2012-04-02 12:03:45
Αυτό που γνωρίζουμε οι περισσότεροι είναι ότι οι τιμές χονδρικής είναι χαμηλότερες από τις τιμές λιανικής Πρόκειται, ωστόσο, για... εικονική πραγματικότητα στην περίπτωση των τιμών στα σούπερ μάρκετ, καθώς οι τιμές χονδρικής που γνωστοποιούνται από τους προμηθευτές μέχρι τώρα στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου (ΓΓΕ) λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό ως πλαφόν για τη διαμόρφωση και των λιανικών τιμών σε υψηλά επίπεδα, ενώ την ίδια ώρα κρύβουν υψηλά περιθώρια κέρδους για τους προμηθευτές και τους λιανεμπόρους. Την πρακτική αυτή φιλοδοξεί να τερματίσει το υπουργείο Ανάπτυξης, καταργώντας εντός των επόμενων ημερών την υποχρέωση υποβολής τιμοκαταλόγων χονδρικής στη ΓΓΕ, υποχρέωση, πάντως, που απορρέει και από το δεύτερο Μνημόνιο. Μόνο από αυτή τη ρύθμιση εκτιμάται ότι σε βάθος 12 μηνών οι τιμές μπορεί να αποκλιμακωθούν κατά 2%-3%.
Για παράδειγμα, ένα προϊόν εμφανίζεται να έχει τιμή στον κατάλογο χονδρικής 10 ευρώ. Ωστόσο, η πραγματική τιμή στην οποία αγοράζει ο λιανέμπορος είναι 7,5 ευρώ, εάν συνυπολογισθούν τα πιστωτικά σημειώματα (οι εκπτώσεις) που έχει χορηγήσει ο προμηθευτής στον λιανέμπορο. Ο τελευταίος με τη σειρά του εμφανίζει ως τιμή λιανικής τουλάχιστον τα 10 ευρώ -αν όχι παραπάνω- έχοντας έτσι περιθώριο κέρδους το λιγότερο 25%.
Αποτέλεσμα; Οι τιμές διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, ενώ την ίδια ώρα οι αρμόδιες ελεγκτικές αρχές έχουν μια πλαστή εικόνα για την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην αγορά. Επιπλέον, η υποβολή των τιμοκαταλόγων προσέθετε διοικητικό κόστος στις επιχειρήσεις, χωρίς σε μεγάλο βαθμό τα στοιχεία αυτά τελικώς να αξιοποιούνται για τον έλεγχο των τιμών.
Η κατάργηση της υποχρέωσης υποβολής τιμοκαταλόγων χονδρικής αναμένεται να αλλάξει και τους όρους διαπραγμάτευσης μεταξύ προμηθευτών και λιανεμπόρων, κάνοντάς τους πιο ανταγωνιστικούς. Αρκετοί άλλωστε πιστεύουν ότι εκεί βρίσκεται όλη η ουσία για τη μείωση των τιμών. Η διαπραγμάτευση θα γίνεται επί μιας «καθαρής» τιμής, στην οποία εκτιμάται ότι θα αποτυπώνεται πολύ περισσότερο από πριν το πραγματικό κόστος, χωρίς μάλιστα να είναι γνωστή η τιμή έναρξης στους υπόλοιπους «παίκτες» της αγοράς, όπως συνέβαινε έως τώρα λόγω της γνωστοποίησης των τιμοκαταλόγων χονδρικής.
