2013-06-06 08:25:12
«Χώρα χωρίς μέλισσες» έχει κηρυχθεί τα τελευταία δύο χρόνια η Αττική. Το 2010 και το 2011 καταστράφηκε το 80% από τα μελίσσια της λόγω των ψεκασμών με φυτοφάρμακα για την αντιμετώπιση του σκαθαριού των φοινικοειδών, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η γεωπόνος - ερευνήτρια του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Επιστημονικής Εταιρείας Μελισσοκομίας-Σηροτροφίας Ελλάδας, Σοφία Γούναρη.
«Το 2010 χάθηκαν περίπου 6 χιλιάδες κυψέλες και το 2011, τουλάχιστον 4 χιλιάδες. Η παραγωγή μελιού στην Αττική έχει εξαφανιστεί τα τελευταία δύο χρόνια. Πρόκειται για στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μόνο από τους μελισσοκόμους, που ενημέρωσαν την Εταιρεία. Όπως προέκυψε από τα δείγματα μελισσών που εστάλησαν στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο ο θάνατος προήλθε από αυτά τα φάρμακα» υπογραμμίζει.
Μέχρι πέρυσι τα φάρμακα που ήταν εγκεκριμένα για τον ψεκασμό των φοινικοειδών ανήκαν στην οικογένεια των νεονικοτινοειδών, μια σχετικά καινούρια κατηγορία ισχυρών παρασιτοκτόνων που άρχισαν να κυκλοφορούν τη δεκαετία του ‘80. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ψέκαζαν με αυτά τα φάρμακα το φυτό ή εγχέονταν το φάρμακο με σύριγγα στον κορμό του.
Σύμφωνα με την κ. Γούναρη, «υπήρχαν οι μέλισσες που πέθαιναν στο δέντρο, αλλά κι εκείνες που καθώς το φάρμακο κυκλοφορεί στο χυμό του φυτού και βγαίνει στη γύρη, μετέφεραν το δηλητήριο μαζί τους στην κυψέλη προκαλώντας πλήρη κατάρρευση στο μελίσσι».
Στις 29 Απριλίου 2013, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αναστολή για δύο χρόνια της χρήσης νεονικοτινοειδών, στηριζόμενη σε μελέτη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων, EFSA, που έγινε τον περασμένο Ιανουάριο και σύμφωνα με την οποία η τοξικότητα των συγκεκριμένων φαρμάκων είναι 7.000 φορές ισχυρότερη από εκείνη του DDT που απαγορεύθηκε τη δεκαετία του ‘70. Είχαν προηγηθεί δύο ψηφοφορίες. Η Ελλάδα την πρώτη φορά είχε ψηφίσει κατά της αναστολής της χρήσης των νεονικοτινοειδών και τη δεύτερη φορά απείχε της ψηφοφορίας.
Η αναστολή, όπως σημειώνει η κ. Γούναρη, «δεν ήταν απόφαση κάποιων περίεργων οικολόγων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε την εκπόνηση νέων μελετών προκειμένου να διαπιστωθεί εάν προκαλείται χρόνια και όχι μόνο άμεση τοξικότητα στις μέλισσες από τη χρήση των συγκεκριμένων φυτοφαρμάκων.
Στην Ελλάδα, έχει γίνει σχετική μελέτη από το Ινστιτούτο Μελισσοκομίας στα Μουδανιά Χαλκιδικής και τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι υπάρχει χρόνια επίδραση των νεονικοτινοειδών στη λειτουργία των υποφαρυγγικών αδένων των μελισσών και στην παραγωγή βασιλικού πολτού. Συνεπώς, επηρεάζεται η διατροφή της βασίλισσας και του γόνου που τρέφονται με βασιλικό πολτό».
Τα νεονικοτινοειδή χρησιμοποιούνται παντού, στα βαμβάκια, στα καλαμπόκια, στα ζαχαρότευτλα, στα οπωροφόρα δέντρα, στους φοίνικες. Και επηρεάζουν όλα τα ωφέλιμα έντομα, επικονιαστές, όπου ανήκουν και οι μέλισσες, τονίζει η κ. Γούναρη, σύμφωνα με την οποία «είναι τραγική η μείωση των επικονιαστών τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Όπως καταδεικνύει μελέτη του Πανεπιστημίου Αιγαίου, η μείωση του πληθυσμού των φυσικών επικονιαστών στη χώρα μας έχει αγγίξει το 35%. Μάλιστα κάποια είδη είναι υπό εξαφάνιση».
