2013-05-23 13:16:04
του Άριστου Μιχαηλίδη
Η εναλλακτική πρόταση απέναντι στο επώδυνο κυπριακό Μνημόνιο της Τρόικας, που κατατέθηκε από το ΑΚΕΛ, είναι μια πρόταση απογοητευτική. Αυτός είναι ο ανώδυνος χαρακτηρισμός.
Ο επόμενος είναι ότι πρόκειται για πρόταση αυτοκτονίας. Ετοιμάστηκε από το κόμμα που κυβερνούσε μέχρι πριν από δύο μήνες και που ευθύνεται για την εισβολή της Τρόικας, μόνο και μόνο για να διασώσει το γόητρό του. Χωρίς στην πραγματικότητα να προσφέρει μια πραγματοποιήσιμη πρόταση, βάζοντας απλώς στο χαρτί, με επιστημονικοφανή τρόπο, την επιπολαιότητα που συζητείται από καιρό, για έξοδο από την Ευρωζώνη και επιστροφή στη λίρα. Αλλά προπάντων χωρίς να απαντά στα ουσιώδη ερωτήματα που προκύπτουν από μια τέτοια επιλογή. Είναι ένα πολυσέλιδο έγγραφο, που δεν διαφέρει από μακροσκελές κείμενο ενός αρθρογράφου, με πολλές παραπομπές στο τι είπε ή τι έγραψε κάποιος νομπελίστας ή κάποιος καθηγητής σε θεωρητικό επίπεδο, για τα επίμαχα ζητήματα. Η πλειοψηφία των αναφορών περιέργως είναι από καθηγητές του νεοφιλελεύθερου κόσμου, επικαλείται ακόμα και άρθρο των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, λες και η επιβίωση ενός λαού μπορεί να βασιστεί στις απόψεις κάποιου μακρινού ακαδημαϊκού.
Η μελέτη αφήνει αναπάντητο και το πιο καίριο ζήτημα: Θέλουμε έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή όχι; Διότι, είναι φανερό από τη μελέτη, ότι έξοδος μόνο από την Ευρωζώνη δεν μπορεί να υπάρξει, δεν έχει προβλεφθεί θεσμική διαδικασία, οπότε όποιος το αποφασίσει θα πρέπει να πάρει το ρίσκο και να πειραματιστεί ελπίζοντας ότι θα ανακαλύψει τον καλύτερο δρόμο. Γι’ αυτό και η πρόταση τονίζει σε πολλά σημεία ότι η έξοδος πρέπει να γίνει συντεταγμένα, να γίνει δηλαδή μετά από διαπραγμάτευση με τις υπόλοιπες χώρες της Ένωσης, ώστε να επιτραπεί η έξοδος της Κύπρου χωρίς τη συνέπεια αποπομπής της και από την ΕΕ.
Δεν παραλείπει να σημειώσει ότι «είναι πιθανό το ενδεχόμενο να συνδεθεί η έξοδος από την ΟΝΕ με έξοδο από την ΕΕ, αναλόγως των πολιτικών σκοπιμοτήτων που επιθυμεί να εξυπηρετήσει η ΕΕ αλλά και των συμφερόντων των χωρών εντός της ΕΕ». Και επίσης, «δεν είναι αφύσικο, ορισμένα κράτη μέλη της, να επιθυμούν για πολιτικούς λόγους την έξοδο της Κύπρου τόσο από την ΟΝΕ, όσο και από αυτή καθ΄ αυτή την ΕΕ» (σελ. 20 της μελέτης). Δηλαδή, το ΑΚΕΛ κατανοεί ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος, αναγνωρίζει ότι υπάρχουν χώρες (πρώτη η Βρετανία) που θα επιδιώξουν παράλληλα και αποπομπή από την ΕΕ, αλλά χωρίς να απαντά τι κάνουμε σε τέτοια περίπτωση, προτείνει να πάρουμε το ρίσκο και… βλέποντας και κάνοντας.
