2013-05-12 12:31:04
Γράφει ο Αιας
«Η Ευρώπη μπορεί να παραμείνει στο προσκήνιο του παγκόσμιου γίγνεσθαι στο βαθμό που είναι μία ευημερούσα, δυναμική και κοινωνική Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό, η αντίληψη ότι, η στρατηγική για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη περνάει μέσα από εθνικές πολιτικές λιτότητας, εσωτερικής υποτίμησης, πλήρους ελαστικοποίησης της αγοράς εργασίας και απομείωσης του κοινωνικού κράτους, είναι καταστροφική και μπορεί να οδηγήσει σε αποσύνθεση ολόκληρου του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος», υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, η πρόεδρος της «Κοινωνικής Συμφωνίας» Καθ. Λούκα Κατσέλη, μιλώντας στην ετήσια ημερίδα «The State of the Union» του European University Institute που έγινε στην Φλωρεντία.
Η Λ. Κατσέλη, στην εισήγησή της με θέμα τη «μεταναστευτική πολιτική και το μέλλον της Ευρώπης», έθεσε τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, σημειώνοντας ότι «η αναζήτηση τρόπων διαχείρισης και ένταξης των μεταναστών στην Ευρώπη εξαρτάται καταλυτικά από το ευρωπαϊκό μοντέλο που οραματιζόμαστε καθώς και από τη στρατηγική και την πολιτική που υιοθετούμε για να το διασφαλίσουμε».
Στην ημερίδα συμμετείχαν εκτός της Λ. Κατσέλη, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής José Manuel Barroso, ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας Rosen Plevneliev, η Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. Cecilia Malmström, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Martin Schulz, ο Πρόεδρος της Ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Hannes Swoboda, η Υπουργός Δικαιωμάτων των Γυναικών και Εκπρόσωπος Τύπου της Γαλλικής Κυβέρνησης Νajat Vallaud-Belkacem, οι πρώην Πρωθυπουργοί της Ιταλίας Μario Monti και Giuliano Amato, ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Bruegel Jean Pisani-Ferry, οι πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας Emma Bonino, ο πρώην Αντιπρόεδρος και Επίτροπος της ΕΕ Franco Frattini, καθώς και ο δ/ντής της ευρωπαϊκής έκδοσης των «Financial Times» Τony Barber και η Sylvie Kauffmann της «Le Monde».
Στην ομιλία της η Λ. Κατσέλη, επεσήμανε και τα εξής:
Η οικονομική κρίση στην Ευρώπη και κυρίως στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ιταλία και την Ισπανία, έχει οδηγήσει σε ακραίες και μυωπικές πολιτικές λιτότητας, με αποτέλεσμα το βάθεμα της ύφεσης, την έκρηξη της ανεργίας και γενικότερα τη χειροτέρευση των συνθηκών στην αγορά εργασίας.
Ως συνέπεια, στη Νότια Ευρώπη, έχει μειωθεί δραστικά η εμπιστοσύνη των πολιτών στην ικανότητα των εθνικών κυβερνήσεων και των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων, αλλά και των Ευρωπαϊκών θεσμών, να προωθήσουν αξιόπιστες πολιτικές βελτίωσης του επιπέδου ζωής τους. Η πολιτική αστάθεια και η κοινωνική εξαθλίωση έχουν οδηγήσει, δυστυχώς, σε έξαρση της ξενοφοβίας – που ανοιχτά προωθούν ακραίες εξτρεμιστικές ομάδας, οι οποίες έχουν εισέλθει και στη Βουλή και μάλιστα δημοσκοπικά εμφανίζονται ως τρίτη πολιτική δύναμη.
Ταυτόχρονα, ο Ευρωσκεπτικισμός έχει ενισχυθεί, καθώς οι Ευρωπαϊκές πολιτικές εκλαμβάνονται ως άδικες, αναποτελεσματικές και υπαγορευόμενες κυρίως βάσει των οικονομικών συμφερόντων της Γερμανίας και άλλων ισχυρών χωρών.
Ο Ευρωσκεπτικισμός και η ξενοφοβία είναι όμως σε άνοδο και στη Β. Ευρώπη, καθώς οι πολίτες εκεί θεωρούν ότι πληρώνουν τη διάσωση των χωρών του Νότου, και αναγκάζονται και οι ίδιου να χειροτερεύσουν τον επίπεδο ζωής τους.
Σε αυτό επομένως το γρήγορα μεταβαλλόμενο επί τα χείρω οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο, πρέπει να ξανασκεφτούμε και να επαναπροσδιορίσουμε τις Ευρωπαϊκές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της μεταναστευτικής πολιτικής.
