2013-04-26 10:07:05
Κατακόρυφη πτώση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και αύξηση σε ιστορικά επίπεδα του ευρωσκεπτικισμού ακόμα και σε παραδοσιακά «φιλοευερωπαϊκές» χώρες,
με κυριότερη την Ισπανία, καταδεικνύει νέα δημοσκόπηση σε έξι μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη, εγείροντας σοβαρά ερωτήματα για την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Σύμφωνα με την δημοσκοπική έρευνα η οποία διεξήχθη σε Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Πολωνία, από τη δεξαμενή σκέψης «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων» (ECFR) με στοιχεία του Ευρωβαρομέτρου και δημοσιεύθηκε σε έξι μεγάλες εφημερίδες (ανάμεσά τους και τον βρετανικό Guardian), ο ευρωσκεπτικισμός στα συγκεκριμένα κράτη αυξάνεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να ευνοείται η εκτροφή λαϊκιστικών, αντιευρωπαϊκών κινημάτων. Τα συμπεράσματα λαμβάνουν ακόμα πιο ανησυχητικές διαστάσεις από το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες χώρες αντιπροσωπεύουν πάνω από τα δύο-τρίτα των ευρωπαίων πολιτών, δηλαδή περί τα 350 εκατομμύρια από τα 500 περίπου εκατομμύρια των πολιτών της ΕΕ.
Η μεγάλη μεταστροφή της Ισπανίας
Η μεγαλύτερη πτώση της εμπιστοσύνης προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς καταγράφεται στην, έως πρότινος φιλοευρωπαϊκή, Ισπανία, όπου, η καταβαράθρωση του κατασκευαστικού τομέα, η σοβούσα τραπεζική κρίση, τα δραστικά μέτρα λιτότητας και η διογκούμενη ανεργία οδήγησε ένα συντρηπτικό 72% να απαντήσει ότι «τείνει να μην εμπιστεύεται την ΕΕ», με μόλις το 20% των πολιτών να «τείνει να την εμπιστευτεί».
Τα στοιχεία γίνονται ακόμα πιο αποκαλυπτικά εάν συγκριθούν με τα αντίστοιχα του 2007, όταν το το 65% των Ισπανών δήλωνε ότι «εμπιστεύεται την ΕΕ» (σήμερα το ποσοστό βρίσκεται στο 20%), ενώ όσοι δεν την εμπιστεύονταν ανέρχονταν μόλις στο 23%, έναντι του 72% σήμερα.
Σε πέντε από τις έξι χώρες εξάλλου, το ποσοστό των πολιτών που εκφράζει δυσπιστία έναντι της ΕΕ, ξεπερνά αυτό που εμπιστεύονται την Ενωση, όταν το 2007, με εξαίρεση την, παραδοσιακά ευρωσκεπτικιστική Βρετανία, ίσχυε ακριβώς το αντίθετο.
Πριν από πέντε χρόνια, το 56% των Γερμανών «έτεινε να εμπιστευτεί» την ΕΕ, ενώ σήμερα το 59% «τείνει να μην την εμπιστευτεί». Στη Γαλλία η δυσπιστία προς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα έχει ανέλθει από το 41% στο 56%, ενώ στην Ιταλία, όπου παραδοσιακώς οι πολίτες σε αντίθεση με την ιταλική πολιτική τάξη έτρεφαν φιλοευρωπαϊκά αισθήματα, το ποσοστό δυσπιστία έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 28% στο 53%.
Ακόμα και στην Πολωνία, η οποία εντάχθηκε με τυμπανοκρουσίες το 2004 στην ΕΕ, και είναι ο «μεγάλος ωφελημένος» από τη διοχέτευση ευρωπαϊκών κονδυλίων ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ από τις Βρυξέλλες σε αυτή, η στήριξη προς την ΕΕ έχει «βουλιάξει» από το 68% στο 48%.
Αλλά και στην, παραδοσιακά ευρωσκεπτικιστική Βρετανία, η δυσπιστία έναντι της ΕΕ εκτοξεύθηκε από το 49% στο 69%, ποσοστό που αποτελεί και το δεύτερο υψηλότερο μετά την εντυπωσιακή στροφή της Ισπανίας.
