2012-04-04 11:03:29
Γράφει ο Μαυροζαχαράκης Μανόλης
H κρίση της πολιτικής εκφράζεται μέσα από την υποβάθμιση τηςαντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των θεσμών της. H αμφισβήτηση της πολιτικής ως συλλογικού αγαθού συναντά την κρίση τηςΔημοκρατίας. Όταν η Δημοκρατία χάνει τη σχετική αυτονομία της που την διακρίνει σε περιόδους ομαλότητας και τα.........αστικά κόμματα συνενώνονται στο επίπεδο της εξουσίας εγκαταλείποντας τα μεταξύτους διακριτικά γνωρίσματα σηματοδοτείται μια βαθιά κρίση και παρακμή τηςκοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Με τη μετάθεση όλο και περισσότερο του κέντρου βάρους στηνεκτελεστική εξουσία ανατρέπονται οι λειτουργίες του αστικού κοινοβουλευτικούπολιτεύματος με το αιτιολογικό ότι αποτελούν εμπόδιο για το ξεπέρασμα τηςκρίσης και τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων. Η κρίση της Δημοκρατίας που διαπερνά όλεςτις χώρες της Ευρώπης και ιδιαίτερα την χώρα μας γίνεται ιδιαίτερα εμφανής στα κύτταρα των κοινωνιών, στην οικογένειακαι στα άτομα. Εάν ρωτήσει κανείς κάποιον τυχαίο Έλληνα, για τις ολέθριες επιπτώσεις της κρίσης, είναι προφανές ότι δεν θα εστιάσει μόνο στην φτώχεια και στην ανεργία,αλλά δεν θα παραλείψει να τονίσει ότι ο ελληνικόςλαός του στερείται πλέον του δικαιώματος λόγου, δηλαδή μεγάλου μέρους τηςκυριαρχίας του. Εάν θέσει κανείς την ίδια ερώτηση σε έναν Γερμανό βουλευτήαυτός θα απαντήσει ότι δεν είναι πλέον ελεύθερος να αποφασίσει και αναγκάζεταινα συμφωνήσει μετο επόμενο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα
. Όπως φαίνεται λοιπόν η συνεχιζόμενηκρίση, υπονομεύει σταδιακά τη δημοκρατία. Κανένας πολίτης στην Ευρώπη και σχεδόν κανέναςπολίτικός δεν είναι διατεθειμένος να στηρίζει στο διηνεκές την χώρα μας, χωρίςαπτά αποτελέσματα. Η πολιτική που επιβάλλεται σε όλη την Ευρώπη από τον νεοφιλελεύθεροκαι νεοσυντηρητικό συνασπισμό εξουσίας υπό τον μανδύα της αντα γωνιστικότηταςέναντι των αναδυόμενων πόλων τηςδιεθνούς οικονομίας μεταφράστηκε στηνχώρα μας με την ομηρία όλων των πολιτικών σχηματισμών εξουσίας ανεξαρτήτως τωνπροθέσεων τους. Ειδικότερα γίνεται όλο κι πιο φανερό ότι η συγκεκριμένη πολιτικήαντιμετώπισης της κρίσης, δεν είναι μια πορεία διάσωσης και εξόδου ούτε άρσηςτων χρόνιων παθογενειών του ελληνικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος,αλλά μια πορεία καταστροφική, βασισμένη στην κοινωνική αδικία. Η πολιτική αυτή δεν εφαρμόζεται μόνο στην Ελλάδααλλά σε όλο τον στενό πυρήνα της ΕΕ και το εργαστήριο από το οποίο προήλθε, είναιη Γερμανία. Η πολιτική αυτή εφαρμόζεται εδώ και 20 χρόνιαστην Γερμανία και μεταλαμπαδεύτηκε στις υπόλοιπες χώρες, με ένταση επιπτώσεωναναλόγως της κατάστασης στην οποία βρίσκονται τα κράτη. Στην Ελλάδα η ένταση είναι ιδιαίτερα προφανής καιέντονη διότι ουδέποτε ετέθη με σοβαρότητα το ζήτημα συνετής