπέλα, την Πόρσια, η οποία ζει στο Μπελμόντε και πολιορκείται από τους μυθικά πλούσιους Πρίγκιπες του Μαρόκου και της Αραγωνίας. Ο πατέρας της έχει αφήσει στη διαθήκη του έναν όρο: Θα την παντρευτεί όποιος διαλέξει το σωστό από τα τρία κουτιά, ένα χρυσό, ένα ασημένιο και ένα μολυβένιο. Σε ένα από αυτά, βρίσκεται το πορτραίτο της κόρης του. Όποιος το βρει, θα την κερδίσει. Όμως, ο νεαρός δεν είναι πλούσιος. Το αντίθετο μάλιστα. Γι’ αυτό προστρέχει για βοήθεια στο φίλο του Αντόνιο ο οποίος είναι ο έμπορος και θεωρητικά θα έχει να του δανείσει 3.000 δουκάτα που απαιτούνται για το ταξίδι και τη συμμετοχή στο διαγωνισμό για την καρδιά της αγαπημένης του.
Τη στιγμή εκείνη, ο Αντόνιο αδυνατεί να βοηθήσει άμεσα το φίλο του, γιατί έχει επενδύσει όλα του τα χρήματα σε καράβια που δεν έχουν πιάσει ακόμη λιμάνι. Ο χρόνος όμως κυλάει αδυσώπητα. Λύση και στην απελπισία και των δύο έρχεται να δώσει ο Σάϊλοκ. Τους παρέχει τα χρήματα, θέτοντας όμως έναν περίεργο και πρωτάκουστο όρο: Αν ο Αντόνιο δεν μπορέσει να εξοφλήσει το δάνειο μέσα στον προκαθορισμένο χρόνο, τότε ο Σάϊλοκ θα πάρει πίσω μια λίβρα σάρκας από οποιοδήποτε μέρος του σώματός του!
Ο καλοπροαίρετος Έμπορος γεμάτος αφέλεια, ξαφνιάζεται ευχάριστα από το αίτημα του τοκογλύφου, αφού δεν του ζητά χρήματα ή άλλη εμπράγματη εγγύηση και δεν αντιλαμβάνεται την καλοστημένη παγίδα. Δεν συνειδητοποιεί ότι αυτό που διακυβεύεται σε περίπτωση αδυναμίας καταβολής του ποσού είναι η ίδια του η ζωή. Και τελικά συμφωνεί.
Και επειδή η τύχη δεν είναι προβλέψιμη, τα καράβια χάνονται στη θάλασσα και έρχεται η ώρα της αποπληρωμής του δανείου.
Η δραματική κορύφωση του έργου λαμβάνει χώρα στο δικαστήριο, όπου ο Αντόνιο προσφέρει διπλή αποζημίωση 6.000 δουκάτων στον τοκογλύφο. Αυτός όμως την αρνείται, επιμένοντας να πάρει εκδίκηση αφαιρώντας τη ζωή του Βενετσάνου.
Τί σχέση έχουν όλα αυτά με τη σημερινή πραγματικότητα; Απλά βάλτε δίπλα σε κάθε ρόλο έναν από τους σημερινούς πρωταγωνιστές της κρίσης. Η Πόρσια είναι η ωραία ζωή που κάναμε με δανεικά εδώ και τρεις δεκαετίες. Ο Μπασάνιο είναι ο μέσος Έλληνας που βασίζεται στον καλό του φίλο για να την απολαμβάνει. Ο Αντόνιο είναι η εκάστοτε Ελληνική Κυβέρνηση που για να ικανοποιήσει τους πολίτες-ψηφοφόρους δίνει αλόγιστα τα δάνεια χωρίς εγγυήσεις. Τα τρία κουτιά είναι οι προεκλογικές υποσχέσεις των κομμάτων. Τα καράβια συμβολίζουν τα θαλασσοδάνεια και τις επισφαλείς επενδύσεις μας σε προβληματικές επιχειρήσεις, ενώ ο καιρός που τα εξαφανίζει είναι το αόρατο χέρι των αγορών. Αντικαταστήστε τα 3.000 δουκάτα με τα 260 δις ευρώ του χρέους μας. Οι Πρίγκιπες του Μαρόκου και της Αραγωνίας είναι οι σημερινοί επενδυτές από το Κατάρ και τη Ρωσία. Το ρόλο του Δόγη της Βενετίας, θα μπορούσε να παίζει ο Ζοζέ Εμμανουέλ Μπαρόζο και του δικαστηρίου η Ευρωπαϊκή Ένωση. Και βέβαια, το ρόλο του αιμοδιψούς Σάϊλοκ, τον ενσαρκώνει αυτοδικαίως η Τρόικα ή αν θέλετε να το προσωποποιήσουμε η αδίστακτη (κατά Αλέξη Τσίπρα) madame Merkel.
