2013-06-12 21:16:03
Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι που κάναμε μαζί τα είκοσι τελευταία χρόνια στην ΕΡΤ3 από την εκπομπή «Ανιχνεύσεις». Νομίζω κάτι άφησε σ’ όλους μας, ακόμη και σε εκείνους που δεν μας συμπαθούσαν: Την εμπειρία της χαράς, του τραγικού, του απρόοπτου. Την προσπάθεια αναζήτησης του νέου, ερμηνείας των γεγονότων, ανακάλυψης καινούριων δρόμων.
Ένα ταξίδι που, προσωπικά με μετάλλαξε ως άνθρωπο κι γι αυτό είμαι ευγνώμων και προς την εργασία μου και προς την ΕΡΤ3 και προς όλους εσάς που είτε με τον καλό, είτε με τον κριτικό λόγο σας μας συμπαρασταθήκατε.
Λίγοι, ίσως, θυμούνται πως από το 1989 ως το 2005, ήμασταν παρόντες σε όλα τα πολεμικά μέτωπα, κυρίως στα Βαλκάνια. Εκεί ήταν η πρώτη συνειδητοποίηση πως υπάρχουμε ως ανθρώπινη οντότητα πριν από τη θρησκεία, την εθνότητα ή την υπηκοότητα.
Θεωρώ αυτήν την εμπειρία μοναδική και καθοριστική. Ό,τι μπόρεσα να δώσω από τις αποστολές αυτές, το έκανα στα ρεπορτάζ και στις αναλύσεις στις «Ανιχνεύσεις» και στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» νωρίτερα. Τα υπόλοιπα, που δεν είναι λίγα, θα τα πάρω μαζί μου.
Οι άνθρωποι είναι ίδιοι σ’ όλη τη γη, έχουν την ίδια αγωνία επιβίωσης, χαίρονται και λυπούνται με τα ίδια πράγματα. Κοινοτοπίες θα μου πείτε. Ναι, αλλά πολλές φορές χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε τα αυτονόητα. Και εγώ, χρειάστηκα δεκαπέντε χρόνια γι αυτήν τη συνειδητοποίηση. Δεκαπέντε χρόνια δίπλα στην τραγικότητα του πολέμου. Την επιθετικότητα, τη βαναυσότητα, την εγκατάλειψη, το φόβο, αλλά και την ηρεμία της σοφίας που αποκτά κανείς από τα βάσανα της ζωής. Και τέτοιους ανθρώπους συναντήσαμε πολλούς. Γριούλες και γέροντες με έναν σάκο στο ώμο να πηγαίνουν στο πουθενά, φθάνει να γλυτώσουν από τη βαναυσότητα του ανθρώπου. Ακόμη και αυτές τις κρίσιμες στιγμές που περνάμε, μου έρχονται στο νου οι εικόνες του πολέμου. Γιατί εκεί συνάντησα όλα όσο μου διηγήθηκε μικρό η γιαγιά μου, όσα τράβηξε στον Πόντο, και νόμιζα πως ήταν παραμύθια. Είχα την εντύπωση πως την έβλεπα. Γι αυτό και όταν μου δινόταν η ευκαιρία προτιμούσα την τραγωδία του πολέμου από τον καθημερινό εκφυλισμό μιας ζωής χωρίς νόημα, όπως ήταν η ζωή μας στα χρόνια του δήθεν «ελληνικού ονείρου» που ολοκληρώθηκε με τους Ολυμπιακούς.
Δεν είναι ώρα για βαθυστόχαστες αναλύσεις. Έναν αποχαιρετισμό ήθελα να απευθύνω προς όλους τους φίλους που μας παρακολουθούσαν. Όσους είχαν έναν καλό λόγο να πουν αλλά και σε εκείνους που μας έκαναν κριτική, πολλές φορές πολύ σκληρή. Και καλά έκαναν.
Στις «Ανιχνεύσεις» είχαμε συνείδηση πως υπηρετούμε την κοινωνία. Πως είμαστε κομμάτι της.
Πολλές φορές αυτήν τη συνειδητοποίηση μπορεί να μην την εκδηλώναμε. Αλλά, δεν είναι εύκολη η εργασία σε ένα κρατικό μέσο. Δεν είναι ούτε και σε ένα ιδιωτικό. Ίσως, μάλιστα, εκεί να είναι δυσκολότερη. Προσπαθούσαμε, όμως, συνθέτοντας, να μην είμαστε μακριά από τις αγωνίες του κόσμου που περνά μια από τις δυσκολότερες περιόδους. Αγωνίες που ήταν και είναι και δικές μας. Διότι το ίδιο δύσκολη και τραγική είναι και η ζωή ενός δημοσιογράφου που δεν ανήκει στο life style των ημερών μας.