Αυτό θα μπορούσε να ήταν λογικό αν γινόταν μελέτη για να ληφθεί η πολιτική απόφαση ότι συμφέρει στην Κύπρο και η έξοδος από την ΕΕ και όχι μόνο από την ΟΝΕ. Όμως, η μελέτη υποβαθμίζει αυτό το ενδεχόμενο ή το προσπερνά με ελαφρότητα και περιορίζεται να επιχειρηματολογήσει υπέρ της εξόδου από το ευρώ. Αλλά, ακόμα κι αν παραβλέψουμε τις πολιτικές σκοπιμότητες χωρών, που θα έβρισκαν αφορμή για να επιδιώξουν αποπομπή της Κύπρου από την ΕΕ και δεχθούμε ότι θα υπάρξει κατανόηση για να γίνει συντεταγμένη έξοδος από την ΟΝΕ, δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε το εξής: Η μελέτη σημειώνει ότι «μια χώρα εκτός αγορών, με δημόσιο χρέος το οποίο αδυνατεί εκ των πραγμάτων να εξυπηρετήσει, μπορεί να αναμένει ότι η πιστοληπτική της ικανότητα θα επανέλθει γρηγορότερα εάν απαλλαγεί από μέρος του χρέους με στάση πληρωμών, παρά εάν επιλέξει να το εξυπηρετήσει» (σελ. 60). Δηλαδή, η μελέτη του ΑΚΕΛ υποστηρίζει ότι πρέπει η Κύπρος να πάρει το δάνειο από το Μηχανισμό, διότι δεν μπορεί να βρει χρήματα από αλλού, στη συνέχεια να διαπραγματευθεί με τους εταίρους τη συντεταγμένη έξοδο από το ευρώ και μετά να κηρύξει στάση πληρωμών για να μην αποπληρώσει στους εταίρους τα δανεικά που θα της δώσουν. Διότι, μόνο έτσι θα μπορέσει να επιβιώσει (το σημειώνει και σε άλλο κεφάλαιο). Αλλά, γιατί να το δεχθούν αυτό οι εταίροι, δεν μας εξηγεί η μελέτη. Γιατί δηλαδή να δεχθούν ότι θα στηρίξουν έξοδο από την Ευρωζώνη, όταν θα γνωρίζουν ότι, εκτός από τον βέβαιο κλονισμό της ΟΝΕ, θα χάσουν και τα δανεικά που θα μας δώσουν;
Το πιο σκανδαλώδες όμως, που δείχνει και την επιπολαιότητα όλης αυτής της αστείας μικροκομματικής προσέγγισης, είναι το εξής: Από τις πρώτες σελίδες της η μελέτη του ΑΚΕΛ εξηγεί (και στη συνέχεια αναλύει σε έκταση) ότι «η έξοδος από το ευρώ είναι μια εξίσου επώδυνη επιλογή. Η συνεπακόλουθη υποτίμηση του νέου νομίσματος και οι αναμενόμενες συνέπειές της στο αρχικό στάδιο δημιουργεί την ανάγκη μέγιστης λαϊκής στήριξης και απαιτεί θυσίες για να περιοριστούν οι αρνητικές συνέπειες».
Είχαμε την εντύπωση ότι στόχος της εξόδου από το Μνημόνιο θα ήταν να περιοριστούν οι επώδυνες συνέπειες. Αυτό που προτείνει όμως το ΑΚΕΛ είναι πρόταση για να διπλασιαστούν οι συνέπειες. Διότι, από τη μια αναγνωρίζει ότι η έξοδος από το ευρώ θα είναι «εξίσου επώδυνη επιλογή» και από την άλλη, παραγνωρίζει το γεγονός ότι ο λαός, η οικονομία, το κράτος, έχουν ήδη επωμιστεί τις επώδυνες συνέπειες του Μνημονίου, οι οποίες μάλιστα είναι αδύνατο να διαγραφούν, έχουν ήδη καταβληθεί. Οι μειώσεις μισθών, οι απολύσεις εργαζομένων και η εκτόξευση της ανεργίας, η διάλυση των μεγάλων τραπεζών και η κατάρρευση του οικονομικού μοντέλου, το κλείσιμο χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, το κούρεμα των καταθέσεων, οι περικοπές κοινωνικών παροχών, οι φορολογίες και πολλά άλλα, είναι ήδη σε πλήρη εφαρμογή, πολλά και πριν ακόμα παραδώσει το ΑΚΕΛ την εξουσία. Αν σήμερα μιλά για μια «εξίσου επώδυνη επιλογή», δεν εννοεί τίποτε άλλο παρά την πρόσθεση νέων συνεπειών στις ήδη υφιστάμενες. Δεν μας απαλλάσσει δηλαδή από τις συνέπειες του Μνημονίου, αντίθετα προσθέτει σε αυτές ακόμα περισσότερες και τρισχειρότερες, αν αναλογιστεί κανείς και τις πολιτικές συνέπειες της εξόδου από την Ευρωζώνη και, στη συνέχεια, από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μόνο από την υποτίμηση του νομίσματος, που η μελέτη του ΑΚΕΛ αποφεύγει να προσδιορίσει, σημειώνοντας, στη σελ. 9, ότι «ο βαθμός της υποτίμησης