2013-04-03 23:45:07
από το Γραφείο Τύπου
«Η αναπτυξιακή ατζέντα αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο για την αντιμετώπιση της ύφεσης και της γενικότερης οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου «Διαμόρφωση Φιλικού Αναπτυξιακού Περιβάλλοντος για τις Στρατηγικές και Ιδιωτικές Επενδύσεις» έχει καθυστερήσει αρκετά κύριε Υπουργέ. Σε μια εποχή που κάθε θέση εργασίας είναι ανάσα για την κοινωνία, σε μια εποχή που το κάθε ευρώ που επενδύεται στη χώρα, είναι περιζήτητο, δεν επιτρέπεται καμία ολιγωρία.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα θα ήταν λιγότερο επώδυνα, εάν η Ελλάδα δεν ήταν μια χώρα αποκρουστική για τις επενδύσεις, ξένες και εγχώριες.
Το ασταθές φορολογικό καθεστώς, οι χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες, η διαφθορά, ο κατακερματισμός των αγορών, η ανεπάρκεια σύγχρονων υποδομών καθώς και οι δυσλειτουργίες και οι ακαμψίες στην αγορά εργασίας, αποτελούν τις κορυφαίες αιτίες που μέχρι σήμερα «δαιμονοποίησαν» τις επενδύσεις.
Η έξοδος από την κρίση που βιώνουμε, προϋποθέτει την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης. Γιατί όσο η ύφεση συνεχίζεται, οι δημοσιονομικοί στόχοι θα παραμένουν ανέφικτοι, και έτσι το έλλειμμα και το χρέος διαρκώς θα ανατροφοδοτείται.
Η λύση σε αυτό τον φαύλο κύκλο δεν είναι άλλη από τη δημιουργία πρόσθετων ρυθμών ανάπτυξης, με κινητήριο δύναμη τον ιδιωτικό τομέα. Η Ελλάδα χρειάζεται άμεσα νέες εγχώριες και ξένες επενδύσεις. Χρειάζεται νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα αναθερμάνουν την αγορά, θα ενισχύσουν την απασχόληση, θα «ξυπνήσουν» την ανταγωνιστικότητα και θα συνεισφέρουν στα έσοδα του κράτους.
Επενδυτικές ευκαιρίες παρά την κρίση υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν. Αυτό που λείπει, είναι τα κατάλληλα εργαλεία που θα διαμορφώσουν το περιβάλλον για να αξιοποιηθούν. Ένα περιβάλλον σταθερό, υγιές, με ξεκάθαρους κανόνες, με κίνητρα που ενθαρρύνουν την ανάληψη πρωτοβουλιών.
Δεν είναι τυχαίο ότι, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας, χώρες όπως το Μπανγκλαντές και η Αιθιοπία αποδεικνύονται πιο φιλικές και ελκυστικές για την επιχειρηματική δραστηριότητα και τα επενδυτικά κεφαλαία.
Οι παράγοντες που υποβαθμίζουν το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα έχουν βαθιές ρίζες. Πολλοί από αυτούς οφείλονται σε εγγενείς αδυναμίες στη λειτουργία του κράτους και της δημόσιας διοίκησης. Ακόμη περισσότεροι όμως, σχετίζονται με μια εχθρική προς την επιχειρηματικότητα κουλτούρα, η οποία καλλιεργείται εδώ και δεκαετίες στην ελληνική κοινωνία.
Πιο συγκεκριμένα, η έλλειψη μιας σταθερής και ευνοϊκής για την επιχειρηματικότητα φορολογικής πολιτικής, συνετέλεσε στην απομάκρυνση των επενδύσεων. Όσους αναπτυξιακούς νόμους κι αν εφαρμόσουμε, δεν μπορούμε να προσελκύσουμε επενδυτές όταν θα καλούνται να πληρώσουν 4 φορές υψηλότερους φόρους, σε σύγκριση με γειτονικές χώρες, όπως στη Βουλγαρία που η φορολόγηση είναι στο 10%, ενώ στην Τουρκία είναι ελάχιστη για τα πρώτα χρόνια της επένδυσης.
Ένας ακόμη παράγοντας είναι η έλλειψη ενός σύγχρονου θεσμικού περιβάλλοντος, με απλές διαδικασίες και σαφείς κανόνες. Κανένας επενδύτης δεν είναι διατεθειμένος να εμπλακεί σε περιπέτειες με τη δικαιοσύνη, ούτε σε συναλλαγές με κάθε είδους παράγοντες, που εκμεταλλεύονται το καθεστώς ασάφειας.
