2013-04-01 00:18:02
Για πολύ καιρό, η Ευρώπη ήταν υπερβολικά ανεκτική όσον αφορά τον «ηθικό κίνδυνο» του τραπεζικού της συστήματος. Αλλά, με το σχέδιο της Κύπρου, η πλάστιγγα γέρνει έντονα προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Ο κίνδυνος αυτός έγινε ξεκάθαρος όταν ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, ο Ολλανδός επικεφαλής του Eurogroup, ταρακούνησε τις χρηματοπιστωτικές αγορές τη Δευτέρα κάνοντας υπαινιγμούς για ένα νέο δόγμα, το οποίο θα τοποθετήσει όλο το βάρος της μελλοντικής αναδιάρθρωσης τραπεζών στους πιστωτές και τους καταθέτες, και όχι στους φορολογούμενους. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, «όταν παίρνεις το ρίσκο, θα πρέπει να το αντιμετωπίσεις, και αν δε μπορείς να το αντιμετωπίσεις τότε δεν θα έπρεπε να το έχεις πάρεις εξαρχής». Αυτή η σκληροπυρηνική στάση θυμίζει την αξιομνημόνευτη συμβουλή του Andrew Mellon, υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ υπό τον Πρόεδρο Χέρμπερτ Χούβερ στις αρχές του 1930: «Ρευστοποίηση της εργασίας, ρευστοποίηση των μετοχών, ρευστοποίηση των αγροτών, ρευστοποίηση των ακινήτων… Έτσι θα καθαρίσει η σαπίλα από το σύστημα… Οι άνθρωποι θα εργαστούν σκληρότερα, θα ζουν μια πιο ηθική ζωή.»
Τον Ιούλιο του 2007, ο Γιόχεν Σάνιο, τότε κορυφαίος οικονομικός επόπτης της Γερμανίας, διατύπωσε την αντίθετη θέση. Καθώς η IKB, μία μεσαίου μεγέθους γερμανική τράπεζα, αποκάλυψε τεράστιες απώλειες που σχετίζονταν με τα subprimes, ο Σάνιο υποστήριξε ότι αν δεν πραγματοποιούταν διάσωση, αυτό θα προκαλούσε «τη χειρότερη οικονομική κρίση από το 1931» -μία σκόπιμα τρομακτική αναφορά. Οι χώρες της ΕΕ έχουν από τότε εφαρμόσει το «δόγμα Σάνιο», αποπληρώνοντας σχολαστικά όλους τους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένων και των κατωτέρων, σχεδόν όλων των αποτυχημένων τραπεζών με ελάχιστες μικρές εξαιρέσεις στη Δανία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ειρωνικό είναι το γεγονός ότι αυτή η συνεχής απόρριψη του ηθικού κινδύνου προέρχεται από μία γερμανική απόφαση, ιδιαίτερα υπό το φως των πρόσφατων γεγονότων.
Πλέον η αλλαγή έχει έρθει, σταδιακά. Τον Οκτώβριο του 2010 στη Ντοβίλ, η Άνγκελα Μέρκελ, η γερμανίδα καγκελάριος, και ο Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί της Γαλλίας, ανακοίνωσαν ότι οι κάτοχοι κρατικού χρέους της ευρωζώνης ενδέχεται να αντιμετωπίσουν απώλειες, αλλά λίγο αργότερα η Ιρλανδία απαγορεύτηκε να «κάψει» τους ανώτερους ομολογιούχους της τράπεζας. Ωστόσο, οι φορείς χάραξης πολιτικής συνειδητοποίησαν σιγά-σιγά ότι η εγγύηση όλων των τραπεζικών υποχρεώσεων ενίσχυσε έναν επιζήμιο «βρόχο καταστροφής» μεταξύ των τραπεζών και των κρατών. Τον Ιούλιο του περασμένου έτους, ο Μάριο Ντράγκι, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σημείωσε ότι «το ζήτημα της κατανομής των βαρών με τους ανώτερους κατόχους ομολόγων εξελίσσεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Οι αναδιαρθρώσεις τραπεζών της Ισπανίας, αργότερα το ίδιο έτος, επέβαλλαν απώλειες σε πολλούς κατώτερους πιστωτές. Νωρίτερα φέτος, η Ιρλανδία διαπραγματεύτηκε μία συμφωνία που αφορούσε απώλειες για ορισμένους ανώτερους κατόχους ομολόγων της τράπεζας. Η σιωπηλή αυτή επανάσταση καλλιεργούσε τη μεγαλύτερη πειθαρχία σε σχέση με τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η σταδιακή αυτή στροφή ήταν ευπρόσδεκτη. Ωστόσο, στην Κύπρο επιταχύνθηκε εκτός ελέγχου, μέχρι να φτάσει πλήρως στο «δόγμα Mellon». Οι δύο μεγαλύτερες τράπεζες του νησιού βρίσκονται πλέον υπό εκκαθάριση, ακόμα και αν πρόκειται για διοικητική και όχι δικαστική διαδικασία, χωρίς κυβερνητική οικονομική βοήθεια. Όπως και στη Ντοβίλ, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ανακοίνωσαν στις 16 Μαρτίου ότι οι καταθέσεις δεν είναι πλέον ασφαλείς. Μετά από αυτή την ανακοίνωση, ο Γερμανός υπουργός οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, επιβεβαίωσε ότι η ασφάλεια των καταθέσεων έχει να κάνει με το «πόσο φερέγγυο είναι το κράτος». Η κίνηση αυτή αφάνισε την εμπιστοσύνη στις κυπριακές τράπεζες και κατέστησε αναπόφευκτη την επιβολή ελέγχων κεφαλαίων.