ενός νομίσματος είναι απρόβλεπτος» (άλλοι μελετητές πιστεύουν ότι θα είναι από 30% μέχρι 60%), θα σημαίνει αυτομάτως μείωση της αξίας των μισθών, την ώρα που οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων, δηλαδή όλων των προϊόντων, μια και η Κύπρος δεν έχει δική της βιομηχανική παραγωγή, θα πολλαπλασιαστεί, αφού θα πληρώνονται σε ξένο συνάλλαγμα με την υποτιμημένη κυπριακή λίρα. Μπορεί κανείς να αντιληφθεί το χάος που θα προκληθεί από τις τιμές ή και από την αδυναμία της οικονομίας να κάνει εισαγωγές βασικών προϊόντων, όπως είναι για παράδειγμα τα καύσιμα, για να μην αναφερθούμε σε είδη διατροφής, με τα οποία έμαθε να συντηρείται η κοιλιά των Κυπρίων. Οι τιμές όμως θα εκτοξευτούν ακόμα και για τα εγχώρια προϊόντα, αφού οι πρώτες ύλες για την παραγωγή τους θα είναι επίσης εισαγόμενες. Για τις συνέπειες της επιστροφής στην κυπριακή λίρα, σε άρθρο του στην Αυγή, στις 5 Μαϊου, με τίτλο «Το ΑΚΕΛ ζητάει… θυσίες», ο Γιάννης Μηλιός, ένας από τους οικονομικούς «εγκέφαλους» του ΣΥΡΙΖΑ, αμφισβητώντας την πρόταση του ΑΚΕΛ, σημειώνει μεταξύ άλλων: «Ταυτόχρονα τα ιδιωτικά χρέη θα εκτοξευθούν, με αποτέλεσμα μεγάλο αριθμό χρεοκοπιών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Από τη νομισματική υποτίμηση θα κερδίσουν άμεσα μόνο ορισμένες μερίδες του κεφαλαίου. Από τους εργαζόμενους ζητούνται και πάλι θυσίες, και άλλες θυσίες στο όνομα της ‘‘εθνικής ενότητας’’, και με καρότο μια ‘‘ανάπτυξη’’ που μπορεί να έρθει (αλλά μπορεί και όχι) μετά από αρκετά χρόνια». Δηλαδή, ακόμα κι αυτοί που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ομοϊδεάτες του ΑΚΕΛ και, πάντως, όχι νεοφιλελεύθεροι, εστίασαν ακριβώς την προσοχή τους στο ουσιώδες, πάνω στο οποίο στηρίζεται η μελέτη του ΑΚΕΛ: ότι, για να είναι προσβάσιμος ο εναλλακτικός του δρόμος, πρέπει να γίνουν νέες θυσίες από τους εργαζόμενους.
Το Μνημόνιο, λοιπόν, απαιτεί οδυνηρές θυσίες και τις έχουμε υποστεί ήδη με ευθύνη της κυβέρνησης ΑΚΕΛ που το εισήγαγε και της κυβέρνησης ΔΗΣΥ, που το επιδείνωσε. Η έξοδος από το ευρώ απαιτεί ακόμα περισσότερες, τις οποίες επίσης καλούμαστε (από το ΑΚΕΛ) να υποστούμε. Μα, εν τοιαύτη περιπτώσει, γιατί δεν έγινε μια μελέτη ώστε να κάνουμε τις θυσίες χωρίς να μας τις επιβάλει το Μνημόνιο και χωρίς να φτάσουμε στην πολιτική αυτοκτονία εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Ούτως ή άλλως, περισσότερα από τα μισά των χρημάτων που χρειάζεται η Κύπρος (περίπου €13 δις από τα €20,6 δις) θα προέλθουν από ίδιους πόρους, όπως έχει συμφωνηθεί. Από το κούρεμα καταθέσεων, ιδιωτικοποιήσεις, πώληση αποθεμάτων χρυσού, φορολογίες.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ολοκληρωτική καταστροφή (διότι και το Μνημόνιο και η έξοδος από το ευρώ είναι καταστροφικές επιλογές), ας προέλθουν όλα τα χρήματα από ίδιους πόρους. Αφού, δηλαδή, είτε με τη μία επιλογή είτε με την άλλη, θα γίνουν που θα γίνουν οι θυσίες, ας τις κάνουμε προφυλάσσοντας τουλάχιστον και την κυριαρχία και την αξιοπρέπειά μας. Όλ’ αυτά βέβαια σε θεωρητικό επίπεδο. Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι η Κύπρος είναι πλέον τόσο σφιχτοδεμένη στο Μνημόνιο των κυβερνήσεων Χριστόφια, Αναστασιάδη, και τόσο εγκλωβισμένη σε ηγεσίες που δεν σκέφτονται έγκαιρα και εθνικά, αλλά κατόπιν εορτής και μικροκομματικά, που είναι βέβαιο ότι δεν έχουν την ικανότητα να βρουν άλλο δρόμο πέραν από τον οδυνηρό που μας επέβαλαν. Τα λοιπά είναι φανφάρες πολιτικής ασυναρτησίας. Που αποδεικνύονται εμπράκτως από τα γεγονότα.