Τις στρεβλώσεις αυτές εντοπίζει και η Επιτροπή Ανταγωνισμού στη σχετική γνωμοδότηση που εξέδωσε πρόσφατα. Ειδικότερα, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι τιμοκατάλογοι χονδρικής λειτουργούν στην πράξη ως τιμοκατάλογοι λιανικής, αφού η διαφορά μεταξύ τιμής χονδρικής και τιμής λιανικής, για το 90% των προϊόντων παρουσιάζει απόκλιση λίγων λεπτών. Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού οι τιμοκατάλογοι χονδρικής λειτουργούν και ως «πλαφόν» τιμών, καθότι η υπό κατάργηση ρύθμιση επιτρέπει σε προμηθευτές και λιανεμπόρους να διατηρούν ένα υψηλό επίπεδο τιμών. «Αυτό συμβαίνει διότι οι επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Αγορανομικής Διάταξης εφαρμόζουν εμπορική πολιτική βασισμένη στις τιμές των τιμοκαταλόγων χονδρικής που υποβλήθηκαν, επί των οποίων χορηγούν τις εκάστοτε συμφωνηθείσες εκπτώσεις προς τους πελάτες τους - λιανεμπόρους και όχι βάσει του πραγματικού κόστους της επιχείρησης», τονίζει η ανεξάρτητη Αρχή. 24wro
Για παράδειγμα, ένα προϊόν εμφανίζεται να έχει τιμή στον κατάλογο χονδρικής 10 ευρώ. Ωστόσο, η πραγματική τιμή στην οποία αγοράζει ο λιανέμπορος είναι 7,5 ευρώ, εάν συνυπολογισθούν τα πιστωτικά σημειώματα (οι εκπτώσεις) που έχει χορηγήσει ο προμηθευτής στον λιανέμπορο. Ο τελευταίος με τη σειρά του εμφανίζει ως τιμή λιανικής τουλάχιστον τα 10 ευρώ -αν όχι παραπάνω- έχοντας έτσι περιθώριο κέρδους το λιγότερο 25%.
Αποτέλεσμα; Οι τιμές διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, ενώ την ίδια ώρα οι αρμόδιες ελεγκτικές αρχές έχουν μια πλαστή εικόνα για την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην αγορά. Επιπλέον, η υποβολή των τιμοκαταλόγων προσέθετε διοικητικό κόστος στις επιχειρήσεις, χωρίς σε μεγάλο βαθμό τα στοιχεία αυτά τελικώς να αξιοποιούνται για τον έλεγχο των τιμών.
Η κατάργηση της υποχρέωσης υποβολής τιμοκαταλόγων χονδρικής αναμένεται να αλλάξει και τους όρους διαπραγμάτευσης μεταξύ προμηθευτών και λιανεμπόρων, κάνοντάς τους πιο ανταγωνιστικούς. Αρκετοί άλλωστε πιστεύουν ότι εκεί βρίσκεται όλη η ουσία για τη μείωση των τιμών. Η διαπραγμάτευση θα γίνεται επί μιας «καθαρής» τιμής, στην οποία εκτιμάται ότι θα αποτυπώνεται πολύ περισσότερο από πριν το πραγματικό κόστος, χωρίς μάλιστα να είναι γνωστή η τιμή έναρξης στους υπόλοιπους «παίκτες» της αγοράς, όπως συνέβαινε έως τώρα λόγω της γνωστοποίησης των τιμοκαταλόγων χονδρικής.
Τις στρεβλώσεις αυτές εντοπίζει και η Επιτροπή Ανταγωνισμού στη σχετική γνωμοδότηση που εξέδωσε πρόσφατα. Ειδικότερα, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι τιμοκατάλογοι χονδρικής λειτουργούν στην πράξη ως τιμοκατάλογοι λιανικής, αφού η διαφορά μεταξύ τιμής χονδρικής και τιμής λιανικής, για το 90% των προϊόντων παρουσιάζει απόκλιση λίγων λεπτών. Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού οι τιμοκατάλογοι χονδρικής λειτουργούν και ως «πλαφόν» τιμών, καθότι η υπό κατάργηση ρύθμιση επιτρέπει σε προμηθευτές και λιανεμπόρους να διατηρούν ένα υψηλό επίπεδο τιμών. «Αυτό συμβαίνει διότι οι επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Αγορανομικής Διάταξης εφαρμόζουν εμπορική πολιτική βασισμένη στις τιμές των τιμοκαταλόγων χονδρικής που υποβλήθηκαν, επί των οποίων χορηγούν τις εκάστοτε συμφωνηθείσες εκπτώσεις προς τους πελάτες τους - λιανεμπόρους και όχι βάσει του πραγματικού κόστους της επιχείρησης», τονίζει η ανεξάρτητη Αρχή. 24wro
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μέσω Κρήτης η μεταφορά ανθρωποειδών προς την Ευρώπη
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΠΑΤΡΑ: «Ροζ» φοιτήτριες στην Πλ. Βουδ και το ΚΤΕΛ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