2013-05-26 00:30:57
Ομιλία του Ευάγγελου Βενιζέλου Προέδρου του ΠΑΣΟΚ στη 2η Συνεδρίαση της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ
Φίλες και φίλοι, σαν σήμερα πριν από ένα χρόνο, η χώρα βρισκόταν στο ενδιάμεσο των διπλών εκλογών του Μαΐου και του Ιουνίου του 2012. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στους εαυτούς μας και απέναντι στον ελληνικό λαό, ένα χρόνο μετά αυτή τη διπλή εκλογική αναμέτρηση που έγινε με πλήρη γνώση της κατάστασης, να πούμε ποια είναι η εικόνα της χώρας.
Και το πρώτο ερώτημα που πρέπει να θέσουμε 12 μήνες μετά, είναι: Γιατί έπρεπε η χώρα να οδηγηθεί σε εκλογές, αμέσως μετά τη συμφωνία για το νέο πρόγραμμα στήριξης του Φεβρουαρίου του 2012 και τη δραστική εντυπωσιακή μείωση του Δημοσίου χρέους του Μαρτίου του 2012;
Η απάντηση -για να είμαστε καθαροί και ειλικρινείς- είναι ότι αυτό συνέβη γιατί κάποιοι ακόμη τότε σκέφτονταν με παλαιούς πολιτικούς όρους, αναζητούσαν την αυτοδυναμία μιας μονοκομματικής Κυβέρνησης, σε αντίθεση με εμάς που μιλούσαμε ήδη από τότε για το στόχο της αυτοδύναμης Ελλάδας και για την ανάγκη συνεργασίας όλων των υπεύθυνων ευρωπαϊκών δυνάμεων, που αντιλαμβάνονται την κατάσταση ανάγκης και είναι διατεθειμένες να συμμετάσχουν στο τεράστιο ιστορικό βάρος της διαχείρισης και της υπέρβασης της κρίσης.
Υπήρχε, από την άλλη μεριά, η στρατηγική της ανεπίγνωστης αντιμνημονιακής εφόδου που εξέφραζε τότε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος νόμιζε ότι στα τυφλά θα κατακτήσει την εξουσία για να εφαρμόσει ένα ανύπαρκτο Σχέδιο Β.
Το γεγονός ότι η χώρα επέλεξε τη διαδικασία των εκλογών, και μάλιστα των διπλών, είχε αρνητικές επιπτώσεις: αμφισβητήθηκε η ικανότητα και η βούληση της Ελλάδας να εφαρμόσει το πρόγραμμα, μετά από ένα εντυπωσιακό πακέτο στήριξης που δεν πρόκειται να ξαναδοθεί σε χώρα–μέλος της Ευρωζώνης.
Υπήρξε σοβαρή καθυστέρηση στην εφαρμογή του προγράμματος, στην εκταμίευση των δόσεων, στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, ιδίως των επιχειρήσεων και αυτό συνέβη αφού είχαμε πάρει μεταξύ Μαρτίου και Μαΐου πριν τις εκλογές, μια γιγαντιαία δόση 75 δισ. ευρώ, η οποία φαντάζει κολοσσιαία όταν τώρα συζητούμε για δόσεις των 2, 3, 5, 7 δισ. ευρώ.
Και βέβαια, τότε δεν είχε γίνει κοινή συνείδηση του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας πόσο μεγάλη σημασία έχει η ρήτρα της βαθύτερης ύφεσης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιμήκυνση της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής.
Το χειρότερο όμως που συνέβη είναι ότι λόγω των εκλογών διατηρήθηκε και οξύνθηκε το νόθο μέτωπο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο, παρά την αλλαγή της σύνθεσής του και τη διεύρυνση στήριξης της εθνικής στρατηγικής, λόγω της οριστικής μεταστροφής της Νέας Δημοκρατίας και της προσχώρησης της ΔΗΜΑΡ στη γραμμή της ευθύνης.
Το γεγονός όμως ότι η χώρα κατέφυγε σε εκλογές είχε και πολλά θετικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τη σημασία των εκλογών στη δημοκρατική και νομιμοποιητική τους διάσταση. Γιατί λόγω των εκλογών τέθηκαν ενώπιον του εκλογικού σώματος καθαρά διλήμματα και δόθηκε καθαρή εντολή για την εφαρμογή μιας στρατηγικής, την ιστορική ευθύνη για τη συγκρότηση της οποίας έχει αναμφίβολα το ΠΑΣΟΚ.
Και σίγουρα πρέπει να πούμε ότι δυο μεγάλες πολιτικές εξελίξεις σηματοδοτούν τους 12 μήνες από τις εκλογές έως σήμερα:
- η πλήρης συνειδητοποίηση, ακόμη και από τους πιο κακόπιστους, ότι ούτε υπήρχε ούτε υπάρχει Σχέδιο Β γιατί η κυπριακή εμπειρία έδωσε σκληρή, αποστομωτική απάντηση σε μια ολόκληρη μυθολογία, συνωμοσιολογία, ωραιοποίηση, σε μια δημαγωγία, σε ένα ακατάσχετο λαϊκισμό που δηλητηριάζει την ψυχή και το νου του ελληνικού λαού.
- Και, δεύτερον, ότι χάρις στις θυσίες του ελληνικού λαού, αλλά και τους φόβους της Ευρωζώνης άλλαξαν οι διατυπώσεις των εταίρων μας σε σχέση με την Ελλάδα και άρα η εικόνα που δημιουργείται διεθνώς σε σχέση με την Ελλάδα.
Πού κινείται σήμερα η Ευρώπη
Ας δούμε συνεπώς, πριν μιλήσουμε για την Κυβέρνηση αυτή καθαυτή, ποιο είναι σήμερα, 12 μήνες μετά τις εκλογές, το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η Ευρώπη και η Ευρωζώνη. Γιατί παρακολουθούμε τη συνεχή ανακύκλωση της ευρωπαϊκής κρίσης που είναι και μια μεγάλη πρόκληση για τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και Σοσιαλδημοκράτες.
Είχα την ευκαιρία τις τελευταίες 10 μέρες και στην Ουάσιγκτον και στη Λειψία να αναφερθώ στις ομιλίες μου στα ζητήματα αυτά. Να μιλήσω για την κρίση στην Ευρωζώνη, ως ένα διεθνές ευρωατλαντικό ζήτημα, που επηρεάζει τη διεθνή οικονομία. Για την ανάγκη να ενεργοποιηθεί ο ευρωπαϊκός πολιτικός Νότος. Γιατί ο Νότος δεν είναι γεωγραφική έννοια. Είναι πολιτική και ιδεολογική έννοια. Δηλαδή είναι ένας συνδυασμός πολιτικών, κοινωνικών και εθνικών παραγόντων. Για να συγκροτηθεί και να ενεργοποιηθεί ο περιβόητος ευρωπαϊκός Νότος ως φορέας μιας εν δυνάμει εναλλακτικής αντίληψης για την Ευρώπη, πρέπει να αλλάξουν συσχετισμοί διακρατικοί, συσχετισμοί κοινωνικοί και συσχετισμοί ιδεολογικοπολιτικοί μέσα στην Ευρώπη.
Και είχα επίσης την ευκαιρία να μετάσχω στη Λειψία, στη συγκρότηση ενός νέου δικτύου διεθνούς προοδευτικών σοσιαλιστικών κομμάτων και οργανώσεων, στην «Προοδευτική Συμμαχία», που έθεσε στο κέντρο της προσοχής του την παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση, κάτι που δεν αφορά μόνο το τραπεζικό σύστημα, τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, τους οίκους αξιολόγησης ή τους φορολογικούς παραδείσους, αλλά κάτι που αφορά το πολλαπλό dumping που συμβαίνει παγκοσμίως, δηλαδή αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ κρατών και εθνικών οικονομιών. Που είναι dumping ενεργειακό -είναι άλλο να έχεις πυρηνική ενέργεια και άλλο να μην έχεις- ένα dumping το οποίο είναι εργασιακό, κοινωνικό και κυρίως ένα damping επιτοκίων που είναι το κρισιμότερο απ' όλα γιατί είναι η μήτρα που αναπαράγει τις ανισότητες και τις διευρύνει.
Είναι τελείως διαφορετικό μια χώρα να δανείζεται με μηδενικά επιτόκια, όπως η Γερμανία, και μια χώρα να πρέπει να δανειστεί με 6%, όπως τόλμησε τώρα η Πορτογαλία. Και είναι άλλο οι επιχειρήσεις μιας χώρας να δανείζονται με 2,5% και άλλο με 8 ή 9%.
Το μεγάλο όμως ερώτημα το οποίο τίθεται και το οποίο έθεσα κι εγώ στη Λειψία, είναι: Ποιος αποφασίζει για ποιον στην Ευρωζώνη; Γιατί αποφασίζουν κάποιες Κυβερνήσεις για άλλους λαούς. Υπάρχουν Κυβερνήσεις που απολογούνται στο εκλογικό τους σώμα, στο Κοινοβούλιό τους, που διεκδικούν και κατακτούν την ψήφο του λαού τους, αλλά αυτές νιώθουν αρμόδιες να αποφασίζουν γενικά για την Ευρώπη και για το τι συμβαίνει σε άλλους λαούς, σε άλλες εθνικές οικονομίες. Και η Ελλάδα έχει ζήσει στο πετσί της αυτή τη μεγάλη αντίφαση, δηλαδή την κατάλυση των βασικών αρχών και κανόνων λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.
Είχαμε την ευκαιρία να τα πούμε αυτά και στη συνάντηση των ηγετών των ευρωπαϊκών Σοσιαλιστικών Κομμάτων στη Λειψία, να ακούσουμε το σύνολο των Σοσιαλιστών Πρωθυπουργών που ηγούνται Κυβερνήσεων συνεργασίας, γιατί μονοκομματική σοσιαλιστική κυβέρνηση υπάρχει μόνο στη Γαλλία, σε όλες τις άλλες χώρες, σοσιαλιστές Πρωθυπουργοί λίγοι -τέσσερις όλοι κι όλοι- ηγούνται Κυβερνήσεων συνεργασίας εν μέσω των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε για τα πολιτικά καθήκοντα που έχει το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και Κίνημα ενόψει των ευρωπαϊκών εκλογών του Μαΐου του 2014 όπου θα διεκδικήσει τη θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο όνομα του Μάρτιν Σουλτς: Πρώτον, γιατί θέλαμε να συνδυάσουμε τη θεσμική του ιδιότητα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και δεύτερον, γιατί όπως είχα την ευκαιρία να πω είναι πολύ καλό ένας Γερμανός να είναι αυτός που θα εκφέρει το νέο λόγο, το ριζοσπαστικό, προοδευτικό και ολοκληρωμένο λόγο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Ένα λόγο που μπορεί να αναδείξει μια άλλη εικόνα για την Ευρώπη και μια άλλη εικόνα για τη Γερμανία μέσα στην Ευρώπη, για μια ευρωπαϊκή Γερμανία.
Και θα έχουμε την ευκαιρία να συνεχίσουμε τη διαβούλευση αυτή μεταξύ των νοτίων Κομμάτων στο Παρίσι στις 14 και 15 Ιουνίου και μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων στη Σόφια στις 21 Ιουνίου.
Αυτό όμως που κυριαρχεί στην Ευρωζώνη -ας το πούμε ανοιχτά φίλες και φίλοι- είναι ο φόβος. Τι φοβάται η Ευρωζώνη; Μήπως φοβάται την επέκταση της κρίσης στην Κύπρο ή τη Σλοβενία; Όχι βέβαια. Είναι πολύ μικρά τα μεγέθη αυτά. Φοβάται την κρίση χρέους στον σκληρό πυρήνα της, στις μεγάλες χώρες που μπορεί να έχουν οι περισσότερες από αυτές ελεγχόμενο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά έχουν χρέος τεράστιο σε απόλυτα μεγέθη και άρα εξίσου τεράστιες ανάγκες δανειοδότησης. Φοβάται την κοινωνική κρίση, κυρίως την ανεργία των νέων, και την κρίση του ευρωσκεπτικισμού που είναι μια κρίση νομιμοποίησης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ελλάδα συνεπώς εφαρμόζει μια στρατηγική που ανταποκρίνεται σε μία διπλή επιτακτική ανάγκη:
Στην ανάγκη να βγει η ίδια η χώρα από την κρίση, να ανακτήσει την ισοτιμία της
Στην ανάγκη να θωρακιστεί η Ελλάδα σε σχέση με τις διεθνείς εξελίξεις και τις εξελίξεις στην ίδια την Ευρωζώνη.
Παρά ταύτα, πιστεύω βαθιά ότι αυτή η Ευρώπη, η πολιτικά συντηρητική και οικονομικά νεοφιλελεύθερη, αυτή η Ευρώπη με τις αντιφάσεις τις καθυστερήσεις, τους δισταγμούς, τις ανακολουθίες, τις εσωτερικές ανισότητες των κρατών-μελών, είναι το καλύτερο γήπεδο που υπάρχει διεθνώς, αν δούμε μακροσκοπικά την κατάσταση σε όλες τις ηπείρους.