Είναι βέβαιο ότι υπήρχε εναλλακτική πρόταση για να αντιμετωπιστούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες χωρίς την Τρόικα και χωρίς έξοδο από το ευρώ. Προπάντων, από το 2009 μέχρι ακόμα και το πρώτο εξάμηνο του 2012, όπου η κυβέρνηση Χριστόφια θα μπορούσε να λάβει ριζοσπαστικές αποφάσεις χωρίς να σκέφτεται το πολιτικό τους κόστος, όπως εκείνες που λήφθηκαν αμέσως μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και οδήγησαν σε αυτό που ονομάστηκε «οικονομικό θαύμα». Προτού όμως φτάσει στο σημείο να μην έχει άλλη επιλογή παρά την υποβολή αίτησης για ένταξη στο Μηχανισμό Στήριξης. Και προτού βεβαίως φτάσουν στο σημείο οι μεγάλες τράπεζες να κινδυνεύουν με κατάρρευση μέρα παρά μέρα.
Το ΑΚΕΛ, πριν από τον περασμένο Ιούλιο που έφερε την Τρόικα, κυβερνούσε μόνο του και δεν χρειαζόταν την έγκριση κάποιας άλλης κυβέρνησης ή κάποιων συγκυβερνώντων κομμάτων, για να αποφύγει το Μνημόνιο; Τι μεσολάβησε τώρα και μιλά για εναλλακτική επιλογή, εκτός από την ανευθυνότητα της αντιπολίτευσης και την κομματική ανάγκη να κερδίσει εντυπώσεις στην κοινή γνώμη, που έχει απογοητεύσει; Και γιατί κατέθεσε την πρότασή του αμέσως μετά την έγκριση του Μνημονίου και από το κυπριακό Κοινοβούλιο; Αν υπήρχε προοπτική να συζητηθεί και να συμφωνηθεί η εναλλακτική του πρόταση, δεν έπρεπε να την καταθέσει νωρίτερα; Μήπως, δηλαδή, γνωρίζει και το ίδιο το ΑΚΕΛ ότι η πρότασή του δεν έχει πρακτική αξία, αλλά την καταθέτει μόνο και μόνο για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, ανεύθυνα και χωρίς να ενδιαφέρεται πραγματικά για δώσει διέξοδο στο μαρτύριο που υπέβαλε τον κυπριακό λαό;
Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι, μόλις στις 4 περασμένου Δεκεμβρίου, ο τέως πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας απηύθυνε διάγγελμα για να εξηγήσει στο λαό ότι δεν είχε άλλη επιλογή από την προσφυγή στον Μηχανισμό. «Αναζητήσαμε, είπε, άλλες πηγές χρηματοδότησης (…). Δυστυχώς, δεν κατέστη δυνατό να εξασφαλίσουμε την απαραίτητη χρηματοδότηση. Από τη στιγμή δε που μια μεγάλη κυπριακή τράπεζα δεν μπόρεσε να ανακεφαλαιοποιηθεί στα χρονικά όρια που καθόρισε η Ευρωπαϊκή Ένωση, προ του φάσματος της κατάρρευσής της που θα παρέσυρε την οικονομία του τόπου στη χρεοκοπία, υποχρεωθήκαμε να προσφύγουμε στον Μηχανισμό».
Σήμερα, είναι φανερό ότι ούτε μέσω Μνημονίου, με τις πολιτικές της ανελέητης λιτότητας, ούτε με την έξοδο από το ευρώ και τους κινδύνους απομόνωσης μέσα στο στόμα του Γκρίζου Λύκου, είναι διαχειρίσιμη η κατάσταση στην Κύπρο. Αλλά, πολύ φοβούμαστε ότι το χειρότερο από όλα είναι ότι αυτό δεν οφείλεται πουθενά αλλού, παρά στην απουσία της ηγεσίας, που θα σκεφτεί την εθνική επιβίωση πάνω από την κομματική και θα χαράξει δρόμους και πραγματικά σοφές επιλογές. Για παράδειγμα, όλο αυτό το διάστημα ουδείς προσπάθησε να συνεννοηθεί με όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα, ώστε να συντονίσουν κοινή στάση απέναντι στην εξοντωτική γερμανική πολιτική. Δύο από αυτές τις χώρες, Ελλάδα και Κύπρος, θα μπορούσαν από κοινού (επειδή θεωρούμε δεδομένη την εύκολη συνεννόησή τους) να επιδιώξουν μια νέα πολιτική βασισμένη σε στρατηγικές οικονομικής συμμαχίας με Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και άλλες, για να εκβιάσουν τον ευρωπαϊκό Βορρά να αλλάξει πολιτική. Αλλά δεν έκαναν ούτε μία προσπάθεια! Μπορεί κανείς να αντιληφθεί εύκολα την επίδραση που θα μπορούσε να είχε, και την ανατροπή πολιτικών, η απειλή εξόδου από την Ευρωζώνη μιας ομάδας χωρών, παρά η απειλή μόνης της ασήμαντης Κύπρου.
ardin-rixi.gr
Η εναλλακτική πρόταση απέναντι στο επώδυνο κυπριακό Μνημόνιο της Τρόικας, που κατατέθηκε από το ΑΚΕΛ, είναι μια πρόταση απογοητευτική. Αυτός είναι ο ανώδυνος χαρακτηρισμός.