Ανησυχία και από τα αποτελέσματα της European Social Survey
Εντονο προβληματισμό για την πορεία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στη σημερινή τουλάχιστον μορφή της, προκαλούν και τα αποτελέσματα μίας άλλης ευρύτερης δημοσκόπησης από την Ευρωπαϊκή Κοινωνική Ερευνα για λογαριασμό του βρετανικού πρωθυπουργικού γραφείου, με τη συμμετοχή πανεπιστημιακών φορέων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Σύμφωνα με την τελευταία, «σε γενικές γραμμές, η εμπιστοσύνη προς την πολιτική και η ικανοποίηση για τους δημοκρατικούς θεσμούς μειώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, με σημαντικές ωστόσο διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών. Το συγκεκριμένο ποσοστό ήταν υψηλό σε χώρες όπως η Βρετανία, το Βέλγιο, η Δανία και η Φιλανδία, ιδιαιτέρως υψηλό στη Γαλλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία και τη Σλοβενία, ενώ λάμβανε ανησυχητικές διαστάσεις στην Ελλάδα».
«Η οικονομική κρίση», κατά την ίδια πάντα έρευνα, «δεν έπληξε μόνο την αντικειμενική οικονομική κατάσταση πολλών πολιτών, αλλά προκάλεσε αισθήμα εκτεταμένης ανησυχίας για το μέλλον μίας χώρας, ακόμα και σε αυτούς που δεν αντιμετώπισαν άμεσα δυσχέρεια».
Η αμήχανη απάντηση «των Βρυξελλών» και η «γερμανική ηγεμονία»
Η -διογκούμενη- δυσαρέσκεια της πλειοψηφίας των ευρωπαίων πολιτών για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσής δεν ήταν δυνατόν να περάσει απαρατήρητη από τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών, οι οποίοι ωστόσο δεν φαίνεται να είναι σε θέση να προσφέρουν μία σαφή, ολοκληρωμένη απάντηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι την περασμένη Δευτέρα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο δήλωσε ότι «η πολιτική λιτότητας έχει φθάσει στα όριά της... καθώς στερειται πολιτικού και κοινωνικού ερείσματος». Μία ημέρα αργότερα ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έσπευσε να «μαζέψει» τις δηλώσεις Μπαρόζο, ενώ το απόγευγμα της Δευτέρας, η γερμανίδα Καγκελάριος κυρία Ανγκελα Μέρκελ υπεραμύνθηκε, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο Βερολίνο, στην οποία παρίστατο και ο πρωθυπουργός της Πολωνίας κ. Ντόναλντ Τουσκ, της πολιτικής λιτότητας που υποστηρίζει.
Σπεύδοντας να «ξορκίσει» τους φόβους περί «γερμανικής ηγεμονίας» στην Ευρώπη, η γερμανίδα Καγκελάριος συντάχθηκε με τις απόψεις του κ. Μπαρόζο, ο οποίος είχε δηλώσει σε δύο ξεχωριστές ομιλίες του ότι η μόνη λύση για την Ενωση είναι ο φεντεραλισμός, η συγκέντρωση δηλαδή περισσοτέρων εξουσιών στις Βρυξέλλες. Η κυρία Μέρκελ υποστηριξε και αυτή ότι πρέπει να δοθούν περισσότερες εξουσίες στις Βρυξέλλες.
«Ακόμα δεν έχουμε βρει την απάντηση στο ερώτημα εάν είμαστε έτοιμοι να ενωθούμε με κοινές οικονομικές παραμέτρους εντός της περιοχής του κοινού νομίσματος...Αν θέλουμε να έχουμε κοινό νόμισμα, κοινή Ευρώπη πρέπει να είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε συνήθειες που αποκτήσαμε με δυσκολία», είπε η κυρία Μέρκελ, προσθέτοντας ότι «αυτό σημαινει να αποδεχτούμε ότι σε κάποια πράγματα η Ευρώπη είναι αυτή που έχει τον τελικό λόγο...αλλιώς δεν θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να οικοδομούμε αυτήν την Ευρώπη».