Υπάρχει βέβαια και μια άλλη αντίληψη που εκφέρεται με δυο εκδοχές: μια αριστερή παλαιοκομμουνιστική συνήθως και μια δεξιά, που έχουν ως κοινό παρανομαστή την εμμονή στο σενάριο της καταστροφής.
Είναι πολλοί που λένε ότι ματαιοπονούμε γιατί ούτως ή άλλως είτε η Ελλάδα θα αναγκαστεί να βγει από την Ευρωζώνη, είτε η Ευρωζώνη θα διαλυθεί αναγκαστικά, Και θα συμβεί αυτό πώς και πότε; Αφού ο ελληνικός λαός θα έχει υποβληθεί σε τεράστιες θυσίες, αφού θα έχουμε βελτιώσει τα δημοσιονομικά και μακροικονομικά μας μεγέθη και αφού οι εταίροι μας θα έχουν κι αυτοί εκτεθεί σε μεγάλους οικονομικούς κινδύνους που ξεπερνούν τα 500 δισ. ευρώ, εάν λάβει κανείς υπόψη του τα 240 δισ. ευρώ του δανείου, τα 130 δισ. ευρώ της χρηματοδότησης των Τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τα άλλα 130 δισ. ευρώ της μείωσης του χρέους που έχουν αφαιρεθεί, όχι άδικα, από τον παγκόσμιο ιδιωτικό τομέα μέσα από τις διαδικασίες που έχουμε ακολουθήσει.
Φίλες και φίλοι, το μέλλον του ευρώ και άρα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης συνολικά θα κριθεί πολιτικά. Γι' αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία εμείς να είμαστε θωρακισμένοι και ειδικά εμείς το ΠΑΣΟΚ, οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές στην Ελλάδα να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε τον συσχετισμό που θα αναδείξει το ρόλο του Νότου στην Ευρώπη, την εναλλακτική πρόταση.
Η Ελλάδα μετά από 6 χρόνια ύφεσης
Έχοντας κατά νου το ευρωπαϊκό πλαίσιο μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα ποια είναι η κατάσταση στην Ελλάδα μετά από έξι χρόνια ύφεσης. Γιατί η ύφεση άρχισε σιωπηλά και ύπουλα το 2008 δεν άρχισε το 2010 και μετά από τρία χρόνια εφαρμογής του προγράμματος προσαρμογής.
Ας πούμε ξανά γνωστά πράγματα, γιατί κάποιοι κάνουν σαν να μην τα γνωρίζουν. Η Ελλάδα βρέθηκε στα τέλη του 2009 μπροστά στο τραγικό δίλημμα μιας απαράσκευης χώρας. Η χώρα ήταν απαράσκευη όχι μόνο δημοσιονομικά, αλλά παραγωγικά, θεσμικά, κοινωνικά, από πλευράς νοοτροπίας.
Δεν υπήρχε καλή και κακή επιλογή τότε. Υπήρχε μια επιλογή κακή με διαβαθμίσεις και μια επιλογή απολύτως καταστροφική. Δεν υπήρχε λύση καλύτερη και ευκολότερη, παρά στις αποχρώσεις. Επαναλαμβάνω: δεν υπήρχε και δεν υπάρχει σχέδιο Β.
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι δεν θα κάναμε ποτέ μόνοι μας αυτές τις επιλογές και κυρίως τις δημοσιονομικές, οι οποίες υπαγορεύτηκαν από την ανάγκη να επιβιώσει η χώρα και να μην υποστεί την απόλυτη ταπείνωση. Δεν έχεις άλλες επιλογές με πρωτογενές έλλειμμα 12% του ΑΕΠ, 24 δισ. ευρώ. Η άμεση ισοσκέλιση θα προκαλούσε σοκ το οποίο δεν μπορεί να φανταστεί κανείς Έλληνας, δεν έχει σχέση με το σοκ της Κύπρου, είναι εκατό φορές χειρότερο.
Αλλά ας πούμε την πλήρη αλήθεια. Δεν θα κάναμε μόνοι μας -εάν δεν υπήρχε η απειλή της χρεοκοπίας και ο εκβιασμός του δανεισμού- ούτε τις αναγκαίες κινήσεις στις διαρθρωτικές αλλαγές, τις κινήσεις που απελευθερώνουν τη χώρα τις παραγωγικές της δυνάμεις, τις κινήσεις που σπάνε αγκυλώσεις, συντεχνιακές πρακτικές, βολέματα. Δεν ήταν εύκολο για το πολιτικό σύστημα ούτε για την ίδια την κοινωνία να πάρει τέτοιες αποφάσεις.
Πρέπει πάντα να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στον πρώτο πυλώνα που ήταν μια ανεπεξέργαστη δημοσιονομική προσαρμογή, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, με σκληρές πολιτικές λιτότητας, χωρίς περικοπή χρέους εξαρχής, όπως έπρεπε να γίνει και το δεύτερο πυλώνα των διαρθρωτικών αλλαγών, της ανταγωνιστικότητας, της απελευθέρωσης των εθνικών δυνάμεων.
Αν δείτε τις διαφορές ανάμεσα στο πρώτο Πρόγραμμα Στήριξης του Μαΐου του 2010 και το δεύτερο πρόγραμμα του Φεβρουαρίου του 2012, καταλαβαίνετε τι έπρεπε να έχει γίνει εξαρχής που δεν έγινε αντιληπτό από τους εταίρους μας. Πολύ μεγαλύτερο δάνειο, πολύ ευνοϊκότεροι όροι, πολύ μεγαλύτερος χρόνος και μείωση του δημοσίου χρέους.
Τώρα, πώς φτάσαμε ώς εδώ; Με τους κόπους και τις θυσίες του ελληνικού λαού αναμφίβολα, αλλά και με το πολιτικό κόστος, την αποφασιστικότητα, την ταλαιπωρία, την ηθική, συναισθηματική και πολιτική του δικού μας πολιτικού χώρου, των δικών μας ανθρώπων.
Ποιος δικαιούται συνεπώς να κάνει μαθήματα υπευθυνότητας και συνέπειας στο ΠΑΣΟΚ; Κανείς, φαντάζομαι. Μπορούμε να μιλήσουμε εμείς καλύτερα από κάθε άλλον για το ποια είναι η εικόνα της Ελλάδας σήμερα.
Σε δημοσιονομικό και χρηματοοικονομικό επίπεδο όλα τα βασικά μεγέθη έχουν βελτιωθεί εντυπωσιακά με την εκκρεμότητα του χρέους για το οποίο υπάρχει ειλημμένη απόφαση και πολιτική δέσμευση των εταίρων μας ότι θα περικοπεί ακόμη μια φορά, για να είναι απολύτως βιώσιμο όχι μόνο το 2020 ή το 2022 αλλά για τα επόμενα πολλά χρόνια.
Ξεκινήσαμε με ένα δημοσιονομικό έλλειμμα 16% το 2009 και το 2012 η χώρα εμφάνισε αποτελέσματα καλύτερα από τα προβλεπόμενα, 6% έλλειμμα. Και το γεγονός ότι αποκτούμε ξανά ένα τραπεζικό σύστημα που μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει προς όφελος της οικονομίας αναπτυξιακά και όχι προς όφελος των διοικήσεων των τραπεζών ή των παλαιών μετόχων, είναι εξαιρετικά σημαντικό, γιατί τέτοιο παλαιού τύπου πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης και ανασυγκρότησης δεν πρόκειται να υπάρξει.
Έχω πει εδώ και αρκετές μέρες ότι και επάνοδο στις αγορές θα πετύχει η Ελλάδα. Το θέμα είναι αυτό να γίνει με τα σωστά επιτόκια και τους σωστούς όρους και όχι για λόγους εντυπωσιασμού.
Η πραγματική οικονομία
Η κατάσταση όμως στην πραγματική οικονομία δεν εμφανίζει τα χαρακτηριστικά που εμφανίζει η κατάσταση σε δημοσιονομικό και χρηματοοικονομικό επίπεδο.
Βεβαίως, υπάρχουν πολλοί θετικοί οιωνοί. Είναι πολύ σημαντικό αυτό που θα συμβεί φέτος στον ελληνικό τουρισμό αρκεί να διαχυθεί στις περιοχές και τους κλάδους όπως πρέπει. Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε άνοδο των εξαγωγών και να τείνουμε σε ισοσκέλιση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας.
Αλλά σε πάρα πολλούς κλάδους της οικονομίας οι επιχειρήσεις είναι στο όριο της αντοχής τους, έχουν ανάγκη από στήριξη τραπεζική και στήριξη μέσω των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ. Έχουν ανάγκη από πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Η στήριξη στις επιχειρήσεις δε είναι και στήριξη υφισταμένων θέσεων εργασίας. Η παρέμβαση στον τομέα αυτό είναι ζωτική ανάγκη για την κοινωνία εάν θέλουμε να ανακόψουμε την ανεργία.
Και βέβαια, το μεγάλο θέμα είναι η κοινωνική συνοχή, η υπερχρέωση, η νέα φτώχεια, κυρίως η ανεργία. Η ανεργία είναι το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας, το μεγάλο πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από τις 8 Φεβρουαρίου -δυστυχώς τόσο καθυστερημένα- του 2013, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει αναδείξει με απόφασή του ως θεμελιώδη στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων. Έχει διαθέσει όμως για το σκοπό αυτό 6 δισ. ευρώ, γιατί 6 δισ. ευρώ χρειάζεται η Ελλάδα τα επόμενα 3 χρόνια για το δικό της πρόγραμμα ανάσχεσης της ανεργίας.
Και βεβαίως εκτός από την πραγματική οικονομία και την κοινωνική συνοχή έχουμε και το κράτος, στο οποίο πρέπει ακόμη να γίνουν πολλά, πάρα πολλά για να αποκτήσει η Ελλάδα ένα κράτος λειτουργικό, φιλικό για τον πολίτη και την ανάπτυξη, ένα κράτος που να λειτουργεί ως παράγοντας απελευθέρωσης της οικονομίας και της κοινωνίας.
Δυστυχώς, όμως, και ο ιδιωτικός τομέας και η κοινωνία των πολιτών, όπως έχουμε πει, από το κράτος, το κακό κράτος, τα περιμένει όλα. Και μόνο αν συνεγερθούν όλες οι δυνάμεις, οι οικονομικές και κοινωνικές μπορούμε να πετύχουμε την αλλαγή και στο κράτος.
Οριστική και ασφαλής έξοδος από την κρίση
Φίλες και φίλοι, η οριστική και ασφαλής έξοδος από την κρίση μπορεί να επιτευχθεί μόνο εφόσον κινηθούμε σε όλα αυτά τα επίπεδα. Και μπορούμε να κινηθούμε. Και γιατί υπάρχουν σημαντικές θετικές ενδείξεις παρά τα ανοιχτά μέτωπα. Αλλά και γιατί υπάρχει αυτή τη στιγμή μια δύναμη πυρός, πολιτικής και επικοινωνιακής στήριξης της πολιτικής εξόδου από την κρίση, της κυβερνητικής πολιτικής δηλαδή που είναι συνέχεια της δικής μας. Μια τέτοια στήριξη δεν υπήρχε την κρίσιμη περίοδο που εμείς διαχειριζόμασταν τις τύχες της χώρας ως κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αλλά και ως κυβέρνηση συνεργασίας του Λουκά Παπαδήμου, δεν υπήρχε την κρίσιμη περίοδο της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στον Ιούλιο του 2011 και το Φεβρουάριο του 2012.
Και δεν εννοώ ένα μέτωπο στήριξης μόνο εσωτερικό, πολιτικό και επικοινωνιακό –επαναλαμβάνω– εννοώ και τις διεθνείς διατυπώσεις. Γιατί κάναμε όλο αυτό τον αγώνα μόνοι μας υπό τη συνεχή απειλή του Grexit, της εξόδου της χώρας από το ευρώ, που στην πραγματικότητα υπονόμευε κάθε προσπάθεια και καθιστούσε κάθε βήμα μας δύσκολο και επίπονο.
Το μεγάλο θέμα είναι τώρα η αντοχή των επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας και η αποτροπή του κινδύνου της άνεργης ανάπτυξης, του jobless growth, που είναι αυτή τη στιγμή το φάντασμα που πλανάται σε όλη την Ευρώπη.
Υπάρχει κόπωση στην κοινωνία, ευρωσκεπτικισμός και παθητική αντιμετώπιση του κινδύνου του εκφασισμού. Αυτά είναι τα μεγάλα προβλήματα που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας, αν θέλουμε πράγματι η χώρα να περάσει από το μνημόνιο σε ένα πραγματικό εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης.
Με αυτό το σκεπτικό, το ΠΑΣΟΚ ζήτησε προεκλογικά συνεργασία όλων των υπεύθυνων φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων και συνέπραξε και συμπράττει στην κυβέρνηση και στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία που υπάρχει σήμερα, γιατί αυτή ήταν λύση ευθύνης και ανάγκης.
