2013-05-13 17:43:57
Ο Μάνος Μίχαλος γράφει για τον πρώτο Έλληνα προπονητή που κατέκτησε την Ευρωλίγκα, τον Γιώργο Μπαρτζώκα που δεν πρόκειται να πει στον εαυτό του “τα καταφέραμε”, γιατί έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους, πως ό,τι και να γίνει η δουλειά δεν σταματάει
Στον Γιώργο Μπαρτζώκα αρέσουν οι όμορφες ιστορίες. Το έχει δηλώσει όχι μία, αλλά αρκετές φορές, από τότε που ανέλαβε τον Ολυμπιακό και το είπε και μετά το τέλος του τελικού στο Λονδίνο, σε μια συνέντευξη Τύπου που αν μη τι άλλο, δεν αποδεικνύει ότι ο 48χρονος (στις 11 Ιουνίου) προπονητής είναι ο καλύτερος που υπάρχει στην Ευρώπη, ακόμη και τώρα που πολλοί το λένε ή το γράφουν, αλλά είμαι σίγουρος ότι αντιπροσωπεύει στο απόλυτο τη νοοτροπία της συγκεκριμένης ομάδας: το κεφάλι κάτω, η ζωή συνεχίζεται, η δουλειά επίσης. Μετρημένος, σοβαρός, συνεπής. Αυτός είναι ο Γιώργος Μπαρτζώκας, ο μίστερ Μπιν που έγινε μίστερ Μποντ, ο λίγος που έγινε ο πιο ταλαντούχος Έλληνας προπονητής μέσα σε δύο λονδρέζικα βράδια.
Πολλά όμως από τα βράδια αυτής της σεζόν ήταν δύσκολα για τον κόουτς του Ολυμπιακού και όντας πάντα ειλικρινής και περισσότερο και από το δοκούν δημοσιογραφικός, τόλμησε (!) να το πει στη συνέντευξη Τύπου: “όταν η ομάδα χάνει, ο προπονητής νιώθει μεγάλη μοναξιά” προσπαθώντας να περάσει με τον τρόπο του, ένα μέρος από τα συναισθήματα που γεννήθηκαν φέτος μέσα του ίσως και για πρώτη φορά: αυτά της αμφισβήτησης για τις ικανότητές του, της απαξίωσης για την προσωπικότητά του, ακόμη και των μεταξύ αστείου και σοβαρού προσβολής της εξωτερικής εμφάνισής του.
Όμως, ακόμη και σε αυτά τα βράδια, αν τον ρωτούσες “πώς είμαστε;”, θα σου έλεγε “μια χαρά, η ομάδα έχει σημασία, όχι εγώ, και η ομάδα είναι καλά”. Το έλεγε και τον Σεπτέμβριο όταν άρχιζε αυτή η πορεία του Ολυμπιακού αλλά και του ίδιου σε αυτό το υψηλό επίπεδο, το έλεγε και όταν άρχισαν τα πράγματα να στραβώνουν γύρω στον Οκτώβριο, το έλεγε στο Top-16, στα προημιτελικά, ένα βράδυ πριν τον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ, λίγες ώρες πριν τον τελικό με τη Ρεάλ. Δεν ήταν ψέμα, δεν ήταν με το ζόρι αλήθεια για να την ακούσει και να πιστέψει ο ίδιος.
Ο Μπαρτζώκας, είναι από τους προπονητές και τους ανθρώπους γενικότερα που δουλεύουν πάνω σε ένα συγκεκριμένο πλάνο. Όχι μόνο στον Ολυμπιακό αλλά και γενικότερα. Από τα 22 του χρόνια, όταν τραυματισμοί νίκησαν τις προσδοκίες που άφηνε το ταλέντο του ως παίκτης με αποτέλεσμα να κάτσει από πολύ μικρός στους πάγκους (κάτι που εξηγεί και την εδραιωμένη φιλοσοφία, δεν είναι κάτι που απέκτησε στα 40, αλλά σε πολύ πιο προσαρμόσιμη ηλικία, όταν το μυαλό απλώς μαζεύει εμπειρίες και ερεθίσματα από παντού), ακολουθεί το πλάνο του, ακολουθεί το χαρακτήρα του.