Είναι διακριτοί οι ρόλοι μιας δημόσιας και μιας ιδιωτικής τηλεόρασης. Χρειάζονται και οι δύο. Πολύ φοβούμαι, όμως, πως το γενικότερο υπόβαθρο της πολιτικής εξουσίας δεν μπορεί να κάνει σαφή ούτε τη διάκριση ούτε την αναγκαιότητα αυτής της συνύπαρξης.
Δυστυχώς, δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος. Όχι μόνο για τη δημοσιογραφία που πιστεύω πως περνά ένα μεταβατικό στάδιο που θα την μεταλλάξει αλλά ούτε και για τους θεσμούς που θα διαμορφώσουμε μετά την κρίση.
Στο παρασκήνιο, τα ίδια πρόσωπα, οι ίδιες αντιλήψεις και οι ίδιες νοοτροπίες παράγονται κατά κόρον. Δυστυχώς, η κρίση με όλες τις τραγικότητές της δεν στέκεται αφορμή για μια νέα αρχή.
Αν ήταν να κάνουμε μια αρχή ως κοινωνία και ως πολιτεία, χαλάλι οι θυσίες που θα είχαμε υποστεί. Αλλά, δυστυχώς, τίποτε νέο δεν αναδύεται. Και αυτό το συνειδητοποίησα από τα ψεύδη που άκουσα και ακούω σε ζητήματα που γνωρίζω καλά το προσκήνιο και το παρασκήνιό τους. Δεν μπόρεσα να απαντήσω ακόμη στο ερώτημα αν δεν θέλουν ή αν δεν μπορούν.
Σας κούρασα. Θα ήθελα να τελειώσω με κάτι που είπε ο Κολοκοτρώνης και μου το θύμισε ένας φίλος που μας παρακολουθούσε, στην παραλία όπου περπατάμε τα πρωϊνά:
«Αυτό το μιλέτι δεν διορθώνεται. Αλλά και δεν χαλιέται» Πόσο ίδια είναι τα πράγματα από τότε μέχρι σήμερα; Ίσως ίδια να ήταν και πριν.
Είχαμε όμως, τις εξάρσεις μας. Και χάρη σ αυτές επιβιώσαμε. Οι εξάρσεις, όμως, προϋπέθεταν μια ικανή πολιτική, οικονομική και πνευματική ηγεσία.
Που βρίσκονται σήμερα;
Αν “βγαίναμε” σήμερα απο τις “Ανιχνεύσεις” θα είχαμε τη δυνατότητα να σας αποχαιρετίσουμε για τη συντροφιά σας. Θεωρούμε ιεροσυλία να μην το κάνουμε έστω και απο εδώ:
Καληνύχτα και καλή τύχη.
Στείλτε το μήνυμά σας ΕΔΩ
InfoGnomon
Ένα ταξίδι που, προσωπικά με μετάλλαξε ως άνθρωπο κι γι αυτό είμαι ευγνώμων και προς την εργασία μου και προς την ΕΡΤ3 και προς όλους εσάς που είτε με τον καλό, είτε με τον κριτικό λόγο σας μας συμπαρασταθήκατε.
Λίγοι, ίσως, θυμούνται πως από το 1989 ως το 2005, ήμασταν παρόντες σε όλα τα πολεμικά μέτωπα, κυρίως στα Βαλκάνια. Εκεί ήταν η πρώτη συνειδητοποίηση πως υπάρχουμε ως ανθρώπινη οντότητα πριν από τη θρησκεία, την εθνότητα ή την υπηκοότητα.
Θεωρώ αυτήν την εμπειρία μοναδική και καθοριστική. Ό,τι μπόρεσα να δώσω από τις αποστολές αυτές, το έκανα στα ρεπορτάζ και στις αναλύσεις στις «Ανιχνεύσεις» και στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» νωρίτερα. Τα υπόλοιπα, που δεν είναι λίγα, θα τα πάρω μαζί μου.
Οι άνθρωποι είναι ίδιοι σ’ όλη τη γη, έχουν την ίδια αγωνία επιβίωσης, χαίρονται και λυπούνται με τα ίδια πράγματα. Κοινοτοπίες θα μου πείτε. Ναι, αλλά πολλές φορές χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε τα αυτονόητα. Και εγώ, χρειάστηκα δεκαπέντε χρόνια γι αυτήν τη συνειδητοποίηση. Δεκαπέντε χρόνια δίπλα στην τραγικότητα του πολέμου. Την επιθετικότητα, τη βαναυσότητα, την εγκατάλειψη, το φόβο, αλλά και την ηρεμία της σοφίας που αποκτά κανείς από τα βάσανα της ζωής. Και τέτοιους ανθρώπους συναντήσαμε πολλούς. Γριούλες και γέροντες με έναν σάκο στο ώμο να πηγαίνουν στο πουθενά, φθάνει να γλυτώσουν από τη βαναυσότητα του ανθρώπου. Ακόμη και αυτές τις κρίσιμες στιγμές που περνάμε, μου έρχονται στο νου οι εικόνες του πολέμου. Γιατί εκεί συνάντησα όλα όσο μου διηγήθηκε μικρό η γιαγιά μου, όσα τράβηξε στον Πόντο, και νόμιζα πως ήταν παραμύθια. Είχα την εντύπωση πως την έβλεπα. Γι αυτό και όταν μου δινόταν η ευκαιρία προτιμούσα την τραγωδία του πολέμου από τον καθημερινό εκφυλισμό μιας ζωής χωρίς νόημα, όπως ήταν η ζωή μας στα χρόνια του δήθεν «ελληνικού ονείρου» που ολοκληρώθηκε με τους Ολυμπιακούς.