Σας θυμίζω δε, γιατί και αυτό το ξεχνάμε, ότι ήδη μετά τις εκλογές του Μαΐου, πολύ πριν τις εκλογές του Ιουνίου αλλά και μετά τις εκλογές του Ιουνίου, το ΠΑΣΟΚ είχε προτείνει τη συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ στο κυβερνητικό σχήμα, εφόσον αυτός θα έκρινε ότι είναι μια φιλοευρωπαϊκή και υπεύθυνη πολιτική δύναμη που δεν θέλει να κρυφτεί πίσω από το πέπλο της ανεύθυνης δημαγωγίας και της αντιμνημονιακής τυφλότητας.
Το ΠΑΣΟΚ στην τρικομματική κυβέρνηση συνεργασίας
Η κυβέρνηση πορεύεται αυτούς τους 12 μήνες έχοντας αναμφίβολα καταγράψει θετικά σημεία αλλά έχοντας αναδείξει και σημαντικά προβλήματα. Αναφέρθηκα στην ουσία της οικονομικής πολιτικής. Ποια είναι τα προβλήματα; Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως η Νέα Δημοκρατία νομίζει ότι η κυβέρνηση αυτή είναι μια δική της μονοκομματική κυβέρνηση. Δεν το νομίζει πάντα, δεν το νομίζουν όλα τα στελέχη της, αλλά βρισκόμαστε πολύ συχνά αντιμέτωποι με το πρόβλημα αυτό.
Και η ΔΗΜΑΡ, ο τρίτος εταίρος που ζει μια νέα εμπειρία συμμετοχής σε ένα κυβερνητικό σχήμα ευθύνης, θέλει να μετέχει στη νομή της εξουσίας αποφεύγοντας, τις πιο κρίσιμες στιγμές, τα βάρη των δύσκολων αποφάσεων.
Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται συχνά δυσλειτουργίες στην κυβέρνηση και τη Βουλή που είναι το φόρουμ στο οποίο πρέπει να αναδεικνύονται οι πολιτικές προτάσεις και οι πολιτικές διαφωνίες.
Το ΠΑΣΟΚ λειτουργεί ως παράγοντας σταθερότητας, ευθύνης και σοβαρότητας. Επαναλαμβάνω ότι συνεργαζόμαστε με τη Νέα Δημοκρατία και το λέω αυτό γιατί πάντα υπάρχει ένα πρόβλημα ιστορικό, πολιτιστικό, αισθητικό, ιδεολογικό για τη συνεργασία των δύο παραδοσιακών πόλων που συγκρούστηκαν στη μεταπολίτευση εκφράζοντας διαφορετικές αντιλήψεις.
Συνεργαζόμαστε με τη Νέα Δημοκρατία αλλά δεν ταυτιζόμαστε ούτε ιδεολογικά, ούτε αξιακά, ούτε πολιτικά, ούτε αισθητικά, ούτε ιστορικά. Είμαστε καλόπιστοι αλλά διατηρούμε και τη μνήμη μας και τη λογική μας. Και δεν ανεχόμαστε μια ανιστόρητη, κουτοπόνηρη και άδικη κατανομή του κόστους και του οφέλους σε σχέση με τα πεπραγμένα της κυβέρνησης, αλλά και τα πεπραγμένα της χώρας.
Ποιος μπορεί να μας κουνάει το χέρι στο όνομα της ευθύνης; Κανείς.
Ποιος μπορεί να ισχυρίζεται ότι η χώρα δεν πήγαινε καλά και πηγαίνει καλά τώρα γιατί αντικαταστάθηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου από την κυβέρνηση Σαμαρά; Κατά τη γνώμη μου κανείς. Αλλά σίγουρα όχι όποιος προκάλεσε τις εκλογές και την καθυστέρηση διεκδικώντας αυτοδυναμία και εφαρμόζοντας τώρα την πολιτική που είχε καταγγείλει στην αντιμνημονιακή του περίοδο. Και σίγουρα όχι κάποιος που καταψήφισε το Φεβρουάριο του 2012 το δεύτερο Πρόγραμμα Στήριξης, ψήφισε «παρών» το Νοέμβριο του 2012 στην επιβεβαίωση του Προγράμματος, αλλά αποδέχεται τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης και τον Προϋπολογισμό.
Το ΠΑΣΟΚ διατύπωσε εξ αρχής ολοκληρωμένες προτάσεις για τη διαπραγμάτευση που έγινε μεταξύ Ιουλίου και Νοεμβρίου, όταν διεκδικούσαμε να επιβεβαιώσουμε τη συμφωνία του Φεβρουαρίου που ήταν γραμμένη, υπογεγραμμένη και με ρήτρα βαθύτερης ύφεσης.
Και τώρα, όταν εμφανίστηκε ξανά το πρόβλημα με πιθανά μέτρα για το 2015-16, εμείς νιώθουμε ότι δικαιούμαστε να πούμε ότι όχι, δε μπορούν να ληφθούν άλλα δημοσιονομικά μέτρα και ότι μόνον μέσα από την ανάπτυξη, μέσα από την αύξηση του παρανομαστή του κλάσματος και μέσα από την περαιτέρω μείωση του δημοσίου χρέους μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί το πρόβλημα αυτό και να διασφαλιστεί η οριστική έξοδος της χώρας από το μνημόνιο και την κρίση.
Και αυτά δεν τα λέμε εμείς, μεταξύ Ελλήνων σε τηλεοπτικές εκπομπές. Τα λέμε αντιμετωπίζοντας την τρόικα και όλους τους διεθνείς παράγοντες στις επαφές που κάνουμε συνεχώς, συστηματικά και επίμονα για να προωθήσουμε τα εθνικά συμφέροντα.
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε, είναι ότι οι συγκροτημένες, υπεύθυνες, τεκμηριωμένες προτάσεις μας, προκαλούν πολύ συχνά ενόχληση, κυρίως στη Νέα Δημοκρατία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα καθυστερήσεις και μια λίγο παιδαριώδη προσπάθεια οικειοποίησης των προτάσεών μας μέσα από την καθυστέρηση.
Αξιώνουμε σεβασμό στους κανόνες που πρέπει να διέπουν ένα σχήμα κυβερνητικής συνεργασίας που υπηρετεί μια στρατηγική εθνικής ανάγκης. Και εξηγούμαι: Δεν είναι δυνατόν το ΠΑΣΟΚ να πρέπει να καταβάλλει αγωνιώδη προσπάθεια στη Βουλή με πιέσεις, απειλές, εκβιασμούς, συγκρούσεις, προκειμένου να γίνει δεκτή τροπολογία που αφορά τα προγράμματα ανάσχεσης της ανεργίας.
Και τα προγράμματα δημιουργίας 200.000 προσωρινών θέσεων εργασίας για ανέργους κυρίως νέους και κυρίως από οικογένειες χωρίς κανέναν εργαζόμενο, και τα προγράμματα στήριξης υφισταμένων θέσεων με διαφανή τρόπο, αυτόματο, υπό την εγγύηση του ΑΣΕΠ χωρίς παρεμβολή ενδιαμέσων φορέων και παραγόντων.
Είναι αστείο να πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε να πείσουμε για το αυτονόητο. Είναι πραγματικά ανιστόρητο και μυωπικό ν’ αντιμετωπίζουμε το επιχείρημα ότι ήδη η αγορά εργασίας αυτορυθμίζεται και λύνει το πρόβλημα της απασχόλησης. Είναι σα να μην καταλαβαίνουμε τι γίνεται.
Είναι πραγματικά αστείο για την κατάσταση της χώρας και της κοινωνίας να διαβάζουμε στις χθεσινές εφημερίδες ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβάλλει αντιρρήσεις για την έγκριση του Προγράμματος Κοινωφελούς Εργασίας που θα δώσει τις πρώτες 100.000 θέσεις για απόλυτα ανέργους και μετά ν’ ακούμε τον αρμόδιο Επίτροπο, να λέει ότι θα κάνει τα πάντα να εγκριθεί το πρόγραμμα αυτό, αρκεί να το υποστηρίξει η ίδια η κυβέρνηση και να μεταφερθούν οι πόροι του ΕΣΠΑ από τα Διαρθρωτικά Ταμεία στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο.
Δεν είναι δυνατόν όλη η Ευρώπη να μιλά για τα θέματα αυτά, δεν είναι δυνατόν η κεντρική συζήτηση να είναι για την ανεργία των νέων και ιδίως για την απόλυτη ανεργία και εμείς να παίζουμε στην Ελλάδα μικροκομματικά παιχνίδια στο εσωτερικό μιας κυβέρνησης που έχει εθνική υποχρέωση, αλλά και πολιτικό όφελος ν’ απαντήσει στη μεγαλύτερη αγωνία της ελληνικής κοινωνίας που είναι το ζήτημα της ανεργίας.
Μα, δε συνέβη το ίδιο με την πρότασή μας να θέσουμε τώρα το ζήτημα της μείωσης του ΦΠΑ στην εστίαση; Δεν πρέπει η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση να εφαρμοστεί με την έναρξη της θερινής περιόδου; Πριν από ένα μήνα θεωρήθηκε ότι αυτό είναι μια πρόταση εκτός των συμφραζομένων της διαπραγμάτευσης με την τρόικα.
Κι εχθές ο Υπουργός των Οικονομικών είπε ότι είμαστε στα πρόθυρα της αποδοχής της μείωσης. Προφανώς. Γιατί τα δημοσιονομικά δεδομένα της χώρας χάρις στην προσπάθεια που κάναμε, επιτρέπουν τώρα να γυρίσουμε στο χαμηλό συντελεστή στην εστίαση, καθώς η αύξηση ήταν μια αναγκαστική κίνηση που έγινε το Μάιο του 2011 προκειμένου η χώρα να μην κρεμαστεί στα μανταλάκια της διεθνούς οικονομικής κρίσης.
Μήπως δεν έχει γίνει το ίδιο στο περιβόητο «χαράτσι», για να το πω όπως το λέει όλος ο ελληνικός λαός, στο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Επιφανειών; Τι έχει υποστεί το ΠΑΣΟΚ και τι έχω υποστεί και προσωπικά ως Υπουργός Οικονομικών το Σεπτέμβριο του 2011 όταν μ’ ένα μέτρο 2 δισ. ευρώ, σώσαμε την παρτίδα για το νέο Πρόγραμμα, για τα 240 δισ. ευρώ του δανείου, για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2011, του 2012 και του 2013 τώρα;
Τα μέτρα του Νοεμβρίου, τα τελευταία που ψηφίστηκαν, ήταν 16 δισ. ευρώ. Και τώρα, αγωνιζόμαστε ν’ αντικαταστήσουμε το Ειδικό Τέλος Ακινήτων από τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων. Και επιμένουμε, αυτός ο Ενιαίος Φόρος Ακινήτων να είναι πιο δίκαιος, να είναι αναλογικός, να έχει αφορολόγητο όριο.
Κι έχουν υποχρέωση όλοι αυτοί που με ευκολία, δημαγωγική ευκολία, άσκησαν σκληρή έως χυδαία κριτική στις δικές μας επιλογές, να έρθουν τώρα και να στηρίξουν τις προτάσεις μας για τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων.
Έτσι φτάνουμε και στην υπόθεση του λεγόμενου αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, για το οποίο θα σας μιλήσω σε λίγο, όταν μιλήσω για το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής και το συνταγματικό τόξο. Λέω όμως από τώρα, ότι αυτή η δημόσια, ανεπίτρεπτη διαφωνία σε σχέση με την πορεία ενός νομοσχεδίου, επέβαλλε προ πολλού να επιληφθούν οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί.
Και η συνάντηση της Δευτέρας, με αφορμή το νομοσχέδιο αλλά και την κατάσταση της χώρας, στην πραγματικότητα έχει ως αντικείμενο τη συνολική αξιολόγηση της λειτουργίας της κυβέρνησης. Γιατί όταν αντιμετωπίζουμε τέτοια προβλήματα, πώς είναι δυνατό να λέμε πως δεν υπάρχει ζήτημα επικαιροποίησης της προγραμματικής συμφωνίας; Όταν η προγραμματική συμφωνία πρέπει να γίνει ένα Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης συμφωνημένο όχι μεταξύ των τριών κομμάτων, αλλά ευρύτατης στήριξης και αποδοχής, κατά κυριολεξία Εθνικό.
Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι μια κυβέρνηση συνεργασίας και ανάγκης λειτουργεί με άλλους όρους; Ότι και οι ρόλοι του Πρωθυπουργού και των Υπουργών είναι διαφορετικοί; Ότι πρέπει να φύγουμε από τα στερεότυπα των αυτοδύναμων μονοκομματικών κυβερνήσεων; Ότι βεβαίως υπάρχει ζήτημα και αξιολόγησης προσώπων και αξιοποίησης προσώπων;
Ή μήπως δε δικαιούται το ΠΑΣΟΚ να πει ότι τα μη πολιτικά πρόσωπα που υπέδειξε και που μετέχουν εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, είναι αθόρυβα, υποδειγματικά, παραγωγικά, συμβάλλουν στην προώθηση των θεμάτων στον τομέα τους χωρίς να δημιουργούν τριβές;
Φίλες και φίλοι, το Συνέδριό μας αποφάσισε και έχουμε υποχρέωση σεβασμού και εφαρμογής των αποφάσεών του: ότι δεν χαρίζουμε την υπόθεση αυτή της διακυβέρνησης του τόπου και της εξόδου από την κρίση, σε κανέναν.
