2013-05-28 02:18:04
Φωτογραφία για Κύκλοι της ΔΗΜΑΡ για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο
Την επιτακτική ανάγκη κατάθεσης του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου και διαβούλευσης επί αυτού υπογραμμίζουν κύκλοι της ΔΗΜΑΡ απευθύνοντας έκκληση στις δυνάμεις του συνταγματικού τόξου να συμπράξουν χωρίς εκλογικές σκοπιμότητες στην αντιμετώπιση του νεοναζισμού και του ρατσισμού.

«Αυτό» όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά κύκλοι της Αγίου Κωνσταντίνου «πρέπει να συντελεστεί πολλαπλώς, συμπεριλαμβανομένης και της διαμόρφωσης σύγχρονου νομικού πλαισίου, επιδιώκοντας τις αναγκαίες συγκλίσεις».

Σε κείμενο που αποδίδεται σε κύκλους της Αγίου Κωνσταντίνου επισημαίνονται τα εξής:

1. Πως προέκυψε η νέα νομοθετική πρωτοβουλία του Υπ. Δικαιοσύνης

Στην εθνική έννομη τάξη υφίστανται ρυθμίσεις για την προστασία του ανθρώπου και της προσωπικότητας του. Καταρχάς σε επίπεδο συντάγματος και περαιτέρω στο νόμο 927/1979 που ρυθμίζει την καταστολή των φυλετικών ή εθνικών διακρίσεων.


Το νομικό πλαίσιο ενισχύονταν διαρκώς προσθέτοντας παραμέτρους που η κοινωνική εξέλιξη αναδείκνυε. Συγκεκριμένα κύριες νεώτερες ρυθμίσεις είναι το άρθρο 24 του νόμο 1419/1984 που πρόσθεσε την περίπτωση της διάκρισης του θρησκεύματος και ο νόμος 3304/2005 που κάλυψε την καταπολέμηση των διακρίσεων στην εργασία, διευρύνοντας το πλαίσιο με τη συμπερίληψη των περιπτώσεων διακρίσεων σε θέματα φυσικής κατάστασης (αναπηρίας, ηλικίας) και σεξουαλικού προσανατολισμού.

Οι λόγοι που οδηγούν στην ανάγκη νέου αντιρατσιστικού νόμου είναι οι εξής:

α) Να αναπτύξουμε περαιτέρω την αντιρατσιστική νομοθεσία, Η χώρα μας αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια μια μεγάλη αύξηση των βίαιων συμπεριφορών ρατσιστικού χαρακτήρα. Αυτές οι συμπεριφορές στρέφονται συνολικά εναντίον της κοινωνίας και όχι μόνο εναντίον συγκεκριμένων ομάδων. Η αντιμετώπιση τους πρέπει να γίνει σε επίπεδο κοινωνίας και στο επίπεδο των ιδεών και των πολιτικών που θα αφαιρούν τις κοινωνικές και πολιτικές βάσεις στις οποίες οικοδομούνται αυτά τα φαινόμενα. Υπάρχει όμως ταυτόχρονα ανάγκη να ενισχυθεί η έννομη τάξη με ρυθμίσεις, και του ποινικού δικαίου, που θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά και θα συμβάλλουν στην προστασία όλων των πολιτών από βίαιες συμπεριφορές και πρακτικές καθώς και επιθετική δημοσιότητα που προωθεί τις διακρίσεις και δημιουργεί κινδύνους για τα έννομα αγαθά τους.

β) Να συγχρονιστούμε με τις νομοθετικές ρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έλαβε την απόφαση πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ για την καταπολέμηση ορισμένων μορφών και εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου. Στόχος είναι να καθορισθεί κοινή προσέγγιση ποινικού δικαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση γι’ αυτό το φαινόμενο ώστε να εξασφαλισθεί ότι η ίδια συμπεριφορά αποτελεί αδίκημα σε όλα τα κράτη μέλη και ότι προβλέπονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις κατά των φυσικών και νομικών προσώπων τα οποία διαπράττουν τέτοια αδικήματα ή είναι υπεύθυνα γι’ αυτά.

Η απόφαση αυτή διευρύνει το πεδίο απαγόρευσης των διακρίσεων και ζητά από τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να τιμωρούνται πράξεις όπως « η δημόσια επιδοκιμασία, η άρνηση ή η χονδροειδής υποτίμηση της σοβαρότητας όσον αφορά εγκλήματα γενοκτονίας, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου, όπως ορίζονται στα άρθρα 6, 7 και 8 του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, και η οποία στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους ομάδας που προσδιορίζεται βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, των γενεαλογικών καταβολών ή της εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής όταν η συμπεριφορά εκδηλώνεται κατά τρόπο που είναι πιθανόν να υποκινήσει βία ή μίσος στρεφόμενο κατά μιας τέτοιας ομάδας ή μέλους μιας τέτοιας ομάδας»

Η ενσωμάτωση της απόφασης αυτής έπρεπε να γίνει έως το Νοέμβριο του 2010 ενώ η νέα προθεσμία είναι έως 1/1/2014.Για την ενσωμάτωση αυτής της οδηγίας είχε κατατεθεί στη Βουλή σχέδιο Νόμου στις 5/12/2011 που όμως λόγω ενστάσεων αφέθηκε για εξέταση εν ευθέτω χρόνω.

