2013-06-26 17:51:26
Του Βενιαμίν Καρακωστάνογλου
διεθνολόγου - δημοτικού συμβούλου Θεσσαλονίκης
Κοινή διαπίστωση, αρμοδίων και μη, ήταν ότι η ΕΡΤ3 είχε ένα αξιόπιστο και ενδιαφέρον πρόγραμμα (κυρίως η τηλεόραση) και δεν υπέφερε από τις εγγενείς αδυναμίες που καταλογίζονταν στα «αδελφά» κανάλια της ΝΕΤ και της ΕΤ1: Μεγάλο αριθμό προσωπικού, υψηλό προϋπολογισμό, μικρή τηλεθέαση κτλ.
Το προσωπικό της ήταν περί τα 400 άτομα (ιδίως μετά τις μειώσεις των τελευταίων ετών) επί συνόλου 2.600 της ΕΡΤ Α.Ε. Ο προϋπολογισμός της ποτέ δεν ξεπέρασε το 10% του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΡΤ Α.Ε. (αν και έπρεπε να είναι κατ’ ελάχιστον τόσο) και εφέτος ήταν περί τα 21.000.000 ευρώ.
Έτσι η σχέση κόστους και απόδοσης ήταν ιδιαίτερα θετική συγκρινόμενη με τα «αδελφά» δημόσια κανάλια και η τηλεθέασή της άγγιζε το 4%, δηλαδή ήταν σαφώς ανώτερη από τις ΕΤ1, ενώ υπολειπόταν της ΝΕΤ που είχε όμως πολύ περισσότερα μέσα, κονδύλια και προσωπικό. Χώρος βέβαια υπήρχε πάντα για περαιτέρω οικονομικό εξορθολογισμό και βελτίωση του προγράμματος καθώς και της αξιοπιστίας της παρεχόμενης ενημέρωσης.
Όλα τα παραπάνω συνοδεύτηκαν από αρκετές βραβεύσεις και επαίνους για την τηλεόραση της ΕΡΤ3. Πιο πρόσφατο το 2ο Πανευρωπαϊκό Βραβείο που πήρε από την Ευρωπαϊκή Ένωση Περιφερειακών Τηλεοράσεων για πρόγραμμα σχετικό με τον εορτασμό των εκατοντάχρονων της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης.
Ο ρόλος λοιπόν της περιφερειακής ελληνικής τηλεόρασης, της «τηλεόρασης συνόρων», που σταδιακά θα κάλυπτε το σύνολο της εκτός του αττικού κέντρου Ελλάδας, ήταν ο ρόλος που άρμοζε στην ΕΡΤ3. Μιας ραδιοτηλεόρασης που θα συνέδεε την Ελλάδα με την ελληνική διασπορά, με τη βαλκανική «γειτονιά» της Βόρειας Ελλάδας, με τον ορθόδοξο, σλαβικό κυρίως, κόσμο, αξιοποιώντας την εκκλησιαστική μας παράδοση, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Άγιον Όρος. Ενός επικοινωνιακού φορέα που θα αναλάμβανε να αναδείξει τη φυσική ομορφιά τής εκτός Αθηνών Ελλάδας και να αποτελέσει αιχμή της τουριστικής βιομηχανίας της χώρας και της αναπτυξιακής και ενεργειακής της προσπάθειας.
Όπως η Θεσσαλονίκη έχει παραδοσιακά το υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης, με κατ’ εξαίρεση χωρικές αρμοδιότητες (που αφορούν αναπτυξιακούς επενδυτικούς αλλά και όχι μόνο τομείς), έτσι και στον τομέα της ραδιοτηλεόρασης και της διαδικτυακής και δορυφορικής μαζικής επικοινωνίας δικαιούται να συνεχίσει να αποτελεί την έδρα του ενός βραχίονα της νέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης της χώρας μας.
Το θετικό προηγούμενο της ΕΡΤ3 αλλά και ο ευαίσθητος εθνικά και αναπτυξιακά χώρος της Βόρειας Ελλάδας και της ευρύτερης ελληνικής περιφέρειας επιβάλλουν ο ένας από τους κλάδους της νέας υπό σύσταση δημόσιας ραδιοτηλεόρασης να εκπέμψει από τη Θεσσαλονίκη.
Ενδεχομένως λοιπόν, η δορυφορική νέα δημόσια ραδιοτηλεόραση, που θα απευθύνεται και στην ελληνική διασπορά, καθώς και ο φορέας παραγωγής προγραμμάτων που θα αφορούν την ιστορία και την πολιτιστική παράδοση του τόπου μας, ενδείκνυται να εγκατασταθούν στη Θεσσαλονίκη, ώστε να αξιοποιηθούν και οι εγκαταστάσεις της πρώην ΕΡΤ3 αλλά και η τεχνογνωσία των μέχρι τώρα στελεχών της. Έτσι, θα υπάρξει και νέα ευκαιρία επαγγελματικής απασχόλησης πολλών από τα μέχρι τώρα στελέχη της.
Τα παραπάνω δεν πρέπει να εκληφθούν ως προσπάθεια διατήρησης κεκτημένων ή προσωπικών φιλοδοξιών. Η Θεσσαλονίκη δικαιούται να εκπροσωπήσει την περιφερειακή Ελλάδα και τον μείζονα ελληνισμό με ένα δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό μέσο.