Το ΠΑΣΟΚ από το 2009 έως τις εκλογές ήταν σε πολύ μεγάλο βαθμό αμφίθυμο. Ποτέ δεν ισορρόπησε πολιτικά, ηθικά, συναισθηματικά σε σχέση με την πορεία εξόδου της χώρας από την κρίση. Ποτέ δεν είπε ομόθυμα, σταθερά ότι «ναι, αυτό είναι και αυτό πρέπει να κάνουμε!». Πάντα υπήρχε μια αμφιβολία σε αρκετούς και αυτό διαπερνά και το στελεχικό δυναμικό και την κοινωνική μας βάση και τη μεγαλύτερη και τη μικρότερη από το 2009 έως το 2013.
Τα πράγματα είναι απλά. Τα είπαμε στο Συνέδριο τα αποφασίσαμε, αλλά πρέπει να τα ξαναλέμε για να τα εμπεδώνουμε. Η αποτυχία της Κυβέρνησης είναι αποτυχία εθνική, με τραγικές επιπτώσεις. Το ΠΑΣΟΚ μόνο να χάσει έχει, πρώτο αυτό θα χάσει σε περίπτωση αποτυχίας. Στην αποτυχία επενδύει συνειδητά ο ΣΥΡΙΖΑ και όλη η λεγόμενη αντιμνημονιακή αντιπολίτευση.
Η επιτυχία της Κυβέρνησης για να καταστεί επιτυχία της χώρας μπορεί να διασφαλιστεί μόνο εφόσον γίνουν αυτά που λέμε και γιατί απορρέουν από τις ζωτικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας, αλλά για να το πω πολύ απλά, και γιατί χωρίς το ΠΑΣΟΚ δεν σχηματίζεται πλειοψηφία.
Το εκλογικό σύστημα
Αυτό θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης και το ζήτημα του εκλογικού συστήματος. Διότι η χώρα έχει ένα εκλογικό σύστημα παλαιού τύπου και αντιμετωπίζει μια κατάσταση ανάγκης νέου τύπου. Το εκλογικό σύστημα έχει συμβάλλει στη δημιουργία της τεχνητής πόλωσης και άρα πρέπει να ακυρωθεί η τεχνητή πόλωση. Δεν μπορεί το μέλλον της χώρας να παίζεται κορώνα – γράμμα μεταξύ δυο τεχνητών πόλων που είναι η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ, λόγω εκλογικού συστήματος.
Δεν έχετε παρά να δείτε τους συσχετισμούς του Μαΐου του 2012 και τους συσχετισμούς του Ιουνίου του 2012 για να το καταλάβουμε αυτό πάρα πολύ απλά.
Τι συμπεράσματα βγάζουν όσοι διαβάζουν τις διάφορες δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται σχεδόν κάθε μέρα στην Ελλάδα; Ότι υπάρχει τί απέναντί μας;
Μια κοινωνία που έχει στόχο και κατεύθυνση ή μια αμήχανη κοινωνία, που παρακολουθεί με φόβο και παθητικότητα και ανέχεται ακόμη και τον εκφασισμό, όπως είπα;
Υπάρχει συσπείρωση γύρω από μια εθνική στρατηγική ή υπάρχει μια εθνική αμηχανία που πρέπει να τη μετατρέψουμε σε εθνική στρατηγική;
Υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα που έχει αρθεί στο ύψος των περιστάσεων ή μήπως υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα που παίζει μικρά παιχνίδια, ενώ αντιμετωπίζει μεγάλα ιστορικά προβλήματα;
Νομίζω ότι οι απαντήσεις είναι πάρα πολύ εύκολες. Υπάρχει εξαιρετικά επικίνδυνη απόσταση μεταξύ της πραγματικότητας της κοινωνικής και της οικονομικής, της εθνικής και της διεθνούς, και του τρόπου με τον οποίο κινείται η πολιτική ζωή της χώρας. Και αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί. Αλλιώς η χώρα βαδίζει ανεπίγνωστα.
Ποιο είναι το βασικό πρόβλημα; Αυτό που έχω πει. Το νόθο δίπολο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο. Το νόθο δίπολο, καλλιεργεί την τεχνητή πόλωση Νέας Δημοκρατίας – ΣΥΡΙΖΑ λόγω του εκλογικού bonus και λόγω της στρατηγικής εφόδου για κατάληψη της εξουσίας που διατηρεί με νύχια και με δόντια ο ΣΥΡΙΖΑ, παρ' ότι έχει αποτύχει στρατηγικά, σε όλα. Τι έχει να πει μετά την Κύπρο;
Παρ' όλα αυτά, η πόλωση κινείται σε μέσα επίπεδα, δεν υπάρχει πόλωση. Είναι επικοινωνιακού χαρακτήρα. Δεν εκφράζει την κοινωνία, δεν εκφράζει το εκλογικό Σώμα. Τι συγκαλύπτει το τεχνητό δίπολο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο; Την προηγούμενη φάση της Νέας Δημοκρατίας και της ΔΗΜΑΡ. Κρύβει το μέγεθος της μεταστροφής.
Τι ακόμη συγκαλύπτει; Τις τεράστιες εσωτερικές αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που αναδεικνύονται τώρα μέσα από τη διαδικασία μετασχηματισμού του σε Κόμμα. Διότι φυσικά η βάση του η εκλογική που είναι δανεική και προέρχεται κατά βάση από το ΠΑΣΟΚ, το κοινωνικό ΠΑΣΟΚ, το συνηθισμένο σε μια άλλη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας, δεν ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών και η ηγετική ομάδα είναι βαθιά διχασμένη ανάμεσα σε μια αντίληψη αντιευρωπαϊκή εκτός ευρώ, αντίληψη πλάνου Β, αντίληψη που εκφράζει το ΚΚΕ και ο κ. Αλαβάνος και μια αντίληψη δήθεν φιλοευρωπαϊκή η οποία όμως δεν έχει συνοχή και συνέπεια.
Τι συγκαλύπτει το τεχνητό δίπολο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο; Ακόμη και το ερμαφρόδιτο σχήμα ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ ως πρόταση διακυβέρνησης του τόπου. Και το χειρότερο; Συγκαλύπτει την αποδοχή της Χρυσής Αυγής ως αντιμνημονιακής δύναμης, που είναι το πρόσχημά της και η δήθεν νομιμοποίησή της.
Άρα, η υπέρβαση του Μνημονίου και η κατάργηση του τεχνητού διπόλου είναι αυτή που θα οδηγήσει στην εθνική ενότητα και στις πολιτικές και κοινωνικές προϋποθέσεις οριστικής υπέρβασης της κρίσης.
Το συνταγματικό τόξο κατά του ναζισμού
Γι' αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία η συσπείρωση του συνταγματικού τόξου κατά του ναζισμού της Χρυσής Αυγής. Αυτή τη στιγμή ζούμε την κωμικοτραγική επανάληψη της ιστορίας σε σχέση με το 1933 και το 1967. Ο Ηλίας Ηλιού έλεγε το 1967: «Υπάρχει ένας συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος που θα κάνει τη δικτατορία». Και δεν τον άκουγε κανείς. Ήταν το ανεπίγνωστο πολιτικό σύστημα.
Προχθές, στην εκδήλωση για τα 150 χρόνια του SPD τιμήθηκαν οι 93 βουλευτές που καταψήφισαν την Κυβέρνηση του Αδόλφου Χίτλερ στη γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή, στο Ράιχσταγκ της περιόδου εκείνης.
Δεν υπάρχει πιο επικίνδυνη αντίληψη από αυτή που λέει ότι η οικονομική κρίση γεννά τα φαινόμενα αυτά. Αν θέλετε να καταπολεμήσετε την Χρυσή Αυγή λύστε το οικονομικό πρόβλημα, την ανεργία, τη φτώχεια, τη μείωση των εισοδημάτων. Ναι, αυτό τι σημαίνει; Ότι η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου οδήγησε στο Ολοκαύτωμα; Ότι ήταν αναπόφευκτο; Ήταν αναπόφευκτο να πάμε στο έγκλημα της ναζιστικής θηριωδίας επειδή υπήρξε η οικονομική κρίση; Επειδή υπήρξε το κραχ του ’29 ή η Συνθήκη των Βερσαλλιών με ταπεινωτικούς όρους για τη Γερμανία;
Και γιατί υπάρχουν ναζιστικά μορφώματα, ακροδεξιά, σε χώρες που δεν είναι σε κρίση, όπως η Ολλανδία ή η Αυστρία; Και γιατί σε άλλες χώρες σε κρίση η αντίδραση εκδηλώνεται εθνικιστικά, διαλυτικά, όπως συμβαίνει στην Ισπανία και όχι με ακροδεξιά μορφώματα;
Έχουμε διεθνή υποχρέωση να εφαρμόσουμε μέτρα. Να εφαρόσουμε την απόφαση πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, να απαντήσουμε στις καταγγελίες που κάνει εις βάρος της χώρας η έκθεση του State Department. Να καταλάβουμε ότι η αυστριαλιανή Κυβέρνηση είπε ότι «δεν δέχομαι στελέχη της Χρυσής Αυγής στην επικράτειά μου». Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε όταν συναντούμε ξένους πολιτικούς και ξένα μέσα ενημέρωσης είναι η Χρυσή Αυγή; Γιατί; Τι είναι όλα αυτοί; Αφελείς;
Η συζήτηση για το νομοσχέδιο αυτό δημιουργεί μια κακή εικόνα που αδικεί την Κυβέρνηση και το πολιτικό πλαίσιο συγκρότησης και λειτουργίας της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Αλλά αυτό δεν έχει προκύψει ως πρόβλημα τις τελευταίες δέκα μέρες. Η καθυστέρηση είναι πολύμηνη και γι' αυτό αναγκαστήκαμε εμείς εδώ και πολύ καιρό να καταθέσουμε πρόταση νόμου για να καλύψουμε το κενό της νομοθετικής πρωτοβουλίας της Κυβέρνησης και να πιέσουμε την Κυβέρνηση να καταθέσει σχετικό νομοσχέδιο.
Και είναι ανεπίτρεπτες, αλαζονικές τοποθετήσεις που προκαταλαμβάνουν τη Βουλή. Η επίκληση της δύναμης ενός Κόμματος που όταν γίνεται από το μεγαλύτερο Κόμμα μιας συνεργασίας, είναι μέγιστο πολιτικό λάθος. Γιατί τότε μπορεί ο καθένας να επικαλείται το κρίσιμο κοινοβουλευτικό του μέγεθος και αυτό οδηγεί σε αδιέξοδο.
Ο δε χειρισμός ότι αρκεί η υφιστάμενη νομοθεσία, δεν λαμβάνει υπόψη του το συμβολισμό μιας νομοθετικής πράξης της Βουλής. Με τον ισχυρισμό δε ότι αρκεί η υφιστάμενη νομοθεσία, καθίστανται περιττά τα 2/3 τουλάχιστον των εισαγόμενων και ψηφιζόμενων νομοσχεδίων γιατί όλα μπορούν να ρυθμιστούν ερμηνευτικά, με βάση τις ισχύουσες διατάξεις.
Το 1979 είχαμε Χρυσή Αυγή με τέτοια θρασεία συμπεριφορά στη Βουλή; Είχαμε βουλευτές που οπλοφορούν; Είχαμε υποκατάσταση της Αστυνομίας και έλεγχο ταυτοτήτων έξω από λαϊκές αγορές ή μέσα σε ναούς; Είχαμε εφόδους σε Νοσοκομεία για να συλλαμβάνονται αποκλειστικές νοσοκόμες; Είχαμε αιμοδοσία μόνο για Έλληνες;
Ναι, η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει πρόβλημα ανασφάλειας και ναι, πρέπει να εφαρμοστεί το ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την αντιμετώπιση του προβλήματος της μετανάστευσης. Αλλά ασφάλεια θα προσφέρουν οι θεσμοί της δημοκρατίας και οι αρμόδιες Υπηρεσίες, όχι οι αυτόκλητοι τραμπούκοι.
Και καλώ και τους άλλους θεσμούς να αναλάβουν την ευθύνη τους γιατί κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. Με εξαίρεση ορισμένους Δήμους χρειάζεται μεγαλύτερη αντίδραση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της Δικαιοσύνης, καθαρότερος λόγος εκ μέρους της Εκκλησίας. Οι ανεξάρτητες Αρχές πρέπει να κινητοποιηθούν, η Κοινωνία των Πολιτών, οι διανοούμενοι. Υπάρχουν μέσα ενημέρωσης που υποτίθεται ότι είναι έγκυρα, παίζουν επικίνδυνο και ύπουλο παιχνίδι προβολής και υποστήριξης της Χρυσής Αυγής και ποδοσφαιροποιούν την πολιτική.