δημοσιονομικής διαχείρισης. Αυτή η διαπίστωση δεν περιορίζεται στην περίοδοΑνδρέα Παπανδρέου η οποία ευκόλως ενοχοποιείται από «εκσυγχρονιστές»,«νεοφιλελεύθερους», «συντηρητικούς» και «αριστερούς», Παραδόξως αυτή η περίοδο ήταν η μοναδική μετά τοδεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ουσιαστικής αναδιανομής στην Ελλάδα και εισαγωγής ενόςστοιχειώδους κοινωνικού κράτους και όμωςτίθεται υπό αμφισβήτηση ιδιαίτερα μάλιστα από αυτούς που «αγανακτούν» και«διαμαρτύρονται» στις πλατείες επειδή τώρα αναιρούνται οι κατακτήσεις πουακριβώς εκείνη την περίοδο τους δόθηκαν. Οι ευεργετημένοι βρίζουν λοιπόν το ευεργέτη τουςκαι οι μη ευεργετημένοι πάλι τον ίδιο. Μια αντίφαση τραγική, διότι καταδεικνύειπόση θολούρα, επικρατεί σήμερα στηνελληνική κοινωνά. Μια θολούρα που αναδεικνύει το βάθος της πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα. Πολιτική με την έννοια παρέμβασηςστα προβλήματα δεν καλλιεργήθηκε στην χώρα μας, ούτε στην κορυφή ούτε στην βάσητης κοινωνίας. Πολιτική με την έννοια του «κοινού είναι» θασήμαινε μια αντίληψη ότι τα υγιή δημοσιονομικά αποτελούν δημόσιο αγαθό χωρίςτην ύπαρξη του οποίου δεν υπάρχει δυνατότητα καμίας αναδιανομής ούτε καν υπέρτων πιο ασθενέστερων. Αυτή η αμέλεια είναι κατεξοχήν πολιτική και δεν έχεικαμία σχέση με το «μαζί τα φάγαμε». Επίσης όμως η διατύπωση αυτή είναι «υπερταξική»με την έννοια ότι η εξισορροπημένη διαχείριση εσόδων- εξόδων του κράτους αφορά ακόμα και τα σοσιαλιστικά οργανωμέναμορφώματα. Παραδόξωςωστόσο οι προοδευτικές δυνάμεις στην Ελλάδα δεν ανέδειξαν ποτέ τις συνέπειες της ολικής πολιτικής αμέλειας και ατονίας εκ τηςοποίας προέκυψε το τραγικό «ταξικό» δεδομένο , την κρίση να μην την υφίστανται όσοι εκμεταλλεύτηκαν το κράτος καιτο δημόσιο συμφέρον επί δεκαετίες, αλλά οι πλέον ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Κατά ασυνέπεια βρεθήκαμε ενώπιον μιας πρωτοφανούς επιχείρησης αναδιανομής πλούτου καιισχύος, που υπονομεύει το αφενός ακόμα και το «ισχνό» ελληνικό κοινωνικόμοντέλο, δημιουργώντας ακραίες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Κατ»επέκταση το φαινόμενο αυτό επεκτείνεται σε όλη την Ευρώπη με το κοινωνικόμοντέλο να συρρικνώνεται παντού. Ταυτόχρονα, επανεμφανίζεται δυναμικά ο εθνικισμόςενώ εντείνονται ο ρατσισμός και η ξενοφοβία. Βλέπουμε για παράδειγμα στην Ελλάδα οι ακροδεξιέςτάσεις να εντείνονται με τα ομώνυμα κόμματα να φτάνουν το 18 % , ενώ άπαντεςζητούν εκλογές. Η ψευδώνυμη χρήση της έννοιας της «μεταρρύθμισης»είναι ενδεικτική για την αδυναμία υπέρβασης της κρίσης. Και αυτοί ακόμη πουήλπιζαν ότι η κρίση θα αποτελούσε ευκαιρία εξυγίανσης και τολμηρής θεσμικήςανανέωσης αντιλαμβάνονται πλέον ότι οι επιβαλλόμενες «μεταρρυθμίσεις» διαλύουντην κοινωνία. Η μεταρρύθμιση ως ανάσχεσητης Δημοκρατίας. Η χώρα μαςμετεωρίζεται μέσα σε μια ατελείωτη μετάβαση.