Οι επικονιαστές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή τροφίμων. «Όταν μειώνεται ο πληθυσμός τους, μειώνεται η συνολική γεωργική παραγωγή της Ελλάδας. Επηρεάζονται τα οπωροφόρα δέντρα, η παραγωγή λαχανικών, η παραγωγή βαμβακιού. Επηρεάζεται η παραγωγή των ειδών που χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές, άρα επηρεάζεται και η ζωική παραγωγή, το κρέας γίνεται πιο ακριβό.
Έχουμε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον, αλλά μη παραγωγικό!», τονίζει και προσθέτει ότι «είμαστε πολύ θορυβημένοι, γιατί έτσι δημιουργείται ένα πολύ καλό έδαφος για να εισχωρήσουν στην Ευρώπη, τα γενετικώς τροποποιημένα φυτά. Γιατί αν δεν έχουμε εμείς παραγωγή, πχ ζωοτροφών (σόγια, καλαμπόκι) θα αναγκαστούμε να καλλιεργήσουμε μεταλλαγμένα, που δεν χρειάζονται επικονιαστές». Ήδη, η Γαλλία αντιμετωπίζει μείωση της γεωργικής παραγωγής λόγω της μείωσης των φυσικών επικονιαστών και έχει αποφασίσει μονομερώς τη μη κυκλοφορία των νεονικοτινοειδών.
Το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στην Αττική. Υπάρχουν μεγάλες απώλειες μελισσών που αποδίδονται είτε έμμεσα, είτε άμεσα στη χρήση φυτοφαρμάκων, σε όλη τη νότια Ελλάδα, την Κρήτη, την Πάρο, τα νησιά των Κυκλάδων, την Κυπαρισσία, την Ηλεία, αλλά και την Πρέβεζα, την Άρτα, κατά τόπους στον κάμπο της Θεσσαλίας, αλλά και στη βόρεια Ελλάδα. Σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις ή σε περιοχές με φοινικοειδή, σε δημόσιες ή σε ιδιωτικές περιοχές.
Η κ. Γούναρη υποστηρίζει ότι υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα με τους φοίνικες, καθώς, όπως λέει: «Με τη χρήση των νεονικοτινοειδών, και οι φοίνικες πέθαναν, αλλά και οι μέλισσες».
«Είχαμε ζητήσει από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να γίνονται έλεγχοι. Εάν κόβονταν οι ταξιανθίες του φοίνικα πριν τον ψεκασμό ή την έγχυση δεν θα είχαμε τόσες απώλειες στις μέλισσες. Ζητούσαμε να ενημερώνονται οι μελισσοκόμοι της περιοχής για τους ψεκασμούς, ώστε να απομακρύνουν τα μελίσσια τους. Είχαμε ζητήσει να μάθει ο κόσμος ότι ο ψεκασμός στους φοίνικες δεν είναι αποτελεσματικός», επισημαίνει.
Προσθέτει δε ότι «η Εντομολογική Εταιρεία είχε υποδείξει την ανάγκη συνδυασμού τεχνικών για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του σκαθαριού που πλήττει τα φοινικοειδή, τη χρήση εντομοπαθογόνων νηματωδών, τη μαζική παγίδευση των ακμαίων του σκαθαριού, την μηχανική απομάκρυνση. Σε περιοχές όπου οι φοίνικες είναι ιστορικής αξίας και θέλουν πράγματι να τους σώσουν, όπως στον Εθνικό Κήπο, δεν χρησιμοποιούν τη χημική μέθοδο αλλά μεθόδους όπως τη δενδροχειρουργική, το κόψιμο της στεφάνης , τη χρήση υπερήχων, όχι τη χρήση φαρμάκων».
Η κ. Γούναρη σημειώνει πως «μετά από πάρα πολλές προσπάθειες όλων των φορέων της Μελισσοκομίας, της Ομοσπονδίας, των Συνεταιρισμών και των Επιστημόνων, το υπουργείο φέτος, δεν έδωσε έγκριση για τη χρήση νεονικοτινεοιδών στους φοίνικες. Ενέκρινε τη χρήση άλλων γεωργικών φαρμάκων που ονομάζονται, επαφής. Δεν εισχωρούν στο χυμό, σκοτώνουν μόνο δια επαφής. Πιστεύουμε ότι θα έχουμε μικρότερες απώλειες στον πληθυσμό των μελισσών, εάν φυσικά συνεργαστούν τα Γραφεία Αγροτικής Ανάπτυξης, οι δήμοι, οι ιδιώτες γεωπόνοι και κυρίως οι κάτοχοι φοινικοειδών».