Η συμμετοχή στη Χρυσή Αυγή συνιστά συγκρότηση ταυτότητας που έχει ως βάση την απέχθεια κατά του πολιτικού συστήματος με επιχείρημα τη διαφθορά του και αυτό νομιμοποιεί τη βία, την αυτοδικί I-Reporter
Φίλες και φίλοι, σαν σήμερα πριν από ένα χρόνο, η χώρα βρισκόταν στο ενδιάμεσο των διπλών εκλογών του Μαΐου και του Ιουνίου του 2012. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στους εαυτούς μας και απέναντι στον ελληνικό λαό, ένα χρόνο μετά αυτή τη διπλή εκλογική αναμέτρηση που έγινε με πλήρη γνώση της κατάστασης, να πούμε ποια είναι η εικόνα της χώρας.
Και το πρώτο ερώτημα που πρέπει να θέσουμε 12 μήνες μετά, είναι: Γιατί έπρεπε η χώρα να οδηγηθεί σε εκλογές, αμέσως μετά τη συμφωνία για το νέο πρόγραμμα στήριξης του Φεβρουαρίου του 2012 και τη δραστική εντυπωσιακή μείωση του Δημοσίου χρέους του Μαρτίου του 2012;
Η απάντηση -για να είμαστε καθαροί και ειλικρινείς- είναι ότι αυτό συνέβη γιατί κάποιοι ακόμη τότε σκέφτονταν με παλαιούς πολιτικούς όρους, αναζητούσαν την αυτοδυναμία μιας μονοκομματικής Κυβέρνησης, σε αντίθεση με εμάς που μιλούσαμε ήδη από τότε για το στόχο της αυτοδύναμης Ελλάδας και για την ανάγκη συνεργασίας όλων των υπεύθυνων ευρωπαϊκών δυνάμεων, που αντιλαμβάνονται την κατάσταση ανάγκης και είναι διατεθειμένες να συμμετάσχουν στο τεράστιο ιστορικό βάρος της διαχείρισης και της υπέρβασης της κρίσης.
Υπήρχε, από την άλλη μεριά, η στρατηγική της ανεπίγνωστης αντιμνημονιακής εφόδου που εξέφραζε τότε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος νόμιζε ότι στα τυφλά θα κατακτήσει την εξουσία για να εφαρμόσει ένα ανύπαρκτο Σχέδιο Β.
Το γεγονός ότι η χώρα επέλεξε τη διαδικασία των εκλογών, και μάλιστα των διπλών, είχε αρνητικές επιπτώσεις: αμφισβητήθηκε η ικανότητα και η βούληση της Ελλάδας να εφαρμόσει το πρόγραμμα, μετά από ένα εντυπωσιακό πακέτο στήριξης που δεν πρόκειται να ξαναδοθεί σε χώρα–μέλος της Ευρωζώνης.
Υπήρξε σοβαρή καθυστέρηση στην εφαρμογή του προγράμματος, στην εκταμίευση των δόσεων, στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, ιδίως των επιχειρήσεων και αυτό συνέβη αφού είχαμε πάρει μεταξύ Μαρτίου και Μαΐου πριν τις εκλογές, μια γιγαντιαία δόση 75 δισ. ευρώ, η οποία φαντάζει κολοσσιαία όταν τώρα συζητούμε για δόσεις των 2, 3, 5, 7 δισ. ευρώ.
Και βέβαια, τότε δεν είχε γίνει κοινή συνείδηση του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας πόσο μεγάλη σημασία έχει η ρήτρα της βαθύτερης ύφεσης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιμήκυνση της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής.
Το χειρότερο όμως που συνέβη είναι ότι λόγω των εκλογών διατηρήθηκε και οξύνθηκε το νόθο μέτωπο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο, παρά την αλλαγή της σύνθεσής του και τη διεύρυνση στήριξης της εθνικής στρατηγικής, λόγω της οριστικής μεταστροφής της Νέας Δημοκρατίας και της προσχώρησης της ΔΗΜΑΡ στη γραμμή της ευθύνης.
Το γεγονός όμως ότι η χώρα κατέφυγε σε εκλογές είχε και πολλά θετικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τη σημασία των εκλογών στη δημοκρατική και νομιμοποιητική τους διάσταση. Γιατί λόγω των εκλογών τέθηκαν ενώπιον του εκλογικού σώματος καθαρά διλήμματα και δόθηκε καθαρή εντολή για την εφαρμογή μιας στρατηγικής, την ιστορική ευθύνη για τη συγκρότηση της οποίας έχει αναμφίβολα το ΠΑΣΟΚ.
Και σίγουρα πρέπει να πούμε ότι δυο μεγάλες πολιτικές εξελίξεις σηματοδοτούν τους 12 μήνες από τις εκλογές έως σήμερα:
- η πλήρης συνειδητοποίηση, ακόμη και από τους πιο κακόπιστους, ότι ούτε υπήρχε ούτε υπάρχει Σχέδιο Β γιατί η κυπριακή εμπειρία έδωσε σκληρή, αποστομωτική απάντηση σε μια ολόκληρη μυθολογία, συνωμοσιολογία, ωραιοποίηση, σε μια δημαγωγία, σε ένα ακατάσχετο λαϊκισμό που δηλητηριάζει την ψυχή και το νου του ελληνικού λαού.
- Και, δεύτερον, ότι χάρις στις θυσίες του ελληνικού λαού, αλλά και τους φόβους της Ευρωζώνης άλλαξαν οι διατυπώσεις των εταίρων μας σε σχέση με την Ελλάδα και άρα η εικόνα που δημιουργείται διεθνώς σε σχέση με την Ελλάδα.
Πού κινείται σήμερα η Ευρώπη
Ας δούμε συνεπώς, πριν μιλήσουμε για την Κυβέρνηση αυτή καθαυτή, ποιο είναι σήμερα, 12 μήνες μετά τις εκλογές, το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η Ευρώπη και η Ευρωζώνη. Γιατί παρακολουθούμε τη συνεχή ανακύκλωση της ευρωπαϊκής κρίσης που είναι και μια μεγάλη πρόκληση για τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και Σοσιαλδημοκράτες.
Είχα την ευκαιρία τις τελευταίες 10 μέρες και στην Ουάσιγκτον και στη Λειψία να αναφερθώ στις ομιλίες μου στα ζητήματα αυτά. Να μιλήσω για την κρίση στην Ευρωζώνη, ως ένα διεθνές ευρωατλαντικό ζήτημα, που επηρεάζει τη διεθνή οικονομία. Για την ανάγκη να ενεργοποιηθεί ο ευρωπαϊκός πολιτικός Νότος. Γιατί ο Νότος δεν είναι γεωγραφική έννοια. Είναι πολιτική και ιδεολογική έννοια. Δηλαδή είναι ένας συνδυασμός πολιτικών, κοινωνικών και εθνικών παραγόντων. Για να συγκροτηθεί και να ενεργοποιηθεί ο περιβόητος ευρωπαϊκός Νότος ως φορέας μιας εν δυνάμει εναλλακτικής αντίληψης για την Ευρώπη, πρέπει να αλλάξουν συσχετισμοί διακρατικοί, συσχετισμοί κοινωνικοί και συσχετισμοί ιδεολογικοπολιτικοί μέσα στην Ευρώπη.
Και είχα επίσης την ευκαιρία να μετάσχω στη Λειψία, στη συγκρότηση ενός νέου δικτύου διεθνούς προοδευτικών σοσιαλιστικών κομμάτων και οργανώσεων, στην «Προοδευτική Συμμαχία», που έθεσε στο κέντρο της προσοχής του την παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση, κάτι που δεν αφορά μόνο το τραπεζικό σύστημα, τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, τους οίκους αξιολόγησης ή τους φορολογικούς παραδείσους, αλλά κάτι που αφορά το πολλαπλό dumping που συμβαίνει παγκοσμίως, δηλαδή αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ κρατών και εθνικών οικονομιών. Που είναι dumping ενεργειακό -είναι άλλο να έχεις πυρηνική ενέργεια και άλλο να μην έχεις- ένα dumping το οποίο είναι εργασιακό, κοινωνικό και κυρίως ένα damping επιτοκίων που είναι το κρισιμότερο απ' όλα γιατί είναι η μήτρα που αναπαράγει τις ανισότητες και τις διευρύνει.
Είναι τελείως διαφορετικό μια χώρα να δανείζεται με μηδενικά επιτόκια, όπως η Γερμανία, και μια χώρα να πρέπει να δανειστεί με 6%, όπως τόλμησε τώρα η Πορτογαλία. Και είναι άλλο οι επιχειρήσεις μιας χώρας να δανείζονται με 2,5% και άλλο με 8 ή 9%.
Το μεγάλο όμως ερώτημα το οποίο τίθεται και το οποίο έθεσα κι εγώ στη Λειψία, είναι: Ποιος αποφασίζει για ποιον στην Ευρωζώνη; Γιατί αποφασίζουν κάποιες Κυβερνήσεις για άλλους λαούς. Υπάρχουν Κυβερνήσεις που απολογούνται στο εκλογικό τους σώμα, στο Κοινοβούλιό τους, που διεκδικούν και κατακτούν την ψήφο του λαού τους, αλλά αυτές νιώθουν αρμόδιες να αποφασίζουν γενικά για την Ευρώπη και για το τι συμβαίνει σε άλλους λαούς, σε άλλες εθνικές οικονομίες. Και η Ελλάδα έχει ζήσει στο πετσί της αυτή τη μεγάλη αντίφαση, δηλαδή την κατάλυση των βασικών αρχών και κανόνων λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.
Είχαμε την ευκαιρία να τα πούμε αυτά και στη συνάντηση των ηγετών των ευρωπαϊκών Σοσιαλιστικών Κομμάτων στη Λειψία, να ακούσουμε το σύνολο των Σοσιαλιστών Πρωθυπουργών που ηγούνται Κυβερνήσεων συνεργασίας, γιατί μονοκομματική σοσιαλιστική κυβέρνηση υπάρχει μόνο στη Γαλλία, σε όλες τις άλλες χώρες, σοσιαλιστές Πρωθυπουργοί λίγοι -τέσσερις όλοι κι όλοι- ηγούνται Κυβερνήσεων συνεργασίας εν μέσω των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε για τα πολιτικά καθήκοντα που έχει το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και Κίνημα ενόψει των ευρωπαϊκών εκλογών του Μαΐου του 2014 όπου θα διεκδικήσει τη θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο όνομα του Μάρτιν Σουλτς: Πρώτον, γιατί θέλαμε να συνδυάσουμε τη θεσμική του ιδιότητα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και δεύτερον, γιατί όπως είχα την ευκαιρία να πω είναι πολύ καλό ένας Γερμανός να είναι αυτός που θα εκφέρει το νέο λόγο, το ριζοσπαστικό, προοδευτικό και ολοκληρωμένο λόγο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Ένα λόγο που μπορεί να αναδείξει μια άλλη εικόνα για την Ευρώπη και μια άλλη εικόνα για τη Γερμανία μέσα στην Ευρώπη, για μια ευρωπαϊκή Γερμανία.
Και θα έχουμε την ευκαιρία να συνεχίσουμε τη διαβούλευση αυτή μεταξύ των νοτίων Κομμάτων στο Παρίσι στις 14 και 15 Ιουνίου και μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων στη Σόφια στις 21 Ιουνίου.
Αυτό όμως που κυριαρχεί στην Ευρωζώνη -ας το πούμε ανοιχτά φίλες και φίλοι- είναι ο φόβος. Τι φοβάται η Ευρωζώνη; Μήπως φοβάται την επέκταση της κρίσης στην Κύπρο ή τη Σλοβενία; Όχι βέβαια. Είναι πολύ μικρά τα μεγέθη αυτά. Φοβάται την κρίση χρέους στον σκληρό πυρήνα της, στις μεγάλες χώρες που μπορεί να έχουν οι περισσότερες από αυτές ελεγχόμενο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά έχουν χρέος τεράστιο σε απόλυτα μεγέθη και άρα εξίσου τεράστιες ανάγκες δανειοδότησης. Φοβάται την κοινωνική κρίση, κυρίως την ανεργία των νέων, και την κρίση του ευρωσκεπτικισμού που είναι μια κρίση νομιμοποίησης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ελλάδα συνεπώς εφαρμόζει μια στρατηγική που ανταποκρίνεται σε μία διπλή επιτακτική ανάγκη:
Στην ανάγκη να βγει η ίδια η χώρα από την κρίση, να ανακτήσει την ισοτιμία της
Στην ανάγκη να θωρακιστεί η Ελλάδα σε σχέση με τις διεθνείς εξελίξεις και τις εξελίξεις στην ίδια την Ευρωζώνη.
Παρά ταύτα, πιστεύω βαθιά ότι αυτή η Ευρώπη, η πολιτικά συντηρητική και οικονομικά νεοφιλελεύθερη, αυτή η Ευρώπη με τις αντιφάσεις τις καθυστερήσεις, τους δισταγμούς, τις ανακολουθίες, τις εσωτερικές ανισότητες των κρατών-μελών, είναι το καλύτερο γήπεδο που υπάρχει διεθνώς, αν δούμε μακροσκοπικά την κατάσταση σε όλες τις ηπείρους.
Υπάρχει βέβαια και μια άλλη αντίληψη που εκφέρεται με δυο εκδοχές: μια αριστερή παλαιοκομμουνιστική συνήθως και μια δεξιά, που έχουν ως κοινό παρανομαστή την εμμονή στο σενάριο της καταστροφής.