Οι μεταναστευτικές πολιτικές αυτές καθ’ αυτές δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στο πρόβλημα, καθώς οι μεταναστευτικές ροές είναι εξαιρετικά ευαίσθητες στις υφιστάμενες οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν τόσο στις χώρες από τις οποίες φεύγουν μετανάστες όσο και στις χώρες υποδοχής μεταναστών. Οι μεταναστευτικές πολιτικές πρέπει να είναι αποτέλεσμα ενός νέου τρόπου αντίληψης της μετανάστευσης, όπου η παγκοσμιοποίηση έχει καίριο ρόλο. Επομένως, οι μεταναστευτικές πολιτικές σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να εκληφθούν ως συστατικό ενός αναδυόμενου συστήματος διεθνούς κινητικότητας της εργασίας, σε αντίθεση με τα «εθνικά» ή «Ευρωπαϊκά» μεταναστευτικά συστήματα.
Οι μετανάστες θα θεωρούνται «βάρος» εάν δεν αντιμετωπίσουμε επαρκώς τις ανάγκες του εγχώριου εργατικού δυναμικού και αφήνουμε την ανεργία μεταξύ Ευρωπαίων εργαζομένων να αυξάνεται σε ανεπίτρεπτα επίπεδα. Η διασφάλιση επομένως κατάλληλων πολιτικών ώστε οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι να έχουν αποτελεσματική πρόσβαση στην αγορά εργασίας είναι προαπαιτούμενο για την αποδοχή από την κοινή γνώμη οποιουδήποτε συστήματος διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών.
Η οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των Ευρωπαίων είναι αναγκαία, για ένα σύστημα αποτελεσματικό και διαχειρίσιμο: μείωση της αδήλωτης και παράνομης μετανάστευσης μέσω μίας σταδιακής και ευέλικτης κινητικότητας σε επίπεδο ΕΕ, καθώς και ανάπτυξη συστημάτων ενσωμάτωσης, ώστε όχι μόνο να προστατευθούν τα δικαιώματα των μεταναστών, αλλά να διασφαλισθεί ότι οι εθνικές κυβερνήσεις θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις μεταναστευτικές ροές. Tromaktiko
«Η Ευρώπη μπορεί να παραμείνει στο προσκήνιο του παγκόσμιου γίγνεσθαι στο βαθμό που είναι μία ευημερούσα, δυναμική και κοινωνική Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό, η αντίληψη ότι, η στρατηγική για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη περνάει μέσα από εθνικές πολιτικές λιτότητας, εσωτερικής υποτίμησης, πλήρους ελαστικοποίησης της αγοράς εργασίας και απομείωσης του κοινωνικού κράτους, είναι καταστροφική και μπορεί να οδηγήσει σε αποσύνθεση ολόκληρου του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος», υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, η πρόεδρος της «Κοινωνικής Συμφωνίας» Καθ. Λούκα Κατσέλη, μιλώντας στην ετήσια ημερίδα «The State of the Union» του European University Institute που έγινε στην Φλωρεντία.
Η Λ. Κατσέλη, στην εισήγησή της με θέμα τη «μεταναστευτική πολιτική και το μέλλον της Ευρώπης», έθεσε τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, σημειώνοντας ότι «η αναζήτηση τρόπων διαχείρισης και ένταξης των μεταναστών στην Ευρώπη εξαρτάται καταλυτικά από το ευρωπαϊκό μοντέλο που οραματιζόμαστε καθώς και από τη στρατηγική και την πολιτική που υιοθετούμε για να το διασφαλίσουμε».
Στην ημερίδα συμμετείχαν εκτός της Λ. Κατσέλη, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής José Manuel Barroso, ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας Rosen Plevneliev, η Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. Cecilia Malmström, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Martin Schulz, ο Πρόεδρος της Ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Hannes Swoboda, η Υπουργός Δικαιωμάτων των Γυναικών και Εκπρόσωπος Τύπου της Γαλλικής Κυβέρνησης Νajat Vallaud-Belkacem, οι πρώην Πρωθυπουργοί της Ιταλίας Μario Monti και Giuliano Amato, ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Bruegel Jean Pisani-Ferry, οι πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας Emma Bonino, ο πρώην Αντιπρόεδρος και Επίτροπος της ΕΕ Franco Frattini, καθώς και ο δ/ντής της ευρωπαϊκής έκδοσης των «Financial Times» Τony Barber και η Sylvie Kauffmann της «Le Monde».
