2013-06-14 21:09:53
Francois Heisbourg
Το Βήμα - The New York Times
Περισσότερα από δύο χρόνια έχουν περάσει από τότε που ξέσπασε η εξέγερση ενάντια στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ και μπορούμε πια να πούμε ότι οι πολιτικές της Ρωσίας αποδεικνύονται επιτυχημένες, ενώ οι αναλύσεις και οι δράσεις της Δύσης αποτυχημένες. Χάρη, σε μεγάλο βαθμό, στη στρατιωτική, αλλά πολιτική και διπλωματική της υποστήριξη της Ρωσίας, ο σύρος δικτάτορας δεν αποκαθηλώθηκε και η καταστολή συνεχίζει αδυσώπητη, ανεμπόδιστη από ένα παραλυμένο Συμβούλιο Ασφαλείας.Η Δύση δείχνει ανίκανη να διαμορφώσει τα γεγονότα και οι «κόκκινες γραμμές» της, φαντάζουν πλέον ασήμαντες. Αλλά η επιτυχία της Ρωσίας μέχρι σήμερα, αν και σημαντική, θα είναι βραχύβια. Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν πέρασε το «δικό» του και τώρα αυτό που συμφέρει τη Ρωσία περισσότερο είναι να συνεργαστεί με τη Δύση προκειμένου να βοηθήσει να τερματιστεί το αιματοκύλισμα στη Συρία.
Δεν είναι μόνο ότι η αντιπολίτευση στη Συρία είναι στρατιωτικά και πολιτικά κατακερματισμένη, αλλά και ότι οι πλέον βίαιοι τζιχαντιστές βρίσκονται σε άνοδο εκμεταλλευόμενοι το οπλοστάσιο που απλόχερα προσφέρεται από το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία. Μετά το Αφγανιστάν και το Ιράκ, η «εύκολη» Συρία έγινε ο κύριος «μαγνήτης» για μεγάλο αριθμό ξένων επίδοξων τζιχαντιστών, που μπορεί να επιστρέψουν οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι για τρομοκρατικές ενέργειες στη Δύση.
Αυτή η εξέλιξη, καθιστά ιδιαίτερα διστακτική τη Δύση στο να εξοπλίζει τους αντάρτες. Η επιτυχία της Ρωσίας βρίσκεται σε αντιστοιχία με την ιστορία της χώρας ως μεγάλης δύναμης τους τελευταίους δύο αιώνες: έχει συνηθίσει να αναλαμβάνει υπολογισμένα ρίσκα, ακόμη και όταν έχει μικρές πιθανότητες νίκης, ενώ η προσέγγισή της λειτουργεί σε προοπτική μηδενικού αθροίσματος - το κέρδος μου, η απώλειά σου. Αλλά η ίδια προσέγγιση υποχρεώνει τη Ρωσία να έρχεται αντιμέτωπη με εξαιρετικά δύσκολες συνέπειες.
Η Ρωσία είναι παρούσα στη Συρία ως πάροχος αμυντικής και πολιτικής υποστήριξης εδώ και μισό αιώνα, αναπτύσσοντας συνήθειες συνεργασίας και δεσμούς σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας - κάτι που αντανακλάται στους συχνούς γάμους μεταξύ ρώσων και σύρων πολιτών. Προκειμένου να διατηρήσει αυτή την μακροχρόνια επένδυση, συμφέρον του Κρεμλίνου είναι να σταθεί στο πλευρό όποιου βρίσκεται στην εξουσία στη Συρία.
Όταν οι εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης «ωρίμασαν» το 2011, όλοι τόσο στη Δύση όσο και στον αραβικό κόσμο υπέθεσαν ότι ο Άσαντ θα ακολουθούσε τη τύχη του ηγέτη της Τυνησίας, Ζίνε ελ Αμπιντίν μπεν Αλί, της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ, της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι και της Υεμένης Αμπντάλα Σάλεχ. Όλα έδειχναν ότι η Ρωσία υποστήριξε έναν «χαμένο», ρισκάροντας να απολέσει τα στρατηγικά της πλεονεκτήματα στης Συρία, περιλαμβανομένης της πρόσβασης στις ναυτικές εγκαταστάσεις της Ταρτούς. Αλλά, όπως φαίνεται, το ρίσκο της Ρωσίας απέδωσε καρπούς.