Η ταυτόχρονη κρίση σε πολιτικό, οικονομικό καιαξιακό επίπεδο επιβάλλει τη μετάβαση από τα χρεωκοπημένα μοντέλα τουπαρελθόντος σε νέα υποδείγματα πολιτικής και παραγωγικής οργάνωσης.Το βασικό διακύβευματων επόμενων εκλογών είναι ακριβώς η αφήγηση αυτής της μετάβασης προς το νέο.Το νέο όμως εν προκειμένω εμφανίζεται σκοτεινό, τρομακτικό και αβέβαιο. Το γεγονός ότικανείς από τους πολιτικούς φορείς δεν έχει πραγματική αφήγηση , δε σημαίνει πως μπορούμε να την παρακάμψουμε. Ο λόγος που κυριαρχούσε στο εσωτερικό καιεντείνεται στο εξωτερικό είναι ηθικολογικός, τιμωρητικός και ενοχοποιητικός. Από όλες τις πλευρές. Η μια πλευρά εγείρει κατηγορίες σε εκείνους πουεκφέρουν αντίρρηση και κριτική περί «λαϊκισμού», «συντεχνιασμού» και του«αντιευρωπαϊσμού». Η άλλη πλευρά κατηγορεί τους κυβερνώντες περί «κοινωνικήςστυγνότητας» , «αντιπατριωτισμού», ακόμα και περί προδοσίας. Παράλληλα, πυκνώνουν από την μια οι προτάσεις γιακυβερνήσεις «αρίστων», για συνασπισμούς τεχνοκρατών που θα «σώσουν» τη χώρα καιαπό την άλλη προτάσεις περί ανάγκης ακυβερνησίας για να σπάσει το μπλοκεξουσίας. Και οι δύοτάσεις είναι ισχυρά αντιδημοκρατικές καιαυταρχικές, που εκμεταλλεύονται, με λαϊκιστικό τρόπο, τα δικαιολογημένααισθήματα αποτροπιασμού απέναντι στην παλιά τάξη πραγμάτων που καταρρέει. Ωστόσο, σε αντίθεση με έναν ρηχό «εθνικάυπερήφανο» λόγο υπέρ ή εναντίον των δανειακών συμβάσεων, δεν νοσταλγούμε,βέβαια, ούτε την ολική τεχνοκρατία, ούτε την ολική αταξία . Αυτό που νοσταλγούμε είναι μια ηγεσία που σε ορατόχρόνο θα οδηγήσει την χώρα στο ξέφωτο. Υπάρχει αυτή ; Εάν δεν υπάρχει να την βρούμε και να αφήσουμε τιςκούφιες ρητορείες που παράγουν εθνικές διαιρέσεις στην βάση των εισοδηματικώναπωλειών που ούτως ή άλλως η κοινωνία υφίσταται οριζόντια, χωρίς να διαθέτειπρος το παρόν ορατό αδιέξοδο. Οι μνημονιακοί περιορίζονται στον μονόλογο της«μοναδικής λύσης» και οι αντιμνημονιακοί στο μονόλογο της «στάσης πληρωμών» .Καμία πτέρυγα εκ των δύο δεν εξηγεί με ποιο τρόπο θα οδηγήσει την κοινωνία«μπροστά». Θυσίες και πόνο προμηνύουν και οι δύο με τοπεριτύλιγμα της σωτηρίας.Δυστυχώς ωστόσο η ελληνική κοινωνία δεν διαθέτειτην απαιτούμενη ενημέρωση για να κρίνει διαφοροποιημένα και κριτικά τηςεξελίξεις και ενδεχομένως για να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει και ναπροετοιμαστεί μπροστά σε αυτό που έρχεται.Προφανώς αυτό πουέρχεται δεν είναι καλό, ειδάλλως θα μας το είχαν ανακοινώσει. Η Ελλάδα και Ευρώπη βυθίζονται σε μιααλληλοτροφοδοτούμενη κρίση, που δείχνει όχι μόνο τις θεσμικές αδυναμίες τηςΈνωσης, αλλά και τη διαχείρισή της από τις συντηρητικές ηγεσίες μενεοφιλελεύθερες συνταγές. Όσο και αν μοιάζει δύσκολο, οφείλουμε ναεργαστούμε για μια κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη, που θα προβάλλει τιςιστορικές και πολιτικές της αξίες, δίνοντας νέο περιεχόμενο στηνπαγκοσμιοποίηση — άλλωστε, η λύση δεν μπορεί να είναι εθνική, αλλά πρέπει ναανταποκρίνεται στις διαστάσεις της ηπείρου μας, και όχι μόνο. Σήμερα ταπεινώνουν τους Έλληνες, αύριο τουςυπόλοιπους λαούς, σπέρνοντας δυσπιστία και μίσος ανάμεσά τους. Πρόκειταιγια μια καταστροφική στιγμή στην ευρωπαϊκή ιστορία. Έτσι, η αλληλεγγύη προς την Ελλάδα συνιστάπολιτικό διακύβευμα για όλη την προοδευτική Ευρώπη.To συντριπτικό δημόσιοχρέος περιορίζει το πεδίο δράσης τωνλαών - όχι μόνο στις χώρες του οφειλετώναλλά και στις, χώρες των πιστωτών.