Πάλι πίσω στο δικαστήριο: Όπως όλοι γνωρίζουν στη σύγχρονη εποχή οι μεγαλύτεροι μέτοχοι των τραπεζών είναι τα ίδια τα ασφαλιστικά ταμεία. Και χρηματοδότες των ταμείων -μέσω των εισφορών μας- είναι οι εργαζόμενοι, δηλαδή όλοι εμείς (όσοι έχουμε ακόμη δουλειά…). Άρα, ουσιαστικά οι τράπεζες ανήκουν στους καταθέτες τους.
Αυτό που ζούμε παγκοσμίως εδώ και πέντε χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, στην Ελλάδα εδώ και τρία και στην Κύπρο εδώ και τρεις ημέρες, είναι η επανεμφάνιση ενός σύγχρονου Σάϊλοκ, που με αδίστακτη επιμονή αξιώνει να εισπράξει το τίμημα της σάρκας μας.
Προς το παρόν μας έχει τρομοκρατήσει και φαινόμαστε παραδομένοι στη μοίρα μας.
Η αφήγηση της αναλογίας με τον Έμπορο της Βενετίας σταματάει για σήμερα εδώ.
Στο έργο του Σαίξπηρ υπάρχει μια απροσδόκητη ανατροπή. Γι’ αυτό και είναι και διαχρονικό και κλασικό. Πιστεύω στην εφευρετικότητα και των Κυπρίων πολιτικών και των Κυπρίων επιχειρηματιών. Tromaktiko
Αυτές είναι ερωτήσεις κλειδιά για την ερμηνεία των πραγμάτων σήμερα. Και δεν είναι η κλασική ερώτηση μαρξιστή καθηγητή σε αγγλικό πανεπιστήμιο, «who benefits from all this»; Είναι ευθεία ερώτηση ευρωπαίου πολίτη, βάναυσα θιγόμενου από τη σημερινή τραγική καταστροφή.
Οι πιο ωφελημένοι είναι οι ίδιοι οι υπαίτιοι της κρίσης. Οι τραπεζίτες. Οι μεγαλύτεροι εκμεταλλευτές όλων των εποχών, οι αρχισπεκουλαδόροι που έχουν τόση δύναμη ώστε να εκβιάζουν και να απαξιώνουν όλους τους άλλους «μεγαλοκαρχαρίες».
Και προσέξτε! Δεν λέω οι τράπεζες. Λέω οι τραπεζίτες. Άλλο οι τράπεζες -που ως θεσμικά εργαλεία είναι δυστυχώς απαραίτητες για τη λειτουργία της οικονομίας- και άλλο οι τραπεζίτες. Αλλιώς, με τη σύγχυση υπάρχει σήμερα, κινδυνεύουμε να μπερδέψουμε την ήρα με το σιτάρι.
Οι σημερινοί τραπεζίτες ομοιάζουν περισσότερο με τους γραφικούς αργυραμοιβούς της οδού Αθηνάς, του προπερασμένου αιώνα. Ή ακόμη καλύτερα, με τον Σαιξπηρικό Σάϊλοκ. Παρότι ο Άγγλος δραματουργός έγραψε τον «Έμπορο της Βενετίας» έχοντας στο μυαλό του να παρουσιάσει μια κωμωδία, αυτό που μένει στη μνήμη του θεατή είναι η δραματικά συγκλονιστική δύσμορφη φιγούρα του τοκογλύφου Σάϊλοκ.
Η υπόθεση του έργου είναι ενδιαφέρουσα, γιατί ένα αληθινό love story, μια πανέμορφη ιστορία αγάπης, μετατρέπεται σε οικονομικό-δικαστικό θρίλερ, σε μια φρικώδη ιστορία εκδίκησης. Πώς; Ένας νεαρός Βενετός -ο Μπασάνιο- διεκδικεί μια όμορφη κοπέλα, την Πόρσια, η οποία ζει στο Μπελμόντε και πολιορκείται από τους μυθικά πλούσιους Πρίγκιπες του Μαρόκου και της Αραγωνίας. Ο πατέρας της έχει αφήσει στη διαθήκη του έναν όρο: Θα την παντρευτεί όποιος διαλέξει το σωστό από τα τρία κουτιά, ένα χρυσό, ένα ασημένιο και ένα μολυβένιο. Σε ένα από αυτά, βρίσκεται το πορτραίτο της κόρης του. Όποιος το βρει, θα την κερδίσει. Όμως, ο νεαρός δεν είναι πλούσιος. Το αντίθετο μάλιστα. Γι’ αυτό προστρέχει για βοήθεια στο φίλο του Αντόνιο ο οποίος είναι ο έμπορος και θεωρητικά θα έχει να του δανείσει 3.000 δουκάτα που απαιτούνται για το ταξίδι και τη συμμετοχή στο διαγωνισμό για την καρδιά της αγαπημένης του.
Τη στιγμή εκείνη, ο Αντόνιο αδυνατεί να βοηθήσει άμεσα το φίλο του, γιατί έχει επενδύσει όλα του τα χρήματα σε καράβια που δεν έχουν πιάσει ακόμη λιμάνι. Ο χρόνος όμως κυλάει αδυσώπητα. Λύση και στην απελπισία και των δύο έρχεται να δώσει ο Σάϊλοκ. Τους παρέχει τα χρήματα, θέτοντας όμως έναν περίεργο και πρωτάκουστο όρο: Αν ο Αντόνιο δεν μπορέσει να εξοφλήσει το δάνειο μέσα στον προκαθορισμένο χρόνο, τότε ο Σάϊλοκ θα πάρει πίσω μια λίβρα σάρκας από οποιοδήποτε μέρος του σώματός του!