Η απάντηση Τουσκ
Η απάντηση στα όσα υποστήριξε η κυρία Μέρκελ ήρθε από τον πολωνό πρωθυπουργό κ. Τουσκ. «Δεν μπορούμε να αποφύγουμε το συγκεκριμένο δίλημμα: πώς μπορούμε να έχουμε ένα νέο μοντέλο εξουσίας διασφαλίζοντας ότι στην περιορισμένη εθνική κυριαρχία εντός ΕΕ δεν θα ασκούν ηγεμονία οι μεγαλύτερες χώρες, όπως για παράδειγμα η Γερμανία», διερωτήθηκε ο κ. Τουσκ.
http://kourdistoportocali.com/articles/20556.htm
με κυριότερη την Ισπανία, καταδεικνύει νέα δημοσκόπηση σε έξι μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη, εγείροντας σοβαρά ερωτήματα για την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Σύμφωνα με την δημοσκοπική έρευνα η οποία διεξήχθη σε Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Πολωνία, από τη δεξαμενή σκέψης «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων» (ECFR) με στοιχεία του Ευρωβαρομέτρου και δημοσιεύθηκε σε έξι μεγάλες εφημερίδες (ανάμεσά τους και τον βρετανικό Guardian), ο ευρωσκεπτικισμός στα συγκεκριμένα κράτη αυξάνεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να ευνοείται η εκτροφή λαϊκιστικών, αντιευρωπαϊκών κινημάτων. Τα συμπεράσματα λαμβάνουν ακόμα πιο ανησυχητικές διαστάσεις από το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες χώρες αντιπροσωπεύουν πάνω από τα δύο-τρίτα των ευρωπαίων πολιτών, δηλαδή περί τα 350 εκατομμύρια από τα 500 περίπου εκατομμύρια των πολιτών της ΕΕ.
Η μεγάλη μεταστροφή της Ισπανίας
Η μεγαλύτερη πτώση της εμπιστοσύνης προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς καταγράφεται στην, έως πρότινος φιλοευρωπαϊκή, Ισπανία, όπου, η καταβαράθρωση του κατασκευαστικού τομέα, η σοβούσα τραπεζική κρίση, τα δραστικά μέτρα λιτότητας και η διογκούμενη ανεργία οδήγησε ένα συντρηπτικό 72% να απαντήσει ότι «τείνει να μην εμπιστεύεται την ΕΕ», με μόλις το 20% των πολιτών να «τείνει να την εμπιστευτεί».
Τα στοιχεία γίνονται ακόμα πιο αποκαλυπτικά εάν συγκριθούν με τα αντίστοιχα του 2007, όταν το το 65% των Ισπανών δήλωνε ότι «εμπιστεύεται την ΕΕ» (σήμερα το ποσοστό βρίσκεται στο 20%), ενώ όσοι δεν την εμπιστεύονταν ανέρχονταν μόλις στο 23%, έναντι του 72% σήμερα.
Σε πέντε από τις έξι χώρες εξάλλου, το ποσοστό των πολιτών που εκφράζει δυσπιστία έναντι της ΕΕ, ξεπερνά αυτό που εμπιστεύονται την Ενωση, όταν το 2007, με εξαίρεση την, παραδοσιακά ευρωσκεπτικιστική Βρετανία, ίσχυε ακριβώς το αντίθετο.
Πριν από πέντε χρόνια, το 56% των Γερμανών «έτεινε να εμπιστευτεί» την ΕΕ, ενώ σήμερα το 59% «τείνει να μην την εμπιστευτεί». Στη Γαλλία η δυσπιστία προς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα έχει ανέλθει από το 41% στο 56%, ενώ στην Ιταλία, όπου παραδοσιακώς οι πολίτες σε αντίθεση με την ιταλική πολιτική τάξη έτρεφαν φιλοευρωπαϊκά αισθήματα, το ποσοστό δυσπιστία έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 28% στο 53%.
Ακόμα και στην Πολωνία, η οποία εντάχθηκε με τυμπανοκρουσίες το 2004 στην ΕΕ, και είναι ο «μεγάλος ωφελημένος» από τη διοχέτευση ευρωπαϊκών κονδυλίων ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ από τις Βρυξέλλες σε αυτή, η στήριξη προς την ΕΕ έχει «βουλιάξει» από το 68% στο 48%.
Αλλά και στην, παραδοσιακά ευρωσκεπτικιστική Βρετανία, η δυσπιστία έναντι της ΕΕ εκτοξεύθηκε από το 49% στο 69%, ποσοστό που αποτελεί και το δεύτερο υψηλότερο μετά την εντυπωσιακή στροφή της Ισπανίας.