Η πτώση ευημερίας και η επίμονα υψηλήανεργία σε πολλές δυτικές χώρες , δημιουργούν επικίνδυνες κοινωνικές εντάσεις. Η εμμονή της ευρωπαϊκής ελίτ στην μη μόνιμη επίλυση της κρίσης αλλά απλώς στηνσυνεχή αναβολή της, δυσχεραίνει περαιτέρω το έλλειμμα εμπιστοσύνης στοδημοκρατικό σύστημα και συντείνει στην κάμψη νομιμοποίησης των θεσμικών οργάνων, την ώρα που αυταρχικά εναλλακτικά συστήματα όπως η Κίνα προβάλλουν ως οικονομικά εύρωστα και αποτελεσματικά. Η Γερμανία, όπου το εθνικό προϊόν και ηαπασχόληση, βρίσκονται υψηλότερα από την εποχή πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο αποτελεί μιασπάνια εξαίρεση -Θα πρέπει να ειπωθεί καθαρά : Η κρίση χρέουςαπειλεί να αναπτυχθεί σε μια υπαρξιακήκρίση για τη φιλελεύθερη Δημοκρατία. Για δεκαετίες, οι δυτικές κοινωνίες – τα κράτη,τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις – βασιζόταν ανελέητα πάνω σε ευκαιριακές πιστώσεις. Αυτή στρατηγική ήτανευπρόσδεκτη, γιατί εκτόνωνε κοινωνικέςκαι πολιτικές συγκρούσεις. Τώρα έρχεται ο λογαριασμός: Τα έθνη που στηριζόταν αβασάνιστα σε πιστώσεις δεν είναι πλέον σε θέση να ξεπληρώσουν τα χρέη τους. Ενώ μπήκαμε στο τέταρτο έτος της κρίσης, ταχρέη των κρατών συνεχίζουν να αυξάνονται, με αποτέλεσμα να βρίσκονται ακόμαμακριά από μια αποδιάρθρωση των οφειλών τους και από μια έξοδο από τα έκτακταπρογράμματα λιτότητα που απλώνονται σαν δίκτυ σε όλη την Ευρώπη. Τώρα πλέον φτάσαμε στο τέλος ενός κουραστικούμονοπατιού. Το διακύβευμα είναι πάνω απ 'όλα, οιΕυρωπαίοι να αποδείξουν ότι οι θεσμοί τους είναι αποτελεσματικοί καιαξιόπιστοι για δράση, ότι τακοινοβούλια, οι κυβερνήσεις, οι κεντρικές τράπεζες και οι κοινοτικές αρχές είναι σε θέση να εκτονώσουν τηνκατάσταση. Διαφορετικά, ηοικονομική κρίση απειλεί να κλιμακωθεί σε απόλυτη κρίση των πολιτικών συστημάτων . Το πεδίο έχει ήδη προετοιμαστεί από εθνικιστές λαϊκιστές όπως ο Ούγγρος Viktor Orban. Όσοπερισσότερο διαρκεί η κρίση μαζί με την περιρρέουσα ψυχολογική ατμόσφαιρα που την πλαισιώνει προσδίδοντας της εκρηκτικόχαρακτήρα και όσο αυξάνεται περαιτέρω η επιβάρυνση των κρατών από τονβραχνά του χρέος, τόσο πιθανότερο είναι να εξωτερικευτούναπότομα φανατικές και βίαιες «λύσεις». Κάτι ανάλογο άλλωστε ίσχυσε πάντοτε σε παρόμοιες ιστορικέςσυνθήκες: Χαρακτηριστική είναι η περίοδο πληθωρισμού μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και σε πολλέςαναπτυσσόμενες χώρες από τη δεκαετία του '70 όπως και οι περίοδο πτωχεύσεων στηδεκαετία του '30, όταν πολλά κράτη σταμάτησαν μονομερώς την εξυπηρέτηση τουχρέους τους ή προέβηκαν σε μία μονομερή απομείωση του. Τόσο ο πληθωρισμός όσο και η πτώχευση ως λύσεις επιδρούνδιαλυτικά πάνω στις