Εδώ και χρόνια, το έλλειμμα ανταγωνισμού και οι περιορισμοί σε κρίσιμες αγορές και κλάδους, στραγγαλίζουν τις επενδύσεις. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις αυστηρότερα ρυθμιζόμενες αγορές μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Ένα ακόμη σημείο, είναι η άκαμπτη και μη ανταγωνιστική αγορά εργασίας. Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών – μελών του ΟΟΣΑ, με τις υψηλότερες εργοδοτικές εισφορές. Το γεγονός αυτό, πέραν του ότι λειτουργεί αποτρεπτικά για τις επενδύσεις, αποθαρρύνει γενικότερα τις προσλήψεις και εμποδίζει την είσοδο των νέων ανθρώπων στην αγορά εργασίας.
Και βέβαια ένας παράγοντας, που επιδρά και σε όλα τα προηγούμενα, είναι το τεράστιο έλλειμμα αποτελεσματικότητας στη δημόσια διοίκηση. Η γραφειοκρατία, η κωλυσιεργία και η διαφθορά είναι οι αδυναμίες που στερούσαν από τη χώρα κάθε επενδυτική προσπάθεια.
Με το Σχέδιο Νόμου «Διαμόρφωση Φιλικού Αναπτυξιακού Περιβάλλοντος για τις Στρατηγικές και Ιδιωτικές Επενδύσεις» γίνεται ένα σημαντικό βήμα για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών και των επενδυτών απέναντι στη χώρα. Αυτή η προσπάθεια άλλωστε είναι μονόδρομος για την αντιμετώπιση της ανεργίας και την ανάταξη της εθνικής οικονομίας.
Θα ήθελα να σταθώ σε ορισμένα σημεία του Νομοσχεδίου και όσον αφορά στον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου των ιδιωτικών επενδύσεων, που υπάγονται σε επενδυτικούς νόμους.
Στο πλαίσιο αυτό εισάγονται διατάξεις που θα ενισχύσουν τη ρευστότητα των επενδυτών, δια της προκαταβολής έως και του συνολικού ποσού επιδότησης, κατά την έναρξη της επένδυσης.
Ακόμη, καταργείται ο χρονικός περιορισμός υποβολής επενδυτικών σχεδίων, κάθε Απρίλιο και Οκτώβριο και παρέχεται δυνατότητα υποβολής επενδυτικών σχεδίων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας, για τα Μεγάλα Επενδυτικά Σχέδια, το ύψος των οποίων καθιερώνεται στο όριο των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) ευρώ, προβλέπεται νομοθετική κύρωση.
Επιπλέον, παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση, για ανάθεση ελέγχων επενδυτικών σχεδίων σε πιστοποιημένους φορείς, προς υποβοήθηση του έργου των αρμοδίων Υπηρεσιών και υπό την τελική έγκριση της Διοίκησης.
Με το υφιστάμενο Σχέδιο Νόμου εισάγεται ο θεσμός των Ειδικών Σχεδίων Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ), που διέπουν τις Στρατηγικές Επενδύσεις επί ιδιωτικών ακινήτων αναφορικά με την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων για το χωροταξικό προορισμό, την επενδυτική ταυτότητα ακινήτων, τη χωροθέτηση και την Παραχώρηση Αιγιαλού και Παραλίας και για τα οποία προβλέπεται αναλογική εφαρμογή των ΕΣΧΑΔΑ, του ν. 3894/2010, περί δημοσίων Ακινήτων. Χρήση των σχετικών πλαισίων μπορεί να γίνεται κατόπιν αιτήματος του επενδυτή.
Εδώ και χρόνια, η λέξη επένδυση αποτελεί «κόκκινο πανί» για ορισμένους, οι οποίοι επιμένουν να ταυτίζουν την επιχειρηματικότητα με την εκμετάλλευση και το άνομο κέρδος. Δυστυχώς, αυτές οι ιδεοληψίες έχουν φτάσει να διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό, τόσο τον πολιτικό λόγο όσο και τις πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται στη χώρα μας.
Το σχέδιο νόμου δημιουργεί τις ευκαιρίες και αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα και τις ικανότητες της χώρας μας, γιατί πεποίθησή μας, είναι ένα κράτος αρωγός των επενδύσεων, μια οικονομία βιώσιμη και δυναμική και όχι εξαρτημένη από δανεικά και δανειστές, μια οικονομία με νέες θέσεις εργασίας και ευκαιρίες για τους νέους ανθρώπους».
