2013-05-05 04:36:05
Το ζήτημα της δανειοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει ανακύψει επιτακτικά από το 2009. Η συζήτηση αυτή σε ευρωπαϊκό επίπεδο εντείνεται τελευταία, με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αναγνωρίζει ανοιχτά πλέον, όπως διαφάνηκε και από την ομιλία του Μ. Draghi μετά την απόφαση της ΕΚΤ να «κόψει» το βασικό της επιτόκιο σε ιστορικό χαμηλό, ότι οι συνθήκες ακόμα δεν ευνοούν την ενίσχυσή των χορηγήσεων, μεγεθύνοντας τις συνέπειες της αποστροφής ανάληψης ρίσκου.
Ως προς το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης δανείων, η Citi εστιάζει στην πλευρά της προσφοράς, τις τράπεζες, και διατυπώνει την εκτίμηση ότι θα πρέπει να προηγηθούν τρία συγκεκριμένα βήματα προκειμένου να στηριχθεί ο δανεισμός προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Όπως αναφέρει σε έκθεσή της η Citi, παρόλο που η ΕΚΤ έχει παράσχει σημαντική στήριξη για την ενίσχυση της προσφοράς πιστώσεων (χαμηλότερα κόστη χρηματοδότησης, αυξημένη ρευστότητα), η απροθυμία των τραπεζών να αυξήσουν την έκθεσή τους σε δάνεια προς ΜμΕ διατηρείται.
Αυτό που προτείνει η Citi προκειμένου να βελτιωθεί η εικόνα, είναι ένα σχέδιο τριών βημάτων: Α) έλεγχος στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και ανακεφαλαιοποίηση, προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στους ισολογισμούς τους («ώρα για ένα ευρωπαϊκό TARP» αναφέρει χαρακτηριστικά. Β) Δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος αξιολόγησης δανείων, που θα διευκολύνει τη διαπραγμάτευση και τιτλοποίησή τους. Γ) Στήριξη για την τιτλοποίηση νέων δανείων μέσα από ένα σύστημα εγγυήσεων, με στόχο να χρησιμοποιηθεί αυτός ο μηχανισμός για την επιβράδυνση της απομόχλευσης (όπως συνέβη στις ΗΠΑ με το πρόγραμμα TALF).
Ευρωπαϊκό TARP
Με δεδομένη τη συνεχιζόμενη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και τις αμφιβολίες για την ποιότητα των παγίων, μία άσκηση ανακεφαλαιοποίησης βασισμένη στα αποτελέσματα ενός ενδελεχούς ελέγχου είναι απαραίτητη, σχολιάζει η Citi. Το αμερικανικό πρόγραμμα TARP ήταν κίνηση-κλειδί που οδήγησε σε μαζική ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού κλάδου, μειώνοντας τα κόστη χρηματοδότησης, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και τιμολογώντας προϊόντα των οποίων η αγορά είχε «εξαφανιστεί».
Στην Ευρώπη, πέρα από τα προγραμματισμένα stress-tests της EBA τα οποία δεν κατάφεραν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη, χρειάζεται μία ανεξάρτητη αποτίμηση της ποιότητας των ευρωπαϊκών τραπεζικών παγίων και ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης το ταχύτερο δυνατόν (πριν η ΕΚΤ καταστεί ο μοναδικός φορέας εποπτείας). Η διαδικασία αυτή πρέπει να γίνει υπό τη στενή παρακολούθηση της ΕΚΤ και να στοχεύει το σύνολο των δανείων. Κάτι τέτοιο, σχολιάζει η Citi, προφανώς προϋποθέτει δέσμευση από την πλευρά των εθνικών κυβερνήσεων ότι θα στηρίξουν την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που θα αποτύχουν να αντλήσουν ιδιωτικά κεφάλαια.
Μάλιστα, ίσως χρειαστεί να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό «δίχτυ», σε περίπτωση που οι απαιτήσεις σε κεφαλαιακές ενισχύσεις αποδειχθούν δυσβάσταχτες για τις εθνικές οικονομίες. Εν τέλει, ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας (οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις) θα μπορούσαν να είναι μέτοχοι σε μία «bad bank» στην οποία θα μεταφερθούν όλα τα προβληματικά περιουσιακά στοιχεία. Οι αναλυτές της Citi εκτιμούν ότι θα αποτελούσε ευχάριστη έκπληξη αν οι ηγέτες της Ε.Ε. κατέληγαν σε μία τέτοια απόφαση στη Σύνοδο του Ιουνίου.
Ευρωπαϊκό TALF
Όταν οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα έχουν εξυγιανθεί, η προσπάθεια αύξησης των νέων χορηγήσεων μέσα από ένα πρόγραμμα αντίστοιχο του TALF θα έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας. Το πρόγραμμα αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει είτε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είτε σε εθνικό. Και στις δύο περιπτώσεις, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η τεχνογνωσία του ιδιωτικού τομέα στην τιτλοποίηση και τιμολόγηση.
