2013-05-21 12:39:05
του Μανόλη Παντινάκη
Αυτές τις μέρες, ο γενναίος Μανώλης Πλουμιστός στη Βιράν Επισκοπή Μυλοποτάμου μιλάει συχνά για την εισβολή των Γερμανών στην Κρήτη.
Γυρίζει εβδομήντα δυο χρόνια πίσω, στον πύρινο Μάιο του 1941, τότε στα 24 του χρόνια. Μα και σήμερα στα 96 του χρόνια, παραμένει γερό "σκαρί" που δέχτηκε τις μεγάλες μπόρες των πολέμων και των εθνικών αναταράξεων. Παραμένει ακμαίος στη θύμηση και υποφέρει στην ακοή και λίγο στην όραση. Γι'αυτό και τα χρόνια τον δυσκολεύουν να ακούσει και να συνεννοηθεί Όταν πια καταλάβει ότι πρέπει να ξετυλίξει το κουβάρι των αναμνήσεων του από τη γερμανική εισβολή στην Κρήτη και στον τόπο του, τότε η γλώσσα του «λύνεται» και αρχίζει από τα μαρτύριά του στο μέτωπο της Αλβανίας για να έλθει μετά στη γερμανική κατοχή, στις φυλακές της Αγιάς Χανίων και στα βουνά που ένιωθε ασφάλεια από το κυνήγι του εχθρού και στο τέλος στη διαπίστωση πως «τότε ήτανε Έλληνες και τώρα δεν υπάρχουν ή είναι ελάχιστοι».
Κάτω το καφενείο και πάνω το σπίτι του με την ελληνική σημαία
Την προσφορά του στην πατρίδα τη θεωρούσε καθήκον κι ας αντίκρισε το θάνατο στο απομονωτήριο των γερμανικών φυλακών της Αγιάς κι ας καταζητούνταν όλα του τα χρόνια και έβρισκε καταφύγιο στις σπηλιές των βουνών! Πώς τον αντάμειψε η πατρίδα που την έβαλαν στον πάτο τα διεφθαρμένα πολιτικά πρόσωπα; Του απένειμε, όπως και σε χιλιάδες μια… τιμητική διάκριση και του πήρε πίσω και το πενιχρό βοήθημα των 65 ευρώ που λάμβανε!
Γι'αυτό και χωρίς ίχνος μεμψιμοιρίας, όμως με περηφάνια θα δώσει με μια πρόταση όλη την αλήθεια: «Χαλάλι στην πατρίδα για ό,τι έκανα γι αυτή, όμως στην Ελλάδα, άλλοι σκοτώνονται κι άλλοι δοξάζονται…»
Οι πιο πολλοί μαχητές που περίμεναν τους επίλεκτους «ουρανίτες» του Χίτλερ στους τόπους που έπεφταν, μεγάλωσαν και έφυγαν και οι μετρημένοι που απόμειναν με λαβωμένες τις αισθήσεις τους με δυσκολία αφηγούνται, ή η μαρτυρία τους γίνεται μετ’ εμποδίων!
«ΠΕΣΑΝΕ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΟ…»
Παραμονή της μεγάλης γιορτής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης το 1941, μένει ημερομηνία σταθμός στη μνήμη των πολεμιστών στη μάχη της Κρήτης, των Εγγλέζων, των Αυστραλών και των Νεοζηλανδών. Κοντά στα πεδινά που κατέβαιναν οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές, στην περιοχή «Σταυρωμένος» του Ρεθύμνου, έχει ανεγερθεί το «Μνημείο Ελλήνων και Αυστραλών πεσόντων».
Η αφήγηση του υπερήλικα Πλουμιστού στη Βιράν Επισκοπή είναι ένα ολόκληρο βιβλίο! Όταν «έσπασε» το μέτωπο στην Αλβανία, με άλλους Κρητικούς από τα δυτικά, μπήκαν σε καΐκια και από την Πελοπόννησο, εξαντλημένοι από τα βάσανα του πολέμου με τους Ιταλούς, και μετά από ολονύχτια ταξίδια, έφταναν «στα άκρα της Κρήτης». Και ύστερα, εξιστορεί «βουνά-βουνά φτάναμε στα χωριά μας».