Έτσι, όπως το δόγμα Σάνιο έγινε μη βιώσιμο λόγω ηθικού κινδύνου και δημοσιονομικών περιορισμών, το δόγμα Mellon γίνεται μη βιώσιμο λόγω της πραγματικότητας του συστημικού κινδύνου –σήμερα, όπως και το 1930. Για να είμαστε δίκαιοι με τον κ. Ντάισελμπλουμ, ο ίδιος παραδέχθηκε ότι οι κυβερνήσεις δε μπορούν να επιβάλλουν πλήρη δημοσιονομική πειθαρχία «σε περιόδους κρίσης», ωστόσο μετά άφησε να εννοηθεί ότι δεν διανύουμε καμία τέτοια εποχή αυτή τη στιγμή: ένας πραγματικά ηρωικός ισχυρισμός. Οι κυβερνήσεις έχουν ευθύνη να προστατεύσουν τους πολίτες τους από την καταστροφική κατάρρευση. Για αυτό το λόγο χρειάστηκε και η μετριοπαθής κυβέρνηση των ΗΠΑ να διασώσει τον ασφαλιστικό όμιλο AIG, μία ημέρα αφότου είχε αφήσει την Lehman Brothers να πτωχεύσει. Όπως έμελε να μάθουν και οι ΗΠΑ, η προβλεψιμότητα είναι απαραίτητη σε τέτοια ζητήματα, ωστόσο είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Η Ευρώπη πρέπει τώρα να χαράξει ένα μονοπάτι μεταξύ του μη βιώσιμου Σάνιο και του μη ρεαλιστικού Mellon.
Η συμβιβαστική ανταλλαγή δεν είναι μόνο μεταξύ του ηθικού κινδύνου και της συστημικής αστάθειας, αλλά και μεταξύ της εθνικής δημοσιονομικής ευθύνης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η νέα εμμονή του Eurogroup ότι «όλοι οι ασφαλισμένοι καταθέτες σε όλες τις τράπεζες θα προστατεύονται πλήρως», μπορεί να θεωρηθεί (ή και να μη θεωρηθεί) ως μορφή «αντασφάλισης των καταθέσεων», πράγμα που σημαίνει ότι η εγγύηση των καταθέσεων μπορεί πράγματι να είναι ισχυρότερη από τη φερεγγυότητα ενός κράτους-μέλους. Ωστόσο, αυτή η δήλωση θα έχει μικρό αντίκτυπο στη συμπεριφορά των καταθετών, εκτός και αν γίνει σαφής η ευρωπαϊκή υποστήριξη των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων.