Αυτός ο χαρακτήρας που βγαίνει μια στο τόσο στους πάγκους (όταν γυαλίζει το μάτι του και η συνήθης ηρεμία του δίνει τη θέση της σε μια τρέλα για τη νίκη) είναι εγωιστής που όμως εκμεταλλεύεται με θετικό πρόσημο αυτή την τάση του, είναι άνθρωπος που πιστεύει στη δουλειά τόσο τη δική του, των συνεργατών του και των παικτών του, είναι από αυτούς που θέλουν να χτίζουν το όνομά τους πάνω σε ξεκάθαρες βάσεις. Γι’ αυτό και του να καταλογίσεις οτιδήποτε για την τακτική του, για το μπάσκετ των ομάδων του, είναι σεβαστό και θα κάτσει να το ακούσει. Θα σηκωθεί, όμως, να φύγει αν του πλήξεις την ηθική του και είχε και ανάλογα περιστατικά αυτή η χρονιά.
Ίσως να μην σας ενδιαφέρει και εν μέρει πολύ καλά κάνετε, αλλά αυτό το κείμενο περιμένει να γραφτεί έξι χρόνια. Όταν ακόμη ο Μπαρτζώκας ήταν στην Ολύμπια Λάρισας, χωρίς ποτέ να το μάθει ο ίδιος, είχα πει σε φίλους και συναδέλφους, ότι αποτελεί ένα τύπο προπονητή που αν του βγει μια συγκεκριμένη πορεία, θα βρεθεί στον Ολυμπιακό. Δεν ξέρω πόσοι από όσους με άκουγαν και γελούσαν τότε, το θυμούνται, αλλά ο φίλος μου και συνάδελφος ο Βασίλης, θυμάται να του το λέω πάλι, πριν δύο καλοκαίρια. Αυτή “δικαίωση” δεν λέει τίποτα, αλλά μέσα στα πλαίσια μιας όμορφης ιστορίας, μπορείς να πεις οτιδήποτε. Την κάνει ομορφότερη, την κάνει πιο ανθεκτική στο χρόνο.
Το ταξί που τον έφερε στον Ολυμπιακό και τον οδήγησε στην κορυφή
Όπως και το ταξί που οδήγησε τον Γιώργο Μπαρτζώκα στον Ολυμπιακό. Αυτό, στο οποίο πέρυσι το καλοκαίρι, μπήκε για να κάνει άλλη μια συζήτηση με τους αδερφούς Αγγελόπουλους για το ενδεχόμενο της συνεργασίας τους. Εκτός Αθηνών ο κόουτς του Ολυμπιακού και με αντικειμενικές δυσκολίες στο να χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητό του, πήρε ταξί για να επιστρέψει στην πρωτεύουσα. Μόνος του, σίγουρος και έτοιμος να αναλάβει την πιο δύσκολη πρόκληση στην καριέρα του μεν, αλλά για μια τέτοια έχει φάει τα χρόνια και τα πόδια του στα γήπεδα τόσα χρόνια, οπότε και τον Θεό τον ίδιο να έπρεπε να διαδεχθεί, θα το έκανε ακόμη και αν η αποτυχία ήταν εξασφαλισμένη.
Ο οδηγός δεν τον αναγνώρισε, αφού τότε ο προπονητής ακόμη του Πανιωνίου, είχε κάνει γνωστό το πρόσωπό του σε λίγους, αλλά αμιγώς μπασκετικούς φιλάθλους που παρακολουθούσαν την πορεία του από την Ολύμπια Λάρισας στο Μαρούσι και από εκεί στην ομάδα της Νέας Σμύρνης. Η διαδρομή με το ταξί κράτησε περίπου 3 ώρες, χρόνος όχι αρκετός για να συνειδητοποιήσει τότε ο κόουτς B, το ότι μπορεί να γραφόταν μια ωραία ιστορία, από αυτές που του αρέσουν. Όταν ανακοινώθηκε η πρόσληψή του από την ΚΑΕ Ολυμπιακός, η ιστορία με το ταξί πέρασε στο αρχείο και θα έβγαινε μόνο αν το επέβαλε η Ιστορία, όπως κι έγινε, αφού ο Έλληνας προπονητής έγραψε Ιστορία στο Λονδίνο.
