2013-05-14 17:06:06
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Associated Press αποκάλυψε τη Δευτέρα ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κατέσχεσε μυστικά τα αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων δύο μηνών των δημοσιογράφων του, στο πλαίσιο ενός άνευ προηγουμένου "πολέμου" κατά των διαρροών.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του πρακτορείου, Γκάρι Προύιτ, έγραψε σε επιστολή του προς τον Γενικό Εισαγγελέα Έρικ Χόλντερ, τη Δευτέρα ότι «δεν μπορεί να υπάρξει πιθανή δικαιολογία για μια τέτοια τόσο εκτεταμένη συλλογή τηλεφωνικών επικοινωνιών του Associated Press και δημοσιογράφων του". Ο Προύτι απαιτεί το υπουργείο Δικαιοσύνης να επιστρέψει τις λίστες και να καταστρέψει τα αντίγραφα.
Το AP κατήγγειλε ότι το υπουργείο έλαβε καταλόγους των "εισερχόμενων και εξερχόμενων κλήσεων, καθώς και τη διάρκεια της κάθε κλήσης, από προσωπικούς και επαγγελματικούς τηλεφωνικούς αριθμούς μεμονωμένων δημοσιογράφων, γενικούς αριθμοούς του γραφείου του AP στη Νέα Υόρκη, την Ουάσιγκτον και το Χάρτφορντ του Κονέκτικατ και του κύριου αριθμού των δημοσιογράφων του AP στο Γραφείο Τύπου της Βουλής των Αντιπροσώπων". Το Υπουργείο Δικαιοσύνης κατέσχεσε αρχεία για περισσότερες από 20 τηλεφωνικές γραμμές, από τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2012.
Αν και το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έδωσε στο AP κάποιο συγκεκριμένο λόγο για την κατάσχεση, οι ημερομηνίες των τηλεφωνημάτων προσφέρουν ένα ξεκάθαρο σενάριο. Στις 7 Μαΐου του 2012, οι δημοσιογράφοι του AP, Άνταμ Γκόλντμαν και Ματ Απούζο, επικαλούμενοι ανώνυμες πηγές, ανέφεραν ότι η CIA είχε αποτρέχει σχέδιο της Αλ-Κάιντα να "καταστρέψει ένα αμερικανικό αεροπλάνο, χρησιμοποιώντας μια βόμβα νέου, εκλεπτυσμένου, σχεδιασμού, στην επέτειο ενός έτους επέτειο από τη δολοφονία του Οσάμα Μπιν Λάντεν".
Το AP παραδεχόταν ότι είχε συμφωνήσει με τον Λευκό Οίκο και την CIA "να μην δημοσιεύσει" την ιστορία του "αμέσως, γιατί η ευαίσθητη επιχείρηση των μυστικών ήταν ακόμα σε εξέλιξη". Αλλά "όταν αξιωματούχοι είπαν ότι οι ανησυχίες αυτές εξαλείφθηκαν", το πρακτορείο ειδήσεων προχώρησε στη δημοσίευση, αντί να περιμένει για την επίσημη ανακοίνωση της κυβέρνησης Ομπάμα.
Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο "επίδοξος βομβιστής" ήταν στην πραγματικότητα ένας κατάσκοπος των ΗΠΑ που "φυτεύτηκε" στην ομάδα της Αλ Κάιντα στην Υεμένη. Στις 18 Μαΐου, οι ΗΠΑ και συμμαχικές αξιωματούχοι δήλωσαν στο Reuters ότι η διαρροή στο AP τους είχε αναγκάσει να τερματίσουν μια "επιχείρηση που ήλπιζαν ότι θα μπορούσε να συνεχιστεί για εβδομάδες ή και περισσότερο".
Στους μήνες που ακολούθησαν αυτές τις αποκαλύψεις, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης πίεσε σκληρά για να ανακαλύψει την πηγή της διαρροής, εν μέρει εξαιτίας των αιτιάσεων των Ρεπουμπλικανών ότι τίθεται σε κίνδυνο η εθνική ασφάλεια. Η εκστρατεία αυτή του υπουργείου Δικαιοσύνης είχε επικριθεί έντονα από τα μέσα ενημέρωσης, τα οποία προειδοποίησαν ότι θα έχει σοβαρή επίδραση στη σχέση πηγής - δημοσιογράφου, και από οργανώσεις υπέρ των ελευθεριών, που το θεώρησαν ως προσβολή της ελευθερίας του Τύπου.
«Σκοπός των μέσων μαζικής ενημέρωσης είναι να κρατούν το κοινό ενημερωμένο και θα πρέπει να είναι ελεύθερα να το πράξουν χωρίς την απειλή της αδικαιολόγητης παρακολούθησης, ανέφερε η διευθύντρια του γραφείου Ουάσιγκτον της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών, Λόρα Μέρφι, σε δήλωσή της, "Ο Γενικός Εισαγγελέας πρέπει να εξηγήσει τις ενέργειές του υπουργείου Δικαιοσύνης στο κοινό, έτσι ώστε να μπορέσουμε να βεβαιωθούμε ότι αυτό το είδος του εκφοβισμού του Τύπου δεν θα συμβεί ξανά".