Η Ελληνική Επιστημονική Εταιρεία Μελισσοκομίας-Σηροτροφίας αρχίζει εκστρατεία ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης με κεντρικό μήνυμα «Και οι δύο χωράνε», που αναφέρεται στη δυνατότητα αρμονικής συνύπαρξης των μελισσών με τους φοίνικες. Ανάμεσα στις συμβουλές που δίνονται είναι να μη γίνονται ψεκασμοί κατά την άνθιση και να ενημερώνονται οι δήμοι όταν γίνονται ψεκασμοί σε φοίνικες προκειμένου με τη σειρά τους να μπορούν να ενημερώσουν τους μελισσοκόμους για να απομακρύνουν τα μελίσσια τους.
Η αφίσα και το σχετικό ενημερωτικό υλικό θα σταλούν σε όλους τους δήμους και τα μελισσοκομικά κέντρα της περιφέρειας. Θα γίνει προσπάθεια να τοιχοκολληθεί η αφίσα ακόμη και σε καταστήματα γεωργικών φυτοφαρμάκων στην Αττική και σε άλλες περιοχές. «Η πιο επικίνδυνη περίοδος για τις μέλισσες είναι από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο. Εκείνη την περίοδο στην Αττική αλλά και σε πολλά νησιά, δεν υπάρχει πουθενά αλλού γύρη παρά μόνο στους φοίνικες», τονίζει η κ. Γούναρη.
Αναφερόμενη στις δυνατότητες ανάπτυξης της μελισσοκομίας στην Ελλάδα, η κ. Γούναρη επισημαίνει την εισροή πολλών νέων στον συγκεκριμένο κλάδο, συμπληρώνοντας ότι μπορεί να δώσει αξιοπρεπή οικονομική διέξοδο σε έναν άνθρωπο, να ζήσει καλά, αλλά θέλει δουλειά, γνώση και χρόνο. «Ο άνθρωπος που θα ασχοληθεί με τις μέλισσες, πρέπει να έχει ικανότητες και να αφιερώσει πολύ χρόνο. Να ξεκινήσει με λίγα και να αυξήσει το κεφάλαιό του σιγά-σιγά, καθώς οι μέλισσες χάνονται εύκολα. Είναι πολύ ευαίσθητες. Οι μέλισσες αποτελούν τον δείκτη ενός υγιούς αγρο-οικοσυστήματος».
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ
«Το 2010 χάθηκαν περίπου 6 χιλιάδες κυψέλες και το 2011, τουλάχιστον 4 χιλιάδες. Η παραγωγή μελιού στην Αττική έχει εξαφανιστεί τα τελευταία δύο χρόνια. Πρόκειται για στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μόνο από τους μελισσοκόμους, που ενημέρωσαν την Εταιρεία. Όπως προέκυψε από τα δείγματα μελισσών που εστάλησαν στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο ο θάνατος προήλθε από αυτά τα φάρμακα» υπογραμμίζει.
Μέχρι πέρυσι τα φάρμακα που ήταν εγκεκριμένα για τον ψεκασμό των φοινικοειδών ανήκαν στην οικογένεια των νεονικοτινοειδών, μια σχετικά καινούρια κατηγορία ισχυρών παρασιτοκτόνων που άρχισαν να κυκλοφορούν τη δεκαετία του ‘80. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ψέκαζαν με αυτά τα φάρμακα το φυτό ή εγχέονταν το φάρμακο με σύριγγα στον κορμό του.
Σύμφωνα με την κ. Γούναρη, «υπήρχαν οι μέλισσες που πέθαιναν στο δέντρο, αλλά κι εκείνες που καθώς το φάρμακο κυκλοφορεί στο χυμό του φυτού και βγαίνει στη γύρη, μετέφεραν το δηλητήριο μαζί τους στην κυψέλη προκαλώντας πλήρη κατάρρευση στο μελίσσι».
Στις 29 Απριλίου 2013, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αναστολή για δύο χρόνια της χρήσης νεονικοτινοειδών, στηριζόμενη σε μελέτη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων, EFSA, που έγινε τον περασμένο Ιανουάριο και σύμφωνα με την οποία η τοξικότητα των συγκεκριμένων φαρμάκων είναι 7.000 φορές ισχυρότερη από εκείνη του DDT που απαγορεύθηκε τη δεκαετία του ‘70. Είχαν προηγηθεί δύο ψηφοφορίες. Η Ελλάδα την πρώτη φορά είχε ψηφίσει κατά της αναστολής της χρήσης των νεονικοτινοειδών και τη δεύτερη φορά απείχε της ψηφοφορίας.