Θυμάται πως «το Ρέθυμνο μαχόταν δώδεκα μερόνυχτα για να κρατήσει…»
Φτάνοντας στον τόπο του βρήκε την Κρήτη να πολεμά για να μείνει ελεύθερη. «Πέσανε», θυμάται, «28.000 αλεξιπτωτιστές και 12.000 αλπινιστές κι ήρθανε στο νησί 1000 αεροπλάνα. Ο λόχος μας ήταν στου Αλμπάν το Μετόχι, ένας άλλος στου Ρισβάν το Μετόχι κι ένας τρίτος στου Γάλου, που είναι σήμερα το πανεπιστήμιο. Οι μάχες ήταν σκληρές και πολλές σώμα με σώμα και στα Περιβόλια σκοτωθήκανε και δυο χωριανάκια μου, ο Γιώργης ο Φραγκούλης και ο Νίκος ο Λαγουβάρδος…
»Το απόγευμα οι Γερμανοί κάνανε επίθεση για να μπούνε στο Ρέθυμνο, εμείς είχαμε ταμπουρωθεί σε ένα ύψωμα στου «Κόρακα την καμάρα», τους επιτεθήκαμε και σπάσανε τα μούτρα τους. Τους πήραμε δυο πολυβόλα! Οι μάχες συνεχίζονταν και στην περιοχή του «Σταυρωμένου» που ήταν Εγγλέζοι, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί και στον «Λατζιμά» που ήταν ταμπουρωμένοι σαράντα Γερμανοί στο εργοστάσιο. Χτυπήθηκε το εργοστάσιο και σκοτώθηκαν και οι σαράντα, αλλά σκοτώθηκαν και δικοί μας…
»Στο Ρέθυμνο οι μάχες κράτησαν δώδεκα μερόνυχτα. Πέσανε τα Χανιά, έπεσε το Ηράκλειο και βαστούσε μόνο το Ρέθυμνο που πάλευε. Μετά, οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν στο νεκροταφείο του Αγίου Γεωργίου στα Περιβόλια, που οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να μπαίνουν και στα μνήματα…
»Στον αγώνα, μεγάλος πατριώτης αναδείχτηκε ο Διονύσιος, ηγούμενος στο Αρκάδι. Ήταν παλικάρι και πολεμούσε. Το αντερί του ήταν κόσκινο από τις σφαίρες, όμως δεν σκοτωνόταν, γιατί λέγονταν τότε πως είχε πάνω του τίμιο ξύλο και δεν τον έπιαναν οι σφαίρες…»
Το μνημείο των πεσόντων Ελλήνων και Αυστραλών, στην περιοχή «Σταυρωμένος» του Ρεθύμνου
ΣΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ
Και αφού επικράτησαν οι γερμανικές δυνάμεις, έχοντας απολέσει ένα σημαντικό αριθμό αντρών τους, ο Μανώλης Πλουμιστός μπήκε στους αγώνες της Αντίστασης έχοντας ρόλο πληροφοριοδότη των οργανώσεων. Και ενώ οι Αρχές κατοχής τον αναζητούσαν, εντοπίστηκε και με τον πεθερό του Αντώνη Πολίτη οδηγήθηκαν υπόδικοι στις φυλακές της Αγιάς Χανίων.
Αφηγείται: «Έμεινα στο απομονωτήριο της φυλακής 2,5 μήνες, χωρίς να δω τα φως της μέρας και ήμουνα μαζί με άλλους εξακόσιους γερμανοδικασμένους. Γλίτωσα και γύρισα στο χωριό, αλλά δεν έμεινα ποτέ μέσα παρά γύριζα τρία χρόνια στα βουνά μόνος μου και κοιμόμουνα στις σπηλιές. Με πολεμούσε ο Διονύσιος να με στείλει στην Αλεξάνδρεια για να μην κινδυνεύω, αλλά δεν πήγα γιατί ήμουνα παντρεμένος κι είχα δυο κοπελάκια. Χαλάλι των κοπελιών μου! Στη Βιράν Επισκοπή οι Γερμανοί είχαν στρατόπεδο και για μην είναι στον κίνδυνο, η γυναίκα με τα κοπέλια μου πήγαν στους Έρφους…»
madeincreta.gr
Αυτές τις μέρες, ο γενναίος Μανώλης Πλουμιστός στη Βιράν Επισκοπή Μυλοποτάμου μιλάει συχνά για την εισβολή των Γερμανών στην Κρήτη.