Πηγή: Μακεδονία της Κυριακής
InfoGnomon
διεθνολόγου - δημοτικού συμβούλου Θεσσαλονίκης
Κοινή διαπίστωση, αρμοδίων και μη, ήταν ότι η ΕΡΤ3 είχε ένα αξιόπιστο και ενδιαφέρον πρόγραμμα (κυρίως η τηλεόραση) και δεν υπέφερε από τις εγγενείς αδυναμίες που καταλογίζονταν στα «αδελφά» κανάλια της ΝΕΤ και της ΕΤ1: Μεγάλο αριθμό προσωπικού, υψηλό προϋπολογισμό, μικρή τηλεθέαση κτλ.
Το προσωπικό της ήταν περί τα 400 άτομα (ιδίως μετά τις μειώσεις των τελευταίων ετών) επί συνόλου 2.600 της ΕΡΤ Α.Ε. Ο προϋπολογισμός της ποτέ δεν ξεπέρασε το 10% του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΡΤ Α.Ε. (αν και έπρεπε να είναι κατ’ ελάχιστον τόσο) και εφέτος ήταν περί τα 21.000.000 ευρώ.
Έτσι η σχέση κόστους και απόδοσης ήταν ιδιαίτερα θετική συγκρινόμενη με τα «αδελφά» δημόσια κανάλια και η τηλεθέασή της άγγιζε το 4%, δηλαδή ήταν σαφώς ανώτερη από τις ΕΤ1, ενώ υπολειπόταν της ΝΕΤ που είχε όμως πολύ περισσότερα μέσα, κονδύλια και προσωπικό. Χώρος βέβαια υπήρχε πάντα για περαιτέρω οικονομικό εξορθολογισμό και βελτίωση του προγράμματος καθώς και της αξιοπιστίας της παρεχόμενης ενημέρωσης.
Όλα τα παραπάνω συνοδεύτηκαν από αρκετές βραβεύσεις και επαίνους για την τηλεόραση της ΕΡΤ3. Πιο πρόσφατο το 2ο Πανευρωπαϊκό Βραβείο που πήρε από την Ευρωπαϊκή Ένωση Περιφερειακών Τηλεοράσεων για πρόγραμμα σχετικό με τον εορτασμό των εκατοντάχρονων της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης.
Ο ρόλος λοιπόν της περιφερειακής ελληνικής τηλεόρασης, της «τηλεόρασης συνόρων», που σταδιακά θα κάλυπτε το σύνολο της εκτός του αττικού κέντρου Ελλάδας, ήταν ο ρόλος που άρμοζε στην ΕΡΤ3. Μιας ραδιοτηλεόρασης που θα συνέδεε την Ελλάδα με την ελληνική διασπορά, με τη βαλκανική «γειτονιά» της Βόρειας Ελλάδας, με τον ορθόδοξο, σλαβικό κυρίως, κόσμο, αξιοποιώντας την εκκλησιαστική μας παράδοση, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Άγιον Όρος. Ενός επικοινωνιακού φορέα που θα αναλάμβανε να αναδείξει τη φυσική ομορφιά τής εκτός Αθηνών Ελλάδας και να αποτελέσει αιχμή της τουριστικής βιομηχανίας της χώρας και της αναπτυξιακής και ενεργειακής της προσπάθειας.
Όπως η Θεσσαλονίκη έχει παραδοσιακά το υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης, με κατ’ εξαίρεση χωρικές αρμοδιότητες (που αφορούν αναπτυξιακούς επενδυτικούς αλλά και όχι μόνο τομείς), έτσι και στον τομέα της ραδιοτηλεόρασης και της διαδικτυακής και δορυφορικής μαζικής επικοινωνίας δικαιούται να συνεχίσει να αποτελεί την έδρα του ενός βραχίονα της νέας δημόσιας ραδιοτηλεόρασης της χώρας μας.
Το θετικό προηγούμενο της ΕΡΤ3 αλλά και ο ευαίσθητος εθνικά και αναπτυξιακά χώρος της Βόρειας Ελλάδας και της ευρύτερης ελληνικής περιφέρειας επιβάλλουν ο ένας από τους κλάδους της νέας υπό σύσταση δημόσιας ραδιοτηλεόρασης να εκπέμψει από τη Θεσσαλονίκη.
Ενδεχομένως λοιπόν, η δορυφορική νέα δημόσια ραδιοτηλεόραση, που θα απευθύνεται και στην ελληνική διασπορά, καθώς και ο φορέας παραγωγής προγραμμάτων που θα αφορούν την ιστορία και την πολιτιστική παράδοση του τόπου μας, ενδείκνυται να εγκατασταθούν στη Θεσσαλονίκη, ώστε να αξιοποιηθούν και οι εγκαταστάσεις της πρώην ΕΡΤ3 αλλά και η τεχνογνωσία των μέχρι τώρα στελεχών της. Έτσι, θα υπάρξει και νέα ευκαιρία επαγγελματικής απασχόλησης πολλών από τα μέχρι τώρα στελέχη της.
Τα παραπάνω δεν πρέπει να εκληφθούν ως προσπάθεια διατήρησης κεκτημένων ή προσωπικών φιλοδοξιών. Η Θεσσαλονίκη δικαιούται να εκπροσωπήσει την περιφερειακή Ελλάδα και τον μείζονα ελληνισμό με ένα δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό μέσο.
Πηγή: Μακεδονία της Κυριακής
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πραγματοποιήθηκε ο Δημόσιος Απολογισμός για το 2012 στο Δήμο Αμαρουσίου
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Μαζέψτε τα και φύγετε»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