Αυτό το ταξί είναι η αλήθεια, δεν θα γίνει ποτέ άσπρο άλογο, γιατί ακόμη και αν του πας ένα και του πεις “ανέβα”, θα βάλει σίγουρα κάποιον άλλον να κάτσει πάνω, πιθανότατα τη μικρή Αντριάνα που πιθανόν να μην κατάλαβε γιατί φώναζαν το όνομα του μπαμπά της χθες το βράδυ στην O2 Arena, αλλά το χαμόγελό του ήταν αρκετό για να την πείσει ότι για καλό ήταν, αφού “ο μπαμπάς όταν δουλεύει είναι πολύ σοβαρός. Και δουλεύει πολύ”. Εκτός αν του δώσεις κανένα γλυκό, κανένα παγωτό, όπου εκεί μπορεί να πάρει ένα κρυφό ρεπό, για να το ευχαριστηθεί.
Το timing, οι συνθήκες και η μηδενική αλλαγή πορείας από το πλάνο
Γελάει όμως, αφού το χιούμορ του είναι καλύτερο και από τα συστήματά του. Ακόμη και τα Μίστερ Μπιν, τα έπαιρνε στην πλάκα γιατί έτσι προσπαθεί να αντιμετωπίζει και τις πιο δύσκολες στιγμές της προσωπικής ή επαγγελματικής ζωής του. Με χαλαρότητα και πάνω από όλα αισιοδοξία. Και με βασικό, καθημερινό του μέλημα, το μπάσκετ. Είτε στην Ολύμπια Λάρισας σε ένα σπίτι μακριά από τη γυναίκα του, είτε στο Μαρούσι των θαυμάτων και αυτό των προβλημάτων ένα χρόνο αργότερα, είτε στον Ολυμπιακό που τα 150.000 ευρώ είναι σαφώς περισσότερα από το “κάνε λίγο υπομονή, γιατί τώρα δεν μπορώ να σε πληρώσω”, το μπάσκετ παραμένει εμμονή στο μυαλό του. Και ίδιο, ενιαίο. Το μόνο που λέει διαρκώς, είναι ότι αλλάζουν οι συνθήκες.
Γι’ αυτό και η δήλωση του στη συνέντευξη Τύπου περί “σωστού timing, βρέθηκα στην κατάλληλη ομάδα, την κατάλληλη χρονική στιγμή”. Δεν είναι ότι δεν πιστεύει στον εαυτό του ή στο πόσο αυτός και οι συνεργάτες του δεν συνέβαλαν σε αυτό το επικό back to back του Ολυμπιακού, αλλά θεωρεί πως σε μια ομάδα με το επίπεδο και τις δομές λειτουργίες όπως αυτή των ερυθρολεύκων, ο προπονητής καλείται να ασχολείται μόνο με το μπάσκετ και όχι τι θα γίνει με τα νερά της αποστολής.
Κι επειδή ξέρει ότι η ανηφόρα προς την επιτυχία είναι δύσκολη, αλλά η προσγείωση στην πραγματικότητα γίνεται με τέτοια ταχύτητα, που πρέπει να είσαι προετοιμασμένος πάλι να τη διαχειριστής, το “ο πρώτος Έλληνας προπονητής που κατέκτησε Ευρωλίγκα”, είναι κάτι που σίγουρα τον κάνει να χαμογελάει, αλλά δεν του αλλάζει το πλάνο. Όπου πλάνο, βάλτε τη λέξη δουλειά, αυτή που θα συνεχίσει από την Τρίτη-Τετάρτη, μετά τους πανηγυρισμούς στο αεροδρόμιο και όπου αλλού, αφού κάνει μια βόλτα με την Αθηνά και την Αντριάνα, τις γυναίκες της ζωής του, γιατί σε αυτές τις στιγμές ακούει το Γιώργος που του αρέσει περισσότερο, από το Μπαρτζώκας που ξέρει ότι είναι μια δουλειά και τίποτα περισσότερο.
Αφού τα κάνει όλα αυτά, θα μπει και πάλι στο ταξί και θα συνεχίσει το δρόμο του. Απλά αυτή τη φορά, θα κάθεται λίγο πιο άνετος και μπορεί ο οδηγός να τον αναγνωρίσει και να γυρίσει να του πει ένα “μπράβο κόουτς Β”.