Οι τίτλοι αυτοί στη συνέχεια θα μπορούσαν να πωληθούν σε μη-τραπεζικούς επενδυτές. Στις ΗΠΑ η FED ανέλαβε μέρος του πιστωτικού ρίσκου που συνδεόταν με την πώληση τιτλοποιημένων δανείων σε σε μη-τραπεζικούς επενδυτές. Στην Ευρωζώνη αυτό θα μπορούσε να γίνει είτε από το Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), ειδικά στο βαθμό που τα τιτλοποιημένα προϊόντα θα περιλαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό νέα δάνεια (παρακάμπτοντας έτσι τις ενστάσεις χωρών της βόρειας Ευρώπης για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να χρησιμοποιούντα τα χρήματα του ESM). Εναλλακτικά, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ο τελικός εγγυητής για το tail risk των χορηγήσεων της ΕΚΤ.
Σε περίπτωση που ένα πρόγραμμα εφαρμοζόταν όχι σε πανευρωπαίκό, αλλά σε εθνικό επίπεδο, από τράπεζες που δραστηριοποιούνται εντός της επικράτειας κάθε χώρας, οι αντίστοιχες Κεντρικές Τράπεζες θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την πώληση τιτλοποιημένων δανείων σε μη-τραπεζικούς επενδυτές και να κρατήσουν μέρος του πιστωτικού κινδύνου (με τα υπουργεία Οικονομικών να παρέχουν ασφάλεια έναντι του tail risk).
Όπως σχολιάζουν οι αναλυτές της Citi, τα τρία αυτά βήματα είναι απαραίτητα διότι, μεταξύ άλλων, δεν μπορεί να υπάρξει χορήγηση νέων δανείων όσο οι τράπεζες είναι απρόθυμες να αναλάβουν επιπρόσθετο ρίσκο. Κοιτάζοντας πιο μακριά, τα μέτρα αυτά πρώτα και κύρια θα βάλουν «φρένο» στην καταστροφή της προστιθέμενης αξίας η οποία προκύπτει από την πιστωτική ασφυξία στις χώρες της περιφέρειας, σημειώνουν. Και προσθέτουν ότι χρειάζονται μεγαλύτερες προσπάθειες προκειμένου να δοθεί ουσιαστική ώθηση στην ανάπτυξη. Το μεγαλύτερο μέρος της περιφέρειας της Ευρωζώνης χρειάζεται να μεταφέρει παραγωγικούς πόρους από το μη διαπραγματεύσιμο στο διαπραγματεύσιμο πεδίο, και αυτή η διαδικασία πιθανότατα θα χρειαστεί μερικά χρόνια για να ολοκληρωθεί.
capital.gr
Ως προς το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης δανείων, η Citi εστιάζει στην πλευρά της προσφοράς, τις τράπεζες, και διατυπώνει την εκτίμηση ότι θα πρέπει να προηγηθούν τρία συγκεκριμένα βήματα προκειμένου να στηριχθεί ο δανεισμός προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Όπως αναφέρει σε έκθεσή της η Citi, παρόλο που η ΕΚΤ έχει παράσχει σημαντική στήριξη για την ενίσχυση της προσφοράς πιστώσεων (χαμηλότερα κόστη χρηματοδότησης, αυξημένη ρευστότητα), η απροθυμία των τραπεζών να αυξήσουν την έκθεσή τους σε δάνεια προς ΜμΕ διατηρείται.
Αυτό που προτείνει η Citi προκειμένου να βελτιωθεί η εικόνα, είναι ένα σχέδιο τριών βημάτων: Α) έλεγχος στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και ανακεφαλαιοποίηση, προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στους ισολογισμούς τους («ώρα για ένα ευρωπαϊκό TARP» αναφέρει χαρακτηριστικά. Β) Δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού συστήματος αξιολόγησης δανείων, που θα διευκολύνει τη διαπραγμάτευση και τιτλοποίησή τους. Γ) Στήριξη για την τιτλοποίηση νέων δανείων μέσα από ένα σύστημα εγγυήσεων, με στόχο να χρησιμοποιηθεί αυτός ο μηχανισμός για την επιβράδυνση της απομόχλευσης (όπως συνέβη στις ΗΠΑ με το πρόγραμμα TALF).
Ευρωπαϊκό TARP
Με δεδομένη τη συνεχιζόμενη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και τις αμφιβολίες για την ποιότητα των παγίων, μία άσκηση ανακεφαλαιοποίησης βασισμένη στα αποτελέσματα ενός ενδελεχούς ελέγχου είναι απαραίτητη, σχολιάζει η Citi. Το αμερικανικό πρόγραμμα TARP ήταν κίνηση-κλειδί που οδήγησε σε μαζική ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού κλάδου, μειώνοντας τα κόστη χρηματοδότησης, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και τιμολογώντας προϊόντα των οποίων η αγορά είχε «εξαφανιστεί».