Είναι πολλοί που λένε ότι ματαιοπονούμε γιατί ούτως ή άλλως είτε η Ελλάδα θα αναγκαστεί να βγει από την Ευρωζώνη, είτε η Ευρωζώνη θα διαλυθεί αναγκαστικά, Και θα συμβεί αυτό πώς και πότε; Αφού ο ελληνικός λαός θα έχει υποβληθεί σε τεράστιες θυσίες, αφού θα έχουμε βελτιώσει τα δημοσιονομικά και μακροικονομικά μας μεγέθη και αφού οι εταίροι μας θα έχουν κι αυτοί εκτεθεί σε μεγάλους οικονομικούς κινδύνους που ξεπερνούν τα 500 δισ. ευρώ, εάν λάβει κανείς υπόψη του τα 240 δισ. ευρώ του δανείου, τα 130 δισ. ευρώ της χρηματοδότησης των Τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τα άλλα 130 δισ. ευρώ της μείωσης του χρέους που έχουν αφαιρεθεί, όχι άδικα, από τον παγκόσμιο ιδιωτικό τομέα μέσα από τις διαδικασίες που έχουμε ακολουθήσει.
Φίλες και φίλοι, το μέλλον του ευρώ και άρα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης συνολικά θα κριθεί πολιτικά. Γι' αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία εμείς να είμαστε θωρακισμένοι και ειδικά εμείς το ΠΑΣΟΚ, οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές στην Ελλάδα να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε τον συσχετισμό που θα αναδείξει το ρόλο του Νότου στην Ευρώπη, την εναλλακτική πρόταση.
Η Ελλάδα μετά από 6 χρόνια ύφεσης
Έχοντας κατά νου το ευρωπαϊκό πλαίσιο μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα ποια είναι η κατάσταση στην Ελλάδα μετά από έξι χρόνια ύφεσης. Γιατί η ύφεση άρχισε σιωπηλά και ύπουλα το 2008 δεν άρχισε το 2010 και μετά από τρία χρόνια εφαρμογής του προγράμματος προσαρμογής.
Ας πούμε ξανά γνωστά πράγματα, γιατί κάποιοι κάνουν σαν να μην τα γνωρίζουν. Η Ελλάδα βρέθηκε στα τέλη του 2009 μπροστά στο τραγικό δίλημμα μιας απαράσκευης χώρας. Η χώρα ήταν απαράσκευη όχι μόνο δημοσιονομικά, αλλά παραγωγικά, θεσμικά, κοινωνικά, από πλευράς νοοτροπίας.
Δεν υπήρχε καλή και κακή επιλογή τότε. Υπήρχε μια επιλογή κακή με διαβαθμίσεις και μια επιλογή απολύτως καταστροφική. Δεν υπήρχε λύση καλύτερη και ευκολότερη, παρά στις αποχρώσεις. Επαναλαμβάνω: δεν υπήρχε και δεν υπάρχει σχέδιο Β.
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι δεν θα κάναμε ποτέ μόνοι μας αυτές τις επιλογές και κυρίως τις δημοσιονομικές, οι οποίες υπαγορεύτηκαν από την ανάγκη να επιβιώσει η χώρα και να μην υποστεί την απόλυτη ταπείνωση. Δεν έχεις άλλες επιλογές με πρωτογενές έλλειμμα 12% του ΑΕΠ, 24 δισ. ευρώ. Η άμεση ισοσκέλιση θα προκαλούσε σοκ το οποίο δεν μπορεί να φανταστεί κανείς Έλληνας, δεν έχει σχέση με το σοκ της Κύπρου, είναι εκατό φορές χειρότερο.
Αλλά ας πούμε την πλήρη αλήθεια. Δεν θα κάναμε μόνοι μας -εάν δεν υπήρχε η απειλή της χρεοκοπίας και ο εκβιασμός του δανεισμού- ούτε τις αναγκαίες κινήσεις στις διαρθρωτικές αλλαγές, τις κινήσεις που απελευθερώνουν τη χώρα τις παραγωγικές της δυνάμεις, τις κινήσεις που σπάνε αγκυλώσεις, συντεχνιακές πρακτικές, βολέματα. Δεν ήταν εύκολο για το πολιτικό σύστημα ούτε για την ίδια την κοινωνία να πάρει τέτοιες αποφάσεις.
Πρέπει πάντα να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στον πρώτο πυλώνα που ήταν μια ανεπεξέργαστη δημοσιονομική προσαρμογή, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, με σκληρές πολιτικές λιτότητας, χωρίς περικοπή χρέους εξαρχής, όπως έπρεπε να γίνει και το δεύτερο πυλώνα των διαρθρωτικών αλλαγών, της ανταγωνιστικότητας, της απελευθέρωσης των εθνικών δυνάμεων.
Αν δείτε τις διαφορές ανάμεσα στο πρώτο Πρόγραμμα Στήριξης του Μαΐου του 2010 και το δεύτερο πρόγραμμα του Φεβρουαρίου του 2012, καταλαβαίνετε τι έπρεπε να έχει γίνει εξαρχής που δεν έγινε αντιληπτό από τους εταίρους μας. Πολύ μεγαλύτερο δάνειο, πολύ ευνοϊκότεροι όροι, πολύ μεγαλύτερος χρόνος και μείωση του δημοσίου χρέους.
Τώρα, πώς φτάσαμε ώς εδώ; Με τους κόπους και τις θυσίες του ελληνικού λαού αναμφίβολα, αλλά και με το πολιτικό κόστος, την αποφασιστικότητα, την ταλαιπωρία, την ηθική, συναισθηματική και πολιτική του δικού μας πολιτικού χώρου, των δικών μας ανθρώπων.
Ποιος δικαιούται συνεπώς να κάνει μαθήματα υπευθυνότητας και συνέπειας στο ΠΑΣΟΚ; Κανείς, φαντάζομαι. Μπορούμε να μιλήσουμε εμείς καλύτερα από κάθε άλλον για το ποια είναι η εικόνα της Ελλάδας σήμερα.
Σε δημοσιονομικό και χρηματοοικονομικό επίπεδο όλα τα βασικά μεγέθη έχουν βελτιωθεί εντυπωσιακά με την εκκρεμότητα του χρέους για το οποίο υπάρχει ειλημμένη απόφαση και πολιτική δέσμευση των εταίρων μας ότι θα περικοπεί ακόμη μια φορά, για να είναι απολύτως βιώσιμο όχι μόνο το 2020 ή το 2022 αλλά για τα επόμενα πολλά χρόνια.
Ξεκινήσαμε με ένα δημοσιονομικό έλλειμμα 16% το 2009 και το 2012 η χώρα εμφάνισε αποτελέσματα καλύτερα από τα προβλεπόμενα, 6% έλλειμμα. Και το γεγονός ότι αποκτούμε ξανά ένα τραπεζικό σύστημα που μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει προς όφελος της οικονομίας αναπτυξιακά και όχι προς όφελος των διοικήσεων των τραπεζών ή των παλαιών μετόχων, είναι εξαιρετικά σημαντικό, γιατί τέτοιο παλαιού τύπου πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης και ανασυγκρότησης δεν πρόκειται να υπάρξει.
Έχω πει εδώ και αρκετές μέρες ότι και επάνοδο στις αγορές θα πετύχει η Ελλάδα. Το θέμα είναι αυτό να γίνει με τα σωστά επιτόκια και τους σωστούς όρους και όχι για λόγους εντυπωσιασμού.
Η πραγματική οικονομία
Η κατάσταση όμως στην πραγματική οικονομία δεν εμφανίζει τα χαρακτηριστικά που εμφανίζει η κατάσταση σε δημοσιονομικό και χρηματοοικονομικό επίπεδο.
Βεβαίως, υπάρχουν πολλοί θετικοί οιωνοί. Είναι πολύ σημαντικό αυτό που θα συμβεί φέτος στον ελληνικό τουρισμό αρκεί να διαχυθεί στις περιοχές και τους κλάδους όπως πρέπει. Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε άνοδο των εξαγωγών και να τείνουμε σε ισοσκέλιση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας.
Αλλά σε πάρα πολλούς κλάδους της οικονομίας οι επιχειρήσεις είναι στο όριο της αντοχής τους, έχουν ανάγκη από στήριξη τραπεζική και στήριξη μέσω των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ. Έχουν ανάγκη από πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Η στήριξη στις επιχειρήσεις δε είναι και στήριξη υφισταμένων θέσεων εργασίας. Η παρέμβαση στον τομέα αυτό είναι ζωτική ανάγκη για την κοινωνία εάν θέλουμε να ανακόψουμε την ανεργία.
Και βέβαια, το μεγάλο θέμα είναι η κοινωνική συνοχή, η υπερχρέωση, η νέα φτώχεια, κυρίως η ανεργία. Η ανεργία είναι το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας, το μεγάλο πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από τις 8 Φεβρουαρίου -δυστυχώς τόσο καθυστερημένα- του 2013, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει αναδείξει με απόφασή του ως θεμελιώδη στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων. Έχει διαθέσει όμως για το σκοπό αυτό 6 δισ. ευρώ, γιατί 6 δισ. ευρώ χρειάζεται η Ελλάδα τα επόμενα 3 χρόνια για το δικό της πρόγραμμα ανάσχεσης της ανεργίας.
Και βεβαίως εκτός από την πραγματική οικονομία και την κοινωνική συνοχή έχουμε και το κράτος, στο οποίο πρέπει ακόμη να γίνουν πολλά, πάρα πολλά για να αποκτήσει η Ελλάδα ένα κράτος λειτουργικό, φιλικό για τον πολίτη και την ανάπτυξη, ένα κράτος που να λειτουργεί ως παράγοντας απελευθέρωσης της οικονομίας και της κοινωνίας.
Δυστυχώς, όμως, και ο ιδιωτικός τομέας και η κοινωνία των πολιτών, όπως έχουμε πει, από το κράτος, το κακό κράτος, τα περιμένει όλα. Και μόνο αν συνεγερθούν όλες οι δυνάμεις, οι οικονομικές και κοινωνικές μπορούμε να πετύχουμε την αλλαγή και στο κράτος.
Οριστική και ασφαλής έξοδος από την κρίση
Φίλες και φίλοι, η οριστική και ασφαλής έξοδος από την κρίση μπορεί να επιτευχθεί μόνο εφόσον κινηθούμε σε όλα αυτά τα επίπεδα. Και μπορούμε να κινηθούμε. Και γιατί υπάρχουν σημαντικές θετικές ενδείξεις παρά τα ανοιχτά μέτωπα. Αλλά και γιατί υπάρχει αυτή τη στιγμή μια δύναμη πυρός, πολιτικής και επικοινωνιακής στήριξης της πολιτικής εξόδου από την κρίση, της κυβερνητικής πολιτικής δηλαδή που είναι συνέχεια της δικής μας. Μια τέτοια στήριξη δεν υπήρχε την κρίσιμη περίοδο που εμείς διαχειριζόμασταν τις τύχες της χώρας ως κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αλλά και ως κυβέρνηση συνεργασίας του Λουκά Παπαδήμου, δεν υπήρχε την κρίσιμη περίοδο της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στον Ιούλιο του 2011 και το Φεβρουάριο του 2012.
Και δεν εννοώ ένα μέτωπο στήριξης μόνο εσωτερικό, πολιτικό και επικοινωνιακό –επαναλαμβάνω– εννοώ και τις διεθνείς διατυπώσεις. Γιατί κάναμε όλο αυτό τον αγώνα μόνοι μας υπό τη συνεχή απειλή του Grexit, της εξόδου της χώρας από το ευρώ, που στην πραγματικότητα υπονόμευε κάθε προσπάθεια και καθιστούσε κάθε βήμα μας δύσκολο και επίπονο.
Το μεγάλο θέμα είναι τώρα η αντοχή των επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας και η αποτροπή του κινδύνου της άνεργης ανάπτυξης, του jobless growth, που είναι αυτή τη στιγμή το φάντασμα που πλανάται σε όλη την Ευρώπη.
Υπάρχει κόπωση στην κοινωνία, ευρωσκεπτικισμός και παθητική αντιμετώπιση του κινδύνου του εκφασισμού. Αυτά είναι τα μεγάλα προβλήματα που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας, αν θέλουμε πράγματι η χώρα να περάσει από το μνημόνιο σε ένα πραγματικό εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης.
Με αυτό το σκεπτικό, το ΠΑΣΟΚ ζήτησε προεκλογικά συνεργασία όλων των υπεύθυνων φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων και συνέπραξε και συμπράττει στην κυβέρνηση και στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία που υπάρχει σήμερα, γιατί αυτή ήταν λύση ευθύνης και ανάγκης.
Σας θυμίζω δε, γιατί και αυτό το ξεχνάμε, ότι ήδη μετά τις εκλογές του Μαΐου, πολύ πριν τις εκλογές του Ιουνίου αλλά και μετά τις εκλογές του Ιουνίου, το ΠΑΣΟΚ είχε προτείνει τη συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ στο κυβερνητικό σχήμα, εφόσον αυτός θα έκρινε ότι είναι μια φιλοευρωπαϊκή και υπεύθυνη πολιτική δύναμη που δεν θέλει να κρυφτεί πίσω από το πέπλο της ανεύθυνης δημαγωγίας και της αντιμνημονιακής τυφλότητας.