Γυρίζει εβδομήντα δυο χρόνια πίσω, στον πύρινο Μάιο του 1941, τότε στα 24 του χρόνια. Μα και σήμερα στα 96 του χρόνια, παραμένει γερό "σκαρί" που δέχτηκε τις μεγάλες μπόρες των πολέμων και των εθνικών αναταράξεων. Παραμένει ακμαίος στη θύμηση και υποφέρει στην ακοή και λίγο στην όραση. Γι'αυτό και τα χρόνια τον δυσκολεύουν να ακούσει και να συνεννοηθεί Όταν πια καταλάβει ότι πρέπει να ξετυλίξει το κουβάρι των αναμνήσεων του από τη γερμανική εισβολή στην Κρήτη και στον τόπο του, τότε η γλώσσα του «λύνεται» και αρχίζει από τα μαρτύριά του στο μέτωπο της Αλβανίας για να έλθει μετά στη γερμανική κατοχή, στις φυλακές της Αγιάς Χανίων και στα βουνά που ένιωθε ασφάλεια από το κυνήγι του εχθρού και στο τέλος στη διαπίστωση πως «τότε ήτανε Έλληνες και τώρα δεν υπάρχουν ή είναι ελάχιστοι».
Κάτω το καφενείο και πάνω το σπίτι του με την ελληνική σημαία
Την προσφορά του στην πατρίδα τη θεωρούσε καθήκον κι ας αντίκρισε το θάνατο στο απομονωτήριο των γερμανικών φυλακών της Αγιάς κι ας καταζητούνταν όλα του τα χρόνια και έβρισκε καταφύγιο στις σπηλιές των βουνών! Πώς τον αντάμειψε η πατρίδα που την έβαλαν στον πάτο τα διεφθαρμένα πολιτικά πρόσωπα; Του απένειμε, όπως και σε χιλιάδες μια… τιμητική διάκριση και του πήρε πίσω και το πενιχρό βοήθημα των 65 ευρώ που λάμβανε!
Γι'αυτό και χωρίς ίχνος μεμψιμοιρίας, όμως με περηφάνια θα δώσει με μια πρόταση όλη την αλήθεια: «Χαλάλι στην πατρίδα για ό,τι έκανα γι αυτή, όμως στην Ελλάδα, άλλοι σκοτώνονται κι άλλοι δοξάζονται…»
Οι πιο πολλοί μαχητές που περίμεναν τους επίλεκτους «ουρανίτες» του Χίτλερ στους τόπους που έπεφταν, μεγάλωσαν και έφυγαν και οι μετρημένοι που απόμειναν με λαβωμένες τις αισθήσεις τους με δυσκολία αφηγούνται, ή η μαρτυρία τους γίνεται μετ’ εμποδίων!
«ΠΕΣΑΝΕ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΟ…»
Παραμονή της μεγάλης γιορτής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης το 1941, μένει ημερομηνία σταθμός στη μνήμη των πολεμιστών στη μάχη της Κρήτης, των Εγγλέζων, των Αυστραλών και των Νεοζηλανδών. Κοντά στα πεδινά που κατέβαιναν οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές, στην περιοχή «Σταυρωμένος» του Ρεθύμνου, έχει ανεγερθεί το «Μνημείο Ελλήνων και Αυστραλών πεσόντων».
Η αφήγηση του υπερήλικα Πλουμιστού στη Βιράν Επισκοπή είναι ένα ολόκληρο βιβλίο! Όταν «έσπασε» το μέτωπο στην Αλβανία, με άλλους Κρητικούς από τα δυτικά, μπήκαν σε καΐκια και από την Πελοπόννησο, εξαντλημένοι από τα βάσανα του πολέμου με τους Ιταλούς, και μετά από ολονύχτια ταξίδια, έφταναν «στα άκρα της Κρήτης». Και ύστερα, εξιστορεί «βουνά-βουνά φτάναμε στα χωριά μας».