Tromaktiko
«Η αναπτυξιακή ατζέντα αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο για την αντιμετώπιση της ύφεσης και της γενικότερης οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου «Διαμόρφωση Φιλικού Αναπτυξιακού Περιβάλλοντος για τις Στρατηγικές και Ιδιωτικές Επενδύσεις» έχει καθυστερήσει αρκετά κύριε Υπουργέ. Σε μια εποχή που κάθε θέση εργασίας είναι ανάσα για την κοινωνία, σε μια εποχή που το κάθε ευρώ που επενδύεται στη χώρα, είναι περιζήτητο, δεν επιτρέπεται καμία ολιγωρία.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα θα ήταν λιγότερο επώδυνα, εάν η Ελλάδα δεν ήταν μια χώρα αποκρουστική για τις επενδύσεις, ξένες και εγχώριες.
Το ασταθές φορολογικό καθεστώς, οι χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες, η διαφθορά, ο κατακερματισμός των αγορών, η ανεπάρκεια σύγχρονων υποδομών καθώς και οι δυσλειτουργίες και οι ακαμψίες στην αγορά εργασίας, αποτελούν τις κορυφαίες αιτίες που μέχρι σήμερα «δαιμονοποίησαν» τις επενδύσεις.
Η έξοδος από την κρίση που βιώνουμε, προϋποθέτει την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης. Γιατί όσο η ύφεση συνεχίζεται, οι δημοσιονομικοί στόχοι θα παραμένουν ανέφικτοι, και έτσι το έλλειμμα και το χρέος διαρκώς θα ανατροφοδοτείται.
Η λύση σε αυτό τον φαύλο κύκλο δεν είναι άλλη από τη δημιουργία πρόσθετων ρυθμών ανάπτυξης, με κινητήριο δύναμη τον ιδιωτικό τομέα. Η Ελλάδα χρειάζεται άμεσα νέες εγχώριες και ξένες επενδύσεις. Χρειάζεται νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα αναθερμάνουν την αγορά, θα ενισχύσουν την απασχόληση, θα «ξυπνήσουν» την ανταγωνιστικότητα και θα συνεισφέρουν στα έσοδα του κράτους.
Επενδυτικές ευκαιρίες παρά την κρίση υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν. Αυτό που λείπει, είναι τα κατάλληλα εργαλεία που θα διαμορφώσουν το περιβάλλον για να αξιοποιηθούν. Ένα περιβάλλον σταθερό, υγιές, με ξεκάθαρους κανόνες, με κίνητρα που ενθαρρύνουν την ανάληψη πρωτοβουλιών.
Δεν είναι τυχαίο ότι, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας, χώρες όπως το Μπανγκλαντές και η Αιθιοπία αποδεικνύονται πιο φιλικές και ελκυστικές για την επιχειρηματική δραστηριότητα και τα επενδυτικά κεφαλαία.
Οι παράγοντες που υποβαθμίζουν το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα έχουν βαθιές ρίζες. Πολλοί από αυτούς οφείλονται σε εγγενείς αδυναμίες στη λειτουργία του κράτους και της δημόσιας διοίκησης. Ακόμη περισσότεροι όμως, σχετίζονται με μια εχθρική προς την επιχειρηματικότητα κουλτούρα, η οποία καλλιεργείται εδώ και δεκαετίες στην ελληνική κοινωνία.
Πιο συγκεκριμένα, η έλλειψη μιας σταθερής και ευνοϊκής για την επιχειρηματικότητα φορολογικής πολιτικής, συνετέλεσε στην απομάκρυνση των επενδύσεων. Όσους αναπτυξιακούς νόμους κι αν εφαρμόσουμε, δεν μπορούμε να προσελκύσουμε επενδυτές όταν θα καλούνται να πληρώσουν 4 φορές υψηλότερους φόρους, σε σύγκριση με γειτονικές χώρες, όπως στη Βουλγαρία που η φορολόγηση είναι στο 10%, ενώ στην Τουρκία είναι ελάχιστη για τα πρώτα χρόνια της επένδυσης.
Ένας ακόμη παράγοντας είναι η έλλειψη ενός σύγχρονου θεσμικού περιβάλλοντος, με απλές διαδικασίες και σαφείς κανόνες. Κανένας επενδύτης δεν είναι διατεθειμένος να εμπλακεί σε περιπέτειες με τη δικαιοσύνη, ούτε σε συναλλαγές με κάθε είδους παράγοντες, που εκμεταλλεύονται το καθεστώς ασάφειας.