Ανησυχία και από τα αποτελέσματα της European Social Survey
Εντονο προβληματισμό για την πορεία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στη σημερινή τουλάχιστον μορφή της, προκαλούν και τα αποτελέσματα μίας άλλης ευρύτερης δημοσκόπησης από την Ευρωπαϊκή Κοινωνική Ερευνα για λογαριασμό του βρετανικού πρωθυπουργικού γραφείου, με τη συμμετοχή πανεπιστημιακών φορέων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Σύμφωνα με την τελευταία, «σε γενικές γραμμές, η εμπιστοσύνη προς την πολιτική και η ικανοποίηση για τους δημοκρατικούς θεσμούς μειώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, με σημαντικές ωστόσο διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών. Το συγκεκριμένο ποσοστό ήταν υψηλό σε χώρες όπως η Βρετανία, το Βέλγιο, η Δανία και η Φιλανδία, ιδιαιτέρως υψηλό στη Γαλλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία και τη Σλοβενία, ενώ λάμβανε ανησυχητικές διαστάσεις στην Ελλάδα».
«Η οικονομική κρίση», κατά την ίδια πάντα έρευνα, «δεν έπληξε μόνο την αντικειμενική οικονομική κατάσταση πολλών πολιτών, αλλά προκάλεσε αισθήμα εκτεταμένης ανησυχίας για το μέλλον μίας χώρας, ακόμα και σε αυτούς που δεν αντιμετώπισαν άμεσα δυσχέρεια».
Η αμήχανη απάντηση «των Βρυξελλών» και η «γερμανική ηγεμονία»
Η -διογκούμενη- δυσαρέσκεια της πλειοψηφίας των ευρωπαίων πολιτών για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσής δεν ήταν δυνατόν να περάσει απαρατήρητη από τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών, οι οποίοι ωστόσο δεν φαίνεται να είναι σε θέση να προσφέρουν μία σαφή, ολοκληρωμένη απάντηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι την περασμένη Δευτέρα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο δήλωσε ότι «η πολιτική λιτότητας έχει φθάσει στα όριά της... καθώς στερειται πολιτικού και κοινωνικού ερείσματος». Μία ημέρα αργότερα ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έσπευσε να «μαζέψει» τις δηλώσεις Μπαρόζο, ενώ το απόγευγμα της Δευτέρας, η γερμανίδα Καγκελάριος κυρία Ανγκελα Μέρκελ υπεραμύνθηκε, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στο Βερολίνο, στην οποία παρίστατο και ο πρωθυπουργός της Πολωνίας κ. Ντόναλντ Τουσκ, της πολιτικής λιτότητας που υποστηρίζει.
Σπεύδοντας να «ξορκίσει» τους φόβους περί «γερμανικής ηγεμονίας» στην Ευρώπη, η γερμανίδα Καγκελάριος συντάχθηκε με τις απόψεις του κ. Μπαρόζο, ο οποίος είχε δηλώσει σε δύο ξεχωριστές ομιλίες του ότι η μόνη λύση για την Ενωση είναι ο φεντεραλισμός, η συγκέντρωση δηλαδή περισσοτέρων εξουσιών στις Βρυξέλλες. Η κυρία Μέρκελ υποστηριξε και αυτή ότι πρέπει να δοθούν περισσότερες εξουσίες στις Βρυξέλλες.
«Ακόμα δεν έχουμε βρει την απάντηση στο ερώτημα εάν είμαστε έτοιμοι να ενωθούμε με κοινές οικονομικές παραμέτρους εντός της περιοχής του κοινού νομίσματος...Αν θέλουμε να έχουμε κοινό νόμισμα, κοινή Ευρώπη πρέπει να είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε συνήθειες που αποκτήσαμε με δυσκολία», είπε η κυρία Μέρκελ, προσθέτοντας ότι «αυτό σημαινει να αποδεχτούμε ότι σε κάποια πράγματα η Ευρώπη είναι αυτή που έχει τον τελικό λόγο...αλλιώς δεν θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να οικοδομούμε αυτήν την Ευρώπη».
Η απάντηση Τουσκ
Η απάντηση στα όσα υποστήριξε η κυρία Μέρκελ ήρθε από τον πολωνό πρωθυπουργό κ. Τουσκ. «Δεν μπορούμε να αποφύγουμε το συγκεκριμένο δίλημμα: πώς μπορούμε να έχουμε ένα νέο μοντέλο εξουσίας διασφαλίζοντας ότι στην περιορισμένη εθνική κυριαρχία εντός ΕΕ δεν θα ασκούν ηγεμονία οι μεγαλύτερες χώρες, όπως για παράδειγμα η Γερμανία», διερωτήθηκε ο κ. Τουσκ.
http://kourdistoportocali.com/articles/20556.htm
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Στη “χώρα της τεμπελιάς”
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