Η προσαρμογή δεν είναι μια τυπική υποχρέωση. Η Ελλάδα δεν πρέπει να δώσει την εικόνα χώρας που υπολείπεται σε θέματα καταπολέμησης των διακρίσεων. Η ψήφιση του νόμου θα διευκολύνει τις προσπάθειες της χώρας για ενίσχυση των πολιτικών κοινής αντιμετώπισης του μεταναστευτικού προβλήματος.

Η εκκρεμότητα παραμένει και αυτό αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων σε επίπεδο πολιτικών ηγεσιών των κομμάτων που στηρίζουν τη συγκυβέρνηση. Μάλιστα προτάσεις για τη διαμόρφωση της νέας πρότασης νόμου κατατέθηκαν και από τη Νέα Δημοκρατία και το γραφείο του πρωθυπουργού.

2. Τι περιλαμβάνει το σχέδιο νόμου που δεν καλύπτεται από τη σημερινή νομοθεσία

Ο νόμος Ν. 927/1979, αποτελεί μια σημαντική βάση για την αντιμετώπιση των διακρίσεων φυλής και εθνικής καταγωγής. Από τον καιρό της ψήφισης του το φαινόμενο του ρατσισμού έχει πάρει άλλες διαστάσεις. Τώρα όμως χρειάζεται να υπάρξει η διεύρυνση των απαγορευμένων διακρίσεων, η αυστηροποίηση των ποινών, η διασφάλιση της ακεραιότητας των δημόσιων υπηρεσιών και η καθιέρωση της ευθύνης των νομικών προσώπων για πράξεις μελών τους.

Στο προτεινόμενο νομοσχέδιο υπάρχουν οι κάτωθι διαφοροποιήσεις σε σύγκριση με το καθεστώς του ν. 972/1979.

α) Διευρύνονται οι περιπτώσεις αξιόποινων εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας αφού εντάσσονται σε αυτές εκδηλώσεις που οι οποίες στρέφονται εναντίον ομάδων η προσώπου που διακρίνονται εξαιτίας των φυσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους ή του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της θρησκείας τους. Επίσης συμπεριλαμβάνονται και οι εκδηλώσεις κατά πραγμάτων που χρησιμοποιούν αυτές οι ομάδες (π.χ θρησκευτικά αντικείμενα).

β) Τιμωρείται βαρύτερα η ανωτέρω συμπεριφορά όταν έχει ως αποτέλεσμα την τέλεση πλημμελήματος ή κακουργήματος, προβλέπεται ως παρεπόμενη ποινή η αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, ενώ δημιουργείται και κώλυμα διορισμού στο δημόσιο για καταδικασθέντες με σχετικά αδικήματα. Περαιτέρω για δημόσιο λειτουργό ή υπάλληλο η τέλεση των ανωτέρων πράξεων κατά την άσκηση καθήκοντος συνιστά επιβαρυντική περίσταση.

γ) Τυποποιείται ως ποινικό αδίκημα ο «εγκωμιασμός», η « κακόβουλη άρνηση» και η «εκμηδένιση» της σημασίας των εγκλημάτων γενοκτονίας, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων του ναζισμού , όταν οι συμπεριφορές αυτές στρέφονται κατά ομάδας προσώπων που προσδιορίζεται με αυτά τα χαρακτηριστικά (π.χ φυλή, θρησκεία κ.λ.π ).Ωστόσο για τη συγκρότηση αξιόποινης πράξης απαιτείται η ανωτέρω συμπεριφορά να μπορεί να διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά μιας τέτοιας ομάδας ή μέλους της καθώς επίσης και τα προαναφερόμενα εγκλήματα να έχουν αναγνωριστεί με αμετάκλητη απόφαση ελληνικού ή διεθνούς δικαστηρίου.

δ) Καθιερώνεται η διοικητική ευθύνη νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων για τις εμπίπτουσες στις διατάξεις του νόμου αξιόποινες πράξεις μελών τους ή φυσικών προσώπων που συνδέονται μαζί τους.

ε) Θεσπίζονται ειδικές διατάξεις για τη προστασία των θυμάτων ή και ουσιωδών μαρτύρων των προαναφερόμενων εγκληματικών πράξεων. Ειδικά προβλέπεται απαγόρευση έκδοσης σε βάρος τους διοικητικής πράξης απέλασης για τις περιπτώσεις που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών.

Συμπέρασμα: Δεν έχει βάση το επιχείρημα ότι η χώρα μας έχει πλήρη νομοθεσία και ότι δεν χρειάζεται νέα νομοθετική πρωτοβουλία. Το νομοσχέδιο αποτελεί αναβάθμιση της εθνικής έννομης τάξης για την αντιμετώπιση του αυξανόμενου ρατσιστικού ρεύματος και των διακρίσεων. Η συζήτηση πρέπει να αφορά τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις για την κάλυψη των κενών, την ισχυροποίηση του νομικού πλαισίου και την προσαρμογή στην ευρωπαϊκή οδηγία.