Ο επόμενος είναι ότι πρόκειται για πρόταση αυτοκτονίας. Ετοιμάστηκε από το κόμμα που κυβερνούσε μέχρι πριν από δύο μήνες και που ευθύνεται για την εισβολή της Τρόικας, μόνο και μόνο για να διασώσει το γόητρό του. Χωρίς στην πραγματικότητα να προσφέρει μια πραγματοποιήσιμη πρόταση, βάζοντας απλώς στο χαρτί, με επιστημονικοφανή τρόπο, την επιπολαιότητα που συζητείται από καιρό, για έξοδο από την Ευρωζώνη και επιστροφή στη λίρα. Αλλά προπάντων χωρίς να απαντά στα ουσιώδη ερωτήματα που προκύπτουν από μια τέτοια επιλογή. Είναι ένα πολυσέλιδο έγγραφο, που δεν διαφέρει από μακροσκελές κείμενο ενός αρθρογράφου, με πολλές παραπομπές στο τι είπε ή τι έγραψε κάποιος νομπελίστας ή κάποιος καθηγητής σε θεωρητικό επίπεδο, για τα επίμαχα ζητήματα. Η πλειοψηφία των αναφορών περιέργως είναι από καθηγητές του νεοφιλελεύθερου κόσμου, επικαλείται ακόμα και άρθρο των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, λες και η επιβίωση ενός λαού μπορεί να βασιστεί στις απόψεις κάποιου μακρινού ακαδημαϊκού.
Η μελέτη αφήνει αναπάντητο και το πιο καίριο ζήτημα: Θέλουμε έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή όχι; Διότι, είναι φανερό από τη μελέτη, ότι έξοδος μόνο από την Ευρωζώνη δεν μπορεί να υπάρξει, δεν έχει προβλεφθεί θεσμική διαδικασία, οπότε όποιος το αποφασίσει θα πρέπει να πάρει το ρίσκο και να πειραματιστεί ελπίζοντας ότι θα ανακαλύψει τον καλύτερο δρόμο. Γι’ αυτό και η πρόταση τονίζει σε πολλά σημεία ότι η έξοδος πρέπει να γίνει συντεταγμένα, να γίνει δηλαδή μετά από διαπραγμάτευση με τις υπόλοιπες χώρες της Ένωσης, ώστε να επιτραπεί η έξοδος της Κύπρου χωρίς τη συνέπεια αποπομπής της και από την ΕΕ.
Δεν παραλείπει να σημειώσει ότι «είναι πιθανό το ενδεχόμενο να συνδεθεί η έξοδος από την ΟΝΕ με έξοδο από την ΕΕ, αναλόγως των πολιτικών σκοπιμοτήτων που επιθυμεί να εξυπηρετήσει η ΕΕ αλλά και των συμφερόντων των χωρών εντός της ΕΕ». Και επίσης, «δεν είναι αφύσικο, ορισμένα κράτη μέλη της, να επιθυμούν για πολιτικούς λόγους την έξοδο της Κύπρου τόσο από την ΟΝΕ, όσο και από αυτή καθ΄ αυτή την ΕΕ» (σελ. 20 της μελέτης). Δηλαδή, το ΑΚΕΛ κατανοεί ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος, αναγνωρίζει ότι υπάρχουν χώρες (πρώτη η Βρετανία) που θα επιδιώξουν παράλληλα και αποπομπή από την ΕΕ, αλλά χωρίς να απαντά τι κάνουμε σε τέτοια περίπτωση, προτείνει να πάρουμε το ρίσκο και… βλέποντας και κάνοντας.