Στην ομιλία της η Λ. Κατσέλη, επεσήμανε και τα εξής:
Η οικονομική κρίση στην Ευρώπη και κυρίως στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ιταλία και την Ισπανία, έχει οδηγήσει σε ακραίες και μυωπικές πολιτικές λιτότητας, με αποτέλεσμα το βάθεμα της ύφεσης, την έκρηξη της ανεργίας και γενικότερα τη χειροτέρευση των συνθηκών στην αγορά εργασίας.
Ως συνέπεια, στη Νότια Ευρώπη, έχει μειωθεί δραστικά η εμπιστοσύνη των πολιτών στην ικανότητα των εθνικών κυβερνήσεων και των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων, αλλά και των Ευρωπαϊκών θεσμών, να προωθήσουν αξιόπιστες πολιτικές βελτίωσης του επιπέδου ζωής τους. Η πολιτική αστάθεια και η κοινωνική εξαθλίωση έχουν οδηγήσει, δυστυχώς, σε έξαρση της ξενοφοβίας – που ανοιχτά προωθούν ακραίες εξτρεμιστικές ομάδας, οι οποίες έχουν εισέλθει και στη Βουλή και μάλιστα δημοσκοπικά εμφανίζονται ως τρίτη πολιτική δύναμη.
Ταυτόχρονα, ο Ευρωσκεπτικισμός έχει ενισχυθεί, καθώς οι Ευρωπαϊκές πολιτικές εκλαμβάνονται ως άδικες, αναποτελεσματικές και υπαγορευόμενες κυρίως βάσει των οικονομικών συμφερόντων της Γερμανίας και άλλων ισχυρών χωρών.
Ο Ευρωσκεπτικισμός και η ξενοφοβία είναι όμως σε άνοδο και στη Β. Ευρώπη, καθώς οι πολίτες εκεί θεωρούν ότι πληρώνουν τη διάσωση των χωρών του Νότου, και αναγκάζονται και οι ίδιου να χειροτερεύσουν τον επίπεδο ζωής τους.
Σε αυτό επομένως το γρήγορα μεταβαλλόμενο επί τα χείρω οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο, πρέπει να ξανασκεφτούμε και να επαναπροσδιορίσουμε τις Ευρωπαϊκές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της μεταναστευτικής πολιτικής.
Οι μεταναστευτικές πολιτικές αυτές καθ’ αυτές δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στο πρόβλημα, καθώς οι μεταναστευτικές ροές είναι εξαιρετικά ευαίσθητες στις υφιστάμενες οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν τόσο στις χώρες από τις οποίες φεύγουν μετανάστες όσο και στις χώρες υποδοχής μεταναστών. Οι μεταναστευτικές πολιτικές πρέπει να είναι αποτέλεσμα ενός νέου τρόπου αντίληψης της μετανάστευσης, όπου η παγκοσμιοποίηση έχει καίριο ρόλο. Επομένως, οι μεταναστευτικές πολιτικές σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να εκληφθούν ως συστατικό ενός αναδυόμενου συστήματος διεθνούς κινητικότητας της εργασίας, σε αντίθεση με τα «εθνικά» ή «Ευρωπαϊκά» μεταναστευτικά συστήματα.
Οι μετανάστες θα θεωρούνται «βάρος» εάν δεν αντιμετωπίσουμε επαρκώς τις ανάγκες του εγχώριου εργατικού δυναμικού και αφήνουμε την ανεργία μεταξύ Ευρωπαίων εργαζομένων να αυξάνεται σε ανεπίτρεπτα επίπεδα. Η διασφάλιση επομένως κατάλληλων πολιτικών ώστε οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι να έχουν αποτελεσματική πρόσβαση στην αγορά εργασίας είναι προαπαιτούμενο για την αποδοχή από την κοινή γνώμη οποιουδήποτε συστήματος διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών.
Η οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των Ευρωπαίων είναι αναγκαία, για ένα σύστημα αποτελεσματικό και διαχειρίσιμο: μείωση της αδήλωτης και παράνομης μετανάστευσης μέσω μίας σταδιακής και ευέλικτης κινητικότητας σε επίπεδο ΕΕ, καθώς και ανάπτυξη συστημάτων ενσωμάτωσης, ώστε όχι μόνο να προστατευθούν τα δικαιώματα των μεταναστών, αλλά να διασφαλισθεί ότι οι εθνικές κυβερνήσεις θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις μεταναστευτικές ροές. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γιατί ο Παρθενώνας δεν πέφτει από σεισμούς
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