πηγή: sport24.gr
Στον Γιώργο Μπαρτζώκα αρέσουν οι όμορφες ιστορίες. Το έχει δηλώσει όχι μία, αλλά αρκετές φορές, από τότε που ανέλαβε τον Ολυμπιακό και το είπε και μετά το τέλος του τελικού στο Λονδίνο, σε μια συνέντευξη Τύπου που αν μη τι άλλο, δεν αποδεικνύει ότι ο 48χρονος (στις 11 Ιουνίου) προπονητής είναι ο καλύτερος που υπάρχει στην Ευρώπη, ακόμη και τώρα που πολλοί το λένε ή το γράφουν, αλλά είμαι σίγουρος ότι αντιπροσωπεύει στο απόλυτο τη νοοτροπία της συγκεκριμένης ομάδας: το κεφάλι κάτω, η ζωή συνεχίζεται, η δουλειά επίσης. Μετρημένος, σοβαρός, συνεπής. Αυτός είναι ο Γιώργος Μπαρτζώκας, ο μίστερ Μπιν που έγινε μίστερ Μποντ, ο λίγος που έγινε ο πιο ταλαντούχος Έλληνας προπονητής μέσα σε δύο λονδρέζικα βράδια.
Πολλά όμως από τα βράδια αυτής της σεζόν ήταν δύσκολα για τον κόουτς του Ολυμπιακού και όντας πάντα ειλικρινής και περισσότερο και από το δοκούν δημοσιογραφικός, τόλμησε (!) να το πει στη συνέντευξη Τύπου: “όταν η ομάδα χάνει, ο προπονητής νιώθει μεγάλη μοναξιά” προσπαθώντας να περάσει με τον τρόπο του, ένα μέρος από τα συναισθήματα που γεννήθηκαν φέτος μέσα του ίσως και για πρώτη φορά: αυτά της αμφισβήτησης για τις ικανότητές του, της απαξίωσης για την προσωπικότητά του, ακόμη και των μεταξύ αστείου και σοβαρού προσβολής της εξωτερικής εμφάνισής του.
Όμως, ακόμη και σε αυτά τα βράδια, αν τον ρωτούσες “πώς είμαστε;”, θα σου έλεγε “μια χαρά, η ομάδα έχει σημασία, όχι εγώ, και η ομάδα είναι καλά”. Το έλεγε και τον Σεπτέμβριο όταν άρχιζε αυτή η πορεία του Ολυμπιακού αλλά και του ίδιου σε αυτό το υψηλό επίπεδο, το έλεγε και όταν άρχισαν τα πράγματα να στραβώνουν γύρω στον Οκτώβριο, το έλεγε στο Top-16, στα προημιτελικά, ένα βράδυ πριν τον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ, λίγες ώρες πριν τον τελικό με τη Ρεάλ. Δεν ήταν ψέμα, δεν ήταν με το ζόρι αλήθεια για να την ακούσει και να πιστέψει ο ίδιος.
Ο Μπαρτζώκας, είναι από τους προπονητές και τους ανθρώπους γενικότερα που δουλεύουν πάνω σε ένα συγκεκριμένο πλάνο. Όχι μόνο στον Ολυμπιακό αλλά και γενικότερα. Από τα 22 του χρόνια, όταν τραυματισμοί νίκησαν τις προσδοκίες που άφηνε το ταλέντο του ως παίκτης με αποτέλεσμα να κάτσει από πολύ μικρός στους πάγκους (κάτι που εξηγεί και την εδραιωμένη φιλοσοφία, δεν είναι κάτι που απέκτησε στα 40, αλλά σε πολύ πιο προσαρμόσιμη ηλικία, όταν το μυαλό απλώς μαζεύει εμπειρίες και ερεθίσματα από παντού), ακολουθεί το πλάνο του, ακολουθεί το χαρακτήρα του.