Η αναστολή, όπως σημειώνει η κ. Γούναρη, «δεν ήταν απόφαση κάποιων περίεργων οικολόγων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε την εκπόνηση νέων μελετών προκειμένου να διαπιστωθεί εάν προκαλείται χρόνια και όχι μόνο άμεση τοξικότητα στις μέλισσες από τη χρήση των συγκεκριμένων φυτοφαρμάκων.
Στην Ελλάδα, έχει γίνει σχετική μελέτη από το Ινστιτούτο Μελισσοκομίας στα Μουδανιά Χαλκιδικής και τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι υπάρχει χρόνια επίδραση των νεονικοτινοειδών στη λειτουργία των υποφαρυγγικών αδένων των μελισσών και στην παραγωγή βασιλικού πολτού. Συνεπώς, επηρεάζεται η διατροφή της βασίλισσας και του γόνου που τρέφονται με βασιλικό πολτό».
Τα νεονικοτινοειδή χρησιμοποιούνται παντού, στα βαμβάκια, στα καλαμπόκια, στα ζαχαρότευτλα, στα οπωροφόρα δέντρα, στους φοίνικες. Και επηρεάζουν όλα τα ωφέλιμα έντομα, επικονιαστές, όπου ανήκουν και οι μέλισσες, τονίζει η κ. Γούναρη, σύμφωνα με την οποία «είναι τραγική η μείωση των επικονιαστών τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Όπως καταδεικνύει μελέτη του Πανεπιστημίου Αιγαίου, η μείωση του πληθυσμού των φυσικών επικονιαστών στη χώρα μας έχει αγγίξει το 35%. Μάλιστα κάποια είδη είναι υπό εξαφάνιση».
Οι επικονιαστές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή τροφίμων. «Όταν μειώνεται ο πληθυσμός τους, μειώνεται η συνολική γεωργική παραγωγή της Ελλάδας. Επηρεάζονται τα οπωροφόρα δέντρα, η παραγωγή λαχανικών, η παραγωγή βαμβακιού. Επηρεάζεται η παραγωγή των ειδών που χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές, άρα επηρεάζεται και η ζωική παραγωγή, το κρέας γίνεται πιο ακριβό.
Έχουμε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον, αλλά μη παραγωγικό!», τονίζει και προσθέτει ότι «είμαστε πολύ θορυβημένοι, γιατί έτσι δημιουργείται ένα πολύ καλό έδαφος για να εισχωρήσουν στην Ευρώπη, τα γενετικώς τροποποιημένα φυτά. Γιατί αν δεν έχουμε εμείς παραγωγή, πχ ζωοτροφών (σόγια, καλαμπόκι) θα αναγκαστούμε να καλλιεργήσουμε μεταλλαγμένα, που δεν χρειάζονται επικονιαστές». Ήδη, η Γαλλία αντιμετωπίζει μείωση της γεωργικής παραγωγής λόγω της μείωσης των φυσικών επικονιαστών και έχει αποφασίσει μονομερώς τη μη κυκλοφορία των νεονικοτινοειδών.
Το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στην Αττική. Υπάρχουν μεγάλες απώλειες μελισσών που αποδίδονται είτε έμμεσα, είτε άμεσα στη χρήση φυτοφαρμάκων, σε όλη τη νότια Ελλάδα, την Κρήτη, την Πάρο, τα νησιά των Κυκλάδων, την Κυπαρισσία, την Ηλεία, αλλά και την Πρέβεζα, την Άρτα, κατά τόπους στον κάμπο της Θεσσαλίας, αλλά και στη βόρεια Ελλάδα. Σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις ή σε περιοχές με φοινικοειδή, σε δημόσιες ή σε ιδιωτικές περιοχές.
Η κ. Γούναρη υποστηρίζει ότι υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα με τους φοίνικες, καθώς, όπως λέει: «Με τη χρήση των νεονικοτινοειδών, και οι φοίνικες πέθαναν, αλλά και οι μέλισσες».
«Είχαμε ζητήσει από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να γίνονται έλεγχοι. Εάν κόβονταν οι ταξιανθίες του φοίνικα πριν τον ψεκασμό ή την έγχυση δεν θα είχαμε τόσες απώλειες στις μέλισσες. Ζητούσαμε να ενημερώνονται οι μελισσοκόμοι της περιοχής για τους ψεκασμούς, ώστε να απομακρύνουν τα μελίσσια τους. Είχαμε ζητήσει να μάθει ο κόσμος ότι ο ψεκασμός στους φοίνικες δεν είναι αποτελεσματικός», επισημαίνει.