Θυμάται πως «το Ρέθυμνο μαχόταν δώδεκα μερόνυχτα για να κρατήσει…»
Φτάνοντας στον τόπο του βρήκε την Κρήτη να πολεμά για να μείνει ελεύθερη. «Πέσανε», θυμάται, «28.000 αλεξιπτωτιστές και 12.000 αλπινιστές κι ήρθανε στο νησί 1000 αεροπλάνα. Ο λόχος μας ήταν στου Αλμπάν το Μετόχι, ένας άλλος στου Ρισβάν το Μετόχι κι ένας τρίτος στου Γάλου, που είναι σήμερα το πανεπιστήμιο. Οι μάχες ήταν σκληρές και πολλές σώμα με σώμα και στα Περιβόλια σκοτωθήκανε και δυο χωριανάκια μου, ο Γιώργης ο Φραγκούλης και ο Νίκος ο Λαγουβάρδος…
»Το απόγευμα οι Γερμανοί κάνανε επίθεση για να μπούνε στο Ρέθυμνο, εμείς είχαμε ταμπουρωθεί σε ένα ύψωμα στου «Κόρακα την καμάρα», τους επιτεθήκαμε και σπάσανε τα μούτρα τους. Τους πήραμε δυο πολυβόλα! Οι μάχες συνεχίζονταν και στην περιοχή του «Σταυρωμένου» που ήταν Εγγλέζοι, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί και στον «Λατζιμά» που ήταν ταμπουρωμένοι σαράντα Γερμανοί στο εργοστάσιο. Χτυπήθηκε το εργοστάσιο και σκοτώθηκαν και οι σαράντα, αλλά σκοτώθηκαν και δικοί μας…
»Στο Ρέθυμνο οι μάχες κράτησαν δώδεκα μερόνυχτα. Πέσανε τα Χανιά, έπεσε το Ηράκλειο και βαστούσε μόνο το Ρέθυμνο που πάλευε. Μετά, οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν στο νεκροταφείο του Αγίου Γεωργίου στα Περιβόλια, που οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να μπαίνουν και στα μνήματα…
»Στον αγώνα, μεγάλος πατριώτης αναδείχτηκε ο Διονύσιος, ηγούμενος στο Αρκάδι. Ήταν παλικάρι και πολεμούσε. Το αντερί του ήταν κόσκινο από τις σφαίρες, όμως δεν σκοτωνόταν, γιατί λέγονταν τότε πως είχε πάνω του τίμιο ξύλο και δεν τον έπιαναν οι σφαίρες…»
Το μνημείο των πεσόντων Ελλήνων και Αυστραλών, στην περιοχή «Σταυρωμένος» του Ρεθύμνου
ΣΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ
Και αφού επικράτησαν οι γερμανικές δυνάμεις, έχοντας απολέσει ένα σημαντικό αριθμό αντρών τους, ο Μανώλης Πλουμιστός μπήκε στους αγώνες της Αντίστασης έχοντας ρόλο πληροφοριοδότη των οργανώσεων. Και ενώ οι Αρχές κατοχής τον αναζητούσαν, εντοπίστηκε και με τον πεθερό του Αντώνη Πολίτη οδηγήθηκαν υπόδικοι στις φυλακές της Αγιάς Χανίων.
Αφηγείται: «Έμεινα στο απομονωτήριο της φυλακής 2,5 μήνες, χωρίς να δω τα φως της μέρας και ήμουνα μαζί με άλλους εξακόσιους γερμανοδικασμένους. Γλίτωσα και γύρισα στο χωριό, αλλά δεν έμεινα ποτέ μέσα παρά γύριζα τρία χρόνια στα βουνά μόνος μου και κοιμόμουνα στις σπηλιές. Με πολεμούσε ο Διονύσιος να με στείλει στην Αλεξάνδρεια για να μην κινδυνεύω, αλλά δεν πήγα γιατί ήμουνα παντρεμένος κι είχα δυο κοπελάκια. Χαλάλι των κοπελιών μου! Στη Βιράν Επισκοπή οι Γερμανοί είχαν στρατόπεδο και για μην είναι στον κίνδυνο, η γυναίκα με τα κοπέλια μου πήγαν στους Έρφους…»
madeincreta.gr
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
H συνταγή της ημέρας: Ριγκατόνι φούρνου
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τσακωμός Ομπάμα - Ερντογάν;
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