Αυτό θα μπορούσε να ήταν λογικό αν γινόταν μελέτη για να ληφθεί η πολιτική απόφαση ότι συμφέρει στην Κύπρο και η έξοδος από την ΕΕ και όχι μόνο από την ΟΝΕ. Όμως, η μελέτη υποβαθμίζει αυτό το ενδεχόμενο ή το προσπερνά με ελαφρότητα και περιορίζεται να επιχειρηματολογήσει υπέρ της εξόδου από το ευρώ. Αλλά, ακόμα κι αν παραβλέψουμε τις πολιτικές σκοπιμότητες χωρών, που θα έβρισκαν αφορμή για να επιδιώξουν αποπομπή της Κύπρου από την ΕΕ και δεχθούμε ότι θα υπάρξει κατανόηση για να γίνει συντεταγμένη έξοδος από την ΟΝΕ, δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε το εξής: Η μελέτη σημειώνει ότι «μια χώρα εκτός αγορών, με δημόσιο χρέος το οποίο αδυνατεί εκ των πραγμάτων να εξυπηρετήσει, μπορεί να αναμένει ότι η πιστοληπτική της ικανότητα θα επανέλθει γρηγορότερα εάν απαλλαγεί από μέρος του χρέους με στάση πληρωμών, παρά εάν επιλέξει να το εξυπηρετήσει» (σελ. 60). Δηλαδή, η μελέτη του ΑΚΕΛ υποστηρίζει ότι πρέπει η Κύπρος να πάρει το δάνειο από το Μηχανισμό, διότι δεν μπορεί να βρει χρήματα από αλλού, στη συνέχεια να διαπραγματευθεί με τους εταίρους τη συντεταγμένη έξοδο από το ευρώ και μετά να κηρύξει στάση πληρωμών για να μην αποπληρώσει στους εταίρους τα δανεικά που θα της δώσουν. Διότι, μόνο έτσι θα μπορέσει να επιβιώσει (το σημειώνει και σε άλλο κεφάλαιο). Αλλά, γιατί να το δεχθούν αυτό οι εταίροι, δεν μας εξηγεί η μελέτη. Γιατί δηλαδή να δεχθούν ότι θα στηρίξουν έξοδο από την Ευρωζώνη, όταν θα γνωρίζουν ότι, εκτός από τον βέβαιο κλονισμό της ΟΝΕ, θα χάσουν και τα δανεικά που θα μας δώσουν;
Το πιο σκανδαλώδες όμως, που δείχνει και την επιπολαιότητα όλης αυτής της αστείας μικροκομματικής προσέγγισης, είναι το εξής: Από τις πρώτες σελίδες της η μελέτη του ΑΚΕΛ εξηγεί (και στη συνέχεια αναλύει σε έκταση) ότι «η έξοδος από το ευρώ είναι μια εξίσου επώδυνη επιλογή. Η συνεπακόλουθη υποτίμηση του νέου νομίσματος και οι αναμενόμενες συνέπειές της στο αρχικό στάδιο δημιουργεί την ανάγκη μέγιστης λαϊκής στήριξης και απαιτεί θυσίες για να περιοριστούν οι αρνητικές συνέπειες».
Είχαμε την εντύπωση ότι στόχος της εξόδου από το Μνημόνιο θα ήταν να περιοριστούν οι επώδυνες συνέπειες. Αυτό που προτείνει όμως το ΑΚΕΛ είναι πρόταση για να διπλασιαστούν οι συνέπειες. Διότι, από τη μια αναγνωρίζει ότι η έξοδος από το ευρώ θα είναι «εξίσου επώδυνη επιλογή» και από την άλλη, παραγνωρίζει το γεγονός ότι ο λαός, η οικονομία, το κράτος, έχουν ήδη επωμιστεί τις επώδυνες συνέπειες του Μνημονίου, οι οποίες μάλιστα είναι αδύνατο να διαγραφούν, έχουν ήδη καταβληθεί. Οι μειώσεις μισθών, οι απολύσεις εργαζομένων και η εκτόξευση της ανεργίας, η διάλυση των μεγάλων τραπεζών και η κατάρρευση του οικονομικού μοντέλου, το κλείσιμο χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, το κούρεμα των καταθέσεων, οι περικοπές κοινωνικών παροχών, οι φορολογίες και πολλά άλλα, είναι ήδη σε πλήρη εφαρμογή, πολλά και πριν ακόμα παραδώσει το ΑΚΕΛ την εξουσία. Αν σήμερα μιλά για μια «εξίσου επώδυνη επιλογή», δεν εννοεί τίποτε άλλο παρά την πρόσθεση νέων συνεπειών στις ήδη υφιστάμενες. Δεν μας απαλλάσσει δηλαδή από τις συνέπειες του Μνημονίου, αντίθετα προσθέτει σε αυτές ακόμα περισσότερες και τρισχειρότερες, αν αναλογιστεί κανείς και τις πολιτικές συνέπειες της εξόδου από την Ευρωζώνη και, στη συνέχεια, από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μόνο από την υποτίμηση του νομίσματος, που η μελέτη του ΑΚΕΛ αποφεύγει να προσδιορίσει, σημειώνοντας, στη σελ. 9, ότι «ο βαθμός της υποτίμησης