Εδώ και χρόνια, το έλλειμμα ανταγωνισμού και οι περιορισμοί σε κρίσιμες αγορές και κλάδους, στραγγαλίζουν τις επενδύσεις. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις αυστηρότερα ρυθμιζόμενες αγορές μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Ένα ακόμη σημείο, είναι η άκαμπτη και μη ανταγωνιστική αγορά εργασίας. Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών – μελών του ΟΟΣΑ, με τις υψηλότερες εργοδοτικές εισφορές. Το γεγονός αυτό, πέραν του ότι λειτουργεί αποτρεπτικά για τις επενδύσεις, αποθαρρύνει γενικότερα τις προσλήψεις και εμποδίζει την είσοδο των νέων ανθρώπων στην αγορά εργασίας.
Και βέβαια ένας παράγοντας, που επιδρά και σε όλα τα προηγούμενα, είναι το τεράστιο έλλειμμα αποτελεσματικότητας στη δημόσια διοίκηση. Η γραφειοκρατία, η κωλυσιεργία και η διαφθορά είναι οι αδυναμίες που στερούσαν από τη χώρα κάθε επενδυτική προσπάθεια.
Με το Σχέδιο Νόμου «Διαμόρφωση Φιλικού Αναπτυξιακού Περιβάλλοντος για τις Στρατηγικές και Ιδιωτικές Επενδύσεις» γίνεται ένα σημαντικό βήμα για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών και των επενδυτών απέναντι στη χώρα. Αυτή η προσπάθεια άλλωστε είναι μονόδρομος για την αντιμετώπιση της ανεργίας και την ανάταξη της εθνικής οικονομίας.
Θα ήθελα να σταθώ σε ορισμένα σημεία του Νομοσχεδίου και όσον αφορά στον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου των ιδιωτικών επενδύσεων, που υπάγονται σε επενδυτικούς νόμους.
Στο πλαίσιο αυτό εισάγονται διατάξεις που θα ενισχύσουν τη ρευστότητα των επενδυτών, δια της προκαταβολής έως και του συνολικού ποσού επιδότησης, κατά την έναρξη της επένδυσης.
Ακόμη, καταργείται ο χρονικός περιορισμός υποβολής επενδυτικών σχεδίων, κάθε Απρίλιο και Οκτώβριο και παρέχεται δυνατότητα υποβολής επενδυτικών σχεδίων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας, για τα Μεγάλα Επενδυτικά Σχέδια, το ύψος των οποίων καθιερώνεται στο όριο των πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) ευρώ, προβλέπεται νομοθετική κύρωση.
Επιπλέον, παρέχεται νομοθετική εξουσιοδότηση, για ανάθεση ελέγχων επενδυτικών σχεδίων σε πιστοποιημένους φορείς, προς υποβοήθηση του έργου των αρμοδίων Υπηρεσιών και υπό την τελική έγκριση της Διοίκησης.
Με το υφιστάμενο Σχέδιο Νόμου εισάγεται ο θεσμός των Ειδικών Σχεδίων Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ), που διέπουν τις Στρατηγικές Επενδύσεις επί ιδιωτικών ακινήτων αναφορικά με την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων για το χωροταξικό προορισμό, την επενδυτική ταυτότητα ακινήτων, τη χωροθέτηση και την Παραχώρηση Αιγιαλού και Παραλίας και για τα οποία προβλέπεται αναλογική εφαρμογή των ΕΣΧΑΔΑ, του ν. 3894/2010, περί δημοσίων Ακινήτων. Χρήση των σχετικών πλαισίων μπορεί να γίνεται κατόπιν αιτήματος του επενδυτή.
Εδώ και χρόνια, η λέξη επένδυση αποτελεί «κόκκινο πανί» για ορισμένους, οι οποίοι επιμένουν να ταυτίζουν την επιχειρηματικότητα με την εκμετάλλευση και το άνομο κέρδος. Δυστυχώς, αυτές οι ιδεοληψίες έχουν φτάσει να διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό, τόσο τον πολιτικό λόγο όσο και τις πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται στη χώρα μας.
Το σχέδιο νόμου δημιουργεί τις ευκαιρίες και αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα και τις ικανότητες της χώρας μας, γιατί πεποίθησή μας, είναι ένα κράτος αρωγός των επενδύσεων, μια οικονομία βιώσιμη και δυναμική και όχι εξαρτημένη από δανεικά και δανειστές, μια οικονομία με νέες θέσεις εργασίας και ευκαιρίες για τους νέους ανθρώπους».
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Το ΥΜΑΘ στηρίζει έμπρακτα την εκστρατεία «Ένα στα Πέντε»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