κοινωνίες. Ο πληθωρισμόςκαταστρέφει την εμπιστοσύνη μεταξύ πολιτών και θεσμών. Ενίοτε ξεσπούν σκληρές και βίαιες συγκρούσεις διανομής , επειδήη αναδιανομή από τους πιστωτές προς τους οφειλέτες, που συνδέεται με τονπληθωρισμό γίνεται αντιληπτή ως εξαιρετικά άδικη. Η πτώχευση από την άλλη πλευρά πουσυνδέεται με μονομερής πράξεις απομείωσης η ακύρωσης χρεών από κράτη οφειλέτες δηλητηριάζει τις διεθνής σχέσειςκαι οδηγεί ολόκληρους λαούς στην απόλυτηαπομόνωση κάτω από ιδιαίτερα δυσμενής συνθήκες. Τι μένει να κάνουμε ; Καταρχάς θα πρέπει να αποστραφούμε τονκοινωνικά αμέριμνο λόγο. Θα πρέπει να στραφούμε σε έναν κριτικό-αποκαλυπτικό λόγο που θα μας οδηγήσειστην αναγνώριση των προβλημάτων μας. Κεντρική επιδίωξηαυτής της προσπάθειας είναι ο ανασχεδιασμός όλων των δημόσιων λειτουργιών μεόρους αποτελεσματικότητας (με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα), κοινωνικήςδικαιοσύνης και συνοχής. Η προσπάθεια αυτή είναι επείγουσα. Και ως εκ τούτουείναι ιστορικά δικαιολογημένη η έντονη αναζήτηση μιας νέας πολιτικής λύσης, πουυπερβαίνει το σημερινό κατακερματισμό και την προσκόλληση σε παλιές ιδέες καιπρακτικές. Επιτέλους να απαντήσουμε οριστικά και ουσιαστικά στο ερώτημα εάν είμαστεΕυρώπη ή αν δεν είμαστε. Εάν είμαστε , ας πάμε προς τα εκεί . Σεόλα τα επίπεδα όμως, όχι μόνο στην λογική των περικοπών και της λιτότητας. Διότι στην Ευρώπη εγγράφεται και τοκοινωνικό κεκτημένο, η αλληλεγγύη και η κοινωνική συνοχή των κοινωνιών. Kafeneio
H κρίση της πολιτικής εκφράζεται μέσα από την υποβάθμιση τηςαντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των θεσμών της. H αμφισβήτηση της πολιτικής ως συλλογικού αγαθού συναντά την κρίση τηςΔημοκρατίας. Όταν η Δημοκρατία χάνει τη σχετική αυτονομία της που την διακρίνει σε περιόδους ομαλότητας και τα.........αστικά κόμματα συνενώνονται στο επίπεδο της εξουσίας εγκαταλείποντας τα μεταξύτους διακριτικά γνωρίσματα σηματοδοτείται μια βαθιά κρίση και παρακμή τηςκοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Με τη μετάθεση όλο και περισσότερο του κέντρου βάρους στηνεκτελεστική εξουσία ανατρέπονται οι λειτουργίες του αστικού κοινοβουλευτικούπολιτεύματος με το αιτιολογικό ότι αποτελούν εμπόδιο για το ξεπέρασμα τηςκρίσης και τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων. Η κρίση της Δημοκρατίας που διαπερνά όλεςτις χώρες της Ευρώπης και ιδιαίτερα την χώρα μας γίνεται ιδιαίτερα εμφανής στα κύτταρα των κοινωνιών, στην οικογένειακαι στα άτομα. Εάν ρωτήσει κανείς κάποιον τυχαίο Έλληνα, για τις ολέθριες επιπτώσεις της κρίσης, είναι προφανές ότι δεν θα εστιάσει μόνο στην φτώχεια και στην ανεργία,αλλά δεν θα παραλείψει να τονίσει ότι ο ελληνικόςλαός του στερείται πλέον του δικαιώματος λόγου, δηλαδή μεγάλου μέρους τηςκυριαρχίας του. Εάν θέσει κανείς την ίδια ερώτηση σε έναν Γερμανό βουλευτήαυτός θα απαντήσει ότι δεν είναι πλέον ελεύθερος να αποφασίσει και αναγκάζεταινα συμφωνήσει μετο επόμενο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα
Η ταυτόχρονη κρίση σε πολιτικό, οικονομικό καιαξιακό επίπεδο επιβάλλει τη μετάβαση από τα χρεωκοπημένα μοντέλα τουπαρελθόντος σε νέα υποδείγματα πολιτικής και παραγωγικής οργάνωσης.Το βασικό διακύβευματων επόμενων εκλογών είναι ακριβώς η αφήγηση αυτής της μετάβασης προς το νέο.Το νέο όμως εν προκειμένω εμφανίζεται σκοτεινό, τρομακτικό και αβέβαιο. Το γεγονός ότικανείς από τους πολιτικούς φορείς δεν έχει πραγματική αφήγηση , δε σημαίνει πως μπορούμε να την παρακάμψουμε. Ο λόγος που κυριαρχούσε στο εσωτερικό καιεντείνεται στο εξωτερικό είναι ηθικολογικός, τιμωρητικός και ενοχοποιητικός. Από όλες τις πλευρές. Η μια πλευρά εγείρει κατηγορίες σε εκείνους πουεκφέρουν αντίρρηση και κριτική περί «λαϊκισμού», «συντεχνιασμού» και του«αντιευρωπαϊσμού». Η άλλη πλευρά κατηγορεί τους κυβερνώντες περί «κοινωνικήςστυγνότητας» , «αντιπατριωτισμού», ακόμα και περί προδοσίας. Παράλληλα, πυκνώνουν από την μια οι προτάσεις γιακυβερνήσεις «αρίστων», για συνασπισμούς τεχνοκρατών που θα «σώσουν» τη χώρα καιαπό την άλλη προτάσεις περί ανάγκης ακυβερνησίας για να σπάσει το μπλοκεξουσίας. Και οι δύοτάσεις είναι ισχυρά αντιδημοκρατικές καιαυταρχικές, που εκμεταλλεύονται, με λαϊκιστικό τρόπο, τα δικαιολογημένααισθήματα αποτροπιασμού απέναντι στην παλιά τάξη πραγμάτων που καταρρέει. Ωστόσο, σε αντίθεση με έναν ρηχό «εθνικάυπερήφανο» λόγο υπέρ ή εναντίον των δανειακών συμβάσεων, δεν νοσταλγούμε,βέβαια, ούτε την ολική τεχνοκρατία, ούτε την ολική αταξία . Αυτό που νοσταλγούμε είναι μια ηγεσία που σε ορατόχρόνο θα οδηγήσει την χώρα στο ξέφωτο. Υπάρχει αυτή ; Εάν δεν υπάρχει να την βρούμε και να αφήσουμε τιςκούφιες ρητορείες που παράγουν εθνικές διαιρέσεις στην βάση των εισοδηματικώναπωλειών που ούτως ή άλλως η κοινωνία υφίσταται οριζόντια, χωρίς να διαθέτειπρος το παρόν ορατό αδιέξοδο. Οι μνημονιακοί περιορίζονται στον μονόλογο της«μοναδικής λύσης» και οι αντιμνημονιακοί στο μονόλογο της «στάσης πληρωμών» .Καμία πτέρυγα εκ των δύο δεν εξηγεί με ποιο τρόπο θα οδηγήσει την κοινωνία«μπροστά». Θυσίες και πόνο προμηνύουν και οι δύο με τοπεριτύλιγμα της σωτηρίας.Δυστυχώς ωστόσο η ελληνική κοινωνία δεν διαθέτειτην απαιτούμενη ενημέρωση για να κρίνει διαφοροποιημένα και κριτικά τηςεξελίξεις και ενδεχομένως για να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει και ναπροετοιμαστεί μπροστά σε αυτό που έρχεται.