Στην Ευρώπη, πέρα από τα προγραμματισμένα stress-tests της EBA τα οποία δεν κατάφεραν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη, χρειάζεται μία ανεξάρτητη αποτίμηση της ποιότητας των ευρωπαϊκών τραπεζικών παγίων και ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης το ταχύτερο δυνατόν (πριν η ΕΚΤ καταστεί ο μοναδικός φορέας εποπτείας). Η διαδικασία αυτή πρέπει να γίνει υπό τη στενή παρακολούθηση της ΕΚΤ και να στοχεύει το σύνολο των δανείων. Κάτι τέτοιο, σχολιάζει η Citi, προφανώς προϋποθέτει δέσμευση από την πλευρά των εθνικών κυβερνήσεων ότι θα στηρίξουν την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που θα αποτύχουν να αντλήσουν ιδιωτικά κεφάλαια.
Μάλιστα, ίσως χρειαστεί να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό «δίχτυ», σε περίπτωση που οι απαιτήσεις σε κεφαλαιακές ενισχύσεις αποδειχθούν δυσβάσταχτες για τις εθνικές οικονομίες. Εν τέλει, ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας (οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις) θα μπορούσαν να είναι μέτοχοι σε μία «bad bank» στην οποία θα μεταφερθούν όλα τα προβληματικά περιουσιακά στοιχεία. Οι αναλυτές της Citi εκτιμούν ότι θα αποτελούσε ευχάριστη έκπληξη αν οι ηγέτες της Ε.Ε. κατέληγαν σε μία τέτοια απόφαση στη Σύνοδο του Ιουνίου.
Ευρωπαϊκό TALF
Όταν οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα έχουν εξυγιανθεί, η προσπάθεια αύξησης των νέων χορηγήσεων μέσα από ένα πρόγραμμα αντίστοιχο του TALF θα έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας. Το πρόγραμμα αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει είτε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είτε σε εθνικό. Και στις δύο περιπτώσεις, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η τεχνογνωσία του ιδιωτικού τομέα στην τιτλοποίηση και τιμολόγηση.
Οι τίτλοι αυτοί στη συνέχεια θα μπορούσαν να πωληθούν σε μη-τραπεζικούς επενδυτές. Στις ΗΠΑ η FED ανέλαβε μέρος του πιστωτικού ρίσκου που συνδεόταν με την πώληση τιτλοποιημένων δανείων σε σε μη-τραπεζικούς επενδυτές. Στην Ευρωζώνη αυτό θα μπορούσε να γίνει είτε από το Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), ειδικά στο βαθμό που τα τιτλοποιημένα προϊόντα θα περιλαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό νέα δάνεια (παρακάμπτοντας έτσι τις ενστάσεις χωρών της βόρειας Ευρώπης για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να χρησιμοποιούντα τα χρήματα του ESM). Εναλλακτικά, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ο τελικός εγγυητής για το tail risk των χορηγήσεων της ΕΚΤ.
Σε περίπτωση που ένα πρόγραμμα εφαρμοζόταν όχι σε πανευρωπαίκό, αλλά σε εθνικό επίπεδο, από τράπεζες που δραστηριοποιούνται εντός της επικράτειας κάθε χώρας, οι αντίστοιχες Κεντρικές Τράπεζες θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την πώληση τιτλοποιημένων δανείων σε μη-τραπεζικούς επενδυτές και να κρατήσουν μέρος του πιστωτικού κινδύνου (με τα υπουργεία Οικονομικών να παρέχουν ασφάλεια έναντι του tail risk).
Όπως σχολιάζουν οι αναλυτές της Citi, τα τρία αυτά βήματα είναι απαραίτητα διότι, μεταξύ άλλων, δεν μπορεί να υπάρξει χορήγηση νέων δανείων όσο οι τράπεζες είναι απρόθυμες να αναλάβουν επιπρόσθετο ρίσκο. Κοιτάζοντας πιο μακριά, τα μέτρα αυτά πρώτα και κύρια θα βάλουν «φρένο» στην καταστροφή της προστιθέμενης αξίας η οποία προκύπτει από την πιστωτική ασφυξία στις χώρες της περιφέρειας, σημειώνουν. Και προσθέτουν ότι χρειάζονται μεγαλύτερες προσπάθειες προκειμένου να δοθεί ουσιαστική ώθηση στην ανάπτυξη. Το μεγαλύτερο μέρος της περιφέρειας της Ευρωζώνης χρειάζεται να μεταφέρει παραγωγικούς πόρους από το μη διαπραγματεύσιμο στο διαπραγματεύσιμο πεδίο, και αυτή η διαδικασία πιθανότατα θα χρειαστεί μερικά χρόνια για να ολοκληρωθεί.
capital.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Συνελήφθη έπειτα από καταδίωξη με μικροποσότητα χασίς
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πόσο ασφαλής είναι η κατανάλωση προβιοτικών
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