Προσθέτει δε ότι «η Εντομολογική Εταιρεία είχε υποδείξει την ανάγκη συνδυασμού τεχνικών για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του σκαθαριού που πλήττει τα φοινικοειδή, τη χρήση εντομοπαθογόνων νηματωδών, τη μαζική παγίδευση των ακμαίων του σκαθαριού, την μηχανική απομάκρυνση. Σε περιοχές όπου οι φοίνικες είναι ιστορικής αξίας και θέλουν πράγματι να τους σώσουν, όπως στον Εθνικό Κήπο, δεν χρησιμοποιούν τη χημική μέθοδο αλλά μεθόδους όπως τη δενδροχειρουργική, το κόψιμο της στεφάνης , τη χρήση υπερήχων, όχι τη χρήση φαρμάκων».
Η κ. Γούναρη σημειώνει πως «μετά από πάρα πολλές προσπάθειες όλων των φορέων της Μελισσοκομίας, της Ομοσπονδίας, των Συνεταιρισμών και των Επιστημόνων, το υπουργείο φέτος, δεν έδωσε έγκριση για τη χρήση νεονικοτινεοιδών στους φοίνικες. Ενέκρινε τη χρήση άλλων γεωργικών φαρμάκων που ονομάζονται, επαφής. Δεν εισχωρούν στο χυμό, σκοτώνουν μόνο δια επαφής. Πιστεύουμε ότι θα έχουμε μικρότερες απώλειες στον πληθυσμό των μελισσών, εάν φυσικά συνεργαστούν τα Γραφεία Αγροτικής Ανάπτυξης, οι δήμοι, οι ιδιώτες γεωπόνοι και κυρίως οι κάτοχοι φοινικοειδών».
Η Ελληνική Επιστημονική Εταιρεία Μελισσοκομίας-Σηροτροφίας αρχίζει εκστρατεία ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης με κεντρικό μήνυμα «Και οι δύο χωράνε», που αναφέρεται στη δυνατότητα αρμονικής συνύπαρξης των μελισσών με τους φοίνικες. Ανάμεσα στις συμβουλές που δίνονται είναι να μη γίνονται ψεκασμοί κατά την άνθιση και να ενημερώνονται οι δήμοι όταν γίνονται ψεκασμοί σε φοίνικες προκειμένου με τη σειρά τους να μπορούν να ενημερώσουν τους μελισσοκόμους για να απομακρύνουν τα μελίσσια τους.
Η αφίσα και το σχετικό ενημερωτικό υλικό θα σταλούν σε όλους τους δήμους και τα μελισσοκομικά κέντρα της περιφέρειας. Θα γίνει προσπάθεια να τοιχοκολληθεί η αφίσα ακόμη και σε καταστήματα γεωργικών φυτοφαρμάκων στην Αττική και σε άλλες περιοχές. «Η πιο επικίνδυνη περίοδος για τις μέλισσες είναι από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο. Εκείνη την περίοδο στην Αττική αλλά και σε πολλά νησιά, δεν υπάρχει πουθενά αλλού γύρη παρά μόνο στους φοίνικες», τονίζει η κ. Γούναρη.
Αναφερόμενη στις δυνατότητες ανάπτυξης της μελισσοκομίας στην Ελλάδα, η κ. Γούναρη επισημαίνει την εισροή πολλών νέων στον συγκεκριμένο κλάδο, συμπληρώνοντας ότι μπορεί να δώσει αξιοπρεπή οικονομική διέξοδο σε έναν άνθρωπο, να ζήσει καλά, αλλά θέλει δουλειά, γνώση και χρόνο. «Ο άνθρωπος που θα ασχοληθεί με τις μέλισσες, πρέπει να έχει ικανότητες και να αφιερώσει πολύ χρόνο. Να ξεκινήσει με λίγα και να αυξήσει το κεφάλαιό του σιγά-σιγά, καθώς οι μέλισσες χάνονται εύκολα. Είναι πολύ ευαίσθητες. Οι μέλισσες αποτελούν τον δείκτη ενός υγιούς αγρο-οικοσυστήματος».
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αναπόφευκτο μέτρο η μείωση των μισθών
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αναβλήθηκε η δίκη του Ντέμη Νικολαΐδη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