Παρομοίως, η εμμονή στις εύτακτες αναδιαρθρώσεις τραπεζών σε μία ενοποιημένη αγορά, απαιτεί μία κεντρική διαδικασία, η οποία θα πρέπει να βρίσκεται σε ισχύ προτού η ΕΚΤ διεξάγει μία ολοκληρωμένη εκτίμηση του ισολογισμού των περίπου 150 τραπεζών που μεταφέρονται υπό την άμεση εποπτεία της, μία προθεσμία που σχεδιάζεται τώρα για τα μέσα του 2014. Και ο χρόνος περνάει.
banksnews.gr
Ο κίνδυνος αυτός έγινε ξεκάθαρος όταν ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, ο Ολλανδός επικεφαλής του Eurogroup, ταρακούνησε τις χρηματοπιστωτικές αγορές τη Δευτέρα κάνοντας υπαινιγμούς για ένα νέο δόγμα, το οποίο θα τοποθετήσει όλο το βάρος της μελλοντικής αναδιάρθρωσης τραπεζών στους πιστωτές και τους καταθέτες, και όχι στους φορολογούμενους. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, «όταν παίρνεις το ρίσκο, θα πρέπει να το αντιμετωπίσεις, και αν δε μπορείς να το αντιμετωπίσεις τότε δεν θα έπρεπε να το έχεις πάρεις εξαρχής». Αυτή η σκληροπυρηνική στάση θυμίζει την αξιομνημόνευτη συμβουλή του Andrew Mellon, υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ υπό τον Πρόεδρο Χέρμπερτ Χούβερ στις αρχές του 1930: «Ρευστοποίηση της εργασίας, ρευστοποίηση των μετοχών, ρευστοποίηση των αγροτών, ρευστοποίηση των ακινήτων… Έτσι θα καθαρίσει η σαπίλα από το σύστημα… Οι άνθρωποι θα εργαστούν σκληρότερα, θα ζουν μια πιο ηθική ζωή.»
Τον Ιούλιο του 2007, ο Γιόχεν Σάνιο, τότε κορυφαίος οικονομικός επόπτης της Γερμανίας, διατύπωσε την αντίθετη θέση. Καθώς η IKB, μία μεσαίου μεγέθους γερμανική τράπεζα, αποκάλυψε τεράστιες απώλειες που σχετίζονταν με τα subprimes, ο Σάνιο υποστήριξε ότι αν δεν πραγματοποιούταν διάσωση, αυτό θα προκαλούσε «τη χειρότερη οικονομική κρίση από το 1931» -μία σκόπιμα τρομακτική αναφορά. Οι χώρες της ΕΕ έχουν από τότε εφαρμόσει το «δόγμα Σάνιο», αποπληρώνοντας σχολαστικά όλους τους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένων και των κατωτέρων, σχεδόν όλων των αποτυχημένων τραπεζών με ελάχιστες μικρές εξαιρέσεις στη Δανία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ειρωνικό είναι το γεγονός ότι αυτή η συνεχής απόρριψη του ηθικού κινδύνου προέρχεται από μία γερμανική απόφαση, ιδιαίτερα υπό το φως των πρόσφατων γεγονότων.
Πλέον η αλλαγή έχει έρθει, σταδιακά. Τον Οκτώβριο του 2010 στη Ντοβίλ, η Άνγκελα Μέρκελ, η γερμανίδα καγκελάριος, και ο Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί της Γαλλίας, ανακοίνωσαν ότι οι κάτοχοι κρατικού χρέους της ευρωζώνης ενδέχεται να αντιμετωπίσουν απώλειες, αλλά λίγο αργότερα η Ιρλανδία απαγορεύτηκε να «κάψει» τους ανώτερους ομολογιούχους της τράπεζας. Ωστόσο, οι φορείς χάραξης πολιτικής συνειδητοποίησαν σιγά-σιγά ότι η εγγύηση όλων των τραπεζικών υποχρεώσεων ενίσχυσε έναν επιζήμιο «βρόχο καταστροφής» μεταξύ των τραπεζών και των κρατών. Τον Ιούλιο του περασμένου έτους, ο Μάριο Ντράγκι, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σημείωσε ότι «το ζήτημα της κατανομής των βαρών με τους ανώτερους κατόχους ομολόγων εξελίσσεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Οι αναδιαρθρώσεις τραπεζών της Ισπανίας, αργότερα το ίδιο έτος, επέβαλλαν απώλειες σε πολλούς κατώτερους πιστωτές. Νωρίτερα φέτος, η Ιρλανδία διαπραγματεύτηκε μία συμφωνία που αφορούσε απώλειες για ορισμένους ανώτερους κατόχους ομολόγων της τράπεζας. Η σιωπηλή αυτή επανάσταση καλλιεργούσε τη μεγαλύτερη πειθαρχία σε σχέση με τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η σταδιακή αυτή στροφή ήταν ευπρόσδεκτη. Ωστόσο, στην Κύπρο επιταχύνθηκε εκτός ελέγχου, μέχρι να φτάσει πλήρως στο «δόγμα Mellon». Οι δύο μεγαλύτερες τράπεζες του νησιού βρίσκονται πλέον υπό εκκαθάριση, ακόμα και αν πρόκειται για διοικητική και όχι δικαστική διαδικασία, χωρίς κυβερνητική οικονομική βοήθεια. Όπως και στη Ντοβίλ, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ανακοίνωσαν στις 16 Μαρτίου ότι οι καταθέσεις δεν είναι πλέον ασφαλείς. Μετά από αυτή την ανακοίνωση, ο Γερμανός υπουργός οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, επιβεβαίωσε ότι η ασφάλεια των καταθέσεων έχει να κάνει με το «πόσο φερέγγυο είναι το κράτος». Η κίνηση αυτή αφάνισε την εμπιστοσύνη στις κυπριακές τράπεζες και κατέστησε αναπόφευκτη την επιβολή ελέγχων κεφαλαίων.