Ωστόσο, μόνο ένα μέρος αυτής της πολιτικής συνδέεται με ζωτικά συμφέροντα της Ρωσίας, όπως ο φόβος του Κρεμλίνου για εξάπλωση της εξέγερσης από μία τζιχαντιστική Συρία στις φονταμενταλιστικές ομάδες του Καυκάσου. Η Ρωσία θέλησε να τιμωρήσει τις δυτικές δυνάμεις οι οποίες, στα μάτια της, καταχράστηκαν την εξουσία του Συμβουλίου Ασφαλείας για να ανατρέψουν τον Καντάφι. Ο Πούτιν δεν θα το επέτρεπε αυτό δεύτερη φορά. Εξ' ου και το αποτέλεσμα μηδενικού αθροίσματος: η Δύση παραλυμένη στα Ηνωμένα Έθνη και αδύναμη να διαμορφώσει αποφασιστικά τις εξελίξεις στη Συρία. Την ίδια στιγμή η Ρωσία έχει περιορισμένα απόλυτα κέρδη.
Ο συριακός εμφύλιος σημαίνει ότι τα συμφέροντα της στη χώρα έχουν συρρικνούμενη αξία ενώ η άνοδος των τζιχαντιστών αυξάνει τον κίνδυνο διάχυσης της κρίσης σε ισλαμικές περιοχές της Ρωσίας. Επομένως, έχοντας επιτυχημένα κάνει επίδειξη ισχύος στη Δύση, ο Πούτιν ίσως θεωρήσει τώρα σκόπιμο να επεξεργαστεί μία πολιτική λύση στη σύνοδο για τη Συρία αυτό το καλοκαίρι στη Γενεύη. Η Δύση με το δίκιο της αγανακτά με την επιτυχία της υποστήριξης της Ρωσίας προς τον Άσαντ, δεδομένων των τρομερών ανθρωπιστικών συνεπειών της. Αλλά σήμερα η κατάσταση έχει όπως έχει και όχι όπως θα επιθυμούσε η Δύση. Συμφέρον της Δύσης είναι να απέχει από τον εξοπλισμό των τζιχαντιστών και να υποστηρίξει μία πολιτική λύση, ιδανικά χωρίς τον Άσαντ, αλλά πιθανώς λύση που δεν θα αποκλείει το κυβερνών κόμμα Μπάαθ και την γραφειοκρατία του.
* Ο Francois Heisbourg είναι σύμβουλος της γαλλικής δεξαμενής σκέψης «Fondation pour la Recherche Strategique» (Ίδρυμα για τη Στρατηγική Έρευνα)
InfoGnomon
Το Βήμα - The New York Times
Περισσότερα από δύο χρόνια έχουν περάσει από τότε που ξέσπασε η εξέγερση ενάντια στο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ και μπορούμε πια να πούμε ότι οι πολιτικές της Ρωσίας αποδεικνύονται επιτυχημένες, ενώ οι αναλύσεις και οι δράσεις της Δύσης αποτυχημένες. Χάρη, σε μεγάλο βαθμό, στη στρατιωτική, αλλά πολιτική και διπλωματική της υποστήριξη της Ρωσίας, ο σύρος δικτάτορας δεν αποκαθηλώθηκε και η καταστολή συνεχίζει αδυσώπητη, ανεμπόδιστη από ένα παραλυμένο Συμβούλιο Ασφαλείας.Η Δύση δείχνει ανίκανη να διαμορφώσει τα γεγονότα και οι «κόκκινες γραμμές» της, φαντάζουν πλέον ασήμαντες. Αλλά η επιτυχία της Ρωσίας μέχρι σήμερα, αν και σημαντική, θα είναι βραχύβια. Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν πέρασε το «δικό» του και τώρα αυτό που συμφέρει τη Ρωσία περισσότερο είναι να συνεργαστεί με τη Δύση προκειμένου να βοηθήσει να τερματιστεί το αιματοκύλισμα στη Συρία.
Δεν είναι μόνο ότι η αντιπολίτευση στη Συρία είναι στρατιωτικά και πολιτικά κατακερματισμένη, αλλά και ότι οι πλέον βίαιοι τζιχαντιστές βρίσκονται σε άνοδο εκμεταλλευόμενοι το οπλοστάσιο που απλόχερα προσφέρεται από το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία. Μετά το Αφγανιστάν και το Ιράκ, η «εύκολη» Συρία έγινε ο κύριος «μαγνήτης» για μεγάλο αριθμό ξένων επίδοξων τζιχαντιστών, που μπορεί να επιστρέψουν οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι για τρομοκρατικές ενέργειες στη Δύση.