Προφανώς αυτό πουέρχεται δεν είναι καλό, ειδάλλως θα μας το είχαν ανακοινώσει. Η Ελλάδα και Ευρώπη βυθίζονται σε μιααλληλοτροφοδοτούμενη κρίση, που δείχνει όχι μόνο τις θεσμικές αδυναμίες τηςΈνωσης, αλλά και τη διαχείρισή της από τις συντηρητικές ηγεσίες μενεοφιλελεύθερες συνταγές. Όσο και αν μοιάζει δύσκολο, οφείλουμε ναεργαστούμε για μια κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη, που θα προβάλλει τιςιστορικές και πολιτικές της αξίες, δίνοντας νέο περιεχόμενο στηνπαγκοσμιοποίηση — άλλωστε, η λύση δεν μπορεί να είναι εθνική, αλλά πρέπει ναανταποκρίνεται στις διαστάσεις της ηπείρου μας, και όχι μόνο. Σήμερα ταπεινώνουν τους Έλληνες, αύριο τουςυπόλοιπους λαούς, σπέρνοντας δυσπιστία και μίσος ανάμεσά τους. Πρόκειταιγια μια καταστροφική στιγμή στην ευρωπαϊκή ιστορία. Έτσι, η αλληλεγγύη προς την Ελλάδα συνιστάπολιτικό διακύβευμα για όλη την προοδευτική Ευρώπη.To συντριπτικό δημόσιοχρέος περιορίζει το πεδίο δράσης τωνλαών - όχι μόνο στις χώρες του οφειλετώναλλά και στις, χώρες των πιστωτών.
Η πτώση ευημερίας και η επίμονα υψηλήανεργία σε πολλές δυτικές χώρες , δημιουργούν επικίνδυνες κοινωνικές εντάσεις. Η εμμονή της ευρωπαϊκής ελίτ στην μη μόνιμη επίλυση της κρίσης αλλά απλώς στηνσυνεχή αναβολή της, δυσχεραίνει περαιτέρω το έλλειμμα εμπιστοσύνης στοδημοκρατικό σύστημα και συντείνει στην κάμψη νομιμοποίησης των θεσμικών οργάνων, την ώρα που αυταρχικά εναλλακτικά συστήματα όπως η Κίνα προβάλλουν ως οικονομικά εύρωστα και αποτελεσματικά. Η Γερμανία, όπου το εθνικό προϊόν και ηαπασχόληση, βρίσκονται υψηλότερα από την εποχή πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο αποτελεί μιασπάνια εξαίρεση -Θα πρέπει να ειπωθεί καθαρά : Η κρίση χρέουςαπειλεί να αναπτυχθεί σε μια υπαρξιακήκρίση για τη φιλελεύθερη Δημοκρατία. Για δεκαετίες, οι δυτικές κοινωνίες – τα κράτη,τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις – βασιζόταν ανελέητα πάνω σε ευκαιριακές πιστώσεις. Αυτή στρατηγική ήτανευπρόσδεκτη, γιατί εκτόνωνε κοινωνικέςκαι πολιτικές συγκρούσεις. Τώρα έρχεται ο λογαριασμός: Τα έθνη που στηριζόταν αβασάνιστα σε πιστώσεις δεν είναι πλέον σε θέση να ξεπληρώσουν τα χρέη τους. Ενώ μπήκαμε στο τέταρτο έτος της κρίσης, ταχρέη των κρατών συνεχίζουν να αυξάνονται, με αποτέλεσμα να βρίσκονται ακόμαμακριά από μια αποδιάρθρωση των οφειλών τους και από μια έξοδο από τα έκτακταπρογράμματα λιτότητα που απλώνονται σαν δίκτυ σε όλη την Ευρώπη. Τώρα πλέον φτάσαμε στο τέλος ενός κουραστικούμονοπατιού. Το διακύβευμα είναι πάνω απ 'όλα, οιΕυρωπαίοι να αποδείξουν ότι οι θεσμοί τους είναι αποτελεσματικοί καιαξιόπιστοι για δράση, ότι τακοινοβούλια, οι κυβερνήσεις, οι