ενός νομίσματος είναι απρόβλεπτος» (άλλοι μελετητές πιστεύουν ότι θα είναι από 30% μέχρι 60%), θα σημαίνει αυτομάτως μείωση της αξίας των μισθών, την ώρα που οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων, δηλαδή όλων των προϊόντων, μια και η Κύπρος δεν έχει δική της βιομηχανική παραγωγή, θα πολλαπλασιαστεί, αφού θα πληρώνονται σε ξένο συνάλλαγμα με την υποτιμημένη κυπριακή λίρα. Μπορεί κανείς να αντιληφθεί το χάος που θα προκληθεί από τις τιμές ή και από την αδυναμία της οικονομίας να κάνει εισαγωγές βασικών προϊόντων, όπως είναι για παράδειγμα τα καύσιμα, για να μην αναφερθούμε σε είδη διατροφής, με τα οποία έμαθε να συντηρείται η κοιλιά των Κυπρίων. Οι τιμές όμως θα εκτοξευτούν ακόμα και για τα εγχώρια προϊόντα, αφού οι πρώτες ύλες για την παραγωγή τους θα είναι επίσης εισαγόμενες. Για τις συνέπειες της επιστροφής στην κυπριακή λίρα, σε άρθρο του στην Αυγή, στις 5 Μαϊου, με τίτλο «Το ΑΚΕΛ ζητάει… θυσίες», ο Γιάννης Μηλιός, ένας από τους οικονομικούς «εγκέφαλους» του ΣΥΡΙΖΑ, αμφισβητώντας την πρόταση του ΑΚΕΛ, σημειώνει μεταξύ άλλων: «Ταυτόχρονα τα ιδιωτικά χρέη θα εκτοξευθούν, με αποτέλεσμα μεγάλο αριθμό χρεοκοπιών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Από τη νομισματική υποτίμηση θα κερδίσουν άμεσα μόνο ορισμένες μερίδες του κεφαλαίου. Από τους εργαζόμενους ζητούνται και πάλι θυσίες, και άλλες θυσίες στο όνομα της ‘‘εθνικής ενότητας’’, και με καρότο μια ‘‘ανάπτυξη’’ που μπορεί να έρθει (αλλά μπορεί και όχι) μετά από αρκετά χρόνια». Δηλαδή, ακόμα κι αυτοί που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ομοϊδεάτες του ΑΚΕΛ και, πάντως, όχι νεοφιλελεύθεροι, εστίασαν ακριβώς την προσοχή τους στο ουσιώδες, πάνω στο οποίο στηρίζεται η μελέτη του ΑΚΕΛ: ότι, για να είναι προσβάσιμος ο εναλλακτικός του δρόμος, πρέπει να γίνουν νέες θυσίες από τους εργαζόμενους.
Το Μνημόνιο, λοιπόν, απαιτεί οδυνηρές θυσίες και τις έχουμε υποστεί ήδη με ευθύνη της κυβέρνησης ΑΚΕΛ που το εισήγαγε και της κυβέρνησης ΔΗΣΥ, που το επιδείνωσε. Η έξοδος από το ευρώ απαιτεί ακόμα περισσότερες, τις οποίες επίσης καλούμαστε (από το ΑΚΕΛ) να υποστούμε. Μα, εν τοιαύτη περιπτώσει, γιατί δεν έγινε μια μελέτη ώστε να κάνουμε τις θυσίες χωρίς να μας τις επιβάλει το Μνημόνιο και χωρίς να φτάσουμε στην πολιτική αυτοκτονία εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Ούτως ή άλλως, περισσότερα από τα μισά των χρημάτων που χρειάζεται η Κύπρος (περίπου €13 δις από τα €20,6 δις) θα προέλθουν από ίδιους πόρους, όπως έχει συμφωνηθεί. Από το κούρεμα καταθέσεων, ιδιωτικοποιήσεις, πώληση αποθεμάτων χρυσού, φορολογίες.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ολοκληρωτική καταστροφή (διότι και το Μνημόνιο και η έξοδος από το ευρώ είναι καταστροφικές επιλογές), ας προέλθουν όλα τα χρήματα από ίδιους πόρους. Αφού, δηλαδή, είτε με τη μία επιλογή είτε με την άλλη, θα γίνουν που θα γίνουν οι θυσίες, ας τις κάνουμε προφυλάσσοντας τουλάχιστον και την κυριαρχία και την αξιοπρέπειά μας. Όλ’ αυτά βέβαια σε θεωρητικό επίπεδο. Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι η Κύπρος είναι πλέον τόσο σφιχτοδεμένη στο Μνημόνιο των κυβερνήσεων Χριστόφια, Αναστασιάδη, και τόσο εγκλωβισμένη σε ηγεσίες που δεν σκέφτονται έγκαιρα και εθνικά, αλλά κατόπιν εορτής και μικροκομματικά, που είναι βέβαιο ότι δεν έχουν την ικανότητα να βρουν άλλο δρόμο πέραν από τον οδυνηρό που μας επέβαλαν. Τα λοιπά είναι φανφάρες πολιτικής ασυναρτησίας. Που αποδεικνύονται εμπράκτως από τα γεγονότα.