Αυτός ο χαρακτήρας που βγαίνει μια στο τόσο στους πάγκους (όταν γυαλίζει το μάτι του και η συνήθης ηρεμία του δίνει τη θέση της σε μια τρέλα για τη νίκη) είναι εγωιστής που όμως εκμεταλλεύεται με θετικό πρόσημο αυτή την τάση του, είναι άνθρωπος που πιστεύει στη δουλειά τόσο τη δική του, των συνεργατών του και των παικτών του, είναι από αυτούς που θέλουν να χτίζουν το όνομά τους πάνω σε ξεκάθαρες βάσεις. Γι’ αυτό και του να καταλογίσεις οτιδήποτε για την τακτική του, για το μπάσκετ των ομάδων του, είναι σεβαστό και θα κάτσει να το ακούσει. Θα σηκωθεί, όμως, να φύγει αν του πλήξεις την ηθική του και είχε και ανάλογα περιστατικά αυτή η χρονιά.
Ίσως να μην σας ενδιαφέρει και εν μέρει πολύ καλά κάνετε, αλλά αυτό το κείμενο περιμένει να γραφτεί έξι χρόνια. Όταν ακόμη ο Μπαρτζώκας ήταν στην Ολύμπια Λάρισας, χωρίς ποτέ να το μάθει ο ίδιος, είχα πει σε φίλους και συναδέλφους, ότι αποτελεί ένα τύπο προπονητή που αν του βγει μια συγκεκριμένη πορεία, θα βρεθεί στον Ολυμπιακό. Δεν ξέρω πόσοι από όσους με άκουγαν και γελούσαν τότε, το θυμούνται, αλλά ο φίλος μου και συνάδελφος ο Βασίλης, θυμάται να του το λέω πάλι, πριν δύο καλοκαίρια. Αυτή “δικαίωση” δεν λέει τίποτα, αλλά μέσα στα πλαίσια μιας όμορφης ιστορίας, μπορείς να πεις οτιδήποτε. Την κάνει ομορφότερη, την κάνει πιο ανθεκτική στο χρόνο.
Το ταξί που τον έφερε στον Ολυμπιακό και τον οδήγησε στην κορυφή
Όπως και το ταξί που οδήγησε τον Γιώργο Μπαρτζώκα στον Ολυμπιακό. Αυτό, στο οποίο πέρυσι το καλοκαίρι, μπήκε για να κάνει άλλη μια συζήτηση με τους αδερφούς Αγγελόπουλους για το ενδεχόμενο της συνεργασίας τους. Εκτός Αθηνών ο κόουτς του Ολυμπιακού και με αντικειμενικές δυσκολίες στο να χρησιμοποιήσει το αυτοκίνητό του, πήρε ταξί για να επιστρέψει στην πρωτεύουσα. Μόνος του, σίγουρος και έτοιμος να αναλάβει την πιο δύσκολη πρόκληση στην καριέρα του μεν, αλλά για μια τέτοια έχει φάει τα χρόνια και τα πόδια του στα γήπεδα τόσα χρόνια, οπότε και τον Θεό τον ίδιο να έπρεπε να διαδεχθεί, θα το έκανε ακόμη και αν η αποτυχία ήταν εξασφαλισμένη.
Ο οδηγός δεν τον αναγνώρισε, αφού τότε ο προπονητής ακόμη του Πανιωνίου, είχε κάνει γνωστό το πρόσωπό του σε λίγους, αλλά αμιγώς μπασκετικούς φιλάθλους που παρακολουθούσαν την πορεία του από την Ολύμπια Λάρισας στο Μαρούσι και από εκεί στην ομάδα της Νέας Σμύρνης. Η διαδρομή με το ταξί κράτησε περίπου 3 ώρες, χρόνος όχι αρκετός για να συνειδητοποιήσει τότε ο κόουτς B, το ότι μπορεί να γραφόταν μια ωραία ιστορία, από αυτές που του αρέσουν. Όταν ανακοινώθηκε η πρόσληψή του από την ΚΑΕ Ολυμπιακός, η ιστορία με το ταξί πέρασε στο αρχείο και θα έβγαινε μόνο αν το επέβαλε η Ιστορία, όπως κι έγινε, αφού ο Έλληνας προπονητής έγραψε Ιστορία στο Λονδίνο.