Αυτή η εξέλιξη, καθιστά ιδιαίτερα διστακτική τη Δύση στο να εξοπλίζει τους αντάρτες. Η επιτυχία της Ρωσίας βρίσκεται σε αντιστοιχία με την ιστορία της χώρας ως μεγάλης δύναμης τους τελευταίους δύο αιώνες: έχει συνηθίσει να αναλαμβάνει υπολογισμένα ρίσκα, ακόμη και όταν έχει μικρές πιθανότητες νίκης, ενώ η προσέγγισή της λειτουργεί σε προοπτική μηδενικού αθροίσματος - το κέρδος μου, η απώλειά σου. Αλλά η ίδια προσέγγιση υποχρεώνει τη Ρωσία να έρχεται αντιμέτωπη με εξαιρετικά δύσκολες συνέπειες.
Η Ρωσία είναι παρούσα στη Συρία ως πάροχος αμυντικής και πολιτικής υποστήριξης εδώ και μισό αιώνα, αναπτύσσοντας συνήθειες συνεργασίας και δεσμούς σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας - κάτι που αντανακλάται στους συχνούς γάμους μεταξύ ρώσων και σύρων πολιτών. Προκειμένου να διατηρήσει αυτή την μακροχρόνια επένδυση, συμφέρον του Κρεμλίνου είναι να σταθεί στο πλευρό όποιου βρίσκεται στην εξουσία στη Συρία.
Όταν οι εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης «ωρίμασαν» το 2011, όλοι τόσο στη Δύση όσο και στον αραβικό κόσμο υπέθεσαν ότι ο Άσαντ θα ακολουθούσε τη τύχη του ηγέτη της Τυνησίας, Ζίνε ελ Αμπιντίν μπεν Αλί, της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ, της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι και της Υεμένης Αμπντάλα Σάλεχ. Όλα έδειχναν ότι η Ρωσία υποστήριξε έναν «χαμένο», ρισκάροντας να απολέσει τα στρατηγικά της πλεονεκτήματα στης Συρία, περιλαμβανομένης της πρόσβασης στις ναυτικές εγκαταστάσεις της Ταρτούς. Αλλά, όπως φαίνεται, το ρίσκο της Ρωσίας απέδωσε καρπούς.
Ωστόσο, μόνο ένα μέρος αυτής της πολιτικής συνδέεται με ζωτικά συμφέροντα της Ρωσίας, όπως ο φόβος του Κρεμλίνου για εξάπλωση της εξέγερσης από μία τζιχαντιστική Συρία στις φονταμενταλιστικές ομάδες του Καυκάσου. Η Ρωσία θέλησε να τιμωρήσει τις δυτικές δυνάμεις οι οποίες, στα μάτια της, καταχράστηκαν την εξουσία του Συμβουλίου Ασφαλείας για να ανατρέψουν τον Καντάφι. Ο Πούτιν δεν θα το επέτρεπε αυτό δεύτερη φορά. Εξ' ου και το αποτέλεσμα μηδενικού αθροίσματος: η Δύση παραλυμένη στα Ηνωμένα Έθνη και αδύναμη να διαμορφώσει αποφασιστικά τις εξελίξεις στη Συρία. Την ίδια στιγμή η Ρωσία έχει περιορισμένα απόλυτα κέρδη.
Ο συριακός εμφύλιος σημαίνει ότι τα συμφέροντα της στη χώρα έχουν συρρικνούμενη αξία ενώ η άνοδος των τζιχαντιστών αυξάνει τον κίνδυνο διάχυσης της κρίσης σε ισλαμικές περιοχές της Ρωσίας. Επομένως, έχοντας επιτυχημένα κάνει επίδειξη ισχύος στη Δύση, ο Πούτιν ίσως θεωρήσει τώρα σκόπιμο να επεξεργαστεί μία πολιτική λύση στη σύνοδο για τη Συρία αυτό το καλοκαίρι στη Γενεύη. Η Δύση με το δίκιο της αγανακτά με την επιτυχία της υποστήριξης της Ρωσίας προς τον Άσαντ, δεδομένων των τρομερών ανθρωπιστικών συνεπειών της. Αλλά σήμερα η κατάσταση έχει όπως έχει και όχι όπως θα επιθυμούσε η Δύση. Συμφέρον της Δύσης είναι να απέχει από τον εξοπλισμό των τζιχαντιστών και να υποστηρίξει μία πολιτική λύση, ιδανικά χωρίς τον Άσαντ, αλλά πιθανώς λύση που δεν θα αποκλείει το κυβερνών κόμμα Μπάαθ και την γραφειοκρατία του.
* Ο Francois Heisbourg είναι σύμβουλος της γαλλικής δεξαμενής σκέψης «Fondation pour la Recherche Strategique» (Ίδρυμα για τη Στρατηγική Έρευνα)
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Λαμία: Παράνομες οι απολύσεις μας - Ήρθε η ώρα να δικαιωθούμε
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