Σημειώνεται ότι οι Γκόλντμαν και Απούζο, των οποίων τα αρχεία κλήσεων κατασχέθηκαν, μαζί με άλλων συναδέλφων τους, έχουν λάβει το βραβείο Πούλιτζερ – μαζί με την Αϊλίν Σάλιβαν και τον Κρις Χόλεϋ – για την αποκάλυψη του μυστικού σχεδίου της αστυνομίας της Ν. Υόρκης, για την παρακολούθηση των μουσουλμάνων.
directnews.gr
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του πρακτορείου, Γκάρι Προύιτ, έγραψε σε επιστολή του προς τον Γενικό Εισαγγελέα Έρικ Χόλντερ, τη Δευτέρα ότι «δεν μπορεί να υπάρξει πιθανή δικαιολογία για μια τέτοια τόσο εκτεταμένη συλλογή τηλεφωνικών επικοινωνιών του Associated Press και δημοσιογράφων του". Ο Προύτι απαιτεί το υπουργείο Δικαιοσύνης να επιστρέψει τις λίστες και να καταστρέψει τα αντίγραφα.
Το AP κατήγγειλε ότι το υπουργείο έλαβε καταλόγους των "εισερχόμενων και εξερχόμενων κλήσεων, καθώς και τη διάρκεια της κάθε κλήσης, από προσωπικούς και επαγγελματικούς τηλεφωνικούς αριθμούς μεμονωμένων δημοσιογράφων, γενικούς αριθμοούς του γραφείου του AP στη Νέα Υόρκη, την Ουάσιγκτον και το Χάρτφορντ του Κονέκτικατ και του κύριου αριθμού των δημοσιογράφων του AP στο Γραφείο Τύπου της Βουλής των Αντιπροσώπων". Το Υπουργείο Δικαιοσύνης κατέσχεσε αρχεία για περισσότερες από 20 τηλεφωνικές γραμμές, από τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2012.
Αν και το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έδωσε στο AP κάποιο συγκεκριμένο λόγο για την κατάσχεση, οι ημερομηνίες των τηλεφωνημάτων προσφέρουν ένα ξεκάθαρο σενάριο. Στις 7 Μαΐου του 2012, οι δημοσιογράφοι του AP, Άνταμ Γκόλντμαν και Ματ Απούζο, επικαλούμενοι ανώνυμες πηγές, ανέφεραν ότι η CIA είχε αποτρέχει σχέδιο της Αλ-Κάιντα να "καταστρέψει ένα αμερικανικό αεροπλάνο, χρησιμοποιώντας μια βόμβα νέου, εκλεπτυσμένου, σχεδιασμού, στην επέτειο ενός έτους επέτειο από τη δολοφονία του Οσάμα Μπιν Λάντεν".
Το AP παραδεχόταν ότι είχε συμφωνήσει με τον Λευκό Οίκο και την CIA "να μην δημοσιεύσει" την ιστορία του "αμέσως, γιατί η ευαίσθητη επιχείρηση των μυστικών ήταν ακόμα σε εξέλιξη". Αλλά "όταν αξιωματούχοι είπαν ότι οι ανησυχίες αυτές εξαλείφθηκαν", το πρακτορείο ειδήσεων προχώρησε στη δημοσίευση, αντί να περιμένει για την επίσημη ανακοίνωση της κυβέρνησης Ομπάμα.
Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο "επίδοξος βομβιστής" ήταν στην πραγματικότητα ένας κατάσκοπος των ΗΠΑ που "φυτεύτηκε" στην ομάδα της Αλ Κάιντα στην Υεμένη. Στις 18 Μαΐου, οι ΗΠΑ και συμμαχικές αξιωματούχοι δήλωσαν στο Reuters ότι η διαρροή στο AP τους είχε αναγκάσει να τερματίσουν μια "επιχείρηση που ήλπιζαν ότι θα μπορούσε να συνεχιστεί για εβδομάδες ή και περισσότερο".
Στους μήνες που ακολούθησαν αυτές τις αποκαλύψεις, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης πίεσε σκληρά για να ανακαλύψει την πηγή της διαρροής, εν μέρει εξαιτίας των αιτιάσεων των Ρεπουμπλικανών ότι τίθεται σε κίνδυνο η εθνική ασφάλεια. Η εκστρατεία αυτή του υπουργείου Δικαιοσύνης είχε επικριθεί έντονα από τα μέσα ενημέρωσης, τα οποία προειδοποίησαν ότι θα έχει σοβαρή επίδραση στη σχέση πηγής - δημοσιογράφου, και από οργανώσεις υπέρ των ελευθεριών, που το θεώρησαν ως προσβολή της ελευθερίας του Τύπου.
«Σκοπός των μέσων μαζικής ενημέρωσης είναι να κρατούν το κοινό ενημερωμένο και θα πρέπει να είναι ελεύθερα να το πράξουν χωρίς την απειλή της αδικαιολόγητης παρακολούθησης, ανέφερε η διευθύντρια του γραφείου Ουάσιγκτον της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών, Λόρα Μέρφι, σε δήλωσή της, "Ο Γενικός Εισαγγελέας πρέπει να εξηγήσει τις ενέργειές του υπουργείου Δικαιοσύνης στο κοινό, έτσι ώστε να μπορέσουμε να βεβαιωθούμε ότι αυτό το είδος του εκφοβισμού του Τύπου δεν θα συμβεί ξανά".
Σημειώνεται ότι οι Γκόλντμαν και Απούζο, των οποίων τα αρχεία κλήσεων κατασχέθηκαν, μαζί με άλλων συναδέλφων τους, έχουν λάβει το βραβείο Πούλιτζερ – μαζί με την Αϊλίν Σάλιβαν και τον Κρις Χόλεϋ – για την αποκάλυψη του μυστικού σχεδίου της αστυνομίας της Ν. Υόρκης, για την παρακολούθηση των μουσουλμάνων.
directnews.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τέλος από τον πάγκο της Σιόν ο Γκατούζο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