Αυτό το ταξί είναι η αλήθεια, δεν θα γίνει ποτέ άσπρο άλογο, γιατί ακόμη και αν του πας ένα και του πεις “ανέβα”, θα βάλει σίγουρα κάποιον άλλον να κάτσει πάνω, πιθανότατα τη μικρή Αντριάνα που πιθανόν να μην κατάλαβε γιατί φώναζαν το όνομα του μπαμπά της χθες το βράδυ στην O2 Arena, αλλά το χαμόγελό του ήταν αρκετό για να την πείσει ότι για καλό ήταν, αφού “ο μπαμπάς όταν δουλεύει είναι πολύ σοβαρός. Και δουλεύει πολύ”. Εκτός αν του δώσεις κανένα γλυκό, κανένα παγωτό, όπου εκεί μπορεί να πάρει ένα κρυφό ρεπό, για να το ευχαριστηθεί.
Το timing, οι συνθήκες και η μηδενική αλλαγή πορείας από το πλάνο
Γελάει όμως, αφού το χιούμορ του είναι καλύτερο και από τα συστήματά του. Ακόμη και τα Μίστερ Μπιν, τα έπαιρνε στην πλάκα γιατί έτσι προσπαθεί να αντιμετωπίζει και τις πιο δύσκολες στιγμές της προσωπικής ή επαγγελματικής ζωής του. Με χαλαρότητα και πάνω από όλα αισιοδοξία. Και με βασικό, καθημερινό του μέλημα, το μπάσκετ. Είτε στην Ολύμπια Λάρισας σε ένα σπίτι μακριά από τη γυναίκα του, είτε στο Μαρούσι των θαυμάτων και αυτό των προβλημάτων ένα χρόνο αργότερα, είτε στον Ολυμπιακό που τα 150.000 ευρώ είναι σαφώς περισσότερα από το “κάνε λίγο υπομονή, γιατί τώρα δεν μπορώ να σε πληρώσω”, το μπάσκετ παραμένει εμμονή στο μυαλό του. Και ίδιο, ενιαίο. Το μόνο που λέει διαρκώς, είναι ότι αλλάζουν οι συνθήκες.
Γι’ αυτό και η δήλωση του στη συνέντευξη Τύπου περί “σωστού timing, βρέθηκα στην κατάλληλη ομάδα, την κατάλληλη χρονική στιγμή”. Δεν είναι ότι δεν πιστεύει στον εαυτό του ή στο πόσο αυτός και οι συνεργάτες του δεν συνέβαλαν σε αυτό το επικό back to back του Ολυμπιακού, αλλά θεωρεί πως σε μια ομάδα με το επίπεδο και τις δομές λειτουργίες όπως αυτή των ερυθρολεύκων, ο προπονητής καλείται να ασχολείται μόνο με το μπάσκετ και όχι τι θα γίνει με τα νερά της αποστολής.
Κι επειδή ξέρει ότι η ανηφόρα προς την επιτυχία είναι δύσκολη, αλλά η προσγείωση στην πραγματικότητα γίνεται με τέτοια ταχύτητα, που πρέπει να είσαι προετοιμασμένος πάλι να τη διαχειριστής, το “ο πρώτος Έλληνας προπονητής που κατέκτησε Ευρωλίγκα”, είναι κάτι που σίγουρα τον κάνει να χαμογελάει, αλλά δεν του αλλάζει το πλάνο. Όπου πλάνο, βάλτε τη λέξη δουλειά, αυτή που θα συνεχίσει από την Τρίτη-Τετάρτη, μετά τους πανηγυρισμούς στο αεροδρόμιο και όπου αλλού, αφού κάνει μια βόλτα με την Αθηνά και την Αντριάνα, τις γυναίκες της ζωής του, γιατί σε αυτές τις στιγμές ακούει το Γιώργος που του αρέσει περισσότερο, από το Μπαρτζώκας που ξέρει ότι είναι μια δουλειά και τίποτα περισσότερο.
Αφού τα κάνει όλα αυτά, θα μπει και πάλι στο ταξί και θα συνεχίσει το δρόμο του. Απλά αυτή τη φορά, θα κάθεται λίγο πιο άνετος και μπορεί ο οδηγός να τον αναγνωρίσει και να γυρίσει να του πει ένα “μπράβο κόουτς Β”.
πηγή: sport24.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πάτρα: Δημιουργούν νέο σύλλογo καταστημάτων εστίασης και αναψυχής;
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Φυλακή και κατασχέσεις για τα χρέη στο Δημόσιο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