κεντρικές τράπεζες και οι κοινοτικές αρχές είναι σε θέση να εκτονώσουν τηνκατάσταση. Διαφορετικά, ηοικονομική κρίση απειλεί να κλιμακωθεί σε απόλυτη κρίση των πολιτικών συστημάτων . Το πεδίο έχει ήδη προετοιμαστεί από εθνικιστές λαϊκιστές όπως ο Ούγγρος Viktor Orban. Όσοπερισσότερο διαρκεί η κρίση μαζί με την περιρρέουσα ψυχολογική ατμόσφαιρα που την πλαισιώνει προσδίδοντας της εκρηκτικόχαρακτήρα και όσο αυξάνεται περαιτέρω η επιβάρυνση των κρατών από τονβραχνά του χρέος, τόσο πιθανότερο είναι να εξωτερικευτούναπότομα φανατικές και βίαιες «λύσεις». Κάτι ανάλογο άλλωστε ίσχυσε πάντοτε σε παρόμοιες ιστορικέςσυνθήκες: Χαρακτηριστική είναι η περίοδο πληθωρισμού μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και σε πολλέςαναπτυσσόμενες χώρες από τη δεκαετία του '70 όπως και οι περίοδο πτωχεύσεων στηδεκαετία του '30, όταν πολλά κράτη σταμάτησαν μονομερώς την εξυπηρέτηση τουχρέους τους ή προέβηκαν σε μία μονομερή απομείωση του. Τόσο ο πληθωρισμός όσο και η πτώχευση ως λύσεις επιδρούνδιαλυτικά πάνω στις κοινωνίες. Ο πληθωρισμόςκαταστρέφει την εμπιστοσύνη μεταξύ πολιτών και θεσμών. Ενίοτε ξεσπούν σκληρές και βίαιες συγκρούσεις διανομής , επειδήη αναδιανομή από τους πιστωτές προς τους οφειλέτες, που συνδέεται με τονπληθωρισμό γίνεται αντιληπτή ως εξαιρετικά άδικη. Η πτώχευση από την άλλη πλευρά πουσυνδέεται με μονομερής πράξεις απομείωσης η ακύρωσης χρεών από κράτη οφειλέτες δηλητηριάζει τις διεθνής σχέσειςκαι οδηγεί ολόκληρους λαούς στην απόλυτηαπομόνωση κάτω από ιδιαίτερα δυσμενής συνθήκες. Τι μένει να κάνουμε ; Καταρχάς θα πρέπει να αποστραφούμε τονκοινωνικά αμέριμνο λόγο. Θα πρέπει να στραφούμε σε έναν κριτικό-αποκαλυπτικό λόγο που θα μας οδηγήσειστην αναγνώριση των προβλημάτων μας. Κεντρική επιδίωξηαυτής της προσπάθειας είναι ο ανασχεδιασμός όλων των δημόσιων λειτουργιών μεόρους αποτελεσματικότητας (με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα), κοινωνικήςδικαιοσύνης και συνοχής. Η προσπάθεια αυτή είναι επείγουσα. Και ως εκ τούτουείναι ιστορικά δικαιολογημένη η έντονη αναζήτηση μιας νέας πολιτικής λύσης, πουυπερβαίνει το σημερινό κατακερματισμό και την προσκόλληση σε παλιές ιδέες καιπρακτικές. Επιτέλους να απαντήσουμε οριστικά και ουσιαστικά στο ερώτημα εάν είμαστεΕυρώπη ή αν δεν είμαστε. Εάν είμαστε , ας πάμε προς τα εκεί . Σεόλα τα επίπεδα όμως, όχι μόνο στην λογική των περικοπών και της λιτότητας. Διότι στην Ευρώπη εγγράφεται και τοκοινωνικό κεκτημένο, η αλληλεγγύη και η κοινωνική συνοχή των κοινωνιών. Kafeneio
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η Ζέτα Μακρυπούλια έσπασε τη σιωπή της
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