Ο καλοπροαίρετος Έμπορος γεμάτος αφέλεια, ξαφνιάζεται ευχάριστα από το αίτημα του τοκογλύφου, αφού δεν του ζητά χρήματα ή άλλη εμπράγματη εγγύηση και δεν αντιλαμβάνεται την καλοστημένη παγίδα. Δεν συνειδητοποιεί ότι αυτό που διακυβεύεται σε περίπτωση αδυναμίας καταβολής του ποσού είναι η ίδια του η ζωή. Και τελικά συμφωνεί.
Και επειδή η τύχη δεν είναι προβλέψιμη, τα καράβια χάνονται στη θάλασσα και έρχεται η ώρα της αποπληρωμής του δανείου.
Η δραματική κορύφωση του έργου λαμβάνει χώρα στο δικαστήριο, όπου ο Αντόνιο προσφέρει διπλή αποζημίωση 6.000 δουκάτων στον τοκογλύφο. Αυτός όμως την αρνείται, επιμένοντας να πάρει εκδίκηση αφαιρώντας τη ζωή του Βενετσάνου.
Τί σχέση έχουν όλα αυτά με τη σημερινή πραγματικότητα; Απλά βάλτε δίπλα σε κάθε ρόλο έναν από τους σημερινούς πρωταγωνιστές της κρίσης. Η Πόρσια είναι η ωραία ζωή που κάναμε με δανεικά εδώ και τρεις δεκαετίες. Ο Μπασάνιο είναι ο μέσος Έλληνας που βασίζεται στον καλό του φίλο για να την απολαμβάνει. Ο Αντόνιο είναι η εκάστοτε Ελληνική Κυβέρνηση που για να ικανοποιήσει τους πολίτες-ψηφοφόρους δίνει αλόγιστα τα δάνεια χωρίς εγγυήσεις. Τα τρία κουτιά είναι οι προεκλογικές υποσχέσεις των κομμάτων. Τα καράβια συμβολίζουν τα θαλασσοδάνεια και τις επισφαλείς επενδύσεις μας σε προβληματικές επιχειρήσεις, ενώ ο καιρός που τα εξαφανίζει είναι το αόρατο χέρι των αγορών. Αντικαταστήστε τα 3.000 δουκάτα με τα 260 δις ευρώ του χρέους μας. Οι Πρίγκιπες του Μαρόκου και της Αραγωνίας είναι οι σημερινοί επενδυτές από το Κατάρ και τη Ρωσία. Το ρόλο του Δόγη της Βενετίας, θα μπορούσε να παίζει ο Ζοζέ Εμμανουέλ Μπαρόζο και του δικαστηρίου η Ευρωπαϊκή Ένωση. Και βέβαια, το ρόλο του αιμοδιψούς Σάϊλοκ, τον ενσαρκώνει αυτοδικαίως η Τρόικα ή αν θέλετε να το προσωποποιήσουμε η αδίστακτη (κατά Αλέξη Τσίπρα) madame Merkel.
Πάλι πίσω στο δικαστήριο: Όπως όλοι γνωρίζουν στη σύγχρονη εποχή οι μεγαλύτεροι μέτοχοι των τραπεζών είναι τα ίδια τα ασφαλιστικά ταμεία. Και χρηματοδότες των ταμείων -μέσω των εισφορών μας- είναι οι εργαζόμενοι, δηλαδή όλοι εμείς (όσοι έχουμε ακόμη δουλειά…). Άρα, ουσιαστικά οι τράπεζες ανήκουν στους καταθέτες τους.
Αυτό που ζούμε παγκοσμίως εδώ και πέντε χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, στην Ελλάδα εδώ και τρία και στην Κύπρο εδώ και τρεις ημέρες, είναι η επανεμφάνιση ενός σύγχρονου Σάϊλοκ, που με αδίστακτη επιμονή αξιώνει να εισπράξει το τίμημα της σάρκας μας.
Προς το παρόν μας έχει τρομοκρατήσει και φαινόμαστε παραδομένοι στη μοίρα μας.
Η αφήγηση της αναλογίας με τον Έμπορο της Βενετίας σταματάει για σήμερα εδώ.
Στο έργο του Σαίξπηρ υπάρχει μια απροσδόκητη ανατροπή. Γι’ αυτό και είναι και διαχρονικό και κλασικό. Πιστεύω στην εφευρετικότητα και των Κυπρίων πολιτικών και των Κυπρίων επιχειρηματιών. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Μικροπολιτικά συμφέροντα» διώχνουν την Eldorado Gold από την Ελλάδα
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΕΠΙΣΗΜΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΜΗΤΡΟΓΛΟΥ Η ΒΕΡΝΤΕΡ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