3. Το νομοσχέδιο, η ελευθερία του λόγου και η δράση των κομμάτων

Η ελευθερία της έκφρασης στις σχετικές διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του ανθρώπου (ΕΣΔΑ) περιορίζεται από νομικές ρυθμίσεις που προστατεύουν μεταξύ άλλων τη δημόσια ασφάλεια και τα δικαιώματα των τους πολίτες, ιδιαίτερα των αδυνάμων, από βίαιες συμπεριφορές.

Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει διατάξεις ώστε να μην υπάρξει περιορισμός της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και για αυτό είναι ηπιότερο από τα ισχύοντα σε άλλες χώρες της Ε.Ε . Υπάρχουν μάλιστα προβλέψεις που βελτιώνουν το νόμο 927/1979 σε αυτό το ζήτημα, όπως το ότι οι κυρώσεις για ενέργειες δημοσιότητας ρατσιστικού χαρακτήρα συνδέονται με την παράμετρο της πρόκλησης κινδύνου για τη δημόσια τάξη καθώς επίσης και το ότι για την επιβολή κυρώσεων σε νομικά πρόσωπα θεσπίζονται ειδικοί όροι.

Το ίδιο ισχύει και για την επιστημονική έρευνα που δεν πλήττεται αφού η δημοσιοποίηση απόψεων σχετικά με εγκλήματα πολέμου και γενοκτονίας , δεν αντιμετωπίζει κίνδυνο ποινικής αντιμετώπισης. Τέτοιο κίνδυνο αντιμετωπίζει μόνο η δημοσιοποίηση απόψεων που προτρέπουν σε βιαιοπραγίες και σε ενεργή δράση σε βάρος ομάδων του πληθυσμού.

Επίσης η συσχέτιση του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου με ποινικοποίηση πολιτικής ιδεολογίας και συγκεκριμένα της κομμουνιστικής ιδεολογίας, δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα.

Το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο δεν περιορίζει την πολιτική δράση κομμάτων. Η ποινική νομοθεσία δεν αφορά πολιτικά κόμματα. Εκτός αν αυτά δεν λειτουργούν ως κόμματα αλλά ως ομάδες που χρήζουν ποινικής αντιμετώπισης διότι προβαίνουν σε πράξεις βίας ή αναπτύσσουν αντίστοιχες συμπεριφορές που προκαλούν βία. Η ελληνική πολιτική ζωή αλλά και τα δικαστήρια ήδη διαπιστώνουν την επικινδυνότητα τέτοιων πρακτικών και το μέγεθος του προβλήματος που λέγεται Χρυσή Αυγή. Με αυτή την έννοια το νομοσχέδιο στρέφεται και εναντίον της Χρυσής Αυγής , σε βαθμό ευθέως αντίστοιχο με δράσεις της Χρυσής Αυγής και μελών της που εμπίπτει στον τομέα της ποινικής αντιμετώπισης.

4. Κομματικές στάσεις επί του νομοσχεδίου

Η θέση που λαμβάνουν κυβερνητικά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας ότι το θεσμικό πλαίσιο είναι επαρκές , συνειδητά παραποιεί την πραγματικότητα , αφού δεν λαμβάνει υπόψη ούτε την ανάγκη προσαρμογής στην οδηγία του Συμβουλίου της Ευρώπης ούτε την ανάγκη να αναβαθμιστεί η εθνική έννομη τάξη λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των φαινομένων ρατσισμού στη χώρα μας. Το χάιδεμα του εδάφους πάνω στο οποίο επικάθεται η Χρυσή Αυγή θα είναι μια πολύ αρνητική εξέλιξη για την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα. Η δε υπονόμευση του Υπουργού Δικαιοσύνης από τη στιγμή που άρχισε η δημόσια συζήτηση δημιουργεί ένα κακό κλίμα στις σχέσεις των κυβερνητικών εταίρων που δεν βοηθά την παραγωγή και προώθηση του κυβερνητικού έργου.

Η δε προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιήσει το θέμα αποκλειστικά από τη σκοπιά της καλλιέργειας ενδοκυβερνητικών τριβών , δείχνει ένα κόμμα που όλο και περισσότερο εξαρτά μονοδιάστατα τη δράση του με τον στόχο της ανάδειξης στην κυβερνητική εξουσία.

Οι δυνάμεις του συνταγματικού τόξου οφείλουν να συμπράξουν χωρίς εκλογικές σκοπιμότητες στην αντιμετώπιση του νεοναζισμού και του ρατσισμού. Αυτό πρέπει να συντελεστεί πολλαπλώς, συμπεριλαμβανομένης και της διαμόρφωσης σύγχρονου νομικού πλαισίου, επιδιώκοντας τις αναγκαίες συγκλίσεις.

Το νομοσχέδιο πρέπει να κατατεθεί, να γίνει διαβούλευση και πραγματικός διάλογος, να λάβει την τελική του μορφή και να ψηφιστεί, ώστε να συμβάλλει σημαντικά στην καταπολέμηση του ρατσισμού και την αντιμετώπιση των διακρίσεων. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