Είναι βέβαιο ότι υπήρχε εναλλακτική πρόταση για να αντιμετωπιστούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες χωρίς την Τρόικα και χωρίς έξοδο από το ευρώ. Προπάντων, από το 2009 μέχρι ακόμα και το πρώτο εξάμηνο του 2012, όπου η κυβέρνηση Χριστόφια θα μπορούσε να λάβει ριζοσπαστικές αποφάσεις χωρίς να σκέφτεται το πολιτικό τους κόστος, όπως εκείνες που λήφθηκαν αμέσως μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και οδήγησαν σε αυτό που ονομάστηκε «οικονομικό θαύμα». Προτού όμως φτάσει στο σημείο να μην έχει άλλη επιλογή παρά την υποβολή αίτησης για ένταξη στο Μηχανισμό Στήριξης. Και προτού βεβαίως φτάσουν στο σημείο οι μεγάλες τράπεζες να κινδυνεύουν με κατάρρευση μέρα παρά μέρα.
Το ΑΚΕΛ, πριν από τον περασμένο Ιούλιο που έφερε την Τρόικα, κυβερνούσε μόνο του και δεν χρειαζόταν την έγκριση κάποιας άλλης κυβέρνησης ή κάποιων συγκυβερνώντων κομμάτων, για να αποφύγει το Μνημόνιο; Τι μεσολάβησε τώρα και μιλά για εναλλακτική επιλογή, εκτός από την ανευθυνότητα της αντιπολίτευσης και την κομματική ανάγκη να κερδίσει εντυπώσεις στην κοινή γνώμη, που έχει απογοητεύσει; Και γιατί κατέθεσε την πρότασή του αμέσως μετά την έγκριση του Μνημονίου και από το κυπριακό Κοινοβούλιο; Αν υπήρχε προοπτική να συζητηθεί και να συμφωνηθεί η εναλλακτική του πρόταση, δεν έπρεπε να την καταθέσει νωρίτερα; Μήπως, δηλαδή, γνωρίζει και το ίδιο το ΑΚΕΛ ότι η πρότασή του δεν έχει πρακτική αξία, αλλά την καταθέτει μόνο και μόνο για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, ανεύθυνα και χωρίς να ενδιαφέρεται πραγματικά για δώσει διέξοδο στο μαρτύριο που υπέβαλε τον κυπριακό λαό;
Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι, μόλις στις 4 περασμένου Δεκεμβρίου, ο τέως πρόεδρος Δημήτρης Χριστόφιας απηύθυνε διάγγελμα για να εξηγήσει στο λαό ότι δεν είχε άλλη επιλογή από την προσφυγή στον Μηχανισμό. «Αναζητήσαμε, είπε, άλλες πηγές χρηματοδότησης (…). Δυστυχώς, δεν κατέστη δυνατό να εξασφαλίσουμε την απαραίτητη χρηματοδότηση. Από τη στιγμή δε που μια μεγάλη κυπριακή τράπεζα δεν μπόρεσε να ανακεφαλαιοποιηθεί στα χρονικά όρια που καθόρισε η Ευρωπαϊκή Ένωση, προ του φάσματος της κατάρρευσής της που θα παρέσυρε την οικονομία του τόπου στη χρεοκοπία, υποχρεωθήκαμε να προσφύγουμε στον Μηχανισμό».
Σήμερα, είναι φανερό ότι ούτε μέσω Μνημονίου, με τις πολιτικές της ανελέητης λιτότητας, ούτε με την έξοδο από το ευρώ και τους κινδύνους απομόνωσης μέσα στο στόμα του Γκρίζου Λύκου, είναι διαχειρίσιμη η κατάσταση στην Κύπρο. Αλλά, πολύ φοβούμαστε ότι το χειρότερο από όλα είναι ότι αυτό δεν οφείλεται πουθενά αλλού, παρά στην απουσία της ηγεσίας, που θα σκεφτεί την εθνική επιβίωση πάνω από την κομματική και θα χαράξει δρόμους και πραγματικά σοφές επιλογές. Για παράδειγμα, όλο αυτό το διάστημα ουδείς προσπάθησε να συνεννοηθεί με όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα, ώστε να συντονίσουν κοινή στάση απέναντι στην εξοντωτική γερμανική πολιτική. Δύο από αυτές τις χώρες, Ελλάδα και Κύπρος, θα μπορούσαν από κοινού (επειδή θεωρούμε δεδομένη την εύκολη συνεννόησή τους) να επιδιώξουν μια νέα πολιτική βασισμένη σε στρατηγικές οικονομικής συμμαχίας με Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και άλλες, για να εκβιάσουν τον ευρωπαϊκό Βορρά να αλλάξει πολιτική. Αλλά δεν έκαναν ούτε μία προσπάθεια! Μπορεί κανείς να αντιληφθεί εύκολα την επίδραση που θα μπορούσε να είχε, και την ανατροπή πολιτικών, η απειλή εξόδου από την Ευρωζώνη μιας ομάδας χωρών, παρά η απειλή μόνης της ασήμαντης Κύπρου.
ardin-rixi.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Σημαντική Κεντρική Επιτροπή για το ΠΑΣΟΚ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ημέρα μνήμης για τον Κώστα Ηλιάκη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