Το ΠΑΣΟΚ στην τρικομματική κυβέρνηση συνεργασίας
Η κυβέρνηση πορεύεται αυτούς τους 12 μήνες έχοντας αναμφίβολα καταγράψει θετικά σημεία αλλά έχοντας αναδείξει και σημαντικά προβλήματα. Αναφέρθηκα στην ουσία της οικονομικής πολιτικής. Ποια είναι τα προβλήματα; Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως η Νέα Δημοκρατία νομίζει ότι η κυβέρνηση αυτή είναι μια δική της μονοκομματική κυβέρνηση. Δεν το νομίζει πάντα, δεν το νομίζουν όλα τα στελέχη της, αλλά βρισκόμαστε πολύ συχνά αντιμέτωποι με το πρόβλημα αυτό.
Και η ΔΗΜΑΡ, ο τρίτος εταίρος που ζει μια νέα εμπειρία συμμετοχής σε ένα κυβερνητικό σχήμα ευθύνης, θέλει να μετέχει στη νομή της εξουσίας αποφεύγοντας, τις πιο κρίσιμες στιγμές, τα βάρη των δύσκολων αποφάσεων.
Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται συχνά δυσλειτουργίες στην κυβέρνηση και τη Βουλή που είναι το φόρουμ στο οποίο πρέπει να αναδεικνύονται οι πολιτικές προτάσεις και οι πολιτικές διαφωνίες.
Το ΠΑΣΟΚ λειτουργεί ως παράγοντας σταθερότητας, ευθύνης και σοβαρότητας. Επαναλαμβάνω ότι συνεργαζόμαστε με τη Νέα Δημοκρατία και το λέω αυτό γιατί πάντα υπάρχει ένα πρόβλημα ιστορικό, πολιτιστικό, αισθητικό, ιδεολογικό για τη συνεργασία των δύο παραδοσιακών πόλων που συγκρούστηκαν στη μεταπολίτευση εκφράζοντας διαφορετικές αντιλήψεις.
Συνεργαζόμαστε με τη Νέα Δημοκρατία αλλά δεν ταυτιζόμαστε ούτε ιδεολογικά, ούτε αξιακά, ούτε πολιτικά, ούτε αισθητικά, ούτε ιστορικά. Είμαστε καλόπιστοι αλλά διατηρούμε και τη μνήμη μας και τη λογική μας. Και δεν ανεχόμαστε μια ανιστόρητη, κουτοπόνηρη και άδικη κατανομή του κόστους και του οφέλους σε σχέση με τα πεπραγμένα της κυβέρνησης, αλλά και τα πεπραγμένα της χώρας.
Ποιος μπορεί να μας κουνάει το χέρι στο όνομα της ευθύνης; Κανείς.
Ποιος μπορεί να ισχυρίζεται ότι η χώρα δεν πήγαινε καλά και πηγαίνει καλά τώρα γιατί αντικαταστάθηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου από την κυβέρνηση Σαμαρά; Κατά τη γνώμη μου κανείς. Αλλά σίγουρα όχι όποιος προκάλεσε τις εκλογές και την καθυστέρηση διεκδικώντας αυτοδυναμία και εφαρμόζοντας τώρα την πολιτική που είχε καταγγείλει στην αντιμνημονιακή του περίοδο. Και σίγουρα όχι κάποιος που καταψήφισε το Φεβρουάριο του 2012 το δεύτερο Πρόγραμμα Στήριξης, ψήφισε «παρών» το Νοέμβριο του 2012 στην επιβεβαίωση του Προγράμματος, αλλά αποδέχεται τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης και τον Προϋπολογισμό.
Το ΠΑΣΟΚ διατύπωσε εξ αρχής ολοκληρωμένες προτάσεις για τη διαπραγμάτευση που έγινε μεταξύ Ιουλίου και Νοεμβρίου, όταν διεκδικούσαμε να επιβεβαιώσουμε τη συμφωνία του Φεβρουαρίου που ήταν γραμμένη, υπογεγραμμένη και με ρήτρα βαθύτερης ύφεσης.
Και τώρα, όταν εμφανίστηκε ξανά το πρόβλημα με πιθανά μέτρα για το 2015-16, εμείς νιώθουμε ότι δικαιούμαστε να πούμε ότι όχι, δε μπορούν να ληφθούν άλλα δημοσιονομικά μέτρα και ότι μόνον μέσα από την ανάπτυξη, μέσα από την αύξηση του παρανομαστή του κλάσματος και μέσα από την περαιτέρω μείωση του δημοσίου χρέους μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί το πρόβλημα αυτό και να διασφαλιστεί η οριστική έξοδος της χώρας από το μνημόνιο και την κρίση.
Και αυτά δεν τα λέμε εμείς, μεταξύ Ελλήνων σε τηλεοπτικές εκπομπές. Τα λέμε αντιμετωπίζοντας την τρόικα και όλους τους διεθνείς παράγοντες στις επαφές που κάνουμε συνεχώς, συστηματικά και επίμονα για να προωθήσουμε τα εθνικά συμφέροντα.
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε, είναι ότι οι συγκροτημένες, υπεύθυνες, τεκμηριωμένες προτάσεις μας, προκαλούν πολύ συχνά ενόχληση, κυρίως στη Νέα Δημοκρατία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα καθυστερήσεις και μια λίγο παιδαριώδη προσπάθεια οικειοποίησης των προτάσεών μας μέσα από την καθυστέρηση.
Αξιώνουμε σεβασμό στους κανόνες που πρέπει να διέπουν ένα σχήμα κυβερνητικής συνεργασίας που υπηρετεί μια στρατηγική εθνικής ανάγκης. Και εξηγούμαι: Δεν είναι δυνατόν το ΠΑΣΟΚ να πρέπει να καταβάλλει αγωνιώδη προσπάθεια στη Βουλή με πιέσεις, απειλές, εκβιασμούς, συγκρούσεις, προκειμένου να γίνει δεκτή τροπολογία που αφορά τα προγράμματα ανάσχεσης της ανεργίας.
Και τα προγράμματα δημιουργίας 200.000 προσωρινών θέσεων εργασίας για ανέργους κυρίως νέους και κυρίως από οικογένειες χωρίς κανέναν εργαζόμενο, και τα προγράμματα στήριξης υφισταμένων θέσεων με διαφανή τρόπο, αυτόματο, υπό την εγγύηση του ΑΣΕΠ χωρίς παρεμβολή ενδιαμέσων φορέων και παραγόντων.
Είναι αστείο να πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε να πείσουμε για το αυτονόητο. Είναι πραγματικά ανιστόρητο και μυωπικό ν’ αντιμετωπίζουμε το επιχείρημα ότι ήδη η αγορά εργασίας αυτορυθμίζεται και λύνει το πρόβλημα της απασχόλησης. Είναι σα να μην καταλαβαίνουμε τι γίνεται.
Είναι πραγματικά αστείο για την κατάσταση της χώρας και της κοινωνίας να διαβάζουμε στις χθεσινές εφημερίδες ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβάλλει αντιρρήσεις για την έγκριση του Προγράμματος Κοινωφελούς Εργασίας που θα δώσει τις πρώτες 100.000 θέσεις για απόλυτα ανέργους και μετά ν’ ακούμε τον αρμόδιο Επίτροπο, να λέει ότι θα κάνει τα πάντα να εγκριθεί το πρόγραμμα αυτό, αρκεί να το υποστηρίξει η ίδια η κυβέρνηση και να μεταφερθούν οι πόροι του ΕΣΠΑ από τα Διαρθρωτικά Ταμεία στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο.
Δεν είναι δυνατόν όλη η Ευρώπη να μιλά για τα θέματα αυτά, δεν είναι δυνατόν η κεντρική συζήτηση να είναι για την ανεργία των νέων και ιδίως για την απόλυτη ανεργία και εμείς να παίζουμε στην Ελλάδα μικροκομματικά παιχνίδια στο εσωτερικό μιας κυβέρνησης που έχει εθνική υποχρέωση, αλλά και πολιτικό όφελος ν’ απαντήσει στη μεγαλύτερη αγωνία της ελληνικής κοινωνίας που είναι το ζήτημα της ανεργίας.
Μα, δε συνέβη το ίδιο με την πρότασή μας να θέσουμε τώρα το ζήτημα της μείωσης του ΦΠΑ στην εστίαση; Δεν πρέπει η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση να εφαρμοστεί με την έναρξη της θερινής περιόδου; Πριν από ένα μήνα θεωρήθηκε ότι αυτό είναι μια πρόταση εκτός των συμφραζομένων της διαπραγμάτευσης με την τρόικα.
Κι εχθές ο Υπουργός των Οικονομικών είπε ότι είμαστε στα πρόθυρα της αποδοχής της μείωσης. Προφανώς. Γιατί τα δημοσιονομικά δεδομένα της χώρας χάρις στην προσπάθεια που κάναμε, επιτρέπουν τώρα να γυρίσουμε στο χαμηλό συντελεστή στην εστίαση, καθώς η αύξηση ήταν μια αναγκαστική κίνηση που έγινε το Μάιο του 2011 προκειμένου η χώρα να μην κρεμαστεί στα μανταλάκια της διεθνούς οικονομικής κρίσης.
Μήπως δεν έχει γίνει το ίδιο στο περιβόητο «χαράτσι», για να το πω όπως το λέει όλος ο ελληνικός λαός, στο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Επιφανειών; Τι έχει υποστεί το ΠΑΣΟΚ και τι έχω υποστεί και προσωπικά ως Υπουργός Οικονομικών το Σεπτέμβριο του 2011 όταν μ’ ένα μέτρο 2 δισ. ευρώ, σώσαμε την παρτίδα για το νέο Πρόγραμμα, για τα 240 δισ. ευρώ του δανείου, για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2011, του 2012 και του 2013 τώρα;
Τα μέτρα του Νοεμβρίου, τα τελευταία που ψηφίστηκαν, ήταν 16 δισ. ευρώ. Και τώρα, αγωνιζόμαστε ν’ αντικαταστήσουμε το Ειδικό Τέλος Ακινήτων από τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων. Και επιμένουμε, αυτός ο Ενιαίος Φόρος Ακινήτων να είναι πιο δίκαιος, να είναι αναλογικός, να έχει αφορολόγητο όριο.
Κι έχουν υποχρέωση όλοι αυτοί που με ευκολία, δημαγωγική ευκολία, άσκησαν σκληρή έως χυδαία κριτική στις δικές μας επιλογές, να έρθουν τώρα και να στηρίξουν τις προτάσεις μας για τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων.
Έτσι φτάνουμε και στην υπόθεση του λεγόμενου αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, για το οποίο θα σας μιλήσω σε λίγο, όταν μιλήσω για το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής και το συνταγματικό τόξο. Λέω όμως από τώρα, ότι αυτή η δημόσια, ανεπίτρεπτη διαφωνία σε σχέση με την πορεία ενός νομοσχεδίου, επέβαλλε προ πολλού να επιληφθούν οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί.
Και η συνάντηση της Δευτέρας, με αφορμή το νομοσχέδιο αλλά και την κατάσταση της χώρας, στην πραγματικότητα έχει ως αντικείμενο τη συνολική αξιολόγηση της λειτουργίας της κυβέρνησης. Γιατί όταν αντιμετωπίζουμε τέτοια προβλήματα, πώς είναι δυνατό να λέμε πως δεν υπάρχει ζήτημα επικαιροποίησης της προγραμματικής συμφωνίας; Όταν η προγραμματική συμφωνία πρέπει να γίνει ένα Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης συμφωνημένο όχι μεταξύ των τριών κομμάτων, αλλά ευρύτατης στήριξης και αποδοχής, κατά κυριολεξία Εθνικό.
Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι μια κυβέρνηση συνεργασίας και ανάγκης λειτουργεί με άλλους όρους; Ότι και οι ρόλοι του Πρωθυπουργού και των Υπουργών είναι διαφορετικοί; Ότι πρέπει να φύγουμε από τα στερεότυπα των αυτοδύναμων μονοκομματικών κυβερνήσεων; Ότι βεβαίως υπάρχει ζήτημα και αξιολόγησης προσώπων και αξιοποίησης προσώπων;
Ή μήπως δε δικαιούται το ΠΑΣΟΚ να πει ότι τα μη πολιτικά πρόσωπα που υπέδειξε και που μετέχουν εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, είναι αθόρυβα, υποδειγματικά, παραγωγικά, συμβάλλουν στην προώθηση των θεμάτων στον τομέα τους χωρίς να δημιουργούν τριβές;
Φίλες και φίλοι, το Συνέδριό μας αποφάσισε και έχουμε υποχρέωση σεβασμού και εφαρμογής των αποφάσεών του: ότι δεν χαρίζουμε την υπόθεση αυτή της διακυβέρνησης του τόπου και της εξόδου από την κρίση, σε κανέναν.