Δεν είναι ώρα για βαθυστόχαστες αναλύσεις. Έναν αποχαιρετισμό ήθελα να απευθύνω προς όλους τους φίλους που μας παρακολουθούσαν. Όσους είχαν έναν καλό λόγο να πουν αλλά και σε εκείνους που μας έκαναν κριτική, πολλές φορές πολύ σκληρή. Και καλά έκαναν.
Στις «Ανιχνεύσεις» είχαμε συνείδηση πως υπηρετούμε την κοινωνία. Πως είμαστε κομμάτι της.
Πολλές φορές αυτήν τη συνειδητοποίηση μπορεί να μην την εκδηλώναμε. Αλλά, δεν είναι εύκολη η εργασία σε ένα κρατικό μέσο. Δεν είναι ούτε και σε ένα ιδιωτικό. Ίσως, μάλιστα, εκεί να είναι δυσκολότερη. Προσπαθούσαμε, όμως, συνθέτοντας, να μην είμαστε μακριά από τις αγωνίες του κόσμου που περνά μια από τις δυσκολότερες περιόδους. Αγωνίες που ήταν και είναι και δικές μας. Διότι το ίδιο δύσκολη και τραγική είναι και η ζωή ενός δημοσιογράφου που δεν ανήκει στο life style των ημερών μας.
Είναι διακριτοί οι ρόλοι μιας δημόσιας και μιας ιδιωτικής τηλεόρασης. Χρειάζονται και οι δύο. Πολύ φοβούμαι, όμως, πως το γενικότερο υπόβαθρο της πολιτικής εξουσίας δεν μπορεί να κάνει σαφή ούτε τη διάκριση ούτε την αναγκαιότητα αυτής της συνύπαρξης.
Δυστυχώς, δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος. Όχι μόνο για τη δημοσιογραφία που πιστεύω πως περνά ένα μεταβατικό στάδιο που θα την μεταλλάξει αλλά ούτε και για τους θεσμούς που θα διαμορφώσουμε μετά την κρίση.
Στο παρασκήνιο, τα ίδια πρόσωπα, οι ίδιες αντιλήψεις και οι ίδιες νοοτροπίες παράγονται κατά κόρον. Δυστυχώς, η κρίση με όλες τις τραγικότητές της δεν στέκεται αφορμή για μια νέα αρχή.
Αν ήταν να κάνουμε μια αρχή ως κοινωνία και ως πολιτεία, χαλάλι οι θυσίες που θα είχαμε υποστεί. Αλλά, δυστυχώς, τίποτε νέο δεν αναδύεται. Και αυτό το συνειδητοποίησα από τα ψεύδη που άκουσα και ακούω σε ζητήματα που γνωρίζω καλά το προσκήνιο και το παρασκήνιό τους. Δεν μπόρεσα να απαντήσω ακόμη στο ερώτημα αν δεν θέλουν ή αν δεν μπορούν.
Σας κούρασα. Θα ήθελα να τελειώσω με κάτι που είπε ο Κολοκοτρώνης και μου το θύμισε ένας φίλος που μας παρακολουθούσε, στην παραλία όπου περπατάμε τα πρωϊνά:
«Αυτό το μιλέτι δεν διορθώνεται. Αλλά και δεν χαλιέται» Πόσο ίδια είναι τα πράγματα από τότε μέχρι σήμερα; Ίσως ίδια να ήταν και πριν.
Είχαμε όμως, τις εξάρσεις μας. Και χάρη σ αυτές επιβιώσαμε. Οι εξάρσεις, όμως, προϋπέθεταν μια ικανή πολιτική, οικονομική και πνευματική ηγεσία.
Που βρίσκονται σήμερα;
Αν “βγαίναμε” σήμερα απο τις “Ανιχνεύσεις” θα είχαμε τη δυνατότητα να σας αποχαιρετίσουμε για τη συντροφιά σας. Θεωρούμε ιεροσυλία να μην το κάνουμε έστω και απο εδώ:
Καληνύχτα και καλή τύχη.
Στείλτε το μήνυμά σας ΕΔΩ
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Με αστραπιαίες κινήσεις ο ΠΑΣ πήρε τον Βελλίδη
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μάσκα προσώπου με κρέμα γάλακτος για απαλή επιδερμίδα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