Έτσι, όπως το δόγμα Σάνιο έγινε μη βιώσιμο λόγω ηθικού κινδύνου και δημοσιονομικών περιορισμών, το δόγμα Mellon γίνεται μη βιώσιμο λόγω της πραγματικότητας του συστημικού κινδύνου –σήμερα, όπως και το 1930. Για να είμαστε δίκαιοι με τον κ. Ντάισελμπλουμ, ο ίδιος παραδέχθηκε ότι οι κυβερνήσεις δε μπορούν να επιβάλλουν πλήρη δημοσιονομική πειθαρχία «σε περιόδους κρίσης», ωστόσο μετά άφησε να εννοηθεί ότι δεν διανύουμε καμία τέτοια εποχή αυτή τη στιγμή: ένας πραγματικά ηρωικός ισχυρισμός. Οι κυβερνήσεις έχουν ευθύνη να προστατεύσουν τους πολίτες τους από την καταστροφική κατάρρευση. Για αυτό το λόγο χρειάστηκε και η μετριοπαθής κυβέρνηση των ΗΠΑ να διασώσει τον ασφαλιστικό όμιλο AIG, μία ημέρα αφότου είχε αφήσει την Lehman Brothers να πτωχεύσει. Όπως έμελε να μάθουν και οι ΗΠΑ, η προβλεψιμότητα είναι απαραίτητη σε τέτοια ζητήματα, ωστόσο είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Η Ευρώπη πρέπει τώρα να χαράξει ένα μονοπάτι μεταξύ του μη βιώσιμου Σάνιο και του μη ρεαλιστικού Mellon.
Η συμβιβαστική ανταλλαγή δεν είναι μόνο μεταξύ του ηθικού κινδύνου και της συστημικής αστάθειας, αλλά και μεταξύ της εθνικής δημοσιονομικής ευθύνης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η νέα εμμονή του Eurogroup ότι «όλοι οι ασφαλισμένοι καταθέτες σε όλες τις τράπεζες θα προστατεύονται πλήρως», μπορεί να θεωρηθεί (ή και να μη θεωρηθεί) ως μορφή «αντασφάλισης των καταθέσεων», πράγμα που σημαίνει ότι η εγγύηση των καταθέσεων μπορεί πράγματι να είναι ισχυρότερη από τη φερεγγυότητα ενός κράτους-μέλους. Ωστόσο, αυτή η δήλωση θα έχει μικρό αντίκτυπο στη συμπεριφορά των καταθετών, εκτός και αν γίνει σαφής η ευρωπαϊκή υποστήριξη των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων.
Παρομοίως, η εμμονή στις εύτακτες αναδιαρθρώσεις τραπεζών σε μία ενοποιημένη αγορά, απαιτεί μία κεντρική διαδικασία, η οποία θα πρέπει να βρίσκεται σε ισχύ προτού η ΕΚΤ διεξάγει μία ολοκληρωμένη εκτίμηση του ισολογισμού των περίπου 150 τραπεζών που μεταφέρονται υπό την άμεση εποπτεία της, μία προθεσμία που σχεδιάζεται τώρα για τα μέσα του 2014. Και ο χρόνος περνάει.
banksnews.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
5 χρόνια γέλιου από το "καρντάσι" Παναγιώτη Αλεξίου!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