Το ΠΑΣΟΚ από το 2009 έως τις εκλογές ήταν σε πολύ μεγάλο βαθμό αμφίθυμο. Ποτέ δεν ισορρόπησε πολιτικά, ηθικά, συναισθηματικά σε σχέση με την πορεία εξόδου της χώρας από την κρίση. Ποτέ δεν είπε ομόθυμα, σταθερά ότι «ναι, αυτό είναι και αυτό πρέπει να κάνουμε!». Πάντα υπήρχε μια αμφιβολία σε αρκετούς και αυτό διαπερνά και το στελεχικό δυναμικό και την κοινωνική μας βάση και τη μεγαλύτερη και τη μικρότερη από το 2009 έως το 2013.
Τα πράγματα είναι απλά. Τα είπαμε στο Συνέδριο τα αποφασίσαμε, αλλά πρέπει να τα ξαναλέμε για να τα εμπεδώνουμε. Η αποτυχία της Κυβέρνησης είναι αποτυχία εθνική, με τραγικές επιπτώσεις. Το ΠΑΣΟΚ μόνο να χάσει έχει, πρώτο αυτό θα χάσει σε περίπτωση αποτυχίας. Στην αποτυχία επενδύει συνειδητά ο ΣΥΡΙΖΑ και όλη η λεγόμενη αντιμνημονιακή αντιπολίτευση.
Η επιτυχία της Κυβέρνησης για να καταστεί επιτυχία της χώρας μπορεί να διασφαλιστεί μόνο εφόσον γίνουν αυτά που λέμε και γιατί απορρέουν από τις ζωτικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας, αλλά για να το πω πολύ απλά, και γιατί χωρίς το ΠΑΣΟΚ δεν σχηματίζεται πλειοψηφία.
Το εκλογικό σύστημα
Αυτό θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης και το ζήτημα του εκλογικού συστήματος. Διότι η χώρα έχει ένα εκλογικό σύστημα παλαιού τύπου και αντιμετωπίζει μια κατάσταση ανάγκης νέου τύπου. Το εκλογικό σύστημα έχει συμβάλλει στη δημιουργία της τεχνητής πόλωσης και άρα πρέπει να ακυρωθεί η τεχνητή πόλωση. Δεν μπορεί το μέλλον της χώρας να παίζεται κορώνα – γράμμα μεταξύ δυο τεχνητών πόλων που είναι η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ, λόγω εκλογικού συστήματος.
Δεν έχετε παρά να δείτε τους συσχετισμούς του Μαΐου του 2012 και τους συσχετισμούς του Ιουνίου του 2012 για να το καταλάβουμε αυτό πάρα πολύ απλά.
Τι συμπεράσματα βγάζουν όσοι διαβάζουν τις διάφορες δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται σχεδόν κάθε μέρα στην Ελλάδα; Ότι υπάρχει τί απέναντί μας;
Μια κοινωνία που έχει στόχο και κατεύθυνση ή μια αμήχανη κοινωνία, που παρακολουθεί με φόβο και παθητικότητα και ανέχεται ακόμη και τον εκφασισμό, όπως είπα;
Υπάρχει συσπείρωση γύρω από μια εθνική στρατηγική ή υπάρχει μια εθνική αμηχανία που πρέπει να τη μετατρέψουμε σε εθνική στρατηγική;
Υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα που έχει αρθεί στο ύψος των περιστάσεων ή μήπως υπάρχει ένα πολιτικό σύστημα που παίζει μικρά παιχνίδια, ενώ αντιμετωπίζει μεγάλα ιστορικά προβλήματα;
Νομίζω ότι οι απαντήσεις είναι πάρα πολύ εύκολες. Υπάρχει εξαιρετικά επικίνδυνη απόσταση μεταξύ της πραγματικότητας της κοινωνικής και της οικονομικής, της εθνικής και της διεθνούς, και του τρόπου με τον οποίο κινείται η πολιτική ζωή της χώρας. Και αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί. Αλλιώς η χώρα βαδίζει ανεπίγνωστα.
Ποιο είναι το βασικό πρόβλημα; Αυτό που έχω πει. Το νόθο δίπολο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο. Το νόθο δίπολο, καλλιεργεί την τεχνητή πόλωση Νέας Δημοκρατίας – ΣΥΡΙΖΑ λόγω του εκλογικού bonus και λόγω της στρατηγικής εφόδου για κατάληψη της εξουσίας που διατηρεί με νύχια και με δόντια ο ΣΥΡΙΖΑ, παρ' ότι έχει αποτύχει στρατηγικά, σε όλα. Τι έχει να πει μετά την Κύπρο;
Παρ' όλα αυτά, η πόλωση κινείται σε μέσα επίπεδα, δεν υπάρχει πόλωση. Είναι επικοινωνιακού χαρακτήρα. Δεν εκφράζει την κοινωνία, δεν εκφράζει το εκλογικό Σώμα. Τι συγκαλύπτει το τεχνητό δίπολο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο; Την προηγούμενη φάση της Νέας Δημοκρατίας και της ΔΗΜΑΡ. Κρύβει το μέγεθος της μεταστροφής.
Τι ακόμη συγκαλύπτει; Τις τεράστιες εσωτερικές αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που αναδεικνύονται τώρα μέσα από τη διαδικασία μετασχηματισμού του σε Κόμμα. Διότι φυσικά η βάση του η εκλογική που είναι δανεική και προέρχεται κατά βάση από το ΠΑΣΟΚ, το κοινωνικό ΠΑΣΟΚ, το συνηθισμένο σε μια άλλη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας, δεν ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών και η ηγετική ομάδα είναι βαθιά διχασμένη ανάμεσα σε μια αντίληψη αντιευρωπαϊκή εκτός ευρώ, αντίληψη πλάνου Β, αντίληψη που εκφράζει το ΚΚΕ και ο κ. Αλαβάνος και μια αντίληψη δήθεν φιλοευρωπαϊκή η οποία όμως δεν έχει συνοχή και συνέπεια.
Τι συγκαλύπτει το τεχνητό δίπολο Μνημόνιο–Αντιμνημόνιο; Ακόμη και το ερμαφρόδιτο σχήμα ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ ως πρόταση διακυβέρνησης του τόπου. Και το χειρότερο; Συγκαλύπτει την αποδοχή της Χρυσής Αυγής ως αντιμνημονιακής δύναμης, που είναι το πρόσχημά της και η δήθεν νομιμοποίησή της.
Άρα, η υπέρβαση του Μνημονίου και η κατάργηση του τεχνητού διπόλου είναι αυτή που θα οδηγήσει στην εθνική ενότητα και στις πολιτικές και κοινωνικές προϋποθέσεις οριστικής υπέρβασης της κρίσης.
Το συνταγματικό τόξο κατά του ναζισμού
Γι' αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία η συσπείρωση του συνταγματικού τόξου κατά του ναζισμού της Χρυσής Αυγής. Αυτή τη στιγμή ζούμε την κωμικοτραγική επανάληψη της ιστορίας σε σχέση με το 1933 και το 1967. Ο Ηλίας Ηλιού έλεγε το 1967: «Υπάρχει ένας συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος που θα κάνει τη δικτατορία». Και δεν τον άκουγε κανείς. Ήταν το ανεπίγνωστο πολιτικό σύστημα.
Προχθές, στην εκδήλωση για τα 150 χρόνια του SPD τιμήθηκαν οι 93 βουλευτές που καταψήφισαν την Κυβέρνηση του Αδόλφου Χίτλερ στη γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή, στο Ράιχσταγκ της περιόδου εκείνης.
Δεν υπάρχει πιο επικίνδυνη αντίληψη από αυτή που λέει ότι η οικονομική κρίση γεννά τα φαινόμενα αυτά. Αν θέλετε να καταπολεμήσετε την Χρυσή Αυγή λύστε το οικονομικό πρόβλημα, την ανεργία, τη φτώχεια, τη μείωση των εισοδημάτων. Ναι, αυτό τι σημαίνει; Ότι η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου οδήγησε στο Ολοκαύτωμα; Ότι ήταν αναπόφευκτο; Ήταν αναπόφευκτο να πάμε στο έγκλημα της ναζιστικής θηριωδίας επειδή υπήρξε η οικονομική κρίση; Επειδή υπήρξε το κραχ του ’29 ή η Συνθήκη των Βερσαλλιών με ταπεινωτικούς όρους για τη Γερμανία;
Και γιατί υπάρχουν ναζιστικά μορφώματα, ακροδεξιά, σε χώρες που δεν είναι σε κρίση, όπως η Ολλανδία ή η Αυστρία; Και γιατί σε άλλες χώρες σε κρίση η αντίδραση εκδηλώνεται εθνικιστικά, διαλυτικά, όπως συμβαίνει στην Ισπανία και όχι με ακροδεξιά μορφώματα;
Έχουμε διεθνή υποχρέωση να εφαρμόσουμε μέτρα. Να εφαρόσουμε την απόφαση πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, να απαντήσουμε στις καταγγελίες που κάνει εις βάρος της χώρας η έκθεση του State Department. Να καταλάβουμε ότι η αυστριαλιανή Κυβέρνηση είπε ότι «δεν δέχομαι στελέχη της Χρυσής Αυγής στην επικράτειά μου». Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε όταν συναντούμε ξένους πολιτικούς και ξένα μέσα ενημέρωσης είναι η Χρυσή Αυγή; Γιατί; Τι είναι όλα αυτοί; Αφελείς;
Η συζήτηση για το νομοσχέδιο αυτό δημιουργεί μια κακή εικόνα που αδικεί την Κυβέρνηση και το πολιτικό πλαίσιο συγκρότησης και λειτουργίας της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Αλλά αυτό δεν έχει προκύψει ως πρόβλημα τις τελευταίες δέκα μέρες. Η καθυστέρηση είναι πολύμηνη και γι' αυτό αναγκαστήκαμε εμείς εδώ και πολύ καιρό να καταθέσουμε πρόταση νόμου για να καλύψουμε το κενό της νομοθετικής πρωτοβουλίας της Κυβέρνησης και να πιέσουμε την Κυβέρνηση να καταθέσει σχετικό νομοσχέδιο.
Και είναι ανεπίτρεπτες, αλαζονικές τοποθετήσεις που προκαταλαμβάνουν τη Βουλή. Η επίκληση της δύναμης ενός Κόμματος που όταν γίνεται από το μεγαλύτερο Κόμμα μιας συνεργασίας, είναι μέγιστο πολιτικό λάθος. Γιατί τότε μπορεί ο καθένας να επικαλείται το κρίσιμο κοινοβουλευτικό του μέγεθος και αυτό οδηγεί σε αδιέξοδο.
Ο δε χειρισμός ότι αρκεί η υφιστάμενη νομοθεσία, δεν λαμβάνει υπόψη του το συμβολισμό μιας νομοθετικής πράξης της Βουλής. Με τον ισχυρισμό δε ότι αρκεί η υφιστάμενη νομοθεσία, καθίστανται περιττά τα 2/3 τουλάχιστον των εισαγόμενων και ψηφιζόμενων νομοσχεδίων γιατί όλα μπορούν να ρυθμιστούν ερμηνευτικά, με βάση τις ισχύουσες διατάξεις.
Το 1979 είχαμε Χρυσή Αυγή με τέτοια θρασεία συμπεριφορά στη Βουλή; Είχαμε βουλευτές που οπλοφορούν; Είχαμε υποκατάσταση της Αστυνομίας και έλεγχο ταυτοτήτων έξω από λαϊκές αγορές ή μέσα σε ναούς; Είχαμε εφόδους σε Νοσοκομεία για να συλλαμβάνονται αποκλειστικές νοσοκόμες; Είχαμε αιμοδοσία μόνο για Έλληνες;
Ναι, η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει πρόβλημα ανασφάλειας και ναι, πρέπει να εφαρμοστεί το ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο για την αντιμετώπιση του προβλήματος της μετανάστευσης. Αλλά ασφάλεια θα προσφέρουν οι θεσμοί της δημοκρατίας και οι αρμόδιες Υπηρεσίες, όχι οι αυτόκλητοι τραμπούκοι.
Και καλώ και τους άλλους θεσμούς να αναλάβουν την ευθύνη τους γιατί κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. Με εξαίρεση ορισμένους Δήμους χρειάζεται μεγαλύτερη αντίδραση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της Δικαιοσύνης, καθαρότερος λόγος εκ μέρους της Εκκλησίας. Οι ανεξάρτητες Αρχές πρέπει να κινητοποιηθούν, η Κοινωνία των Πολιτών, οι διανοούμενοι. Υπάρχουν μέσα ενημέρωσης που υποτίθεται ότι είναι έγκυρα, παίζουν επικίνδυνο και ύπουλο παιχνίδι προβολής και υποστήριξης της Χρυσής Αυγής και ποδοσφαιροποιούν την πολιτική.
Η συμμετοχή στη Χρυσή Αυγή συνιστά συγκρότηση ταυτότητας που έχει ως βάση την απέχθεια κατά του πολιτικού συστήματος με επιχείρημα τη διαφθορά του και αυτό νομιμοποιεί τη βία, την αυτοδικί I-Reporter
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΑΚΕΛ: Κάποιος δεν λέει την αλήθεια για το έγγραφο Ντάουνερ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αναστάτωση σε πτήση που επέβαινε ο Γιώργος Καρατζαφέρης!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